Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Ψευδής καταμήνυση, Δυσφήμηση συκοφαντική, Αναβολής αίτημα, Ψευδορκία μάρτυρα.
Περίληψη:
Ψευδής καταμήνυση, ψευδορκία μάρτυρα και συκοφαντική δυσφήμηση. Α) Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α, Β, Ε και Η ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, για απόρριψη του αιτήματος του κατηγορουμένου, για αναστολή ή αναβολή της διαδικασίας κατά τα άρθρα 59 § 2 ΚΠΔ και 366 § 2 ΠΚ (ΑΠ 2235/2008). Δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του νυν εγκαλούντος. Β) Αβάσιμος ο από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ, Ε ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου.
ΑΡΙΘΜΟΣ 912/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο-Εισηγητή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καρακώστα, περί αναιρέσεως της 4512/2009 αποφάσεως Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που παρέστη με τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Θεόδωρο Παναγόπουλο και Ευάγγελο Γαλετζά. Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9 Νοεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1616/09.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 59 του ΚΠοινΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του Ν. 3346/2005, όταν η απόφαση σε ποινική δίκη εξαρτάται από άλλη υπόθεση για την οποία έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, η πρώτη αναβάλλεται ωσότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση στη δεύτερη δίκη, κατά δε την παράγραφο 2 αυτού "Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, 362, 363 του ΠΚ, αν για το γεγονός, για το οποίο δόθηκε όρκος ή έγινε η καταμήνυση ή ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος ασκήθηκε ποινική δίωξη, ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών μετά την προκαταρκτική εξέταση (άρθρα 31, 43 παρ. 1 εδ. β'), αναβάλλει με πράξη την κάθε περαιτέρω ενέργεια ως το τέλος της ποινικής δίωξης, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Εισαγγελέα Εφετών". Από τη νέα αυτή διάταξη με την οποία επιχειρήθηκε να εξαλειφθεί το φαινόμενο του ανοίγματος σειράς δικών, με αφορμή την αρχική δίκη, με αλλεπάλληλες αναβολές μέχρι την έκδοση αμετάκλητης αποφάσεως επί της κύριας δίκης με την εντεύθεν ταλαιπωρία των διαδίκων αλλά και την επιβάρυνση των Ποινικών Δικαστηρίων (βλ. Αιτιολογική έκθεση, άρθρο 6), προκύπτει, ότι για να αναβληθεί η ποινική δίκη λόγω υπάρξεως ποινικού προδικαστικού ζητήματος, πρέπει, στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, 362, 363 του ΠΚ, να έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για το γεγονός για το οποίο δόθηκε ο όρκος ή έγινε η καταμήνυση ή το οποίο ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος. Κατά το άρθρο δε 366 παρ.2 του ΠΚ, αν στις περιπτώσεις των άρθρων 362,363,364 και 365 το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος είναι πράξη αξιόποινη για την οποία ασκήθηκε δικαστική δίωξη, αναστέλλεται η δίκη, για τη δυσφήμηση έως το τέλος της ποινικής διώξεως. Στην τελευταία αυτή περίπτωση προβλέπεται υποχρεωτική αναστολή της ποινικής διαδικασίας, αλλά προϋποθέτει επίσης προηγούμενη άσκηση ποινικής διώξεως για το γεγονός για το οποίο έχει γίνει ισχυρισμός ή διάδοση. Η αναστολή ή αναβολή κατά τα παραπάνω της δίκης συνεπάγεται, κατά το άρθρο 113 παρ.1 του ΠΚ, και αναστολή της παραγραφής μέχρις εκδόσεως αμετακλήτου αποφάσεως επί της προδικαστικής δίκης κατ'εκείνου που δυσφημίστηκε, χωρίς μάλιστα να ισχύει ο χρονικός περιορισμός που ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 113 του ΠΚ, ενώ η επ'αυτής κρίση δεσμεύει το δικαστήριο που δικάζει τη δυσφήμηση υπό την έννοια ότι από την αμετάκλητη απαλλακτική κρίση παράγεται νόμιμο αμάχητο τεκμήριο περί της αναλήθειας των γεγονότων που συνιστούν περιεχόμενο της συκοφαντικής δυσφημίσεως, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι τίθενται αποδεικτικοί περιορισμοί αναφορικά με την αθωότητα του κατηγορουμένου και ότι παραβλάπτονται υπερασπιστικά δικαιώματα αυτού, μη παραβιαζομένου του άρθρου 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ για δίκαιη δίκη.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή επισκόπηση των ταυταρίθμων με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικών συνεδριάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών και από τα έγγραφα τα οποία έλαβε υπόψη του το δίκασαν Δικαστήριο για να μορφώσει τη γνώμη του, τα οποία επιτρεπτώς επισκοπούνται για την έρευνα του σχετικού λόγου αναιρέσεως, ζητήθηκε από τον κατηγορούμενο αναβολή της δίκης, κατ'άρθρο 59 παρ. 2 ΚΠοινΔ για τα αδικήματα της ψευδούς καταμηνύσεως και της ψευδορκίας μάρτυρος και αναστολή της δίκης, κατ'άρθρο 366 παρ. 2 ΠΚ, για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως, μέχρι να εκδικασθεί η από 2-11-2001 εναντίον του πολιτικώς ενάγοντος μύνησή του, για το λόγο ότι τα γεγονότα τα οποία, κατά την κατηγορία, συνιστούν το περιεχόμενο της ψευδούς καταμηνύσεως και της ψευδορκίας και τα οποία (συκοφαντικά) ισχυρίστηκε και διέδωσε ο ίδιος, περιλαμβάνονται, ως προκριματικά ζητήματα, στην ως άνω μήνυση αυτού (αναιρεσείοντος), ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, εναντίον του νυν πολιτικώς ενάγοντος πρώην Δημάρχου και ήδη βουλευτή, για εκβίαση, παράβαση καθήκοντος και δωροδοκία, διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση και λόγω της τελευταίας ιδιότητας του μηνυομένου, ζητήθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων η άρση της Βουλευτικής του ασυλίας και η άδεια για άσκηση της ποινικής διώξεως, η οποία ,όμως, δεν δόθηκε, γι' αυτό μετά από προσφυγή του καταδικάστηκε το Ελληνικό Δημόσιο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, πλην και πάλιν δεν δόθηκε η σχετική άδεια για δίωξη του πολιτικώς ενάγοντος Βουλευτή από την Ολομέλεια της Βουλής. Επομένως, το δίκασαν Δικαστήριο, απέρριψε τα άνω αιτήματα, με πλήρη και ορθή αιτιολογία και δη διότι δε δόθηκε η άδεια ασκήσεως διώξεως κατά του μηνυομένου πολιτικώς ενάγοντος Βουλευτή και δεν είχε ασκηθεί σχετικά ποινική δίωξη κατ'αυτού, πράγμα που είναι προαπαιτούμενο για την αναβολή και την αναστολή της εναντίον του αιτούντος κατηγορουμένου ποινικής διαδικασίας Ήτοι σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το Δικαστήριο, που δίκασε την κατηγορία εναντίον του κατηγορουμένου-αναιρεσείοντος για ψευδή καταμήνυση, ψευδορκία μάρτυρος και συκοφαντική δυσφήμηση και απέρριψε το παραπάνω αίτημα του κατηγορουμένου, με την αιτιολογία ότι δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του νυν πολιτικώς ενάγοντος πρώην Δημάρχου και ήδη Βουλευτή, δίχως να αναβάλει και να αναστείλει τη "διαδικασία μέχρι πέρατος της προηγουμένως κινηθείσης εναντίον του διαδικασίας, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε τις παραπάνω διατάξεις που προαναφέρθηκαν, ουδεμία ακυρότητα της διαδικασίας ή αρνητική υπέρβαση εξουσίας επήλθε και γι' αυτό πρέπει να απορριφθούν οι σχετικοί από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α', Β, Ε'και Η του ΚΠοινΔ, προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους ο αναιρεσείων υποστηρίζει τα αντίθετα.
Από τις διατάξεις των άρθρων 229 παρ. 1 και 224 παρ. 2 του ΠΚ, προκύπτει ότι υπαίτιος των πράξεων της ψευδούς καταμηνύσεως και της ψευδορκίας μάρτυρα, είναι στην πρώτη περίπτωση, εκείνος, που εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι" αυτόν ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του γι' αυτήν και στη δεύτερη περίπτωση της ψευδορκίας μάρτυρα, εκείνος που, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια. Έτσι, για τη θεμελίωση και των δύο αυτών εγκλημάτων απαιτείται, εκτός από τα λοιπά στοιχεία, που συγκροτούν την αντικειμενική τους υπόσταση και άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει αναγκαία τη γνώση με την έννοια της βεβαιότητας ότι η καταμήνυση είναι ψευδής, στην περίπτωση του άρθρου 229 παρ. 1 του Π.Κ, και ότι τα ενόρκως κατατιθέμενα είναι επίσης ψευδή, στην περίπτωση του άρθρου 224 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα. Η ύπαρξη τέτοιου δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς στην καταδικαστική απόφαση με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη γνώση αυτή, αλλιώς η απόφαση στερείται της επιβαλλόμενης από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και είναι αναιρετέα κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 362 και 369 ΠΚ προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως απαιτείται, αντικειμενικώς μεν ισχυρισμός ή διάδοση από το δράστη για άλλον, ενώπιον τρίτου, ψευδούς γεγονότος το οποίο μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει, αφενός μεν τη γνώση του δράστη με την έννοια της βεβαιότητας ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και αφετέρου, τη θέληση αυτού να ισχυρισθεί ή διαδώσει ενώπιον τρίτου το γεγονός αυτό.
Εξάλλου. η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ'αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από το διατακτικό της αποφάσεως, με το οποίο το σκεπτικό αποτελεί ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε, ειδικότερη έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Τα αποδεικτικά μέσα αρκεί να αναφέρονται γενικώς και κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεση τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου. Πα την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν, όμως, λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν έκανε σωστή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφήρμοσε, αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 4512/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε, σε δεύτερο βαθμό, για ψευδή καταμήνυση, ψευδορκία μάρτυρος και συκοφαντική δυσφήμηση, το Δικαστήριο αυτό δέχθηκε ανελέγκτως ότι, από την εκτίμηση των μνημονευομένων, κατά κατηγορίες, αποδεικτικών μέσων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος είναι εργολάβος οικοδομών ασχολούμενος από ετών στην περιφέρεια της ... με την ανέγερση κτιρίων και εμπορικών κέντρων, ενώ τα τελευταία χρόνια επικεντρώθηκε η δραστηριότητά του κατά κύριο λόγο στην περιοχή των βορείων προαστίων .... Το έτος 1995" μετά τη σύνταξη του υπ' αριθ. ... προσυμφώνου μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου και εργολαβικό τού συμβολαιογράφου Αθηνών Κωνσταντίνου Ε. Παπαδόπουλου, ο κατηγορούμενος προήλθε σε συμφωνία με τη ... χήρα Ξ και ανέλαβε με τη σχέση τής αντιπαροχής την ανέγερση κτηρίου στέγασης γραφείων και καταστημάτων με τη μορφή εμπορικού κέντρου σε οικόπεδο. Πρόκειται, ειδικότερα, για ακίνητο, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή τού Δήμου ... και συγκεκριμένα στο υπ' αριθ. 510 οικοδομικό τετράγωνο τού εγκεκριμένου σχεδίου τού Δήμου ... (οδός ....). Ενόψει τούτου και μετά την από 22.2.1996 σχετική αίτηση, εκδόθηκε η υπ' αριθ. ... οικοδομική άδεια τού Πολεοδομικού Γραφείου τού Δήμου ..., τής οποίας διευθυντής τότε ήταν ο Β (ήδη μάρτυρας υπερασπίσεως). Η άδεια αυτή εκδόθηκε δύο ημέρες μετά τη σύνταξη συμπληρωματικής αποδοχής κληρονομιάς, ενώ κατά το χρονικό αυτό διάστημα, που διέρρευσε μέχρι την έκδοση τής εν λόγω αδείας, υπήρξαν έντονες διαμάχες, διότι το θέμα, που είχε στο μεταξύ ανακύψει, ήταν αρκετά σοβαρό. Η άδεια, όμως, αυτή, στη συνέχεια, ανακλήθηκε από το μετέπειτα διευθυντή τού Πολεοδομικού Γραφείου Γ (ήδη μάρτυρα κατηγορίας) με το υπ' αριθ. πρωτ. 552/3·3·1997 σχετικό έγγραφό του, δεδομένου, ότι προέκυπτε σοβαρό θέμα στους επικαλούμενους τίτλους ιδιοκτησίας, γεγονότα, τα οποία, όπως αποδεικνύεται αγνοούσε πλήρως ο μηνυτής. Σημειώνεται, ότι το θέμα είχε ήδη απασχολήσει κατά το παρελθόν και συγκεκριμένα από το έτος 1984 την Τεχνική Υπηρεσία τού Δήμου ..., λόγω τής υπάρχουσας στην περιοχή αυτή Πλατείας τού ομώνυμου Δήμου. Η εδαφική διαφορά, η οποία προέκυψε μετά ταύτα είναι μεγάλη και, όπως εκτίθεται, δεν δικαιολογείται από εσφαλμένη, ενδεχομένως, εμβαδομέτρηση τού επίδικου ακινήτου. Έτσι, όπως σημειώνεται, αρχικά το ακίνητο είχε τέσσερες πλευρές, ενώ τώρα εμφανίζεται με πέντε. Ενόψει τής ανώμαλης αυτής εξέλιξης ο κατηγορούμενος επισκέφθηκε τον ανωτέρω διευθυντή τού Πολεοδομικού Γραφείου στο κτήριο τού Δήμου, συνοδευόμενος από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του Π, που ήταν και αδελφός τής ιδιοκτήτριας. Ο εν λόγω μάρτυρας τους είπε να ανεβούν στο γραφείο του τότε Δημάρχου και ήδη μηνυτή Ψ, ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει από επίσκεψη του στις Η.Π.Α., λέγοντας χαρακτηριστικά "ανεβείτε στο Δήμαρχο και θα έλθουμε κι' εμείς να εξηγήσουμε". Όπως αποδεικνύεται, ο Δήμαρχος αγνοούσε αντελώς το θέμα του κατηγορουμένου, τού οποίου γνώστες ήσαν ο αρμόδιος Αντιδήμαρχος και ο διευθυντής τού Πολεοδομικού Γραφείου. Πράγματι, ο κατηγορούμενος εργολάβος συνοδευόμενος από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του εισήλθαν στο γραφείο του Δημάρχου, το οποίο, σημειωτέον, ήταν ανοικτό σε όλους και εντός αυτού βρίσκονταν συγχρόνως ο πιο πάνω διευθυντής τού Πολεοδομικού Γραφείου ..., καθώς και άλλα πρόσωπα, τα οποία συνεργάζονταν με το μηνυτή, λόγω των πολλών και ποικίλων θεμάτων, που είχαν, στο μεταξύ, συγκεντρωθεί, λόγω τού μεγάλου χρόνου απουσίας του. Εκεί εκτέθηκε το ζήτημα ανοικτά και ενώπιον όλων των παρευρισκομένων προσώπων και, ως εκ τούτου, δεν έλαβε χώρα κατ' ιδίαν συνάντηση, χωρίς, βεβαίως, να υπάρξει οποιαδήποτε εξέλιξη, αφού ο Δήμαρχος αγνοούσε το θέμα, αλλά και χωρίς να επακολουθήσει πλέον άλλη συνάντηση μεταξύ κατηγορουμένου και μηνυτή. Πρέπει να επισημανθεί, ότι αρχικά ο μηνυτής είχε την αίσθηση, ότι ο κατηγορούμενος είχε δίκιο και, όπως σημειώνει, πάντα ήταν υπέρ των απόψεων τού διαμαρτυρόμενου πολίτη. Αργότερα, όμως, με την ενημέρωση, την οποία είχε αρμοδίως και διερευνώντας την υπόθεση κατέληξε, ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε δίκιο. Όμως, το θέμα έλαβε διαστάσεις και εισήχθη ενώπιον του δημοτικού συμβουλίου, στο οποίο, μάλιστα παραστάθηκε και ο προαναφερόμενος πληρεξούσιος δικηγόρος Π, ο οποίος εξέφρασε τις απόψεις του και έγινε λόγος και για προσκύρωση τού επιπλέον εδαφικού τμήματος. Η προσκύρωση αυτή συζητήθηκε ως μία μεσοπρόθεσμη λύση, αλλά το δημοτικό συμβούλιο ομόφωνα τάχθηκε υπέρ τής προστασίας των κοινοχρήστων χώρων τού Δήμου και ήταν αντίθετο με τις απόψεις τού κατηγορουμένου. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι ουδέποτε τέθηκε από τον τελευταίο θέμα εκβιαστικών ενεργειών τού μηνυτή Δημάρχου, τις δε απόψεις τού μηνυτή αποδέχθηκε πλήρως η τότε αντιπολίτευση, ακολουθώντας και μετά ταύτα την ίδια επί τού θέματος τακτική. Σημειώνεται, ότι ο μηνυτής Δήμαρχος με το υπ' αριθ. πρωτ. 760/26.3.1997 έγγραφο του συντάχθηκε με την παραπάνω ενέργεια τού διευθυντή τής Πολεοδομίας τού Δήμου ... και ανακάλεσε την προαναφερομένη εκδοθείσα, υπ' αριθ. ..., οικοδομική άδεια με την αιτιολογία, ότι δεν είχε γίνει ορθή εφαρμογή τού εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου. Η υπόθεση ήχθη ενώπιον τόσο τού Συμβουλίου τής Επικρατείας, όσο και των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων, τα οποία επελήφθησαν προσφυγών και τακτικής αγωγής του Δήμου, αντίστοιχα, για την επικαλούμενη κατάληψη τού κοινόχρηστου χώρου. Η εν λόγω δικαστική διαμάχη είχε ως αποτέλεσμα να ακυρωθούν διοικητικώς οι ενέργειες τού Δήμου για τυπικούς λόγους και να γίνει δεκτή η αγωγή του Δήμου, ενώ με απόφαση τού Αρείου Πάγου αναιρέθηκε. Και ενώ έτσι είχαν τα πράγματα, ο κατηγορούμενος στις 2 Νοεμβρίου 2001 κατέθεσε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών μήνυση, με ΑΒΜ Α2001/3593" με την οποία εν γνώσει του κατ-εμήνυσε τον ήδη μηνυτή, Ψ, διαλαμβάνοντας τα ακόλουθα: "1) Είμαι εργολάβος οικοδομών και ασχολούμαι στην ... με την ανέγερση κτηρίων και εμπορικών κέντρων, εδώ και πολλές δεκαετίες. Την δραστηριότητα του μου αυτή στον τομέα των κατασκευών ανέπτυξα σχεδόν σε όλη την ..., ωστόσο τις δύο τελευταίες δεκαετίες επικέντρωσα το ενδιαφέρον μου κατά κύριο λόγο στην περιοχή των βορείων προαστίων ...., λόγω τού μεγάλου όγκου εργολαβιών που μου ανατέθηκαν. Το 1995 κατόπιν προσυμφώνου μεταβίβασης και σχετικού εργολαβικού, αφού συμφώνησα με τη ... χήρα Ξ, ανέλαβα με τη σχέση τής αντιπαροχής την ανέγερση κτηρίου γραφείων και καταστημάτων σε οικόπεδο τού Δήμου .... (εμπορικό κέντρο). Το έργο αυτό επρόκειτο να αποπερατωθεί γρήγορα και να αποφέρει έσοδα σε εμάς ποσού εξακοσίων ενενήντα εκατομμύρια ογδόντα πέντε δρχ. (696.085.000), αλλά σε καμία απολύτως περίπτωση δεν μπορούσα να διανοηθώ την απίστευτη περιπέτεια, στην οποία με οδήγησε προσωπικώς ο τότε δήμαρχος ... και σημερινός βουλευτής ... Ψ. Ο δήμαρχος Ψ και "απόλυτος τότε άρχοντας" τής ..., όπως ο ίδιος ισχυριζόταν (σχετ. 1) θεωρώντας, ότι το εύρος τής συγκεκριμένης εργολαβίας, άρα και το ποσοστό τού κέρδους μου ήταν πολύ μεγάλο, πίστεψε, ότι θα μπορούσε αξιοποιώντας την εξουσιαστική του δύναμη, εκβιάζοντας με, ανακαλώντας την οικοδομική άδεια, την οποία σύννομα και νομότυπα είχα αποκτήσει (σχετ. 2), σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες, να καταστήσει εαυτόν συμμέτοχο στα κέρδη μου. Για το λόγο αυτό εκβιαστικά απαίτησε το ποσό των εβδομήντα εκατομμυρίων δραχμών (70.000.000 δρχ.), προκειμένου να άρει τα εμπόδια, τα οποία ο ίδιος μου δημιούργησε, ανακαλώντας παράνομα την οικοδομική άδεια, προκειμένου να ικανοποιήσει τις παράνομες και αχαρακτήριστες προθέσεις του, αφού πρώτα αδικαιολόγητα μου κοινοποίησε η Πολεοδομία ... το σχετικό σήμα για την παύση των οικοδομικών εργασιών (σχετ. 3). Η δεδομένη άρνηση μου στην εκβιαστική συμπεριφορά τού ανωτέρω πρώην δημάρχου και νυν βουλευτή ... Ψ, την οποία και θα περιγράψω κατωτέρω με κάθε λεπτομέρεια, με ενέπλεξε σε έναν άνευ προηγουμένου δικαστικό αγώνα, ο οποίος έχει ήδη στεφθεί με επιτυχία, αφού μέχρι στιγμής όλες οι αποφάσεις με δικαιώνουν, αλλά και σε μία ατελείωτη εμπλοκή με τις υπηρεσίες τού ΥΠΕΧΩΔΕ, οι οποίες, όπως προκύπτει από όλες τις αποφάσεις τους, συντάσσονται απόλυτα με τις θέσεις μου, χωρίς, όμως, να είναι ικανές να ανατρέψουν την εις βάρος μου δραματική κατάσταση, την οποία και διαμόρφωσε ο μη-νυόμενος Ψ με σωρεία εκβιαστικών και παράνομων πράξεων. 2) Ειδικότερα, με το υπ' αριθμόν ... προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου και εργολαβικό τού συμβολαιογράφου Αθηνών Κωνσταντίνου Ε. Παπαδόπουλου (σχετ. 4), το οποίο υπεγράφη μεταξύ της ... χήρας Ξ, ως κυρίας του οικοπέδου και ημών, αναλάβαμε με τη σχέση της αντιπαροχής- την ανέγερση κτηρίου γραφείων και καταστημάτων σε οικόπεδο που κείται στο Ο.Τ. 510 τού εγκεκριμένου σχεδίου τού Δήμου ... (οδός ....). Ύστερα από την υποβολή σχετικής αιτήσεως, μάς επετράπη να ανεγείρουμε κτήριο γραφείων και καταστημάτων με την υπ' αριθμόν ... οικοδομική άδεια τού Πολεοδομικού Γραφείου τού Δήμου ... (σχετ. 5). Στη συνέχεια, όμως, και πιο συγκεκριμένα με τα υπ' αριθ. πρωτ. οικ. ... έγγραφα τους (σχετ. 2 - 3), ο διευθυντής Πολεοδομίας τού Δήμου ... και ο Δήμαρχος ... αντίστοιχα διέταξαν την διακοπή των οικοδομικών εργασιών και την ανάκληση τής παραπάνω υπ' αριθμ. ... οικοδομικής αδείας με το -παντελώς αβάσιμο, όπως θα αναπτυχθεί στη συνέχεια- επιχείρημα και, όπως ήδη έγινε γνωστό κατά τον πλέον επίσημο και πανηγυρικό τρόπο από το Συμβούλιο τής Επικρατείας, ότι δήθεν το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο δεν έχει εφαρμοστεί σωστά στο έδαφος. Οι πράξεις, όμως, αυτές, τόσο τής Πολεοδομίας ... όσο και ιδίως τού μηνυομένου τότε δημάρχου, αρχικά ακυρώθηκαν (κατόπιν αιτήσεως μας) από το Συμβούλιο τής Επικρατείας, η μεν πράξη διακοπής οικοδομικών εργασιών λόγω αόριστης αιτιολογίας (ΣτΕ 3929/1997), η δε ανάκληση τής υπ' αριθμόν ... οικοδομικής αδείας, επειδή εκδόθηκε κατά πρωτοφανή και ανεξήγητο τρόπο από το Δήμαρχο ..., από αναρμόδιο όργανο (ΣτΕ 3928/ 1997) (σχετ. 6 - 7). Ωστόσο, με την υπ' αριθμόν ... πράξη του (σχετ. 8) και με την ίδια ως άνω αιτιολογία, ο διευθυντής Πολεοδομίας τού Δήμου ... με εντολή τού τότε Δημάρχου προέβη εκ νέου στην ανάκλήση τής υπ' αριθμόν ...ομικής αδείας. Στη συνέχεια, ο διευθυντής τής Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών τής Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του ΥΠΕΧΩΔΕ (έγγραφο με αριθμό πρωτ. ΔΤΕ/α/5997/452/ 3.4.1998) έκρινε -με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία-, ότι "το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο έχει εφαρμοσθεί σωστά στο έδαφος στην περιοχή τών Ο.Τ. 510, 519", μη υφιστάμενου λόγου ανάκλησης τής υπ' αριθμ. ... οικοδομικής αδείας (σχετ. 9). Ωστόσο η Διεύθυνση Πολεοδομίας τού Δήμου ... επέμεινε κακοβούλως και ανεξηγήτως στην άποψη της και αρνήθηκε να συμμορφωθεί προς τα γενόμενα δεκτά από το ως άνω έγγραφο τής Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών τού ΥΠΕΧΩΔΕ. Κατόπιν τούτου και ύστερα από την υπ' αριθμ. πρωί. 89/21.5.1998 απόφαση τού Κεντρικού ΣΧΟΠ (σχετ. 10) ο Γενικός Γραμματέας τού ΥΠΕΧΩΔΕ αποφάνθηκε, ότι "δεν υφίσταται ασυμφωνία στην εφαρμογή στο έδαφος των Ρ.Γ. - Ο.Γ. τής οδού ... παρά τα Ο.Τ. 510. 519 τού Δήμου ... και το εγκεκριμένο σχέδιο έχει εφαρμοστεί ορθά στο έδαφος με τις ΤΕ 610/1949, 167/1950 και τα ΔΕ 105/19897, 1/1992". Σημειωτέον, ότι η ως άνω απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ εκδόθηκε επί τη βάσει τής διάταξης τού άρθρου 27 παρ. 2 τού ν. 1577/1985 (ΓΟΚ), η οποία ορίζει, ότι για "κάθε αμφισβήτηση που ανακύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων τού νόμου αυτού ή των τυχόν ειδικών πολεοδομικών σχεδίων και κανονισμών αποφασίζει οριστικά ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος". Ωστόσο, ο Διευθυντής Πολεοδομίας τού Δήμου ..., με το υπ' αριθμόν ... έγγραφο του (σχετ. 11), ενεργώντας πάντοτε ύστερα από εντολή τού τότε Δημάρχου και ήδη μηνυομένου, αγνόησε την ως άνω απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ (η οποία, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη τού άρθρου 27 παρ. 2 τού ν. 1577/1985, είναι οριστική) και αρνήθηκε να επαναφέρει σε ισχύ την προαναφερθείσα υπ' αριθμόν ... οικοδομική άδεια "εφ' όσον δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα εκτελεστή πράξη ή απόφαση, που να δεσμεύει (την Υπηρεσία μας) για την ανάκληση τού εγγράφου ανάκλησης τής οικοδομικής αδείας". Σε απάντηση τού ως άνω εγγράφου τού διευθυντή Πολεοδομίας τού Δήμου ..., ο διευθυντής Τοπογραφικών Εφαρμογών τού ΥΠΕΧΩΔΕ επεσήμανε (με το υπ' αριθμόν πρωτ. ΔΤΕ/α/17377?1671/6.7.1998 έγγραφο του) (σχετ. 12) προς το Δήμο ..., ότι "αποκλειστική αιτιολογία για την ανάκληση τής από την υπηρεσία σας τής ... οικοδομικής αδείας ... ήταν η θεώρηση από την ίδια την υπηρεσία σας, ασυμφωνίας τού εγκεκριμένου σχεδίου και πραγματικότητος", ότι με βάση την προαναφερθείσα απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ "που εκδόθηκε με βάση το άρθρο 27 τού ΓΟΚ/85 μετά την 89/98 γνωμοδότηση τού Κεντρικού Συμβουλίου ΧΟΠ, αποσαφηνίζεται οριστικά, ότι δεν υφίσταται ασυμφωνία του εγκεκριμένου σχεδίου στην υπόψη θέση" και ότι, τέλος, "δεν δικαιολογείται.... η άρνηση της υπηρεσίας σας να επαναχορηγήσει την οικοδομική άδεια, εφόσον εξέλιπε με την παραπάνω απόφαση η αιτιολογία της ανάκλησης της". Παρόλα ταύτα, η Διεύθυνση Πολεοδομίας τού Δήμου ... -με το υπ' αριθμόν ... έγγραφο της- αρνήθηκε για μία ακόμη φορά την επαναχορήγηση τής υπ' αριθμόν ... οικοδομικής αδείας και αγνόησε την προαναφερθείσα απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ (σχετ. 13). Η παρανομία τής άρνησης αυτής τού Δήμου ... να συμμορφωθεί, όπως είχε υποχρέωση προς την εν λόγω οριστική απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ, επισημάνθηκε για μία ακόμη φορά τόσο με το υπ' αριθμ. πρωτ. .... ιευθύντριας Ο.Κ.Κ. της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας τού ΥΠΕΧΩΔΕ (σχετ. 14), όσο και με το υπ' αριθμ. πρωτ. οικ. 55900/21.8.1998 έγγραφο τής Διεύθυνσης Επιθεώρησης τού ιδίου ως άνω Υπουργείου (σχετ. 15). Στη συνέχεια και κατόπιν τής από 23.7.1998 προσφυγής μας (η οποία ασκήθηκε επί τη βάσει των διατάξεων τού άρθρου 8 τού ν. 3200/1955), ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ ακύρωσε την άρνηση τού Δήμου ... να άρει την ανάκληση τής υπ' αριθμόν ...οικοδομικής αδείας με το ακόλουθο σκεπτικό: "μετά την υπ' αριθμόν ΔΤΕ/α/14124/1414/1.6.1998 απόφαση υπογραφής τού Γενικού Γραμματέα δεν υφίσταται έρεισμα εκ μέρους τού Δήμου ... να διεκδικεί ως κοινόχρηστο χώρο εδαφική έκταση μέσα στο οικοδομήσιμο τμήμα τού Ο.Τ., η οποία, σημειωτέον, όχι μόνο δεν εντοπίζεται ως συγκεκριμένο εδαφικό τμήμα στο οικόπεδο, που αφορά την ανακληθείσα υπ' αριθμόν ... οικοδομική άδεια, αλλά έχει προσαρτηθεί στην υπόλοιπη έκταση των προσφευγόντων με την υπ' αριθμόν ... αποδοχή κληρονομιάς τού συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Παπαδόπουλου" (σχετ. 16). Εξάλλου, και ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας ..., με την υπ' αριθμ. πρωτ. ...απόφαση του (σχετ. 17), έδωσε ρητή εντολή στο Δήμο ... να επαναφέρει σε ισχύ την υπ' αριθμ. ... οικοδομική άδεια. Παρόλα αυτά, ο Δήμος ... και ιδίως ο ήδη μηνυόμενος τότε Δήμαρχος ... και ήδη βουλευτής ..., συνέχισε να παρανομεί και να αρνείται την επαναχορήγηση τής εν λόγω αδείας ακριβέστερα την ανάκληση τής ανακλητικής της πράξης) παρά τις παραπάνω επανειλημμένες πράξεις τής Διοίκησης, οι οποίες έκριναν οριστικά το αβάσιμο των ισχυρισμών τού Δήμου ... και ιδίως τού τότε Δημάρχου. 3) Ειδικότερα, η συνεχής και αδιάκοπη άρνηση τού Ψ τότε Δημάρχου ... και σημερινού βουλευτή ... να αποκαταστήσει την ανωμαλία, την οποία ο ίδιος παντελώς αδίκως δημιούργησε ανακαλώντας παράνομα και αναρμόδια την οικοδομική άδεια, αλλά και η μοναδική του υπομονή και πείσμα, προκειμένου να μην εφαρμοσθούν οι αποφάσεις τού ΣτΕ, αλλά και τού Υπουργού ΥΠΕΧΩΔΕ, που συνεχώς με δικαιώνουν, ερείδονται στην άρνηση μου να ενδώσω στην εκβιαστική του απαίτηση για την καταβολή σε αυτόν, όπως θρασύτατα μου ζήτησε, ενός "δώρου" αξίας εβδομήντα εκατομμυρίων δραχμών (70.000.000 δρχ.). Συγκεκριμένα, για το ειδικότερο αυτό περιστατικό τής εκβίασης μου αναφέρω, ότι, πριν την απροσδόκητη ανάκληση τής υπ' αριθμόν ... οικοδομικής αδείας, δηλαδή, και αμέσως μετά την επίδοση σε μένα τού σχετικού σήματος τής Πολεοδομίας ... για την ανεξήγητη διακοπή των οικοδομικών εργασιών τις 3.3.1997, έσπευσα στις 4.3. 1997, στο γραφείο τού Δημάρχου, να ζητήσω εξηγήσεις για τη διακοπή των εργασιών, αφού ο Διευθυντής τής Πολεοδομίας με παρέπεμψε στον τότε Δήμαρχο Ψ, αφού, όπως μου είπε η Πολεοδομία με εντολή Δημάρχου διέκοψε τις οικοδομικές εργασίες. Στην κατ' ιδίαν επαφή μας στο γραφείο του, ο μηνυόμενος, πρώην Δήμαρχος ... Ψ, με ψύχραιμο και ψυχρό τρόπο και χωρίς περιστροφές αντιμετώπισε το θέμα, που αφορούσε την ανάκληση τής εν λόγω αδείας λέγοντας επί λέξει τα εξής: "Δώσε μου εβδομήντα εκατομμύρια δραχμές (70.000.000 δρχ.) και δεν πρόκειται να αντιμετωπίσεις κανένα απολύτως πρόβλημα με την οικοδομική σου άδεια, την οποία και θα επαναφέρουμε σε ισχύ, για να συνεχίσεις ανενόχλητος την δουλειά σου αμέσως. Σε διαφορετική περίπτωση ξέχνα την άδεια αυτή". Έμεινα κυριολεκτικά εμβρόντητος, αφού για πρώτη φορά στη ζωή μου ερχόμουν αντιμέτωπος με τέτοιου είδους στυγνό εκβιασμό. Μη μπορώντας δε να συνειδητοποιήσω, όσα είχα ακούσει, και προσπαθώντας να επαναφέρω τον τότε Δήμαρχο και νυν βουλευτή ... στην πραγματικότητα, λέγοντας του, ότι θα προσφύγω στην Δικαιοσύνη και στα αρμόδια όργανα τού ΥΠΕΧΩΔΕ, ακόμη και στον ίδιο τον Υπουργό, αυτός, με χαρακτηριστικά ήρεμη και ειρωνική διάθεση μου απάντησε, ότι δεν επρόκειτο να δικαιωθώ, όσο αυτός μένει ανικανοποίητος σχετικά με την απαίτηση καταβολής σε αυτόν τού ποσού των εβδομήντα εκατομμυρίων δραχμών (70.000.000 δρχ.) "ως δώρο", για να προβεί στη χορήγηση σε μένα και πάλι τής αδείας, που τόσο είχα ανάγκη, όχι μόνο, για να συνεχίσω την εργασία μου, αλλά και να αποφύγω την οικονομική μου κατάρρευση. 4) Τα χρήματα αυτά που απαράδεκτος, παρανόμως και κατά τρόπο εκβιαστικό μου ζητήθηκαν από τον μηνυόμενο, δεν ενέδωσα να τα καταβάλω, αφ' ενός μεν διότι έβλεπα, ότι επρόκειτο για μια πολύ μεγάλη και πρωτοφανή παράνομη πράξη, αφ' ετέρου δε, διότι δεν είχα και την δυνατότητα να καταβάλω το ποσό αυτό, αφού, λόγω τής ενάρξεως των οικοδομικών εργασιών τής συγκεκριμένης οικοδομής, είχα διαθέσει όλα μου τα χρήματα, ενώ είχα πάρει και δάνεια. Κατόπιν αυτής τής εξέλιξης, δηλαδή, τής παραπάνω άρνησης μου βρέθηκα αντιμέτωπος με σωρεία παρανόμων πράξεων, που αποδείχθηκαν εξαιρετικά ζημιογόνες για μένα, πράξεις, που ουσιαστικά αποτέλεσαν μετουσίωση και επιβεβαίωση τών απειλών και των προειδοποιήσεων τού τότε Δημάρχου και νυν βουλευτή ... Ψ. Επισυνάπτω, ειδικότερα, και τα ως άνω αναφερθέντα έγγραφα: α) την με αριθμό πρωτ. οικ. ... πράξη διακοπής οικοδομικών εργασιών τού Διευθυντή Πολεοδομίας τού Δήμου ..., που έπασχε από έλλειψη νόμιμης πλήρους και επαρκούς αιτιολογίας, όπως προκύπτει και από την ΣτΕ 3929/1997, απόφαση (σχετ. 3), η οποία ακύρωσε την πράξη αυτή, λόγω αοριστίας. Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι ο εν λόγω Διευθυντής τής Πολεοδομίας, ήταν άνθρωπος τού τότε Δημάρχου, αφού αυτός τον τοποθέτησε στην θέση αυτή, δια τής αντικαταστάσεως τού προηγουμένου, Β. β) Την αρχική, με αριθμό πρωτ. 760/26.3.1997 πράξη ανάκλησης τής υπ' αριθμ.... οικοδομικής αδείας τού ιδίου τού τότε Δημάρχου ... (σχετ. 2). Η απόφαση αυτή τού Δημάρχου έπασχε από αναρμοδιότητα, όπως προκύπτει και από τη ΣτΕ 3928/1998, η οποία ακύρωσε την πράξη αυτή ώς εκ τού λόγου τούτου, γ) Τις προαναφερθείσες πράξεις τού Διευθυντή της Πολεοδομίας τού Δήμου ..., όσο και τού τότε Δημάρχου και νυν βουλευτή ... Ψ, αντίστοιχα, όσο και τη δεύτερη χρονικά, με αριθμό πρωτ. ... πράξη ανάκλησης τής υπ' αριθμ. ... οικοδομικής αδείας του Διευθυντή τής Πολεοδομίας του Δήμου ..., οι οποίες πάσχουν από πρόδηλη παρανομία. Και τούτο, διότι ο ισχυρισμός, με τον οποίο επιχειρήθηκε να δικαιολογηθούν οι πράξεις αυτές (ότι δήθεν το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο δεν έχει εφαρμοσθεί σωστά στο έδαφος) είναι παντελώς αβάσιμος. Προς απόδειξη τής παρανομίας των εν λόγω πράξεων επικαλούμαι ενδεικτικώς τα ακόλουθα: α) το με αριθ. πρωτ. ΔΤΕ/α/5997/452/3.4.1998 έγγραφο τού Διευθυντή τής αρμόδιας υπηρεσίας τού ΥΠΕΧΩΔΕ (σχετ. 9), όπου με αναλυτικό και τεκμηριωμένο τρόπο αποδεικνύεται, ότι το "εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο έχει εφαρμοσθεί σωστά σε έδαφος στην περιοχή των Ο.Τ. 510, 519". β)- Τη με αριθ. πρωτ. ΔΤΕ/α/14124/1414/1.6.Ι998 απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ (σχετ. 18), με την οποία αυτός απεφάνθη (επί τη βάσει τής διάταξης τού άρθρου 27 παρ. 2 τού ν. 1577/1985, ότι "δεν υφίσταται ασυμφωνία στην εφαρμογή στο έδαφος των Ρ.Γ - Ο.Γ. τής οδού ... παρά τα Ο.Τ. 510, 519 τού Δήμου ... και το εγκεκριμένο σχέδιο έχει εφαρμοσθεί ορθά στο έδαφος με τις ΤΕ 610/1949, 167/1950 και τα ΔΕ 105/1987, 1/1992". γ)- Την υπ' αριθμόν ... γνωμοδότηση τού Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος (σχετ. 10), στην οποία και στηρίχθηκε η ως άνω απόφαση τού Γενικού Γραμματέα τού ΥΠΕΧΩΔΕ. δ)- Την υπ' αριθμ. πρωτ. ...απόφαση τού Υπουργού ΥΠΕΧΩΔΕ (σχετ. 16) κατ' εφαρμογή τού νόμου 3200/1955, με την οποία ακυρώθηκε η παράνομη άρνηση τού Δήμου ... να άρει την ανάκληση τής υπ' αριθ. ... οικοδομικής αδείας, ε)- Την με αριθμ. πρωτ. ... απόφαση τού Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής (σχετ. 17), με την οποία στα πλαίσια τού ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των οργάνων τής Τοπικής Αυτοδιοίκησης δόθηκε εντολή προς τη Διεύθυνση Πολεοδομίας τού Δήμου ... να επαναφέρει σε ισχύ την υπ' αριθμόν ... οικοδομική άδεια, την οποία ο τότε Δήμαρχος ...ς και σημερινός βουλευτής ... μου ανακάλεσε παρανόμως, στ)- Την υπ' αριθμ. ... οικοδομική άδεια (σχετ. 19), η οποία εκδόθηκε από το Πολεοδομικό Γραφείο τού Δήμου ... για το ίδιο οικοδομικό τετράγωνο (Ο.Τ 510) και με τα ίδια τοπογραφικά σχέδια, χωρίς ποτέ μέχρι τώρα να ανακληθεί ή να έχει τεθεί μέχρι σήμερα ζήτημα ανάκλησης της, λόγω μη σωστής εφαρμογής του εγκεκριμένου σχεδίου στο έδαφος, κάτι που δυστυχώς εφηύρε στην παρόμοια περίπτωση μου ο μηνυόμενος τότε Δήμαρχος ... και σημερινός βουλευτής ... Ψ. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός, ότι και η υπ' αριθμόν ... άδεια οικοδομής τού ιδίου οικοδομικού τετραγώνου και των ιδίων γραμμών επί τής οδού ... αναθεωρήθηκε την 6.11.1997, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα ανακάλεσαν τη δική μου νόμιμη οικοδομική άδεια, που αφορούσε οικοδομή επί του ιδίου οικοδομικού τετραγώνου και απολύτως όμοιων πολεοδομικών χαρακτηριστικών (σχετ. Ι9α')· ζ)- Το με αριθ. πρωτ. 13770/1999 έγγραφο, με το οποίο ο Διευθυντής Πολεοδομίας τού Δήμου ... συναινεί στην χορήγηση άδειας καταστήματος στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο (Ο.Τ. 510), χωρίς να θέτει το ζήτημα τής μη σωστής εφαρμογής τού εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου στο έδαφος. 5) Παρά λοιπόν τον γιγαντιαίο αυτό αγώνα, τον οποίο έδωσα, ο πρώην Δήμαρχος ... και νυν βουλευτής Ψ παρέμεινε ακλόνητος στις θέσεις του και αξιοποιώντας τον απόλυτο έλεγχο που ασκούσε στις υπηρεσίες τής Πολεοδομίας τού Δήμου ..., επέμενε εκβιαστικά στην καταβολή των ανωτέρω 70.000.000 δρχ., για να προβεί σε αποκατάσταση τής αδικίας. Αγνόησε τις αποφάσεις τού Γενικού Γραμματέα τού Υπουργείου, των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, τού Υπουργείου, τού Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, τού ίδιου τού Υπουργού, αλλά ακόμη και τις προαναφερθείσες αποφάσεις τού ΣτΕ, θεωρώντας, ότι έπρεπε πάνω από όλα να τού καταβάλλω εβδομήντα εκατομμύρια δραχμές (70.000.000 δρχ.) αρνήθηκε πεισματικά να συνταχθεί με την νομιμότητα, έτσι, όπως αυτή ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους τού Κράτους, οδηγώντας έναν συνάνθρωπο του, δηλαδή, εμένα, στην επαγγελματική καχεξία και την οικονομική καταστροφή. 6) "Όπως ήδη προαναφέρθηκε, κατόπιν των ανωτέρω εις βάρος μου παρανομιών και εκβιασμών, κατέφυγα μέσω τού δικηγορικού γραφείου τού καθηγητή Πανεπιστημίου ... (δια τού συνεργάτη του ...) προς το Συμβούλιο τής Επικρατείας και ήδη εκδόθηκε η προσαγόμενη και επικαλούμενη υπ' αριθμόν 3372/2001 (σχετ. 20) απόφαση του, η οποία δημοσιεύτηκε στην 2.10.2001. Με την απόφαση αυτή δικαιώνομαι πλήρως και επιβεβαιώνονται πλήρως οι παρανομίες τού τότε Δημάρχου ... Ψ, αφού ακυρώνονται ως παράνομες όλες οι προαναφερθείσες εις βάρος μου πράξεις τού Δήμου ...". Έτσι, λοιπόν, εν γνώσει του ο κατηγορούμενος κατεμήνυσε άλλον ψευδώς ενώπιον τής αρχής, ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη, με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του γι' αυτή. Κατά την υποβολή δε τής ως άνω μηνύσεως του εν γνώσει του κατέθεσε ψέματα επιβεβαιώνοντας ενώπιον τού αρμόδιου εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών το περιεχόμενο αυτής, μολονότι γνώριζε την αναλήθειά του. Το ίδιο έπραξε, επίσης, έπραξε εξεταζόμενος στις 21.12.2001 ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον τής Πταισματοδίκου Αμαρουσίου, η οποία ενεργούσε προανάκριση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας επί τής αναφερόμενης παραπάνω μηνύσεως του, επιβεβαιώνοντας ενόρκως το περιεχόμενο αυτής, αν και τελούσε εν γνώσει τής αναληθείας του. Περαιτέρω, αποδεικνύεται, ότι στις 4 Απριλίου 2004 συμμετείχε στην εκπομπή ... και κατά τη συνέντευξη του σε συνεργάτη τού σταθμού ..., που δόθηκε με αποκλειστικό σκοπό να προβληθεί στην εκπομπή τής 4·4-2004, ισχυρίσθηκε ενώπιον τού τηλεοπτικού κοινού για τον εγκαλούντα Ψ, ότι δήθεν τέλεσε σε βάρος του τα αδικήματα τής εκβίασης, τής παράβασης καθήκοντος και τα ειδικότερα εκτιθέμενα κατωτέρω. Ειδικότερα, το περιεχόμενο τής ανωτέρω εκπομπής, κατά το επίμαχο σημείο του έχει ως εξής: "ΕΚΠΟΜΠΗ ... Δημοσιογράφος: Ν, Κυριακή 4.4.2004. Ν:... Ο επιχειρηματίας κ. Χ που είναι εδώ, εργολάβος, έκανε μία σοβαρότατη καταγγελία για εσάς. (Σημ. Συντ. μηνυτή), ότι τού ζητήσατε για ένα εμπορικό κέντρο, που έχτιζε στην ... 70 εκατομμύρια δραχμές, όταν ήσασταν Δήμαρχος ..., όχι κατά τη διάρκεια τής βουλευτικής σας θητείας... Δημοσιογράφος (ρεπορτάζ): Αυτή την οκταετή του ταλαιπωρία ο Χ την αποδίδει σύμφωνα με τα καταγγελόμενα, σε δόλιες και τελικά παράνομες ενέργειες από πλευράς Δήμου και Πολεοδομίας ... που άρχισαν όπως ο ίδιος υποστηρίζει από τον εκβιασμό που υπέστη το 1997 από τον τότε Δήμαρχο ... και νυν βουλευτή τής Ν.Δ. Ψ ...: Τότε χωρίς πολλά λόγια και χωρίς να συζητήσει το θέμα για ποιο λόγο έγινε η διακοπή μου ζήτησε εσένα 70 εκατομμύρια για το οικόπεδο που είχα πάρει, σαν αντιπαροχή και να συνεχιστούν οι εργασίες στο οικόπεδο, δια φορετικά να ξεχάσω την άδεια για αρκετά χρόνια και την ταλαιπωρία που θα υποστώ σε όλη την διαδρομή, εάν δεν υποκύψω στον εκβιασμό 70 εκατομμυρίων που μού ζήτησε ο Ψ.Χ: Αποφάσισα να βγώ στην εκπομπή σας Ν, γιατί πιστεύω, ότι η αδικία, που με ταλαιπωρεί επί επτά ολόκληρα χρόνια, το να δικαιώνομαι από όλα τα δικαστήρια και να μην εφαρμόζονται, να προσπαθώ με κάθε τρόπο νόμιμο, μέχρι σήμερα με όλα τα στοιχεία που έχω μέσα στον φάκελο αυτόν εδώ, με όλες τις αποφάσεις τού Συμβουλίου Επικρατείας, που έχω φτάσει και έχω πάρει να μην πω τον αριθμό πάνω από 7 αποφάσεις τού Συμβουλίου Επικρατείας, πάνω από 3 4 αποφάσεις τού Διοικητικού Εφετείου, οι οποίες μιλάνε, ότι παρανόμως έχει ανακληθεί, η άδεια.... Ν: Σας παρακαλώ κ. Χ επιμένετε, ότι σάς ζήτησε ο άνθρωπος αυτός 70 εκατομμύρια εκβιαστικά; Κάτω από το τραπέζι; Χ: Ναι επιμένω, επιμένω. Στο ερώτημα σας. Φυσικά κάτω από το τραπέζι. Χ: Στην συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν διαμαρτυρήθηκε η παρανομία χωρίς να υπάρχει από τον κ.Ψ... Ν: Εντέχνως δηλαδή; Χ: Βεβαίως εντέχνως... Χ: ....Λέει, εσάς εντάξει, λέει, είναι το οικόπεδο σας. Ο Χ είναι επιχειρηματίας, πήτε ένα καλύτερο οικόπεδο και γι' αυτό θα κερδίσει πάρα πολλά και να μην τα πολυλογούμε θα μου δώσει 70 εκατομμύρια εμένα και από εκεί και πέρα θα λήξουν όλα. Ούτε σήμα διακοπής, και θα προχωρήσει κανονικά η άδεια, να τελειώσει εκείνος τη δουλειά του και εμείς να κάνουμε τη δουλειά μας. Δημοσιογράφος: Ειδάλλως... Χ:... Ειδάλλως, λέει, ξεχάστε την άδεια αυτή, εγώ λέει, προσωπικά θα σας ταλαιπωρήσω για μια δεκαετία. Διαλέξτε και πάρτε Χ ή πληρώνεις τα 70 εκατομμύρια και ξεμπερδεύουμε αύριο και τελειώνουμε ή διαφορετικά ξέχασε την άδεια. Και εκεί. ξαφνικά είδα τον Π εγώ που κρατιόταν στο γραφείο που επήγε και τον βλέπω ξαφνικά να χάνει τις αισθήσεις του και να πέφτει στην καρέκλα επάνω και τρομάζω, γιατί είχε και ένα πρόβλημα υγείας ο Π με την καρδιά του και προσπάθησα και τον συνέφερα ας πούμε και μετά από λίγο που συνήλθε ο Π, ενώ ο Ψ ήταν τελείως ήρεμος, σαν να μην συνέβαινε τίποτε ένα βλέμμα ψυχρό που αν το προσέξει κανείς και τον δει από κοντά και στα μάτια και κάνει μια συζήτηση θα καταλάβει ότι έχει μια ηρεμία και μια ψυχρότητα ό,τι. και να κάνει Όταν συνήλθε ο Π από τη στεναχώρια του τη μεγάλη ψιθύρισε έτσι με μια τρεμάμενη φωνή και λέει ότι κ. Δήμαρχε είμαι 50 χρόνια δικηγόρος, 55, πρώτη φορά στη ζωή μου βλέπω τέτοιο ωμό εκβιασμό... Χ: Για να φθάσει κανείς να κάνει μία τόσο σοβαρή όπως τη λέτε καταγγελία και μήνυση πρέπει να έχει, στοιχεία που να είναι καταχωρημένος, δηλαδή δεν μπορώ να βγω εγώ ξαφνικά με τον κ. Ψ αν και τον γνώριζα ούτε είχα ποτέ μαζί του τίποτα και με κανέναν και μέχρι σήμερα με κανέναν πολίτη και δεν μπορώ να διανοηθώ να κάνω μήνυση σε άνθρωπο για οτιδήποτε παράπτωμα και αν μου κάνει αλλά η συνεχιζόμενη, δηλαδή από τον Ψ, άρνηση να εφαρμόσει τις αποφάσεις που βγαίνανε και η συνεχόμενη, δηλαδή όλη η υπηρεσία που υπήρχε μέσα, το κλίμα ήτανε δεν πλήρωσες, θα ταλαιπωρηθείς, θα πάθεις μεγαλύτερη ζημιά και είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που δεν πλήρωσες αυτό το πακέτο, έτσι, έφτασε κάπου... ...: υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις τέτοιες δηλαδή; Χ: Υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις, έχουν ακουστεί και άλλες... Ν: Είστε ο μοναδικός που δεν πληρώσατε το χαράτσι εννοούσατε των 70 εκατομμυρίων; Χ: Ναι. ναι ο μακαρίτης ο Π. Ο Π λιποθύμησε όχι τόσο για το ποσό, γιατί δεν τον αφορούσε αυτόν. Λιποθύμησε στην ταλαιπωρία που θα πέρναγε, λόγω, ότι γνώριζε σαν δικηγόρος, γνώριζε, τι σήμαινε αυτό να σου κάνουν μία ανάκληση μίας άδειας παράνομης και γνώριζε την πορεία των δικαστηρίων. Χ: Είμαστε μέσα στο γραφείο οι τρεις μας και γι' αυτό λέει ο θα κερδίσει πάρα πολλά και να μην τα πολυλογούμε θα μου δώσει 70 εκατομμύρια εμένα και από κει. και πέρα θα λήξουν όλα. Χ: Δεν κάναμε αυτό κάναμε το άλλο με τον Π. Την ίδια στιγμή κατεβήκαμε κάτω στο καφενείο που ήταν και ο μηχανικός μας εκεί ο Ψ έστειλε αυτό εδώ το σήμα διακοπής εργασιών, γιατί το έστειλε ρωτάω εγώ, γιατί το έστειλε ένα σήμα, που είναι τελείως παράνομο. Χ: Πηγαίνουμε στον διευθυντή της πολεοδομίας τον Γ. Εγώ, ο Π και ο μηχανικός μας ο .... Και, όταν ζητάμε εξηγήσεις εμείς από τον Γ, τι συμβαίνει, τι είναι αυτό το σήμα, γιατί ήρθε αυτό το σήμα διακοπής λέει εγώ αυτή τη στιγμή ενεργώ με εντολή του κ. Δημάρχου. Λέω ο δήμαρχος τι δουλειά έχει να ενεργεί, η πολεοδομία είναι... Χ: Στην δικαιοσύνη αρχίζει μετά από το σήμα αυτό και μετά τον εκβιασμό που δέχομαι προσφεύγω, για να ακυρώσω το σήμα στο Συμβούλιο Επικρατείας. Παράλληλα, την ίδια στιγμή, όχι την ίδια στιγμή, μετά από 20 μέρες περίπου 25 ο Ψ, ο οποίος την στιγμή τού εκβιασμού μου δηλώνει, ότι θα σου κάνω εγώ προσωπικά ανάκληση τής αδείας και λέω εσείς, γιατί θα μου κάνετε Ψ ανάκληση τής αδείας...". Με τον τρόπο δε αυτό ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτου και διέδωσε για κάποιον άλλον γεγονότα ψευδή, τα οποία μπορούσαν να βλάψουν την τιμή ή την υπόληψη τού τελευταίου τελώντας εν γνώσει τής αναλήθειας τους, αφού ουδέποτε ο μηνυτής προέβη στις καταγγελλόμενες ενέργειες. Το ψεύδος δε των γεγονότων ήταν ασύστολο με γενόμενη καταγγελία μετά παρέλευση ετών και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι, όπως προαναφέρθηκε, υπήρχαν στο γραφείο και άλλα άτομα και ο παριστάμενος πληρεξούσιος Δικηγόρος του και θεωρείται αδιανόητο να γίνει ένας τέτοιος εκβιασμός ενώπιον τόσων ατόμων, γεγονός, που δεν κατατίθεται από κανέναν και μάλιστα δεν έγινε άμεση επίκληση ούτε από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, ο οποίος το επινόησε μετά παρέλευση ετών. Όπως αναφέρει ο μάρτυρας ... στην από 27.9.2004 προανακριτική του κατάθεση, η οποία αναγνώσθηκε, ο ήδη αποθανών Π ουδέποτε του ανέφερε μέχρι τον επισυμβάντα θάνατο του, ότι ο μηνυτής ζήτησε χρήματα. Ακόμη ψευδές είναι και το επικαλούμενο γεγονός, ότι ο παριστάμενος Δικηγόρος Π δήθεν λιποθύμησε με το άκουσμα της ανάκλησης δεδομένου, ότι η λιποθυμία τούτου έλαβε χώρα σε άλλον τόπο και σε άλλο χρόνο και δεν είχε απολύτως καμία σχέση με το επικαλούμενο από τον κατηγορούμενο ανύπαρκτο ως άνω γεγονός. Υπήρξε δε τέτοια η μανία τού κατηγορουμένου εναντίον του μηνυτή Ψ, ώστε μετέβη και στην εκλογική του περιφέρεια στα ..., όπου τον δυσφήμησε αναφέροντας τα ίδια ως άνω ψευδή πραγματικά περιστατικά. Με τον τρόπο δε αυτό εμφανίστηκε ο μηνυτής, ότι "κινώντας τα νήματα", όπως τού αποδίδεται, να εκβίασε, προκειμένου να άρει τις δυσκολίες εν γένει, οι οποίες είχαν αναφανεί κατά την εκτέλεση τού ανωτέρω έργου και την ανάκληση τής οικοδομικής αδείας. Ουδέποτε αυτός είχε οποιαδήποτε σχέση με τον κατηγορούμενο, τον οποίο δεν γνώριζε, η δε έρευνα από την Πολεοδομία τού Δήμου και η ανάκληση τής οικοδομικής άδειας από τον τότε διευθυντή έγινε κατά το χρόνο απουσίας τού μηνυτή σε προγραμματισμένη επίσκεψη του στην ..., ο οποίος αγνοούσε πλήρως την υπόθεση. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι ο κατηγορούμενος άσκησε εναντίον τού μηνυτή αγωγή αποζημιώσεως, στο δικόγραφο τής οποίας δεν γινόταν καμία αναφορά στο προαναφερόμενο περιστατικό τής δήθεν εκβιάσεως, αλλ' αυτή στηρίχθηκε αποκλειστικά και μόνο στην αδικοπραξία. Επίσης, θα πρέπει να τονισθεί η εκ μέρους τής αντιπολίτευσης τοποθέτηση υπέρ τού μηνυτή, τον οποίο θεωρεί έναν έντιμο άνθρωπο και άξιο πολιτευτή, ανεξάρτητα τής ιδεολογικής τοποθέτησης και τής ασκούμενης κατά καιρούς έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης, που δεν συνδέεται βεβαίως με την ποιότητα τού χαρακτήρα. Η μήνυση υποβλήθηκε εναντίον τού Ψ, όταν πλέον αυτός είχε εκλεγεί βουλευτής με το κόμμα τής Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική περιφέρεια των ... και μετέπειτα υπήρξε Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης. Τα ψευδή δε αυτά γεγονότα, των οποίων την αναλήθεια γνώριζε ο κατηγορούμενος, αποδεικνύεται, ότι μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη τού εγκαλούντος. Δεν συντρέχει δε περίπτωση διαπράξεως εκ μέρους τού κατηγορουμένου απλής δυσφημήσεως, αφού τα γεγονότα ήταν παντελώς ψευδή, αυτός τελούσε εν γνώσει τής αναληθείας τους, χωρίς καμία αμφιβολία γι' αυτά, πρόθεση του ήταν να δυσφημήσει το μηνυτή και να τον πλήξει, για να αναδείξει το δικό του γεγονός το χρόνο, κατά τον οποίο ο πρώτος ήδη είχε εκλεγεί βουλευτής και η ψευδής καταγγελία ελάμβανε πλέον μία διαφορετική δυναμική. Ούτε, όμως, είχε και πρόθεση εξυβρίσεώς του, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στην αρχή τής παρούσας.". Με βάση τις παραδοχές αυτές το δίκασαν Δικαστήριο, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των ανωτέρω εγκλημάτων, για τα οποία κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, τα αποδεικτικά μέσα, επί των οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτού κρίσεώς του και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των εν λόγω πραγματικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 α, 27 παρ.1 , 94, 98, 224 παρ. 1, 2- 227 παρ.1, 229 παρ. 1 και 362, 363 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή με ασαφείς ή ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και δε στερείται νόμιμης βάσεως. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και αναφορικά με τις επί μέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος: α) στην προσβαλλόμενη απόφαση παρατίθενται τα γεγονότα, τα οποία είναι ψευδή και ποία είναι τα αληθή, αιτιολογεί δε το Δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα τον άμεσο δόλο του κατηγορουμένου εργολάβου οικοδομών, με την έκθεση στο σκεπτικό των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία προκύπτει η γνώση αυτού, με την έννοια της βεβαιότητας, για την αναλήθεια των άνω γεγονότων, τα οποία ενόρκως βεβαίωσε ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και ενώπιον της Πταισματοδίκου Αμαρουσίου και για τα οποία ψευδώς καταμήνυσε με την από 2-11-2001 μήνυση τον εγκαλούντα, πρώην Δήμαρχο ... και ήδη, κατά την υποβολή της μηνύσεως, Βουλευτή ..., για δήθεν γενόμενο κατά το έτος 1997 εκβιασμό αυτού και απαίτηση υπ' αυτού 70.000.000 δραχμών όταν ήταν Δήμαρχος ..., με αφορμή ανάκληση οικοδομικής άδειας (του κατηγορουμένου) από το Τμήμα Πολεοδομίας του Δήμου ..., για διευθέτηση του ανακύψαντος ζητήματος της άδειας και ότι την εν λόγω μήνυση υπέβαλε με σκοπό να επιτύχει την ποινική δίωξη του ανωτέρω Δημάρχου για εκβίαση και για παράβαση καθήκοντος και έτσι να θίξει την τιμή και την υπόληψη του, με όσα αναληθή διέδωσε για αυτόν ενώπιον των προσώπων που από υπηρεσιακό καθήκον ανέγνωσαν και έλαβαν γνώση της μηνύσεως αυτής, β) αιτιολογείται επαρκώς η γνώση του κατηγορουμένου ότι ήταν εντελώς ψευδή όσα διέδωσε για τον πολιτικώς ενάγοντα Δήμαρχο στις 4-4-2004 κατά τη συνέντευξη του σε εκπομπή τηλεοπτικού σταθμού, με σκοπό να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του, παραθέτοντας πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει η γνώση αυτή. Περαιτέρω, η εκ μέρους του αναιρεσείοντος αμφισβήτηση της ουσίας των άνω παραδοχών, συνιστά ανεπίτρεπτη προσβολή της περί τα πράγματα ανέλεγκτης κρίσεως του Δικαστηρίου της ουσίας.
Επομένως, οι συναφείς λόγοι αναιρέσεως, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠοινΔ, με τους οποίους ειδικότερα προβάλλεται, ελλιπής και ασαφής αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως και εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία των ανωτέρω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Κατ' ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρο 176, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 9 Νοεμβρίου 2009 αίτηση - δήλωση του Χ, περί αναιρέσεως της 4512/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του παρασταντος πολιτικώς ενάγοντος, εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Απριλίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 5 Μαΐου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ