Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2231 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό, Καταχραστές Δημοσίου.




Περίληψη:
Απαράδεκτη η αίτηση αναίρεσης κατά παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών για αδικήματα που προβλέπονται από το άρθρο 1 του Ν. 1608/1950.




Αριθμός 2231/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Αιμιλία Λίτινα και Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Φωτίου Μακρή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λοζίου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 16 Σεπτεμβρίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων 1) Χ1 και 2) Χ2, που δεν παρέστησαν, περί αναιρέσεως του με αριθμό 596/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 5 Μαΐου 2008 και 24 Απριλίου 2008 αιτήσεις τους, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 844/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη με αριθμό 334/20.6.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας, μετά της σχετικής δικογραφίας, τις με αριθ. 90/12-5-2008 και 87/5-5-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των α) Χ1 και β) Χ2, κατά του υπ'αριθ. 596/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, διά του οποίου παρεπέμφθησαν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (κακουργημάτων) για να δικασθούν ως υπαίτιοι ο μεν πρώτος εξ αυτών α) για πλαστογραφία μετά χρήσεως κατά συρροή από υπαίτιο που διαπράττει πλαστογραφίες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια εις βάρος του Δημοσίου από την οποία το όφελος που επεδίωξε και επέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία που επροξενήθη εις το Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. και είναι ιδιαίτερα μεγάλη και β) Απάτη επί Δικαστηρίω κατά συρροή από υπαίτιο που διαπράττει απάτες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια εις βάρος του Δημοσίου από την οποία το όφελος που επεδίωξε και επέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία που επροξενήθη εις βάρος του Δημοσίου υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. και γ) Ηθική αυτουργία στην πράξιν της ψευδορκίας, ο δε δεύτερος α) για 'Αμεση συνέργεια στην πράξιν της απάτης κατά συρροή από υπαίτιο που διαπράττει απάτες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, από την οποίαν το όφελος που επεδίωξε και επέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία που επροξενήθη εις βάρος του Δημοσίου υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και β) Ψευδορκία μάρτυρος κατά συρροή (άρθρ. 46 παρ. 1α, β, 94 παρ. 1, 216 παρ. 1, 3, 386 παρ. 1, 3, 224 παρ. 1, 2 Π.Κ., ως το άρθρ. 216 και 386 αντικ., αντιστοίχως, με τις παραγρ. 7 και 11 άρθρ. 1 ν. 2408/96 και τις παρ. 2 και 4 του άρθρ. 14 ν. 2721/99 και άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 1608/1950) και επάγομαι τα ακόλουθα: Ι) Κατά το άρθρ. 308 παρ. 1 εδ. γ' Κ.Π.Δ., όπως συνεπληρώθη διά του άρθρ. 5 παρ. 7 ν. 1738/1987, εις τα εγκλήματα τα οποία προβλέπονται υπό του άρθρ. 1 του ν. 1608/50, η περάτωση της κυρίας ανακρίσεως κηρύσσεται υπό του Συμβουλίου Εφετών. Προς τον σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη εις τον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος αν κρίνη ότι η ανάκρισις δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει διά προτάσεώς του εις το Συμβούλιο Εφετών που αποφασίζει αμετακλήτως ακόμη και διά τα συναφή πλημμελήματα. Η διάταξις αυτή εθεσπίσθη προς αποτροπή της ματαιώσεως υπό του επιδιωκομένου υπό του νόμου σκοπού της ταχείας εισαγωγής εις το ακροατήριο των υποθέσεων που προβλέπει ο ν. 1608/1950 (Α.Π. 1503/2006 Ποιν. Δικ. 2006 σελ. 357 κ.ά.). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η αρμοδιότητα του Συμβουλίου Εφετών, να αποφαίνεται σε μιά τέτοια περίπτωση αμετακλήτως, προσδιορίζεται από τον χαρακτήρα της αξιόποινης πράξης, που της εδόθη από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών, με την άσκηση της ποινικής διώξεως και από τον Ανακριτή με την απαγγελία της σχετικής κατηγορίας. Εξάλλου κατά την διάταξη του άρθρ. 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ., όταν το ένδικο μέσο ησκήθη, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, για τις οποίες δεν πρόκειται, και εναντίον βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται, όπως είναι και το αμετάκλητο βούλευμα, το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο σε Συμβούλιο, το κηρύσσει απαράδεκτο (Α.Π. 1040/2005 Ποιν.Χρ. ΝΣΤ' σελ. 129).
ΙΙ) Στην προκειμένη περίπτωση, το προσβαλλόμενο υπ'αριθμ. 596/2008 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εξεδόθη μετά την άσκησιν εις βάρος των αναιρεσειόντων, ποινικής διώξεως, μεταξύ των άλλων, και διά τις πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως με σκοπό το όφελος κατά συρροήν εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, συνολικού ποσού που υπερβαίνει το τοιούτο των 5.000.000 δρχ. (73.000 ευρώ) και απάτης επί δικαστηρίω κατά συρροή και άμεσης συνέργειας εις ταύτην από υπαίτιο που διαπράττει απάτες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου από την οποίαν το όφελος που επεδίωξε και επέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία εις το Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. και είναι ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, με την συνδρομή δηλαδή του άρθρ. 1 ν. 1608/50, μετά δε την περάτωση της κυρίας ανάκρισης που ενηργήθη σχετικώς και επερατώθη νομίμως, η υπόθεση εισήχθη από τον Εισαγγελέα Εφετών εις το Συμβούλιο Εφετών, το οποίο και παρέπεμψε τους αναιρεσείοντας, εις το ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (επί κακουργημάτων), προκειμένου να δικασθούν για τις προαναφερόμενες πράξεις, τις οποίες θεώρησε ως στρεφομένας εις βάρος του Δημοσίου, η ζημία του οποίου υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ και επομένως θεώρησε ότι συντρέχουν αι προϋποθέσεις του άρθρ. 1 ν. 1608/50. 'Ετσι η δυνατότητα αναιρέσεως του βουλεύματος αυτού, δηλαδή το αμετάκλητο ή μη του βουλεύματος, θα κριθή, σύμφωνα με όσα αναφέρθησαν, εκ των πράξεων για τις οποίες ησκήθη η ποινική δίωξις και παρεπέμφθησαν οι κατηγορούμενοι. Και εφ'όσον η ποινική δίωξις ησκήθη με την συνδρομή του ν. 1608/50, το προσβαλλόμενο βούλευμα, είναι αμετάκλητο, μη υποκείμενο σε αναίρεση. Επομένως αι υπό κρίσιν αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων, ως στρεφομένας κατά του παραπάνω αμετακλήτου βουλεύματος, είναι απαράδεκτες, και ως τοιαύτες πρέπει να απορριφθούν κατ'άρθρ. 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ. και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των αναιρεσειόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ.
Π ρ ο τ ε ί ν ω: 1) Να απορριφθούν, ως απαράδεκτες, αι υπ'αριθ. 90/12-5-2008 και 87/5-5-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των Χ1 και Χ2 κατά του υπ'αριθ. 596/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών,
2) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των αναιρεσειόντων. Αθήναι 27 Μαΐου 2008.
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αντώνιος Μύτης".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην παραπάνω έγγραφη εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκαν, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, οι αντίκλητοι των αναιρεσειόντων.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 308 παρ. 1 εδ. γ' Κ.Π.Δ., όπως αυτό ισχύει μετά την προσθήκη του εδαφίου αυτού με το άρθρο 5 παρ. 7 Ν. 1738/19876, στα εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρο 1 Ν. 1608/1950, η περάτωση της κύριας ανάκρισης κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετακλήτως, ακόμη και για τα συναφή πλημμελήματα. Από τη διάταξη αυτή, που αποσκοπεί στην ταχεία εκκαθάριση των προβλεπομένων στο Ν. 1608/1950 εγκλημάτων, προκύπτει ότι αν έχει προηγηθεί κυρία ανάκριση για κακούργημα, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 Ν. 1608/1950, όπως ήδη ισχύει, η οποία περατώθηκε με παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, δεν επιτρέπεται η άσκηση του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, με το προσβαλλόμενο υπ' αρ. 596/2008 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, οι αναιρεσείοντες παραπέμφθηκαν στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών για να δικαστούν, εκτός των άλλων πράξεων, και για τις περιγραφόμενες σ'αυτό κακουργηματικές πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως με σκοπό το όφελος σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, από την οποία το όφελος που επεδίωξε και πέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία που προξενήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δραχμών, της απάτης επί δικαστηρίου και άμεσης συνέργειας σε αυτήν από υπαίτιο που διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα και συνήθεια σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, από την οποία το όφελος που επεδίωξε και πέτυχε ο δράστης και η αντίστοιχη ζημία που προξενήθηκε στο Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δραχμών. Επομένως, οι κρινόμενες αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων Χ1 και Χ2, είναι απαράδεκτες κατά το άρθρο 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ., αφού στρέφονται κατά αμετακλήτου βουλεύματος και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθούν και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (Κ.Π.Δ. 476 παρ.1, 583 παρ.1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τις υπ' αρ. 90/12.5.2008 και 87/5.5.2008 αιτήσεις αναίρεσης των Χ1 και Χ2 αντίστοιχα, κατά του υπ' αρ. 596/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετείου Αθηνών. Και

Επιβάλλει σε έναν έκαστο των αναιρεσειόντων τα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου 2008. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2008.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ & ήδη ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή