Θέμα
Παραβίαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου, Σύνταγμα.
Περίληψη:
Άκυρη η μεταβίβαση από τον ενάγοντα οικοδομικό συνεταιρισμό προς τον εναγόμενο Δήμο ποσοστό 5% της οικοδομικής επιφάνειας που επιβάλλεται από το άρθρο 18 § 2 ΠΑ 93/1987. Αντισυνταγματική η διάταξη αυτή ως αντικειμένη στα άρθρα 17 § 2 και 24 §3 του Συντάγματος. Λόγοι αναίρεσης της τον άριθ. 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. Βάσιμος. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση (1015/2009 Εφετείου Θεσσαλονίκης).
Αριθμός 482/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23 Ιανουαρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Αστικού Συνεταιρισμού Φορτοεκφορτωτών και Σημειωτών Λιμένος Θεσσαλονίκης με την επωνυμία "Ο Άγιος Κωνσταντίνος" και έδρα τη Θεσσαλονίκη, νόμιμα εκπροσωπούμενου, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Απόστολο Σοφιαλίδη.
Του αναιρεσιβλήτου: Δήμου Ωραιοκάστρου, ως καθολικού διαδόχου του Δήμου Μυγδονίας, με έδρα το Ωραιόκαστρο, νόμιμα εκπροσωπούμενου, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Μακρή.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/7/2002 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4681/2003 του ιδίου Δικαστηρίου, 16729/2005, 21435/2006 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και 1015/2009 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων συνεταιρισμός με την από 12/5/2010 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 25/10/2011 έκθεση του ήδη αποχωρήσαντος από την Υπηρεσία Αρεοπαγίτη Χαράλαμπου Αθανασίου, με την οποία εισηγήθηκε την αποδοχή του μοναδικού αναιρετικού λόγου και την αναίρεση της 1015/2009 αποφάσεως του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή το Σύνταγμα ορίζει στο μεν άρθρο 17§2 εδ. α' ότι "κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία έχει το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης", στο δε άρθρο 24§3 ότι "για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως ο νόμος ορίζει". Περαιτέρω, ο ν. 1337/1983 ορίζει στο άρθρο 42§1 τα εξής: "Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μέσα σε 4 μήνες μία και μόνη φορά με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος μπορεί να καθορίζονται οι όροι και περιορισμοί και οι διαδικασίες με τις οποίες θα εγκρίνεται η πολεοδόμηση εκτάσεων που ανήκουν σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς και οικοδομικούς οργανισμούς που λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με ανάλογη εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στο κεφάλαιο Α' του νόμου αυτού. Η πολεοδόμηση αυτή γίνεται με τις προϋποθέσεις ότι ο συνεταιρισμός ή ο οργανισμός α) θα παραχωρήσει στον οικείο Ο.Τ.Α. χωρίς αντάλλαγμα μέρος της ιδιοκτησίας του, όπως και τους κοινόχρηστους ή κοινωφελείς και ειδικού προορισμού χώρους μέσα στο πολεοδομούμενο τμήμα και β) θα κατασκευάσει και θα συντηρεί τα έργα υποδομής και γενικά τα κοινόχρηστα έργα ...". Με βάση τις ανωτέρω εξουσιοδοτικές διατάξεις εκδόθηκε το π.δ. 93/1987, το οποίο στο άρθρο 18§2 ορίζει τα ακόλουθα: "Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί και οικοδομικοί οργανισμοί υποχρεούνται πριν από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να παραχωρούν με συμβολαιογραφική πράξη η οποία αναφέρεται στο προοίμιο του π. δ/τος έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης και χωρίς απαίτηση αποζημίωσης στον οικείο Ο.Τ.Α. α) τους κοινόχρηστους, κοινωφελείς και ειδικών χρήσεων χώρους που προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη και αποτελούν το 30-40% τουλάχιστον του πολεοδομικού τμήματος ... και β) οικοδομήσιμη επιφάνεια σε ποσοστό 5% επί της συνολικής οικοδομήσιμης επιφάνειας της εκτάσεώς τους, μετά την αφαίρεση των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων που παραχωρούνται στον οικείο Ο.Τ.Α. κατά την προηγούμενη παράγραφο. Η επιφάνεια αυτή προορίζεται για κοινωφελείς σκοπούς ή για την εκτέλεση στεγαστικών προγραμμάτων και η θέση της καθορίζεται με το π. δ/μα έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης". Η ρύθμιση αυτή της περιπτώσεως β', ως προς μεν τους "κοινωφελείς σκοπούς", επαναλαμβάνει τη διάταξη του άρθρου 24§3 του Συντάγματος και, εφόσον για τους σκοπούς διατίθενται εκτάσεις από τις προβλεπόμενες στην περίπτωση α', καλύπτεται από την εν λόγω περίπτωση α', με συνέπεια να μην υπάρχει κανένα περιθώριο εφαρμογής της. Κατά το μέρος όμως που επιβάλλει στους οικοδομικούς συνεταιρισμούς την υποχρέωση να παραχωρούν στους οικείους Ο.Τ.Α., χωρίς αποζημίωση, εκτάσεις "για την εκτέλεση στεγαστικών προγραμμάτων", οι οποίες (εκτάσεις) δεν περιλαμβάνονται στους χώρους "για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς", η ίδια ρύθμιση της περιπτώσεως β' του άρθρου 18§2 του π.δ. 93/1987 παραβιάζει το άρθρο 17§2 του Συντάγματος και κείται εκτός του πλαισίου του άρθρου 24§3 αυτού, με συνέπεια να μη μπορεί να βρει έρεισμα ούτε στην εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 42§1 του ν. 1337/1983, αφού η τελευταία αυτή διάταξη, με την εκδοχή ότι προβλέπει την χωρίς αντάλλαγμα παραχώρηση και άλλων εκτάσεων επιπλέον των αναγκαίων για τους κοινόχρηστους και λοιπούς κοινωφελείς σκοπούς και χρήσεις, αντιβαίνει στις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις και δεν μπορεί να εφαρμοσθεί.
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων οικοδομικός συνεταιρισμός με την από 20.7.2002 ένδικη αγωγή του εξέθετε ότι προκειμένου να εγκριθεί μελέτη πολεοδομήσεως της αναφερομένης εδαφικής του εκτάσεως εμβαδού 128.966 μ2, μεταβίβασε κατά κυριότητα, δυνάμει νομίμως μεταγραφείσας συμβολαιογραφικής πράξεως, στον αναιρεσίβλητο Δήμο (εναγόμενο), χωρίς αντάλλαγμα, επιπλέον των προβλεπόμενων στην πολεοδομική μελέτη κοινοχρήστων, κοινωφελών και ειδικής χρήσεως χώρων, και ποσοστό 5% της συνολικής οικοδομήσιμης επιφάνειας, με βάση τη διάταξη του άρθρου 18§2 περίπτ. β' του π.δ. 93/1987, η οποία, όπως κρίθηκε και με τη 2029/1992 απόφαση του ΣτΕ, είναι αντισυνταγματική και εντεύθεν ανεφάρμοστη, με συνέπεια η ανωτέρω συμβολαιογραφικώς καταρτισθείσα σύμβαση να είναι άκυρη, ως προς τη μεταβίβαση του 5% της συνολικής οικοδομήσιμης επιφάνειας, διότι δεν υπήρχε η "νόμιμη αιτία" της μεταβιβάσεως, ζητούσε, μεταξύ άλλων, την αναγνώριση της ακυρότητας του αντίστοιχου μέρους της εν λόγω συμβάσεως. Με το εκτεθέν περιεχόμενο, η αγωγή αυτή είναι νόμω βάσιμη, ερειδόμενη στις προμνημονευόμενες διατάξεις.
Ωστόσο, το Εφετείο, έκρινε, σε αντίθεση προς την απόφαση του Πρωτοδικείου, ότι η διάταξη του άρθρου 18§2 περίπτ. β' του π.δ. 93/1987 είναι σύμφωνη με το άρθρο 17 του Συντάγματος και κείται εντός του πλαισίου του άρθρου 24§3 αυτού και ότι, ως εκ τούτου, η επίμαχη μεταβιβαστική σύμβαση είναι, κατά το ανωτέρω κρίσιμο μέρος της, έγκυρη, απέρριψε την αγωγή ως νόμω αβάσιμη. Με την κρίση του αυτή, το Εφετείο παρεβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τις αναφερόμενες πιο πάνω διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, όπως βασίμως υποστηρίζεται με τον μοναδικό, εκ του άρθρου 559 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ. απορρέοντα, λόγο αναίρεσης. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, πλην εκείνων που εξέδωσαν την αναιρουμένη απόφαση. Τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ηττωμένου αναιρεσίβλητου (άρθρα 176 και 183 Κ.Πολ.Δ.), μειωμένα κατά το άρθρο 281 του Ν. 3463/2006 σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ.1 και 3 του Ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ. 18 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. και την εκδοθείσα κατά εξουσιοδότηση παρασχεθείσα με το άρθρο 5 παρ.12 του Ν. 1738/1987, ΚΥΑ 134423/8-12-92 Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΑΠ 1733/2012), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1015/2009 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρουμένη απόφαση.
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο Δήμο στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Φεβρουαρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 20 Μαρτίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ