Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Δυσφήμηση απλη.
Περίληψη:
Δυσφήμιση - Στοιχεία, Έννοια γεγονότος. Ατιμώρητη η πράξη κατ' άρθρο 366 § 1 ΠΚ αν το γεγονός είναι αληθές. Προϋποθέσεις, Πότε είναι η αιτιολογία πλήρης και εμπεριστατωμένη. Πότε υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία εφαρμογή, εκ πλαγίου παράβαση (ΑΠ 1607/2009, ΑΠ 1853/2008, 1444/2008). Καταδικαστική απόφαση για δυσφήμιση. Αντίφαση μεταξύ σκεπτικού και διατακτικού, διότι ενώ δέχεται ότι το δυσφημιστικό γεγονός ήταν αληθινό, τον κηρύσσει ένοχο και γι' αυτό χωρίς να αιτιολογεί μη εφαρμογή άρθρου 366 ΠΚ. Εκ πλαγίου παράβαση και διότι ενώ δέχεται τέλεση απλής δυσφημίσεως στο διατακτικό αναφέρει ότι τα γεγονότα ήταν ψευδή και συκοφαντικά. Βάσιμοι λόγοι άρθρου 510 § 1 Δ και Ε. Αναιρεί και παραπέμπει.
ΑΡΙΘΜΟΣ 584/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ανδριάνα Αντωνοπούλου, περί αναιρέσεως της 8302/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως δικηγόρος. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28 Δεκεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 116/2010.
Αφού άκουσε Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον πολιτικώς ενάγοντα, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να η γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 362 εδ. α` του ΠΚ, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της "απλής δυσφημήσεως", απαιτούνται, αντικειμενικώς, ισχυρισμός ενώπιον τρίτου ή διάδοση για κάποιον άλλον γεγονότος, το οποίο είναι πρόσφορο (κατάλληλο, επιτήδειο) κατ' αντικειμενική κρίση (την κοινή αντίληψη) να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει, αφενός μεν, τη γνώση, έστω και με την έννοια του ενδεχόμενου δόλου (της αμφιβολίας), ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, αφετέρου δε, τη θέληση ή την αποδοχή του δράστη να προβεί σε τέτοιο βλαπτικό της τιμής ή της υπόληψης ισχυρισμό ή διάδοση. Δεν απαιτείται γνώση της αναλήθειας, ενώ η πεποίθηση του δράστη περί την αλήθεια ή την αναλήθεια του γεγονότος δεν αποκλείει τον δόλο. Τέλος από την πιο πάνω διάταξη, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 1 και 3 του ΠΚ, προκύπτει ότι, αν αποδεικνύεται ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι αληθές, δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της δυσφημήσεως. Είναι δυνατόν όμως να στοιχειοθετείται το από το άρθρο 361 του ίδιου Κώδικα προβλεπόμενο έγκλημα της εξυβρίσεως, αν από τον τρόπο της εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως. (άρθρο 366 παρ. 3 του ΠΚ.).
Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση στερείται της από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν δεν αναφέρονται σ' αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους τα περιστατικά αυτά υπήχθησαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Έλλειψη τέτοιας αιτιολογίας υπάρχει και όταν, η έκθεση των πραγματικών περιστατικών, που δέχεται το δικαστήριο ως αποδειχθέντα στο αιτιολογικό της απόφασής του, έρχεται σε αντίφαση με εκείνα για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων κατηγορούμενος στο διατακτικό. Εξάλλου, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, υπάρχει όχι μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία έχει δεχθεί, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης που ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον 'Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, που δίκασε την έφεση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, ύστερα από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 1994/2008 απόφασής του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "Τον Οκτώβριο του 2001 το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "Εθνικό Ιδρυμα Νεότητας" ΕΙΝ, ανέθεσε στον εγκαλούντα, που είναι δικηγόρος, να προβεί κατά του κατηγορουμένου σε υποβολή μηνύσεως για συκοφαντική δυσφήμηση και ψευδή καταμήνυση καθώς και στην άσκηση αγωγής με αίτημα την καταδίκη του κατηγορουμένου και λοιπών προσώπων, συνεπαγομένων, στην καταβολή του ποσού των 500 εκατομμυρίων δραχμών για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, λόγω προσβολής της προσωπικότητας του παραπάνω νομικού προσώπου, που συντελέσθηκε με την από 23-7-2001 ανοιχτή επιστολή, που απηύθυνε ο κατηγορούμενος σε διάφορους αποδέκτες (Γραφείο Πρωθυπουργού, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπουργείο Δικαιοσύνης, ΓΕΕ κ.λ.π.), σχετικά με τον έλεγχο των στατικών μελετών βάσει των οποίων κατασκευάζονταν κτίρια μεγάλης σπουδαιότητας και στην οποία κατήγγειλε το ΕΙΝ, που το έτος 1997 είχε προκηρύξει δύο δημόσιους διαγωνισμούς για την εκτέλεση των έργων "Ανακαίνιση και μετατροπή υφισταμένου κτιρίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε φοιτητική εστία - λέσχη στο Βόλο" και "Ενίσχυση και ανακαίνιση τμήματος της μαθητικής εστίας Κόνιστας" για λανθασμένη διαδικασία ανάθεσης έργου και για αποδοχή μελετών, οι οποίες παραβίαζαν τους κανόνες της οικοδομικής. Η αντιδικία μεταξύ του ΕΙΝ και του κατηγορουμένου, ο οποίος είχε υποβάλει προσφορές για τους δύο άνω διαγωνισμούς, που όμως δεν επελέγησαν από τις επιτροπές αξιολόγησης, αφορούσε την τεχνική αρτιότητα των μελετών και κατασκευών του ΕΙΝ στον Βόλο και στην Κόνιστα. Σε εκτέλεση της εντολής του ΕΙΝ ο εγκαλών, ως πληρεξούσιος δικηγόρος του Ιδρύματος, άσκησε την από 28-12-2001 και με αριθμό κατάθεσης ... αγωγή του ΕΙΝ κατά του κατηγορουμένου και άλλων πέντε ατόμων, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με επιδίκαση υπέρ του Ιδρύματος του ποσού των 500.000.000 δρχ., ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Στις 10-4-2002 ο κατηγορούμενος κατέθεσε στο ΕΙΝ, με αριθμό πρωτοκόλλου ..., την από 9-3-2002 επιστολή του, την οποία επίσης κοινοποίηση προς τη πρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. του ΕΙΝ, το Υπουργείο Παιδείας, την Εισαγγελία Βόλου, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Σύλλογο Πολιτικών μηχανικών Ελλάδος και το Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών ... και στην οποία (επιστολή), αναφερόμενος στο περιεχόμενο της ανωτέρω αγωγής τα ΕΙΝ εναντίον του, ισχυρίσθηκε, μεταξύ άλλων, τα εξής: α) ότι ο νομικός σύμβουλος του ΕΙΝ, ισχυρίζεται ψευδώς πως υπάρχει παράλειψη ενίσχυσης μόνο στα τοιχώματα Τ4 και Τ5, τα οποία στη μελέτη ενίσχυσης έχουν μετονομασθεί σε Κ35, ενώ τον ίδιο οπλισμό φέρουν και τα υπόλοιπά τοιχώματα, οπότε η παράλειψη ενίσχυση υπάρχει στο σύνολο των τοιχωμάτων β) ότι ο νομικός σύμβουλος του ΕΙΝ ψευδώς ισχυρίζεται πως σε περίπτωση θραύσης του υποστηλώματος σε ενδεχόμενο σεισμό, αντίστοιχα δομικά φορτία παραλαμβάνονται ικανοποιητικά από άλλα παρακείμενα υποστηλώματα, γ) ότι ο ισχυρισμός αποσκοπεί όχι μόνο στη συγκάλυψη των σοβαρών ευθυνών του μελετητή που συνέταξε και υπέγραψε τις συγκεκριμένες μελέτες και της ΔΤΥ/ΕΙΝ, που αφού την αξιολόγησε, τη βαθμολόγησε με εννέα, αλλά αποσκοπεί και στο να δώσει τη δυνατότητα στον εργολάβο να διεκδικήσει και να πληρωθεί ως υπερσυμβατικές τις εργασίες που όφειλε να είχε συμπεριλάβει στην αρχική προσφορά του, ανεβάζοντας το κόστος του έργου κατά δεκάδες εκατομμύρια σε βάρος του ΕΙΝ, δ) ότι η επιστολή απευθύνεται και στην Εισαγγελία Βόλου, προκειμένου να εξετάσει αν από την ομολογία της παράλειψης ενίσχυσης και τον ψευδή ισχυρισμό ότι τα παρακείμενα υποστηλώματα μπορούν να παραλάβουν τα σεισμικά φορτία, συντρέχουν λόγοι εφαρμογής του άρθρου 286 Π.Κ. και ε) ότι άρχισαν να έχουν άποψη επί της φέρουσας ικανότητας κτιρίων μεγάλης σπουδαιότητας, εκτός από τους τεχνολόγους μηχανολόγους και οι δικηγόροι". Υπό τ' ανωτέρω αναφερόμενα, που κατά την κρίση του Δικαστηρίου δεν αποτελούν δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές και επαγγελματικές εργασίες, αφού απευθύνονται κατά του συγκεκριμένου νομικού παραστάτου, που συνέταξε την συγκεκριμένη αγωγή κατά του κατηγορουμένου τον οποίο ήθελε να πλήξει, αφού τα ως άνω περιστατικά (γεγονότα) ήτο δυνατόν και μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του ως δικηγόρου που φέρεται να ενεργεί για την συγκάλυψη των σοβαρών ευθυνών του μελετητή, ήτοι ως συνεργός του. Όμως το Δικαστήριο δέχεται ότι ως προς τα υποστηλώματα και τα φορτία το γεγονός αυτό δεν ήτο ψευδές, αφού πράγματι έγινε νέα μελέτη για τα έργα αυτά (Βόλου και Κονίτσης) και επομένως η μορφή του εγκλήματος είναι της απλής δυσφήμησης και όχι της συκοφαντικής δυσφήμησης, πράγμα που μπορεί να γίνει κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας. Επίσης ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι ο εγκαλών ενεργείσας δικηγόρος μέσα στα πλαίσια της δοθείσας εντολής εκ μέρους του ΕΙΝ και επομένως ό,τι αναφέρει στην αγωγή, δεν αποδίδει δική του γνώμη αλλά εκφράζει την άποψη των εντολέων του, όπως επίσης γνώριζε ότι ο εγκαλών δεν ενεργεί προς συγκάλυψη σοβαρών ευθυνών του μελετητή του έργου ούτε προς βλάβη των συμφερόντων του ΕΙΝ και προς όφελος του εργολάβου, όπως άλλωστε τούτο κρίθηκε και από τις σχετικές αποφάσεις που έκριναν ότι δεν υπάρχει παράβαση των κανόνων της οικοδομικής και επομένως δεν υπάρχει πλάνη σε αυτόν." Με βάση τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο της ουσίας κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα της πράξεως της δυσφημήσεως, κατ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της συκοφαντικής δυσφημήσεως, και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) μηνών, την οποία και ανέστειλε επί 3ετία. Ειδικότερα τον κήρυξε ένοχο του ότι: "Στην Αθήνα στις 10 Απριλίου του έτους 2002, ενεργώντας με πρόθεση διέδωσε για κάποιον άλλο γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψή του. Ειδικότερα, στον παραπάνω τόπο και χρόνο καταθέτοντας στις 10-4-2002 στο Εθνικό Ιδρυμα Νεότητας με αριθμό πρωτ. ... την από 9-3-2002 επιστολή του και κοινοποιώντας την και στον Πρόεδρο και τα μέλη του ΔΣ του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας, στο Υπουργείο Παιδείας (γραφείο κ. Υπουργού), Εισαγγελία Βόλου, Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Σχέσεων Κράτους Πολίτη, στο Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδος και στο Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών ... διέδωσε εις βάρος του εγκαλούντος Ψ, γεγονότα ψευδή τα οποία μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του. Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στον ανωτέρω εγκαλούντα, ο οποίος ως πληρεξούσιος δικηγόρος του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας είχε καταθέσει και υπογράψει για λογαριασμό του ιδρύματος και κατά του κατηγορουμένου την υπ' αριθμ. κατάθεσης ... αγωγή αδικοπραξίας, ενόψει του ότι ο κατηγορούμενος στις 23-7-2001 απηύθυνε ανοιχτή επιστολή σχετικά με τον έλεγχο των στατικών μελετών βάσει των οποίων κατασκευάζονται κτίρια μεγάλης σπουδαιότητας, μεταξύ άλλων και στο Εθνικό Ιδρυμα Νεότητας, καταγγέλοντας το τελευταίο για λανθασμένη διαδικασία ανάθεσης έργου και για αποδοχή μελετών, οι οποίες παραβίαζαν τους κανόνες της οικοδομικής, δεδομένου ότι το Ιδρυμα είχε προκηρύξει δύο δημόσιους διαγωνισμούς κατά το έτος 1997, με το σύστημα μελέτη - κατασκευή για την εκτέλεση των έργων "Ανακαίνιση και μετατροπή υφισταμένου κτιρίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας σε φοιτητική Εστία - λέσχη στο Βόλο" και "Ενίσχυση και ανακαίνιση τμήματος της Μαθητικής Εστίας Κόνιτσας" και οι επιτροπές αξιολόγησής του επέλεξαν ως συγκριτικά καλύτερες προσφορές άλλες πλην της Κοινοπραξίας του κατηγορουμένου, η οποία υπέβαλε ενστάσεις, που απερρίφθησαν από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος κατόπιν Εισηγήσεων των Επιτροπών αξιολόγησης, ισχυρίστηκε, αναφερόμενος στην ανωτέρω αγωγή, τα ακόλουθα: "Μια απλή ματιά από οποιοδήποτε γνωρίζει ανάγνωση (όχι κατ' ανάγκη διπλωματούχο πολιτικό μηχανικό) στα συνημμένα σχέδια αρκεί για να καταλάβει το επικίνδυνο των ισχυρισμών του ΕΙΝ. Συνημμένο σχέδιο Νο 1 (αρχική μελέτη κατασκευής Φ.Ε. Βόλου). Στο σχέδιο αυτό μπορεί κανείς να διαβάσει (κόκκινος κύκλος) ότι στα τοιχώματα Τ4 και Τ5, τα οποία έχουν μετονομαστεί στη μελέτη ενίσχυσης σε Κ35 αναγράφεται ως οπλισμός 2#Τ131 και όπως το ίδιο το ΕΙΝ ομολογεί υπάρχει παράλειψη ενίσχυσης και πιθανότητα (βεβαιότητα κατ' εμένα) Θραύσης. Στο ίδιο σχέδιο (όποιος θέλει η ΔΤΥ/ΕΙΝ δεν θέλει) μπορεί να διαβάσει ότι ο ίδιος οπλισμός αναγράφεται και στα υπόλοιπα τοιχώματα Τ1, Τ2, Τ3, Τ4 (Μπλε κύκλοι). Αρα είναι προφανές ότι η παράλειψη ενίσχυσης υπάρχει στο σύνολο των τοιχωμάτων και όχι μόνο στο ένα όπως ψευδώς ισχυρίζεται ο Νομικός Σύμβουλος του ΕΙΝ". "Είναι φανερό ότι ο ισχυρισμός του Νομικού Συμβούλου και σε περίπτωση θραύσης του ιδίου σε ενδεχόμενο σεισμό, αντίστοιχα δομικά φορτία παραλαμβάνονται ικανοποιητικά από άλλα παρακείμενα υποστηλώματα είναι και αυτός ψευδής". "Ο ισχυρισμός αποσκοπεί όχι μόνο στη συγκάλυψη των σοβαρών ευθυνών του μελετητή που συνέταξε υπέγραψε τη συγκεκριμένη μελέτη και της ΔΤΥ/ΕΙΝ που αφού την αξιολόγησε τη βαθμολόγησε με εννέα αλλά αποσκοπεί και στο να δώσει τη δυνατότηα στον εργολάβο να διεκδικήσει και να πληρωθεί ως υπερσυμβατικές τις εργασίες, που όφειλε να είχε συμπεριλάβει στην αρχική προσφορά του, ανεβάζοντας το κόστος του έργου κατά ΔΕΚΑΔΕΣ εκατομμύρια σε βάρος του ΕΙΝ". "Η παρούσα επιστολή απευθύνεται επιπλέον στην Εισαγγελία Βόλου, προκειμένου να εξετάσει αν από την ομολογία της παράλειψης ενίσχυσης και τον ψευδή ισχυρισμό ότι τα παρακείμενα υποστηλώματα μπορούν να παραλάβουν τα σεισμικά φορτία συντρέχουν λόγοι εφαρμογής του άρθρου 286 ΠΚ". "Αρχισαν να έχουν άποψη επί της φέρουσας ικανότητας κτιρίων μεγάλης Σπουδαιότητας εκτός από τους Τεχνολόγους Μηχανολόγους και οι δικηγόροι" και τα διέδωσε και στον Πρόεδρο και τα μέλη του ΔΣ του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας, στο Υπουργείο Παιδείας (γραφείο κ. Υπουργού), Εισαγγελία Βόλου, Υπουργείο Εσωτερικών/Δ/νση Σχέσεων Κράτους Πολίτη, στο Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδος και στο Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών, οι οποίοι έλαβαν γνώση των παραπάνω ψευδών και συκοφαντικών για τον εγκαλούντα γεγονότων, τα οποία καταφανώς βλάπτουν την τιμή και την υπόληψή του. Προέβη δε στην πράξη του αυτή, αν και γνώριζε ότι ο εγκαλών, ως δικηγόρος του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας, στους διαλαμβανόμενους στην αγωγή του ισχυρισμούς, έστω και ψευδείς ακόμη υποτιθέμενους, εκπροσωπούσε το Ιδρυμα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του και καμία ευθύνη δεν φέρει για αυτούς, αφού σε κάθε περίπτωση προέρχονται από το Ιδρυμα και όχι από τον ίδιο τον (εγκαλούντα), και ότι τα παραπάνω ενώπιον των προαναφερθέντων τρίτων διαδοθέντα γεγονότα μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του ως άνω εγκαλούντος Ψ. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, διέλαβε στην απόφασή του ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες όσον αφορά τη θεμελίωση του εγκλήματος της απλής δυσφημήσεως κατόπιν μεταβολής της αρχικής κατηγορίας περί συκοφαντικής δυσφημήσεως. Ειδικότερα ενώ με το σκεπτικό της αποφάσεως γίνεται δεκτό ότι ήταν αληθινά ορισμένα από τα γεγονότα που ισχυρίσθηκε ο κατηγορούμενος με την αναφερόμενη εκεί επιστολή του και δη τα υπό στοιχείο (β) και χωρίς να διασαφηνίσει αν τα υπόλοιπα υπό στοιχεία (α), (γ), (δ) και (ε) ήσαν αληθή ή ψευδή και στην τελευταία περίπτωση αν γνώριζε ή όχι την αναλήθεία τους ο αναιρεσείων, καταλήγει στην κρίση ότι η πράξη που τέλεσε, κατ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας για συκοφαντική δυσφήμηση, τυγχάνει η της απλής δυσφημήσεως και ότι έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος της εν λόγω πράξεως. Στο διατακτικό όμως, όπου παρατίθενται τα δυσφημιστικά γεγονότα, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος, περιλαμβάνονται και τα υπό στοιχεία (β) του σκεπτικού, χωρίς να διαλαμβάνεται αιτιολογία για τη μη εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 366 παρ. 1 ΠΚ κατ εφαρμογή της οποίας, όπως λέχθηκε έπρεπε να κηρυχθεί αθώος ο αναιρεσείων για τα κριθέντα ως αληθή γεγονότα αυτά. Περαιτέρω τα δυσφημιστικά γεγονότα που παρατίθενται στο διατακτικό, χαρακτηρίζονται ψευδή και συκοφαντικά, χαρακτηρισμός όμως ο οποίος έρχεται σε αντίφαση όσον αφορά τα υπό στοιχείο (β) που κρίθηκαν αληθή και περαιτέρω θα δικαιολογούσε καταδίκη για συκοφαντική δυσφήμιση και όχι απλή όπως έκρινε το Δικαστήριο. Περαιτέρω στο διατακτικό αναφέρεται, μεταξύ των δυσφημιστικών γεγονότων, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος και το, υπό στοιχείο (δ) του σκεπτικού, ότι "Η παρούσα επιστολή απευθύνεται επιπλέον στο Εισαγγελέα Βόλου προκειμένου να εξετάσει αν από την ομολογία της παράλειψης ενίσχυσης και τον ψευδή ισχυρισμό ότι τα παρακείμενα υποστηλώματα μπορούν να παραλάβουν τα σεισμικά φορτία συντρέχουν λόγοι εφαρμογής του άρθρου 286 ΠΚ". Τα ανωτέρω όμως δεν αποτελούν γεγονότα, κατά την προαναφερθείσα έννοια, που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος, αφού ο αναιρεσείων στο σημείο αυτό της επίμαχης επιστολής του εξηγεί για ποιο λόγο την κοινοποιεί και στον Εισαγγελέα και δη για να διερευνήσει αν τυχόν τελέσθηκε η πράξη που προβλέπεται και τιμωρείται από την διάταξη του άρθρου 286 ΠΚ, ενόψει του ότι, όπως δέχεται η προσβαλλομένη τα υποστηλώματα δεν μπορούσαν κατά την αρχική μελέτη να παραλάβουν τα σεισμικά φορτία, ο δε σχετικός περί του αντιθέτου ισχυρισμός της αγωγής ήταν αναληθής, γι αυτό και χρειάσθηκε να καταρτισθεί ως προς το ζήτημα αυτό νέα μελέτη. Κατ ακολουθία των προεκτεθέντων η αναιρεσιβαλλόμενη στερείται της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δικ. ειδικής και εμπεριστατωμένης, κατά την ανωτέρω έννοια, αιτιολογίας και καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, που εφάρμοσε, οι οποίες παραβιάσθηκαν εκ πλαγίου και έτσι στερείται αυτή νόμιμης βάσεως. Περαιτέρω το Δικαστήριο της ουσίας εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ανωτέρω διατάξεις σε σχέση με το δυσφημιστικό γεγονός που προαναφέρθηκε. Επομένως είναι βάσιμοι οι προβαλλόμενοι εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του Κ.Ποιν.Δικ. υπό στοιχεία Δ, Ε, Ζ και Η λόγοι αναιρέσεως, και πρέπει να γίνουν δεκτοί, να αναιρεθεί στο σύνολό της η προσβαλλομένη απόφαση, οπότε παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων αναιρέσεως, και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αρ. 8302/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημ/των Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 19 Μαρτίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ