Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2437 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Δυσφήμηση συκοφαντική, Απόφαση αθωωτική.




Περίληψη:
1. Βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Προσθέτως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για την αθώωση. 2. Βάσιμος και ο δεύτερος από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ λόγος της αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αρνητική υπέρβαση εξουσίας, διότι ενώ το δικαστήριο, αθώωσε τον κατηγορούμενο και για τις πράξεις της συκοφαντικής δυσφημήσεως, δεν ερεύνησε επικουρικά, όπως όφειλεν αυτεπαγγέλτως, αν δεν αποδεικνύεται ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι ψευδές, μήπως στοιχειοθετείται το έγκλημα της απλής δυσφημήσεως του άρθρου 362 του ΠΚ και στην περίπτωση που δεν στοιχειοθετείτο και αυτό, δεν ερεύνησε, κατ' άρθρο 366 παρ. 3 του ΠΚ, μήπως υπήρχε σκοπός εξυβρίσεως και στοιχειοθετείται απλή εξύβριση του άρθρου 361 ΠΚ, ζητήματα για τα οποία ουδεμία αιτιολογία υπάρχει. Αναιρεί και παραπέμπει.




Αριθμός 2437/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοϊνη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο-Εισηγητή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 6605/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με κατηγορούμενους του: 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Ναθαναήλ. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) Ψ1, κάτοικο ... και 2) Ψ2, κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αθανάσιο Θεοφανόπουλο.

Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 18 Νοεμβρίου 2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεώργιου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1830/08.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ.2 εδ. α' του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε καταδικαστικής ή αθωωτικής απόφασης οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτός της ελλείψεως της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της υπερβάσεως εξουσίας. Ειδικά προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν. δ. 73/1974), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει τον από τη διάταξη του άρθρου 510 στοιχ. Δ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει είτε όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο, με σαφήνεια και πληρότητα, γιατί δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται στα πρακτικά και τα οποία έλαβε υπόψη για τον σχηματισμό της κρίσεώς του. Δεν απαιτείται, όμως, για την αιτιολογία της αθωωτικής απόφασης να εκθέτει το δικαστήριο σ' αυτή περιστατικά από τα οποία να πείστηκε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι αντικείμενο της απόδειξης στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, ως προς την έκθεση των αποδείξεων, για να θεωρηθεί η δικαστική απόφαση αιτιολογημένη πρέπει να προκύπτει από αυτήν ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά προκειμένου να διαμορφώσει την κρίση του.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 6605/2008 απόφασή του, το κατ'έφεση δικάσαν Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που την εξέδωσε, κήρυξε αθώο τον πρώτο κατηγορούμενο Χ2 των αποδιδόμενων σ' αυτόν αξιόποινων πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρος και της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατά συρροή, το δε δεύτερο κατηγορούμενο Χ1 αθώο ηθικής αυτουργίας στις ανωτέρω πράξεις του πρώτου πράξεις που κατά το διατακτικό φέρονται τελεσθείσες στις 26-9-2002. Από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι το παραπάνω δικαστήριο, δέχτηκε στο αιτιολογικό του, τα ακόλουθα: "Επειδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώσθηκαν καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στην απολογία του κατηγορουμένου (παρόντος) Χ2. Προκύπτουν ικανές αμφιβολίες για την ενοχή των κατηγορουμένων και γι' αυτό πρέπει να κηρυχθούν αθώοι των αποδιδόμενων σε αυτούς πράξεων ως το διατακτικό. Ειδικότερα δε αποδέχτηκε ότι τα όσα κατέθεσε ο κατηγορούμενος Χ2 εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά την εκδίκαση της από 3-3-2000 αγωγής του αδελφού του πολιτικώς ενάγοντος Ψ1 κατά του κατηγορουμένου Χ1 (γαμβρού επί θυγατέρα του, καλοπίστως πιστεύει ως αληθή και ουδόλως αποσκοπούσε και απέβλεπε στην προσβολή της τιμής και της υπολήψεως των εγκαλούντων, κατέθεσε δε αυτά αυτοβούλως χωρίς προτροπή ή της παραίνεση του δευτέρου των κατηγορουμένων Χ1".
Με τις παραδοχές της όμως αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση, περιέλαβε ελλιπή αιτιολογία. Ειδικότερα, όπως προκύπτει απ' αυτήν, α) δεν αναφέρονται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν τη μη συνδρομή της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως των άνω αξιοποίνων πράξεων, ούτε εξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν και σημειώνονται στα πρακτικά δεν επαρκούν για την κατάφαση της ενοχής των κατηγορουμένων, β) δεν αναφέρονται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, από τα οποία ήχθη σε κρίση, ότι όσα κατέθεσε ενόρκως ο πρώτος κατηγορούμενος, τα οποία και συμπεριελήφθησαν στην φερόμενη ως ψευδή κατάθεσή του, τα κατέθεσε αυτοβούλως, χωρίς την προτροπή ή την παραίνεση του δευτέρου των κατηγορουμένων Χ1, γ) ενώ στην αιτιολογία αναφέρεται ότι αποδείχθηκε, ότι όσα ο πρώτος κατηγορούμενος Χ2 διέλαβε στην ένορκη κατάθεσή του ως μάρτυρας, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, καλοπίστως πίστευε ως αληθή και δεν αποσκοπούσε ούτε απέβλεπε να βλάψει καθοιονδήποτε τρόπο την τιμή και την υπόληψη των τότε εγκαλουμένων Ψ1 και Ψ2, τελικά το δικαστήριο, στο διατακτικό του αθώωσε τον πρώτο κατηγορούμενο και των πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατά συρροή, χωρίς προηγουμένως να διευκρινίζει αν τα περιληφθέντα στην ένορκη κατάθεσή του, ήταν τελικά κατά την πεποίθηση του δικαστηρίου αληθή ή ψευδή. Ήτοι είναι βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ ΚΠοινΔ σχετικός πρώτος λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Προσθέτως, ενώ το δικαστήριο, αθώωσε τον πρώτο κατηγορούμενο και για τις πράξη της συκοφαντικής δυσφημήσεως και το δεύτερο για την πράξη της ηθικής αυτουργίας στην άνω συκοφαντική δυσφήμηση, δεν ερεύνησε επικουρικά, όπως όφειλε αυτεπαγγέλτως, (αν δεν αποδεικνύετο ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι ψευδές), αν στοιχειοθετείται το έγκλημα της απλής δυσφημήσεως του άρθρου 362 του ΠΚ και στην περίπτωση που δεν στοιχειοθετείτο και αυτό, δεν ερεύνησε, κατ'άρθρο 366 παρ. 3 του ΠΚ, αν υπήρχε σκοπός εξυβρίσεως και στοιχειοθετείται απλή εξύβριση του άρθρου 361 ΠΚ, ζητήματα για τα οποία ουδεμία αιτιολογία υπάρχει. Άρα, το δικαστήριο, υπέπεσε σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας , κατά το δεύτερο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ, βάσιμο λόγο της αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Μετά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως. (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ' αριθμ. 6605/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημέτων) Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως αυτήν.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2009.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή