Θέμα
Παράνομη οπλοφορία, Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Περίληψη:
Παράνομη οπλοφορία. Ελλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Αντίφαση μεταξύ αιτιολογικού και διατακτικού ήτοι στο μεν σκεπτικό, αθωώνει τον κατηγορούμενο για το πιστόλι ενώ στο διατακτικό τον καταδικάζει και γι' αυτό. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1005/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Μπουρνάκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Νικόλαο Τσάκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Ακριτίδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Δ. Τ. του Κ., κατοίκου ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Δρακόπουλο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 6872/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Μαΐου 2015 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 552/2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του νόμου 2168/1993 "Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις", όπλα θεωρούνται και τα αντικείμενα που είναι πρόσφορα για επίθεση ή άμυνα και ιδιαίτερα τα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή. Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 στοιχ. β του ιδίου νόμου 2168/1993 όπλα θεωρούνται επίσης τα αντικείμενα που είναι πρόσφορα για επίθεση ή άμυνα και ιδιαίτερα μαχαίρια κάθε είδους, εκτός εκείνων που η κατοχή τους δικαιολογείται για οικιακή ή επαγγελματική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία ή άλλη συναφή χρήση. Κατά δε τα άρθρα 10 παρ. 1, 11 και 13α αυτού, απαγορεύεται να φέρονται όπλα ή άλλα είδη που προβλέπονται στο άρθρο 1 του παραπάνω νόμου. Ειδικά, η οπλοφορία περιστρόφων ή πιστολιών, επιτρέπεται, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 10 του πιο πάνω νόμου, μετά από άδεια της αρμόδιας αστυνομικής αρχής του τόπου κατοικίας ή διαμονής του αιτούντος. Οι κατά παράβαση των διατάξεων αυτών φέροντες όπλα τιμωρούνται, σύμφωνα με το άρθρο 13α αυτού, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 200.000 δραχμών. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του πλημμελήματος της παράνομης οπλοφορίας απαιτείται ο δράστης να φέρει παράνομα απαγορευμένο κατά τα παραπάνω όπλο, δηλαδή να το κρατά ή να το έχει πλησίον του για άμεση λήψη και χρήση του, στη σφαίρα κατοχής του και στη διάθεσή του, όπλο που είναι πρόσφορο για επίθεση ή άμυνα. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ` αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στη περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ’ αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η γνώση ορισμένου περιστατικού ή ο σκοπός επελεύσεως ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος. Ειδικώς, ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ` είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Δεν αποτελεί όμως, λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των μαρτυρικών καταθέσεων, η παράλειψη αξιολογήσεως και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Στη προκείμενη περίπτωση με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 6872/2015 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών που δίκασε σε δεύτερο βαθμό ο αναιρεσείων, κηρύχθηκε ένοχος παράνομης οπλοφορίας και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, η οποία ανεστάλη επί τριετία και σε χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ.
Όπως προκύπτει, από τα επισκοπούμενα παραδεκτώς πρακτικά της προσβαλλόμενης το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που, την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, με επιτρεπτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ` είδος αναφερομένων στην εν λόγω απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: "O κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος του ότι στην ... Αττικής, στις 16.9.2010, έφερε μαζί του απαγορευμένο όπλο, πρόσφορο για επίθεση και άμυνα και συγκεκριμένα στον άνω τόπο και χρόνο κατ’ απομίμηση πυροβόλου όπλου - πιστόλι - με αριθμό ..., μοντέλο ..., με ενσωματωμένο γεμιστήρα. Ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος της πιο πάνω πράξης καθώς από την υπ’ αριθμ. Πρωτ.... έκθεση εργαστηριακής εξέτασης της Δ/νσης Εγκληματολογικών Ερευνών προέκυψε ότι αυτό δεν είναι όπλο, δεν μπορεί να μετατραπεί σε πυροβόλο όπλο, ούτε έχει τη δυνατότητα πυροδότησης. Επομένως ως προς αυτό δεν πληρούται η αντικειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης για την οποία κατηγορείται, δηλαδή της παράνομης οπλοφορίας. Όμως αποδεικνύεται ότι στον πιο πάνω τόπο και χρόνο εντός της ΕΥΔΑΠ που ο κατηγορούμενος εργάζεται έφερε μαζί του απαγορευμένα όπλα πρόσφορα για επίθεση και άμυνα, συγκεκριμένα ένα μαχαίρι με λάμα μήκους 17,5 εκατοστών, ένα μηχανικό μαχαίρι με 4 λάμες, τύπου ΝΙΤΖΑ με μηχανισμό ανάπτυξης 4 λεπίδων μήκους 6 εκατοστών εκάστη, και ένα πολυεργαλείο 22 εκατοστών ... ". Ακολούθως και ενώ κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό έκρινε αθώο τον κατηγορούμενο για την παραπάνω πράξη της παράνομης οπλοφορίας του πιστολίου με αριθμό ... και μοντέλο ..., στο διατακτικό τον κήρυξε ένοχο του ότι στην ... Αττικής στις 16.9.2010, έφερε μαζί του απαγορευμένα όπλα, πρόσφορα για επίθεση και άμυνα και ειδικότερα στον ως άνω τόπο και χρόνο, περί ώρα 8.10, καταλήφθηκε να φέρει μαζί του α) ... δ) "μία απομίμηση πυροβόλου όπλου πιστόλι με αριθμό ..., μοντέλο ... μετά ενσωματωμένου γεμιστήρα...". Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών στην αναιρεσιβαλλομένη απόφασή του διέλαβε ασαφή και αντιφατική αιτιολογία ως προς την κρίση του ότι ο αναιρεσείων τέλεσε την συγκεκριμένη ως άνω πράξη της οπλοφορίας επειδή έφερε μαζί του "μία απομίμηση πυροβόλου όπλου πιστόλι με αριθμό ..., μοντέλο ... μετά ενσωματωμένου γεμιστήρα...", πράξη για την οποία καταδικάσθηκε και συνακολούθως ως προς την πράξη αυτή δεν διέλαβε την απαιτούμενη από τις άνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα ενώ στο σκεπτικό αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος για το ότι έφερε παράνομα μαζί του πιστόλι με αριθμό ..., μοντέλο ..., καθόσον προέκυψε ότι αυτό δεν είναι όπλο, δεν μπορεί να μετατραπεί σε πυροβόλο όπλο, ούτε έχει την δυνατότητα πυροδότησης, στο διατακτικό τον κήρυξε ένοχο και για την πράξη του αυτή. Συνεπεία δε της αντιφάσεως μεταξύ του σκεπτικού και του διατακτικού αυτής το Δικαστήριο της ουσίας κατέστησε αδύνατο και τον έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των παραπάνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και στέρησε την προσβαλλομένη απόφαση της νόμιμης βάσης. Επομένως είναι βάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και, κατ’ εκτίμηση, Ε’ του ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της έλλειψης νόμιμης βάσης ως προς την επί μέρους αυτή πράξη και πρέπει η αναιρεσιβαλλομένη κατά τούτο να αναιρεθεί. Αντιθέτως κατά τα λοιπά με τις άνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτουμένη από τις άνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, τις αποδείξεις από τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις άνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν, τις οποίες δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο της ουσίας με πληρότητα και με σαφήνεια παρέθεσε τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και κατέληξε στην καταδικαστική του κρίση, χωρίς να παρίσταται αναγκαία, κατά νόμο η αναλυτική παράθεση τους, η αναφορά του τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, καθώς και η συγκριτική στάθμιση, αξιολογική συσχέτιση και ανάλογη δικαιοδοτική εκτίμηση τους, αφού εκ τούτου δεν συνάγεται ότι το Δικαστήριο, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποιθήσεως, περιορίσθηκε επιλεκτικά σε ορισμένα αποδεικτικά μέσα και αγνόησε τα υπόλοιπα. Αντιθέτως, συνεκτίμησε και προσηκόντως αξιολόγησε το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων και συνεπώς δεν υπάρχει ελλιπής ή αντιφατική αιτιολογία.
Συνεπώς είναι αβάσιμες οι ειδικότερες αιτιάσεις ότι, η αναιρεσιβαλλομένη καταδικαστική απόφαση στερείται της απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, α) ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων, ιδία δε ως προς το εάν ελήφθη υπόψη από το Δικαστήριο, η αναγνωσθείσα πρωτοβάθμια απόφαση υπ’ αριθ. 6872/2015 του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών μετά των πρακτικών της, αφού βεβαιώνεται σε αυτήν ότι ελήφθησαν υπ’ όψη όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτή, β) διότι δεν αναφέρεται διεξοδικά το περιεχόμενο των εγγράφων τα οποία προσκόμισε και ειδικότερα διότι δεν αναφέρονται με πληρότητα και σαφήνεια τα προκύπτοντα από τα έγγραφα αυτά πραγματικά περιστατικά και γ) διότι δεν αναφέρεται ότι εστερείτο αδείας της αρμοδίας αστυνομικής Αρχής, αφού αυτή δεν απαιτείται για τα μαχαίρια για τα οποία αρκεί η παραδοχή του παράνομου της οπλοφορίας. Ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι τα μαχαίρια τα οποία κατείχε τα προόριζε να τα προσφέρει ως δώρα στη Λέσχη ..., τα γραφεία της οποίας άνοιγαν μετά τις θερινές διακοπές, την 16.9.2009 (ημέρα σύλληψής του) και στην οποία Λέσχη είναι τακτικό μέλος και εκπαιδευτής και ότι αυτά είχαν ως προορισμό καθαρά εκπαιδευτικούς σκοπούς τους οποίους υπηρετούσε προσωπικά ως εκπαιδευτής εφέδρων καταδρομέων στερείται εννόμου επιρροής, δεν συγκροτεί δε αυτοτελή ισχυρισμό ώστε να υποχρεούται το Δικαστήριο να αιτιολογήσει την απόρριψή του. Ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι πρόκειται περί αντικειμένων τα οποία χρησιμοποιούνται για εκπαιδευτικούς σκοπούς (ασκήσεις) και επομένως ως προς αυτόν τον προορισμό τους ο οποίος γι’ αυτόν ήταν και ο μοναδικός, εμπίπτουν στην εξαίρεση του άρθρου 1, παρ. 2β του νόμου 2168/1993 (κατά την οποία δεν συνιστούν όπλα μαχαίρια κάθε είδους, εκτός εκείνων που η κατοχή τους δικαιολογείται για οικιακή ή επαγγελματική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία ή άλλη συναφή χρήση) ότι δηλαδή αυτά δεν είναι όπλα εν τη εννοία του νόμου και ότι υπάγονται στην παραπάνω εξαίρεση του νόμου και δεν απαγορεύεται η κατοχή τους, με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας δεν παραβίασε, αλλά ορθά εφάρμοσε, τις προπαρατεθείσες ουσιαστικές διατάξεις, αφού τα μαχαίρια περιλαμβάνονται μεταξύ των αντικειμένων, τα οποία δεν επιτρέπεται να φέρει, εφόσον δεν προορίζονται για οικιακή ή επαγγελματική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία ή άλλη συναφή χρήση, πολύ περισσότερο που ούτε ο ίδιος ο αναιρεσείων το ισχυρίζεται ούτε προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλομένης ότι είχε υποβάλει ένα τέτοιο ισχυρισμό. Οι επί μέρους αιτιάσεις, με τις οποίες, κατ’ εκτίμηση, προβάλλεται η αντίθεση των επισημαινομένων στο αναιρετήριο αποδεικτικών μέσων (εγγράφων και μαρτυρικών καταθέσεων) προς τις ουσιαστικές παραδοχές και το πόρισμα της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, με τον ισχυρισμό ότι, στην πραγματικότητα, παρά την περί του αντιθέτου αναφορά στην απόφαση, δεν ελήφθησαν υπόψη τα επισημαινόμενα αποδεικτικά μέσα, διότι, διαφορετικά, δεν δικαιολογείται το πόρισμα της αποφάσεως, πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου και είναι απαράδεκτες. Η εκτίμηση και αξιολόγηση των αποδείξεων, την οποία πλήττουν ως εσφαλμένη οι αυτές αιτιάσεις, υπό την επίφαση της ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας της αποφάσεως, δεν ελέγχεται αναιρετικώς.
Τέλος με το άρθρο 50 παρ. 4 του ν. 3160/2003, τροποποιήθηκε το άρθρο 510 παρ. 1 του ΚΠΔ και μεταξύ άλλων καταργήθηκε και ο προβλεπόμενος στο στοιχ. Η’ λόγος αναιρέσεως κατά αποφάσεων για την μη παράθεση στην απόφαση του σχετικού άρθρου του ποινικού νόμου, αντίστοιχα δε με την παράγραφο 9 του ίδιου άρθρου τροποποιήθηκε και το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠΔ με την απάλειψη της ρυθμίσεως για την περίπτωση που δεν έχει παρατεθεί το άρθρο του ποινικού νόμου που εφαρμόσθηκε, ότι δηλαδή ο Άρειος Πάγος στην περίπτωση αυτή παραθέτει αυτός το σωστό άρθρο του ποινικού νόμου. Επομένως ο σχετικός λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η ιδία απόφαση για την, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 Δ’ ΚΠΔ, πλημμέλεια της ελλείψεως αιτιολογίας, επειδή δεν έχει παρατεθεί το άρθρο του νόμου που προβλέπει και τιμωρεί την αξιόποινη πράξη για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, είναι αβάσιμος, διότι η υποχρέωση παραθέσεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της δικαστικής αποφάσεως δεν εκτείνεται και στην παράθεση του αριθμού του άνω άρθρου, καθ’ όσον αυτή αποτελούσε ίδιον καταργηθέντα λόγο αναιρέσεως και δεν περιλαμβάνεται πλέον η παράλειψη αυτή στους περιοριστικώς αναφερομένους στο άρθρο 510 του ΚΠΔ λόγους. Κατ’ ακολουθία των παραπάνω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση αναίρεσης ως προς τον παραπάνω λόγο της περί ελλείψεως της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και περί στερήσεως της νόμιμης βάσης αυτής, και να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση εν μέρει μόνον ως προς την οπλοφορία για το πιστόλι με αριθμό ..., μοντέλο Ρ3 6 και στο σύνολό της ως προς την ποινή καθόσον η επιβληθείσα από αυτό ενιαία ποινή φυλακίσεως αφορούσε πέντε όπλα ήτοι τρία μαχαίρια, ένα πολυεργαλείο και ένα πιστόλι, όπως αυτά προσδιορίζονται παραπάνω, και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την με αριθμό 6872/2015 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών εν μέρει και μόνον όσον αφορά το πιστόλι και ως προς την επιβληθείσα ποινή.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που την δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 27 Ιανουαρίου 2016.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 12 Μαΐου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ