Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 272 / 2014    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αποζημίωση, Διανομή.




Περίληψη:
Δικαστική διανομή κοινού ακινήτου. Αξίωση αποζημίωσης συγκυρίου για επωφελείς δαπάνες που ενήργησε καλοπίστως στο ακίνητο. Έννοια επωφελών δαπανών. ’σκηση της αξιώσεως με ανταγωγή ή (και) ένσταση επισχέσεως. Ιδίως χρόνος υπολογισμού της ωφέλειας (υπεραξία ακινήτου) και της εντεύθεν οφειλόμενης αποζημίωσης. Βάσιμος Λόγος αναιρέσεως από τον αριθμό 1α΄ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ. [Αναιρεί την ΕφΛαρ 29/2011].




Αριθμός 272/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας ’. συζ. Σ. Ζ., το γένος Χ. Δ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μιχαήλ Παπαγεωργίου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Γ. Δ., κατοίκου ... και προσωρινά ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Δημηνίκο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 25/1/1992 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 131/1992, 569/1993 μη οριστικές, 211/2007 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 29/2011 του Εφετείου Λάρισας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 22/4/2011 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 23/10/2012 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Αρεοπαγίτη Δημητρίου Μαζαράκη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 802, 1113, 1103 και 1106 του ΑΚ προκύπτει ότι κατά τη δικαστική διανομή κοινού ακινήτου ο συγκύριος που πραγματοποίησε καλοπίστως επωφελείς δαπάνες επί του πράγματος, δαπάνες δηλαδή από τις οποίες αυξήθηκε η αξία του πράγματος, όπως είναι και οι δαπάνες για την ανέγερση οικοδομής, στο υπό διανομή ακίνητο, έχει δικαίωμα να ζητήσει, με ανταγωγή ή ένσταση επισχέσεως, από τον συγκύριο (αποζημίωση για τις δαπάνες) ανάλογα με την μερίδα του συγκυρίου επί του ακινήτου και εφ'οσον κατά τον χρόνο της αποδόσεως των δαπανών, ήτοι τον χρόνο της ασκήσεως της ανταγωγής ή της ένστασης (ΑΠ 281/10), σώζεται η αύξηση αυτή της αξίας (υπεραξία) του ακινήτου. Για τον υπολογισμό δηλαδή της οφειλόμενης για επωφελείς δαπάνες αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η κατά την ως ανωτέρω απόδοση των δαπανών υπάρχουσα (σωζόμενη) υπεραξία του πράγματος που οφείλεται στις δαπάνες, η οποία βεβαίως και μπορεί να είναι μεγαλύτερη από την υπεραξία κατά τον χρόνο της πραγματοποιήσεως των δαπανών. Εξάλλου ο κατά το άρθρο 559 αρ.1α του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται και όταν το δικαστήριο της ουσίας εφαρμόζει εσφαλμένα τον κανόνα (Ολομ.ΑΠ 4/2005), προσδίδοντας σ'αυτόν (στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου) έννοια διαφορετική από την αληθή (ΑΠ 281/10).

ΙΙ. Από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης προκύπτουν, τα ακόλουθα. Με την από 25-1-1992 αγωγή του που άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαρίσης ο ήδη αναιρεσίβλητος ζήτησε τη δικαστική διανομή, με πώλησή του σε πλειστηριασμό, του αναφερόμενου σ'αυτήν ακινήτου, ήτοι ενός οικοπέδου που βρίσκεται στη Λάρισα, με την υπάρχουσα σ'αυτό ισόγεια οικία, το οποίο ανήκε, στην κυριότητα του ιδίου και της αναιρεσείουσας - αδελφής του κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου στον καθένα, η αγωγή δε αυτή έγινε δεκτή πρωτοδίκως και κατ'έφεση, με την αναιρεσιβαλλόμενη υπ'αριθμ.29/2011 απόφαση του Εφετείου Λαρίσης, η οποία κατά τούτο δεν προσβάλλεται με λόγον αναιρέσεως. Κατά την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως στο Πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έλαβε χώραν την 19-10-1993, η αναιρεσείουσα - εναγομένη άσκησε νομίμως, με τις προτάσεις της, ανταγωγή, με την οποία ισχυρίστηκε ότι ευρισκόμενη στην κατοχή του κοινού οικοπέδου και μετά από άτυπη συμφωνία της με τον ενάγοντα αδελφό της, που διέμενε στο εξωτερικό, ενήργησε στο οικόπεδο κατά τα έτη 1983-1987, καλοπίστως, τις αναφερόμενες στην ανταγωγή δαπάνες για την ανέγερση ισόγειας οικίας, εμβαδού 104 τ.μ., με υπόγειο χώρο, εμβαδού 62 τ.μ., η οποία θα περιερχόταν στην κυριότητά της, ενώ ο ενάγων θα αποκτούσε το δικαίωμα της καθ'ύψος επεκτάσεως της οικοδομής, και για τη διαμόρφωση του αυλείου χώρου και την περίφραξη του κοινού οικοπέδου, ότι από τις δαπάνες αυτές αυξήθηκε η εκ δραχμών 8.163.000 αξία του κοινού οικοπέδου, και ότι η αύξηση αυτή ανερχόταν κατά τον χρόνο της ασκήσεως της ανταγωγής (19-10-1993) στο συνολικό και λεπτομερώς αναλυόμενο ποσό των 18.787.124 δραχμών σωζόμενη κατά τον τελευταίο αυτόν χρόνο. Και βάσει του ιστορικού αυτού η αναιρεσείουσα ζήτησε να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος να καταβάλει σ'αυτήν το ήμισυ του ανωτέρω ποσού, ήτοι το ποσό των 9.393.562 δραχμών, που αντιστοιχεί στο εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητας (1/2) του αναιρεσιβλήτου στο επίδικο, για το οποίο ποσό η αναιρεσείουσα άσκησε και το δικαίωμα επισχέσεως του ακινήτου μέχρι την ικανοποίηση της αξιώσεως της αυτής. Η ανταγωγή αυτή και η συναφής ένσταση επισχέσεως κρίθηκαν νόμιμες και ορισμένες με την υπ'αριθμ.569/1993 προδικαστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία και τάχθηκαν οι δέουσες αποδείξεις, ενώ απορρίφθηκαν ως αόριστες με την επακολουθήσασα υπ'αριθμ.211/2007 οριστική απόφαση του ίδιου δικαστηρίου. Με την προσβαλλόμενη ήδη απόφαση του Εφετείου Λαρίσης, που εκδόθηκε κατόπιν εφέσεως της αναιρεσείουσας, η ανταγωγή και η ένσταση κρίθηκαν ορισμένες, περαιτέρω δε έγιναν εν μέρει δεκτές και κατ'ουσίαν, και δη για το ποσό των 9.024,21 ευρώ, υπό τον όρο καταβολής του οποίου στην αναιρεσείουσα διατάχθηκε η πώληση του επίδικου κοινού ακινήτου με πλειστηριασμό. Η σχετική παραδοχή του Εφετείου έχει ως εξής: "Αποδείχθηκε (...) ότι η εναγομένη - αντενάγουσα ενήργησε (στο από διανομήν ακίνητο) δαπάνες συνολικού ποσού 6.400.000 δραχμών, από τις οποίες 250.000 δραχμές διατέθηκαν από τον εφεσίβλητο (ενάγοντα) και πρέπει να αφαιρεθούν από το συνολικό αυτό ποσό (6.400.000 - 250.000). Το εκ δραχμών 18.787.124 ποσό, που, σύμφωνα με τον από 2-4-1992 γενόμενο από τον κατ'εντολήν της εναγομένης ορισθέντα πολιτικό μηχανικό Δ. Α. υπολογισμό δαπανών κατασκευής της οικίας, φέρεται ότι διατέθηκε, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφενός διότι ο εν λόγω μηχανικός υπολόγισε τις εν γένει δαπάνες με τις κατά τα έτη 1991-1992 ισχύουσες τιμές, αφ'ετέρου αυτές (δαπάνες) είναι υπερβολικά διογκωμένες, γεγονός που προκύπτει από την απλή αντιπαράθεση συγκεκριμένων κονδυλίων που είναι καταγεγραμμένα στις ιδιόχειρες σημειώσεις της εκκαλούσας με αυτά που αναγράφονται στον ανωτέρω υπολογισμό δαπανών του μηχανικού (...).
Συνεπώς η εκκαλούσα κατέβαλε εξ ιδίων για την ανέγερση της κοινής οικοδομής το ποσό των 6.190.000 δραχμών". Από τα προεκτεθέντα καθίσταται σαφές ότι το Εφετείο υπολόγισε την αύξηση της αξίας του υπό διανομήν κοινού ακινήτου, που οφείλεται στις δαπάνες της αναιρεσείουσας σ'αυτό (ανέγερση οικοδομής), με κρίσιμο χρόνο εκείνον της πραγματοποιήσεως των δαπανών (1983-1987), όχι δε εκείνον της αποδόσεως της ωφελείας (χρόνος ασκήσεως ανταγωγής και ένσταση επισχέσεως), και βάσει του υπολογισμού αυτού επιδίκασε στην αντενάγουσα το κατά τα ανωτέρω ήμισυ των δαπανών που βάρυναν τον αναιρεσίβλητο. Έτσι όμως που έκρινε το Εφετείο προσέδωσε στις προρρηθείσες διατάξεις και ιδίως σε εκείνην του άρθρου 1103 του ΑΚ διαφορετική έννοια από την κατά τα ανωτέρω υπό Ι αληθή έννοιά τους ως προς τον χρόνο υπολογισμού της αποζημιώσεως που οφείλεται στον συγκύριο του υπό διανομήν κοινού ακινήτου για επωφελείς δαπάνες που ενήργησε καλοπίστως στο ακίνητο, και υπέπεσε έτσι (το Εφετείο) στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.1α'του ΚΠολΔ, της παραβιάσεως δηλαδή κανόνα ουσιαστικού δικαίου με εσφαλμένη εφαρμογή του, όπως βάσιμα η αναιρεσείουσα υποστηρίζει με τον πρώτο, από τη διάταξη αυτή, λόγο της αιτήσεώς της.
ΙΙΙ. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω και κατά παραδοχήν του ως άνω βάσιμου πρώτου λόγου αναιρέσεως, μετά την οποία και παρέλκει η έρευνα των λοιπών, που αφορούν το ίδιο κεφάλαιο της αναιρεσιβαλλομένης, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρούμενη αυτή απόφαση και του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλους δικαστές (άρθρο 580§3 του ΚΠολΔ), και να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, κατά το νόμιμο αίτημα της τελευταίας (αρθρ.176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ'αριθμ.29/2011 απόφαση του Εφετείου Λαρίσης.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Ιανουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή