Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2130 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ποινή, Απόλυση υφ' όρο, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου.




Περίληψη:
Ποινών συγχώνευση. Απόλυση υφ’ όρο. Προϋποθέσεις καθορισμού συνολικής ποινής. Δεν μπορεί να συγχωνευθεί η ποινή για την πράξη που τελέσθηκε εκ δόλου από τον κατάδικο, που απολύθηκε υφ’ όρο, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, γιατί τότε, κατ’ άρθρο 108 ΠΚ, επέρχεται άρση της αναστολής και οι ποινές εκτίονται αθροιστικώς. Δεκτή αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 94§1, 97, 105, 108, 109 ΠΚ.




Αριθμός 2130 /2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ'Ποιν.Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές : Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μαμαλη-Εισηγητή, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη, και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Ιανουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Εμμανουήλ-Ρούσσου Παπαδάκη (λόγω κωλύματος του Εισαγγελέα) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για αναίρεση της 61/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου. Με κατηγορούμενο τον Χ, που δεν παρέστη.
Το Πενταμελές Εφετείο Αιγαίου με την υπ' αριθμ. 61/2007 απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ζητεί τώρα την αναίρεση της απόφασης αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 31 Αυγούστου 2007 αίτησή του, που συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με αριθμό 1519/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τον Αντεισαγγελέα ο οποίος ζήτησε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 94 παρ.1 του ΠΚ "κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων εγκλημάτων που πραγματώθηκαν με δύο ή περισσότερες πράξεις που τιμωρούνται κατά το νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους, συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές επαυξημένη. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι του ίδιου είδους και ίσης διάρκειας, η συνολική ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας απ'αυτές. Η επαύξηση της βαρύτερης ποινής για κάθε μία από τις συντρέχουσες ποινές δεν μπορεί να είναι κατώτερη από : α) τέσσερις μήνες, αν η συντρέχουσα ποινή είναι ανώτερη από δύο έτη, β) ένα έτος, αν η ποινή αυτή είναι κάθειρξη έως δέκα έτη και γ) δύο έτη, αν η ποινή αυτή είναι κάθειρξη ανώτερη από δέκα έτη. Οπωσδήποτε όμως η επαύξηση δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τα 3/4 του αθροίσματος των άλλων συντρεχουσών ποινών, ούτε μπορεί η συνολική ποινή να ξεπεράσει τα είκοσι πέντε έτη, όταν πρόκειται για κάθειρξη, τα δέκα έτη, όταν πρόκειται για φυλάκιση, και τους έξι μήνες, όταν πρόκειται για κράτηση". Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105, 108 και 109 του ΠΚ, αν από την απόλυση, υπό τον όρο της ανακλήσεως, του καταδικασθεντος σε στερητική της ελευθερίας ποινή περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολειπόταν για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από τρία έτη, ή αν περάσουν τρία έτη, όταν αυτό είναι μικρότερο των τριών ετών, χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή, (αν δεν πρόκειται για ισόβια κάθειρξη, οπότε απαιτείται να περάσουν δέκα έτη), θεωρείται ότι έχει εκτιθεί. Αν, όμως, μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλακίσεως ανώτερη από έξι μήνες, τότε εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της προσωρινής απολύσεως. Η απόλυση, δηλαδή, υπό τον όρο της ανακλήσεως, δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο της εκτελέσεώς της, που επιδιώκει την αποτροπή της υποτροπής με τη βελτίωση του καταδίκου και την κοινωνική του υποκατάσταση (Ολ.ΑΠ 106/1991). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 97 ΠΚ, οι διατάξεις του άρθρου 94 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, για τον καθορισμό συνολικής εκτιτέας ποινής σε περίπτωση συρροής στερητικών της ελευθερίας ποινών, εφαρμόζονται και όταν κάποιος, προτού εκτιθεί ολοκληρωτικά ή παραγραφεί ή χαριστεί η ποινή που του επιβλήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη, καταδικασθεί για άλλη αξιόποινη πράξη, οποτεδήποτε και αν τελέσθηκε αυτή. Από τις εν λόγω διατάξεις, σε συνδυασμό και με εκείνη του άρθρου 551 παρ.1 ΚΠοινΔ, η οποία ορίζει ότι "αν πρόκειται να εκτελεσθούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του ποινικού Κώδικα για τη συρροή", συνάγεται ότι αν κατά το στάδιο της δοκιμασίας εκείνου που απολύθηκε υπό όρο συμπέσει ποινή ανώτερη των έξι μηνών για άλλη (μία ή περισσότερες) από δόλο πράξη, παρόλον ότι η ποινή που έχει ανασταλεί και η νέα συναντώνται κατά την εκτέλεση, δεν επιτρέπεται να καταγνωσθεί μία συνολική ποινή με συνυπολογισμό της ποινής που έχει ανασταλεί υπό τον όρο της ανακλήσεως, καθόσον ολόκληρο το υπόλοιπο της τελευταίας εκτίεται αθροιστικά, αφότου καταστεί αμετάκλητη η απόφαση που επέβαλε στον υπό όρο απολυθέντα ποινή φυλακίσεως ανώτερη των έξι μηνών για έγκλημα που διέπραξε από δόλο εντός του χρόνου της δοκιμασίας. Τέλος, κατά το άρθρο 505 παρ.2 του ΚΠοινΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε αποφάσεως, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479 παρ.2, δηλαδή μέσα σε ένα μήνα από την καταχώρηση της προσβαλλόμενης τελεσίδικης αποφάσεως καθαρογραμμένης στο προβλεπόμενο από το άρθρο 473 παρ.3 του ΚΠοινΔ ειδικό βιβλίο. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά πάσης αποφάσεως οποιοδήποτε ποινικού Δικαστηρίου και για όλους τους λόγους του άρθρου 510 παρ.1 του ΚΠοινΔ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' του ίδιου Κώδικα). Υπάρχει δε εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως, όταν ο Δικαστής αποδίδει σ'αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για την έρευνα της βασιμότητας του από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚΠοινΔ προβαλλόμενου, με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, λόγου, προκύπτουν τα εξής: Ο Χ καταδικάστηκε: α) με την υπ'αριθμ. 1193/1994 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης για κατά συναυτουργία και με σκοπό το παράνομο κέρδος διευκόλυνση της προώθησης στο εσωτερικό της χώρας 20 αλλοδαπών, οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στο Ελληνικό έδαφος, με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 εδ.ε' του ΠΚ, σε ποινή φυλακίσεως δεκαοκτώ (18) μηνών για τον καθένα λάθρα μεταφερόμενο αλλοδαπό και, αφού συγχωνεύθηκαν οι ποινές αυτές, καθορίστηκε συνολική ποινή φυλακίσεως πενήντα έξι (56) μηνών (με επαύξηση της πρώτης εξ αυτών κατά δύο (2) μήνες από την καθεμία εκ των υπολοίπων), και β) με την υπ'αριθ. 6623/1997 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας για απόπειρα κλοπής, σε ποινή φυλακίσεως τριών (3) μηνών. Επακολούθησε η συγχώνευση, με την υπ'αριθ. 462/2001 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης, όλων των πιο πάνω ποινών φυλακίσεως και καθορίστηκε ως εκτιτέα απ'αυτόν συνολική ποινή φυλακίσεως η τοιαύτη των πενήντα επτά (57) μηνών. Αφού εξέτισε ο εν λόγω κατάδικος τα δύο πέμπτα (2/5) της προαναφερόμενης συνολικής ποινής, έτυχε του ευεργετήματος της υπό όρο απολύσεως, με το υπ'αριθ. 143/2001 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ιωαννίνων. Αποφυλακίστηκε δε, κατόπιν τούτου, για την παραπάνω αιτία στις 11-5-2001, υπό τον όρο της ανάκλησης, με ανασταλέν υπόλοιπο ποινής φυλακίσεως δύο (2) ετών, εννέα (9) μηνών και έξι (6) ημερών. Ο ίδιος, όμως, κατάδικος διέπραξε κατά τη διάρκεια του χρόνου της δοκιμασίας του (δηλαδή στις 25-12-2002), νέα σοβαρά εγκλήματα από δόλο και συγκεκριμένα τα εγκλήματα της έκθεσης κατά συρροή εννέα (9) λαθρομεταναστών σε βαθμό κακουργήματος, της έκθεσης κατά συρροή επτά (7) λαθρομεταναστών σε βαθμό πλημμελήματος και της απόπειρας μεταφοράς κατά συρροή είκοσι (20) λαθρομεταναστών από το εξωτερικό στην Ελλάδα, για τα οποία (εγκλήματα) καταδικάστηκε αμετάκλητα με την υπ'αριθ. 73-76/2005 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αιγαίου σε ποινή καθείρξεως έξι (6) ετών για τη καθεμία από τις πράξεις εκθέσεως σε βαθμό κακουργήματος, ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους για την καθεμία από τις πράξεις εκθέσεως σε βαθμό πλημμελήματος και ποινή φυλακίσεως δεκαοκτώ (18) μηνών για την καθεμία από τις πράξεις της απόπειρας μεταφοράς λαθρομεταναστών, οι οποίες συνεπιμετρήθηκαν (μαζί με την ποινή φυλακίσεως 3 ετών, που του επιβλήθηκε για την πράξη της πρόκλησης ναυαγίου από αμέλεια) με την ίδια απόφαση σε μία συνολική ποινή καθείρξεως είκοσι τεσσάρων (24) ετών και έντεκα (11) μηνών. Περαιτέρω, παραγγέλθηκε, ενόψει του ανωτέρω, με την υπ'αριθ. 542/8-3-2006 παραγγελία του Εισαγγελέα Εφετών Θράκης, η έκτιση του πιο πάνω ανασταλέντος υπολοίπου ποινής φυλακίσεως δύο (2) ετών, εννέα (9) μηνών και έξι (6) ημερών. Ακολούθως, όμως, και συγκεκριμένα στις 23-5-2007 υπέβαλε ο ίδιος πιο πάνω κατάδικος δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου τη με ίδια ημερομηνία αίτησή του, με την οποία ζήτησε την συγχώνευση των επιβληθεισών σ'αυτόν με τις παραπάνω αποφάσεις (υπ'αριθ. 73-76/2005 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αιγαίου και της υπ'αριθ. 462/2001 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης) στερητικών της ελευθερίας ποινών. Το ανωτέρω Δικαστήριο, έκανε δεκτή την παραπάνω αίτηση και συγχώνευσε, με την προσβαλλόμενη υπ'αριθ. 61/2007 απόφασή του, όλες τις παραπάνω στερητικές της ελευθερίας ποινές, κρίνοντας ως βαρύτερη και λαμβάνοντας ως ποινή βάσης την καταγνωσθείσα στον αιτούντα -κατάδικο με την υπ'αριθ. 73-76/2005 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αιγαίου συνολική ποινή καθείρξεως είκοσι τεσσάρων (24) ετών και έντεκα (11) μηνών και επαυξάνοντας αυτήν κατά εννέα (9) μήνες από την επιβληθείσα σ'αυτόν με την υπ'αριθ. 1193/1994 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης ποινή φυλακίσεως των δεκαοκτώ (18) μηνών για τον πρώτο μεταφερόμενο αλλοδαπό, κατά ένα (1) μήνα για την καθεμία από τις επιβληθείσες στον ίδιο με την ίδια απόφαση υπόλοιπες ποινές φυλακίσεως για τους υπόλοιπους δεκαεννέα μεταφερόμενους αλλοδαπούς και κατά δεκαπέντε (15) ημέρες από την επιβληθείσα στον ίδιο με την υπ'αριθ. 6623/1997 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας ποινή φυλακίσεως των τριών (3) μηνών, έτσι δε καθόρισε τη συνολική ποινή καθείρξεως που έπρεπε να εκτίσει ο αιτών-κατάδικος σε είκοσι επτά (27) έτη, τρεις (3) μήνες και δεκαπέντε (15) ημέρες. Κρίνοντας, όμως έτσι το Πενταμελές Εφετείο Αιγαίου παραβίασε ευθέως τις προαναφερθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, αφού, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη νομική σκέψη, δεν επιτρεπόταν εν προκειμένω να προσμετρηθούν στην επιβληθείσα στον αιτούντα κατάδικο με την άνω υπ'αριθ. 73-76/2005 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αιγαίου συνολική ποινή καθείρξεως είκοσι τεσσάρων (24) ετών και έντεκα (11) μηνών, οι επιβληθείσες στον ίδιο κατάδικο α) με την πιο πάνω υπ'αριθμ. 1193/1994 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης ποινές φυλακίσεως δεκαοκτώ (18) μηνών για τον καθένα από τους είκοσι παράνομα μεταφερόμενους αλλοδαπούς, και β) με την ανωτέρω υπ'αριθ. 6623/1997 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας ποινή φυλακίσεως τριών (3) μηνών, αν και συναντήθηκαν όλες κατά την εκτέλεση, λαμβανομένου υπόψη ότι η πιο πάνω ποινή βάσης αναφέρεται σε εγκλήματα που τελέστηκαν από δόλο (εκτός από την πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια) κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του καταδίκου), που είχε απολυθεί υπό όρο, υπερβαίνουν οι απαρτίζουσες αυτήν επί μέρους ποινές φυλακίσεως τους έξι μήνες και έπρεπε να εκτιθεί η ίδια συνολική ποινή (ποινή βάσης) αθροιστικά μετά την έκτιση ολοκλήρου του πιο πάνω ανασταλέντος υπολοίπου των δύο (2) ετών, εννέα (9) μηνών και έξι (6) ημερών της συνολικής ποινής φυλακίσεως των πενήντα επτά (57) μηνών, που καθορίσθηκε ως εκτιτέα με την ειρημένη υπ'αριθ. 462/2001 συγχωνευτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 108 του ΠΚ, αφού είχε καταστεί ήδη αμετάκλητη η υπ'αριθ. 73-76/2005 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αιγαίου και είχε επέλθει αυτοδικαίως η άρση της υπό όρο απολύσεως του άνω καταδίκου, [ο οποίος, σημειωτέον, δεν εμφανίσθηκε κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και την εκφώνηση της υποθέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, μολονότι κλητεύθηκε αυτός από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου νόμιμα και εμπρόθεσμα για να εμφανισθεί στη συνεδρίαση της 12-12-2007, κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση της ένδικης αιτήσεως αναιρέσεως για τη συνεδρίαση της 16-1-2008 (βλ. από 27-9-2007 αποδεικτικό επιδόσεως του ....., Γραμματέα της Κλειστής Φυλακής Τρικάλων)]. Πάντα δε τα ανωτέρω, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν μπορεί, όπως προαναφέρθηκε στη νομική σκέψη, η συνολική ποινή καθείρξεως να ξεπεράσει τα είκοσι πέντε (25) έτη.
Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚΠοινΔ μοναδικός λόγος αναιρέσεως της ένδικης αιτήσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη πιο πάνω απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, είναι βάσιμος και πρέπει, κατά παραδοχή αυτού, να αναιρεθεί η ανωτέρω απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ'αριθ. 61/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου. Και

Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα εκδίκαση, στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Ιουνίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Οκτωβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή