Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1793 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Καθυστέρηση αποδοχών εργαζομένου.




Περίληψη:
Καταδίκη για μη καταβολή αποδοχών εργαζομένων. Αναίρεση για ελλιπή αιτιολογία. Δεν μνημονεύεται στο σκεπτικό ή στο διατακτικό της καταδικαστικής αποφάσεως εάν οι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας απασχολούμενοι μισθωτοί είχαν προσληφθεί πριν από την 1η Μαΐου ώστε να δικαιούνται κατά την ΥΑ 19040/1980 ολόκληρο το ποσό του Επιδόματος Χριστουγέννων που η απόφαση δέχεται ότι οφείλεται. Αναιρεί και παραπέμπει.





ΑΡΙΘΜΟΣ 1793/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Λεωνίδα Ζερβομπεάκο (ο οποίος ορίστηκε, προς συμπλήρωση της συνθέσεως, με την 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Ελευθέριο Νικολόπουλο - Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντώνιου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1. Χ1 και 2. Χ2 , που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ευάγγελο Γαλετζά, περί αναιρέσεως της 117/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ορεστιάδας.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ορεστιάδας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Σεπτεμβρίου 2007 αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1610/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου μόνου παρ. 1 εδ. α' του ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 2336/1995, κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας, είτε από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή έθιμο, είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3198/1955, συνεπεία της θέσεως των εργαζόμενων σε κατάσταση διαθεσιμότητας, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερόμενων ή των οργάνων του Υπουργείου Εργασίας ή των οργάνων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που είναι εντεταλμένα για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας ή της οικείας Αστυνομικής Αρχής ή της οικείας επαγγελματικής οργάνωσης των εργαζόμενων, με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μήνες και με χρηματική ποινή, της οποίας το ποσό δεν μπορεί να ορίζεται κάτω 25% ούτε 50% του καθυστερούμενου χρηματικού ποσού, για την εξεύρεση του οποίου οι τυχόν σε είδος οφειλόμενες αποδοχές, πρέπει να αποτιμώνται με τη σχετική απόφαση σε χρήμα.
ΙΙ. 'Ελλειψη της από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως, η οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. δ' ΚΠΔ, υπάρχει, όταν δεν εκτίθεται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από τη διαδικασία, σχετικά με την αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε το δικαστήριο τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έκρινε ότι υπάρχουν αποδείξεις για την ενοχή του κατηγορουμένου. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικά κατά το είδος τους χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, ούτε απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία - και όχι μόνο μερικά απ' αυτά κατ' επιλογή - όπως αυτό επιβάλλεται από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 178 ΚΠΔ.(Ολ.ΑΠ 1/2005).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ.117/2007 απόφαση του κατ' έφεση δικάσαντος Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ορεστιάδος, καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι, για την πράξη της καθυστέρησης αποδοχών σε εργαζόμενους (άρθρο μόνο του Ν. 690/1945, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 8 παρ.1 Ν.2336/1995), σε ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών ο καθένας, η οποία ανεστάλη επί τριετία. Στην αιτιολογία της απόφασης, προκύπτουσα από την παραδεκτή αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της, αναφέρεται ότι από τα κατ' είδος προσδιοριζόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν τα εξής: Οι εκκαλούντες - κατηγορούμενοι Χ1 και Χ2, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου ο πρώτος και αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος ο δεύτερος, αμφότεροι δε σύμφωνα με το καταστατικό νόμιμοι εκπρόσωποι της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "ΕΤΕΟ ΑΕ", με έδρα την Ορεστιάδα, με την άνω ιδιότητά τους απασχόλησαν με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας τους στους παρακάτω πίνακες αναφερόμενους εκατόν σαράντα (140) εργαζόμενους, οι οποίοι απασχολήθηκαν κατά τους κατωτέρω αναφερόμενους μήνες και αμείβονταν με μηνιαίο μισθό, ο οποίος για το μήνα Νοέμβριο του 2004 έπρεπε να καταβληθεί μέχρι την 10-12-2004, για το μήνα Δεκέμβριο 2004 μέχρι την 10-1-2005, σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας, ενώ το δώρο Χριστουγέννων 2004 μέχρι την 31-12-2005, σύμφωνα με τη με αριθμό 19040/1981 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας "περί χορηγήσεως επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα". Στους εν λόγω εργαζόμενους δεν κατέβαλαν κατά την 11-12-2004, 11-1-2005 και 1-1-2005 το μισθό Νοεμβρίου 2004, το μισθό Δεκεμβρίου 2004 και το δώρο Χριστουγέννων 2004 αντίστοιχα, όπως αναλυτικά αναφέρεται παρακάτω: Παρατίθεται στη συνέχεια στο σκεπτικό της αποφάσεως αναλυτικός πίνακας των μισθωτών της εταιρίας με τα οφειλόμενα σε καθένα από αυτούς χρηματικά ποσά για μη καταβληθείσες αποδοχές των μηνών Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου και επιδόματος Χριστουγέννων 2004 και ακολούθως δέχεται το δικαστήριο και τα επόμενα. Συνεπώς, το οφειλόμενο ποσό των αποδοχών ανέρχεται στο ποσό των 298.761,50 ευρώ. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι, με την άνω ιδιότητά τους, οφείλουν σε εργαζόμενους τους, ορισμένοι από τους οποίους ανήκουν και στους δικαιούχους εργαζόμενους της κρινόμενης υποθέσεως, αποδοχές των μηνών Αυγούστου, Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2004, συνολικού ποσού 257.635,00 ευρώ. Εναντι της τελευταίας οφειλής οι κατηγορούμενοι σταδιακά κατέβαλαν μέρος των οφειλόμενων αποδοχών και έχουν καταβάλει συνολικά έναντι των οφειλών το ποσό των 230.000,00 ευρώ, πλην, όμως, λόγω του τρόπου καταβολής δεν καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός των οφειλόμενων σε καθένα εργαζόμενο χωριστά, δεδομένου ότι στις επιμέρους αποδείξεις των μερικών καταβολών δεν αναφέρεται σε ποιο χρονικό σημείο αναφέρονται και αφορούν. Η μη καταβολή της ως άνω οφειλής των 298.761,50 ευρώ για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2004 και το δώρο των Χριστουγέννων 2004 οφείλεται σε οικονομική δυσπραγία της εταιρία "ΕΤΕΟ ΑΕ", της οποίας οι κατηγορούμενοι είναι νόμιμοι εκπρόσωποι και η οποία έχει ανεξόφλητες απαιτήσεις από τρίτους, ύψους περίπου 1.000.000,00 ευρώ και ως εκ τούτου αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις της προς τους εργαζομένους, πλην, όμως, οι παραπάνω νόμιμοι εκπρόσωποί της καταβάλουν προσπάθειες πλήρους εξοφλήσεως και ήδη έχουν καταβάλει το μεγαλύτερο μέρος της οφειλής. Επομένως πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι για την πράξη της μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών, κατ' εξακολούθηση. Εξάλλου, από το ίδιο ως άνω αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι, ωθήθηκαν στην τέλεση του άνω αδικήματος, λόγω έντονων οικονιμικών δυσχερειών της ανωνύμου εταιρίας "ΕΤΕΟ Α.Ε.", της οποίας είναι νόμιμοι εκπρόσωποι και όχι από ταπεινά αίτια και επομένως πρέπει να τους αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2β ΠΚ...".
Όμως, η κατά τα άνω, από το συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτουσα αιτιολογία είναι ελλειπής καθόσον ειδικότερα αφορά την μη καταβολή του επιδόματος Χριστουγέννων. Τούτο δε διότι, ενόψει του ότι κατά τα άρθρα 1 παρ.1,2,3 και 10 της 19.040/1981 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 1 του Ν. 1082/1980, το επίδομα αυτό, υπολογιζόμενο με βάση τις πραγματικές αποδοχές (μισθό ή ημερομίσθιο), καταβάλλεται στο ακέραιο την 21η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου για όσους εργάσθηκαν ολόκληρο το από 1ης Μαϊου και επέκεινα μέχρι το τέλος του έτους χρονικό διάστημα ή αναλογία αυτού κατά την ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσης, για όσους εργάσθηκαν λιγότερο, δεν προσδιορίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ούτε στους ενσωματούμενους στο σκεπτικό πίνακες, έστω και με γενική αναφορά για όλους τους μισθωτούς ότι είχαν προσληφθεί και εργάζονταν τουλάχιστον από την 1-5-2004 ώστε να δικαιούνται για επίδομα Χριστουγέννων, ποσό ίσον με τις μηνιαίες αποδοχές τους. Επομένως, ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1στοιχ. Δ του ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι βάσιμος.Ύστερα από όλα αυτά,'παρελκούσης δε της ερεύνης των λοιπών λόγων αναιρέσεως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρ. 519 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 117/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ορεστιάδος.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί όμως από άλλους δικαστές, από εκείνο που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιουνίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 9 Ιουλίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή