Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Δασικά αδικήματα, Δόλος, Πλάνη νομική.
Περίληψη:
Άρθρο 71 παρ. 3-1 ν. 998/1979. 1) Έλλειψη αιτιολογίας, αναφορικά με την ύπαρξη δόλου στην τέλεση της ως άνω πράξης, την προβολή ισχυρισμού περί συγγνωστής νομικής πλάνης. 2) Απόλυτη ακυρότητα για λήψη υπόψη εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν. Απορρίπτει αναίρεση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1357/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή και Νικόλαο Ζαϊρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 , που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Μουσά, περί αναιρέσεως της 51785/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημ/κείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 3 Δεκεμβρίου 2007 αιτήσεις του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2114/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι υπό κρίση, από 3-12-2007, δύο αιτήσεις (δηλώσεις) αναίρεσης του κατηγορουμένου Χ1 κατά της ίδιας, με αριθ. 51785/2007, καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους ασάφειας.
ΙΙ. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν σε αυτή περιέχονται με σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφάρμοσε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικά, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα, ούτε να γίνεται αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους. Ειδικά όσον αφορά τον δόλο, που απαιτείται, κατά το άρθρο 26 παρ. 1 του ΠΚ, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος και συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, στη θέληση πραγμάτωσης των περιστατικών που, κατά το νόμο, απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης, δεν υπάρχει ανάγκη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι αυτός ενυπάρχει στην πραγμάτωση των περιστατικών και προκύπτει από αυτή. Αντίθετα, τέτοια αιτιολογία απαιτείται στις περιπτώσεις, που, κατά το νόμο, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, αρκεί ενδεχόμενος δόλος ή αξιώνεται ειδικός δόλος. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που, δικάζοντας κατ' έφεση, την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, με επιτρεπτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν και ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος, στις 27-2-2001, στη θέση ".........", του Δήμου Αχαρνών, ενεργώντας ως εργολάβος και για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία "WILLOW PROPERTIES INC", που εδρεύει στη Μοραβία Λιβερίας με πρόθεση, εντός δασικής έκτασης, η οποία έχει χαρακτηρισθεί ως τέτοια δυνάμει της υπ' αριθμ. ....... πράξης χαρακτηρισμού του Δασάρχη Πάρνηθας, προέβη σε ενέργειες που παρέβλαπταν την κατά προορισμό χρήση της έκτασης αυτής ως δασικής, ειδικότερα δε προέβη στις ακόλουθες ενέργειες α) κατασκευή μανδρότοιχου διαστάσεων 110 μ. χ 0,45 μ. χ 0,30 μ., 15 κολωνακίου, διαστάσεων 0,25 μ χ 0,25 μ. και ύψος 2,50 μ. από γκρο μπετόν, καταστρέφοντας την υπάρχουσα δασική βλάστηση, αποτελούμενη από νεαρά άτομα χαλεπίου πεύκης στην ανατολική πλευρά της ανωτέρω έκτασης β) κατασκευή σεναζίου, διαστάσεων 25 μ. χ 0,30 μ. χ 0,45 μ. με γκρο μπετόν σε συνέχεια παλαιού σεναζίου, διαστάσεων 25 μ. χ 0,30 μ. χ 0,20 μ., από γκρο μπετόν, πάνω στο οποίο τοποθετήθηκαν κάγκελα, στη βόρεια πλευρά της άνω έκτασης (βλ. την από ......... έκθεση αυτοψίας). Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρισθεί στον κατηγορούμενο το ελαφρυντικό του άρθρου 842 §2ε ΠΚ, καθόσον, για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη, συμπεριφέρθηκε καλά". Στη συνέχεια, τον κήρυξε ένοχο για την αξιόποινη πράξη της παράβασης του άρθρου 71 παρ. 3-1 του Ν. 998/1979 "περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας" και του επέβαλε ποινή φυλάκισης οκτώ (8) μηνών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική, προς 4,40 ευρώ ημερησίως. Με αυτά που δέχτηκε το εν λόγω Δικαστήριο, δεν περιορίστηκε σε απλή αντιγραφή του διατακτικού ή του κατηγορητηρίου, αλλά διέλαβε στην προσβαλλόμενη αυτοτελή αιτιολογία και μάλιστα την, κατά τα παραπάνω, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη, σε σχέση με την κρίση του για την ενοχή του αναιρεσείοντος, αφού, αφενός, εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία κατά την ανέλεγκτη κρίση του, αποδείχθηκαν και από τα οποία πείστηκε ότι ο αναιρεσείων τέλεσε την παραπάνω αξιόποινη πράξη, καθώς και τις σκέψεις επί των οποίων θεμελίωσε την κρίση του αυτή, και, αφετέρου, μνημονεύει τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία προέκυψαν τα εν λόγω περιστατικά χωρίς να είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός του τι ακριβώς προκύπτει από το κάθε αποδεικτικό μέσο χωριστά. Ειδικότερα, σε σχέση με το υποκειμενικό στοιχείο της παραπάνω πράξης, δηλαδή το δόλο, δεν υπήρχε ανάγκη να διαληφθεί ειδική αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση, αφού αυτός, κατά το νόμο (δηλαδή την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 71 παρ. 3-1 του Ν. 998/1979), ενυπάρχει στα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική της υπόσταση και εξυπακούεται η ύπαρξή του από την πραγμάτωση αυτών. Αβασίμως υποστηρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει αντιφατικές διατάξεις, αφού, στο σκεπτικό αυτής, διευκρινίζεται πλήρως ότι ο αναιρεσείων, ως εργολάβος, ενήργησε τις αναφερόμενες πράξεις, με τις οποίες παρέβλαψε την κατά προορισμό χρήση της αναφερθείσες δασικής έκτασης, τις δε πράξεις αυτές, τις ενήργησε για λογαριασμό της εταιρείας "", η οποία ήταν και η εντολοδότριά του, ως φερομένη κυρία της επίδικης έκτασης, όπως ο ίδιος ο αναιρεσείων υποστηρίζει, η δε παράθεση των δύο αυτών εννοιών (εργολάβος... για λογαριασμό της... ), δεν δημιουργεί ασάφεια, ενόψει των προαναφερθέντων, ορθώς δε το Δικαστήριο υπήγαγε τη συμπεριφορά αυτή του αναιρεσείοντος στην, ως άνω, ουσιαστική ποινική διάταξη, την οποία δεν παραβίασε ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου.
Συνεπώς, ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ., πρώτος και μοναδικός λόγος της υπ' αριθ. πρωτ. 3274/2007 πρώτης αναίρεσης και δεύτερος λόγος της υπ' αριθ. πρωτ. 3275/2007 δεύτερης αναίρεσης, θεωρουμένων τούτων ως ενιαίο κείμενο, αφού η δεύτερη είναι συμπληρωματική της πρώτης, με τον οποίο προβάλλονται αντίθετες αιτιάσεις, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
ΙΙ. Από τη διάταξη του άρ. 31 παρ. 2 του ΠΚ προκύπτει ότι για να μην καταλογισθεί η πράξη στον κατηγορούμενο λόγω συγγνωστής νομικής πλάνης, απαιτείται να συντρέχει πεπλανημένη πίστη του για το δικαίωμά του να εκτελέσει την πράξη και άγνοια του άδικου χαρακτήρα της, τον οποίο δεν μπορούσε να γνωρίζει οποιαδήποτε και να κατέβαλε επιμέλεια και προσπάθεια, ενόψει των πνευματικών και επαγγελματικών δυνατοτήτων του. Ο ισχυρισμός για ύπαρξη συγγνωστής νομικής πλάνης, ως τείνων στην άρση του καταλογισμού της πράξεως στον κατηγορούμενο, είναι αυτοτελής και η απόρριψή του πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, από το δικαστήριο της ουσίας, κατά τις διατάξεις των αρ. 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, όπως ήδη ισχύει, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, ότι έχει προβληθεί κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά τα οποία, κατά την ανωτέρω διάταξη του ΠΚ, είναι αναγκαία για την θεμελίωσή του. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος δεν προέβαλε ισχυρισμό περί συγγνωστής νομικής πλάνης και, συνεπώς, δεν υπήρχε υποχρέωση του Δικαστηρίου να απαντήσει σε μη προβληθέντα αυτοτελή ισχυρισμό, ο δε εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ. τρίτος λόγος της δεύτερης των συνερευνωμένων αιτήσεων αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλονται αντίθετες αιτιάσεις, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
ΙΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 329, 331, 333 παρ. 2 358, 364 παρ. 1 και 369 του ΚΠοινΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 171 παρ. 1 εδ. δ' του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η λήψη από το δικαστήριο της ουσίας υπόψη, προς σχηματισμό της κρίσης του για την ενοχή ή αθωότητα του κατηγορουμένου, εγγράφων, που δεν αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠοινΔ λόγο αναίρεσης, γιατί έτσι αποστερείται ο κατηγορούμενος του από το πιο πάνω άρθρο 358 του ΚΠΔ απορρέοντος δικαιώματός του να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις, που είναι σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της δεύτερης των ως άνω αιτήσεων αναίρεσης, προβάλλεται η αιτίαση ότι, η προσβαλλομένη απόφαση, στήριξε την σε βάρος του αναιρεσείοντος καταδικαστική της κρίση, σε έγγραφα, τα οποία δεν αναγνώσθηκαν και έτσι αυτός στερήθηκε του εκ του άρθρου 358 Κ.Π.Δ. απορρέοντος δικαιώματός του, να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις, που είναι σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Όμως, πέρα από την αοριστία του ως άνω ισχυρισμού, αφού δεν προσδιορίζονται δι' αυτού, σε ποια μη αναγνωσθέντα έγγραφα αναφέρεται ο λόγος αυτός, από τα πρακτικά της δίκης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, καθώς και από το συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό της, δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη, για το σχηματισμό της κρίσης αναφορικά με την ενοχή του αναιρεσείοντος, άλλα έγγραφα, πέραν εκείνων που αναγνώσθηκαν, με συνέπεια, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζονται, με τον ως άνω λόγο αναίρεσης, να μην επέλθει ακυρότητα και ως εκ τούτου, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Μετά από αυτά και μη υπάρχοντος άλλου λόγους προς έρευνα, πρέπει οι συνεκδικαζόμενες αναιρέσεις, να απορριφθούν στο σύνολό τους, ως αβάσιμες και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (αρ. 583 παρ. 1 του Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις συνεκδικαζόμενες, υπ' αρ. πρωτ. 3274/2007 και 3275/2007, αντίστοιχα, αιτήσεις του Χ1 , για αναίρεση της υπ' αρ. 51785/2007 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Απριλίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 20 Μαϊου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ