Θέμα
Εφέσεως απαράδεκτο, Εισαγγελική Πρόταση.
Περίληψη:
Αναίρεση αποφάσεως που απέρριψε την έφεση, ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης άσκησης,. Παραδεκτή η άσκησή της. Απέχει για την υποβολή προτάσεως από τον Εισαγγελέα επί των λόγων αναιρέσεως, που είχε προτείνει το απαράδεκτο της αναιρέσεως. (Διατακτικό: Δέχεται. Διατάσσει την εισαγωγή της υποθέσεως ενώπιον του ακροατηρίου του Αρείου Πάγου κατά τη συνήθη διαδικασία).
Αριθμός 976/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.
Συνήλθε σε συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 11 Μαρτίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία - Πηνελόπη Λιακόγκονα, περί αναιρέσεως της 6084/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 16.10.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1782/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αντώνιος Μύτης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή με αριθμό 31/29.1.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω υπό τη κρίση του Δικαστηρίου σας την προκειμένη δικογραφία και εκθέτω τα εξής:
Ι. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με την 6084/25-7-2007 απόφαση απέρριψε ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης άσκησης, την 3216/30-4-2007 έφεση του κατηγορουμένου Χ1 κατά της 14789/2005 απόφασης του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών, που τον είχε καταδικάσει σε φυλάκιση οκτώ (8) μηνών για απάτη στο δικαστήριο (βλ. απόφαση).
ΙΙ. Στις 16-10-2007 ενώπιον του αρμόδιου Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών εμφανίσθηκε η δικηγόρος Αθηνών Πηνελόπη Λιακόγκονα και δήλωσε ότι ".......κατ'εντολήν και για λογαριασμό του Χ1....", ασκεί αναίρεση κατά της 6084/2007 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, που είχε καταχωρηθεί στο ειδικό βιβλίο στις 8-10-2007 και έτσι συντάχθηκε η με αριθμό 358/16-10-2007 έκθεση αναίρεσης (βλ. έκθεση).
ΙΙΙ. Η αναίρεση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 § 1 Κ.Π.Δ., γιατί δεν ασκήθηκε με νομότυπο τρόπο. Συγκεκριμένα ενώ η δικηγόρος που άσκησε την αναίρεση δήλωσε ότι ενεργεί "κατ' εντολή και για λογαριασμό" του κατηγορουμένου, δηλαδή ως αντιπρόσωπός του, δεν έχει επισυνάψει στην σχετική έκθεση πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του, με το οποίο να δίνεται η εντολή για την άσκηση της αναίρεσης, σύμφωνα με το άρθρο 465 § 1 Κ.Π.Δ. Παράλληλα πρέπει να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα και τα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούςΠροτείνω
Ι. Να απορριφθεί ως απαράδεκτη η 358/16-10-2007 αναίρεση του Χ1, που ασκήθηκε δια της δικηγόρου Αθηνών Πηνελόπης Λιακόγκονα, κατά της 6084/2007 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών και
ΙΙ. Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στον αναιρεσείοντα.
Αθήνα 5 Δεκεμβρίου 2007
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλειος Μαρκής
Αφού άκουσε την πληρεξούσια του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, και τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 465, παρ. 2, 473 παρ. 2, 4 παρ. 1, και 476 παρ. 1 του ΚΠΔ προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη επιτρέπεται άσκηση αναίρεσης στον καταδικασμένο, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω αντιπροσώπου που έχει εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ. 2. Δεν δικαιούται, όμως, στην παραπάνω περίπτωση, να ασκήσει αίτηση αναίρεσης για λογαριασμό του καταδικασμένου και ο συνήγορος του τελευταίου, με την ιδιότητα του, ως παραστάντος στη συζήτηση της υπόθεσης επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού η απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ως απαράδεκτη (εκπρόθεσμη), δεν είναι καταδικαστική. Η αίτηση δε αναίρεσης που τυχόν ασκήθηκε στην περίπτωση αυτή για λογαριασμό του καταδικασμένου από το συνήγορο του που είχε παραστεί στη συζήτηση της υπόθεσης είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Μπορεί όμως αυτός να ασκήσει την αίτηση αναιρέσεως ως αντιπρόσωπός του, αν έχει σχετική εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ. 1. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία επισκοπούνται, προκειμένου να κριθεί το παραδεκτό ή μη της αίτησης αναίρεσης, προκύπτουν τα εξής: Με την με αριθμό 6084/2007 προσβαλλόμενη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, η υπ' αριθ. 3216/30-4-2007 έκθεση εφέσεως του ήδη αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως αυτής. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη απόφαση, ο αναιρεσείων εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του, Μαρία - Πηνελόπη Λιακόγκονα. Η κρινόμενη, από 16-10-2007, αίτηση αναίρεσής του κατά της παραπάνω απόφασης, ασκήθηκε ενώπιον του _ Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών, για λογαριασμό αυτού, με δήλωση της ως άνω δικηγόρου, η οποία και υπέγραψε τη σχετική έκθεση, με την ιδιότητα της ως αντιπροσώπου του, που έχει εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ.1. Σημειώνεται, ότι στη σχετική έκθεση αναιρέσεως, δεν υπάρχει προσαρτημένη έγγραφη δήλωσή του, κατά τις διατυπώσεις του άρθρου 42 παρ. 2 εδαφ. β και δ', με την οποία εξουσιοδοτείται αυτή, να καταθέσει αντί γι' αυτόν αίτηση αναιρέσεως κατά της ως άνω αποφάσεως. Όμως, από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτει, ότι υπάρχει σ' αυτόν η από 12-10-2007 εξουσιοδότηση του αναιρεσείοντος, η γνησιότητα της υπογραφής του οποίου βεβαιώνεται από δημόσια αρχή, δηλαδή από το Κ.Ε.Π του Δήμου Πεύκης Αττικής. Με βάση, λοιπόν, τα ως άνω γενόμενα δεκτά η ένδικη αίτηση αναιρέσεως είναι παραδεκτή.
Ο αναιρεσείων αιτιάται την προσβαλλόμενη απόφαση ότι στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που καθιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως. Καθώς, προκύπτει, όμως, από την υποβληθείσα στο Συμβούλιο τούτο από 5-12-2007 πρόταση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο προτείνων Εισαγγελέας, εκτίμησε αντίθετα, ότι απαραδέκτως ασκήθηκε η υπό κρίση από 16-10-2007 αίτηση αναιρέσεως από την ως άνω συνήγορο, με την ιδιότητα της πληρεξουσίου δικηγόρου, η οποία παρέστη κατά τη συζήτηση της εφέσεως, χωρίς να διαλαμβάνει ο,τιδήποτε στην πρότασή του επί του, κατά τα άνω, λόγου αναιρέσεως. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω και, ενόψει του ότι η παραδεκτώς ασκηθείσα από τον κατηγορούμενο υπό κρίση αναίρεση έπρεπε να εισαχθεί για συζήτηση ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, δημοσία συνεδριάζοντος, πρέπει, ενόψει του ότι αυτή θεωρείται ως παραδεκτώς ασκηθείσα, όπως αναφέρθηκε, να διαταχθεί η εισαγωγή της για συζήτηση κατά τη συνήθη διαδικασία, μετά την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται την από 16-10-2007 αίτηση αναίρεσης του κατηγορουμένου Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθ. 6084/2007 του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, ως παραδεκτώς ασκηθείσα. Και Διατάσσει την εισαγωγή της εν λόγω αναίρεσης για συζήτηση ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, κατά τη συνήθη διαδικασία.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 2007. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ