Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Φοροδιαφυγή, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Ποινή, Παραπομπής Δικαστήριο.
Περίληψη:
Απόρριψη λόγων αναιρέσεως κατά αποφάσεως του δικαστηρίου της παραπομπής στο οποίο μετ' αναίρεση είχε παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το μέρος που δεν αναιρέθηκε για την επιμέτρηση της ποινής σε βάρος του αναιρεσείοντος. Δεν υπάρχει υπέρβαση εξουσίας από το ότι εξετάσθηκε από το δικαστήριο, που καθόρισε την επιβλητέα ποινή, μάρτυρας κατηγορίας και αναγνώσθηκαν τα έγγραφα εφόσον καθορίσθηκε από το δικαστήριο η ποινή με βάση την βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του υπαιτίου χωρίς να εξετασθεί η υπόθεση εκ νέου ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου. Απορριπτέοι οι λόγοι για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από το ότι δεν παρατίθενται στην απόφαση που καθόρισε την ποινή τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο, αφού περί αυτών είχε κρίνει αμετακλήτως η προηγούμενη απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας, κατά το μέρος που δεν είχε αναιρεθεί.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2396/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου-Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αλέξιο Αθανασόπουλο, περί αναιρέσεως της 29/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 440/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της καταδικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα, υπάρχει όταν εκτίθενται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις οι οποίες τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις με τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περαιτέρω εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν ο δικαστής δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Τέλος, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Η' Κ.Ποιν.Δ., υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από τη διάταξη αυτή προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία, που δεν του παρέχεται από τον νόμο ή υφίσταται μεν τέτοια δικαιοδοσία, δεν συντρέχουν, όμως, οι όροι, οι οποίοι του παρέχουν την εξουσία να κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση ή όταν αρνείται να ασκήσει δικαιοδοσία, η οποία του παρέχεται από το νόμο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και συντρέχουν οι απαιτούμενοι γι' αυτό κατά νόμο όροι. Κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 79 Π.Κ. "στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την ποινή που επέβαλε". Η διάταξη αυτή αναφέρεται στην παράγραφο 1 του ιδίου άρθρου που ορίζει "κατά την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφει ο νόμος, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη α) την βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεσθεί και β) την προσωπικότητα του εγκληματία. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με όσα ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του ιδίου άρθρου, αναφορικώς με τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη του το δικαστήριο για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος και της προσωπικότητας του δράστη προκύπτει ότι η επιμέτρηση της ποινής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ανήκει στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο λαμβάνει υπόψη του την βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, όπως αυτά προκύπτουν από τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά για την ενοχή του, χωρίς να έχει υποχρέωση να διαλάβει στην περί ποινής απόφασή του για τα στοιχεία αυτά ειδικότερη αιτιολογία. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλομένη απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης τριών (3) μηνών, ανασταλθείσα επί τριετία, μετά την παραπομπή της υποθέσεως προς επιμέτρηση της ποινής στο ίδιο δικαστήριο από τον Άρειο Πάγο, με την 1929/2008 απόφασή του, με την οποία κατά μερική παραδοχή προηγουμένης αιτήσεώς του είχε κηρυχθεί αθώος ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος για πέντε επί μέρους πράξεις μη καταβολής χρεών του ιδίου κατ' εξακολούθηση εγκλήματος δεν αναιρέθηκε η προηγουμένως έχουσα εκδοθεί 1574/2007 απόφαση του ιδίου Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, με την οποία είχε κηρυχθεί ένοχος ο αναιρεσείων. Κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, για να κρίνει το δικάσαν Τριμελές Πλημ/κείο ότι έπρεπε να επιβληθεί στον ήδη αναιρεσείοντα η άνω ποινή, έλαβε υπόψη του τη βαρύτητα του εγκλήματος που διαπράχθηκε και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου. Για τη βαρύτητα, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, έλαβε υπόψη του το δικαστήριο της ουσίας τη φύση, το είδος και το αντικείμενο του εγκλήματος και όλες τις περιστάσεις που συνοδεύουν την προπαρασκευή και την τέλεσή του χρόνος, τόπος, μέσα και τρόπος καθώς και την ένταση του δόλου του κατηγορουμένου. Για την προσωπικότητα του κατηγορουμένου έλαβε υπόψη του το δικαστήριο το βαθμό διάθεσης που εκδηλώθηκε στην πράξη, τα αίτια από τα οποία κινήθηκε ο κατηγορούμενος για να διαπράξει το έγκλημα, την αφορμή που δόθηκε, το σκοπό που επιδίωξε, το χαρακτήρα του, το βαθμό ανάπτυξης του, τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις, την προηγούμενη ζωή του, τη διαγωγή του πριν και μετά το έγκλημα, την οικονομική και οικογενειακή του κατάσταση. Από αυτά που αναφέρονται στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι το δικαστήριο που την εξέδωσε, έλαβε υπόψη του για το σχηματισμό της κρίσεως του περί της επιβλητέας στον αναιρεσείοντα ποινής όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 79 του ΠΚ χρησιμοποιώντας και τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου κριτήρια για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος και της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, που μνημονεύονται ειδικώς στην απόφαση. Ιδιαίτερη εξειδίκευση της βαρύτητας του εγκλήματος και επί πλέον αναφορά περιστατικών για τα στοιχεία που συγκροτούσαν αυτό το αδίκημα καθώς και για τον δόλο του κατηγορουμένου δεν ήταν αναγκαίο να παρατεθούν στην προσβαλλόμενη απόφαση. Δεν προβλέπεται από το νόμο ξεχωριστή αποδεικτική διαδικασία κατά την επιμέτρηση της ποινής αλλά το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να αντλήσει κάθε φορά τα κρίσιμα πραγματικά δεδομένα της επιμετρήσεως από τα δεδομένα της κύριας διαδικασίας επί της ενοχής, όπως συνάγεται από το άρθρο 371 παρ. 3 Κ.Ποιν.Δ. που ορίζει ότι προηγείται η κρίση για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου και αν αυτός κηρυχθεί ένοχος ακολουθεί αμέσως μετά συζήτηση για την ποινή που θα επιβληθεί. Από τα πρακτικά της δίκης κατά τη συζήτηση εκ νέου της υποθέσεως ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης, ως δικαστηρίου της παραπομπής μετά την απόφαση 1929/2008 του Αρείου Πάγου, προκύπτει ότι εξετάσθηκε ενόρκως ως μάρτυρας η αναφερόμενη υπάλληλος της ... ΔΟΥ ...και αναγνώσθηκαν τα αναφερόμενα έγγραφα (αίτηση ποινικής δίωξης και πίνακας χρεών). Από αυτήν την αποδεικτική διαδικασία ενώπιον του ακροατηρίου του δεν προκύπτει ότι το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης ερεύνησε εκ νέου το ζήτημα της ενοχής του κατηγορουμένου για παράβαση του άρθρου 25 παρ. 1γ του ν. 1882/1990 όπως τροποποιήθηκε ούτε περιέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση παραδοχές που να προέκυπταν από όσα κατέθεσε η εξετασθείσα ως μάρτυρας υπάλληλος της ΔΟΥ ...ή από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στη συνέχεια και να έχουν σχέση με την τέλεση της πράξεως. Επί πλέον η μερικώς αναιρεθείσα με την 1929/2008 απόφαση του Αρείου Πάγου 1574/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης, που ήταν καταδικαστική για τον κατηγορούμενο, κατά τα λοιπά μέρη της για τα οποία δεν προβλήθηκαν λόγοι αναιρέσεως ή οι προβληθέντες απορρίφθηκαν με την άνω αναιρετική απόφαση, ως προς την τέλεση των λοιπών μερικοτέρων πράξεων του κατ' εξακολούθηση άνω εγκλήματος, για τις οποίες δεν εχώρησε αναίρεση και ως προς την ενοχή για αυτές του κατηγορουμένου κατέστη αμετάκλητη και το Δικαστήριο στο οποίο παραπέμφθηκε η υπόθεση για νέα επιμέτρηση της ποινής κατά το άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δικ. περιοριζόταν στην επιβολή νέας ποινής και δεν επιτρεπόταν να ερευνήσει εκ νέου την ενοχή του κατηγορουμένου ή να προέλθει σε νέα συζήτηση επί των μη αναιρεθέντων μερών της προηγούμενης αποφάσεως που αναφέρονταν σε περιστατικά από αυτά που συγκροτούσαν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Λόγοι αναιρέσεως προτεινόμενοι με νέα αίτηση κατά τέτοιων μη αναιρεθέντων μερών, προσέκρουαν στο δεδικασμένο που είχε γεννηθεί περί αυτών από την προηγούμενη αμετάκλητη απόφαση με περαιτέρω συνέπεια να είναι κατ' άρθρο 57 Κ.Ποιν.Δ. απορριπτέοι ως απαράδεκτοι. Το δικαστήριο καθορίζοντας με την προσβαλλόμενη απόφαση την ποινή που έκρινε ότι έπρεπε, ανάλογα με τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητά του, να επιβληθεί στον ήδη αναιρεσείοντα κατηγορούμενο δεν υπερέβη τη δικαιοδοσία του ούτε άσκησε εξουσία που δεν τον παρεχόταν από το νόμο, εφόσον η εξέταση της αναφερομένης μάρτυρα και η ανάγνωση των εγγράφων δεν έγιναν για να κρίνει περί της ενοχής του κατηγορουμένου.
Συνεπώς, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως ότι καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του το δικαστήριο της ουσίας προχώρησε σε επανεκδίκαση της υποθέσεως, αντί να περιορισθεί, μετά την παραπομπή της μετ' αναίρεση, στην επιβολή μόνον της ποινής στον αναιρεσείοντα-κατηγορούμενο. Το δικαστήριο προέβη στον καθορισμό της ποινής που έκρινε ότι έπρεπε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο αιτιολογημένα αφού έλαβε υπόψη για το σχηματισμό της κρίσεως του τη βαρύτητα του εγκλήματος που διέπραξε ο αναιρεσείων και την προσωπικότητα του, λαμβάνοντας υπόψη τα κατά το άρθρο 79 ΠΚ στοιχεία και δεν ήταν υποχρεωμένο ούτε είχε εξουσία να ερευνήσει και να παραθέσει στην προσβαλλόμενη απόφαση τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος για το οποίο είχε αμετακλήτως κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος όπως ως προς το ύψος του ποσού των χρεών που δεν είχε καταβάλει αυτός στο Δημόσιο, ως προς τη φύση των χρεών ως καταβλητέων σε δόσεις ή εφάπαξ και το αριθμό των δόσεων των οποίων καθυστέρησε την πληρωμή ως προς τον χρόνο της ταμειακής βεβαιώσεως ως προς την αρχή που προέβη στην βεβαίωση των είτε ως προς το μεν καθένα των επί μέρους χρεών υπερέβαινε ή όχι το όριο του ανεγκλήτου της πράξεως. Είναι απορριπτέοι επομένως και οι ετέροι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε Κ.Ποιν.Δ. λόγοι αναιρέσεως με του οποίους υποστηρίζεται ότι συντρέχει έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας στην προσβαλλομένη απόφαση και ότι εχώρησε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από το ότι δεν διευκρινίζονται τα άνω στοιχεία που δεν είχε υποχρέωση να ερευνήσει και να διαλάβει στην απόφαση του το Δικαστήριο της ουσίας για να επιβάλει στον αναιρεσείοντα την άνω ποινή. Μετά από αυτά, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 13 Μαρτίου 2009 αίτηση του ..., για αναίρεση της 29/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 10 Δεκεμβρίου 2009.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ