Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2296 / 2007    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Συνήγορος κατηγορουμένου, Χρόνος τέλεσης πράξης, Παραγραφή, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου.




Περίληψη:
Παραδεκτή η αίτηση αναιρέσεως, που ασκήθηκε με δήλωση στον Εισαγγελέα Αρείου Πάγου, μετά την προθεσμία των 20 ημερών (άρθρα 507 και 473 παρ. 1-3 του ΚΠΔ). Συντρέχει λόγος ανώτερης βίας στο πρόσωπο του συνηγόρου (λόγοι υγείας του) που εκπροσώπησε τον κατηγορούμενο. Απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. β ΚΠΔ). Ο χρόνος τελέσεως του αδικήματος αποτελεί πραγματικό περιστατικό και δεν ελέγχεται αναιρετικά. Ο διαφορετικός χρονικός προσδιορισμός της πράξεως, δεν αποτελεί ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας, εκτός αν ασκεί επιρροή στην ταυτότητα της πράξεως ή αποκλείει την παραγραφή της.





Αριθμός 2296/2007


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου X1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αριστείδη Κύβελο, για αναίρεση της 6961/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 25 Οκτωβρίου 2006 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1920/2006.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 507 παρ.1 και 473 παρ.1, 2 και 3 του Κ.Ποιν.Δ, προκύπτει ότι η προθεσμία για την άσκηση αναιρέσεως με δήλωση του καταδικασθέντος που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά αποφάσεως που εκδόθηκε παρόντος αυτού, είναι είκοσι ημέρες και αρχίζει από την καταχώριση της καθαρογραφημένης αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο που τηρείται απο τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου, ενώ από τη διάταξη του άρθρου 476 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, η εκπρόθεσμη αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Τέλος, ενόψει της γενικής αρχής του δικαίου, κατά την οποία κανένας δεν μπορεί να υποχρεωθεί στα αδύνατα, επιτρέπεται η εκπρόθεσμη άσκηση οποιουδήποτε ένδικου μέσου, όταν υπάρχει λόγος ανώτερης βίας ή άλλου ανυπέρβλητου κωλύματος. Σ' αυτή την περίπτωση όμως, εκείνος που ασκεί το εκπρόθεσμο ένδικο μέσο, οφείλει, κατά την έννοια του άρθρου 474 πρ.2 του Κ.Π.Δ, να παραθέσει στη σχετική έκθεση ή αίτηση τα πραγματικά περιστατικά της ανώτερης βίας ή του ανυπέρβλητου κωλύματος, εξαιτίας των οποίων δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπροθέσμως το ένδικο μέσο και συγχρόνως να επικαλεστεί τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία αποδεικνύονται τα περιστατικά αυτά.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πλήττεται η υπ' αριθμό 6961/2006 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε με ωσεί παρόντα τον αναιρεσείοντα, που εκπροσωπήθηκε από το συνήγορό του Αριστείδη Κυβέλο και με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάστηκε σε φυλάκιση οκτώ(8) μηνών, που μετατράπηκε σε χρηματική προς 4,40 ευρώ την ημέρα, για παράβαση του άρθρου 23 παρ.1 του Α.Ν 1539/1938. Η προσβαλλόμενη απόφαση, που εκδόθηκε στις 22-9-2006, καταχωρίστηκε καθαρογραφημένη, όπως προκύπτει από τη σχετική, με χρονολογία 17-11-2006, βεβαίωση του αρμοδίου γραμματέως, στο τηρούμενο στο Εφετείο Αθηνών ειδικό βιβλίο, στις 10-10-2006 με αριθμό 5954. Η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε, με δήλωση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου από τον ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο του, ο οποίος είχε παραστεί στη δίκη εκείνη και είχε εκπροσωπήσει τον απουσιάζοντα αναιρεσείοντα. Η αίτηση αυτή επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις ......., όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ........, δηλαδή μετά την πάροδο της οριζόμενης από το άρθρο 473 του Κ.Π.Δ προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών. Όμως ο αναιρεσείων, στην αίτηση αναιρέσεώς του, επικαλείται την ύπαρξη ανώτερης βίας, η οποία τον εμπόδισε να την ασκήσει εντός της ως άνω προθεσμίας. Προς τούτο στην αίτησή του επισυνάπτει σχετικά έγγραφα, από τα οποία αποδεικνύεται η βασιμότητα των λόγων της ανώτερης βίας και του ανυπερβλήτου κωλύματος. Συγκεκριμένα, από τα έγγραφα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Την 30ή Οκτωβρίου 2006, που ήταν η τελευταία ημέρα της εικοσαήμερης προθεσμίας, ο παραστάς συνήγορός του Αριστείδης Κυβέλος, ενώ ήταν έτοιμος να επιδώσει στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, υπέστη ο ίδιος εγκαύματα β' βαθμού στο πρόσωπο, εξαιτίας των οποίων παρέμεινε νοσηλευόμενος επί δεκαήμερο, κατόπιν υποδείξεως του θεράποντα ιατρού, όπως προκύπτει από τη με χρονολογία ....... ιατρική πιστοποίηση του θεραπευτηρίου "ΜΗΤΕΡΑ". Στη συνέχεια, μετά την παρέλευση του χρόνου νοσηλείας του, την 9-11-2006 ημέρα της εβδομάδας Πέμπτη και ενώ μετέβαινε στο δικηγορικό του γραφείο, προκειμένου να επιμεληθεί της παραδόσεως της αιτήσεως στον αρμόδιο δικαστικό επιμελητή και στη συνέχεια ο τελευταίος να την επιδώσει στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, συνελήφθη ως υπαίτιος διαπράξεως αυτοφώρου πλημμελήματος λόγω επεισοδίου με επαγγελματία αυτοκινητιστή, γεγονός που προκάλεσε τη σύλληψή του, όπως προκύπτει από τη με χρονολογία ...... έκθεση συλλήψεως και παρέμεινε κρατούμενος στο αστυνομικό τμήμα Εξαρχείων μέχρι τις μεσημβρινές ώρες της επόμενης ημέρας, 10-11-2006, οπότε, με εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα αφέθηκε ελεύθερος. Την 13-11-2006, ημέρα Δευτέρα, που ήταν η πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την απελευθέρωσή του, και αφού εξέλιπε ο λόγος της ανώτερης βίας, επιμελήθηκε αυθημερόν της επιδόσεως της αιτήσεως αναιρέσεως στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Συνεπώς η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, ασκήθηκε νομοτύπως, παραδεκτώς και εμπροθέσμως.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 23 παρ.1 του Α.Ν 1539/1938 "περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων", ο αυτογνωμόνως επιλαμβανόμενος οιουδήποτε δημοσίου κτήματος, ευρισκομένου αναμφισβητήτως υπό την κατοχή του Δημοσίου, τιμωρείται διωκόμενος και αυτεπαγγέλτως δια φυλακίσεως τουλάχιστον 6 μηνών και δια χρηματικής ποινής τουλάχιστον 100.000 δραχμών. Χρόνος τελέσεως της πράξεως αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 17 του Π.Κ, είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος εκδήλωσε την πρόθεσή του να επιληφθεί, χωρίς να έχει δικαίωμα, δημοσίου κτήματος που να ευρίσκεται στην αδιαμφισβήτητη κατοχή του ελληνικού Δημοσίου. Εξ' άλλου, μεταβολή κατηγορίας, που επιφέρει απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει εξ' αυτού λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατ' άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α'του Κ.Π.Δ σε συνδυασμό με το άρθρο 170 παρ.1 εδ. β του ίδιου Κώδικα, υπάρχει όταν η πράξη για την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, είναι ουσιωδώς διαφορετική από εκείνη για την οποία εισήχθη σε δίκη. Ο χρόνος τελέσεως του εγκλήματος αποτελεί πραγματικό περιστατικό και γι' αυτό ανήκει στην ανέλεγκτη εκτίμηση και κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, που μπορεί να καθορίσει χρόνο τελέσεως της πράξεως διαφορετικό από εκείνον που καθορίζεται στο κατηγορητήριο. Ο ακριβέστερος (διαφορετικός) αυτός χρονικός προσδιορισμός, δεν αποτελεί ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας, εκτός αν ασκεί επιρροή στην ταυτότητα της πράξεως ή αποκλείει την παραγραφή.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας που παραδεκτώς επισκοπούνται κατά την έρευνα του αναιρετικού λόγου, ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος, κλητεύθηκε στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, σύμφωνα με το υπ' αριθμό ΒΜ ΒΟΟ/3583/11-2-2002 κλητήριο θέσπισμα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, προκειμένου να δικαστεί, μεταξύ άλλων πράξεων και για την πράξη της παραβάσεως του άρθρου 23 παρ.1 του Α.Ν 1539/1938. Ειδικότερα για το ότι "στη θέση ....... της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Σπάτων Αττικής, κατά μήνα Ιούλιο του 1998, αυτογνωμόνως επιλήφθηκε δημοσίου κτήματος, ευρισκόμενου αναμφισβητήτως στην κατοχή του Δημοσίου, ήτοι αυτογνωμόνως κατέλαβε δημόσια έκταση 2.900 τετραγωνικών μέτρων, κειμένη στην ως άνω θέση και ευρισκόμενη αναμφισβητήτως υπό την κατοχή του Δημοσίου, την οποία αφού αποψίλωσε από τα εν αυτή υπάρχοντα ελαιόδενδρα, στη συνέχεια τα μπάζωσε". Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που δίκασε σε πρώτο βαθμό, εξέδωσε την υπ' αριθμό 35.638/27-5-2004 απόφασή του, με την οποία έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη, για την κατάληψη της εδαφικής εκτάσεως των 2.560 τετραγωνικών μέτρων από τη μείζονα έκταση των 2.900 τετραγωνικών μέτρων, αφού δέχθηκε ότι η κατάληψη της εκτάσεως αυτής είχε λάβει χώρα το μήνα Μάρτιο του 1997, στη συνέχεια δε δέχθηκε ότι η κατάληψη της υπολοίπου εκτάσεως των 340 τετραγωνικών μέτρων, έγινε την άνοιξη του έτους 2000. Περαιτέρω το Δικαστήριο εκείνο τον έκρινε ένοχο για την κατάληψη αυτή και τον καταδίκασε σε φυλάκιση 15 μηνών και χρηματική ποινή 3.000 ευρώ. Μετά δε από έφεση που άσκησε ο ήδη αναιρεσείων, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία αυτός (αναιρεσείων) κηρύχθηκε εκ νέου ένοχος για την κατάληψη της εκτάσεως των 340 τετραγωνικών μέτρων, αφού το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ως χρόνο τελέσεως της πράξεως αυτής, δηλαδή της καταλήψεως της εκτάσεως των 340 τ.μ. την άνοιξη του έτους 2000 (από 1-3-2000 έως 30-6-2000), δηλαδή τον ίδιο που είχε δεχθεί και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και του επέβαλε την ποινή φυλακίσεως των 8 μηνών, την οποία μετέτρεψε πρςο 4,40 ευρώ την ημέρα. Με τις παραδοχές του αυτές, το εν λόγω Δικαστήριο, δεν προέβη σε ανεπίτρεπτο διαφορετικό χρονικό προσδιορισμό της πράξεως και, με τον τρόπο αυτό, δεν προέβη σε ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας, αφού, από τον αναφερόμενο στο κλητήριο θέσπισμα χρόνο τελέσεως, (Ιούλιος του 1998), μέχρι την εισαγωγή της υποθέσεως στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που έλαβε χώρα με την επίδοση στον αναιρεσείοντα, την 29-5-2002, του κλητηρίου θεσπίσματος, δεν είχε συμπληρωθεί η προβλεπόμενη για το διωκόμενο πλημμέλημα πενταετής παραγραφή( άρθρο 111 παρ.3 του ΠΚ), ούτε μεταβλήθηκε η ταυτότητα της πράξεως. Περαιτέρω, μέχρι και τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως (22-9-2006), όπως έγινε δεκτό με την ως άνω απόφαση, δεν είχε συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής (οκταετία), συμπεριλαμβανομένου και του χρόνου αναστολής, από τον χρόνο τελέσεως της πράξεως (άνοιξη 2000). Επομένως, είναι αβάσιμοι οι, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α'και Ε'του Κ.Π.Δ λόγοι αναιρέσεως, περί απολύτου ακυρότητας και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και, μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αναίρεση και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα( άρθρο 583 παρ.1 του Κ.Π,Δ)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τη από 25-10-2006 αίτηση του X1, για αναίρεση της υπ' αριθμό 6961/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών και Επιβάλλει σε βάρος του αναιρεσείοντος τα δικαστικά έξοδα, από διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Οκτωβρίου 2007.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Δεκεμβρίου 2007.






Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή