Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2 / 2004    (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Απάτη, Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας, Βούλευμα απαλλακτικό, Χρηματιστηρίου εγκλήματα, Αιτιολογία.




Περίληψη:
Απάτη κακουργηματική. Εικονικές πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο. Αιτιολογία απαλλακτικού βουλεύματος. Το απαλλακτικό βούλευμα έχει την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Σ και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον προαναφερόμενο λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή προανάκριση πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του συμβουλίου για τη μη συνδρομή των αντικειμενικών ή υποκειμενικών όρων του συγκεκριμένου εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις του συμβουλίου, με τις οποίες κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο για την πράξη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων που λήφθηκαν υπόψη, δεν απαιτείται για την πληρότητα της αιτιολογίας να γίνεται χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού μέσου ούτε να μνημονεύεται τι προκύπτει από καθένα από αυτά, αλλ’ αρκεί ο προσδιορισμός του είδους τους κατά κατηγορίες και να προκύπτει ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα τα στοιχεία από το Δικαστικό Συμβούλιο. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με πληρότητα τα κατά την ανέλεγκτη κρίση του προκύψαντα πραγματικά περιστατικά με βάση τα οποία, ορθώς απήλλαξε τους κατηγορουμένους από την κατηγορία της κακουργηματικης απάτης, κατά συναυτουργία, κατά παράβαση του άρθρου 34 του Ν 3632/1928, δηλαδή μεταχείριση επιτηδείων μέσων προς παραπλάνηση του κοινού χάριν επηρεασμού των τιμών του χρηματιστηρίου. Συγκεκριμένα το Συμβούλιο δέχθηκε ότι οι πωλήσεις μετοχών ανώνυμης εταιρίας μεταξύ των κατηγορουμένων ήταν πραγματικές και όχι εικονικές, καθώς και ότι η αύξηση της τιμής της εν λόγω μετοχής, οφειλόταν αποκλειστικά στις πληροφορίες για επικείμενη συγχώνευση της εταιρίας(Ολομ. ΑΠ 2/2004, Ποιν. Δικ. 8 .389). (Επιμέλεια περίληψης: Ευριπίδης Αντωνίου, επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου)




Αριθμός 2/2004

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ (ΠΟΙΝΙΚΗ) ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΒ' ΣΥΝΘΕΣΗ – ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Κάπο, Πρόεδρο, Θεόδωρο Λαφαζάνο, Νικόλαο Γεωργίλη και Αθανάσιο Κρητικό, Αντιπροέδρους, Σπυρίδωνα Γκιάφη, Αλέξανδρο Κασιώλα, Ιωάννη Δαβίλλα, Πολύκαρπο Βούλγαρη, Νικόλαο Συρόπουλο, Νικόλαο Οικονομίδη-Εισηγητή, Γεώργιο Σαραντινό, Σπυρίδωνα Κολυβά, Στέφανο Γαβρά, Χαράλαμπο Αντωνιάδη, Νίκη Γιαννακάκη, Δημήτριο Λοβέρδο, Αθανάσιο Γιωτάκο και Αχιλλέα Νταφούλη, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των λοιπών δικαστών).
Με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Λινού, και της Γραμματέως Ελένης Σταθούλια.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο κατάστημά του στις 20 Μαϊου 2004, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για αναίρεση του υπ' αριθμ. 458/2003 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Με κατηγορούμενους τους: 1. Χ4, 2. Χ5, 3. Χ6, 4. Χ1, 5. Χ2, 6. Χ3, 7. Χ7 και 8. Χ8. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1. ......, 2. ......, 3. ...... και 4. ....... Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το υπ' αριθμ. 458/2003 βούλευμά του διέταξε όσα αναφέρονται σ' αυτό.
Ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με την υπ' αριθμ. 249/10-5-2004 πρότασή του εισήγαγε σ' αυτό, μετά την υπ' αριθμ. 2488/2003 απόφαση του Στ' Ποινικού Τμήματος την ποινική δικογραφία και πρότεινε να απορριφθεί η από 7 Απριλίου 2003 αίτηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Ανδρεουλάκου, για αναίρεση του 458/2003 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Με την παραπάνω απόφαση του Στ' Τμήματος του Αρείου Πάγου, παραπέμφθηκε η υπόθεση στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Έπειτα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Λινός, έφερε για κρίση στο Συμβούλιο την ποινική δικογραφία, που έχει σχηματισθεί κατά των πιο πάνω κατηγορουμένων και την πιο πάνω αίτηση αναιρέσεως, με την από 10-5-2004 πρότασή του, και στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
«1.Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το 458/2003 βούλευμά του, εκτός άλλων, απέρριψε κατ' ουσίαν την 1109/27-11-2002 έφεση του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών κατά του 5176/2002 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επικύρωσε το πρωτόδικο αυτό βούλευμα κατά το μέρος που αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία κατά των κατηγορουμένων Α) 1) Χ4, 2) Χ5 3) Χ1 και 4) Χ6 για : α) απάτη από κοινού σε βαθμό κακουργήματος, από την οποία η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει τα 25.000.000 δρχ. (73.368 ΕΥΡΩ), και β) παράβαση του άρθρου 34 εδ. α' του ν. 3632/1928, πράξεις που φέρονται τελεσθείσες στην Αθήνα στο χρονικό διάστημα από 22-10-1999 έως 27-10-1999 και Β) 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3, 4) Χ7 και 5) Χ8 για παράβαση του άρθρου 34 εδ. α' του ν. 3632/1928, που φέρεται τελεσθείσα στην Αθήνα στις 11-2-2000. Κατά του ως άνω βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών και μάλιστα μόνο ως προς το προαναφερόμενο μέρος του, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε την από 7-4-2003 αίτηση αναιρέσεως, με τον εκ του άρθρου 484 παρ. 1 περ. δ' Κ.Π.Δ., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 3160/2003, μοναδικό λόγο της οποίας προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Το ΣΤ' Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την 2488/2003 απόφασή του, παρέπεμψε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τον ανωτέρω λόγο αναιρέσεως διότι η απόφαση για την παραδοχή του λήφθηκε με πλειοψηφία μιας ψήφου. 2. Το απαλλακτικό βούλευμα έχει την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της ποίας ιδρύει τον προαναφερόμενο λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή προανάκριση πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του συμβουλίου για τη μη συνδρομή των αντικειμενικών ή υποκειμενικών όρων του συγκεκριμένου εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις του συμβουλίου, με τις οποίες κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο για την πράξη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων που λήφθηκαν υπόψη, δεν απαιτείται για την πληρότητα της αιτιολογίας να γίνεται χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού μέσου ούτε να μνημονεύεται τι προκύπτει από καθένα από αυτά, αλλ' αρκεί ο προσδιορισμός του είδους τους κατά κατηγορίες και να προκύπτει ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα τα στοιχεία από το δικαστικό συμβούλιο.
3. Στην προκειμένη υπόθεση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, στο προσβαλλόμενο βούλευμά του, εκθέτει ότι, μετά από εκτίμηση των κατ' είδος προσδιοριζομένων αποδεικτικών μέσων, που λήφθηκαν όλα υπόψη, προέκυψαν, κατά την ανέλεγκτη ουσιαστικά κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά σχετικά με τις ανωτέρω κατηγορίες: Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΚΛΩΣΤΗΡΙΑ (ΜΑΚΛΩ) ιδρύθηκε το έτος 1948 και είχε ως αντικείμενο εργασιών την αγορά και επεξεργασία βάμβακος για την παραγωγή νημάτων διαφόρων τύπων. Η πορεία των εργασιών της κατά τα πρώτα έτη της λειτουργίας της ήταν πάρα πολύ καλή και είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή της κατά το έτος 1974 στην κύρια αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ), όπου έκτοτε διαπραγματευόνταν οι μετοχές της. Το έτος 1990 η πλειοψηφία των μετοχών της περιήλθε στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ (ΕΤΕ ΑΕ), η οποία και ασκούσε έκτοτε τη διοίκηση και διαχείριση των υποθέσεών της με πρόσωπα της επιλογής της. Πριν από το έτος 1990 και μέχρι το έτος 1995 η ΜΑΚΛΩ ΑΕ, όπως και όλες σχεδόν οι επιχειρήσεις Κλωστοϋφαντουργίας που λειτουργούσαν στην Ελλάδα, αντιμετώπισε μεγάλη ύφεση και μείωση της παραγωγής, με αποτέλεσμα την εμφάνιση επί σειρά ετών μεγάλων ζημιών, την επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της και το σπουδαιότερο, τη μη πραγματοποίηση επενδύσεων, σε νέα μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό, γεγονός που καθιστούσε το μέλλον της δυσοίωνο. Για το λόγο αυτό τον Ιανουάριο του 1996 η ΕΤΕ ΑΕ πώλησε το 67% των μετοχών της (ΜΑΚΛΩ ΑΕ0 στον επιχειρηματία Ζ1 αντί του συμφωνηθέντος συνολικού τιμήματος των 200.000.000 δραχμών, από το οποίο ο αγοραστής κατέβαλε κατά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης το ποσό των 50.000.000 δραχμών και ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει το υπόλοιπο σε τρεις ισόποσες δόσεις, αρχής γενομένης από τις 4-1-10997. Με την ίδια σύμβαση ρυθμίστηκαν και τα χρέη της ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς την πωλήτρια (ΕΤΕ ΑΕ). Ο Ζ1 ανέλαβε έκτοτε τη διοίκηση και διεύθυνση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και κατέβαλε προσπάθειες για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η εταιρεία αυτή, πλην όμως απεβίωσε στις 3-7-1998, πριν ολοκληρώσει την προσπάθειά του αυτή. Την κληρονομιά του και τη διοίκηση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ανέλαβαν τα τρία τέκνα του, τα οποία δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά οικονομικά και λειτουργικά προβλήματα που εξακολουθούσαν να ταλαιπωρούν τη ΜΑΚΛΩ ΑΕ, με αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση της παραγωγής του εργοστασίου της και τη διακοπή της λειτουργίας του από τις αρχές Ιανουαρίου 1999. Η δεινή οικονομική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει η ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο τέλος του 1998, αποτυπώνεται στο συνταγμένο, ισολογισμό της 31-12-1998 και το πιστοποιητικό ελέγχου με χρονολογία 18 Μαϊου 1999 του ορκωτού λογιστή ελεγκτή ..... που τον συνοδεύει, σύμφωνα με τα οποία στις 31-12-1998 α) το μετοχικό της κεφάλαιο ανερχόταν σε 2.870.437.500 δρχ., διαιρούμενο σε 21.262.500 μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δραχμών, πλην όμως λόγω των συσσωρευμένων μέχρι τότε ζημιών όχι μόνο δεν είχε ίδια κεφάλαια, αλλά παρουσίαζε και λογιστικό άνοιγμα 428.728.730 δραχμών, και β) δεν είχε πραγματοποιήσει επί σειρά ετών αποσβέσεις 1) των στοιχείων του ενεργητικού της «Ενσώματες Ακινητοποιήσεις» και «έξοδα εγκαταστάσεων» και δεν είχε κάνει προβλέψεις για υποχρεώσεις της από φόρους και τέλη, το ύψος των οποίων «δεν ήταν προσδιορίσιμο, ενδεχόμενη απώλεια από επισφαλείς απαιτήσεις, ποσού 260.000.000 δρχ. και αποζημιώσεις προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης ποσού 60.000.000 δρχ. και έτσι η οικονομική της κατάσταση ήταν κατά πολύ χειρότερη εκείνης που εμφανιζόταν στον ισολογισμό και κατά τους υπολογισμούς του πραγματογνώμονα ορκωτού ελεγκτή ..... το (λογιστικό) άνοιγμα της περιουσίας της ανερχόταν στα 2.008.728.730 δρχ. Για το λόγο αυτό με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΧΑΑ, από τις 29-1-1999 η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ εντάχθηκε σε καθεστώς επιτήρησης. Η διακοπή της λειτουργίας του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ συνεχίστηκε μέχρι το Μάϊο του 1999, οπότε ο εκ των κατηγορουμένων Χ1απόκτησε από τους κληρονόμους του Ζ1 το 34% των κοινών και το 51% των προνομιούχων μετοχών της και διορίστηκε έκτοτε πρόεδρος του Διοικητικού της Συμβουλίου. Μέχρι τότε η οικονομική κατάσταση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ είχε επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο και, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο μηχανολογικός εξοπλισμός της ήταν πολύ παλαιός και οι εργασίες της περιορίζονταν στον προβληματικό κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, η πραγματική (εσωτερική) αξία της μετοχής της είχε μηδενιστεί. Όμως, σαν σύνολο, η ΜΑΚΛΩ ΑΕ, προσφερόταν για την εισαγωγή άλλης εταιρείας στο ΧΑΑ, μέσω της μεθόδου της συγχώνευσης ή απορρόφησης, που παρέκαμπτε την χρονοβόρο και δυσχερή διαδικασία εισαγωγής νέων εταιρειών στο ΧΑΑ. Ο κατηγορούμενος Χ1, κατά την αγορά των πιο πάνω μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, γνώριζε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να προχωρήσει μόνος του στην οικονομική εξυγίανση αυτή της εταιρείας και την αυτόνομη συνέχιση των δραστηριοτήτων της, με το μέχρι τότε αντικείμενο εργασιών της και με θετικά αποτελέσματα και ότι ο μόνος τρόπος για να πετύχει σημαντικά οικονομικά οφέλη σε σύντομο χρόνο ήταν η συγχώνευσή της με κάποια μεγάλη και υγιή επιχείρηση, η διοίκηση της οποίας επιθυμούσε την εισαγωγή της στο ΧΑΑ. Για το λόγο αυτό, λίγο πριν από την αγορά των μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ή αμέσως μετά, ήλθε σε μια κατ' αρχή συμφωνία με τη διοίκηση της εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, που ήταν μια από τις πλέον υγιείς επιχειρήσεις του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας και δεν ήταν εισηγμένη στο ΧΑΑ, για τη συγχώνευση των δυο αυτών. Τη συμφωνία αυτή γνωστοποίησε στους μετόχους της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, αλλά και το ευρύ επενδυτικό κοινό, με τις από 24-5-1999 προσκλήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου προς τους κατόχους κοινών και προνομιούχων μετοχών για σύγκλιση στις 24-6-1999 των τακτικών συνελεύσεών τους, οι οποίες (προσκλήσεις) δημοσιεύτηκαν στα φύλλα 24186/27-5-99, 4218/27-5-99, 1355/2-6-99 και 15479/1-6-99 των εφημερίδων Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ, Ο ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ ΤΥΠΟΣ και ΗΜΕΡΗΣΙΑ, αντίστοιχα, καθώς και την εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΑΕ και ΕΠΕ), όπου τα δυο πρώτα θέματα της ημερήσιας διάταξης ήταν 1) η λήψη απόφασης για τη συγχώνευση της εταιρείας (ΜΑΚΛΩ ΑΕ) με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και 2) Αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών και τροποποίηση του σχετικού άρθρου 5 του καταστατικού. Τόσο η τακτική γενική συνέλευση των μετόχων, όσο και η γενική συνέλευση των κατόχων προνομιούχων μετοχών που συνήλθαν στις 24-6-1999, ενέκριναν ομόφωνα τη συγχώνευση της εταιρείας τους με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και ανέθεσαν στο Δ.Σ. να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, εκτιμήσεις κλπ και να φέρει το θέμα στην επόμενη Γενική Συνέλευση, και ανέβαλε για τις 12-7-1999, λόγω έλλειψης της απαιτούμενης απαρτίας, τη συζήτηση του θέματος για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Η τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ενέκρινε ομόφωνα τη συνέχιση των εργασιών της εταιρείας τους και εξέλεξε νέο διοικητικό συμβούλιο για τρία (3) χρόνια, αποτελούμενο από τον κατηγορούμενο Χ1 και τους ....., ...... και ...... Οι επαναληπτικές γενικές συνελεύσεις των μετόχων (κοινών και προνομιούχων) της 12ης Ιουλίου 1999 ανέβαλαν και πάλι, λόγω έλλειψης της απαιτούμενης απαρτίας, για τις 24-7-1999 τη συζήτηση του θέματος για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Τελικά οι επαναληπτικές γενικές συνελεύσεις των μετόχων (κοινών και προνομιούχων) που συνήλθαν στις 24-7-1999 ενέκριναν ομόφωνα την αύξηση, με την καταβολή μετρητών, του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας τους, κατά το ποσό των 2.870.437.500 δρχ, με την έκδοση 21.262.500 νέων κοινών μετοχών, ονομαστικής αξίας 135 η κάθε μια και με τιμή εκδόσεως 175 δραχμών ην κάθε μια. Αποφάσισαν δε ότι «το δικαίωμα προτίμησης για τη συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δικαιούνται να ασκήσουν οι κάτοχοι κοινών και προνομιούχων μετοχών και να λάβουν για κάθε μια παλαιά μετοχή μια νέα» και εξουσιοδότησαν το διοικητικό Συμβούλιο να καθορίσει με απόφασή του τη διαδικασία για την άσκηση του δικαιώματος των παλαιών μετοχών. Μετά την αποφασισθείσα αύξηση, το μετοχικό κεφάλαιο της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, θα ανερχόταν σε 5.740.875.000 δραχμές, διαιρούμενο σε 42.525.000 μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες οι 40.925.000 κοινές και 1.620.000 προνομιούχες μετοχές άνευ ψήφου. Όμως τόσο ο κατηγορούμενος Χ1, όσο και οι λοιποί μεγαλομέτοχοι της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ, δεν είχαν τη δυνατότητα καταβολής των απαραίτητων κεφαλαίων. Γι' αυτό και η αποφασισθείσα ως άνω στις 24-7-1999 αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ματαιώθηκε, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί η τόσο αναγκαία για την οικονομική της εξυγίανση ταμειακή-κεφαλαιακή ενίσχυσή της. Οι διαπραγματεύσεις για τη συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ συνεχίστηκαν μεταξύ των εκπροσώπων τους καθόλη τη διάρκεια του θέρους του 1999. Όμως γρήγορα ανέκυψαν σοβαρά προβλήματα, που καθιστούσαν πολύ δύσκολη την επίτευξη οριστικής συμφωνίας και τελικά οδήγησαν στη διακοπή των σχετικών διαπραγματεύσεων περί το τέλος Σεπτεμβρίου 1999. Το αποτέλεσμα αυτό είχε προβλέψει ο κατηγορούμενος Χ1 από τα μέσα Σεπτεμβρίου 1999 και γι' αυτό είχε αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Φ1, κύριο μέτοχο και νόμιμο εκπρόσωπο της ανώνυμης εταιρείας STABILTON ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΕ (STABILTON AE), ο οποίος ενδιαφερόταν για την εισαγωγή της εταιρείας του αυτής στο ΧΑΑ, με τη μέθοδο της απορροφήσεώς της από κάποια μικρή προβληματική εταιρεία, εισηγμένη στο ΧΑΑ. Οι διαπραγματεύσεις αυτές εντάθηκαν στις αρχές Οκτωβρίου 1999, αμέσως μετά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων της διοίκησης της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη διοίκηση της εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και γρήγορα κατέληξαν σε οριστική συμφωνία και στις 25 Οκτωβρίου 1999, υπογράφηκε από τους εκπροσώπους των δυο αυτών εταιρειών το με ίδια χρονολογία σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης με απορρόφηση, σύμφωνα με το οποίο α) οι δυο ανώνυμες εταιρείες συγχωνεύονται με την απορρόφηση της εταιρείας STABILTON AE από την εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ, β) η σύμβαση συγχώνευσης άρχισε ισχύουσα από τις 21-10-1999, αφότου όλες οι πράξεις της απορροφούμενης εταιρείας (STABILTON AE) θεωρούνταν ότι γίνονταν για λογαριασμό της απορροφούσας εταιρείας (ΜΑΚΛΩ ΑΕ) γ) κατά την πρώτη ημέρα της συγχώνευσης το μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούσας εταιρείας ανερχόταν σε 2.870.437.500 δρχ., διαιρούμενο σε 21.262.500 ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες 19.642.500 κοινές μετά ψήφου και 1.620.000 προνομιούχες χωρίς ψήφο, το δε μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούμενης εταιρείας σε 8.611.312.500 δρχ., διαιρούμενο σε 63.787.500 κοινές ονομαστικές μετοχές, ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, δ) η σχέση ανταλλαγής των μετοχών της απορροφούμενης εταιρείας προς τις μετοχές που θα λάμβαναν από την απορροφούσα εταιρεία ορίστηκε σε μια (1) προς μια (1), δηλαδή η απορροφούσα εταιρεία θα εξέδιδε 63.787.500 νέες κοινές ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ., η κάθε μια, αυξάνοντας το μετοχικό της κεφάλαιο κατά το ποσό των 8.611.312.500 δρχ. και θα τις αντάλλασσε με τις παλαιές μετοχές της απορροφουμένης εταιρείας, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε ποσού από τους κατόχους τους και ε) μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας συγχώνευσης το μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούσας θα ανερχόταν σε 11.481.750.000 (2.870.437.500 + 8.611.312.500) δρχ., διαιρούμενο σε 85.050.000 (21.262.500+63.787.500) ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες 83.430.000 κοινές ανώνυμες μετά ψήφου και 1.620.000 προνομιούχες ανώνυμες χωρίς ψήφο. Το πιο πάνω σχέδιο συγχώνευσης καταχωρήθηκε στο οικείο μητρώο ανωνύμων εταιρειών κάθε μιας εταιρείας και συγκεκριμένα του Υπουργείου Ανάπτυξης στις 8-11-1999 για την απορροφούσα και της Νομαρχίας Αθηνών στις 2-11-99 για την απορροφουμένη. Οι σχετικές δε κατά νόμο ανακοινώσεις δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) και δη το φύλλο 8833/3-11-1999 για την απορροφουμένη και το φύλλο 8916/8-11-1999 για την απορροφούσα και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε η περίληψη του σχεδίου συγχώνευσης με απορρόφηση στις 10 Νοεμβρίου 1999 στην εφημερίδα ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ. Για την οριστική συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE, με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη, συντάχθηκε η πράξη αριθ. ..... της συμβολαιογράφου Περιστερίου Αττικής Αικατερίνης Μαμουζέλου – Σπηλιακοπούλου και η περιεχομένη σ' αυτή σύμβαση εγκρίθηκε με την απόφαση αριθ. Κ2-1721/1-2-2000 του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης. Μετά από λίγες ημέρες έγινε η κατά νόμο δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) και έτσι ολοκληρώθηκε η διαδικασία συγχώνευσης των δυο εταιρειων ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE. 'Εκτοτε ο έλεγχος της νέας εταιρείας περιήλθε στους πρώην μετόχους της εταιρείας STABILTON AE που κατείχαν το 75% του συνόλου των μετοχών και ειδικότερα του επιχειρηματία Φ1, ο οποίος και τη διοικούσε με πρόσωπα της επιλογής του. Μετά δε από λίγους μήνες άλλαξε και την επωνυμία της σε STABILTON ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ – ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ – ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ». Επίσης προκύπτει ότι κατά το έτος 1998 είχε επέλθει μια υπέρμετρη αύξηση της χρηματιστηριακής τιμής των μετοχών των εισηγμένων στο ΧΑΑ ανωνύμων εταιρειών, γεγονός που διευκόλυνε τις εταιρείες αυτές στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν την οικονομική τους κατάσταση, με αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου ή συγχώνευσή τους με άλλες μη εισηγμένες στο ΧΑΑ, εταιρείες, με εξαιρετικά ευνοϊκούς για τους παλαιούς τους μετόχους όρους, αλλά και τους εξ αυτών κατόχους μεγάλου αριθμού μετοχών, οι οποίοι μπορούσαν να εκποιήσουν ένα μέρος των μετοχών τους σε πολύ μεγάλη τιμή και να αντλήσουν σημαντικά κεφάλαια, χωρίς να απωλέσουν τον έλεγχο των επιχειρήσεών τους ή να επαναγοράσουν τις μετοχές τους σε χαμηλότερες τιμές, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες, πραγματοποιώντας πολύ μεγάλα κέρδη. Για το λόγο αυτό οι διοικήσεις πολλών μεγάλων εταιρειών είχαν ζητήσει και είχαν πετύχει την εισαγωγή τους στο ΧΑΑ. Η σχετική διαδικασία ήταν πολύπλοκη και δαπανηρή και απαιτούσε πολύ χρόνο. Τούτο διότι είχαν υποβληθεί πολλές σχετικές αιτήσεις και η διοίκηση του ΧΑΑ επέτρεπε τη σταδιακή εισαγωγή νέων εταιρειών στο Χρηματιστήριο, για να μην επηρεαστεί η ρευστότητα των επενδυτών και η ζήτηση μετοχών και επέλθει απότομη μείωση της χρηματιστηριακής τιμής των διαφόρων μετοχών. Για το λόγο αυτό διάφοροι επιχειρηματίες είχαν επιδιώξει και είχαν πετύχει την εξαγορά μικρών εταιρειών, εισηγμένων στο ΧΑΑ και την εν συνεχεία συγχώνευσή τους με άλλες εταιρείες τους ή την απ' ευθείας συγχώνευση των εταιρειών τους με μικρές εισηγμένες στο ΧΑΑ εταιρείες, προσφέροντας εξαιρετικά συμφέροντες όρους στους μετόχους των τελευταίων εταιρειών. Μια τέτοια εταιρεία, εισηγμένη στο ΧΑΑ, ήταν και η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Τούτο διότι αντιμετώπιζε επί σειρά ετών σοβαρά προβλήματα, ήταν πολύ δύσκολη η αντιμετώπισή τους και η αποδοτική επαναλειτουργία της, και ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, στον οποίο ανήκε, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα και οι προοπτικές των επιχειρήσεών του δεν ήσαν καλές. Η κυκλοφορία φημών για την εξαγορά ή τη συγχώνευση μιας μικρής εταιρείας, εισηγμένης στο ΧΑΑ, με μια κατά πολύ μεγαλύτερη, μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο, είχε ως αποτέλεσμα, κατά κανόνα, την αύξηση της τιμής της μετοχής της στο χρηματιστήριο σε επίπεδο πολλαπλάσια της πραγματικής (εσωτερικής) της αξίας και τούτο διότι εμφανίζονταν αγοραστές που απέβλεπαν στα οφέλη που θα αποκόμιζαν από την εξαγορά ή την απ' ευθείας συγχώνευση με μια κατά πολύ μεγαλύτερη και με καλές προοπτικές εταιρεία. Ο θάνατος του Ζ1 στις 3-7-1998 και η εν συνεχεία αδυναμία των κληρονόμων του να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά οικονομικά και οργανωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ, δεν επέτρεψαν συζητήσεις για εξαγορά ή απ' ευθείας συγχώνευση με μια άλλη εταιρεία, που ενδιαφερόταν για την εισαγωγή της στο ΧΑΑ. Παρόλα αυτά η μετοχή της στις 4-1-1999, πρώτη ημέρα της λειτουργίας του ΧΑΑ κατά το έτος 1999, έκλεισε στις 140 δρχ, δηλαδή όση περίπου και η ονομαστική της αξία. Έκτοτε η τιμή της μετοχής αυτής, λόγω της αυξημένης ζήτησης μετοχών όλων γενικά των εταιρειών, παρουσίασε, μολονότι βρισκόταν, όπως προεκτίθενται, από τις 29-1-1999, σε καθεστώς επιτήρησης, μια σταδιακή αύξηση κατά τη διαπραγμάτευσή της στο ΧΑΑ και σε διάστημα τριών μηνών υπερδιπλασιάστηκε και έκλεισε την 1-4-1999 στις 279 δρχ. Από το δεύτερο δεκαήμερο του μηνός Απριλίου 1999 άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για επικείμενη εξαγορά ή απ' ευθείας συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με μεγάλη εταιρεία, μη εισηγμένη στο ΧΑΑ, οι οποίες συγκεκριμενοποιήθηκαν περί τα μέσα Μαϊου του 1999 με τη γενόμενη δημοσιοποίηση της κατ' αρχήν συμφωνίας για συγχώνευσή της με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον για τη μετοχή της στο ΧΑΑ, και να αυξηθεί η τιμή της σταδιακά, φθάνοντας κατά το κλείσιμο της 30ης Ιουνίου 1999 στις 1.145 δρχ. με έντονες διακυμάνσεις στις ενδιάμεσες συνεδριάσεις, όπου πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις μέχρι και την τιμή των 1.738 δραχμών. Η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ συνέχισε την ανοδική της πορεία και έφτασε, κατά το κλείσιμο της 23ης Σεπτεμβρίου 19999, στις 2.505 δρχ. Η διακοπή των διαπραγματεύσεων για συγχώνευση με τη SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της τιμής της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 30-9-1999, στις 1.980 δρχ. δηλαδή κατά 20% περίπου σε διάστημα μιας εβδομάδας. Από τις πρώτες όμως ημέρες του Οκτωβρίου 1999, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν οι πρώτες πληροφορίες για την επικείμενη συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE, εκδηλώθηκε έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον για μετοχές της πρώτης, με αποτέλεσμα η τιμή της να ακολουθήσει έντονα ανοδική πορεία και να ανέλθει, κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 10-11-1999 στις 8.304 δραχμές φθάνοντας μάλιστα κατά τη συνεδρίαση της 8-11-1999 στις 8.900 δρχ. Αναλυτικότερα η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ έκλεισε στις 4-10-1999 στις 2310 δρχ. στις 11-10-1999 στις 3.390 δρχ, στις 18-10-99 στις 4.130 δρχ, στις 22-10-99 στις 5.265 δρχ, στις 25-10-99 στις 5.687 δρχ, στις 26-10-99 στις 6.600 δρχ, και στις 5-11-99 στις 8.256 δρχ. Το ενδιαφέρον για τη μετοχή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ συνεχίστηκε μέχρι τις 10-2-2000, οπότε η τιμή της έκλεισε στις 5.885 δρχ. Έκτοτε η τιμή της μετοχής αυτής ακολούθησε έντονα πτωτική πορεία και κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 31-3-2000, έκλεισε στις 1.734 δρχ. Η διακύμανση της τιμής της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ συνοδεύτηκε με πολύ μεγάλο ύψος συναλλαγών (αγορές – πωλήσεις), η συνολική αξία των οποίων για το χρονικό διάστημα από 1-6-99 μέχρι 31-3-00 ανήλθε σύμφωνα με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ..... και τους πίνακες που τη συνοδεύουν στο εξαιρετικά μεγάλο, για την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας αυτής, ποσό των 701.904.841.150 δραχμών. Σύμφωνα, με την ίδια έκθεση: α) η μεταβίβαση στον κατηγορούμενο Χ1 των 6.678.280 κοινών και 826.200 προνομιούχων μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που αντιπροσώπευαν το 34% και 51% του συνόλου τους αντίστοιχα έγινε στις 18-6-1999 με χειροκίνητη συναλλαγή πακέτου , μέσω της ΑΧΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΕ, προς 135 δρχ, ανά μετοχή και το συνολικό τίμημα ανήλθε στο ποσό του 1.013.104.800 δραχμών. Την ίδια ημέρα, κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης, η τιμή της εν λόγω μετοχής ήταν στις 1.199 δρχ. η συναλλαγή αυτή, σε λιγότερο του 1/8 της χρηματιστηριακής τιμής της μετοχής, δεν επηρέασε πτωτικά την τιμή της μετοχής, η οποία τις δυο επόμενες συνεδριάσεις της 21ης και 22ας Ιουνίου 1999 έκλεισε στις 1.295 και 1.377 δρχ. αντίστοιχα και κατά τους επόμενους οκτώ περίπου μήνες είχε την πιο πάνω ανοδική πορεία. Το κύρος δε της εν λόγω συναλλαγής, λόγω του ύψους του συμφωνηθέντος τιμήματος, δεν αμφισβητήθηκε από κάποιον εκ των μετόχων της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, τόσο κατά τη συγκληθείσα στις 24-6-99 τακτική Γενική Συνέλευσή τους, όσο και τις επαναληπτικές συνελεύσεις τους στις 12 και 24-7-1999 β) κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης και 27ης Οκτωβρίου 1999 ο τρίτος κατηγορούμενος Χ1 μεταβίβασε στον πρώτο (Χ4) και δεύτερη (Χ5) των κατηγορουμένων από 350.000 κοινές μετοχές σε κάθε μια των τριών πρώτων συνεδριάσεων και 25.000 κοινές στην τελευταία και συνολικά 1.075.000 κοινές μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον καθένα. Οι πωλήσεις αυτές έγιναν με χειροκίνητες εντός κύκλου συναλλαγές μέσω της ΤΕΛΕΣΙΣ χρηματιστηριακή ΑΕ νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν ο κατηγορούμενος Χ6 και η τιμή πώλησης κάθε μετοχής για τις τέσσερις αυτές συναλλαγές ορίστηκε στις 4.750, 5.120, 5.530 και 6.350 δρχ. αντίστοιχα. Η ανώτατη τιμή στις τέσσερις αυτές συνεδριάσεις ήταν 5.265, 5.687, 6.140 και 6.631 δρχ. και έκλεισε στις 5.265, 5.687, 6.140 και 6.631 δρχ. αντίστοιχα. Πωλήθηκαν δε 1.353.375, 781.510, 858.852 και 184.729 μετοχές αντί του συνολικού ποσού των 6.746.662.175, 4.047.464.930, 4.846.351.280 και 12.130.689.899 δρχ., αντίστοιχα γ) κατά τη συνεδρίαση του ΧΑΑ στις 29-10-99 πωλήθηκαν 925.643 μετοχές της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ αντί του συνολικού ποσού των 6.108.945.168 δρχ. και η τιμή της μετοχής αυτής έφτασε μέχρι τις 7.101 δρχ. και έκλεισε στις 6.600 δρχ., δηλαδή αυξημένη της τιμής της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης κατά 20 δρχ. Οι πωλήσεις μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ (όγκος συναλλαγών) της συνεδρίασης αυτής δεν μπορεί να θεωρηθούν υπερβολικές, καθ' όσον, τόσο κατά το προηγούμενο, όσο και το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα υπήρξαν συνεδριάσεις με πωλήσεις πολύ μεγαλύτερου αριθμού μετοχών, όπως στις 8, 14, 15, 19 Οκγωβρίου, 2 και 10 Νοεμβρίου 1999 με πωλήσεις 2.241.920, 1.241.153, 1.385.925, 951.300, 1.263.613 και 991.200 μετοχών αντίστοιχα, καθώς και άλλες τέσσερις συνεδριάσεις με πωλήσεις, κατά συνεδρίαση, άνω των 800.000 μετοχών δ) οι κατηγορούμενοι Χ4 και Χ5 δεν πώλησαν μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ πριν από τις 27 Ιανουαρίου 2000, ο δε κατηγορούμενος Χ1 κατά το χρονικό διάστημα από τις 15 Οκτωβρίου 1999 μέχρι και τις 13 Νοεμβρίου του ίδιου έτους ε) στη συνεδρίαση του ΧΑΑ της 11ης Φεβρουαρίου ο κατηγορούμενος Χ1 πούλησε με χειροκίνητες συναλλαγές μέσω των χρηματιστηριακών εταιρειων EYROYX και BETA των οποίων νόμιμοι εκπρόσωποι ήταν οι κατηγορούμενοι Χ7 και Χ8, αντίστοιχα στο μεν κατηγορούμενο Χ2 240.000 μετοχές της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς 6.000 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά 1.440.000.000 δρχ. στη δε εταιρεία BERBIL LTD, την οποία εκπροσωπούσε ο κατηγορούμενος Χ3, 142.410 μετοχές της ίδιας εταιρείας προς 5.800 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά 887.400.000 δρχ. Οι συναλλαγές αυτές ήσαν χειροκίνητες. Στην ίδια συνεδρίαση ο κατηγορούμενος Χ1 πούλησε άλλες 153.000 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ σε δέκα (10) μικροεπενδυτές (...., ...., ....., ......, ......, ......, ......, ......, .....) προς 5.800 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 887.400.000 δρχ. Στην εν λόγω συνεδρίαση της 11ης Φεβρουαρίου 2001 πωλήθηκαν συνολικά 1.554.705 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ αντί του συνολικού ποσού των 9.105.151.075 δρχ. στ) Ο ..... είχε πωλήσει με χειροκίνητες συναλλαγές: 1) στις 25-1-2000 212.000 μετοχές προς 6.270 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 1.329.240.000 δρχ. Οι πωλήσεις αυτές έγιναν σε ένδεκα μικροεπενδυτές και την επομένη η μετοχή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ έκλεισε, με άνοδο 6,85% στις 6.699 δρχ. 2) στις 28-1-2000 40.000 μετοχές της ίδιας εταιρείας στους .... και ..... προς 6.200 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 124.000.000 δρχ. 3) την 1-2-2000 40.000 μετοχές ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον ...... αντί 6.170 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 246.800.000 δρχ. και 4) στις 9-2-2000 50.000 μετοχές ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον ..... προς 5.885 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 294.250.000 δρχ. και 5) η έντονα πτωτική πορεία της τιμής της μετοχής ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ άρχισε στις 10.2.2000 όταν βρισκόταν στις 5.599 δρχ. Συμπίπτει δε χρονικά με την έκδοση της απόφασης Κε-1721/10-2-2000 του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, με την οποία εγκρίθηκε η συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE και απέμεινε η τυπική κατά νόμο δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) για την ολοκλήρωση της συγχώνευσης. Η πορεία αυτή συνεχίστηκε μέχρι το τέλος Μαρτίου 2000, οπότε η τιμή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ περιορίστηκε στις 1734 δρχ. Μάλιστα σε προηγούμενες συνεδριάσεις είχε κλείσει σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα με κατώτερο εκείνο του κλεισίματος της 28ης Μαρτίου 2000, οπότε είχε περιοριστεί στις 1.315 δρχ., δηλαδή μόλις στο 23,5% της τιμής της στις 10-2-2000, χάνοντας έτσι το 76,5% της χρηματιστηριακής της αξίας. Περαιτέρω προκύπτει ότι ο Χ1 δεν μπορούσε όπως εκτίθεται και πιο πάνω να αντιμετωπίσει μόνος του τα σοβαρά οικονομικά και οργανωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η εταιρεία ΜΑΚΛΩ Α.Ε. Γνώριζε δε ότι ο μόνος τρόπος για να πετύχει σημαντικά κέρδη σε μικρό χρονικό διάστημα ήταν η συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με άλλη, μεγάλη και υγιή εταιρεία, μη εισηγμένη στο ΧΑΑ. Γι' αυτό το Μάϊο του 1999, αμέσως μετά την αγορά του 34% των κοινών και του 51% των προνομιούχων μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, ήλθε σε μια κατ' αρχήν συμφωνία με το Δ.Σ. της ανώνυμης εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ για συγχώνευση των δυο εταιρειών. Για να βελτιώσει δε τη θέση του στις σχετικές διαπραγματεύσεις άρχισε την επαναλειτουργία του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και ζήτησε και πέτυχε τη σύμφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της 24ης Ιουνίου 1999. Η μη πραγματοποίηση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τη SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ βρήκε τον κατηγορούμενο Χ1 χωρίς κεφάλαια για να συνεχίσει τη λειτουργία του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ μέχρι να πετύχει τη συγχώνευση με άλλη ανώνυμη εταιρεία και δη τη STABILTON AE, η διοίκηση της οποίας είχε εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον. Η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ κυμαινόταν γύρω στις 2.000 δρχ. Η τιμή αυτή ήταν πάρα πολύ καλή, πολλαπλάσια της εσωτερικής (πραγματικής) αξίας. Όμως οι μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ που κατείχε ήσαν οριακά στο επίπεδο του 34% του συνόλου των μετοχών, που ήταν απαραίτητο για να ληφθεί απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων για συγχώνευση με άλλη εταιρεία. για το λόγο αυτό δεν μπορούσε να πωλήσει μέρος των μετοχών του, αφού έτσι θα έχανε τη δυνατότητα συγχώνευσης με άλλη εταιρεία και δη τη STABILTON AE. Για το λόγο αυτό την 1η Οκτωβρίου 1999 απευθύνθηκε στους δυο πρώτους κατηγορουμένους Χ4 και Χ5με τους οποίους συνδεόταν με μακροχρόνια φιλία, οι οποίοι είχαν διαθέσιμα κεφάλαια, ήσαν έμπειροι επιχειρηματίες και γνώριζαν πολύ καλά την αγορά του ΧΑΑ και τους πρότεινε να τους πωλήσει ένα μεγάλο μέρος (πακέτο) των μετοχών του της ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Οι Χ4 και Χ5 γνώριζαν την περιουσιακή κατάσταση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και ότι η τιμή της μετοχής της στο ΧΑΑ ήταν πολλαπλάσια της πραγματικής (εσωτερικής) της αξίας, καθώς επίσης ότι η συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE ή άλλη υγιή εταιρεία, θα απέφερε στους μετόχους της πρώτης σημαντικά κέρδη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Για το λόγο αυτό, συζήτησαν την πρόταση του Χ1 και, ύστερα από τις σχετικές διαπραγματεύσεις, κατέληξαν σε συμφωνία, σύμφωνα με την οποία ο Χ1 ανέλαβε να τους μεταβιβάσει κατ' ισομοιρία 2.150.000 μετοχές και να του καταβάλουν για τίμημα 700.000.000 δρχ., και, πλέον αυτού, α) να εγγυηθούν την καταβολή του μισού ενός υπερήμερου δανείου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ποσού 2.000.000.000 δρχ, β) να καταθέσουν στο ταμείο της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, υπό μορφή δανείου, 200.000.000 δρχ, και γ) να μη μεταβιβάσουν μέρος έστω των μετοχών τους, για να διατηρούν από κοινού το 34% του συνόλου, μέχρι την ολοκλήρωση της συγχώνευσης με τη STABILTON AE ή κάποια άλλη εταιρεία. Σύμφωνα με τους όρους αυτής της σύμβασης, η τιμή πώλησης κάθε μετοχής ήταν 325 (700.000.000¨2.150.000) δρχ. Η τιμή αυτή ήταν πολύ μικρότερη της τιμής διαπραγμάτευσής της στο ΧΑΑ, πλην όμως πολύ μεγαλύτερη της εσωτερικής (πραγματικής) της αξίας. Πλέον αυτού εξασφάλιζε στο Χ1 τη συνέχιση της λειτουργίας του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και του έδινε άνεση χρόνου για να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις συγχώνευσης με τη STABILTON AE ή κάποια άλλη εταιρεία, για να πετύχει τους καλύτερους γι' αυτόν όρους. Γι' αυτό η σύμβαση μεταξύ των τριών πρώτων κατηγορουμένων δεν ήταν κακή για το Χ1., λαμβανομένου υπόψη ότι αυτός είχε αγοράσει τις μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ πριν από τρεις μόνο μήνες προς 135 δρχ. την κάθε μια. Ο Χ1 γνωστοποίησε τη σύμβαση πώλησης των 2.150.000 μετοχών του στους Χ4 και Χ5 στο Φ1 που ήταν εκπρόσωπος της STABILTON AE και όταν κατέληξαν σε οριστική συμφωνία για τους όρους συγχώνευσης των δυο εταιρειών, ο Φ1 ζήτησε να υπογράψουν το σχέδιο της σύμβασης που είχαν συντάξει και οι δυο πρώτοι κατηγορούμενοι. Όμως δεν είχε ακόμη μεταβιβαστεί η κυριότητα των 2.150.000 μετοχών στους δυο πρώτους κατηγορουμένους και η μεταβίβασή τους μπορούσε να γίνει μόνο στο ΧΑΑ, μέσω κάποιας από τις χρηματιστηριακές εταιρείες που λειτουργούσαν νόμιμα. Η διαδικασία μεταβίβασης των μετοχών αυτών ανατέθηκε και έγινε από την χρηματιστηριακή εταιρεία TELESIS AE, νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας, ήταν ο τέταρτος κατηγορούμενος Χ6, με τη διαδικασία της εντός κύκλου συναλλαγής σύμφωνα με τα οριζόμενα με την απόφαση 18/99 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε συνδυασμό με την απόφαση 71/96 του ιδίου Διοικητικού Συμβουλίου. Η χρηματιστηριακή εταιρεία ενήργησε για λογαριασμό τόσο του πωλητή, όσο και των αγοραστών. Εξέδωσε δε για την πληρωμή του τιμήματος σε διαταγή του πρώτου κατηγορουμένου επιταγές επί της ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΕ. Όλες τις επιταγές μεταβίβασε ο τρίτος κατηγορούμενος στους δυο πρώτους, αφού η μεταβίβαση γινόταν σε εκτέλεση της σύμβασης που είχαν συνάψει την 1η Οκτωβρίου 1999 και είχε εισπράξει έκτοτε το τίμημα. Τη γενόμενη μεταβίβαση των 2.150.000 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ γνωστοποίησαν οι τρεις πρώτοι κατηγορούμενοι στις 26-10-1999, στην αρμόδια υπηρεσία του ΧΑΑ. Την εγκυρότητα της μεταβίβασης των εν λόγω 2.150.000 μετοχών και το περιεχόμενο της πιο πάνω σύμβασης μεταξύ των τριών πρώτων κατηγορουμένων, βάσει της οποίας έγινε η μεταβίβαση, ουδέποτε αμφισβήτησε ο τρίτος κατηγορούμενος Χ1. Έκτοτε οι δυο πρώτοι κατηγορούμενοι εμφανίζονταν κύριοι 1.075.000 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ο καθένας και μάλιστα, όπως δέχεται και ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής ...... στην από 1η Μαρτίου 2001 έκθεσή του, πώλησαν στο ΧΑΑ σε μικροεπενδυτές, η μεν Χ5 κατά το χρονικό διάστημα από 8-2-2000 μέχρι 19-4-2000 682.900 μετοχές αντί του συνολικού ποσού των 2.313.190.700 δρχ. ο δε Χ4 από 27-1-2000 μέχρι 19-4-2000 894.830 μετοχές αντί 2.388.273.800 δρχ. Τέλος προκύπτει ότι το τίμημα για τις 240.000 και τις 142.410 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, τις οποίες μεταβίβασε ο κατηγορούμενος Χ1 στις 11-2-2000 στον συγκατηγορούμενό του Χ2 και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο κατηγορούμενος Χ3, επιστράφηκε από τον πωλητή στους αγοραστές. Ο λόγος της επιστροφής συνίσταται, κατά τους τρεις αυτούς κατηγορούμενους, στο ότι οι Χ2 και η εταιρεία BERVIL LTD είχαν αγοράσει από τον πωλητή τις μετοχές που τους μεταβιβάστηκαν κατά το μήνα Μάϊο του 1999 και του είχαν καταβάλει έκτοτε το συμφωνηθέν τίμημα. Από τα περιστατικά που προεκτίθενται προκύπτει ότι α) η απότομη αύξηση της τιμής της μετοχής της ανώνυμης εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που εκδηλώθηκε στις αρχές Οκτωβρίου 1999 και είχε ως αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό της σε διάστημα μόλις σαράντα (40) ημερών (από 1.980 δρχ. κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης της 30ης Σεπτεμβρίου 1999 μέχρι και τις 8.900 δρχ. κατά τη συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου του ιδίου έτους) οφείλεται αποκλειστικά στις πληροφορίες για επικείμενη συγχώνευση της εταιρείας αυτής με τη STABILTON AE, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν με την επίσημη ανακοίνωση που ακολούθησε για συγχώνευση των δυο εταιρειών και με χρόνο έναρξης την 21η Οκτωβρίου 1999, β) η πώληση των 2.150.000 μετοχών της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ από τον κατηγορούμενο Χ1 στους συγκατηγορουμένους του Χ4 και Χ5 η μεταβίβαση των οποίων έγινε κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης και 27ης Οκτωβρίου 1999, είναι έγκυρη και η γενόμενη ανακοίνωση δεν είχε οποιαδήποτε επίδραση στην αύξηση της τιμής της εν λόγω μετοχής κατά τις τέσσερις αυτές συνεδριάσεις και τις αμέσως επόμενες και τούτο διότι: 1) οι συναλλαγές έγιναν με τη μέθοδο των εντός κύκλου χειροκίνητων συναλλαγών πακέτων και έτσι δεν αύξησαν την προσφορά και ζήτηση της μετοχής αυτής και δεν τροποποίησαν τις δημοσιευόμενες πληροφορίες στο Η.Δ.Τ. για την ελάχιστη – μέγιστη τιμή και την τιμή τελευταίας πράξης κάθε συνεδρίασης, 2) η δηλωθείσα τιμή για τις μεταβιβάσεις σε κάθε συνεδρίαση ήταν μικρότερη της τιμής κλεισίματος της ίδιας συνεδρίασης, 3) δεν αυξήθηκε ο όγκος των συναλλαγών (αριθμός μετοχών), σε σύγκριση με τις αμέσως προηγούμενες και τις αμέσως επόμενες συνεδριάσεις, 4) η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης της 29ης Οκτωβρίου 1999 (6.600 δρχ.) ήταν αυξημένη της τιμής κλεισίματος της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης της 27ης Οκτωβρίου 1999 (5.580 δρχ.) μόλις κατά 20 δρχ., διαφορά πολύ μικρή σε σύγκριση με τις αυξήσεις της περιόδου εκείνης και τις διακυμάνσεις της τιμής κατά την ίδια συνεδρίαση και 5) είχε ανακοινωθεί η συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE και ήταν γνωστό ότι, μετά την ολοκλήρωση της κατά νόμο διαδικασίας, η διοίκηση της νέας εταιρείας θα περιερχόταν στους παλαιούς μετόχους της STABILTON AE, που θα είαν το 75% του συνόλου των μετοχών και έτσι οι μεταβολές στα πρόσωπα των μετόχων της ΜΑΚΛΩ ΑΕ δεν θα είχε ουσιώδη σημασία για τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης των μετόχων της νέας εταιρείας που θα καθόριζαν τη μελλοντική της πορεία γ) η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ είχε διαμορφωθεί κατά τις 30 Σεπτεμβρίου 1999 (1.980 δρχ.) σε επίπεδα πολλαπλάσια της εσωτερικής (πραγματικής) της αξίας, αφού η εταιρεία εμφάνιζε άνοιγμα περιουσίας άνω των 2.000.000.000 δρχ. και σε πολλές συνεδριάσεις του ΧΑΑ μέχρι και τις 25-1-99, η αξία της στο χρηματιστήριο είχε διαμορφωθεί σε επίπεδα άνω των 40.000.000.000 (21.262.500 μετοχές Χ 1.980 δρχ.). Γι' αυτό δεν προσφερόταν η μετοχή αυτή για αγορές από σοβαρούς επενδυτές και μόνο κερδοσκόποι, που απέβλεπαν στην αύξηση της τιμής κατά τις επόμενες λίγες ημέρες, ή παντελώς αδαείς αγοραστές προέβαιναν σε αγορές. Η τιμή της διατηρήθηκε, παρόλα αυτά, σε επίπεδα, σημαντικά ανώτερα της τιμής κλεισίματος της 29ης Οκτωβρίου 1999 (6.600 δρχ.) και έτσι μπορούσαν οι αγοραστές να ρευστοποιήσουν τις μετοχές τους, αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη σε διάστημα λίγων ημερών δ) οι κατηγορούμενοι Χ4, Χ5 και Χ1 δεν πώλησαν μετοχές τους στο επενδυτικό κοινό κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 29ης Οκτωβρίου 1999 και έτσι δεν είχαν οποιοδήποτε όφελος από τις γενόμενες κατά τη συνεδρίαση αυτή πωλήσεις μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Δεν ήταν δε στις προθέσεις τους, να πωλήσουν ή να αγοράσουν μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης, 27ης και 29ης Οκτωβρίου 1999 καθώς και τις αμέσως επόμενες συνεδριάσεις του και έτσι δεν είχαν κανένα λόγο να επηρεάσουν την τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τις εν λόγω συνεδριάσεις και ε) δεν υπάρχουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι Χ1, Χ2 και Χ3 επιχείρησαν να χειραγωγήσουν και δη να ανακόψουν την πτωτική πορεία της μετοχής ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τη συνεδρίαση του ΧΑΑ της 11ης Φεβρουαρίου 2000 αφού: 1) οι μεταβιβάσεις από τον πρώτο απ' αυτούς των 240.000 και 142.410 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς το δεύτερο και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο τρίτος, αντίστοιχα δεν αύξησαν την προσφορά ή τη ζήτηση της μετοχής αυτής και δεν είχαν οποιαδήποτε επίδραση στην πορεία της τιμής της και 2) τόσο κατά τη συνεδρίαση αυτή, όσο και κατά τις συνεδριάσεις προηγουμένων ημερών, ο πρώτος απ' αυτούς (Χ1), πώλησε μεγάλο αριθμό μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που αύξησαν την προσφορά και αναμφίβολα δεν μπορούσαν να συμβάλουν στο να ανακοπεί η πτωτική πορεία της τιμής της. Γι' αυτό και δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για στήριξη κατηγορίας και παραπομπή των κατηγορουμένων στο ακροατήριο για τις πράξεις για τις οποίες η κρινόμενη έφεση του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών. 4. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού, αφενός μεν εκθέτει, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις, τα κατά την ανέλεγκτη κρίση του προκύψαντα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία πείσθηκε ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των κατηγορουμένων στο ακροατήριο, καθώς και τις σκέψεις, στις οποίες θεμελίωσε την απαλλακτική κρίση του, αφετέρου δε έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τη διεξαχθείσα πραγματογνωμοσύνη. Ειδικότερα το Συμβούλιο εκθέτει αναλυτικά όλα τα πραγματικά περιστατικά, που δικαιολογούν την κρίση του ότι είναι πραγματικές και όχι εικονικές τόσο η πώληση των 2.150.000 μετοχών της εταιρείας ΜΑΚΛΩ Α.Ε. από τον κατηγορούμενο Χ1 στους συγκατηγορούμενους του Χ4 και Χ5 όσο και οι πωλήσεις των 240.000 και 142.410 μετοχών της ίδιας εταιρείας από τον κατηγορούμενο Χ1 στο συγκατηγορούμενό του Χ2 και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο Χ3 και ότι η ανακοίνωση της πρώτης από τις πωλήσεις αυτές δεν είχε οποιαδήποτε επίδραση στην αύξηση της τιμής της εν λόγω μετοχής, που οφείλεται αποκλειστικά στις πληροφορίες για επικείμενη συγχώνευση της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE. Κατά συνέπεια οι αντίθετες αιτιάσεις της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, για έλλειψη αιτιολογίας του προσβαλλόμενου βουλεύματος, είναι αβάσιμες και απορριπτέες, όπως δέχθηκε και η μειοψηφούσα γνώμη στην παραπεμπτική απόφαση.

Για τους λόγους αυτούςΠροτείνω την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως.
Ο προτείνων Εισαγγελέας του Αρείου ΠάγουΔημήτριος Λινός
Αφού άκουσε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που αναφέρθηκε στην παραπάνω πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την απόφαση 2488/2003 του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος παραπέμφθηκε στην Τακτική Ολομέλεια, λόγω διαφοράς μιας ψήφου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 παρ. 1 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (ν. 1756/1988) και 3 παρ. 3 του ν. 3810/1957, ο από το άρθρο 484 παρ. 1 περ. δ του ΚΠΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 3160/2003, μοναδικός λόγος (για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας) της από 7.4.2003 αιτήσεως αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά του 458/2003 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο, εκτός άλλων, απέρριψε κατ' ουσίαν την 1109/27.11.2002 έφεση του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών κατά του 5176/2002 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επικύρωσε το πρωτόδικο αυτό βούλευμα κατά το μέρος που αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία κατά των κατηγορουμένων: Α) 1) Χ4 2) Χ5 3) Χ1 και 4) Χ6 για: α) απάτη από κοινού σε βαθμό κακουργήματος, από την οποία η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει τα 25.000.000 δραχμ. (73.368 ΕΥΡΩ) και β) παράβαση του άρθρου 34 εδ. α' του ν. 3632/1928, πράξεις που φέρονται τελεσθείσες στην Αθήνα στο χρονικό διάστημα από 2.10.1999 έως 27.10.1999 και β) 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3, 4) Χ7 και 5) Χ8 για παράβαση του άρθρου 34 εδ. α' του ν. 3632/1928, που φέρεται τελεσθείσα στην Αθήνα στις 11.2.2000.
Το απαλλακτικό βούλευμα έχει την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της ποίας ιδρύει τον προαναφερόμενο λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή προανάκριση πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του συμβουλίου για τη μη συνδρομή των αντικειμενικών ή υποκειμενικών όρων του συγκεκριμένου εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις του συμβουλίου, με τις οποίες κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο για την πράξη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων που λήφθηκαν υπόψη, δεν απαιτείται για την πληρότητα της αιτιολογίας να γίνεται χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού μέσου ούτε να μνημονεύεται τι προκύπτει από καθένα από αυτά, αλλ' αρκεί ο προσδιορισμός του είδους τους κατά κατηγορίες και να προκύπτει ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα τα στοιχεία από το δικαστικό συμβούλιο. Στην προκειμένη υπόθεση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, στο προσβαλλόμενο βούλευμά του, εκθέτει ότι, μετά από εκτίμηση των κατ' είδος προσδιοριζομένων αποδεικτικών μέσων, που λήφθηκαν όλα υπόψη, προέκυψαν, κατά την ανέλεγκτη ουσιαστικά κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά σχετικά με τις ανωτέρω κατηγορίες: Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΚΛΩΣΤΗΡΙΑ (ΜΑΚΛΩ) ιδρύθηκε το έτος 1948 και είχε ως αντικείμενο εργασιών την αγορά και επεξεργασία βάμβακος για την παραγωγή νημάτων διαφόρων τύπων. Η πορεία των εργασιών της κατά τα πρώτα έτη της λειτουργίας της ήταν πάρα πολύ καλή και είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή της κατά το έτος 1974 στην κύρια αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ), όπου έκτοτε διαπραγματευόνταν οι μετοχές της. Το έτος 1990 η πλειοψηφία των μετοχών της περιήλθε στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ (ΕΤΕ ΑΕ), η οποία και ασκούσε έκτοτε τη διοίκηση και διαχείριση των υποθέσεών της με πρόσωπα της επιλογής της. Πριν από το έτος 1990 και μέχρι το έτος 1995 η ΜΑΚΛΩ ΑΕ, όπως και όλες σχεδόν οι επιχειρήσεις Κλωστοϋφαντουργίας που λειτουργούσαν στην Ελλάδα, αντιμετώπισε μεγάλη ύφεση και μείωση της παραγωγής, με αποτέλεσμα την εμφάνιση επί σειρά ετών μεγάλων ζημιών, την επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της και το σπουδαιότερο, τη μη πραγματοποίηση επενδύσεων, σε νέα μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό, γεγονός που καθιστούσε το μέλλον της δυσοίωνο. Για το λόγο αυτό τον Ιανουάριο του 1996 η ΕΤΕ ΑΕ πώλησε το 67% των μετοχών της (ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον επιχειρηματία Ζ1 αντί του συμφωνηθέντος συνολικού τιμήματος των 200.000.000 δραχμών, από το οποίο ο αγοραστής κατέβαλε κατά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης το ποσό των 50.000.000 δραχμών και ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει το υπόλοιπο σε τρεις ισόποσες δόσεις, αρχής γενομένης από τις 4-1-10997. Με την ίδια σύμβαση ρυθμίστηκαν και τα χρέη της ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς την πωλήτρια (ΕΤΕ ΑΕ). Ο Ζ1 ανέλαβε έκτοτε τη διοίκηση και διεύθυνση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και κατέβαλε προσπάθειες για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η εταιρεία αυτή, πλην όμως απεβίωσε στις 3-7-1998, πριν ολοκληρώσει την προσπάθειά του αυτή. Την κληρονομιά του και τη διοίκηση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ανέλαβαν τα τρία τέκνα του, τα οποία δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά οικονομικά και λειτουργικά προβλήματα που εξακολουθούσαν να ταλαιπωρούν τη ΜΑΚΛΩ ΑΕ, με αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση της παραγωγής του εργοστασίου της και τη διακοπή της λειτουργίας του από τις αρχές Ιανουαρίου 1999. Η δεινή οικονομική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει η ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο τέλος του 1998, αποτυπώνεται στο συνταγμένο, ισολογισμό της 31-12-1998 και το πιστοποιητικό ελέγχου με χρονολογία 18 Μαϊου 1999 του ορκωτού λογιστή ελεγκτή ...... που τον συνοδεύει, σύμφωνα με τα οποία στις 31-12-1998 α) το μετοχικό της κεφάλαιο ανερχόταν σε 2.870.437.500 δρχ., διαιρούμενο σε 21.262.500 μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δραχμών, πλην όμως λόγω των συσσωρευμένων μέχρι τότε ζημιών όχι μόνο δεν είχε ίδια κεφάλαια, αλλά παρουσίαζε και λογιστικό άνοιγμα 428.728.730 δραχμών, και β) δεν είχε πραγματοποιήσει επί σειρά ετών αποσβέσεις 1) των στοιχείων του ενεργητικού της «Ενσώματες Ακινητοποιήσεις» και «έξοδα εγκαταστάσεων» και δεν είχε κάνει προβλέψεις για υποχρεώσεις της από φόρους και τέλη, το ύψος των οποίων «δεν ήταν προσδιορίσιμο, ενδεχόμενη απώλεια από επισφαλείς απαιτήσεις, ποσού 260.000.000 δρχ. και αποζημιώσεις προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης ποσού 60.000.000 δρχ. και έτσι η οικονομική της κατάσταση ήταν κατά πολύ χειρότερη εκείνης που εμφανιζόταν στον ισολογισμό και κατά τους υπολογισμούς του πραγματογνώμονα ορκωτού ελεγκτή ...... το (λογιστικό) άνοιγμα της περιουσίας της ανερχόταν στα 2.008.728.730 δρχ. Για το λόγο αυτό με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΧΑΑ, από τις 29-1-1999 η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ εντάχθηκε σε καθεστώς επιτήρησης. Η διακοπή της λειτουργίας του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ συνεχίστηκε μέχρι το Μάϊο του 1999, οπότε ο εκ των κατηγορουμένων Χ1 απόκτησε από τους κληρονόμους του Ζ1 το 34% των κοινών και το 51% των προνομιούχων μετοχών της και διορίστηκε έκτοτε πρόεδρος του Διοικητικού της Συμβουλίου. Μέχρι τότε η οικονομική κατάσταση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ είχε επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο και, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο μηχανολογικός εξοπλισμός της ήταν πολύ παλαιός και οι εργασίες της περιορίζονταν στον προβληματικό κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, η πραγματική (εσωτερική) αξία της μετοχής της είχε μηδενιστεί. Όμως, σαν σύνολο, η ΜΑΚΛΩ ΑΕ, προσφερόταν για την εισαγωγή άλλης εταιρείας στο ΧΑΑ, μέσω της μεθόδου της συγχώνευσης ή απορρόφησης, που παρέκαμπτε την χρονοβόρο και δυσχερή διαδικασία εισαγωγής νέων εταιρειών στο ΧΑΑ. Ο κατηγορούμενος Χ1, κατά την αγορά των πιο πάνω μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, γνώριζε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να προχωρήσει μόνος του στην οικονομική εξυγίανση αυτή της εταιρείας και την αυτόνομη συνέχιση των δραστηριοτήτων της, με το μέχρι τότε αντικείμενο εργασιών της και με θετικά αποτελέσματα και ότι ο μόνος τρόπος για να πετύχει σημαντικά οικονομικά οφέλη σε σύντομο χρόνο ήταν η συγχώνευσή της με κάποια μεγάλη και υγιή επιχείρηση, η διοίκηση της οποίας επιθυμούσε την εισαγωγή της στο ΧΑΑ. Για το λόγο αυτό, λίγο πριν από την αγορά των μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ή αμέσως μετά, ήλθε σε μια κατ' αρχή συμφωνία με τη διοίκηση της εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, που ήταν μια από τις πλέον υγιείς επιχειρήσεις του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας και δεν ήταν εισηγμένη στο ΧΑΑ, για τη συγχώνευση των δυο αυτών. Τη συμφωνία αυτή γνωστοποίησε στους μετόχους της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, αλλά και το ευρύ επενδυτικό κοινό, με τις από 24-5-1999 προσκλήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου προς τους κατόχους κοινών και προνομιούχων μετοχών για σύγκλιση στις 24-6-1999 των τακτικών συνελεύσεών τους, οι οποίες (προσκλήσεις) δημοσιεύτηκαν στα φύλλα 24186/27-5-99, 4218/27-5-99, 1355/2-6-99 και 15479/1-6-99 των εφημερίδων Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ, Ο ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ ΤΥΠΟΣ και ΗΜΕΡΗΣΙΑ, αντίστοιχα, καθώς και την εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΑΕ και ΕΠΕ), όπου τα δυο πρώτα θέματα της ημερήσιας διάταξης ήταν 1) η λήψη απόφασης για τη συγχώνευση της εταιρείας (ΜΑΚΛΩ ΑΕ) με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και 2) Αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών και τροποποίηση του σχετικού άρθρου 5 του καταστατικού. Τόσο η τακτική γενική συνέλευση των μετόχων, όσο και η γενική συνέλευση των κατόχων προνομιούχων μετοχών που συνήλθαν στις 24-6-1999, ενέκριναν ομόφωνα τη συγχώνευση της εταιρείας τους με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και ανέθεσαν στο Δ.Σ. να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, εκτιμήσεις κλπ και να φέρει το θέμα στην επόμενη Γενική Συνέλευση, και ανέβαλε για τις 12-7-1999, λόγω έλλειψης της απαιτούμενης απαρτίας, τη συζήτηση του θέματος για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Η τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ενέκρινε ομόφωνα τη συνέχιση των εργασιών της εταιρείας τους και εξέλεξε νέο διοικητικό συμβούλιο για τρία (3) χρόνια, αποτελούμενο από τον κατηγορούμενο Χ1 και τους ...., ...... και ...... Οι επαναληπτικές γενικές συνελεύσεις των μετόχων (κοινών και προνομιούχων) της 12ης Ιουλίου 1999 ανέβαλαν και πάλι, λόγω έλλειψης της απαιτούμενης απαρτίας, για τις 24-7-1999 τη συζήτηση του θέματος για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Τελικά οι επαναληπτικές γενικές συνελεύσεις των μετόχων (κοινών και προνομιούχων) που συνήλθαν στις 24-7-1999 ενέκριναν ομόφωνα την αύξηση, με την καταβολή μετρητών, του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας τους, κατά το ποσό των 2.870.437.500 δρχ, με την έκδοση 21.262.500 νέων κοινών μετοχών, ονομαστικής αξίας 135 η κάθε μια και με τιμή εκδόσεως 175 δραχμών ην κάθε μια. Αποφάσισαν δε ότι «το δικαίωμα προτίμησης για τη συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δικαιούνται να ασκήσουν οι κάτοχοι κοινών και προνομιούχων μετοχών και να λάβουν για κάθε μια παλαιά μετοχή μια νέα» και εξουσιοδότησαν το διοικητικό Συμβούλιο να καθορίσει με απόφασή του τη διαδικασία για την άσκηση του δικαιώματος των παλαιών μετοχών. Μετά την αποφασισθείσα αύξηση, το μετοχικό κεφάλαιο της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, θα ανερχόταν σε 5.740.875.000 δραχμές, διαιρούμενο σε 42.525.000 μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες οι 40.925.000 κοινές και 1.620.000 προνομιούχες μετοχές άνευ ψήφου. Όμως τόσο ο κατηγορούμενος Χ1, όσο και οι λοιποί μεγαλομέτοχοι της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ, δεν είχαν τη δυνατότητα καταβολής των απαραίτητων κεφαλαίων. Γι' αυτό και η αποφασισθείσα ως άνω στις 24-7-1999 αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ματαιώθηκε, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί η τόσο αναγκαία για την οικονομική της εξυγίανση ταμειακή-κεφαλαιακή ενίσχυσή της. Οι διαπραγματεύσεις για τη συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ συνεχίστηκαν μεταξύ των εκπροσώπων τους καθόλη τη διάρκεια του θέρους του 1999. Όμως γρήγορα ανέκυψαν σοβαρά προβλήματα, που καθιστούσαν πολύ δύσκολη την επίτευξη οριστικής συμφωνίας και τελικά οδήγησαν στη διακοπή των σχετικών διαπραγματεύσεων περί το τέλος Σεπτεμβρίου 1999. Το αποτέλεσμα αυτό είχε προβλέψει ο κατηγορούμενος Χ1 από τα μέσα Σεπτεμβρίου 1999 και γι' αυτό είχε αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Φ1, κύριο μέτοχο και νόμιμο εκπρόσωπο της ανώνυμης εταιρείας STABILTON ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΕ (STABILTON AE), ο οποίος ενδιαφερόταν για την εισαγωγή της εταιρείας του αυτής στο ΧΑΑ, με τη μέθοδο της απορροφήσεώς της από κάποια μικρή προβληματική εταιρεία, εισηγμένη στο ΧΑΑ. Οι διαπραγματεύσεις αυτές εντάθηκαν στις αρχές Οκτωβρίου 1999, αμέσως μετά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων της διοίκησης της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη διοίκηση της εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ και γρήγορα κατέληξαν σε οριστική συμφωνία και στις 25 Οκτωβρίου 1999, υπογράφηκε από τους εκπροσώπους των δυο αυτών εταιρειών το με ίδια χρονολογία σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης με απορρόφηση, σύμφωνα με το οποίο α) οι δυο ανώνυμες εταιρείες συγχωνεύονται με την απορρόφηση της εταιρείας STABILTON AE από την εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ, β) η σύμβαση συγχώνευσης άρχισε ισχύουσα από τις 21-10-1999, αφότου όλες οι πράξεις της απορροφούμενης εταιρείας (STABILTON AE) θεωρούνταν ότι γίνονταν για λογαριασμό της απορροφούσας εταιρείας (ΜΑΚΛΩ ΑΕ) γ) κατά την πρώτη ημέρα της συγχώνευσης το μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούσας εταιρείας ανερχόταν σε 2.870.437.500 δρχ., διαιρούμενο σε 21.262.500 ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες 19.642.500 κοινές μετά ψήφου και 1.620.000 προνομιούχες χωρίς ψήφο, το δε μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούμενης εταιρείας σε 8.611.312.500 δρχ., διαιρούμενο σε 63.787.500 κοινές ονομαστικές μετοχές, ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, δ) η σχέση ανταλλαγής των μετοχών της απορροφούμενης εταιρείας προς τις μετοχές που θα λάμβαναν από την απορροφούσα εταιρεία ορίστηκε σε μια (1) προς μια (1), δηλαδή η απορροφούσα εταιρεία θα εξέδιδε 63.787.500 νέες κοινές ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ., η κάθε μια, αυξάνοντας το μετοχικό της κεφάλαιο κατά το ποσό των 8.611.312.500 δρχ. και θα τις αντάλλασσε με τις παλαιές μετοχές της απορροφουμένης εταιρείας, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε ποσού από τους κατόχους τους και ε) μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας συγχώνευσης το μετοχικό κεφάλαιο της απορροφούσας θα ανερχόταν σε 11.481.750.000 (2.870.437.500 + 8.611.312.500) δρχ., διαιρούμενο σε 85.050.000 (21.262.500+63.787.500) ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 135 δρχ. η κάθε μια, από τις οποίες 83.430.000 κοινές ανώνυμες μετά ψήφου και 1.620.000 προνομιούχες ανώνυμες χωρίς ψήφο. Το πιο πάνω σχέδιο συγχώνευσης καταχωρήθηκε στο οικείο μητρώο ανωνύμων εταιρειών κάθε μιας εταιρείας και συγκεκριμένα του Υπουργείου Ανάπτυξης στις 8-11-1999 για την απορροφούσα και της Νομαρχίας Αθηνών στις 2-11-99 για την απορροφουμένη. Οι σχετικές δε κατά νόμο ανακοινώσεις δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) και δη το φύλλο 8833/3-11-1999 για την απορροφουμένη και το φύλλο 8916/8-11-1999 για την απορροφούσα και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε η περίληψη του σχεδίου συγχώνευσης με απορρόφηση στις 10 Νοεμβρίου 1999 στην εφημερίδα ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ. Για την οριστική συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE, με απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη, συντάχθηκε η πράξη αριθ. ..... της συμβολαιογράφου Περιστερίου Αττικής Αικατερίνης Μαμουζέλου – Σπηλιακοπούλου και η περιεχομένη σ' αυτή σύμβαση εγκρίθηκε με την απόφαση αριθ. Κ2-1721/1-2-2000 του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης. Μετά από λίγες ημέρες έγινε η κατά νόμο δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) και έτσι ολοκληρώθηκε η διαδικασία συγχώνευσης των δυο εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE. 'Εκτοτε ο έλεγχος της νέας εταιρείας περιήλθε στους πρώην μετόχους της εταιρείας STABILTON AE που κατείχαν το 75% του συνόλου των μετοχών και ειδικότερα του επιχειρηματία Φ1, ο οποίος και τη διοικούσε με πρόσωπα της επιλογής του. Μετά δε από λίγους μήνες άλλαξε και την επωνυμία της σε STABILTON ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ – ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ – ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ». Επίσης προκύπτει ότι κατά το έτος 1998 είχε επέλθει μια υπέρμετρη αύξηση της χρηματιστηριακής τιμής των μετοχών των εισηγμένων στο ΧΑΑ ανωνύμων εταιρειών, γεγονός που διευκόλυνε τις εταιρείες αυτές στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν την οικονομική τους κατάσταση, με αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου ή συγχώνευσή τους με άλλες μη εισηγμένες στο ΧΑΑ, εταιρείες, με εξαιρετικά ευνοϊκούς για τους παλαιούς τους μετόχους όρους, αλλά και τους εξ αυτών κατόχους μεγάλου αριθμού μετοχών, οι οποίοι μπορούσαν να εκποιήσουν ένα μέρος των μετοχών τους σε πολύ μεγάλη τιμή και να αντλήσουν σημαντικά κεφάλαια, χωρίς να απωλέσουν τον έλεγχο των επιχειρήσεών τους ή να επαναγοράσουν τις μετοχές τους σε χαμηλότερες τιμές, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες, πραγματοποιώντας πολύ μεγάλα κέρδη. Για το λόγο αυτό οι διοικήσεις πολλών μεγάλων εταιρειών είχαν ζητήσει και είχαν πετύχει την εισαγωγή τους στο ΧΑΑ. Η σχετική διαδικασία ήταν πολύπλοκη και δαπανηρή και απαιτούσε πολύ χρόνο. Τούτο διότι είχαν υποβληθεί πολλές σχετικές αιτήσεις και η διοίκηση του ΧΑΑ επέτρεπε τη σταδιακή εισαγωγή νέων εταιρειών στο Χρηματιστήριο, για να μην επηρεαστεί η ρευστότητα των επενδυτών και η ζήτηση μετοχών και επέλθει απότομη μείωση της χρηματιστηριακής τιμής των διαφόρων μετοχών. Για το λόγο αυτό διάφοροι επιχειρηματίες είχαν επιδιώξει και είχαν πετύχει την εξαγορά μικρών εταιρειών, εισηγμένων στο ΧΑΑ και την εν συνεχεία συγχώνευσή τους με άλλες εταιρείες τους ή την απ' ευθείας συγχώνευση των εταιρειών τους με μικρές εισηγμένες στο ΧΑΑ εταιρείες, προσφέροντας εξαιρετικά συμφέροντες όρους στους μετόχους των τελευταίων εταιρειών. Μια τέτοια εταιρεία, εισηγμένη στο ΧΑΑ, ήταν και η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Τούτο διότι αντιμετώπιζε επί σειρά ετών σοβαρά προβλήματα, ήταν πολύ δύσκολη η αντιμετώπισή τους και η αποδοτική επαναλειτουργία της, και ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, στον οποίο ανήκε, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα και οι προοπτικές των επιχειρήσεών του δεν ήσαν καλές. Η κυκλοφορία φημών για την εξαγορά ή τη συγχώνευση μιας μικρής εταιρείας, εισηγμένης στο ΧΑΑ, με μια κατά πολύ μεγαλύτερη, μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο, είχε ως αποτέλεσμα, κατά κανόνα, την αύξηση της τιμής της μετοχής της στο χρηματιστήριο σε επίπεδα πολλαπλάσια της πραγματικής (εσωτερικής) της αξίας και τούτο διότι εμφανίζονταν αγοραστές που απέβλεπαν στα οφέλη που θα αποκόμιζαν από την εξαγορά ή την απ' ευθείας συγχώνευση με μια κατά πολύ μεγαλύτερη και με καλές προοπτικές εταιρεία. Ο θάνατος του Ζ1 στις 3-7-1998 και η εν συνεχεία αδυναμία των κληρονόμων του να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά οικονομικά και οργανωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η εταιρεία ΜΑΚΛΩ ΑΕ, δεν επέτρεψαν συζητήσεις για εξαγορά ή απ' ευθείας συγχώνευση με μια άλλη εταιρεία, που ενδιαφερόταν για την εισαγωγή της στο ΧΑΑ. Παρόλα αυτά η μετοχή της στις 4-1-1999, πρώτη ημέρα της λειτουργίας του ΧΑΑ κατά το έτος 1999, έκλεισε στις 140 δρχ, δηλαδή όση περίπου και η ονομαστική της αξία. Έκτοτε η τιμή της μετοχής αυτής, λόγω της αυξημένης ζήτησης μετοχών όλων γενικά των εταιρειών, παρουσίασε, μολονότι βρισκόταν, όπως προεκτίθενται, από τις 29-1-1999, σε καθεστώς επιτήρησης, μια σταδιακή αύξηση κατά τη διαπραγμάτευσή της στο ΧΑΑ και σε διάστημα τριών μηνών υπερδιπλασιάστηκε και έκλεισε την 1-4-1999 στις 279 δρχ. Από το δεύτερο δεκαήμερο του μηνός Απριλίου 1999 άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για επικείμενη εξαγορά ή απ' ευθείας συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με μεγάλη εταιρεία, μη εισηγμένη στο ΧΑΑ, οι οποίες συγκεκριμενοποιήθηκαν περί τα μέσα Μαϊου του 1999 με τη γενόμενη δημοσιοποίηση της κατ' αρχήν συμφωνίας για συγχώνευσή της με την εταιρεία SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον για τη μετοχή της στο ΧΑΑ, και να αυξηθεί η τιμή της σταδιακά, φθάνοντας κατά το κλείσιμο της 30ης Ιουνίου 1999 στις 1.145 δρχ. με έντονες διακυμάνσεις στις ενδιάμεσες συνεδριάσεις, όπου πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις μέχρι και την τιμή των 1.738 δραχμών. Η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ συνέχισε την ανοδική της πορεία και έφτασε, κατά το κλείσιμο της 23ης Σεπτεμβρίου 19999, στις 2.505 δρχ. Η διακοπή των διαπραγματεύσεων για συγχώνευση με τη SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της τιμής της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 30-9-1999, στις 1.980 δρχ. δηλαδή κατά 20% περίπου σε διάστημα μιας εβδομάδας. Από τις πρώτες όμως ημέρες του Οκτωβρίου 1999, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν οι πρώτες πληροφορίες για την επικείμενη συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE, εκδηλώθηκε έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον για μετοχές της πρώτης, με αποτέλεσμα η τιμή της να ακολουθήσει έντονα ανοδική πορεία και να ανέλθει, κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 10-11-1999 στις 8.304 δραχμές φθάνοντας μάλιστα κατά τη συνεδρίαση της 8-11-1999 στις 8.900 δρχ. Αναλυτικότερα η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ έκλεισε στις 4-10-1999 στις 2310 δρχ. στις 11-10-1999 στις 3.390 δρχ, στις 18-10-99 στις 4.130 δρχ, στις 22-10-99 στις 5.265 δρχ, στις 25-10-99 στις 5.687 δρχ, στις 26-10-99 στις 6.600 δρχ, και στις 5-11-99 στις 8.256 δρχ. Το ενδιαφέρον για τη μετοχή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ συνεχίστηκε μέχρι τις 10-2-2000, οπότε η τιμή της έκλεισε στις 5.885 δρχ. Έκτοτε η τιμή της μετοχής αυτής ακολούθησε έντονα πτωτική πορεία και κατά το κλείσιμο του ΧΑΑ στις 31-3-2000, έκλεισε στις 1.734 δρχ. Η διακύμανση της τιμής της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ συνοδεύτηκε με πολύ μεγάλο ύψος συναλλαγών (αγορές – πωλήσεις), η συνολική αξία των οποίων για το χρονικό διάστημα από 1-6-99 μέχρι 31-3-00 ανήλθε σύμφωνα με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ...... και τους πίνακες που τη συνοδεύουν στο εξαιρετικά μεγάλο, για την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας αυτής, ποσό των 701.904.841.150 δραχμών. Σύμφωνα, με την ίδια έκθεση: α) η μεταβίβαση στον κατηγορούμενο Χ1 των 6.678.280 κοινών και 826.200 προνομιούχων μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που αντιπροσώπευαν το 34% και 51% του συνόλου τους αντίστοιχα έγινε στις 18-6-1999 με χειροκίνητη συναλλαγή πακέτου , μέσω της ΑΧΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΕ, προς 135 δρχ, ανά μετοχή και το συνολικό τίμημα ανήλθε στο ποσό του 1.013.104.800 δραχμών. Την ίδια ημέρα, κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης, η τιμή της εν λόγω μετοχής ήταν στις 1.199 δρχ. η συναλλαγή αυτή, σε λιγότερο του 1/8 της χρηματιστηριακής τιμής της μετοχής, δεν επηρέασε πτωτικά την τιμή της μετοχής, η οποία τις δυο επόμενες συνεδριάσεις της 21ης και 22ας Ιουνίου 1999 έκλεισε στις 1.295 και 1.377 δρχ. αντίστοιχα και κατά τους επόμενους οκτώ περίπου μήνες είχε την πιο πάνω ανοδική πορεία. Το κύρος δε της εν λόγω συναλλαγής, λόγω του ύψους του συμφωνηθέντος τιμήματος, δεν αμφισβητήθηκε από κάποιον εκ των μετόχων της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, τόσο κατά τη συγκληθείσα στις 24-6-99 τακτική Γενική Συνέλευσή τους, όσο και τις επαναληπτικές συνελεύσεις τους στις 12 και 24-7-1999 β) κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης και 27ης Οκτωβρίου 1999 ο τρίτος κατηγορούμενος Χ1 μεταβίβασε στον πρώτο (Χ4) και δεύτερη (Χ5) των κατηγορουμένων από 350.000 κοινές μετοχές σε κάθε μια των τριών πρώτων συνεδριάσεων και 25.000 κοινές στην τελευταία και συνολικά 1.075.000 κοινές μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον καθένα. Οι πωλήσεις αυτές έγιναν με χειροκίνητες εντός κύκλου συναλλαγές μέσω της ΤΕΛΕΣΙΣ χρηματιστηριακή ΑΕ νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν ο κατηγορούμενος Χ6 και η τιμή πώλησης κάθε μετοχής για τις τέσσερις αυτές συναλλαγές ορίστηκε στις 4.750, 5.120, 5.530 και 6.350 δρχ. αντίστοιχα. Η ανώτατη τιμή στις τέσσερις αυτές συνεδριάσεις ήταν 5.265, 5.687, 6.140 και 6.631 δρχ. και έκλεισε στις 5.265, 5.687, 6.140 και 6.631 δρχ. αντίστοιχα. Πωλήθηκαν δε 1.353.375, 781.510, 858.852 και 184.729 μετοχές αντί του συνολικού ποσού των 6.746.662.175, 4.047.464.930, 4.846.351.280 και 12.130.689.899 δρχ., αντίστοιχα γ) κατά τη συνεδρίαση του ΧΑΑ στις 29-10-99 πωλήθηκαν 925.643 μετοχές της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ αντί του συνολικού ποσού των 6.108.945.168 δρχ. και η τιμή της μετοχής αυτής έφτασε μέχρι τις 7.101 δρχ. και έκλεισε στις 6.600 δρχ., δηλαδή αυξημένη της τιμής της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης κατά 20 δρχ. Οι πωλήσεις μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ (όγκος συναλλαγών) της συνεδρίασης αυτής δεν μπορεί να θεωρηθούν υπερβολικές, καθ' όσον, τόσο κατά το προηγούμενο, όσο και το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα υπήρξαν συνεδριάσεις με πωλήσεις πολύ μεγαλύτερου αριθμού μετοχών, όπως στις 8, 14, 15, 19 Οκγωβρίου, 2 και 10 Νοεμβρίου 1999 με πωλήσεις 2.241.920, 1.241.153, 1.385.925, 951.300, 1.263.613 και 991.200 μετοχών αντίστοιχα, καθώς και άλλες τέσσερις συνεδριάσεις με πωλήσεις, κατά συνεδρίαση, άνω των 800.000 μετοχών δ) οι κατηγορούμενοι Χ4 και Χ5 δεν πώλησαν μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ πριν από τις 27 Ιανουαρίου 2000, ο δε κατηγορούμενος Χ1 κατά το χρονικό διάστημα από τις 15 Οκτωβρίου 1999 μέχρι και τις 13 Νοεμβρίου του ίδιου έτους ε) στη συνεδρίαση του ΧΑΑ της 11ης Φεβρουαρίου ο κατηγορούμενος Χ1 πούλησε με χειροκίνητες συναλλαγές μέσω των χρηματιστηριακών εταιρειων EYROYX και BETA των οποίων νόμιμοι εκπρόσωποι ήταν οι κατηγορούμενοι Χ7 και Χ8, αντίστοιχα στο μεν κατηγορούμενο Χ2 240.000 μετοχές της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς 6.000 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά 1.440.000.000 δρχ. στη δε εταιρεία BERBIL LTD, την οποία εκπροσωπούσε ο κατηγορούμενος Χ3, 142.410 μετοχές της ίδιας εταιρείας προς 5.800 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά 887.400.000 δρχ. Οι συναλλαγές αυτές ήσαν χειροκίνητες. Στην ίδια συνεδρίαση ο κατηγορούμενος Χ1 πούλησε άλλες 153.000 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ σε δέκα (10) μικροεπενδυτές (Ι...., ....., ....., ......, ......, ......,......, ......, .....) προς 5.800 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 887.400.000 δρχ. Στην εν λόγω συνεδρίαση της 11ης Φεβρουαρίου 2001 πωλήθηκαν συνολικά 1.554.705 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ αντί του συνολικού ποσού των 9.105.151.075 δρχ. στ) Ο ..... είχε πωλήσει με χειροκίνητες συναλλαγές: 1) στις 25-1-2000 212.000 μετοχές προς 6.270 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 1.329.240.000 δρχ. Οι πωλήσεις αυτές έγιναν σε ένδεκα μικροεπενδυτές και την επομένη η μετοχή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ έκλεισε, με άνοδο 6,85% στις 6.699 δρχ. 2) στις 28-1-2000 40.000 μετοχές της ίδιας εταιρείας στους .... και ..... προς 6.200 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 124.000.000 δρχ. 3) την 1-2-2000 40.000 μετοχές ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον ..... αντί 6.170 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 246.800.000 δρχ. και 4) στις 9-2-2000 50.000 μετοχές ΜΑΚΛΩ ΑΕ στον ..... προς 5.885 δρχ. ανά μετοχή και συνολικά αντί 294.250.000 δρχ. και 5) η έντονα πτωτική πορεία της τιμής της μετοχής ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ άρχισε στις 10.2.2000 όταν βρισκόταν στις 5.599 δρχ. Συμπίπτει δε χρονικά με την έκδοση της απόφασης Κε-1721/10-2-2000 του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, με την οποία εγκρίθηκε η συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE και απέμεινε η τυπική κατά νόμο δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) για την ολοκλήρωση της συγχώνευσης. Η πορεία αυτή συνεχίστηκε μέχρι το τέλος Μαρτίου 2000, οπότε η τιμή της ΜΑΚΛΩ ΑΕ περιορίστηκε στις 1734 δρχ. Μάλιστα σε προηγούμενες συνεδριάσεις είχε κλείσει σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα με κατώτερο εκείνο του κλεισίματος της 28ης Μαρτίου 2000, οπότε είχε περιοριστεί στις 1.315 δρχ., δηλαδή μόλις στο 23,5% της τιμής της στις 10-2-2000, χάνοντας έτσι το 76,5% της χρηματιστηριακής της αξίας. Περαιτέρω προκύπτει ότι ο Χ1 δεν μπορούσε όπως εκτίθεται και πιο πάνω να αντιμετωπίσει μόνος του τα σοβαρά οικονομικά και οργανωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η εταιρεία ΜΑΚΛΩ Α.Ε. Γνώριζε δε ότι ο μόνος τρόπος για να πετύχει σημαντικά κέρδη σε μικρό χρονικό διάστημα ήταν η συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με άλλη, μεγάλη και υγιή εταιρεία, μη εισηγμένη στο ΧΑΑ. Γι' αυτό το Μάϊο του 1999, αμέσως μετά την αγορά του 34% των κοινών και του 51% των προνομιούχων μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, ήλθε σε μια κατ' αρχήν συμφωνία με το Δ.Σ. της ανώνυμης εταιρείας SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ για συγχώνευση των δυο εταιρειών. Για να βελτιώσει δε τη θέση του στις σχετικές διαπραγματεύσεις άρχισε την επαναλειτουργία του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και ζήτησε και πέτυχε τη σύμφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της 24ης Ιουνίου 1999. Η μη πραγματοποίηση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τη SPRIDER ΑΡΓΥΡΟΣ ΑΕΒΕ βρήκε τον κατηγορούμενο Χ1 χωρίς κεφάλαια για να συνεχίσει τη λειτουργία του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ μέχρι να πετύχει τη συγχώνευση με άλλη ανώνυμη εταιρεία και δη τη STABILTON AE, η διοίκηση της οποίας είχε εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον. Η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ κυμαινόταν γύρω στις 2.000 δρχ. Η τιμή αυτή ήταν πάρα πολύ καλή, πολλαπλάσια της εσωτερικής (πραγματικής) αξίας. Όμως οι μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ που κατείχε ήσαν οριακά στο επίπεδο του 34% του συνόλου των μετοχών, που ήταν απαραίτητο για να ληφθεί απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων για συγχώνευση με άλλη εταιρεία. για το λόγο αυτό δεν μπορούσε να πωλήσει μέρος των μετοχών του, αφού έτσι θα έχανε τη δυνατότητα συγχώνευσης με άλλη εταιρεία και δη τη STABILTON AE. Για το λόγο αυτό την 1η Οκτωβρίου 1999 απευθύνθηκε στους δυο πρώτους κατηγορουμένους Χ4 και Χ5, με τους οποίους συνδεόταν με μακροχρόνια φιλία, οι οποίοι είχαν διαθέσιμα κεφάλαια, ήσαν έμπειροι επιχειρηματίες και γνώριζαν πολύ καλά την αγορά του ΧΑΑ και τους πρότεινε να τους πωλήσει ένα μεγάλο μέρος (πακέτο) των μετοχών του της ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Οι Χ4 και Χ5 γνώριζαν την περιουσιακή κατάσταση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και ότι η τιμή της μετοχής της στο ΧΑΑ ήταν πολλαπλάσια της πραγματικής (εσωτερικής) της αξίας, καθώς επίσης ότι η συγχώνευση της ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE ή άλλη υγιή εταιρεία, θα απέφερε στους μετόχους της πρώτης σημαντικά κέρδη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Για το λόγο αυτό, συζήτησαν την πρόταση του Χ1 και, ύστερα από τις σχετικές διαπραγματεύσεις, κατέληξαν σε συμφωνία, σύμφωνα με την οποία ο Χ1 ανέλαβε να τους μεταβιβάσει κατ' ισομοιρία 2.150.000 μετοχές και να του καταβάλουν για τίμημα 700.000.000 δρχ., και, πλέον αυτού, α) να εγγυηθούν την καταβολή του μισού ενός υπερήμερου δανείου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ποσού 2.000.000.000 δρχ, β) να καταθέσουν στο ταμείο της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, υπό μορφή δανείου, 200.000.000 δρχ, και γ) να μη μεταβιβάσουν μέρος έστω των μετοχών τους, για να διατηρούν από κοινού το 34% του συνόλου, μέχρι την ολοκλήρωση της συγχώνευσης με τη STABILTON AE ή κάποια άλλη εταιρεία. Σύμφωνα με τους όρους αυτής της σύμβασης, η τιμή πώλησης κάθε μετοχής ήταν 325 (700.000.000¨2.150.000) δρχ. Η τιμή αυτή ήταν πολύ μικρότερη της τιμής διαπραγμάτευσής της στο ΧΑΑ, πλην όμως πολύ μεγαλύτερη της εσωτερικής (πραγματικής) της αξίας. Πλέον αυτού εξασφάλιζε στο Χ1 τη συνέχιση της λειτουργίας του εργοστασίου της ΜΑΚΛΩ ΑΕ και του έδινε άνεση χρόνου για να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις συγχώνευσης με τη STABILTON AE ή κάποια άλλη εταιρεία, για να πετύχει τους καλύτερους γι' αυτόν όρους. Γι' αυτό η σύμβαση μεταξύ των τριών πρώτων κατηγορουμένων δεν ήταν κακή για το Χ1, λαμβανομένου υπόψη ότι αυτός είχε αγοράσει τις μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ πριν από τρεις μόνο μήνες προς 135 δρχ. την κάθε μια. Ο Χ1 γνωστοποίησε τη σύμβαση πώλησης των 2.150.000 μετοχών του στους Χ4 και Χ5, στο Φ1, που ήταν εκπρόσωπος της STABILTON AE και όταν κατέληξαν σε οριστική συμφωνία για τους όρους συγχώνευσης των δυο εταιρειών, ο Φ1 ζήτησε να υπογράψουν το σχέδιο της σύμβασης που είχαν συντάξει και οι δυο πρώτοι κατηγορούμενοι. Όμως δεν είχε ακόμη μεταβιβαστεί η κυριότητα των 2.150.000 μετοχών στους δυο πρώτους κατηγορουμένους και η μεταβίβασή τους μπορούσε να γίνει μόνο στο ΧΑΑ, μέσω κάποιας από τις χρηματιστηριακές εταιρείες που λειτουργούσαν νόμιμα. Η διαδικασία μεταβίβασης των μετοχών αυτών ανατέθηκε και έγινε από την χρηματιστηριακή εταιρεία TELESIS AE, νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας, ήταν ο τέταρτος κατηγορούμενος Χ6, με τη διαδικασία της εντός κύκλου συναλλαγής σύμφωνα με τα οριζόμενα με την απόφαση 18/99 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε συνδυασμό με την απόφαση 71/96 του ιδίου Διοικητικού Συμβουλίου. Η χρηματιστηριακή εταιρεία ενήργησε για λογαριασμό τόσο του πωλητή, όσο και των αγοραστών. Εξέδωσε δε για την πληρωμή του τιμήματος σε διαταγή του πρώτου κατηγορουμένου επιταγές επί της ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΕ. Όλες τις επιταγές μεταβίβασε ο τρίτος κατηγορούμενος στους δυο πρώτους, αφού η μεταβίβαση γινόταν σε εκτέλεση της σύμβασης που είχαν συνάψει την 1η Οκτωβρίου 1999 και είχε εισπράξει έκτοτε το τίμημα. Τη γενόμενη μεταβίβαση των 2.150.000 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ γνωστοποίησαν οι τρεις πρώτοι κατηγορούμενοι στις 26-10-1999, στην αρμόδια υπηρεσία του ΧΑΑ. Την εγκυρότητα της μεταβίβασης των εν λόγω 2.150.000 μετοχών και το περιεχόμενο της πιο πάνω σύμβασης μεταξύ των τριών πρώτων κατηγορουμένων, βάσει της οποίας έγινε η μεταβίβαση, ουδέποτε αμφισβήτησε ο τρίτος κατηγορούμενος Χ1 . Έκτοτε οι δυο πρώτοι κατηγορούμενοι εμφανίζονταν κύριοι 1.075.000 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ ο καθένας και μάλιστα, όπως δέχεται και ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής Φ1 στην από 1η Μαρτίου 2001 έκθεσή του, πώλησαν στο ΧΑΑ σε μικροεπενδυτές, η μεν Χ5 κατά το χρονικό διάστημα από 8-2-2000 μέχρι 19-4-2000 682.900 μετοχές αντί του συνολικού ποσού των 2.313.190.700 δρχ. ο δε Χ4 από 27-1-2000 μέχρι 19-4-2000 894.830 μετοχές αντί 2.388.273.800 δρχ. Τέλος προκύπτει ότι το τίμημα για τις 240.000 και τις 142.410 μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, τις οποίες μεταβίβασε ο κατηγορούμενος Χ1 στις 11-2-2000 στον συγκατηγορούμενό του Χ2 και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο κατηγορούμενος Χ3, επιστράφηκε από τον πωλητή στους αγοραστές. Ο λόγος της επιστροφής συνίσταται, κατά τους τρεις αυτούς κατηγορούμενους, στο ότι οι Χ2 και η εταιρεία BERVIL LTD είχαν αγοράσει από τον πωλητή τις μετοχές που τους μεταβιβάστηκαν κατά το μήνα Μάϊο του 1999 και του είχαν καταβάλει έκτοτε το συμφωνηθέν τίμημα. Από τα περιστατικά που προεκτίθενται προκύπτει ότι α) η απότομη αύξηση της τιμής της μετοχής της ανώνυμης εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που εκδηλώθηκε στις αρχές Οκτωβρίου 1999 και είχε ως αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό της σε διάστημα μόλις σαράντα (40) ημερών (από 1.980 δρχ. κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης της 30ης Σεπτεμβρίου 1999 μέχρι και τις 8.900 δρχ. κατά τη συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου του ιδίου έτους) οφείλεται αποκλειστικά στις πληροφορίες για επικείμενη συγχώνευση της εταιρείας αυτής με τη STABILTON AE, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν με την επίσημη ανακοίνωση που ακολούθησε για συγχώνευση των δυο εταιρειών και με χρόνο έναρξης την 21η Οκτωβρίου 1999, β) η πώληση των 2.150.000 μετοχών της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ από τον κατηγορούμενο Χ1 στους συγκατηγορουμένους του Χ4 και Χ5, η μεταβίβαση των οποίων έγινε κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης και 27ης Οκτωβρίου 1999, είναι έγκυρη και η γενόμενη ανακοίνωση δεν είχε οποιαδήποτε επίδραση στην αύξηση της τιμής της εν λόγω μετοχής κατά τις τέσσερις αυτές συνεδριάσεις και τις αμέσως επόμενες και τούτο διότι: 1) οι συναλλαγές έγιναν με τη μέθοδο των εντός κύκλου χειροκίνητων συναλλαγών πακέτων και έτσι δεν αύξησαν την προσφορά και ζήτηση της μετοχής αυτής και δεν τροποποίησαν τις δημοσιευόμενες πληροφορίες στο Η.Δ.Τ. για την ελάχιστη – μέγιστη τιμή και την τιμή τελευταίας πράξης κάθε συνεδρίασης, 2) η δηλωθείσα τιμή για τις μεταβιβάσεις σε κάθε συνεδρίαση ήταν μικρότερη της τιμής κλεισίματος της ίδιας συνεδρίασης, 3) δεν αυξήθηκε ο όγκος των συναλλαγών (αριθμός μετοχών), σε σύγκριση με τις αμέσως προηγούμενες και τις αμέσως επόμενες συνεδριάσεις, 4) η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά το κλείσιμο της συνεδρίασης της 29ης Οκτωβρίου 1999 (6.600 δρχ.) ήταν αυξημένη της τιμής κλεισίματος της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης της 27ης Οκτωβρίου 1999 (5.580 δρχ.) μόλις κατά 20 δρχ., διαφορά πολύ μικρή σε σύγκριση με τις αυξήσεις της περιόδου εκείνης και τις διακυμάνσεις της τιμής κατά την ίδια συνεδρίαση και 5) είχε ανακοινωθεί η συγχώνευση των εταιρειών ΜΑΚΛΩ ΑΕ και STABILTON AE και ήταν γνωστό ότι, μετά την ολοκλήρωση της κατά νόμο διαδικασίας, η διοίκηση της νέας εταιρείας θα περιερχόταν στους παλαιούς μετόχους της STABILTON AE, που θα είαν το 75% του συνόλου των μετοχών και έτσι οι μεταβολές στα πρόσωπα των μετόχων της ΜΑΚΛΩ ΑΕ δεν θα είχε ουσιώδη σημασία για τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης των μετόχων της νέας εταιρείας που θα καθόριζαν τη μελλοντική της πορεία γ) η τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ στο ΧΑΑ είχε διαμορφωθεί κατά τις 30 Σεπτεμβρίου 1999 (1.980 δρχ.) σε επίπεδα πολλαπλάσια της εσωτερικής (πραγματικής) της αξίας, αφού η εταιρεία εμφάνιζε άνοιγμα περιουσίας άνω των 2.000.000.000 δρχ. και σε πολλές συνεδριάσεις του ΧΑΑ μέχρι και τις 25-1-99, η αξία της στο χρηματιστήριο είχε διαμορφωθεί σε επίπεδα άνω των 40.000.000.000 (21.262.500 μετοχές Χ 1.980 δρχ.). Γι' αυτό δεν προσφερόταν η μετοχή αυτή για αγορές από σοβαρούς επενδυτές και μόνο κερδοσκόποι, που απέβλεπαν στην αύξηση της τιμής κατά τις επόμενες λίγες ημέρες, ή παντελώς αδαείς αγοραστές προέβαιναν σε αγορές. Η τιμή της διατηρήθηκε, παρόλα αυτά, σε επίπεδα, σημαντικά ανώτερα της τιμής κλεισίματος της 29ης Οκτωβρίου 1999 (6.600 δρχ.) και έτσι μπορούσαν οι αγοραστές να ρευστοποιήσουν τις μετοχές τους, αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη σε διάστημα λίγων ημερών δ) οι κατηγορούμενοι Χ4, Χ5 και Χ1 δεν πώλησαν μετοχές τους στο επενδυτικό κοινό κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 29ης Οκτωβρίου 1999 και έτσι δεν είχαν οποιοδήποτε όφελος από τις γενόμενες κατά τη συνεδρίαση αυτή πωλήσεις μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ. Δεν ήταν δε στις προθέσεις τους, να πωλήσουν ή να αγοράσουν μετοχές της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ της 22ας, 25ης, 26ης, 27ης και 29ης Οκτωβρίου 1999 καθώς και τις αμέσως επόμενες συνεδριάσεις του και έτσι δεν είχαν κανένα λόγο να επηρεάσουν την τιμή της μετοχής της ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τις εν λόγω συνεδριάσεις και ε) δεν υπάρχουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι Χ1 , Χ2 και Χ3 επιχείρησαν να χειραγωγήσουν και δη να ανακόψουν την πτωτική πορεία της μετοχής ΜΑΚΛΩ ΑΕ κατά τη συνεδρίαση του ΧΑΑ της 11ης Φεβρουαρίου 2000 αφού: 1) οι μεταβιβάσεις από τον πρώτο απ' αυτούς των 240.000 και 142.410 μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ προς το δεύτερο και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο τρίτος, αντίστοιχα δεν αύξησαν την προσφορά ή τη ζήτηση της μετοχής αυτής και δεν είχαν οποιαδήποτε επίδραση στην πορεία της τιμής της και 2) τόσο κατά τη συνεδρίαση αυτή, όσο και κατά τις συνεδριάσεις προηγουμένων ημερών, ο πρώτος απ' αυτούς (Χ1 ), πώλησε μεγάλο αριθμό μετοχών της ΜΑΚΛΩ ΑΕ, που αύξησαν την προσφορά και αναμφίβολα δεν μπορούσαν να συμβάλουν στο να ανακοπεί η πτωτική πορεία της τιμής της. Γι' αυτό και δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για στήριξη κατηγορίας και παραπομπή των κατηγορουμένων στο ακροατήριο για τις πράξεις για τις οποίες η κρινόμενη έφεση του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού, αφενός μεν εκθέτει, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις, τα κατά την ανέλεγκτη κρίση του προκύψαντα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία πείσθηκε ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των κατηγορουμένων στο ακροατήριο, καθώς και τις σκέψεις, στις οποίες θεμελίωσε την απαλλακτική κρίση του, αφετέρου δε έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τη διεξαχθείσα πραγματογνωμοσύνη. Ειδικότερα το Συμβούλιο εκθέτει αναλυτικά όλα τα πραγματικά περιστατικά, που δικαιολογούν την κρίση του ότι είναι πραγματικές και όχι εικονικές τόσο η πώληση των 2.150.000 μετοχών της εταιρείας ΜΑΚΛΩ Α.Ε. από τον κατηγορούμενο Χ1 στους συγκατηγορούμενους του Χ4 και Χ5, όσο και οι πωλήσεις των 240.000 και 142.410 μετοχών της ίδιας εταιρείας από τον κατηγορούμενο Χ1 στο συγκατηγορούμενό του Χ2 και την εταιρεία BERVIL LTD, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο Χ3 και ότι η ανακοίνωση της πρώτης από τις πωλήσεις αυτές δεν είχε οποιαδήποτε επίδραση στην αύξηση της τιμής της εν λόγω μετοχής, που οφείλεται αποκλειστικά στις πληροφορίες για επικείμενη συγχώνευση της εταιρείας ΜΑΚΛΩ ΑΕ με τη STABILTON AE. Κατά συνέπεια οι αντίθετες αιτιάσεις της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, για έλλειψη αιτιολογίας του προσβαλλόμενου βουλεύματος, είναι αβάσιμες και απορριπτέες.

Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την 12/7.4.2003 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση του 458/2003 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 10 Ιουνίου 2004.

Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 24 Ιουνίου 2004.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή