Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αντίσταση κατά της αρχής, Υπέρβαση εξουσίας, Οπλοφορία, Παραγραφή υφ' όρο.
Περίληψη:
Αναιρείται η καταδικαστική απόφαση με την επίκληση του λόγου της υπερβάσεως εξουσίας - εφαρμογή άρθρου 32 παρ.1 Ν. 3346/2005. Παραπέμπει Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών για να τεθεί στο Αρχείο όσον αφορά την πράξη της παράνομης οπλοφορίας. Αναιρεί για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, και για έλλειψη νόμιμης βάσης για την πράξη της αντίστασης. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1523/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ορισθέντα με την υπ' αριθμό 57/2008 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γεωργίου Σαραντινού), Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειουσών - κατηγορουμένων, 1) Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Σωτήριο Σδούκο και Σωτήριο Κατσαρό, και 2) Χ2, που παρέστη με τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Σωτήριο Σδούκο και Σωτήριο Κατσαρό, περί αναιρέσεως της 321/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου. Το Τριμελές Εφετείο Αιγαίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και οι αναιρεσείουσες - κατηγορούμενες ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 14 Φεβρουαρίου 2008 δύο χωριστές αιτήσεις αναίρεσής τους, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 387/08.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των αναιρεσειουσών, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνουν δεκτές εν μέρει οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται, ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, οι, με αριθμό 1 και 2 από 14 Φεβρουαρίου 2008, δύο αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1 και 2) Χ2, και ως συναφείς, στρεφόμενες κατά της ίδιας υπ' αριθμό 321/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου, πρέπει να συνεκδικασθούν.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 32 παρ. 1 και 2 του ν. 3346/2005, 2 και 114 ΠΚ και 568 ΚΠΔ προκύπτει ότι οι επιβληθείσες μέχρι την 17.6.2005 ποινές έως έξι μηνών, εφόσον δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και δεν έχουν μέχρι την ως άνω ημεροχρονολογία εκτιθεί, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα υποπέσει μέσα σε δέκα οκτώ μήνες από 17.6.2005, σε νέα από δόλο προερχόμενη αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικασθεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών, ενώ οι μη εκτελεσθείσες, κατά την παρ. 1 του άρθρου 32 του ν. 3346/2005 αποφάσεις, τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατηγόρου κατά περίπτωση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ' αριθμό 321/14-12-2007, απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, οι αναιρεσείουσες καταδικάσθηκαν, με την υπ' αριθμό 61/26-1-2005 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Νάξου, για τις πράξεις α) της αντίστασης από κοινού και β) της παράνομης οπλοφορίας και η καθεμία απ' αυτές, καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών για την πρώτη πράξη και σε φυλάκιση 4 μηνών για τη δεύτερη πράξη, και σε συνολική ποινή φυλάκισης 14 μηνών, η οποία δεν είχε εκτιθεί μέχρι 17.6.2005.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού δέχθηκε τυπικά τις εφέσεις των εκκαλουσών, κήρυξε ενόχους τις κατηγορούμενες, και για τις δυο πράξεις, και, επέβαλε σε καθεμία απ' αυτές, ποινή φυλάκισης πέντε(5) μηνών για την πρώτη πράξη και ποινή φυλάκισης δυο(2) μηνών για τη δεύτερη πράξη και συνολική ποινή φυλάκισης σε καθεμία από τις εκκαλούσες, έξι (6) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για τρία χρόνια.
Συνεπώς, και με δεδομένο ότι η, κατά τα άνω παραγραφή, όσον αφορά την πράξη της παράνομης οπλοφορίας, για την οποία είχε επιβληθεί, από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, σε καθεμία από τις αναιρεσείουσες, ποινή φυλάκισης 4 μηνών, αναφέρεται σε ποινή, που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, έπρεπε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Νάξου, κατά το μέρος που αφορούσε την πράξη της παράνομης οπλοφορίας, να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση επί των εφέσεων, που άσκησαν οι αναιρεσείουσες κατά της ως άνω πρωτοδίκου αποφάσεως, προκειμένου να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο. Με το να μην πράξει συνεπώς τούτο, αλλά να προβεί στην καταδίκη των αναιρεσειουσών, υπερέβη την εξουσία του. Κατ' ακολουθία πρέπει, να γίνει δεκτός ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του Κ.Π.Δ, δεύτερος λόγος αναιρέσεως για υπέρβαση εξουσίας, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Νάξου, για τις δικές του κατά νόμο ενέργειες. Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 παρ.5 του Ν. 2408/1996, προκύπτει ότι η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ'του Κ.Π.Δ, λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας, είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί, να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικά κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, ούτε απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο, να προκύπτει ότι το Δικαστήριο, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, και όχι μόνο μερικά απ' αυτά κατ' επιλογή, όπως αυτό επιβάλλεται από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 178 ΚΠΔ. (Ολ.ΑΠ 1/2005). Η αόριστη, όμως, αναφορά στην απόφαση, χωρίς κανένα ειδικότερο προσδιορισμό του είδους των αποδεικτικών μέσων, τα οποία έλαβε υπόψη του το δικαστήριο, δεν αρκεί, και η έλλειψη αυτή δεν καλύπτεται από την τυχόν επιλεκτική επίκληση, κατά την έκθεση των πραγματικών περιστατικών, μεμονωμένων καταθέσεων μαρτύρων ή εγγράφων. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και παραδεκτώς επισκοπούνται, το Δικαστήριο, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη του, προκειμένου να στηρίξει την κρίση του, επί της ενοχής των κατηγορουμένων, για την πράξη της αντίστασης, δέχθηκε τα ακόλουθα " επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν και αναφέρονται παραπάνω λεπτομερώς, σε συνδυασμό με την όλη αποδεικτική διαδικασία, αποδεικνύονται, κατά την κρίση του δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: " Μεταξύ της ....... και των κατηγορουμένων είχε δημιουργηθεί μεγάλη αντιδικία, εξαιτίας της αμφισβητήσεως από την πρώτη της από ...... ιδιόγραφης διαθήκης του συζύγου της ......, ο οποίος απεβίωσε στις 11.5.2000 καθ' οδόν, από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Βάσει δε της διαθήκης αυτής, ο ανωτέρω διαθέτης άφησε διάφορα περιουσιακά στοιχεία στις κατηγορούμενες, αδελφή και μητέρα του, αντίστοιχα. Μεταξύ δε αυτών, και ένα ακίνητο που βρίσκεται στην παραλία της Χώρας Νάξου και της στεγαζόμενης σε αυτό επιχειρήσεως. Στα πλαίσια του δικαστικού αγώνα, η ανωτέρω σύζυγος άσκησε κατά των κατηγορουμένων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου την από 26.7.2000 αίτηση, με την οποία ζήτησε τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και συγκεκριμένα τη μεταρρύθμιση της υπ' αριθ. 250/2000 αποφάσεως τούτου. Επί της αιτήσεως αυτής, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 276/2000, απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία μεταρρυθμίσθηκε πράγματι η παραπάνω απόφαση και διορίσθηκε μεσεγγυούχος του ανωτέρω ισογείου καταστήματος η αιτούσα, ενώ συγχρόνως διατάχθηκε η παράδοση των υπό μεσεγγύηση πραγμάτων από της μέχρι τότε μεσεγγυούχους κατηγορούμενες σ' αυτή. Περαιτέρω, με την από ...... παραγγελία εκτέλεσης της εν λόγω αιτούσας ο δικαστικός επιμελητής στο Πρωτοδικείο Σύρου ......, προέβη στην εκτέλεση της αποφάσεως πηγαίνοντας στις ..... στο πιο πάνω κατάστημα. Κατά την άφιξή του διαπίστωσε, ότι η πόρτα του καταστήματος ήταν κλειδωμένη και μέσα σ' αυτό βρίσκονταν ο δικηγόρος Αθηνών Αντώνιος Παπασαραντόπουλος και οι κατηγορούμενες. Κατά την άποψη της πλειοψηφίας, αμφότερες οι κατηγορούμενες κρατούσαν στα χέρια τους μαχαίρια του καταστήματος, καθώς και μία σούβλα η πρώτη και έναν μπαλτά η δεύτερη, δηλαδή, όπλα, κατά την έννοια του νόμου. "Έτσι, όταν ο δικαστικός επιμελητής επιχείρησε να εισέλθει στο κατάστημα, οι κατηγορούμενες έχοντας στραμμένα τα πιο πάνω όπλα εναντίον του, τον απειλούσαν, ότι θα τον πλήξουν, αν εισέλθει στο κατάστημα. Μετά από αυτά, ο δικαστικός επιμελητής και παρά τη συνδρομή των αστυνομικών οργάνων, αναγκάσθηκε να αποχωρήσει παραλείποντας, έτσι, να προβεί στην εκτέλεση της πιο πάνω αποφάσεως, εξαιτίας των κατηγορουμένων. Συνέταξε δε μετά ταύτα την υπ' αριθ. ..... έκθεση παράδοσης ακινήτου και κινητών πραγμάτων, στην οποία ανέφερε λεπτομερώς τα όσα διαδραματίσθηκαν και περιγράφονται παραπάνω".
Στη συνέχεια, το δικαστήριο, κήρυξε ενόχους τις αναιρεσείουσες, για την πράξη της αντίστασης και επέβαλε σε καθεμία απ' αυτές, ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών. Από τις παραδοχές, όμως, αυτές της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει, ότι δεν γίνεται οποιαδήποτε, έστω, γενική αναφορά των αποδεικτικών μέσων, που λήφθηκαν υπόψη, προκειμένου το Δικαστήριο να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση. Ειδικότερα, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά, εάν εξετάστηκαν στην υπό κρίση υπόθεση, μάρτυρες κατηγορίας ή υπεράσπισης, πολύ δε περισσότερο, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά, ούτε στην κατάθεση του μάρτυρα ....., που ήταν ο μοναδικός μάρτυρας, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ώστε, πλέον να δημιουργείται αναμφισβήτητα, αμφιβολία, κατά πόσον εκτιμήθηκε η κατάθεσή του, που ας σημειωθεί, ήταν ο δικαστικός επιμελητής, σε βάρος του οποίου τελέστηκε η πράξη της αντίστασης. Η αμφιβολία δε αυτή, περί του εάν λήφθηκε υπόψη, η κατάθεσή του ενισχύεται, από το γεγονός, ότι η γνώμη της πλειοψηφίας, που κατέληξε στην κρίση περί ενοχής τους, κατέληξε σε παραδοχή, διάφορη της κατάθεσης του, σύμφωνα με την οποία " ...δεν έκανα την εκτέλεση, γιατί φοβήθηκα μην τις χτυπήσω". Με αυτά που δέχθηκε, πρέπει να γίνει δεκτή η αναίρεση, κατά το μέρος που αφορά την πράξη της αντίστασης, και να παραπεμφθεί για νέα συζήτηση η υπόθεση, σύμφωνα με το άρθρο 519 του Κ.Π.Δ, ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμό 321/ 14-12-2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου, και
Παραπέμπει την υπόθεση στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Νάξου, για τις δικές του κατά νόμο ενέργειες, όσον αφορά την πράξη της παράνομης οπλοφορίας.
Αναιρεί την υπ' αριθμό 321/14-12-2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου, ως προς την πράξη της αντίστασης. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος, που αφορά την πράξη της αντίστασης, για νέα συζήτηση, ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Μαΐου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 5 Ιουνίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ