Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Ποινή, Αναίρεση μερική, Σωματική βλάβη από αμέλεια.
Περίληψη:
Σωματική βλάβη από αμέλεια από υπόχρεο. Απορρίπτονται ως απαράδεκτοι οι αόριστοι τρεις πρώτοι λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχείο Δ΄ ΚΠΔ, αφού δεν αναφέρουν τις συγκεκριμένες ελλείψεις. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία κατέστησε χειρότερη τη θέση του αναιρεσείοντα κατά παράβαση του άρθρου 470 ΚΠΔ, διότι, ενώ το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως ενός έτους με αναστολή, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, μετά από έφεση που άσκησε ο ίδιος, τη μετέτρεψε. Αναστέλλει την επιβληθείσα ποινή ο Άρειος Πάγος, αφού δεν απαιτείται έρευνα και βεβαίωση πραγματικών γεγονότων.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2238/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Μιχαήλ Δέτση, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως), Θεοδώρα Γκοϊνη, Αναστάσιο Λιανό (ο οποίος ορίσθηκε με την υπ' αριθμ. 44/2008 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Ελένη Σπίτσα (ο οποίος ορίσθηκε με την υπ' αριθμ. 30/2008 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου) και Ελευθέριο Μάλλιο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Λάμπρο Καραδήμο, περί αναιρέσεως της 6812/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Δεκεμβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 110/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τα άρθρα 148 έως 153, 474 παρ. 2, 476 παρ. 2 και 509 παρ. 1α του ΚΠοινΔ, προκύπτει, ότι προϋπόθεση του κύρους της αίτησης αναιρέσεως κατά αποφάσεων είναι οι περιεχόμενοι σε αυτή λόγοι από τους περιοριστικά διαλαμβανόμενους στο άρθρο 510 του ίδιου Κώδικα, να διατυπώνονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, γιατί, διαφορετικά, η αίτηση τυγχάνει απαράδεκτη. Από την ως άνω αξίωση του νόμου, δεν εξαιρείται ο προβλεπόμενος στο παραπάνω άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' λόγος της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που απαιτείται από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ. Ενόψει τούτων, για το ορισμένο του λόγου αυτού, πρέπει, α) αν ελλείπει παντελώς η αιτιολογία, να προτείνεται με την αίτηση αναιρέσεως η ανυπαρξία της, σε σχέση με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα κεφάλαια της απόφασης, στα οποία αναφέρεται η σχετική αιτίαση και β) αν υπάρχει αιτιολογία, αλλά δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, να προσδιορίζεται, επιπλέον, σε τι ακριβώς συνίσταται η έλλειψη αυτή, αναφορικά με το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια της απόφασης (Ολ. ΑΠ 19/2001, ΟλΑΠ 2/2002 και ΟλΑΠ 9/2005). Στην προκείμενη περίπτωση, με τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια ότι? "1) Δεν έχει ειδική και ανεπτυγμένη αιτιολογία, όπως επιβάλουν τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ. 2) Δεν εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία και συνιστούν τα αντικειμενικά και τα υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, που προβλέπουν και τιμωρούν τα άρθρα 314 παρ. 1, 5 και 9 Π.Δ. 152/78 και 86 Π.Δ. 1434/1934. 3) Δεν περιέχει τις αποδείξεις στις οποίες στηρίχτηκε η κρίση του Δικαστηρίου, καθώς και τους νομικούς λόγους που δικαιολογούν την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στην παραπάνω ποινική διάταξη". Έτσι όμως όπως έχουν διατυπωθεί οι παραπάνω λόγοι αναιρέσεως δεν είναι ούτε σαφείς ούτε ορισμένοι, αφού δεν αναφέρουν τις συγκεκριμένες ελλείψεις. Με αυτούς επαναλαμβάνεται απλώς η έννοια του λόγου αναιρέσεως της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, όπως αυτή έχει διαπλασθεί από τη νομολογία, χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε μνεία για συγκεκριμένη έλλειψη, ασάφεια ή αντίφαση. Επίσης δεν εκτίθενται στη συνταχθείσα έκθεση με πληρότητα και σαφήνεια οι παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως και οι πλημμέλειες που αποδίδονται ως προς τις αποδείξεις. Ως προς αυτές (αποδείξεις) αρκεί να αναφέρονται στην απόφαση κατ' είδος (κατά κατηγορίες), χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται η κάθε παραδοχή. Επομένως είναι αόριστοι και απορριπτέοι ως απαράδεκτοι οι πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠοινΔ που υποστηρίζουν τα αντίθετα.
Κατά το άρθρο 470 εδ. α' ΚΠοινΔ, στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσο εναντίον καταδικαστικής αποφάσεως από εκείνον που καταδικάσθηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του, ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται. Κατά δε το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. Η' του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως εναντίον αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου συνιστά η υπέρβαση εξουσίας. Τέτοια περίπτωση συνιστά εκτός των άλλων και η χειροτέρευση της θέσεως του κατηγορουμένου, όπως όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μετατρέπει σε χρηματική κατά το άρθρο 82 του ΠΚ την επιβληθείσα με αυτήν στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία όμως πρωτοδίκως είχε ανασταλεί κατά το άρθρο 99 του ιδίου Κώδικα, αφού το μέτρο της αναστολής είναι ευμενέστερο από εκείνο της μετατροπής. Πράγματι η αναστολή της στερητικής της ελευθερίας ποινής είναι μέτρο επιεικείας.
Στην προκείμενη περίπτωση το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, δικάζον έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ' αριθμ. 55719/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποίαν είχε καταδικασθεί για σωματική βλάβη από αμέλεια, από υπόχρεο, σε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους, ανασταλείσα επί τριετία, με τη προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού καταδίκασε αυτόν για την πράξη αυτή και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους, τη μετέτρεψε προς 4,40 ευρώ ημερησίως. Έτσι όμως κατέστησε χειρότερη τη θέση του αναιρεσείοντος κατά το άρθρο 470 ΚΠοινΔ και υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας, η οποία ερευνάται και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 511 ΚΠοινΔ). Επομένως είναι βάσιμος ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως, ο οποίος υπάγεται στο άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠοινΔ και όχι στο Ε', όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει ο αναιρεσείων και πρέπει να αναιρεθεί κατά ένα μέρος, και δη κατά τη διάταξή της αυτή και μόνον η προσβαλλομένη απόφαση, και να διαταχθεί από τον Άρειο Πάγο η επί τριετία αναστολή εκτελέσεως της ποινής φυλακίσεως του ενός (1) έτους, που επιβλήθηκε με αυτήν στον αναιρεσείοντα, κατ' εφαρμογή του άρθρου 517 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, χωρίς να παραπεμφθεί κατά τούτο η υπόθεση για νέα συζήτηση, αφού δεν απαιτείται έρευνα και βεβαίωση πραγματικών γεγονότων, δεδομένου ότι για όλα αυτά είχε κρίνει το σε πρώτο βαθμό δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που είχε απαγγείλει την αναστολή. Κατά τα λοιπά δε πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί κατά ένα μέρος, όπως στο σκεπτικό, την υπ' αριθμ. 6812/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Αναστέλλει την επιβληθείσα στον αναιρεσείοντα Χ με την ανωτέρω απόφαση ποινή φυλακίσεως του ενός έτους για μία τριετία. Και
Απορρίπτει κατά τα λοιπά την αίτησή του για αναίρεση της ανωτέρω αποφάσεως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Σεπτεμβρίου 2008. Και
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Οκτωβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ