Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Καθυστέρηση αποδοχών εργαζομένου.
Περίληψη:
ΑΝ 690/45. Τι πρέπει να περιέχει η καταδικαστική απόφαση για παράβαση του ως άνω νόμου. Δεκτή αναίρεση για έλλειψη αιτιολογίας.
Αριθμός 1817/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σαραντινού), ο οποίος ορίσθηκε με την 57/1-4-2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή-Εισηγητή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ........ που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Νάστο, για αναίρεση της 3487/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λαρίσης. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λαρίσης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 6 Δεκεμβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 157/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου μόνου παρ.1 του α.ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ.1 του Ν.2336/1995, τιμωρείται με τις αναφερόμενες σ' αυτό ποινές, κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή έθιμο, είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του Ν.3198/1995 συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι το προβλεπόμενο ως άνω πλημμέλημα τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παράλειψης, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ' αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται, είτε από τη σύμβαση, είτε από το νόμο ή το έθιμο, είτε από τις διοικητικές πράξεις. Εξ' άλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει το λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ' αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, από τη διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά. Ειδικότερα, η καταδικαστική απόφαση για παράβαση της παραπάνω διατάξεως του α.ν. 690/1945 για να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει, να εκτίθενται σ' αυτή με πληρότητα και σαφήνεια, πλην των προαναφερομένων, η ιδιότητα του κατηγορουμένου (εργοδότης, διευθυντής κλπ, ), ο χρόνος κατά τον οποίο διήρκεσε η σύμβαση εργασίας, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές, καθώς και οι έκτακτες, το σύνολο αυτών, το ποσό που καταβλήθηκε στον εργαζόμενο έναντι αυτών, ώστε με την αφαίρεση αυτού από το σύνολο των δικαιουμένων να προκύπτει το οφειλόμενο υπόλοιπο, ο χρόνος που έπρεπε να καταβληθούν οι οφειλόμενες από τον κατηγορούμενο εργοδότη αποδοχές στον εργαζόμενο, αν το ύψος των αποδοχών και ο χρόνος καταβολής τους είχε ορισθεί από ατομική σύμβαση εργασίας ή από συλλογική σύμβαση, ή διαιτητική απόφαση ή από το νόμο ή από το έθιμο, σε περίπτωση δε μερικότερων πράξεων να προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα ποσά που οφείλονται για κάθε μία από τις μερικότερες πράξεις, εφόσον για μερικές από αυτές προκύπτει ζήτημα παραγραφής. Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμό 3487/24-10-2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας, που δίκασε ως Εφετείο, ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για παράβαση του πιο πάνω α.ν. 690/1945 σε φυλάκιση πέντε (5) μηνών, την εκτέλεση της οποίας, ανέστειλε επί τριετία, και σε χρηματική ποινή οκτώ χιλιάδων (8.000) ευρώ, το δε Δικαστήριο για να καταλήξει στην καταδικαστική αυτή κρίση, δέχθηκε, αναφέροντας και τα αποδεικτικά μέσα, τα εξής, τα οποία περιέχονται στο σκεπτικό που παραδεκτώς συμπληρώνεται με το διατακτικό της απόφασης: Ο κατηγορούμενος, κατά τα χρονικά διαστήματα από Οκτώβριο έως και Δεκέμβριο του 2003 και από 1-1-2004 έως 31-5-2004 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως πρόεδρος και νόμιμος εκπρόσωπος της εργοδότριας εταιρίας "ΟΛΥΜΠΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ-ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ", δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα στον εργαζόμενο ......., τον οποίο απασχόλησε ως καλαθοσφαιριστή με μισθό, τις οφειλόμενες από τη μεταξύ τους σχέση εργασίας, αποδοχές και χορηγίες, που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 26.760 ευρώ και συγκεκριμένα δεν κατέβαλε το υπόλοιπο των δεδουλευμένων αποδοχών Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου 2003, που ανέρχεται στο ποσό των 940 ευρώ και 2.345 ευρώ, αντίστοιχα, καθώς και τις δεδουλευμένες αποδοχές των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου του 2004, που ανέρχονται στο ποσό των 4.695 ευρώ μηνιαίως. Το γεγονός ότι το ποσό των 27.000 ευρώ είχε συμφωνηθεί με ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο δεν επικυρώθηκε από το αρμόδιο αθλητικό όργανο, καθιστά μεν άκυρη ως προ το ποσό αυτό την εργασιακή σχέση, πλην όμως δεν απαλλάσσει την εργοδότρια από την ευθύνη της για την καταβολή του ποσού αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, άλλωστε είναι κανόνας της κοινής πείρας ότι με τον τρόπο αυτό λειτουργούν τα αθλητικά σωματεία (ΚΑΕ και ΠΑΕ) στις συμφωνίες τους με τους αθλητές. Επομένως, ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, όπως και πρωτοδίκως, για παράβαση του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/45, που είναι γνήσιο έγκλημα παραλείψεως και τελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο την οφειλόμενη αμοιβή της εργασίας". Με τις παραδοχές του αυτές, το ως άνω Δικαστήριο, στέρησε την προσβαλλομένη απόφασή του, από την, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ενώ υπάρχει ασάφεια μεταξύ των παραδοχών της, που καθιστούν ανέφικτο τον έλεγχο από τον Άρειο Πάγο, ώστε η προσβαλλόμενη να στερείται της νόμιμης βάσης, Ειδικότερα: α)διότι δεν προσδιορίζεται η διάρκεια της σύμβασης, όπως και δεν προσδιορίζεται με πληρότητα και σαφήνεια, αν οι προαναφερθείσες αποδοχές δεν καταβλήθηκαν εμπρόθεσμα, αφού δεν καθορίζεται πότε αυτές έπρεπε να καταβληθούν και β)ενώ στο αιτιολογικό φέρεται ο εργαζόμενος να συνδέεται με το ως άνω σωματείο, με σχέση εργασίας, από ατομική σύμβαση και οι αποδοχές του ρυθμίζονται από σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό, στο διατακτικό της φέρεται οι αποδοχές αυτού να ρυθμίζονται από συλλογική σύμβαση εργασίας. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός, ως βάσιμος, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' Κ.Π.Δ πρώτος λόγος της ένδικης αίτησης αναίρεσης και, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρ. 519 Κ.Πολ.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αρ. 3487/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 11 Ιουλίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ