Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 535 / 2014    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Εκδίκαση υπόθεσης από τον Άρειο Πάγο, Επίδομα πληροφορικής.




Περίληψη:
Επίδομα πληροφορικής. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ.11 του ν. 2470/1997, οι οποίες δεν παραβιάζουν την αρχή της ισότητας, δεν το δικαιούνται οι διοικητικοί ή οικονομικοί υπάλληλοι του δημόσιου τομέα, που κάνουν απλή χρήση Η/Υ κατά την παροχή της εργασίας τους. Η απασχόλησή τους γίνεται εγκύρως στις θέσεις για τις οποίες προσλήφθηκαν και η χρήση Η/Υ δεν λογίζεται ως άκυρη απασχόληση σε μη νομοθετημένη θέση πληροφορικής. Εντεύθεν μη νόμιμη και η επικουρική βάση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αναιρεί, κρατεί την υπόθεση και απορρίπτει την αγωγή στο σύνολο της.




Αριθμός 535/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Μουστάκα, Χριστόφορο Κοσμίδη, Νικόλαο Τρούσα και Ασπασία Καρέλλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 14η Ιανουαρίου 2014, με την παρουσία και του γραμματέως Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ" (ΤΕΙ-Α), όπως εκπροσωπείται νομίμως, που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) της πληρεξούσιας δικηγόρου Βαής Καραφυλλίδου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
ΤΩΝ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Π. Β., 2) Ν. Λ., 3) Δ. Δ., 4) Γ. Κ., 5) Μ. Μ., 6) Σ. Α., 7) Γ. Χ., 8) Ν. Β., 9) Χ. Τ., 10) Μ. Κ. - Π., 11) Δ. Σ., 12) Ε. Ν., 13) Α. Χ., 14) Μ. Κ., 15) Α.-Β. Μ., 16) Ε. Π., 17) Χ. Μ., 18) Ε. Γ., 19) Α. Χ., 20) Β. Χ., 21) Ν. Μ., κατοίκων .... Οι υπό στοιχεία 5, 6, 7, 8, 9 και 14 αναιρεσίβλητες παραστάθηκαν μετά και οι λοιπές αναιρεσίβλητες παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Ευαγγελίας Χαραλάμπους, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12-12-2005 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών την 16-12-2005. Επί της αγωγής εκδόθηκε η 476/2006 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 6867/2008 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας ζητεί το αναιρεσείον με την από 15-5-2009 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης, Χριστόφορος Κοσμίδης, ανέγνωσε την από 27-12-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της αίτησης για αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η πληρεξούσια των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στα δικαστικά έξοδα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.
Επειδή, η διάταξη του άρθρου 4 παρ.1 του Συντάγματος, που ορίζει ότι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι αυτών και, συνεπώς, δεσμεύει τον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις και κατηγορίες προσώπων, να μη μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο τις περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις ή κάνοντας διακρίσεις, εκτός αν αυτό επιβάλλεται από λόγους κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή των οποίων είτε διαφοροποιεί την κατηγορία των προσώπων ή των πραγμάτων στα οποία αφορά είτε καθιστά καταχρηστική και άρα αντίθετη στο άρθρο 25 παρ.3 του Συντάγματος την άσκηση του εκ της ισονομίας ατομικού δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση. Εξ αυτών έπεται ότι, αν γίνει με νόμο ειδική, ευνοϊκή ρύθμιση για μια κατηγορία προσώπων και αποκλεισθεί με αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση από τη ρύθμιση αυτή μια άλλη κατηγορία προσώπων, για την οποία συντρέχει ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος ευνοϊκής μεταχείρισης, η διάταξη που εισάγει τη δυσμενή αυτή διάκριση είναι ανίσχυρη, ως αντισυνταγματική. Και ότι, προς αποκατάσταση της συνταγματικά επιβαλλόμενης ισότητας, η διάταξη που ισχύει για την κατηγορία προσώπων υπέρ της οποίας θεσπίστηκε η ειδική, ευνοϊκή ρύθμιση πρέπει να εφαρμοσθεί και σε εκείνη την κατηγορία προσώπων, σε βάρος της οποίας έγινε η δυσμενής διάκριση, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αίρεται η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την παραβίαση της ανωτέρω αρχής.
2.
Επειδή, με την υπ' αριθ. 2048842/6017/0022/6-5-1989 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ Β' 455/12-6-1989), που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 7 παρ.2 της υπ` αριθ. 88555/3293/4-10-1988 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως, Εσωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ Β' 721/4-10-1988), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 39 του ν. 1836/1989, είχε ορισθεί ότι "Στο προσωπικό των παρακάτω αναφερομένων ειδικοτήτων των Υπηρεσιών - Διευθύνσεων - Τμημάτων και Κέντρων Πληροφορικής του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) χορηγείται ειδικό επίδομα, ως κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής, σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του ΜΚ 28 του ν. 1505/1984 ως ακολούθως: 1) αναλυτές, προγραμματιστές, ηλεκτρονικοί μηχανικοί και εμπειρογνώμονες πληροφορικής 40%, 2) χειριστές - χειρίστριες ηλεκτρονικών υπολογιστών (Η/Υ) κοπτικών μηχανημάτων και εισαγωγής στοιχείων 33%, 3) κωδικογράφοι 20%". Στη συνέχεια, με την υπ' αριθ. 2006402/481/0022/30-1-1995 κοινή απόφαση των ίδιων Υπουργών (ΦΕΚ Β' 62/31-1-1995), που ίσχυσε από 1-1-1995, το εν λόγω επίδομα αυξήθηκε και προσδιορίσθηκε κατά ποσό για τις ίδιες ειδικότητες δικαιούχων. Αργότερα, όμως, με το άρθρο 8 του ν. 2470/1997 για το "ενιαίο μισθολόγιο του προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης" ορίσθηκαν τα εξής: "Πέρα από το βασικό μισθό του κάθε μισθολογικού κλιμακίου, όπως αυτός ορίζεται στο προηγούμενο άρθρο, χορηγούνται και τα εξής τακτικά επιδόματα, κατά μήνα: (...) Επίδομα Πληροφορικής, για τους ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν σε νομοθετημένες υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 194/1988, καθώς και στους ηλεκτρονικούς μηχανικούς ασφαλείας εναερίου κυκλοφορίας της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, οριζόμενο κατά ειδικότητα ως εξής: α) αναλυτές προγραμματιστές, ηλεκτρονικοί μηχανικοί σε τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές, β) χειριστές - χειρίστριες Η/Υ, διατρητικών μηχανών και εισαγωγής στοιχείων σε είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) δραχμές. Σε περίπτωση που ανατίθεται, με απόφαση του οικείου προϊσταμένου διεύθυνσης, η αναπλήρωση των καθηκόντων των προαναφερόμενων θέσεων και ειδικοτήτων σε υπαλλήλους αντίστοιχης εξειδίκευσης άλλων κατηγοριών, το ανωτέρω επίδομα καταβάλλεται στους υπαλλήλους αυτούς με απόφαση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Το επίδομα αυτό καταβάλλεται μόνον εφ' όσον και για όσο διάστημα οι δικαιούχοι εργάζονται στις προαναφερόμενες ειδικότητες, με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στις υπηρεσίες που έχει προβλεφθεί η ειδική θέση. Για τη συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων εκδίδεται, κάθε μήνα, βεβαίωση του οικείου προϊσταμένου, η οποία συνοδεύει τη μισθοδοτική κατάσταση, γ) ειδικά στους κωδικογράφους και στους χειριστές κοπτικών μηχανημάτων, που απασχολούνται κατά πλήρες ωράριο εργασίας σε οργανωμένα κέντρα πληροφορικής, χορηγείται επίδομα οριζόμενο σε δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) δραχμές. Πλην των ανωτέρω περιοριστικά αναφερομένων περιπτώσεων, το επίδομα πληροφορικής δεν καταβάλλεται σε άλλες ειδικότητες, όπως σε χρήστες Η/Υ ή Προσωπικών Υπολογιστών, ούτε και σε εκπαιδευτικούς κλάδων πληροφορικής. Στους δικαιούχους του ανωτέρω επιδόματος δεν καταβάλλονται παράλληλα και τα διατηρούμενα με το άρθρο 10 του παρόντος επιδόματα, λόγω ειδικών συνθηκών εργασίας".
3.
Επειδή, περαιτέρω, με το άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 2470/1997 διατηρήθηκαν στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την έναρξη της ισχύος αυτού, πέραν από τα επιδόματα εορτών και αδείας του άρθρου 9 του ιδίου νόμου, ορισμένα επιδόματα και παροχές, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται το επίδομα πληροφορικής που χορηγήθηκε με τις ανωτέρω κοινές υπουργικές αποφάσεις, ενώ με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου ορίστηκε ότι "Πέραν των ως άνω διατηρουμένων επιδομάτων και παροχών, όλα τα άλλα επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις που καταβάλλονται τους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις αυτού κατά την έναρξη της ισχύος του με οποιαδήποτε ονομασία και από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένων και εκείνων που χορηγήθηκαν με μορφή κινήτρου παραγωγικότητας ή αποδοτικότητας, καθώς και παροχές για κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής καταργούνται, εφ' όσον δεν προβλέπεται ρητά η χορήγησή τους από τις διατάξεις του παρόντος". Τέλος, κατά το άρθρο 31 του ν. 2470/1997, "Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται: (...) η) Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού ή κατά το μέρος που ρυθμίζει θέματα που διέπονται από αυτόν". Ήδη δε, από την έναρξη ισχύος του νεότερου ν. 3205/2003 (1-4-2004), που αναφέρεται σε "μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ κλπ", το ως άνω επίδομα πληροφορικής προβλέπεται και πάλι, κατά το άρθρο 8 παρ.8, "για τους ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν σε νομοθετημένες υπηρεσίες, κέντρα, διευθύνσεις ή τμήματα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 50/2001 (...), οριζόμενο κατά ειδικότητα (...)".
4.
Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 2470/1997 συνάγεται σαφώς ότι από την έναρξη της ισχύος αυτού (1-1-1997) καταργήθηκαν μεταξύ άλλων και οι προαναφερθείσες κοινές υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες είχε προβλεφθεί η χορήγηση του επιδόματος πληροφορικής σε ορισμένες κατηγορίες υπαλλήλων και ότι, έκτοτε, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του νόμου αυτού επίδομα πληροφορικής καταβάλλεται υπό διαφορετικές και αυστηρότερες προϋποθέσεις, μόνο σε ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν κατά πλήρες ωράριο εργασίας σε νομοθετημένες υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 194/1988 (και ήδη π.δ. 50/2001), ενώ προβλέπεται ρητά ότι τούτο δεν καταβάλλεται σε άλλες ειδικότητες, όπως στους υπαλλήλους που είναι απλοί χρήστες Η/Υ (ΑΠ 554/2010, ΑΠ 557/2007). Η θέσπιση των ως άνω προϋποθέσεων για τη χορήγηση του επιδόματος πληροφορικής δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας με διαφορετική μεταχείριση ομοίων καταστάσεων. Αντιθέτως, διακρίνει αφ' ενός μεταξύ των υπαλλήλων, οι οποίοι έχουν ειδικά τυπικά προσόντα και κατέχουν οργανική θέση σε νομοθετημένη υπηρεσία πληροφορικής, προς τους οποίους προβλέπεται η χορήγηση του επιδόματος και αφ' ετέρου μεταξύ εκείνων, οι οποίοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές, αλλά απλώς, λόγω της τεχνολογικής προόδου, χρησιμοποιούν Η/Υ κατά την παροχή της εργασίας τους σε διοικητική ή οικονομική θέση, χωρίς τη χρήση του οποίου η προσήκουσα παροχή των υπηρεσιών τους δεν θα ήταν εφικτή, προς τους οποίους απαγορεύεται η χορήγηση του επιδόματος. Η διάκριση αυτή, που αναφέρεται σε ανόμοιες περιπτώσεις, βρίσκεται μέσα στα συνταγματικά πλαίσια διαμόρφωσης της πολιτικής περί τους όρους εργασίας και αμοιβής των απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και δικαιολογεί την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8 παρ.11 του ν. 2470/1997 και τη μη εφαρμογή των ήδη καταργημένων διατάξεων των κοινών υπουργικών αποφάσεων, που προαναφέρθηκαν.
5.
Επειδή, ο γενικός κανόνας του άρθρου 904 ΑΚ, κατά τον οποίο, όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου, έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια, εφαρμόζεται και επί του Δημοσίου, καθώς και επί των ΝΠΔΔ. Αυτό ισχύει και επί αξιώσεων, που υφίστανται κατά του Δημοσίου ή των ΝΠΔΔ από απλή σχέση εργασίας, διότι δεν εισάγεται υπέρ αυτών εξαίρεση με τις διατάξεις του άρθρου 103 παρ.2 και 6 του Συντάγματος, που απαγορεύουν την πρόσληψη υπαλλήλου σε μη νομοθετημένη θέση. Η παρά την απαγόρευση αυτή ενέργεια, η οποία συνεπάγεται την ακυρότητα της πρόσληψης, συνιστά απλά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, ένεκα της οποίας, εφ' όσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 904 ΑΚ, το Δημόσιο ή το ΝΠΔΔ ενέχεται σε απόδοση της ωφέλειας που προήλθε από την εργασία, η οποία παρασχέθηκε σε αυτό και από την οποία αυτό κατέστη πλουσιότερο, όχι δε και λόγο αποκλεισμού αυτού που εργάστηκε από την αναζήτηση της ωφέλειας (ΟλΑΠ 218/1977, ΑΠ 1127/2003). Η ωφέλεια συνίσταται στο οικονομικό αντάλλαγμα, το οποίο ο εργοδότης θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει προς ένα άλλο εργαζόμενο με τα ίδια προσόντα, ο οποίος θα είχε προσφέρει τις ίδιες υπηρεσίες σε εκτέλεση έγκυρης σύμβασης.
6.
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, το οποίο δίκασε κατ' έφεση, δέχθηκε, ορθώς, ότι η ένδικη αγωγή των εναγόντων (ήδη αναιρεσιβλήτων) υπαλλήλων του εναγομένου (ήδη αναιρεσείοντος) τεχνολογικού εκπαιδευτικού ιδρύματος δεν βρίσκει έρεισμα στις διατάξεις που αναφέρθηκαν (βλ. παραπάνω, αρ.2 και 3), διότι αυτοί είχαν προσληφθεί σε οργανικές θέσεις διοικητικών ή οικονομικών υπαλλήλων και όχι σε νομοθετημένες θέσεις του κλάδου πληροφορικής, με πλήρες ωράριο εργασίας σε υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής και με τα προσόντα που ορίζονται στα οικεία προεδρικά διατάγματα, οπότε δεν διαπιστωνόταν στην περίπτωσή τους παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας έναντι του νόμου (βλ. παραπάνω, αρ.1). Γι' αυτό και, αφού εξαφάνισε την τότε εκκαλουμένη απόφαση του Ειρηνοδικείου, απέρριψε την αγωγή ως προς την κυρία βάση αυτής, με την οποία επιδιωκόταν η ικανοποίηση των εναγόντων σύμφωνα με την αρχή της ισότητας. Περαιτέρω, όμως, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι οι ενάγοντες, αν και είχαν προσληφθεί νομίμως ως βιβλιοθηκονόμοι ή άλλης φύσεως διοικητικοί ή οικονομικοί υπάλληλοι, στην πραγματικότητα απασχολήθηκαν σε υπηρεσίες του εναγομένου όπου δεν υπήρχαν νομοθετημένες θέσεις προγραμματιστών και χειριστών Η/Υ. Ότι, κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους, αποκλειστικώς και κατά πλήρες ωράριο εργασίας, διενήργησαν εισαγωγή και επεξεργασία στοιχείων και εγγράφων σε Η/Υ. Και ότι, με τον τρόπο αυτό, οι μεν ενάγοντες άσκησαν καθήκοντα διαφορετικά από εκείνα του κλάδου για τον οποίο είχαν προσληφθεί, το δε εναγόμενο, που τους απασχόλησε ακύρως σε αλλότρια καθήκοντα, ωφελήθηκε αντίστοιχα από τη μη καταβολή του επιδόματος πληροφορικής, το οποίο, άλλως, θα είχε καταβάλει, αν είχε συστήσει τις απαραίτητες οργανικές θέσεις του κλάδου πληροφορικής και αν είχε προσλάβει νομίμως σ' αυτές άλλους υπαλλήλους, με τα κατά νόμον προσόντα, για την εξυπηρέτηση των αναγκών του. Με τις σκέψεις αυτές και με τις επί μέρους διαφοροποιήσεις, που δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, το οποίο δίκασε κατ' έφεση, έκανε δεκτή την αγωγή ως προς την επικουρική, εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση αυτής και επιδίκασε, εν όλω ή εν μέρει, κατά περίπτωση, τα αιτούμενα ποσά, ως άνευ νομίμου αιτίας ωφέλεια του εναγομένου εκ του μη καταβληθέντος στους ενάγοντες επιδόματος πληροφορικής.
7.
Επειδή, με την κρίση αυτή, το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε αφ' ενός με εσφαλμένη ερμηνεία τις διατάξεις που προσδιορίζουν τις προϋποθέσεις καταβολής του επιδόματος πληροφορικής στους δικαιούχους και αφ' ετέρου με κακή εφαρμογή τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Διότι παράβλεψε το σκοπό του νόμου να μην χορηγείται το επίδομα πληροφορικής σε κάθε υπάλληλο που χρησιμοποιεί Η/Υ κατά την εκτέλεση της εργασίας του, αλλά μόνο στους υπαλλήλους που έχουν ειδικά προσόντα και έχουν προσληφθεί σε συγκεκριμένες οργανικές θέσεις. Και, περαιτέρω, διότι, αν και κατά την έρευνα της κυρίας βάσεως της αγωγής ορθώς έκρινε ότι η περίπτωση των εναγόντων είναι διαφορετική από την περίπτωση των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται σε θέσεις πληροφορικής, στη συνέχεια, κατά την έρευνα της επικουρικής βάσεως της αγωγής, ταύτισε την εκ μέρους των εναγόντων απλή χρήση Η/Υ κατά την εκτέλεση της εργασίας τους ως βιβλιοθηκονόμων ή άλλης φύσεως διοικητικών ή οικονομικών υπαλλήλων, μη εργαζομένων σε ειδικές θέσεις πληροφορικής, με την πλήρη απασχόληση σε ειδικές θέσεις πληροφορικής. Και, έτι περαιτέρω, αξιολόγησε την εκ μέρους των εναγόντων απλή χρήση Η/Υ κατά την εκτέλεση της εργασίας τους ως άκυρη απασχόληση σε αλλότρια καθήκοντα, για την οποία το εναγόμενο θα έπρεπε να έχει συστήσει και πληρώσει νομίμως πρόσθετες, ειδικές θέσεις πληροφορικής, ενώ, σύμφωνα με τις ουσιαστικές παραδοχές του, οι ενάγοντες είχαν προσληφθεί και υπηρετούσαν νομίμως σε θέσεις βιβλιοθηκονόμων ή άλλης φύσεως διοικητικών ή οικονομικών υπαλλήλων, οι οποίες δεν έχουν καμιά σχέση με τις ειδικές θέσεις των αναλυτών - προγραμματιστών, των ηλεκτρονικών μηχανικών, χειριστών Η/Υ διατρητικών μηχανών και εισαγωγής στοιχείων ή των κωδικογράφων και των χειριστών κοπτικών μηχανημάτων (βλ. παραπάνω, αρ.2). Επομένως, αμφότεροι οι λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους επισημαίνονται οι παραβιάσεις αυτές και προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 560 αρ.1 ΚΠολΔ, είναι βάσιμοι.
8.
Επειδή, σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς μέρος με το οποίο έγινε δεκτή η επικουρική βάση της ένδικης, από 16-12-2005 αγωγής και ως προς τη διάταξη αυτής περί δικαστικής δαπάνης. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 580 παρ.3 εδ.α' ΚΠολΔ, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 65 παρ.1 του ν. 4139/2013 (ΦΕΚ Α' 74/20-3-2013), "Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να τη δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση".
Εν προκειμένω, μετά την αναίρεση αναβιώνει η εκκρεμοδικία επί της εφέσεως. Στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατόπιν εφέσεως του εναγομένου, εκεί εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, είχε μεταβιβασθεί η υπόθεση στο σύνολό της, διότι η αγωγή είχε γίνει δεκτή από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και το εκκαλούν επιδίωκε την απόρριψή της. Από τις αιτιολογίες, που αναφέρθηκαν κατά την έρευνα των λόγων αναιρέσεως, προκύπτει ότι η αγωγή είναι μη νόμιμη, όχι μόνο ως προς την κυρία βάση αυτής, την οποία αμετακλήτως απέρριψε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αλλά και ως προς την επικουρική βάση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, διότι οι ενάγοντες απασχολήθηκαν εγκύρως στις θέσεις για τις οποίες προσλήφθηκαν και στις οποίες άσκησαν τα καθήκοντα, για τα οποία είχαν προσληφθεί, έτσι, ώστε να μην τίθεται νομίμως ζήτημα ωφέλειας του εργοδότη χωρίς νόμιμη αιτία. Επομένως, δεν απαιτείται περαιτέρω έρευνα και, μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο και να απορριφθεί η αγωγή και ως προς την επικουρική βάση αυτής. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στα εν γένει δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτού (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΙΡΕΙ την 6867/2008 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ως προς μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ κατ' ουσίαν.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 16-12-2005 αγωγή στο σύνολό της.- Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους αναιρεσίβλητους να πληρώσουν στο αναιρεσείον τρεις χιλιάδες πεντακόσια (3.500) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 25η Φεβρουαρίου 2014. -Και
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 6η Μαρτίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή