Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1139 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αποδεικτικά μέσα, Έγγραφα, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Κλοπή, Απόφαση αθωωτική.




Περίληψη:
Διακεκριμένη κλοπή, που η συνολική αξία υπερβαίνει το ποσό των 73.000 €. Αναίρεση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά αθωωτικής αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων). Λόγοι αναιρέσεως: έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι οι εξετασθέντες στο ακροατήριο ανωμοτί πολιτικώς ενάγοντες, δεν μνημονεύονται στα αποδεικτικά μέσα. Όμως, αυτοί είναι οι κατ' εξοχήν μάρτυρες κατηγορίας και από το σκεπτικό της αποφάσεως προκύπτει με βεβαιότητα ότι η κατάθεσή τους λήφθηκε υπόψη, η δε μνεία - αναφορά ότι εξετάσθηκαν ενόρκως, οφείλεται σε προφανή παραδρομή. Αβάσιμος είναι και ο λόγος για παράβαση της δημοσιότητας στο ακροατήριο, για το λόγο ότι λήφθηκε υπόψη έγγραφο, που δεν αναγνώστηκε, διότι στηρίζεται σε αναληθή προϋπόθεση, αφού το εν λόγω έγγραφο είχε αναγνωστεί, εκτός του ότι το έγγραφο αυτό αναφέρεται διηγηματικά. Απορρίπτει αίτηση.




Αριθμός 1139/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 2893/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργ.Αθηνών. Με κατηγορούμενη την Χ, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Κοκκίνη. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1)Ψ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Παπαγεωργίου-Γονατά, 2)Ψ2, ο οποίος απεβίωσε και ο οποίος δεν παραστάθηκε και 3)Ψ3, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Στυλιανό Παπαγεωργίου-Γονατά.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργ.Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ρούσσος-Εμμανουήλ Παπαδάκης ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 45/12-10-2009 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεώργιου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1411/2009.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων που παραστάθηκαν, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ. 2 του ΚΠΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά οποιασδήποτε αποφάσεως, αθωωτικής ή καταδικαστικής, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την καταχώριση αυτής καθαρογραφημένης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 ΚΠΔ και για όλους τους λόγους του άρθρου 510 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη τους από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ειδικά δε, προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/1974) και δεδομένου ότι αντικείμενο αποδείξεως στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου, τέτοια έλλειψη αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση τα πραγματικά περιστατικά της πράξεως και οι λόγοι για τους οποίους το δικαστήριο αδυνατεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πραγματώθηκε από τον κατηγορούμενο η αντικειμενική ή υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος που του αποδίδεται. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με την, από 12 Οκτωβρίου 2009, ενώπιον του Γραμματέα του Αρείου Πάγου, αίτησή του, για την οποία συντάχθηκε η με αριθμό 45/2009 έκθεση, δήλωσε ότι σύμφωνα με τα άρθρα 463 εδ. α' 474, 479 παρ. 2, 504 παρ. 1, 505 παρ. 2 α' και 509 παρ. 1 β' Κ.Π.Δ. ασκεί αναίρεση κατά της υπ' αρ. 2893/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών που καταχωρήθηκε στο βιβλίο την 14-9-2009 με την οποία κηρύχθηκε αθώα η κατηγορούμενη Χ για την πράξη της διακεκριμένης κλοπής που η συνολική αξία υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της αποφάσεως και για παράβαση των διατάξεων για τη δημοσιότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο (ΚΠΔ 510 παρ. 1 περ. Δ' και περ. Γ' - 331,364 παρ. 1). Αυτή (αίτηση) έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει να ερευνηθεί. Κατά τη διάταξη του άρ. 372 παρ. 1 του ΠΚ, όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η οποία προστατεύει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται αφαίρεση, με θετική ενέργεια του δράστη, από την κατοχή άλλου ξένου ολικά ή μερικά κινητού πράγματος, με σκοπό την παράνομη, δηλαδή χωρίς δικαίωμα, ιδιοποίηση αυτού. Η αφαίρεση συνίσταται στην άρση της ξένης κατοχής και τη θεμελίωση νέας προς το πράγμα κατοχής του δράστη με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση αυτού. Η έννοια της κατοχής εκφράζει τη φυσική εξουσίαση κάποιου προσώπου σε σχέση προς ένα πράγμα. Έτσι, το έγκλημα της κλοπής θεωρείται τετελεσμένο ευθύς ως εκείνος που αφαίρεσε το ξένο πράγμα από την κατοχή του άλλου, θέσει αυτό ολοκληρωτικά στη δική του φυσική εξουσία, έστω και για ελάχιστο χρόνο. Η αξία του αντικειμένου της κλοπής δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεώς της, και, εφόσον δεν χαρακτηρίστηκε ως κλοπή με αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, πράγμα που αποτελεί επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος αυτού, δεν απαιτείται ειδικότερα προσδιορισμός της αξίας του πράγματος που αφαιρέθηκε. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρ. 329, 331, 333, παρ. 2, 358, 364 παρ. 1 και 369 του ΚΠΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρ. 171 παρ. 1 εδ. δ' του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η λήψη από το Δικαστήριο της ουσίας υπόψη, προς σχηματισμό της κρίσεώς του για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, εγγράφων, που δεν αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, η οποία ιδρύει τον από το άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, γιατί έτσι αποστερείται ο κατηγορούμενος του από το πιο πάνω άρ. 358 του ίδιου Κώδικα απορρέοντος δικαιώματός του να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις, που είναι σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Εξάλλου, ναι μεν δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται στα πρακτικά του Δικαστηρίου, το περιεχόμενο των εγγράφων, που έχουν αναγνωσθεί, πλην όμως είναι αναγκαίο να αναφέρονται σ' αυτά τα στοιχεία από τα οποία προσδιορίζονται τα έγγραφα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία για την ταυτότητα των εγγράφων, που αναγνώσθηκαν, και λήφθηκαν υπόψη, και να προκύπτει σε ποια έγγραφα στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου, γιατί διαφορετικά παραβιάζονται οι πιο πάνω διατάξεις, που επιβάλλουν την ανάγνωση στο ακροατήριο των εγγράφων, τα οποία έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 2893/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, παραδεκτά επισκοπείται από το Δικαστήριο αυτό, η κατηγορουμένη, Χ κηρύχθηκε αθώα της αξιόποινης πράξεως της διακεκριμένης κλοπής, που η συνολική της αξία υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, φερόμενη ότι τελέστηκε σε βάρος της Θ. Για να στηρίξει την απαλλακτική αυτή κρίση του το δικάσαν Δικαστήριο, διέλαβε στην απόφασή του, την εξής κατά λέξη αιτιολογία: "από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο και αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, μεταξύ των οποίων, και της μάρτυρος κατηγορίας, η οποία εισήλθε επ' ολίγον στην αίθουσα του δικαστηρίου κατά την εξέταση άλλου μάρτυρα και αμέσως μόλις έγινε αντιληπτή εξήλθε, αφού κατ' άρθρο 350 ΚΠΔ δεν δημιουργείται ακυρότητα, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες, την απολογία της κατηγορουμένης και όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχθηκε ότι η κατηγορουμένη δεν έχει τελέσει την πράξη για την οποία κατηγορείται. Ειδικότερα, από τα άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκαν τα εξής: Η κατηγορουμένη, πρώτη εγγονή της ηρωίδας Φ, της οποίας και το όνομα φέρει, είχε πολύ καλές σχέσεις με τις θείες της Ζ και Θ, καθόσον κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής της για μεγάλα χρονικά διαστήματα ζούσε μαζί με αυτές και τον παππού της ..., αρχικά στο σπίτι της οδού ... και μετά σ' αυτό της ..., εργαζόταν δε πριν φύγει για τις ... στην οικογενειακή επιχείρηση μαζί με τον παππού της, τον πατέρα της Μ και τη θεία της Ζ, η οποία ήταν και μέτοχος σ' αυτή (επιχείρηση). Συνεπεία δε προβλημάτων στο στενό οικογενειακό της περιβάλλον, για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν ερχόταν στην Ελλάδα. Όμως, κατά τη δεκαετία του 90' άρχισε να έρχεται στην Ελλάδα, αφού προηγουμένως είχε συμφιλιωθεί με τον πατέρα της και τη δεύτερη σύζυγό του και μετά το θάνατο του πατέρα της το έτος 1995 ερχόταν τουλάχιστον μια με δυο φορές το έτος στην Ελλάδα και εφιλοξενείτο τις περισσότερες φορές από τις θείες της, οι οποίες ζούσαν μαζί με τον σύζυγο της Θ, ... στο σπίτι της οδού ... από το έτος 1980, επιπλέον δε είχε αναπτύξει μεγάλη δραστηριότητα στην οργάνωση που είχε δημιουργηθεί για την ηρωίδα, ως Αντιπρόεδρος αυτής προσπαθώντας να κάνει γνωστό το έργο της γιαγιάς της και της οργάνωσης και διαθέτοντας για το σκοπό αυτό πέραν του χρόνου της και μεγάλα χρηματικά ποσά. Μετά το θάνατο του ..., επειδή τα οικονομικά των θείων μειώθηκαν αισθητά, αφού η χήρα του Θ έπρεπε να μοιραστεί τη σύνταξή του με την πρώην σύζυγό του, και τα τέκνα του από τον πρώτο γάμο του, ανέλαβε να ενισχύει οικονομικά τις αδελφές του ο Μ, πατέρας της κατηγορουμένης, ο οποίος και είχε κρατήσει την οικογενειακή επιχείρηση. Όμως, μετά το θάνατο του πατέρα της η κατηγορουμένη όταν διαπίστωσε τα οικονομικά προβλήματα των θείων της, ανέλαβε η ίδια να τις ενισχύει οικονομικά. Συγκεκριμένα, πέραν του ότι κάθε φορά που ερχόταν στην Ελλάδα αναλάμβανε όλα τα έξοδα των θείων της, φρόντισε να ανοίξει για αυτές λογαριασμό στο σούπερ μάρκετ ... για να ψωνίζουν οτιδήποτε χρειαζόντουσαν και στο κατάστημα ... για να μπορεί η θεία της Ζ να αγοράζει τα υλικά για τη ζωγραφική της χωρίς πρόβλημα, αλλά παράλληλα, μέσω του οικογενειακού τους φίλου και δικηγόρου κ Π Κόκκινη, φρόντιζε να καλύπτει τις όποιες ανάγκες τους. Όταν τον μήνα Ιούλιο 2005, αρρώστησε η Θ και εισήχθη στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, η Ζ ενημέρωσε τηλεφωνικά την κατηγορουμένη, η οποία αμέσως ήλθε στην Ελλάδα, προκειμένου να συμπαρασταθεί στις θείες της. Ήταν εκείνη, που ήρθε σε επαφή με τους γιατρούς του νοσοκομείου για να πληροφορηθεί για την κατάσταση της υγείας της θείας της, εκείνη που έμενε μαζί της στο νοσοκομείο και εκείνη που ανέλαβε να πληρώνει τη νυκτερινή νοσοκόμα και όσα έξοδα προέκυψαν κατά τη νοσηλεία της. Αφού, ενημερώθηκε από τους γιατρούς ότι η θεία της Θ έπασχε από καρκίνο του παγκρέατος και σε λίγο χρονικό διάστημα θα αποβίωνε, ζήτησε και συναντήθηκε με τους λοιπούς συγγενείς, προκειμένου να αποφασίσουν τι θα γίνει με τις θείες. Αυτό, επειδή το προαναφερθέν ακίνητο στην οδό ... που αποτελείτο από είσοδο χώλ, λιβινγ-ρούμ, γραφείο, τραπεζαρία, 4 υπνοδωμάτια, 2 λουτρά μαγειρείο, οφίς, δωμάτιο υπηρεσίας, βεστιάριο, εξώστη και αποθήκη και του οποίου το μηνιαίο μίσθωμα ανερχόταν σε 500 ευρώ, λόγω της γνωριμίας που είχαν οι θείες με την ιδιοκτήτρια κ ..., ήταν γεμάτο από έπιπλα και κειμήλια και δεν ήταν δυνατόν να συντηρηθεί από μόνη την Ζ μετά τον θάνατο της Θ. Συγκεκριμένα, η Ζ, ως πρωτότοκη κόρη που ουδέποτε παντρεύτηκε και ζούσε με τον πατέρα της μέχρι τον θάνατό του, εργαζόμενη ως ξεναγός VIP και παράλληλα στην οικογενειακή επιχείρηση, ενώ ήταν καταξιωμένη ζωγράφος με σπουδές πλην της Ελλάδος και στις ΗΠΑ, είχε κρατήσει την οικοσκευή της οικογενείας και μέρος των οικογενειακών κειμηλίων και είχε και τα δικά της έπιπλα, ενώ, όταν η Θ με το σύζυγο της ήλθαν οριστικά στην Ελλάδα, μετά την συνταξιοδότηση του τελευταίου, έφεραν και την οικοσκευή τους, με αποτέλεσμα το άνω διαμέρισμα να είναι γεμάτο πράγματα. Όμως, με δεδομένο ότι η Θ, της οποίας η μηνιαία σύνταξη ανερχόταν περίπου σε 1300 ευρώ δεν είχε μεγάλο περιθώριο ζωής, η δε Ζ δεν είχε οικονομική άνεση, αφού η σύνταξη την οποία ελάμβανε μηνιαίως ανερχόταν σε 900 περίπου ευρώ πλέον το βοήθημα που λάμβανε από την Αρχιεπισκοπή εκ 117 ευρώ μηνιαίως δεν μπορούσε να κρατήσει το άνω διαμέρισμα, έπρεπε να βρεθεί μια λύση τόσον για την Ζ όσο και για τα πράγματα που βρίσκονταν στο άνω διαμέρισμα, όταν η Θ θα απεβίωνε. Έτσι, ενώ η Θ βρισκόταν ακόμη στο νοσοκομείο συναντήθηκαν η κατηγορουμένη, τα αδέλφια Ψ2 και Ξ με τον σύζυγο της ... και τα ανήψια Ψ1 και Ψ3, σε μια ταβέρνα, προκειμένου να αποφασίσουν τι πρέπει να γίνει. Εκεί τέθηκε το θέμα τι θα γίνει αφενός με την Θ, η οποία θα έβγαινε από το νοσοκομείο και τι θα γινόταν με την Ζ και το μίσθιο διαμέρισμα, αφού δεν ήταν δυνατόν να το συντηρήσει με τα πενιχρά εισοδήματά της. Στην γενόμενη συζήτηση συμφωνήθηκε αρχικά να πωληθούν κάποια έπιπλα που δεν είχαν ιστορική ή συναισθηματική αξία προκειμένου αφενός μεν να αντιμετωπιστούν κάποια έξοδα και αφετέρου να μειωθεί ο όγκος των επίπλων, να εισαχθεί η Θ σε κάποιο οίκο ευγηρίας και ενδεχομένως να βρεθεί ένα μικρότερο σπίτι για την Ζ. Έτσι, μετά την έξοδο της Θ από νοσοκομείο και τη μεταφορά της στην οικία της ..., ανέλαβε η κατηγορουμένη με τη βοήθεια της από χρόνια οικιακής βοηθού των θείων ... και της αδελφής αυτής ... την περιποίηση της Θ και όλα τα σχετικά έξοδα, αφού οι Ψ1 και Ψ3 αρχικά είχαν κανονίσει τις διακοπές τους και αργότερα είχαν να αντιμετωπίσουν την ασθένεια του πατέρα τους από καρκίνο και η Ξ και ο Ψ2 είχαν οι ίδιοι προβλήματα υγείας. Με βάση την ανωτέρω συμφωνία των αδελφών, για την οποία οι θείες ενημερώθηκαν, η Θ έδωσε στην κατηγορουμένη δυνάμει του ... συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου της Σ/φου Αθηνών Βασιλικής Τούμπα ,μεταξύ άλλων, και την πληρεξουσιότητα να "προβαίνει σε αγορές και πωλήσεις παντός είδους κινητών πραγμάτων προς όφελος της εντολέως", ενώ την ίδια ημέρα με ιδιωτικό έγγραφο όρισε ως δικαιούχο της αποζημίωσης που εδικαιούτο από την τράπεζα BNP PARIBAS την αδελφή της Ζ και παράλληλα στο ίδιο έγγραφο ανέφερε τα εξής: "Και ό,τι αντικείμενα μας ανήκουν θα παραμείνουν σε εκείνη στην περίπτωση που μου συμβεί κάτι". Από τη φράση αυτή, ερμηνευόμενη σύμφωνα με την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, προκύπτει ότι η Θ με ιδιωτικό έγγραφο προέβη σε δωρεά εν ζωή στην Ζ τόσο των πραγμάτων που της ανήκαν αποκλειστικά όσο και των κοινών πραγμάτων που υπήρχαν στην οικία και των οποίων την συγκατοχή και την απόλαυση είχε ήδη η Ζ αφού αυτά βρίσκονταν στην κοινή τους κατοικία, έτσι ώστε, αφενός μεν να μην απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, αλλά ούτε και παράδοση αυτών των κινητών πραγμάτων (βλΑΠ 1084/97ΕΕΝ1999.119 για το πότε πρόκειται για δωρεά εν ζωή και ΑΠ 534/02ΕλλΔ/νη43.1645, ΕφΑθ464/05ΕλλΔ/νη 2005.1524 για την κατοχή ήδη από τον δωρεοδόχο του δωρούμενου) ενώ ήδη η Ζ από το έτος 2002 δυνάμει του 2541/26-7-02 ειδικού πληρεξουσίου της ίδιας Σ/φου είχε δώσει πληρεξουσιότητα στην κατηγορουμένη να την εκπροσωπεί και μεταξύ άλλων "να μεριμνά για τη συντήρηση, φύλαξη και διαχείριση γενικά των κινητών της εντολέως καθώς και οποιουδήποτε οικογενειακού κειμηλίου (ενδεικτικά πινάκων ζωγραφικής, εγγράφων, διακοσμητικών ιδιαίτερης αξίας επίπλων, εικόνων, ρουχισμού κλπ) ενεργώντας οτιδήποτε απαιτηθεί για την διατήρησή τους σε καλή κατάσταση και διεκδικώντας ακόμα και την επιστροφή τους στην κατοχή της εντολέως σε περίπτωση που τυχόν της αφαιρεθούν". Στα πλαίσια δε της προαναφερθείσας απόφασης της οικογενείας περί πωλήσεως κάποιων κινητών πραγμάτων επισκέφθηκε την οικία της ... ο κ ... αρχαιοπώλης και φίλος της οικογενείας του Ψ2, προκειμένου αφενός μεν να δώσει τιμές για τα έπιπλα που υπήρχαν αφετέρου δε να αγοράσει κάποια από αυτά, εφόσον τον ενδιέφεραν. Όμως, δεν βρήκε κάτι της αρεσκείας του και δεν αγόρασε κάτι από αυτά. Τα έπιπλα είδε στη συνέχεια ο αρχαιοπώλης, κ ..., μετά από προτροπή της κ ..., ιδιοκτήτριας του ακινήτου και έδωσε κάποιες τιμές γι' αυτά, αγόρασε δε στη συνέχεια δύο πολυθρόνες αντί 500 ευρώ καθεμιά. Ενώ δε ο χρόνος περνούσε και η κατηγορουμένη έπρεπε να γυρίσει στην οικογένεια της στις ΗΠΑ, οπότε έπρεπε η μεν Θ να τακτοποιηθεί κάπου, που θα είχε φροντίδα, το διαμέρισμα δε να εκκενωθεί και κάποια από τα έπιπλα να πωληθούν και δεν είχε βρεθεί ακόμη λύση για το τι θα γίνει με την Ζ, μετά από πρόταση του Ψ2, η κατηγορουμένη πήγε να δεί τον οίκο ευγηρίας του κ ..., τον οποίο είχε συστήσει στην σύζυγο του ανωτέρω ... η οικογένεια ... .Η κατηγορουμένη με την Ζ επισκέφθηκαν τον οίκο αυτό ευγηρίας κατά τα τέλη Οκτωβρίου 2005 και την 1-11-05 έγινε πάλι επίσκεψη από την κατηγορουμένη συνοδευόμενη από τους Ψ2 και ..., οι οποίοι τον βρήκαν καλό για την Θ και συμφώνησαν να μεταφερθεί η τελευταία εκεί. Την επομένη, η Θ με ασθενοφόρο μεταφέρθηκε στο άνω οίκο ευγηρίας γεγονός βέβαια που δεν της ήταν ευχάριστο, αλλά ήταν αναγκαίο. Στη συνέχεια, η κατηγορουμένη συναντήθηκε με την κ ... αρχαιοπώλη, γνωστή της Ξ και της πώλησε κάποια από τα έπιπλα, ενώ κάποια άλλα πωλήθηκαν σε γείτονες και με την βοήθεια της Ζ και των δύο οικιακών βοηθών κάποια κατεστραμμένα πράγματα πετάχθηκαν και κάποια άλλα πακεταρίστηκαν προκειμένου, άλλα να δωρηθούν στο Δήμο της ... γενέτειρας της ηρωίδας και άλλα να αποθηκευθούν σε κάποια αποθήκη. Εκεί ήταν που δημιουργήθηκε σύγκρουση μεταξύ της κατηγορουμένης και του θείου της Ψ2, αφού αφενός αρνήθηκε να του δώσει κάποιους πίνακες που της ζήτησε, καθόσον η Ζ στην οποία ανήκαν δεν ήθελε αφετέρου η κατηγορουμένη αρνήθηκε να αποθηκεύσει τα πράγματα από την κατοικία των θείων της σε αποθήκη του γιου της συζύγου του Ψ2 κ ... ... Αφού σχεδόν είχε ειδοποιηθεί από τον γείτονα κ. ..., η Ψ3 από την έναρξη αυτής και δεν παρενέβη κάποιος για να ζητήσει εξηγήσεις ή να τη σταματήσει, στις 12-11-05 και αφού αυτή (μετακόμιση) είχε σχεδόν τελειώσει ο Ψ1 κάλεσε δυνάμει Εισαγγελικής παραγγελίας στο ΑΤ ... την κατηγορουμένη για συστάσεις σχετικά με την μετακόμιση. Πράγματι, η κατηγορουμένη με την Ζ και άλλους πήγε στο άνω ΑΤ όπου αρνήθηκαν τα γενόμενα από τον παραπάνω παράπονα και η Ζ συγκρούσθηκε με τον Ψ1. Μετά ταύτα, αφού το διαμέρισμα είχα αδειάσει, η κατηγορουμένη μαζί με την Ζ, η οποία αποφάσισε να την ακολουθήσει στις ΗΠΑ, γεγονός που γνώριζε ο Ψ2, στις 17-11-05 το εγκατέλειψαν, αφού χαιρέτισαν τον γείτονά τους κ. ..., ενημερώνοντάς τον ότι θα έφευγαν για τις ΗΠΑ, έκτοτε δε και μέχρι την αναχώρησή τους, στις 24-11-05, διέμεναν στην κόρη της κατηγορουμένης ..., επισκεπτόμενες συχνά την Θ. Όμως, την 18-11-05, δηλ. ενώ είχαν εγκαταλείψει την άνω οικία πληροφορήθηκαν ότι έγινε θυροκόλληση ασφαλιστικών μέτρων νομής εναντίον της κατηγορουμένης με αιτούσα την Θ. Η κατηγορουμένη ενόψει της αναχώρησής τους, αφού αποχαιρέτησε με την Ζ την 20-11-05 την Θ, η οποία δεν παραδέχθηκε ότι είχε στραφεί εναντίον της με την άνω αίτηση, και ενημέρωσε τον ιδιοκτήτη του οίκου ευγηρίας σχετικά με τη διεύθυνσή της και τα τηλέφωνά της και ζήτησε να την ενημερώνει για οποιαδήποτε ανάγκη της Θ, στη συνέχεια αποχαιρέτησαν την αδελφή Ξ στην οποία έδωσαν και ένα δακτυλίδι της Θ, ένα φωτιστικό και μια προσωπογραφία της του ζωγράφου ... και αναχώρησαν για την Αμερική. Επί της άνω αιτήσεως, που συζητήθηκε, στις 29-11-05, δηλ. μετά την αναχώρηση της κατηγορουμένης για την Αμερική, εκδόθηκε η 6829/05 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία έκρινε ότι τα με αριθμούς 1 έως και 22 αναφερόμενα στο κατηγορητήριο αντικείμενα ανήκαν στην Θ. Πράγματι, όπως αποδεικνύεται και από την από 24-9-96 διαθήκη που συνέταξε ο δικηγόρος Αλ. Πετρουτσόπουλος, φίλος του ... και έδωσε από κοινού με τον ... στην Θ, προκειμένου αυτή να συντάξει ιδιόγραφη διαθήκη ή να την καταθέσει ως μυστική διαθήκη σε Σ/φο, στην αποκλειστική κυριότητά της ανήκαν μόνα τα προαναφερθέντα έπιπλα. Ενώ στην αποκλειστική κυριότητα της Ζ ως αποδεικνύεται ιδίως από την από 24-9-06 διαθήκη που συνέταξε ο ανωτέρω δικηγόρος που δόθηκε για τους ίδιους λόγους στην Ζ ανήκουν σ' αυτήν τα μ' αριθμούς 24 και από 26 έως και 58 αντικείμενα. Περαιτέρω, από τα προαναφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι δύο γούνες (23) είχαν δοθεί στις Δ και Ψ3 από τις αδελφές και το μεγάλο δακτυλίδι της Θ στην Ξ (25), ενώ δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχαν άλλες γούνες, πανωφόρια με γούνες ή άλλα χρυσαφικά στην άνω οικία. Εξάλλου, από τα ανήκοντα στην Θ αντικείμενα πωλήθηκαν σε τρίτους, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα αυξημένα οικονομικά έξοδα εξαιτίας της ασθένειας της, τα οποία είχε καταβάλει η κατηγορουμένη, ως αποδεικνύεται ιδίως από την από 12-11-05 απόδειξη είσπραξης και από 12-11-05 ιδιωτικό συμφωνητικό πώλησης υπογραμμένο από την κατηγορουμένη την Ζ και την κ. ... με την παρουσία της Ζ την απολογία της κατηγορουμένης και την ένορκη κατάθεση του κ. ... τα μ' αριθμούς 1, 2, 3 από το 4 οι 2 πολυθρόνες, 7, 8, 10 μόνο το γραφείο και 15 αντί συνολικού ποσού 6900 ευρώ στην κ. ..., τα μ' αριθμό 11 αντί 1000 ευρώ, στον κ. ... στις 6-11-05 στο 6 σε γειτόνισσα αντί 300 ευρώ, το 5(500 Ε), 16, 17(200Ε), 19, 21(200E) σε ιδιώτες, τα 9, 12, 13, 14 πετάχθηκαν γιατί ήταν κατεστραμμένα, ενώ ο καναπές του 4, η καρέκλα του 10, ο καναπές CHESTERFIELD 18, η ντουλάπα 20 και η βιβλιοθήκη 21 βρίσκονται αποθηκευμένα σε αποθήκη προς φύλαξη. Ομοίως, από τα αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε το ματωμένο φουστάνι της ηρωίδας στην οικία της Παρθενώνος. Ειδικότερα, την ηρωίδα την εκτέλεσαν οι Γερμανοί περί ώρα 5:30 πρωινή της 8-9-44 και μετά από πολύωρη αναζήτηση το πτώμα της ανευρέθηκε το Γ Νεκροταφείο, η δε μεταφορά της από το Γ Νεκροταφείο στο Β όπου και ο οικογενειακός τάφος, έγινε περί ώρα 5η απογευματινή, οπότε και αυτή ετάφη περί ώρα 7η απογευματινή. Λόγω δε του χρόνου που είχε παρέλθει από τη θανάτωσή της, το σώμα της ήταν δύσκαμπτο και διάτρητο από σφαίρες, το δε φόρεμά της χρώματος μώβ με ρόζ λουλούδια, ήταν κουρελιασμένο αποξηραμένο και κολλημένο στο σώμα της και ήταν αδύνατος να αφαιρεθεί από το σώμα της, το μόνο που έγινε δε ήταν να πλύνουν το πρόσωπό της με νερό και ολόκληρο το σώμα της και στη συνέχεια να το σκεπάσουν με άσπρο σεντόνι. Κατά τον ενταφιασμό της δε που έλαβε χώρα ως προελέχθη την 7μμ ήταν παρόντες οι αδελφές της ... και ..., ο ανιψιός της ..., οι αδελφές ... και ..., η ... και η .... Τα παραπάνω αποδεικνύονται ιδίως από την από 5-5-09 επιστολή του ... σε συνδυασμό με τις καταθέσεις των μαρτύρων ..., ..., ... και ... και τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, αφού δεν είναι δυνατόν μετά από τόσες ώρες που ήταν νεκρή η ηρωίδα και το σώμα της είχε παγώσει να μπορεί να βγει το φόρεμά της και δεν αναιρείται από το χωρίς ημερομηνία έγγραφο της ..., πρώην συζύγου του Ψ2 στο οποίο αναφέρει ότι της το έβγαλε εκείνη και της έβαλε ένα ανοιχτόχρωμο και το φόρεμα δόθηκε στο σύζυγό της και όχι οι αδελφές της νεκρής ηρωίδος, ενόψει και των διαφορετικών καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι το (το φόρεμα) είδαν, σχετικά με το χρώμα του. Υπήρχε όμως, η μπέρτα της ηρωίδας η οποία είχε δοθεί στην Ξ τα μ' αριθμούς 2 και 40 (ταυτίζονται), 3, 4 (η μια προσωπογραφία του ... δωρήθηκε σύμφωνα με τη διαθήκη της Ζ στο Δήμο ... και η άλλη είναι στην αποθήκη) 5 , 6 και 33 (6+33 ταυτίζονται) υπάρχουν στην αποθήκη, το 7 και 28 δηλ αναφορές των συνεργατών της οργάνωσης έχουν δοθεί στο ΔΗΠΕΘΕ σε αντίγραφα ως προκύπτει από το Φ900/61/767086//31-3-09 έγγραφο του ΓΕΣ τα πρωτότυπα δε φυλάσσονταν από τον Μ, πατέρα της κατηγορουμένης και δεν βρίσκονταν στο οίκημα της ... τα με αριθμούς 8,9,10 και 11 δεν αποδείχθηκε ότι τα έχει η κατηγορουμένη, το 12 υπάρχει σε φωτοτυπία σε βιβλία σχετικά με την ηρωίδα τα 13,14,15,16,17,18,19,20, 21,22,23 και 31(τα 23 και 31 ταυτίζονται) δεν αποδείχθηκε ότι τα πήρε η κατηγορουμένη, 24 και 25 υπάρχουν το μ' αριθμό 26 περιέχονται στα έγγραφα που διατηρούσε η Δ και ο σύζυγος της ..., και ως ο ίδιος καταθέτει, έδωσε στον συγγραφέα .... Όσον αφορά τα στον αριθμό 27 βιβλία δεν προσδιορίζονται επακριβώς και δεν μπορεί να ελεγχθεί αν περιλαμβάνονται, σε αυτά που δωρήθηκαν από την Ψ3 και την κατηγορουμένη μαζί με μια βιβλιοθήκη στο Δήμο ..., τα όπλα που αναφέρονται στα 29, 30 δεν αποδείχθηκε ότι τα έχει η κατηγορουμένη, τα αναφερόμενα στο 32,34,36,37 και 39 αντικείμενα βρίσκονται στην αποθήκη, το 35 (καταστατικό) δεν υπάρχει, επίσης δεν αποδείχθηκε ότι είχε εικόνες (38) η ηρωίδα, αλλά αντιθέτως οι εικόνες που υπήρχαν στην άνω οικία ήταν της Ζ ως προκύπτει από την κατάθεση του ... ο οποίος αναφέρεται σε 17 εικόνες δηλ 5 πλέον των 12 και από την διαθήκη της Ζ, τα μ' αριθμούς 41,42,43,44,45,47 έως και 50 έγγραφα δεν αποδείχθηκε ότι τα έχει η κατηγορουμένη, ενώ το 46 δωρήθηκαν από την ποιήτρια στην ίδια κατηγορουμένη τα δε μετάλλια της ηρωίδας με τα διπλώματα σύμφωνα με τη βούληση της Ζ δωρήθηκαν στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών (βλ867/10-4-08 πρωτόκολλο παραλαβής Πολεμικού Μουσείου Αθηνών). Το μ' αριθμό 51 δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε ενώ τα μ' αριθμούς 52 έως 55 υπάρχουν. Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν στην οικία κάποια από τα παραπάνω αντικείμενα αρχειακού ενισχύεται και από το ότι ήδη η Ζ είχε δωρήσει πρωτότυπα στο ΔΗΠΕΘΕ και τόσο στις διαθήκες του έτους στη διαθήκη της Ζ προς την κατηγορουμένη του αναφέρονται μόνο τα παράσημα ενώ μέρος του όλου αρχείου κατείχε και ο Μ ο οποίος τα παρέδωσε σε αντίγραφα στο ΔΗΠΕΘΕ, καθώς και η Δ η οποία δια του συζύγου της έδωσε στον συγγραφέα ... για τη συγγραφή του έργου του για την ηρωίδα και ενδεχομένως άλλα είχε η Οργάνωση ο Ψ2 και η Ξ. Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι η κατηγορουμένη δεν τέλεσε την πράξη για την οποία κατηγορείται. Συγκεκριμένα, η κατηγορουμένη προέβη στην πώληση κάποιων πραγμάτων που ανήκαν στην Θ προκειμένου να καλυφθούν οι οικονομικές ανάγκες αυτής και της Ζ και την μετακόμιση των λοιπών σε αποθήκες προκειμένου να ελευθερωθεί το μίσθιο διαμέρισμα, το οποίο, ως προελέχθη δεν ήταν σε θέση να κρατήσει η Ζ και να διασφαλισθούν αυτά, προκειμένου ιδίως τα πράγματα της ηρωίδος να δοθούν στο Δήμο Αθηναίων για το μουσείο που θα γίνει για την ηρωίδα και σχετικά με το θέμα αυτό επικοινώνησε πλειστάκις με τους εκπροσώπους του Δήμου Αθηναίων και τα προσέφερε... Προέβη δε στις άνω πράξεις(πώληση, δωρεά προς το Δήμο ..., παράδοση μεταλλείων μετακόμιση και αποθήκευση αντικειμένων που βρίσκονταν στην οικία της οδού ...), με βάση αφενός μεν τα πληρεξούσια της Θ και της Ζ, αφετέρου δε τη δωρεά της Θ προς την Ζ, με βάση την οποία η τελευταία έγινε κυρία των δωρηθέντων και η οποία (δωρεά) ουδέποτε ανακλήθηκε, καθώς και με τη συναίνεση της Ζ, την οποία και πήρε μαζί της στην ..., εν γνώσει των συγγενών, αφού κανείς από αυτούς (συγγενείς) δεν μπορούσε και δεν ήθελε να την φιλοξενήσει και της οποίας (Ζ) στη συνέχεια κατέστη γενικά κληρονόμος, δυνάμει της από 26-7-02 μυστικής διαθήκης που δημοσιεύθηκε με το 2130/30-3-07 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών. Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι η κατηγορουμένη προέβη στις άνω πράξεις όχι με σκοπό αφαίρεσης και ιδιοποίησης των άνω αντικειμένων από τις κυρίες και κατόχους αυτών, ανεξάρτητα αν εκ των υστέρων κληρονόμησε την Ζ, αφού οι ίδιες την είχαν εξουσιοδοτήσει να προβεί στις άνω ενέργειες στις οποίες προέβη με πληρεξούσια και δωρεά σε ισχύ και οι ενέργειες αυτές ήταν εν γνώσει των Ψ2 Ψ1 και Ψ3, προκειμένου να βρεθεί κάποια λύση στα θέματα που είχαν ανακύψει από την ασθένεια της Θ και τον επικείμενο θάνατό της ο οποίος και πράγματι συνέβη στις 4-1-06, σχετικά με το μισθωμένο διαμέρισμα, τα πράγματα που υπήρχαν σ' αυτό και την Ζ, είναι δε περίεργη η μεταστροφή της Θ κατά της κατηγορουμένης μετά την αναχώρησή της τελευταίας για την Αμερική. Και ναι μεν η πολιτική αγωγή ισχυρίζεται ότι η Ζ τα είχε χαμένα και χειραγωγείτο από την κατηγορουμένη γι' αυτό προέβη στις άνω ενέργειες (πληρεξούσιο, δωρεά, διαθήκη), όμως κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε. Συγκεκριμένα, από τα άνω στοιχεία αποδείχθηκε ότι το πρώτον το έτος 2004 διαπιστώθηκε κατά την εισαγωγή στο ΝΙΜΙΤΣ της Ζ, για άλλη αιτία, ότι αυτή πάσχει από οργανικό σύνδρομο σε ανοϊκό έδαφος και ως στοιχείο του ιστορικού αναφέρεται ανοϊκή συνδρομή από 5ετίας ως προκύπτει από το από 1-7-04 ενημερωτικό σημείωμα του ΝΙΜΙΤΣ. Όμως, η τελευταία παρατήρηση δεν αποδεικνύεται από κάποιο άλλο στοιχείο και δη από προγενέστερες σχετικές εξετάσεις και εγγραφές στο βιβλιάριό της, το οποίο επιδείχθηκε σε πρωτότυπο και προσκομίστηκε και αναγνώσθηκε σε αντίγραφο. Αντιθέτως, από τις καταθέσεις των μαρτύρων ..., ..., ..., ... σε συνδυασμό με τις ένορκες βεβαιώσεις ιδίως των Δ, ... και ... , συγγενών που επισκέφθηκαν την Ζ στην Αμερική, όταν εφιλοξενείτο από την κατηγορουμένη, την βεβαίωση της ... και την Βεβαίωση του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, από τον οποίο βραβεύθηκε αυτή το έτος 2000 για την προσφορά της, το βιβλιάριο υγείας της καθώς και τις φωτογραφίες που αναγνώσθηκαν, αποδεικνύεται ότι η Ζ αν και λόγω της ηλικίας της ξεχνούσε και εμφάνισε το έτος 2004 αγγειακή εγκεφαλοπάθεια, είχε τη χρήση του λογικού και συνείδηση των πραττομένων της, αφού μόνη της πήγαινε και αγόραζε τα υλικά της ζωγραφικής της από το κέντρο της Αθήνας και ζωγράφιζε μέχρι το θάνατό της, μόνη ψώνιζε από τον ..., πήγαινε στην Αρχιεπισκοπή όπου εισέπραττε το βοήθημα και στην τράπεζα, όπου πλην της δικής της σύνταξης, εισέπραττε και αυτή της Θ και συμμετείχε ερχόμενη σε επαφή με ανώτερους πολιτικούς και πολιτειακούς παράγοντες στις εκδηλώσεις για την ηρωίδα μητέρα της, έγραφε δε τα απομνημονεύματα της καθώς και άπειρα γράμματα προς τους οικείους της μέχρι του θανάτου της. Τα παραπάνω δε, δεν αναιρούνται από τις καταθέσεις των μαρτύρων Ψ2 ο οποίος καταθέτει ότι της είχαν δώσει σημείωμα με τα στοιχεία της που είχε στην τσέπη της για να μην χαθεί, ..., που είδε μόλις δύο φορές την Ζ, και καταθέτει ότι η Ζ δεν μπορούσε να γράφει και να ζωγραφίζει, ... και ... ..., .. που καταθέτουν ότι η Ζ φορούσε κλειδί με τα στοιχεία της στο λαιμό μήπως χαθεί, του ... που την είδε μόλις μια φορά και καταθέτει ότι έδειχνε να έχει συμπτώματα άνοιας και κάτι φορούσε στο λαιμό και η ... που καταθέτει ότι η Θ κάτι της έβαλε στο λαιμό και η Ζ δεν το καταλάβαινε, που δεν κρίνονται πειστικές, καθόσον από τις καταθέσεις των οικείων και ιδίως εκείνη του ... προκύπτει η έντονη προσωπικότητα της Ζ, και δη ο ίδιος για την Ζ αναφέρει: "Ήταν αεικίνητη. Δεν μπορούσε να την κοντρολάρει κανείς γιατί φώναζε και χτυπιόταν", η οποία με τον χαρακτήρα που είχε δεν ήταν δυνατόν να ανέχεται να φορά στο λαιμό της κλειδιά και σημειώματα, πέραν του ότι κάτι τέτοιο δεν φαίνεται σε καμμιά από τις φωτογραφίες όπου η Ζ εμφανίζεται πάντα περιποιημένη και καλοβαλμένη. Εξάλλου, από το βιβλιάριο υγείας της δεν αποδεικνύονται εγγραφές σχετικών φαρμάκων πλην εκείνης της 1-7-04 και 12-9-06 ενώ όσον αφορά τις βεβαιώσεις των ιατρών ... .... ... και ... δεν αποδεικνύεται από αυτές ότι η Ζ δεν είχε τη χρήση του λογικά και την συνείδηση των πραττομένων. Κατόπιν τούτων, η κατηγορου-μένη πρέπει να κηρυχθεί αθώα για την πράξη της διακεκριμένης κλοπής που η αξία των πραγμάτων υπερβαίνει το ποσό των 73000 ευρώ. Τέλος το δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι αναγκαία για την ανεύρεση της αλήθειας η προσκόμιση εγγράφου του ΓΕΣ σχετικά με τα δωρηθέντα αρχεία σ' αυτό ως προς την ηρωίδα και την οργάνωση της αφού προσκομίζονται δύο εκ των οποίων το ένα του έτους 2009,ούτε η προσκόμιση του DVD του κ .... Ομοίως δεν κρίνεται αναγκαία η εξέταση του κ. ..., σχετικά με τις διαθήκες του έτους 1996 αφού προσκομίστηκε επιστολή αυτού για το θέμα αυτό καθώς επίσης και η εξέταση της κ. ..., η οποία εμπλέκεται μόνο στην πώληση κάποιων πραγμάτων της Θ και η οποία (πώληση) αποδεικνύεται από έγγραφα έκδοσής της που δεν αμφισβητούνται. Επομένως, τα σχετικά αιτήματα και ευχές είναι απορριπτέα". Στη συνέχεια, το δικάσαν Δικαστήριο κήρυξε την κατηγορουμένη αθώα του ότι: στην ..., περί τα μέσα Νοεμβρίου 2005 και σε ημερομηνία που δεν εξακριβώθηκε ακόμη από την ανάκριση, αφαίρεσε από την κατοχή άλλου ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθεί παράνομα. Η συνολική αξία των πραγμάτων που αφαίρεσε υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ. Ειδικότερα, στον παραπάνω τόπο και χρόνο, καθ' όν χρόνο η θείας της, Θ συζ. ... (που έχει ήδη αποβιώσει), βρισκόταν στον οίκο Ευγηρίας "...", αυτή έχοντας τα κλειδιά της επί της οδού ... οικίας της, αφού εισήλθε σε αυτή, αφαίρεσε από την κατοχή της Θ, τα αναφερόμενα με κάθε λεπτομέρεια στο διατακτικό της απόφασης ξένα κινητά πράγματα και ειδικότερα, έπιπλα και οικιακό εξοπλισμό, καθώς και τα αντικείμενα που είχαν ιστορική αξία, η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, καθόσον διαφορά τουλάχιστον τα έπιπλα και τον οικιακό εξοπλισμό, ανέρχεται σε 227.500 ευρώ.
Ο αναιρεσείων εισαγγελέας στην αίτησή του ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί για τους παρακάτω κατά λέξη λόγους: "A. Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, καθ' όσον από επιτρεπτή επισκόπηση των πρακτικών (σελ. 2 και 21) προκύπτει πως παρέστησαν ως πολ. ενάγοντες οι Ψ2, Ψ1, Ψ3, οι οποίοι εξετάσθηκαν ανωμοτί, ωστόσο από το σκεπτικό (σελ. 163) προκύπτει ότι οι καταθέσεις αυτών δεν μνημονεύονται στα αποδεικτικά μέσα, αφού αναφέρεται: "Επειδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάσθηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο και αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, μεταξύ των οποίων και της μάρτυρος κατηγορίας η οποία εισήλθε επ' ολίγον στην αίθουσα του δικαστηρίου" (ΑΠ 1636/2002 Π. Χρ. ΝΓ/601, ΑΠ 1595/2001 Π. Δ/σύνη 2002/885) και ναι μεν γίνεται (σελ. 170, σκεπτικό) μνεία καταθέσεων των Ψ2 και Ψ1, ως και σε άλλο σημείο στην σελ. 169, ωστόσο η αναφορά σ' αυτές συνάγεται ότι είναι αποσπασματική και όχι, εν τω συνόλω και σε συσχετισμό με τα λοιπά, επίσης δεν γίνεται στο σημείο αυτό μνεία της καταθέσεως της πολ. ενάγουσας Ψ3" και "Β. Παράβαση των διατάξεων για την δημοσιότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο (άρ. 510 παρ. 1Γ - 331, 364 παρ. 1 Κ.Π.Δ.) επειδή ελήφθη υπόψη η από 26-7-02 μυστική διαθήκη της Ζ που δημοσιεύθηκε με το υπ' αρ. 2130/30-3-07 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών (σκεπτικό, σελ. 169) η οποία δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο αναγνωστέων εγγράφων, η δε αναφορά του εγγράφου αυτού δεν προκύπτει κατηγορουμένη δεν είχε σκοπό αφαίρεσης και ιδιοποίησης των αντικειμένων (που εκτίθενται στην διατυπωθείσα κατηγορία)".
Αβάσιμα όμως, διότι, σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην αθωωτική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτή αθωώθηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Αβάσιμη επίσης είναι και η αιτίαση ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη οι μη αναφερόμενες στο σκεπτικό ανωμοτί καταθέσεις των πολιτικώς εναγόντων, διότι η χωρίς όρκο κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος, δεν είναι ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, ώστε να μνημονεύεται ρητά, αλλά και διότι ο πολιτικώς ενάγων είναι ο κατ' εξοχήν μάρτυρας κατηγορίας και συνεπώς, αρκεί να προκύπτει με βεβαιότητα ότι λήφθηκε υπόψη, στην προκειμένη δε περίπτωση, η απόφαση αναφέρει ότι έλαβε υπόψη τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν η δεν μνεία "που εξετάσθηκαν ενόρκως" οφείλεται σε προφανή παραδρομή, αφού με την απόφαση έγιναν δεκτές οι απόψεις αυτών. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ πρώτος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει να απορριφθεί. Επίσης, και ο δεύτερος από το αυτό άρθρο περ. Γ' του ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως για ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, για μη ανάγνωση σε αυτό της από 26-7-2002 μυστικής διαθήκης της Ζ, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, διότι στηρίζεται σε ανακριβή προϋπόθεση, αφού όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως (σελίδα 120, σειρά πρώτη), ανάμεσα στα έγγραφα που αναγνώστηκαν, αναφέρεται ότι αναγνώστηκε: "αντίγραφο του πολεμικού Μουσείου μετά διαθήκης της Ζ". Εξάλλου, ο αυτός λόγος είναι αβάσιμος, αφού δεν πρόκειται για αποδεικτικό μέσο που λήφθηκε υπόψη ως τέτοιο, αλλά ότι αναφέρεται διηγηματικά ως αποτέλεσμα των εκτιμηθέντων άλλων αποδεικτικών μέσων.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της ως κατ' ουσίαν αβάσιμη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 12 Οκτωβρίου 2009 (υπ' αριθμ. πρωτ. 45/2009 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για αναίρεση της με αριθμό 2893/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Κακ/των) Αθηνών.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Μαΐου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Ιουνίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή