Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1714 / 2009    (Α, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Επίδοση, Κλητήριο θέσπισμα.




Περίληψη:
Παραγραφή. Αναστολή παραγραφής. Έναρξη κυρίας διαδικασίας με την επίδοση κλητηρίου θεσπίσματος ή κλήσης για εμφάνιση στο ακροατήριο ή με την εμφάνιση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο και μη εναντίωσή του στη συζήτηση της υπόθεσης. Αν δικάστηκε κατηγορούμενος ερήμην στον πρώτο βαθμό η ακυρότητα του κλητήριου θεσπίσματος ή της κλήσης πρέπει να προταθούν στο Εφετείο με πρόσθετο λόγο έφεσης. Έλλειψη αιτιολογίας ως προς την προταθείσα παραδεκτά ένσταση ακυρότητας της επίδοσης του κλητήριου θεσπίσματος. Αναιρεί και παραπέμπει.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1714/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Μαζαράκη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Παναγιώτη Ρουμπή, Ανδρέα Δουλγεράκη, Κωνσταντίνο Φράγκο και Νικόλαο Μπιχάκη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Ιουλίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Γεωργία Παπαευθυμίου, περί αναιρέσεως της 11820/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών.

Το Τριμελές Πλημ/κείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 16 Μαΐου 2009 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 858/2009.

Αφού άκουσε
Την πληρεξούσια δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 παρ. 2 του Π.Κ., όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 1 παρ.6 του Ν. 2408/1996, το αξιόποινο της πράξεως εξαλείφεται με την παραγραφή, της οποίας ο χρόνος για τα πλημμελήματα είναι πέντε (5) ετών και αρχίζει από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, αναστέλλεται δε για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και μέχρι να γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, όχι όμως πέρα από τρία έτη. Η κυρία διαδικασία, όπως συνάγεται από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 307 επ., 314, 320-321, 339-340 και 343 του ΚΠΔ, αρχίζει είτε με την έναρξη της προπαρασκευαστικής διαδικασίας, δηλαδή με την επίδοση στον κατηγορούμενο της κλήσεως ή του κλητηρίου θεσπίσματος, με τα οποία καλείται στο ακροατήριο, είτε με την εμφάνιση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο και την μη εναντίωσή του στη συζήτηση της υπόθεσης. Τέλος κατά το άρθρο 174 παρ.1 του ΚΠΔ η ακυρότητα της κλήσεως στο ακροατήριο ή του κλητηρίου θεσπίσματος του κατηγορουμένου καθώς και η ακυρότητα της επίδοσης ή της κοινοποίησης αυτών στον κατηγορούμενο καλύπτεται αν αυτός που κλητεύθηκε στη δίκη εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις για την πρόοδο της. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι σε περίπτωση άκυρης επίδοσης της κλήσεως ή του κλητηρίου θεσπίσματος αρχίζει η κυρία διαδικασία και ως εκ τούτου αναστέλλεται η παραγραφή από της ημέρας της επιδόσεως, εφόσον όμως ο κατηγορούμενος εμφανισθεί στο ακροατήριο και δεν προτείνει κατά την έναρξη της πρωτοβαθμίου δίκης, την ακυρότητα αυτής εναντιούμενος στην πρόοδο της δίκης, οπότε καλύπτεται η ακυρότητα, η επίδοση θεωρείται έγκυρη και απ' αυτή αρχίζει η κύρια διαδικασία. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανισθεί κατά την πρωτοβάθμια δίκη και δικασθεί ερήμην, η ως άνω ακυρότητα της επίδοσης της κλήσεως ή του κλητηρίου θεσπίσματος, ως διαδικαστικής πράξης, τότε κατ' ανάγκη επιδρά στο κύρος της διαδικασίας στο ακροατήριο και στην καταδικαστική απόφαση που θα εκδοθεί, δεν καλύπτεται και μπορεί να προταθεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με λόγο έφεσης κατά της εκκλητής απόφασης. Αν δεν προταθεί η ακυρότητα αυτή με λόγο έφεσης καλύπτεται, με επακόλουθο η επίδοση της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος να θεωρείται έγκυρη και να αρχίζει από τότε η κύρια διαδικασία, με περαιτέρω συνέπεια την αναστολή της προθεσμίας παραγραφής για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση όχι όμως πέραν των τριών ετών για τα πλημμελήματα.- Εξάλλου, Η δικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεώς της, όταν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από καθένα απ' αυτά ούτε να απαιτείται η αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους, αρκεί να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή τέτοιας διατάξεως συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αληθινά στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτή γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκείμενη περίπτωση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την προσβαλλομένη 11.820/2009 απόφασή του δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη των πραγμάτων κρίση του μετ' εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων δηλ. τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο και την κατάθεση της μάρτυρος υπεράσπισης τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η κατηγορούμενη εξέδωσε στην Αθήνα στις 30-11-01 την ... επιταγή, θέτοντας την υπογραφή της στη θέση του εκδότη της επιταγής, η οποία έπρεπε να πληρωθεί στην ΑLΡΗΑ Τράπεζα, ποσού 2.643.200 δρχ σε διαταγή της ιδίας. Η εν λόγω επιταγή μεταβιβάστηκε με οπισθογράφηση νόμιμα στην εγκαλούντα, η οποία την εμφάνισε ως νόμιμη κομίστρια εμπρόθεσμα στις 6-12-01 στην πληρώτρια τράπεζα για πληρωμή, πλην όμως δεν πληρώθηκε, γιατί δεν υπήρχαν εν γνώσει της κατηγορουμένης διαθέσιμα κεφάλαια Η κατηγορουμένη προέβη στην τέλεση της πράξης λόγω οικονομικής αδυναμίας και προβλημάτων υγείας. Περαιτέρω η κατηγορουμένη ισχυρίζεται. ότι η εν λόγω πράξη υπέπεσε σε παραγραφή, λόγω παρόδου πενταετίας από την τέλεση της, καθόσον το παρόν δικαστήριο κατά την δικάσιμο της 22-9-08 δεχόμενο ότι αυτή δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπρόθεσμα την από 26-10-07 έφεση της θεώρησε άκυρο το κλητήριο θέσπισμα και έτσι έκρινε την έφεση της κατά της εκκαλουμένης ως εμπροθέσμως ασκηθείσα. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί, καθόσον το δικαστήριο κατά την εξέταση του εκπροθέσμου της έφεσης έκρινε, κατ' άρθρο 473 ΚΠΔ, ότι αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα από την εκκαλούσα, λόγω ανυπέρβλητου κωλύματος στο πρόσωπο της, απορρίπτοντας μάλιστα σχετική ένσταση ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος, χωρίς να προκύπτει από την επισκόπηση των στοιχείων της δικογραφίας παραδοχή του πιο πάνω λόγου ακύρωσης της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης. Ενόψει αυτών, πρέπει η κατηγορουμένη να κηρυχθεί ένοχη με τα ελαφρυντικά ότι προέβη στην τέλεση της πράξης από μη ταπεινά αίτια (άρθρο 84 παρ. 2β ΠΚ). Ακολούθως κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα για παράβαση του άρθρου 79 Ν. 5960/1933 σε συνδ. με άρθρο 1 ΝΔ 337/69, ως αντικ. με άρθρο 1 ΝΔ 1325/1972 και άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 2408/96 και επέβαλε σ' αυτήν ποινή φυλακίσεως τριών (3) μηνών, η οποία ανεστάλη επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας ως προς το κρίσιμο θέμα της παραγραφής δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την επιβαλλόμενη κατά τα προεκτεθέντα στη νομική σκέψη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και τούτο διότι η αναιρεσείουσα που δικάσθηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό με την έφεσή της προέβαλε ως άκυρη την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ως αγνώστου διαμονής, αφού στη διεύθυνση της οδού ..., όπου αναζητήθηκε, ουδέποτε κατοίκησε ή διέμενε. Επικαλουμένη η αναιρεσείουσα την ακυρότητα της ως άνω επιδόσεως του κλητηρίου θεσπίσματος, πρόβαλε κατά τη συζήτηση της έφεσης κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση την ένσταση παραγραφής, αφού από τότε που τελέστηκε η πράξη (30-11-2001) παρήλθε πλήρης πενταετία, χωρίς να έχει αρχίσει η κυρία διαδικασία, ώστε να ανασταλεί η παραγραφή της, αφού δεν είχε επιδοθεί σ' αυτήν εγκύρως το κλητήριο θέσπισμα και έτσι το αξιόποινο της πράξης για την οποία διώχθηκε που φέρει το χαρακτήρα πλημμελήματος, εξαλείφθηκε με παραγραφή, πλην όμως το εκδόν την προσβαλλομένη απόφαση δικαστήριο ουδέν διέλαβε για την εγκυρότητα της επιδόσεως του κλητηρίου θεσπίσματος. Επομένως οι λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠοινΔ είναι βάσιμοι και πρέπει να γίνουν δεκτοί. Κατ' ακολουθίαν η κρινομένη αίτηση αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 519 του ΚΠοινΔ, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, του οποίου η σύνθεση είναι δυνατή από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 11820/2009 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Ιουλίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 24 Ιουλίου 2009.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή