Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Πλαστογραφία πιστοποιητικού.
Περίληψη:
Πλαστογραφία μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση. Πρόκειται για πλαστογραφία του 216 παρ. 1 ΠΚ και όχι πλαστογραφία πιστοποιητικών του άρθρου 217 παρ. 1 του ΠΚ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 217 παρ. 1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να διευκολύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού του ίδιου ή άλλου καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει πιστοποιητικό ή μαρτυρικό ή άλλο έγγραφο, που μπορεί να χρησιμεύσει συνήθως για τέτοιους σκοπούς ή εν γνώσει του χρησιμοποιεί τέτοιο πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, αντικείμενο του εν λόγω εγκλήματος της πλαστογραφίας πιστοποιητικού μπορεί να είναι δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο (άρθρο 13 εδ. γ' ΠΚ), που ανήκει στην κατηγορία των πιστοποιητικών ή μαρτυρικών, όπως είναι μεταξύ άλλων και βεβαιώσεις σπουδών ή πιστοποιητικά που αναφέρονται στην οικογενειακή κατάσταση, τα προσόντα ή τις ιδιότητες προσώπων, πρέπει δε ο σκοπός του δράστη να στοχεύει στο να διευκολύνει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου πιστοποιητικού ή μαρτυρικού την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού ή άλλου, δηλαδή να έχει κάποια ωφέλεια αυτός ή άλλος σχετικά με τις συγκεκριμένες βιοτικές ανάγκες, χωρίς, όμως, εντεύθεν να βλάπτεται άλλος ευθέως στις έννομες σχέσεις του, και όχι στο να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οπότε έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 216 ΠΚ. Η διαφορά μεταξύ της διατάξεως του άρθρου 216 ΠΚ και της εξαιρετικής του άρθρου 217 ΠΚ, συνίσταται, αφενός μεν στο ότι στην τελευταία διάταξη δεν εμπίπτουν όλα τα κατά την έννοια του άρθρου 13 εδάφ. γ' έγγραφα, αλλά μόνο τα σε αυτό αναφερόμενα, αφετέρου δε, στον ειδικό σκοπό, για τον οποίο το έγκλημα του άρθρου 217 ΠΚ τελείται (ΑΠ 649/2008). Απορρίπτει.
Αριθμός 1260/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεοχάρη Μέγα, για αναίρεση της με αριθμό 260/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Λάρισας.
Το Τριμελές (Πλημμελημάτων) Εφετείο Λάρισας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Μαρτίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 742/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΠΚ, που ορίζει ότι όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών, η δε χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται ως επιβαρυντική περίπτωση, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται αντικειμενικώς μεν η κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο που να το εμφανίζει ότι καταρτίσθηκε από άλλον, ή η νόθευση γνησίου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση των πραγματικών περιστατικών που απαρτίζουν την πράξη αυτή και σκοπό του υπαιτίου να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες μπορεί να αφορούν τον παραπλανώμενο ή τρίτο. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 217 παρ. 1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να διευκολύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού του ίδιου ή άλλου καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει πιστοποιητικό ή μαρτυρικό ή άλλο έγγραφο, που μπορεί να χρησιμεύσει συνήθως για τέτοιους σκοπούς ή εν γνώσει του χρησιμοποιεί τέτοιο πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, αντικείμενο του εν λόγω εγκλήματος της πλαστογραφίας πιστοποιητικού μπορεί να είναι δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο (άρθρο 13 εδ. γ' ΠΚ), που ανήκει στην κατηγορία των πιστοποιητικών ή μαρτυρικών, όπως είναι μεταξύ άλλων και βεβαιώσεις σπουδών ή πιστοποιητικά που αναφέρονται στην οικογενειακή κατάσταση, τα προσόντα ή τις ιδιότητες προσώπων, πρέπει δε ο σκοπός του δράστη να στοχεύει στο να διευκολύνει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου πιστοποιητικού ή μαρτυρικού την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού ή άλλου, δηλαδή να έχει κάποια ωφέλεια αυτός ή άλλος σχετικά με τις συγκεκριμένες βιοτικές ανάγκες, χωρίς, όμως, εντεύθεν να βλάπτεται άλλος ευθέως στις έννομες σχέσεις του, και όχι στο να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οπότε έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 216 ΠΚ. Η διαφορά μεταξύ της διατάξεως του άρθρου 216 ΠΚ και της εξαιρετικής του άρθρου 217 ΠΚ, συνίσταται, αφενός μεν στο ότι στην τελευταία διάταξη δεν εμπίπτουν όλα τα κατά την έννοια του άρθρου 13 εδάφ. γ' Π.Κ. έγγραφα, αλλά μόνο τα σε αυτό αναφερόμενα, αφετέρου δε, στον ειδικό σκοπό, για τον οποίο το έγκλημα του άρθρου 217 ΠΚ τελείται.
Επίσης, η έλλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, καταδικαστικής αποφάσεως, η οποία ιδρύει τον κατ' άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν δεν περιέχονται σε αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και θεμελιώνουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε.
Εξάλλου, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει στη διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο, δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία στη διάταξη που εφαρμόσθηκε.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, ο ανωτέρω αναιρεσείων κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος, σε δεύτερο βαθμό, πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση, με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 α του ΠΚ, και του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως έξι μηνών, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη επί τριετία. Στο αιτιολογικό της αποφάσεως αυτής το δικάσαν Εφετείο δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν, τα ακόλουθα:"Στην προκειμένη περίπτωση από την κατάθεση των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, την απολογία του κατηγορουμένου και τη συζήτηση γενικά της υποθέσεως αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Το τμήμα Δασοπονίας του ΤΕΙ Λάρισας (παράρτημα Καρδίτσας) προκήρυξε το 2004 διαγωνισμό για την εκλογή καθηγητή εφαρμογών με γνωστικό αντικείμενο "Εφαρμογές Η/Υ στη Δασοπονία" στον Τομέα "Δασοτεχνικά έργα και εφαρμογές Πληροφορικής στη Δασοπονία". Σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού οι υποψήφιου εκτός των άλλων προσόντων έπρεπε να έχουν και πέντε (5) τουλάχιστον έτη επαγγελματικής δραστηριότητας το αντικείμενο της οποίας θα ήταν σχετικό με τη θέση της οποίας ζητούνταν η πλήρωση. Ο κατηγορούμενος τον Μάρτιο του 2004 επιθυμώντας να υποβάλει φάκελο υποψηφιότητας στον προαναφερόμενο διαγωνισμό, επειδή δεν είχε το ανωτέρω τυπικό και ουσιαστικό προσόν (δηλαδή δεν είχε πενταετή τουλάχιστον επαγγελματική δραστηριότητα σε αντικείμενο συναφές με την υπό πλήρωση θέση) κατάρτισε τις αναφερόμενες ειδικώς στο διατακτικό της παρούσας βεβαιώσεις οι οποίες φέρονταν να έχουν εκδοθεί από την Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας-Διεύθυνση Αναδασώσεων Θεσ/κης, έφεραν ψευδή αριθμό πρωτοκόλλου και βεβαίωναν με το περιεχόμενο τους τη συμμετοχή του κατηγορούμενου σε έργα της παραπάνω υπηρεσίας συναφή με το αντικείμενο της προκηρυχθείσας θέσης του καθηγητή του ΤΕΙ. Οι έξι αυτές βεβαιώσεις που κατάρτισε ο κατηγορούμενος έφεραν επίσης πλαστή σφραγίδα και κατ' απομίμηση από τον κατηγορούμενο τις υπογραφές των διευθυντών της εν λόγω υπηρεσίας ... (η πρώτη βεβαίωση), ... (η δεύτερη βεβαίωση) και ... (η τρίτη, τέταρτη, πέμπτη και έκτη βεβαίωση) χωρίς τη συναίνεση των παραπάνω προσώπων. Πρέπει να αναφερθεί ότι οι βεβαιώσεις αυτές αποτελούν έγγραφα κατά την έννοια του νόμου (άρθρο 13 στοιχ. γ του ΠΚ) που είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονός που μπορεί να έχει έννομη συνέπεια, δηλαδή την επαγγελματική προϋπηρεσία του κατηγορουμένου που αποτελούσε βασικό και απαραίτητο προσόν συμμετοχής στον παραπάνω διαγωνισμό για την πλήρωση της θέσης του καθηγητή στο προαναφερόμενο πρόγραμμα. Με την κατάρτιση και τη χρήση των βεβαιώσεων αυτών ο κατηγορούμενος προσδοκούσε ωφέλεια αναφορικά με τις βιοτικές του ανάγκες προσπορίζοντας όμως στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος με βλάβη τρίτου. Ειδικότερα με τις ανωτέρω ενέργειες του αποσκοπούσε να παραπλανήσει το εκλεκτορικό σώμα του ΤΕΙ Λάρισας (Τμήμα Δασοπονίας-Παράρτημα Καρδίτσας) να τον επιλέξει, όπως και τελικά τον επέλεξε, σε μιά θέση δεν δικαιούνταν με βάσει τα πραγματικά του προσόντα, η δε επιλογή του αυτή (από το παραπάνω εκλεκτορικό σώμα) που συνοδεύονταν από τα αντίστοιχα υλικά οφέλη, τα οποία ήταν υψηλότερα από αυτά που λάμβανε από το ΤΕΙ Δράμας στο οποίο εργάζονταν μέχρι τότε, έβλαπτε ευθέως το ως άνω εκπαιδευτικό ίδρυμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι αν δεν συνέτρεχε το στοιχείο της επαγγελματικής εμπειρίας των πέντε ετών που όπως προαναφέρθηκε ήταν απαραίτητο για τη συγκεκριμένη θέση, ο κατηγορούμενος δεν θα επιλέγονταν στην ανωτέρω θέση. Αυτό άλλωστε διαπιστώνεται στην εισηγητική έκθεση στις σελίδες 18 και 19 όπου συνυπολογίζεται στον κατηγορούμενο συνολική επαγγελματική εμπειρία 6,5 ετών η οποία βασίζεται στις πλαστές αυτές βεβαιώσεις. Εξάλλου ο κατηγορούμενος με την πλαστογραφία και χρήση αυτών των βεβαιώσεων έβλαψε ευθέως και τις έννομες σχέσεις των άλλων οχτώ συνυποψήφιων του (αφού στον παραπάνω διαγωνισμό συμμετείχαν εννέα υποψήφιοι συμπεριλαμβανομένου και του κατηγορουμένου) οι οποίοι μετά την υποβολή από μέρους του κατηγορουμένου στο αρμόδιο εκλεκτορικό σώμα των πλαστών βεβαιώσεων φέρονταν πλέον να έχουν πολύ λιγότερα προσόντα έναντι του κατηγορουμένου (όσον αφορά το ζήτημα της επαγγελματικής προϋπηρεσίας) με αποτέλεσμα να μην αξιολογηθούν επαρκώς τα στοιχεία που προσκόμισαν στο εκλεκτορικό σώμα (σχετικά με την επαγγελματική τους προϋπηρεσία), αφού ο κατηγορούμενος με βάσει τις προσκομισθείσες από αυτόν πλαστές βεβαιώσεις είχε προϋπηρεσία 6,5 ετών. Αν δεν είχαν προσκομιστεί αυτές οι πλαστές βεβαιώσεις θα ήταν και διαφορετική η κρίση του εκλεκτορικού σώματος και ενδεχομένως κάποιος άλλος συνυποψήφιος να έχει επιλεγεί στη θέση που επιλέχθηκε ο κατηγορούμενος. Τελικά όταν έγινε έλεγχος νομιμότητας και προέκυψε ότι το εκλεκτορικό σώμα παρασύρθηκε στην έκδοση του πρακτικού 2 (που αφορούσε την επιλογή του κατηγορουμένου στην προαναφερόμενη θέση) από απατηλή ενέργεια του κατηγορουμένου ανακλήθηκε με νεότερη απόφαση του εκλεκτορικού σώματος το Πρακτικό No 2 και κηρύχθηκε άγονη η σχετική προκήρυξη. 'Ετσι ενόψει όλων όσων προαναφέρθηκαν, δεν υφίσταται σύμφωνα με την προεκτεθείσα μείζονα σκέψη περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 217 παρ. 1 του ΠΚ, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του σχετικού αυτοτελούς ισχυρισμού του κατηγορουμένου και πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος της πράξεως της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση (άρθρα 216 παρ. 1 και 98 ΠΚ) με το ελαφρυντικό όμως του άρθρου 84 2α ΠΚ καθόσον έζησε έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην απόφασή του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 13 εδάφ. γ, 14, 26 παρ.1 α, 27 παρ.1, 98, 216 παρ.1 και 217 παρ.1 του ΠΚ, που εφάρμοσε. Ειδικότερα, και αναφορικά με τις επί μέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος πρέπει να λεχθούν τα εξής: α) Ρητά με πλήρη και σαφή αιτιολογία δέχεται ότι ο αναιρεσείων με την κατάρτιση και τη χρήση των ανωτέρω πλαστών πιστοποιητικών σκόπευε να παραπλανήσει τα μέλη του εκλεκτορικού σώματος του ΤΕΙ Λάρισας που ήταν αρμόδια και θα αποφάσιζαν για την πλήρωση της θέσεως ΕΠ στην βαθμίδα του καθηγητή του τμήματος Δασοπονίας , παραρτήματος Καρδίτσας του ΤΕΙ Λάρισας, σχετικά με τη συνδρομή στο πρόσωπό του της απαιτούμενης από την προκήρυξη πενταετούς επαγγελματικής εμπειρίας, καθώς και ότι ο αναιρεσείων δεν απέβλεπε μόνον στην άμεση κίνηση και συντήρησή του ή στην κοινωνική του πρόοδο, αλλά αποσκοπούσε και στο να παραπλανήσει τα μέλη του άνω εκλεκτορικού σώματος του ΤΕΙ, η δε επιλογή του στην άνω θέση καθηγητή έγινε, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα ανακλήθηκε, λόγω των αποκαλύψεων των πλαστών εγγράφων του, και, συνοδευόταν από αντίστοιχα υλικά οφέλη του ιδίου, απολαβών, αλλά και έβλαπτε ευθέως το εν λόγω ΤΕΙ, καθώς και τους άλλους συνυποψηφίους, οι οποίοι και αποκλείσθηκαν, ενώ είχαν περισσότερα τυπικά προσόντα από αυτόν επαγγελματικής εμπειρίας, και φέρονταν πλέον να έχουν πολύ λιγότερα έναντι του κατηγορουμένου, οπότε και αν ο κατηγορούμενος δεν είχε προσκομίσει τις πλαστές βεβαιώσεις, που αποδείκνυαν προϋπηρεσία- εμπειρία 6,5 ετών, θα ήταν διαφορετική η κρίση του εκλεκτορικού σώματος και τη θέση θα καταλάμβανε άλλος υποψήφιος καθηγητής και όχι ο κατηγορούμενος. Ήτοι ορθά το Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε τις παραπάνω διατάξεις των άρθρων 216 και 217 του ΠΚ και με πλήρη αιτιολογία απέρριψε τον αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 217 παρ.1 του ΠΚ, περί πλαστογραφίας πιστοποιητικών, κατά μεταβολή της κατηγορίας, και όχι εκείνης του άρθρου 216 ΠΚ. β) από την αναφορά στο άνω αιτιολογικό ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την κατάθεση των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης και την απολογία του κατηγορουμένου, συνάγεται ότι έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλες τις καταθέσεις των μαρτύρων και επομένως και εκείνη των ... και ..., καθώς και όλα τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και δεν ήταν αναγκαία η λεπτομερής αναφορά σε καθένα χωριστά. γ) για την πληρότητα της αιτιολογίας, δεν ήταν απαραίτητη η αναφορά του τρόπου με τον οποίον προκλήθηκε βλάβη στο ΤΕΙ Λάρισας και στους συνυποψήφιους καθηγητές για την πλήρωση της κενής θέσεως, παρά ταύτα η προσβαλλόμενη απόφαση προσδιορίζει τη βλάβη αυτή, δ) κατά την ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου γίνεται δεκτό ότι η πράξη για την οποία καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος τελέσθηκε κατά το μήνα Μάρτιο του 2004 και επομένως από του άνω χρόνου τελέσεως μέχρι σήμερα, δε συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος από τις διατάξεις των άρθρων 111, 112 και 113 του ΠΚ χρόνος παραγραφής, ε) οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος για εσφαλμένη εκτίμηση των καταθέσεων των εξετασθέντων μαρτύρων και εσφαλμένη αξιολόγηση των εγγράφων και ιδία αυτών που αφορούν τα ορθά έτη επαγγελματικής εμπειρίας του και τα μόρια που συγκέντρωνε χωρίς τα πλαστά πιστοποιητικά, πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Άρα όλοι οι συναφείς λόγοι αναιρέσεως, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠοινΔ, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως με εκ πλαγίου παράβαση, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
Ακολούθως, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αριθ. εκθ. 8/5-3-2007 αίτηση του Χ για αναίρεση της με αριθμό 260/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Λάρισας. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Μαΐου 2009.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Μαΐου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ