Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Παράβαση καθήκοντος, Ψευδής βεβαίωση.
Περίληψη:
Παράβαση καθήκοντος και ψευδής βεβαίωση κατ' εξακολούθηση από υπάλληλο Δήμου. Έννοια όρων. Αίτηση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Αυτεπάγγελτη εξέταση και άλλου λόγου. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 1878/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο Εισηγήτη, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Νοεμβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Συμεών Γιαννιώτη - Γαλανό, περί αναιρέσεως της 988/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 10.5.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 995/2007.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
To άρθρο 259 ΠΚ ορίζει ότι "υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος είναι α) η υπαλληλική ιδιότητα του δράστη, β) η παράβαση των υπηρεσιακών του καθηκόντων και γ) η προσφορότατα (δηλαδή η αντικειμενική δυνατότητα) της παραβάσεως καθήκοντος να προσπορίσει στον δράστη ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να προκαλέσει βλάβη στο Κράτος ή σε άλλον. Υπάλληλος, κατά την έννοια της άνω διατάξεως, είναι όποιος ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις του άρθρου 13 περ. α' ΠΚ (ή του άρθρου 263 α' του ίδιου Κώδικα). Επίσης, κατά την διάταξη του άρθρου 242 παρ. 1 και 4 ΠΚ, υπάλληλος που στα καθήκοντά του ανάγεται η έκδοση ή η σύνταξη δημοσίων εγγράφων, αν σε τέτοια έγγραφα βεβαιώνει με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους (παρ. 1). Με την ίδια ποινή της παρ, 1 τιμωρείται όποιος εν γνώσει του χρησιμοποιεί το έγγραφο που είναι πλαστό ή νοθευμένο ή έχει υπεξαχθεί. Για τη στοιχειοθέτηση συνεπώς του εγκλήματος της παρ. 1 απαιτούνται: α) ο δράστης να είναι υπάλληλος, κατά την έννοια των αρ. 13 εδ. α' και 263 Α' ΠΚ, αρμόδιος για τη σύνταξη ή την έκδοση του εγγράφου, β) το έγγραφο να εμπίπτει στην έννοια του αναφερομένου στο άρθρο 438 ΚΠολΔ "δημοσίου εγγράφου", γ) οι έννομες συνέπειες που παράγονται από αυτό να αναφέρονται στη γένεση, αλλοίωση ή απώλεια δικαιώματος ή έννομης σχέσεως ή καταστάσεως και δ) δόλος του δράστη που συνίσταται στη γνώση και στην θέληση να βεβαιώσει τα ψευδή περιστατικά ή τουλάχιστον στη γνώση ως ενδεχόμενης της παραγωγής. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 988/2007 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "Ενώ ο κατηγορούμενος ήταν υπάλληλος του Δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή η έκδοση δημοσίων εγγράφων στο γραφείο αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών, ενεργώντας με πρόθεση, βεβαίωσε ψευδώς στις 30-6-2003 ότι ο αλλοδαπός ... υπέβαλε δικαιολογητικά στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια είναι ότι ο εν λόγω αλλοδαπός ουδέποτε υπέβαλε δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής. Προς τούτο, ο κατηγορούμενος εξέδωσε την υπ' αριθμ. ... βεβαίωση περί κατάθεσης δικαιολογητικών για έκδοση άδειας παραμονής, ενώ, κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι ο αριθμός που έφερε η βεβαίωση ήταν εικονικός, αφού αντιστοιχούσε σε υπόθεση άλλου αλλοδαπού, ενώ ουδέποτε κατατέθηκε φάκελος με δικαιολογητικά του ανωτέρω αλλοδαπού. Ακολούθως, στις 21-4-2003 βεβαίωσε ψευδώς ότι ο αλλοδαπός υπήκοος Γεωργίας ... υπέβαλε δικαιολογητικά στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια είναι ότι ο εν λόγω αλλοδαπός ουδέποτε υπέβαλε δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής. Προς τούτο ο κατηγορούμενος εξέδωσε την υπ' αριθμ. ... βεβαίωση περί κατάθεσης δικαιολογητικών για έκδοση άδειας παραμονής, ενώ κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι ο αριθμός που έφερε η βεβαίωση ήταν εικονικός, αφού αντιστοιχούσε σε υπόθεση άλλου αλλοδαπού, ενώ ουδέποτε κατατέθηκε φάκελος με δικαιολογητικά του ανωτέρω αλλοδαπού. Τα όσα δε βεβαίωσε σε καθένα από τα ανωτέρω έγγραφα, μπορούσαν να επιφέρουν έννομες συνέπειες, αφού ήταν πρόσφορα να δημιουργήσουν τις συνθήκες για την εξασφάλιση της παραμονής έστω και προσωρινής, καθενός από τους ανωτέρω αλλοδαπούς στην χώρα. Περαιτέρω, ο ίδιος κατά το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του έτους 2003, ενεργώντας επίσης με την ιδιότητά του ως υπαλλήλου του Δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω Αρχή η άσκηση δημοτικής εξουσίας στο γραφείο αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών, με πρόθεση, προέβη στην έκδοση βεβαιώσεων περί κατάθεσης δικαιολογητικών για τους αλλοδαπούς ... και ..., μολονότι ουδέποτε οι εν λόγω αλλοδαποί υπέβαλαν στον Δήμο ... τα απαιτούμενα από τον νόμο δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής. Αποτέλεσμα της ενέργειάς του αυτής ήταν να ωφεληθούν οι ανωτέρω αλλοδαποί, αφού με την χορήγηση αυτών των βεβαιώσεων σ' αυτούς, εξασφαλίστηκε προσωρινά η παραμονή τους στη χώρα. Ακόμη, κατά το χρονικό διάστημα Ιουνίου και Ιουλίου του 2003 και σε ανεξακρίβωτες ημερομηνίες, ωσαύτως υπό την ως άνω ιδιότητά του, με πρόθεση παρέβη τα καθήκοντα της υπηρεσίας του στις παρακάτω περιπτώσεις: ήτοι κατά τον μήνα Ιούλιο του 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού υπηκόου Γεωργίας ... για χορήγηση αδείας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 28-9-2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση από τον υπήκοο Γεωργίας ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν μολονότι ο εν λόγω αλλοδαπός βρισκόταν για διάστημα 17 μηνών παράνομα στην χώρα, κατά το μήνα Ιούνιο του 2003 παρέλαβε αίτηση του υπηκόου ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 19-1-2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από το έτος 2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αιτήσεις των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τα τέλη Απριλίου του έτους 2002, κατά το μήνα Ιούνιο) του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 31-1-1-2003, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 7-1-2003, κατά τον μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 7-2-2003, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Ουκρανίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 2-3-2002, παραβιάζοντας με τον ανωτέρω τρόπο το υπηρεσιακό Μ: ου καθήκον, καθόσον η παραλαβή των ανωτέρω αιτήσεων για τη χορήγηση άδειας παραμονής στους προαναφερθέντες αλλοδαπούς ήταν αντίθετη με τα όσα ορίζουν τα άρθρα· 37 και 51 Ν. 2910/2001, ενόψει του ότι οι προαναφερθέντες αλλοδαποί δεν είχαν νόμιμη παραμονή στη χώρα κατά το χρόνο που αναφέρεται πιο πάνω για καθένα από αυτούς ούτε δε η αίτηση καθενός από τους προαναφερθέντες αλλοδαπούς έγινε λόγω του ότι από ανθρωπιστικούς λόγους ήταν αδύνατη ή επιστροφή του στη χώρα τους. Ο δε σκοπός του ήταν να παράσχει παράνομο όφελος στους ανωτέρω αλλοδαπούς, ώστε με την παραλαβή των αιτήσεών τους να εξασφαλιστεί η παραμονή τους στη χώρα. Β) Στον πιο πάνω τόπο ότι στις 16-1-2003, 15-5-2003, 9-6-200 και 30-6-2003 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος ως υπάλληλος, που στα καθήκοντά του αναγόταν η έκδοση δημόσιων εγγράφων, σε τέτοια έγγραφα βεβαίωσε με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του Δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή (δια των νομίμων οργάνων της) η έκδοση δημόσιων εγγράφων στο Γραφείο Αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών στον Δήμο ..., με πρόθεση βεβαίωσε ψευδώς στις 16-1-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Αρμενίας) ... υπέβαλε στον Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 9-6-2003, ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στον Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στον Δήμο ... για έκδοση άδεια παραμονής στη χώρα, στις 30-6-2003, ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στον Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 15-5-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στον Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 15-5-2003, ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στον Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στον Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα. Τα όσα δε βεβαίωσε σε καθένα από τα ανωτέρω έγγραφα ήταν πρόσφορα να δημιουργήσουν συνθήκες για την επιμήκυνση της παραμονής καθενός από τους ανωτέρω αλλοδαπούς στη χώρα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, με πρόθεση παρέβη ο ανωτέρω τα καθήκοντα της υπηρεσίας του, αφού οι ενέργειές του δεν αποτελούσαν αντικείμενο νόμιμης αίτησης των αλλοδαπών που προαναφέρθηκαν προς αυτόν, αφού μπόρεσαν και εξασφάλισαν παράνομη παραμονή στην χώρα, προς βλάβη της έννομης τάξης της (Α.Π. 1234/1991 Ελλ.Δ/νη, Α.Π. 1745/2000 NοB 49.700). Ο κατηγορούμενος, σ' όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις όφειλε να διενεργεί έλεγχο για την συνδρομή ή μη των νομίμων προϋποθέσεων πριν την παραλαβή αιτήσεων. Παρά το γεγονός της ελλείψεως τέτοιων προϋποθέσεων, αυτός, καίτοι γνώριζε τις ελλείψεις αυτές, όπως καταγράφονται κατά περίπτωση παραπάνω, προχωρούσε στην έκδοση ψευδών βεβαιώσεων ή παραλαβή των αιτήσεων, έχοντας τον παραπάνω σκοπό. Περί των οφειλομένων ενεργειών του κατηγορουμένου, τις οποίες παρέβη, καταθέτουν μετά λόγου γνώσεως οι εξετασθέντες μάρτυρες κατηγορίας, ΑΑ και ΒΒ. Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος για τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται".
Στην συνέχεια, το άνω Δικαστήριο, τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα κήρυξε ένοχο των αξιοποίνων πράξεων της παραβάσεως καθήκοντος και της ψευδούς βεβαιώσεως και των δύο (2) πράξεων κατ' εξακολούθηση και ειδικότερα του ότι: "Στις ... στους χρόνους που αναφέρονται πιο κάτω, με περισσότερες πράξεις τέλεσε περισσότερα εγκλήματα, όλα δε κατ' εξακολούθηση. Συγκεκριμένα: 1) Α) Στον πιο πάνω τόπο σε χρόνο, που δεν προέκυψε επακριβώς κατά την προανάκριση αλλά πάντως κατά τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο του έτους 2003, με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως υπάλληλος, με πρόθεση παρέβη τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει σε άλλον παράνομο όφελος. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του Δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή (δια των νομίμων οργάνων της) η άσκηση δημοτικής εξουσίας στο Γραφείο Αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών στο Δήμο ..., με πρόθεση κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 28-9-2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση από τον αλλοδαπό (υπήκοο Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι ο εν λόγω αλλοδαπός βρισκόταν για διάστημα 17 μηνών παράνομα στη χώρα, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 19-1-2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από το έτος 2002, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2003 παρέλαβε αιτήσεις των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τα τέλη Απριλίου του έτους 2002, κατά το μήνα Ιούνιο) του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση του αλλοδαπού (υπηκόου Γεωργίας) ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτόν, μολονότι η νόμιμη παραμονή του εν λόγω αλλοδαπού είχε λήξει από τις 31-11-2003, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 7-1-2003, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Γεωργίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 7-2-2003, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 παρέλαβε αίτηση των αλλοδαπών (υπηκόων Ουκρανίας) ... και ... για χορήγηση άδειας παραμονής σε αυτούς, μολονότι η νόμιμη παραμονή των εν λόγω αλλοδαπών είχε λήξει από τις 2-3-2002, παραβιάζοντας με τον ανωτέρω τόπο το υπηρεσιακό του καθήκον, καθόσον η παραλαβή των ανωτέρω αιτήσεων για τη χορήγηση άδειας παραμονής στους προαναφερθέντες αλλοδαπούς ήταν αντίθετη με τα όσα ορίζουν τα άρθρα 37 και 51 Ν. 2910/2001, ενόψει του ότι οι προαναφερθέντες αλλοδαποί δεν είχαν νόμιμη παραμονή στη χώρα κατά το χρόνο που αναφέρεται πιο πάνω για καθένα από αυτούς, ούτε δε η αίτηση καθενός από τους προαναφερθέντες αλλοδαπούς έγινε λόγω του ότι από ανθρωπιστικούς λόγους ήταν αδύνατη η επιστροφή του στη χώρα τους. Ο δε σκοπός του ήταν να παράσχει παράνομο όφελος στους ανωτέρω αλλοδαπούς, ώστε με την παραλαβή των αιτήσεών τους να εξασφαλιστεί η παραμονή τους στη χώρα. Β) Στον πιο πάνω τόπο στις 16-1-2003, 15-5-2003, 9-6-2003 και 30-6-2003, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως υπάλληλος, που στα καθήκοντά του αναγόταν η έκδοση δημόσιων εγγράφων, σε τέτοια έγγραφα βεβαίωσε με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του Δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή (δια των νομίμων οργάνων της) η έκδοση δημόσιων εγγράφων στο Γραφείο Αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών στο Δήμο ..., με πρόθεση βεβαίωσε ψευδώς στις 16-1-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Αρμενίας) ...υπέβαλε στο Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στο Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 9-6-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στο Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στο Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 30-6-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ..., υπέβαλε στο Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στο Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, σης 15-5-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στο Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στο Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα, στις 15-5-2003 ότι ο αλλοδαπός (υπήκοος Γεωργίας) ... υπέβαλε στο Δήμο ... δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια ήταν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν είχε προβεί στην κατάθεση δικαιολογητικών στο Δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής στη χώρα. Τα όσα δε βεβαίωσε σε καθένα από τα ανωτέρω έγγραφα ήταν πρόσφορα να δημιουργήσουν τις συνθήκες για την επιμήκυνση της παραμονής καθενός από τους ανωτέρω αλλοδαπούς στη χώρα. 2) Α) Στις ... και στους παρακάτω χρόνους, με περισσότερες από μία πράξεις τέλεσε περισσότερα εγκλήματα και συγκεκριμένα: Α) στον παραπάνω τόπο και στους παρακάτω χρόνους, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενώ ήταν υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α ΠΚ, στα καθήκοντα του οποίου ανάγονταν η έκδοση και σύνταξη ορισμένων δημοσίων εγγράφων, σε τέτοιο έγγραφο βεβαίωσε με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες και ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή η έκδοση δημοσίων εγγράφων στο γραφείο αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών, ο κατηγορούμενος, ενεργώντας με πρόθεση, βεβαίωσε ψευδώς στις 30-6-2003 ότι ο αλλοδαπός ... υπέβαλε δικαιολογητικά στο δήμο ...για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια είναι ότι ο εν λόγω αλλοδαπός ουδέποτε υπέβαλε δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής. Προς τούτο, ο κατηγορούμενος εξέδωσε την υπ' αριθμ. ... βεβαίωση περί κατάθεσης δικαιολογητικών για έκδοση άδειας παραμονής, ενώ κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι ο αριθμός που έφερε η βεβαίωση ήταν εικονικός, αφού αντιστοιχούσε σε υπόθεση άλλου αλλοδαπού, ενώ ουδέποτε κατατέθηκε φάκελος με δικαιολογητικά του ανωτέρω αλλοδαπού. Ακολούθως, στις 21-4-2003 βεβαίωσε ψευδώς ότι ο αλλοδαπός υπήκοος Γεωργίας ... υπέβαλε δικαιολογητικά στο δήμο ... για έκδοση άδειας παραμονής, μολονότι η αλήθεια είναι ότι ο εν λόγω αλλοδαπός ουδέποτε υπέβαλε δικαιολογητικά για άδεια παραμονής. Προς τούτο, ο κατηγορούμενος εξέδωσε υπ' αριθμ. 15430/2003 βεβαίωση περί κατάθεσης δικαιολογητικών για έκδοση άδειας παραμονής, ενώ κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι ο αριθμός που έφερε η βεβαίωση ήταν εικονικός, αφού αντιστοιχούσε σε υπόθεση άλλου αλλοδαπού, ενώ ουδέποτε κατατέθηκε φάκελος με δικαιολογητικά του ανωτέρω αλλοδαπού. Τα όσα δε βεβαίωσε σε καθένα επιφέρουν έννομες, αφού ήταν πρόσφορα να δημιουργήσουν τις συνθήκες για την εξασφάλιση της παραμονής, έστω και προσωρινής, καθενός από τους ανωτέρω αλλοδαπούς στην χώρα. Β) Κατά τον παραπάνω τόπο και σε ανεξακρίβωτη κατά την προανάκριση ημερομηνία, πάντως κατά το χρονικό διάστημα από Απρίλιο έως Ιούνιο του έτους 2003, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενώ ήταν υπάλληλος κατά την έννοια του νόμου, με πρόθεση παρέβη τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει σε άλλον παράνομο όφελος. Ειδικότερα, με την ιδιότητά του ως υπαλλήλου του δήμου ..., στον οποίο είχε ανατεθεί από την εν λόγω αρχή η άσκηση δημοτικής εξουσίας στο γραφείο αλλοδαπών σχετικά με την τακτοποίηση και διευθέτηση των ζητημάτων της παραμονής αλλοδαπών, ενεργώντας με πρόθεση, προέβη στην έκδοση βεβαιώσεων περί κατάθεσης δικαιολογητικών για τους αλλοδαπούς ... και ..., μολονότι ουδέποτε οι εν λόγω αλλοδαποί υπέβαλαν στο δήμο ... τα απαιτούμενα από τον νόμο δικαιολογητικά για έκδοση άδειας παραμονής. Αποτέλεσμα της ενέργειάς του αυτής ήταν να ωφεληθούν οι ανωτέρω αλλοδαποί, αφού με την χορήγηση αυτών των βεβαιώσεων σ' αυτούς, εξασφαλίστηκε προσωρινά η παραμονή τους στη χώρα".
Ακολούθως, το Δικαστήριο της ουσίας επέβαλε στον κατηγορούμενο συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαοκτώ (18) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για μία τριετία.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ.β', 26 παρ. 1α, 27 παρ.1, 94 παρ. 1, 98, 242 παρ. 1, 259, 263, 283α' ΠΚ, σε συνδ. προς 37, 51 Ν. 2190/2001, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 988/2007 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένη, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμον, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα, έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, ΑΑ και ΒΒ. Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα, ότι: το Δικαστήριο "δεν έλαβε υπόψη το νομικό καθεστώς που ίσχυε από το έτος 2001 και ύστερα σχετικά με την αναγνώριση και την έκδοση αδειών παραμονής και εργασίας στους αλλοδαπούς και τις συνεχείς για τα επόμενα τέσσερα (4) έτη παρατάσεις του αρχικού νόμου, 2190/01, όπως αναφέρει στο απολογητικό του υπόμνημα, το οποίο δεν λήφθηκε υπόψη για την κρίση του". Ο κατ' εκτίμηση του δικογράφου περί ελλείψεως ακροάσεως δια του ισχυρισμού του αυτού προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος, διότι από τα πρακτικά της αποφάσεως προκύπτει ότι δεν ζητήθηκε η ανάγνωση τέτοιου υπομνήματος. Από τα ίδια πρακτικά επίσης, που παραδεκτά επισκοπούνται, προκύπτει ότι αυτός (αναιρεσείων) ολοκλήρωσε την απολογία του και, έτσι, αβάσιμα επικαλείται απόλυτη ακυρότητα της επ' ακροατηρίου διαδικασίας, ούτε τέλος, από τα αυτά πρακτικά προκύπτει ότι κατά την απολογία του περιορίστηκε να εκθέσει τις απόψεις του στο άνω Δικαστήριο. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίοι αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο αυτεπαγγέλτως, κατά την διάταξη της ΚΠΔ 511 λαμβανόμενος υπόψη, εφόσον παρίσταται ο αναιρεσείων και προβάλλει τον άνω λόγο παραδεκτά, λόγος αναιρέσεως κατά την 510 παρ. 1 στοιχ. Ε ΚΠΔ, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 10 Μαΐου 2007 (υπ' αριθ. πρωτ. 22/10.5.2007) αίτηση του Χ για αναίρεση της υπ' αριθ. 988/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30 Σεπτεμβρίου 2009.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ