Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1484 / 2018    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Απάτη, Έξοδα, Αβάσιμοι λόγοι.




Περίληψη:
Κατ' εξακολούθηση απάτη, τετελεσμένη και σε απόπειρα και πλαστογραφία.
Λόγοι αναιρέσεως έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής
ποινικής διατάξεως. Αβάσιμοι οι λόγοι. Απορρίπτει αίτηση αναιρέσεως και
επιβάλλει τα έξοδα.





Αριθμός 1484/2018

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Καπελούζο, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα - Εισηγητή και Γεώργιο Παπαηλιάδη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Φεβρουαρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Καραγιάννη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου K. Χ. του Σ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Λαμπρόπουλο, για αναίρεση της υπ'αριθ. 3633/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23 Σεπτεμβρίου 2015, αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 386 παρ. 1 του Π.Κ., το έγκλημα της απάτης θεμελιώνεται αντικειμενικώς και υποκειμενικώς με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών, συνεπεία των οποίων παραπλανάται άλλος και προβαίνει με πράξη, παράλειψη ή ανοχή σε περιουσιακή διάθεση, η οποία έχει ως άμεσο και αναγκαίο αποτέλεσμα περιουσιακή βλάβη στον πλανηθέντα ή άλλον, προς το σκοπό να αποκομίσει ο δράστης ή άλλος αντίστοιχο παράνομο όφελος, είναι δε αδιάφορο αν πραγματοποιήθηκε ή όχι ο σκοπός αυτός. Είναι δε γεγονότα κατά την έννοια του νόμου και τα αναφερόμενα στο μέλλον γεγονότα και υποσχέσεις, όταν συνοδεύονται ταυτόχρονα από ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων, που αναφέρονται στο παρελθόν ή το παρόν, κατά τρόπο που να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπληρώσεως, βάσει της εμφανιζόμενης ψευδούς καταστάσεως από τον δράστη που έχει ειλημμένη την απόφαση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση του. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του Π.Κ. "όποιος, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα, επιχειρεί πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, τιμωρείται, αν το κακούργημα ή πλημμέλημα δεν ολοκληρώθηκε, με ποινή ελαττωμένη (άρθρ. 83 Π.Κ.)". Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι για την ύπαρξη απόπειρας απαιτείται πράξη, η οποία επιχειρείται με δόλο τέλεσης ορισμένου εγκλήματος και περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως του εγκλήματος, σαν τέτοια δε πρέπει να θεωρηθεί κάθε ενέργεια του δράστη, η οποία, αν δεν ήθελε από οποιοδήποτε λόγο ανακοπεί, οδηγεί, αναμφισβήτητα, στην πραγμάτωση του εγκλήματος ή τελεί προς αυτή σε τέτοια αναγκαία και άμεση σχέση συνάφειας, ώστε κατά κοινή αντίληψη να θεωρείται σαν τμήμα αυτής. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 1 του Π.Κ. "όποιος επιχείρησε να εκτελέσει πλημμέλημα με μέσο ή κατά αντικειμένου τέτοιας φύσης ώστε να αποβαίνει απολύτως αδύνατη η τέλεση του εγκλήματος αυτού, τιμωρείται με την ποινή του άρθρου 83 μειωμένη στο μισό". Με την διάταξη αυτή, ως απρόσφορη απόπειρα νοείται η απόλυτα απρόσφορη απόπειρα. Τούτο, διότι στον Ποινικό Κώδικα η σχετικά απρόσφορη απόπειρα τιμωρείται κατά το άρθρο 42, όπως η πρόσφορη, δηλαδή το μισοτελειωμένο έγκλημα. Σχετικά απρόσφορη είναι η απόπειρα όταν το μέσο που χρησιμοποιήθηκε ή η ενέργεια που έγινε, είναι μεν καθεαυτά πρόσφορα για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ικανά να επιφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, είτε λόγω αδεξιότητας της ενέργειας, είτε λόγω απολύτως τυχαίων περιστάσεων. Αν όμως το μέσο που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση της απάτης είναι τέτοιας φύσεως ώστε να αποβαίνει απολύτως αδύνατη η τέλεση αυτής, υπάρχει, κατά το άρθρο 43 παρ. 1 του Π.Κ., απόλυτα απρόσφορη απόπειρα και ο δράστης τιμωρείται με την ελαττωμένη ποινή της απόπειρας, μειωμένη στο ήμισυ. Ακόμη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του Π.Κ., "όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας, απαιτείται, αντικειμενικώς μεν, η απαρχής κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, ο οποίος το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή η νόθευση γνήσιου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικώς δε, δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση και θέληση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία απαρτίζουν την πράξη και περαιτέρω, σκοπός του υπαιτίου (υπερχειλής δόλος) να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον, για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στην παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή, μεταβίβαση ή απόσβεση δικαιώματος ή έννομης σχέσης ή κατάστασης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε (Ολομ. Α.Π. 1/2005). Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού (σκεπτικού) με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω και κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα. Όμως, δεν αποτελούν λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου ξεχωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του Κ.Ποιν.Δ., λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο, δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης (Ολομ. Α.Π. 3/2008 και 1/2015). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 3633/2015 απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για απάτη κατ' εξακολούθηση ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, τετελεσμένη και σε απόπειρα και για πλαστογραφία μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως τριάντα (30) μηνών για την απάτη και δώδεκα (12) μηνών για την πλαστογραφία και κατά συγχώνευση σε συνολική ποινή φυλακίσεως (30 + 6) τριάντα έξι (36) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Εφετείο Αθηνών, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "Ο κατηγορούμενος στην Αθήνα το χρονικό διάστημα από Αύγουστο έτους 2012 έως την 10-10-12 τέλεσε και αποπειράθηκε να τελέσει το αδίκημα της απάτης με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του παρακάτω εγκλήματος. Ειδικότερα από αρχές Αυγούστου 2012 μέχρι 10-8-12 με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος έβλαψε ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών και μάλιστα μετέβη στο επί της οδού ... Αθήνα κατάστημα με την επωνυμία Κ. και παρέστησε στον αρμόδιο υπάλληλο εν γνώσει του ψευδώς ότι ονομάζεται Κ. Π. προσκομίζοντας σ' αυτόν το με αρ. ... πλαστό δελτίο αστυνομικής ταυτότητας. Έτσι τον έπεισε να του πωλήσει και να του παραδώσει την 10-8-12 μία τηλεόραση τύπου Samsung 46 ιντσών αντί τιμήματος 926,24 ευρώ μέρος του οποίου (858,16 ευρώ) κατεβλήθη από δάνειο εκδοθέν και εκταμιευθέν από την Ε.Τ.Ε. κατόπιν αιτήσεως και προσκομίσεως του παραπάνω πλαστού δικαιολογητικού (ταυτότητας) που υπέβαλε ο κατηγορούμενος με την διαμεσολάβηση της παραπάνω επιχείρησης αποκομίζοντας παράνομο περιουσιακό όφελος 858,19 ευρώ με αντίστοιχη ζημία της επιχείρησης και της τράπεζας. Αν ο αρμόδιος υπάλληλος γνώριζε ότι οι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου ήταν ψευδείς και το δελτίο ταυτότητας που προσκόμισε πλαστό δεν θα μεσολαβούσε για την έκδοση του δανείου και δεν θα επιτυγχάνετο η εκταμίευσή του από την Ε.Τ.Ε.. Εξάλλου ο ίδιος αφού αποφάσισε να τελέσει το αδίκημα της απάτης επιχείρησε πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως του πλημμελήματος αυτού. Συγκεκριμένα με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος και να βλάψει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών εμφανίστηκε α) την 4-10-12 και 10-10-12 στην αρμόδια υπάλληλο του επί της ... καταστήματος Ε.Τ.Ε. Σ. Χ. β) την 4 ή 5-12-12 στον αρμόδιο υπάλληλο του επί της οδού ... καταστήματος της τράπεζας Probank Ι. Π. και γ) την 9-10-12 στον αρμόδιο υπάλληλο του επί της οδού ... καταστήματος της Αγροτικής Τράπεζας και παρέστησε σ' αυτούς εν γνώσει του τα παρακάτω ψευδή α) Στην πρώτη ότι είναι νόμιμος κάτοχος του με αρ. ... Δ.Α.Τ. με στοιχεία κατόχου Κ. Π. του Γ. που προσκόμισε σε φωτοαντίγραφο β) Στους λοιπούς ότι ήταν κάτοχος του παραπάνω Δ.Α.Τ., φωτοαντιγράφου ενιαίου εκκαθαριστικού σημειώματος φυσικού προσώπου επ' ονόματι Κ. Π. και βεβαίωσης εργοδότη της εταιρείας με την επωνυμία "... και επιπλέον στον τελευταίο (υπάλληλο Α.Τ.Ε.) και υπεύθυνη δήλωση ότι δεν έχει υποβάλει έντυπο Ε9, καθώς και έντυπο Ε1. Τα παραπάνω δικαιολογητικά ήταν όλα πλαστά. Με αυτά ο κατηγορούμενος αποπειράθηκε να πείσει τους προαναφερθέντες να προβούν στην έγκριση και εκταμίευση καταναλωτικών δανείων ύψους 10.000, 10.000 και 5.000 ευρώ αντίστοιχα. Η πράξη του δεν ολοκληρώθηκε επειδή οι παθόντες και ανεξάρτητα από τη θέλησή του, αντιλήφθηκαν τους ψευδείς ισχυρισμούς του με αποτέλεσμα να απορριφθούν τα αιτήματά του και μάλιστα να συλληφθεί από ειδοποιηθέντα αστυνομικά όργανα κατά την προσέλευσή του προς εκταμίευση του δανείου στην Ε.Τ.Ε.. Μετά από αυτά, τα οποία προκύπτουν από όλα τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα και επιρωνύονται και από την κατάθεση του μάρτυρα υπερασπίσεως που καταθέτει ότι ο κατηγορούμενος "παρασύρθηκε", ο τελευταίος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την παραπάνω πράξη από την οποία η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, απορριπτομένου του ισχυρισμού του περί απρόσφορης απόπειρας, δεδομένου ότι το μέσο που επιχείρησε να τελέσει την πράξη δεν αποδεικνύεται ότι ήταν τέτοιο ώστε να αποβαίνει τελείως αδύνατη η τέλεση του αδικήματος αυτού. Επίσης ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος και για την πράξη της πλαστογραφίας για την οποία κατηγορείται διότι από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος κατάρτισε πλαστά έγγραφα με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση τους άλλους σχετικά με γεγονός που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες και στη συνέχεια έκανε χρήση αυτών. Συγκεκριμένα κατάρτισε τα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας έγγραφα και έκανε χρήση αυτών προσκομίζοντάς τα στους υπεύθυνους υπαλλήλους διαφόρων τραπεζικών ιδρυμάτων αιτούμενος την χορήγηση δανείων είτε για τη χρηματοδότηση αγοράς του είτε για εκταμίευση καταναλωτικών δανείων (όπως παραπάνω αναφέρεται), παραπλανώντας αυτούς ότι δήθεν είναι νόμιμος κάτοχος αυτών". Ακολούθως, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με το διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο του ότι: "Στην Αθήνα, κατά το χρονικό διάστημα από το μήνα Αύγουστο του έτους 2012 έως και την 10-10-2012: Α) Με περισσότερες από μια πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση-του ιδίου εγκλήματος: 1) Κατά το χρονικό διάστημα από αρχές Αυγούστου 2012 έως την 10-8-2012, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος έβλαψε ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών και συγκεκριμένα αφού μετέβη στο επί της ... Κατάστημα με την επωνυμία ... παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στον υπεύθυνο ότι ονομάζεται Π. Κ. και προσκομίζοντας σ' αυτόν το με αρ. ... πλαστό δελτίο αστυνομικής ταυτότητας, έπεισε αυτόν να του πωλήσει και να του παραδώσει στις 10-8-2012 μία τηλεόραση μάρκας SAMSUNG 46 ιντσών αντί του τιμήματος των (926,24) ευρώ μέρος του οποίου (858,19) ευρώ κατεβλήθη από δάνειο που εξεδόθη και εκταμιεύθηκε από την ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ κατόπιν προσκομίσεως των ανωτέρω πλαστών δικαιολογητικών και αιτήσεως που υπέβαλε ο κατηγορούμενος με τη διαμεσολάβηση της ανωτέρω επιχείρησης; αποκομίζοντας με τον τρόπο αυτό παράνομο όφελος κατά το ποσό των (858,19) ευρώ, με αντίστοιχη ζημιά περιουσίας της ανωτέρω επιχείρησης και της τράπεζας, καθόσον αν οι υπεύθυνοι της επιχείρησης γνώριζαν ότι οι προεκτεθέντες ισχυρισμοί και διαβεβαιώσεις του κατηγορουμένου ήταν ψευδείς, και ότι τα εν λόγω δικαιολογητικά που προσκόμισε ήταν πλαστά δεν θα μεσολαβούσαν για την έκδοση του ανωτέρω δανείου και δεν θα επιτύγχανε την εκταμίευση αυτού από την προαναφερόμενη τράπεζα. 2) Αφού αποφάσισε να εκτελέσει το πλημμέλημα της απάτης, δηλαδή με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος, να βλάψει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών, επιχείρησε πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης του πλημμελήματος τούτου. Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς: α) στις 4-10-2012 και 10-10-2012 στην αρμόδια υπάλληλο της επί της ... κείμενης Εθνικής Τράπεζας Σ. Χ. ότι είναι νόμιμος κάτοχος του με αρ. ... δελτίου αστυνομικής ταυτότητας με στοιχεία κατόχου Π. Κ. του Γ. που προσκόμισε σε φωτοαντίγραφο, β) στις 4 ή 5-10-2012 στον αρμόδιο υπάλληλο Ι. Π. της επί της οδού ..., Νέα Ιωνία, τράπεζας PROBANK ότι είναι νόμιμος κάτοχος φωτοαντίγραφου του ανωτέρω δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, φωτοαντίγραφου ενιαίου εκκαθαριστικού σημειώματος φυσικών προσώπων, επ' ονόματι Π. Κ. και βεβαίωσης εργοδότη της εταιρείας. με την επωνυμία "... ΕΠΕ" και γ) στις 9-10-2012 στον αρμόδιο υπάλληλο της επί της οδού ..., Αγροτικής Τράπεζας ότι είναι νόμιμος κάτοχος φωτοαντίγραφου του ανωτέρω δελτίου ταυτότητας, φωτοαντίγραφου ενιαίου εκκαθαριστικού σημειώματος φυσικού προσώπου επ' ονόματι Π. Κ., βεβαίωσης εργοδότη της εταιρείας με την επωνυμία "... ΕΠΕ" και υπεύθυνης δήλωσης του ότι δεν έχει υποβάλλει έντυπο Ε9 στην Εφορία, καθώς και έντυπο Ε1, τα οποία όμως ήταν όλα πλαστά και αποπειράθηκε έτσι να τους πείσει να προβούν στην έγκριση και στη συνέχεια στην εκταμίευση καταναλωτικών και προσωπικών δανείων ύψους (10.000), (10.000) και (5.000) ευρώ αντίστοιχα, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο όφελος κατά τα ποσά αυτά με αντίστοιχη ζημία της περιουσίας των παθόντων, πλην, όμως, η πράξη του αυτή δεν ολοκληρώθηκε για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του, δηλαδή γιατί οι παθόντες αντιλήφθηκαν τους ψευδείς ισχυρισμούς αυτού και συγκεκριμένα την πλαστότητα των προσκομισθέντων από αυτόν δικαιολογητικών εγγράφων με αποτέλεσμα να απορριφθούν τα ανωτέρω αιτήματά του και να συλληφθεί από ειδοποιηθέντα αστυνομικά όργανα. Η ζημία δε που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Β) Κατάρτισε πλαστά έγγραφα με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση τους άλλους σχετικά με γεγονός που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες και στη συνέχεια έκανε χρήση των πλαστών αυτών εγγράφων. Συγκεκριμένα, κατήρτισε α) το υπ' αρ. ... πλαστό δελτίο ταυτότητας με στοιχεία κατόχου Π. Κ. του Γ., στο οποίο είχε θέσει τη φωτογραφία του, πλαστές σφραγίδες της αρμόδιας αρχής και δη της Υπ/νσης Ασφαλείας Παραρτήματος Πρωτεύουσας (ανύπαρκτης υπηρεσίας) και υπογραφή κατ' απομίμηση του υπαλλήλου της ανωτέρω υπηρεσίας, β) έξι βεβαιώσεις εργοδότη της επιχείρησης με την επωνυμία "... ΕΠΕ", γ) έξι φωτοαντίγραφα εκκαθαριστικών σημειωμάτων οικονομικού έτους 2012 με στοιχεία Π. Κ. και δ) πλήθος εντύπων φορολογικού περιεχομένου στα οποία είχε θέσει πλαστές σφραγίδες των αρμόδιων αρχών, πλαστές σφραγίδες και υπογραφές κατ' απομίμηση των υπαλλήλων τους και των πλαστών αυτών εγγράφων έκανε χρήση, προσκομίζοντας τα στους υπεύθυνους υπαλλήλους διαφόρων τραπεζικών ιδρυμάτων, αιτούμενος τη χορήγηση δανείων είτε για τη χρηματοδότηση των αγορών του είτε για την εκταμίευση καταναλωτικών δανείων, παραπλανώντας αυτούς ότι (δήθεν) είναι νόμιμος κάτοχος αυτών". Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, τα οποία περιλαμβάνονται στο ως άνω σκεπτικό και στο ως άνω διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, τα οποία αλληλοσυμπληρώνονται και αποτελούν ενιαίο σύνολο αιτιολογίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των ως άνω εγκλημάτων της απάτης κατ' εξακολούθηση ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, τετελεσμένης και σε απόπειρα και της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση, για τα οποία καταδικάσθηκε o αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 18, 26 παρ. 1, 27 παρ. 1 α', 42 παρ. 1, 51, 53, 57, 79, 98, 216 παρ.1 και 386 παρ. 1 α' του Π.Κ., τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, δηλαδή με ελλιπή ή αντιφατική αιτιολογία που να καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή τους. Ειδικότερα, παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση όλα τα στοιχεία που συγκροτούν τις ποινικές υποστάσεις των εγκλημάτων για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, αναφέρονται κατά το είδος τους τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν και κατέληξε στην καταδικαστική του κρίση, χωρίς να παρίσταται αναγκαία, κατά το νόμο, η αναλυτική παράθεσή τους, η αναφορά του τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, καθώς και η συγκριτική στάθμιση, αξιολογική συσχέτιση και εκτίμησή τους, ενώ το δικαστήριο, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, δεν περιορίστηκε επιλεκτικά σε ορισμένα αποδεικτικά μέσα, αγνοώντας τα υπόλοιπα. Με ακρίβεια προσδιορίζονται, τόσο τα επιλήψιμα για την κατάφαση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της απάτης ψευδή γεγονότα και η εξ αυτών αιτιωδώς προκληθείσα στους παθόντες πλάνη και η συνδεόμενη με αυτήν περιουσιακή βλάβη, όσο και η υλική αντιστοιχία μεταξύ της συγκεκριμένης ζημίας και του αντίστοιχου οφέλους που πέτυχε και επιδίωξε ο αναιρεσείων, το δικαστήριο δε αιτιολογεί επαρκώς τον άμεσο δόλο αυτού, ο οποίος, με την χρήση πλαστών εγγράφων που ο ίδιος είχε καταρτίσει και με επίγνωση της αναλήθειας των ψευδών παραστάσεών του προς τους υπαλλήλους των Τραπεζών που αναφέρονται στο σκεπτικό, καθώς και του υπαλλήλου του καταστήματος "..." επί της λεωφόρου ... πέτυχε να προσποριστεί το ποσό των 858,19 ευρώ και αποπειράθηκε να προσποριστεί το ποσό των 25.000 ευρώ , με αντίστοιχη ζημία των παθόντων. Η ειδικότερη αιτίαση του αναιρεσείοντος, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο χωρίς επαρκή αιτιολογία απέρριψε τον αυτοτελή ισχυρισμό του περί μετατροπής της κατηγορίας από απόπειρες απατών σε απρόσφορες απόπειρες απατών και η άμεσα συναρτώμενη με αυτήν αιτίαση περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής της περί απρόσφορης απόπειρας διατάξεως του άρθρου 43 του Π.Κ είναι αβάσιμες, γιατί το δικαστήριο ορθά απέρριψε τον ισχυρισμό του αυτό με την αιτιολογία ότι "το μέσο με το οποίο επιχείρησε να τελέσει την πράξη, δεν αποδεικνύεται ότι είναι τέτοιο ώστε να αποβαίνει απολύτως αδύνατη η τέλεση του εγκλήματος αυτού", η αιτιολογία δε αυτή συμπληρώνεται από τις παραδοχές που προηγούνται, σύμφωνα με τις οποίες το μέσο που χρησιμοποίησε ο αναιρεσείων , δηλαδή το υπ' αριθ. ... πλαστό δελτίο ταυτότητας με τα ανακριβή στοιχεία του, οδήγησε πράγματι στην παραπλάνηση του υπαλλήλου του υποκαταστήματος ... και του αρμόδιου υπαλλήλου της Εθνικής Τράπεζας που εκταμίευσε το δάνειο για την αγορά από αυτόν της τηλεόρασης από το ως άνω κατάστημα, η αιτιολογία δε αυτή είναι ειδική και εμπεριστατωμένη και ορθά το δικαστήριο ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 42 παρ. 1 του Π.Κ. περί απόπειρας και 43 παρ. 1 του Π.Κ. περί απρόσφορης απόπειρας και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του Π.Κ., δεχόμενο, με βάση τις παραδοχές του, ότι οι προαναφερθείσες απόπειρες απάτης δεν ήταν απολύτως απρόσφορες. Επομένως, ενόψει τούτων, αμφότεροι οι λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του Κ.Ποιν.Δ., με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, είναι αβάσιμοι. Κατ' ακολουθίαν, μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 23-9-2015 αίτηση αναιρέσεως του Κ. Χ. του Σ. και Ε., κατοίκου ..., για την οποία συντάχθηκε η υπ' αριθ. ...-9-2015 έκθεση αναίρεσης ενώπιον της Γραμματέως του Εφετείου Αθηνών, περί αναιρέσεως της 3633/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Απριλίου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
και τούτου αποχωρήσαντος ο αρχαιότερος της συνθέσεως Αρεοπαγίτης
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Σεπτεμβρίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


<< Επιστροφή