Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2387 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Χρόνος τέλεσης πράξης, Παραγραφή, Δασικά αδικήματα.




Περίληψη:
Εκχέρσωση δασικής εκτάσεως. Απόρριψη λόγων αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας όσον αφορά τον αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου περί πραγματικής πλάνης λόγω άγνοιας στοιχείων της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, ο οποίος αιτιολογημένα απορρίφθηκε από το δικαστήριο της ουσίας και για απόλυτη ακυρότητα για λήψη υπόψη αναφερόμενων εγγράφων τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στα αναγνωσθέντα στο ακροατήριο έγγραφα, καθόσον τα φερόμενα ως ληφθέντα έγγραφα, αναφέρθηκαν μόνο για την περιγραφή εκτάσεως με την οποία συνόρευε η εκχερσωθείσα και δεν συνεκτιμήθηκαν για την κρίση περί ενοχής του κατηγορουμένου. Αναίρεση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας από την παράλειψη παραθέσεως των περιστατικών που αφορούσαν στον χρόνο τέλεσης της πράξεως που ασκούσαν επιρροή στην παραγραφή κατ' αυτεπάγγελτη από τον Άρειο Πάγο έρευνα του σχετικού λόγου αναίρεσης από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ΄ σε συνδ. με το άρθρο 511 ΚΠΔ.




Αριθμός 2387/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου-Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καλονόμο, για αναίρεση της 106/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καλαμάτας.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 554/2009.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 71 παρ. 3 του ν. 998/1979 "περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας", όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 46 παρ. 2 ν. 2145/1993, "όποιος εκχερσώνει παράνομα δάσος ή δασική έκταση, όποιος καλλιεργεί έκταση που έχει εκχερσωθεί παράνομα ή παραβλάπτει καθ' οιονδήποτε τρόπο την κατά προορισμό χρήση του δάσους ή δασικής εκτάσεως, καθώς και όποιος ενεργεί επί εκχερσωθείσης παράνομα εκτάσεως πράξεις διακατοχής, τιμωρείται με τις ποινές της παρ. 1 του παρόντος άρθρου (φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από 500.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές). Κατά το άρθρο 3 παρ. 1 ν. 998/1979 "ως δάσος νοείται πάσα έκτασις της επιφανείας του εδάφους, η οποία καλύπτεται εν όλω ή σποραδικώς υπό αγρίων ξυλωδών φυτών οιονδήποτε διαστάσεων και ηλικίας αποτελούντων ως εκ της μεταξύ των αποστάσεως και αλληλεπιδράσεων οργανικήν ενότητα η οποία δύναται να προσφέρει προϊόντα εκ των ως άνω φυτών εξαγόμενα ή να συμβάλλει εις την διατήρησιν της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει εις την διαβίωσιν του ανθρώπου εντός του φυσικού περιβάλλοντος". Κατά την παράγραφο 2 του άνω άρθρου "ως δασική έκτασις νοείται πάσα έκτασις καλυπτομένη υπό υπό αραιάς ή πενιχράς υψηλής βλαστήσεως και δυναμένη να εξυπηρετήσει μίαν ή περισσοτέρας των εν τη προηγουμένη παραγράφω λειτουργιών". Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του ανωτέρω εγκλήματος είναι η παράνομη εκχέρσωση δάσους ή δασικής εκτάσεως όπως οι έννοιες τους προσδιορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του ιδίου νόμου, η καλλιέργεια της έκτασης που εκχερσώθηκε παράνομα, η πρόκληση βλάβης καθ' οιονδήποτε τρόπο της κατά προορισμό χρήσης του δάσους ή της δασικής έκτασης και η ενέργεια σε εκχερσωθείσα έκταση πράξεων διακατοχής. Στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της παράνομης εκχέρσωσης δάσους ή δασικής εκτάσεως δεν αποτελεί ο προορισμός του ποσοστού πυκνότητας βλάστησης και να χαρακτηρίζεται ανάλογα με αυτό μια έκταση ως δάσος ή ως δασική. Κατά το άρθρο 30 παρ. 2 του Π.Κ. που ρυθμίζει την αποκλείουσα το δόλο πραγματική πλάνη δηλαδή την άγνοια ή εσφαλμένη αντίληψη κάποιου συστατικού όρου της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος ή κάποιου επαυξάνοντος την βαρύτητα του περιστατικού, συνάγεται ότι κύριο χαρακτηριστικό της πλάνης αυτής από την οποία δεν καταλογίζεται η πράξη στον δράστη, είναι ότι αυτός αγνοεί ή αντιλαμβάνεται εσφαλμένα τι πράττει και είναι αδιάφορο ποια υπήρξε η πηγή της άγνοιας του ή της εσφαλμένης αντίληψής του. Στο άρθρο 31 παρ. 2 ΠΚ, για τη νομική πλάνη, ορίζεται ότι η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν αυτός πίστεψε λόγω πλάνης ότι είχε δικαίωμα να τελέσει την πράξη και η πλάνη του αυτή ήταν συγνωστή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι περίπτωση νομικής πλάνης συντρέχει όταν ο δράστης γνωρίζει μεν τι πράττει αλλά είτε αγνοείται ότι η πράξη του είναι κατ' αρχήν άδικη είτε πιστεύει πεπλανημένα ότι δικαιούται να προβεί σε αυτή και η πλάνη συνιστάται σε εσφαλμένη αντίληψη του κανόνα δικαίου, συντρέχει δε υπό ειδικώς αναφερόμενα περιστατικά περίπτωση αποκλείουσα το αξιόποινο. Επιβάλλεται δε να είναι συγνωστή η πλάνη προς αποκλεισμό του αξιοποίνου με την έννοια ότι οποιαδήποτε επιμέλεια και να κατέβαλε ο δράστης δεν μπορούσε να διαγνώσει το άδικο της πράξης, το δικαστήριο δε συνεκτιμά τις ειδικές περιστάσεις στη συγκεκριμένη περίπτωση που αφορούν την ατομικότητα του φερομένου ως δράστη. Εξάλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1Δ' Κ.Ποιν.Δικ. λόγο αναιρέσεως όταν εκτίθενται σ' αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες, έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Εξάλλου η επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, δηλαδή εκείνους που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του αδίκου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί είχαν προβληθεί κατά τρόπο σαφή και ορισμένο. Εφόσον δεν αιτιολογείται ειδικώς η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού ιδρύεται λόγος αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' Κ.Ποιν.Δ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή αυτής υπάρχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά σ' αυτή τα δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα περιστατικά αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, διότι δεν αναφέρονται στην απόφαση με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Στην προκειμένη περίπτωση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας δικάζοντας ως Εφετείο, δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του, μετά την ανέλεγκτη αναιρετικά εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος επί δημοσίας δασικής εκτάσεως, την οποία διεκδικούσε όχι ο ίδιος αλλά η σύζυγός του στην οποία αυτός πίστευε ότι ανήκε και επρόκειτο για έκταση κείμενη στη θέση "..." του δημοτικού διαμερίσματος ..., 5,9 στρεμμάτων συνολικά, η οποία συνόρρευε ανατολικώς με χέρσο αγρό και ελαιόδενδρα ιδιοκτησίας Χ1, δυτικώς με ελαιόκτημα και δημόσια δασική έκταση, βορείως με δημόσια δασική έκταση για την οποία είχε εκδοθεί το υπ' αριθμ. 3243/7-15/7/1985 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής σε βάρος του Λ1 ενώ έχει χαρακτηρισθεί ως δασική δυνάμει της υπ' αριθμ. ...πράξης χαρακτηρισμού του Δασάρχη Καλαμάτας και νοτίως με χέρσο αγρό Χ1 αποτελούμενη από πουρνάρια, αγριελιές και ασφάλαχτρα, προέβη χειρονακτικώς σε εκχέρσωση αυτής παρανόμως παραβλάπτοντας τοιουτοτρόπως την κατά προορισμό χρήση της δασικής αυτής εκτάσεώς ενώ αυτό απαγορεύεται. Με την ίδια απόφαση απορρίφθηκαν αρνητικοί της κατηγορίας ισχυρισμοί του κατηγορουμένου για τη μη ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων για τις πράξεις για τις οποίες ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη καθώς και έτερος αυτοτελής ισχυρισμός, που εκτιμήθηκε ως τέτοιος περί αναδρομής πραγματικής πλάνης που απέκλειε τον καταλογισμό, ότι δηλαδή αυτός δεν εγνώριζε τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούσαν την αντικειμενική υπόσταση των πράξεων αυτών ούτε εγνώριζε ότι ήταν δασικής εκτάσεως και ανήκουσα στο δημόσιο η επίδικη, στην οποία φερόταν ότι επενέβη. Με βάση τις άνω παραδοχές το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας, με την προσβαλλόμενη απόφαση του, κήρυξε τον κατηγορούμενο αθώο της παραβάσεως του άρθρου 280 παρ. 1 ν.δ 86/1969, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 ν.δ. 996/1971 δηλαδή ότι επιχείρησε από πρόθεση όλως αυθαιρέτως και παρανόμως καταπάτηση δημόσιας δασικής εκτάσεως κειμένης στη θέση ... του δ.δ. ..., επιφανείας 5.9 στρεμμάτων συνολικά. Περαιτέρω δε το ίδιο Δικαστήριο με την άνω απόφαση κήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2 εδαφ. β' Π.Κ του ότι στον ανωτέρω τόπο και χρόνο εκχέρσωσε με πρόθεση όλως αυθαιρέτως και παρανόμως δασική έκταση και ειδικότερα την παραπάνω δημόσια δασική έκταση κειμένη στη θέση "..." του δ.δ. ...εκτάσεως συνολικά 5,9 στρεμμάτων συνορεύουσα ανατολικώς με χέρσο αγρό ελαιόδενδρα ιδιοκτησίας Χ1, δυτικός με ελαιόκτημα και δημόσια δασική έκταση βορείως με δημόσια δασική έκταση για την οποία είχε εκδοθεί το υπ' αριθμ. 3245/7-15/7/1985 πρωτόκολλο Διοικητικής αποβολής σε βάρος του Λ1, ενώ είχε χαρακτηρισθεί ως δασική δυνάμει της υπ' αριθμ.... πράξη χαρακτηρισμού του Δασάρχη Καλαμάτας και νοτίως με χέρσο αγρό Χ1 καταστρέφοντας χειρονακτικώς την αποτελούμενη από σχίνα, πουρνάρια, αγριελιές και ασφάλαχτρα δασική βλάστηση της εκτάσεως αυτής (πυκνότητας .....Ο%) παραβλάπτοντας τοιουτοτρόπως την κατά προορισμό χρήση της δασικής αυτής εκτάσεως ενώ αυτό απαγορεύεται καταδίκασε δε τον κατηγορούμενο σε ποινή φυλάκισης επτά (7) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφαση ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου διότι εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε για την ενοχή του αναιρεσείοντος καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφήρμοσε. Αρκούσαν για τη στοιχειοθέτηση σε βάρος του κατηγορουμένου της νομοτυπικής μορφής της αποδιδόμενης σ' αυτόν αξιοποίνου παραβάσεως του άρθρου 71 παρ. 3 του ν. 998/1979 όπως η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 46 παρ. 2 του ν. 2145/1993 τα εκτιθέμενα σαφώς στην προσβαλλόμενη απόφαση ως αποδειχθέντα από τα αναφερόμενα ότι σκενεκτιμήθηκαν και αξιολογήθηκαν αποδεικτικά μέσα, ότι η έκταση που εκχερσώθηκε χειρονακτικώς από τον κατηγορούμενο ήταν δασική ως καλυπτομένη από δασική βλάστηση που απετελείτο από σχίνα, πουρνάρια, αγριελιές και ασφάλαχτρα και ότι προκλήθηκε βλάβη με την εκχέρσωση αυτής της δασικής βλάστησης στην κατά προορισμό χρήση της από δασικής εκτάσεως. Δεν ήταν απαραίτητο να αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως το ότι η έκταση στην οποία έγινε η πράξη εκχέρσωσης μπορούσε να εξυπηρετήσει την διαβίωση του ανθρώπου εντός του φυσικού περιβάλλοντος ή να συμβάλλει στην διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να προσφέρει προϊόντα εξαγόμενα από τα ως άνω φυτά ούτε να αναφέρει το ποσοστό κάλυψης της από δασική βλάστηση πριν από την εκχέρσωση. Με σαφή εξάλλου και χωρίς κενά και ελλείψεις αιτιολογία, παρά τα περί του αντιθέτου αβασίμως υποστηριζόμενα από τον αναιρεσείοντα, το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε τον αυτοτελή ισχυρισμό που προβλήθηκε από την υπεράσπιση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου περί πλάνης του ως αβάσιμο με όσα δέχθηκε ότι προέκυπταν από τα αναφερόμενα, ότι έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τα συμβόλαια που περιλαμβάνονταν στα προσκομισθέντα από τον συνήγορο υπεράσπισης του κατηγορουμένου έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν, και ειδικότερα ότι η εν λόγω έκταση ήταν ανέκαθεν δασική περιγραφομένη και στα συμβόλαια που αφορούσαν την σύζυγο του κατηγορουμένου και τους δικαιοπαρόχους της ως αγριάδα και ότι επρόκειτο για έκταση η οποία ανέκαθεν δεν εκαλλιεργείτο, όπως προέκυπτε και από την αναγνωσθείσα έκθεση φωτοερμηνείας των αεροφωτογραφιών της περιόδου 1945-1997.
Για την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως σχετικά με το έγκλημα της παράνομης εκχέρσωσης δάσους ή δασικής εκτάσεως, αρκούσε η παράθεση στην απόφαση των άνω στοιχείων για τον χαρακτήρα της εκτάσεως ως δασικής και δεν απαιτείτο να αναφέρεται στην απόφαση, βάσει ποίας πράξεως ή αποφάσεως της διοικήσεως ή άλλων αρμοδίων αρχών η έκταση αυτή, επί της οποίας ο κατηγορούμενος προέβη στην αξιόποινη άνω πράξη και η οποία σαφώς περιγράφεται ως προς τα όριά της στην προσβαλλόμενη απόφαση, είχε χαρακτηρισθεί ως δασική, ενόψει του ότι οποιαδήποτε έκταση της Ελληνικής Επικράτειας, δημόσια ή ιδιωτική, που καλύπτεται από αραιά ή πενιχρή βλάστηση, αποτελεί δασική έκταση, ούτε ήταν αναγκαίο να αναφέρονται τα περιστατικά και οι αποφάσεις, με βάση τις οποίες η άνω έκταση τελούσε αναμφισβήτητα στην κατοχή του Δημοσίου. Η αναφορά στο αιτιολογικό και στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι η επίδικη έκταση, επί της οποίας παρανόμως ενήργησε ο κατηγορούμενος την εκχέρσωση, πέραν από δασική ήταν και δημόσια, τέτοια έκταση έχει τεθεί από παραδρομή και εκ περισσού χωρίς να υπάρχει αντίφαση από τη μη παράλειψή της, όσον αφορά την κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας σε σχέση με την ενοχή του ήδη αναιρεσείοντος για την πράξη της παράνομης εκχέρσωσης δασικής εκτάσεως, σε παραδρομή δε οφείλεται και η παράθεση στην προσβαλλόμενη απόφαση, πέραν των διατάξεων του ν. 998/1979 που ορθώς εφάρμοσε, και του άρθρου 280 παρ. 1 ν.δ. 86/1969, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 13 ν.δ. που αναφέρεται στην πράξη για την οποία κηρύχθηκε αθώος ο κατηγορούμενος και είναι απορριπτέα ως αβάσιμα όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζονται από τον αναιρεσείοντα. Περαιτέρω, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, που αναφέρονται στα όσα κατέθεσε ο εξετασθείς στο ακροατήριο του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, δασοφύλακας ..., και στην αξιολόγηση των κατατεθέντων ως ανεπαρκών για να οδηγηθεί με βάση αυτά το Δικαστήριο στον σχηματισμό δικανικής πεποιθήσεως για την διάπραξη της παράνομης εκχέρσωσης στην εν λόγω έκταση από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, αναφέρονται στην εσφαλμένη εκτίμηση αποδεικτικού μέσου και ειδικότερα σε εσφαλμένη αξιολόγηση μαρτυρικής καταθέσεως. Δεν αποτελεί όμως παραδεκτό λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, που δεν ανήκει στους περιοριστικά αναφερομένους στο άρθρο 510 ΚΠοινΔ λόγους αναιρέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως, αλλά πλήττεται με τις αιτιάσεις αυτές η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί τα πράγματα.
Από τις διατάξεις των άρθρων 329, 331, 333 παρ. 2, 358, 364 παρ. 1, 369 του ΚΠοινΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 171 παρ. 1 εδ. ζ' του ιδίου Κώδικα, προκύπτει η λήψη από το δικαστήριο της ουσίας υπόψη, προς σχηματισμό της κρίσης του για την ενοχή του κατηγορουμένου εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, γιατί έτσι αποστερείται ο κατηγορούμενος από το πιο πάνω άρθρο 358 του ΚΠοινΔ απορρέοντος δικαιώματός του να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις που είναι σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Στην προκειμένη περίπτωση, το δικαστήριο της ουσίας, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, για να καταλήξει στην, κατά τα ανωτέρω περί ενοχής του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, κρίση του, έλαβε υπόψη του τα αναφερόμενα ως αναγνωσθέντα έγγραφα, ήτοι τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, το από 11.4.2002 πρωτόκολλο μηνύσεως, το από ... τοπογραφικό διάγραμμα, την από ... έκθεση αυτοψίας, την από ... έκθεση φωτοερμηνείας, την από ... βεβαίωση Κοινότητας ..., την υπ' αριθ. 38/2002 απόφαση του Ειρηνοδικείου Καρδαμύλης, τα υπ' αριθ...., ... πιστοποιητικά νοσηλείας, το υπ' αριθ. ...πωλητήριο συμβόλαιο, τα υπ' αριθ. ... και ... συμβόλαια δωρεάς και συμπληρωματικής γονικής παροχής, φωτογραφίες και την 1347/1994 απόφαση του Αρείου Πάγου. Δεν περιλαμβάνονταν στα έγγραφα που αναγνώσθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία τα αναφερόμενα στο σκεπτικό και στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως και ειδικότερα το 3243/7-15.7.1985 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής σε βάρος του Λ1 και η υπ' αριθ. ...πράξη του Δασάρχη Καλαμάτας περί χαρακτηρισμού ως δασικής της εκτάσεως που αφορούσε το ίδιο ως άνω πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής. Τα δύο πιο πάνω έγγραφα παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση στα σημεία εκείνα του σκεπτικού και του διατακτικού όπου γίνεται η περιγραφή των ορίων της, κατά τις παραδοχές της αποφάσεως, δασικής εκτάσεως, στην οποία έγινε δεκτό ότι ο ήδη αναιρεσείων κατηγορούμενος προέβη στην εκχέρσωση της υπαρχούσης βλαστήσεως από σχίνα, πουρνάρια κλπ και ειδικότερα για τον προσδιορισμό ακριβέστερα άλλης δασικής εκτάσεως, με την οποία σκόπευε προς βορρά η επίμαχη που εκχερσώθηκε παράνομα. Δεν λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, τα δύο άνω έγγραφα προς εκτίμηση, κατά την κρίση του περί ενοχής του κατηγορουμένου, αλλά παρατέθηκαν στα πλαίσια προσδιορισμού καθ' όρια της εκχερσωθείσης εκτάσεως με βάση άλλο αναγνωσθέν έγγραφο, στο οποίο τα όρια της άνω εκτάσεως κατά όμοιο τρόπο περιγράφονταν. Δεν εχώρησε, σύμφωνα με τα παραπάνω, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, αφού δεν έλαβε υπόψη του το δικαστήριο της ουσίας και άλλα έγγραφα, πέραν των αναγνωσθέντων, προς σχηματισμό της κρίσεώς του για την άνω αξιόποινη πράξη για την οποία κατεδίκασε τον ήδη αναιρεσείοντα και είναι αβάσιμες οι αιτιάσεις του τελευταίου, ότι ιδρύετο λόγος αναιρέσεως, από το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Α ΚΠοινΔ, από την λήψη υπόψη, ενώ δεν υπήρχαν στην δικογραφία, του άνω 3243/1985 πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής σε βάρος τρίτου και της ... πράξης χαρακτηρισμού του Δασάρχη Καλαμάτας και την συναγωγή, με βάση αυτά, λανθασμένων συμπερασμάτων.
Κατά το άρθρο 17 του ΠΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 παρ. 5 του ν. 2331/1995, ως χρόνος τέλεσης της πράξεως θεωρείται εκείνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος ενήργησε ή όφειλε να ενεργήσει, ενώ είναι αδιάφορος ο χρόνος κατά τον οποίον επήλθε το αποτέλεσμα, εκτός αν ορίζεται άλλως. Η ακριβής δε αναφορά του χρόνου τέλεσης της αξιοποίνου πράξεως στην καταδικαστική απόφαση είναι αναγκαία, εκτός άλλων, και για την έναρξη ή τον υπολογισμό του χρόνου της παραγραφής, όταν ανακύπτει ζήτημα παραγραφής και συνεπώς εξαλείψεως, λόγω αυτής, του αξιοποίνου χαρακτήρα της πράξεως. Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 111, 112, 113 του ΠΚ, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 2408/1996, το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία, προκειμένου για πλημμελήματα, είναι πέντε έτη και αρχίζει από τότε που τελέσθηκε η πράξη. Η προθεσμία αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η κυρία διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, πάντως όχι πέραν από τα τρία έτη για πλημμελήματα. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1 εδ. β και 370 στοιχ. β' ΚΠοινΔ προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημοσίας τάξεως, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας. Επομένως, όταν τίθεται ζήτημα παραγραφής της πράξεως, η αιτιολογία της καταδικαστικής αποφάσεως πρέπει να εκτείνεται και στα περιστατικά που αφορούν στην έναρξη και στην συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής και η παράλειψη αυτού του στοιχείου από την καταδικαστική απόφαση συνιστά έλλειψη της απαιτουμένης από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα, προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως. Τέλος το έγκλημα της παρανόμου εκχερσώσεως δασικής εκτάσεως, τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως, είναι πλημμέλημα (άρθρο 18 εδ. β' ΠΚ και 71 παρ. 3, 4 ν. 998/1979) και ως εκ τούτου υπόκειται στην κατ' ανώτατο όριο οκταετή παραγραφή.
Στην προκειμένη περίπτωση, δεν προσδιορίζεται ούτε στο σκεπτικό αλλά ούτε και στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως συγκεκριμένα ο χρόνος τελέσεως από τον ήδη αναιρεσείοντα κατηγορούμενο του εγκλήματος της παρανόμου εκχερσώσεως, για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος. Στο σκεπτικό της αποφάσεως δεν γίνεται καθόλου λόγος για το πότε προέβη ο κατηγορούμενος χειρονακτικώς στην εκχέρσωση παρανόμως της δασικής εκτάσεως 5,9 στρεμμάτων, στην θέση..., δημοτικού διαμερίσματος ..., ενώ στο διατακτικό αναφέρεται μόνον ότι κηρύσσει ένοχο με ελαφρυντικό τον κατηγορούμενο, του ότι εκχέρσωσε παράνομα, στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, την άνω δασική έκταση, χωρίς σε κάποιο άλλο σημείο του διατακτικού της αποφάσεως να γίνεται συγκεκριμένη μνεία του χρόνου τέλεσης αυτής της αξιοποίνου πράξεως από τον κατηγορούμενο.
Από τα πρακτικά συνεδριάσεως της δίκης, κατά την οποία εξεδόθη από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας, που δίκασε ως Εφετείο, η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως επισκοπούνται επιτρεπτώς, ειδικότερα δε από την καταχωρηθείσα στα πρακτικά αυτά δήλωση των συνηγόρων υπερασπίσεως του κατηγορουμένου, με τον ισχυρισμό να μην καταλογισθεί σ' αυτόν λόγω πλάνης του η άνω αξιόποινη πράξη, διαπιστώνεται ότι αυτός, ως χρόνο κατά τον οποίο κατηγορείτο ότι είχε τελέσει αυτήν, ανέφερε το χρονικό διάστημα από 1 έως 30.1.2002. Η παράλειψη ακριβούς αναφοράς του χρόνου τελέσεως της αξιόποινης πράξεως της παρανόμου εκχερσώσεως της άνω δασικής εκτάσεως στο σκεπτικό και στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκειμένου να διακριβωθεί αν έχει τελεσθεί σε χρόνο προηγούμενο της οκταετίας ή όχι και συνεπώς αν το αξιόποινο αυτών έχει εξαλειφθεί με την παραγραφή ή όχι, δημιουργεί κατά τούτο ασάφεια στην αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως και ιδρύει τον βάσιμο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της αποφάσεως, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από τον Άρειο Πάγο και αν δεν προτάθηκε, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 511 ΚΠοινΔ.
Επομένως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 106/2009 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καλαμάτας. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 9 Δεκεμβρίου 2009.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή