Θέμα
Αποζημίωση, Δημόσιο , Διαχρονικό δίκαιο.
Περίληψη:
Πρωτόκολλο καθορισμού αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημόσιου κτήματος (ζώνης λιμένος). Ανακοπή. Όχι αναδρομική απαγόρευση ασκήσεως ενδίκων μέσων κατ’ άρθρον 326§3 ν. 4072/2012. Πότε δεν ιδρύονται οι αναιρετικοί λόγοι από της αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. [Επικυρώνει ΕΑ 6599/2011].
Αριθμός 393/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "ΑΕ ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΤΙΤΑΝ", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Στυλιανό Σταματόπουλο και Νικόλαο Καραμητσάνη.
Του αναιρεσιβλήτου: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από α)τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, β)τον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας Δυτικής Αττικής, που εδρεύει στο Αιγάλεω Αττικής και γ)τον Διευθυντή της Δ.Ο.Υ. Ελευσίνας, που εδρεύει στην Ελευσίνα Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Διονύσιο Χειμώνα, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 22/1/2007 ανακοπή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3237/2008 του ίδιου Δικαστηρίου και 6599/2011 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 1/10/2012 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 15/1/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη της.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι.- Με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 326 του ν.4072/2012, με την οποία αντικαθίστανται το δέκατο και το ενδέκατο εδάφια του άρθρου 115 του από 11/12-11-1929 διατάγματος "περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων", ορίζεται ότι "Αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση της ανακοπής είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της τοποθεσίας του κτήματος. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλων αποζημιώσεως χρήσεως δημοσίου κτήματος δεν χωρεί ένδικο μέσο. Αν η απόφαση που εκδίδεται ακυρώνει το πρωτόκολλο για λόγους που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή του κτήματος, ο ανακόπτων οφείλει να ασκήσει τακτική αγωγή εντός ενενήντα ημερών από την επίδοση της αποφάσεως, άλλως το πρωτόκολλο παραμένει σε ισχύ και εκτελείται (...)". Η διάταξη αυτή δεν ορίζει αν η θεσπιζόμενη απαγόρευση των ενδίκων μέσων καταλαμβάνει ή όχι και τις εκκρεμείς ήδη, κατά την έναρξη της ισχύος του ν,.4072/2012 (11-4-2012), ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεις του ανωτέρω άρθρου 115 του από 11/12-11-1929 διατάγματος, όπως ορίζουν άλλες διατάξεις (π.χ. ίδιο άρθρ. 326 παρ. 1 για τις αναφερόμενες εκεί υποθέσεις), κατά συνέπειαν δε, σύμφωνα με τη βούληση του νομοθέτη και την μεταβατικού δικαίου διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 εδ. α' του Εισ.Ν. Κ.Πολ.Δ., που ορίζει ότι "το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλόμενων λόγων και ο χρόνος της άσκησης κρίνονται σύμφωνα με τον νόμο που ισχύει κατά τον χρόνο που δημοσιεύεται η απόφαση", στις προαναφερθείσες εκκρεμείς υποθέσεις, στις οποίες έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, δεν ισχύει η ανωτέρω απαγόρευση και οι σχετικές αποφάσεις υπόκεινται στα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης, στα οποία μέχρι τώρα (Ολ. Α.Π. 21-22/2002, 38/2002, Α.Π. 336/2006, 1780/2002) υπέκειντο.
Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως διώκεται η αναίρεση της υπ' αριθμ. 6599/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε επί εφέσεως της αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ' αριθμ. 3237/2008 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί η ανακοπή της ιδίας (αναιρεσείουσας) κατά του αναφερόμενου πρωτοκόλλου καθορισμού αποζημιώσεως για αυθαίρετη χρήση δημοσίου κτήματος που είχε εκδοθεί εις βάρος της σύμφωνα με τις προρρηθείσες διατάξεις του άρθρου 115 του διατάγματος της 11/12-11-1929. Η αίτηση κατατέθηκε μεν την 15-12-2012, όπως τούτο προκύπτει από την οικεία έκθεση, ήτοι μετά την κατά τα ανωτέρω έναρξη της ισχύος του νόμου 4072/2012, δεν καταλαμβάνεται όμως, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, από την θεσπιζόμενη ως άνω απαγόρευση ασκήσεως ενδίκων μέσων, επιτρεπόμενη ήδη κατά τον χρόνο εκδόσεως της πρωτόδικης απόφασης. Επομένως η κρινόμενη αίτηση στρεφόμενη κατά αποφάσεως που υπόκειται στο ένδικο μέσο της αναίρεσης και έχοντας ασκηθεί κατά τις νόμιμες διατυπώσεις που ορίζονται στο άρθρο 495 παρ. 1 και 4 του Κ.Πολ.Δ., όπως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012 (έναρξη ισχύος 2-4-2012), είναι παραδεκτή και πρέπει να εξετασθεί κατ' ουσίαν (άρθρο 577 του Κ.Πολ.Δ.), αφού απορριφθεί η περί του αντιθέτου ένσταση που το αναιρεσίβλητο προτείνει με τις εμπροθέσμως, κατ' άρθρον 570 παρ. 1 του ΚΠολΔ, κατατεθείσες προτάσεις του, υποστηρίζοντας ότι η προσβαλλόμενη εφετειακή απόφαση δεν υπόκειται ήδη, κατά το άρθρο 326 παρ. 3 του ν. 4072/2012, στο ένδικο μέσο της αναιρέσεως.
ΙΙ.- Ο κατά το άρθρο 559 αρ. 1α'του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου δεν δημιουργείται όταν το δικαστήριο της ουσίας εφαρμόζει τέτοιον κανόνα, του οποίου, ενόψει του περιεχομένου της αγωγής ή των παραδοχών του δικαστηρίου, συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής, ή (και) όταν δεν εφαρμόζει κανόνα, του οποίου, ενόψει των ανωτέρω, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής. Εξάλλου, με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.4171/1961 ορίζεται ότι "Προς τον σκοπόν διευκολύνσεως πραγματοποιήσεως επενδύσεων, αίτινες θα συμβάλουν εις την επιτάχυνσιν του βαθμού αναπτύξεως της Ελληνικής Οικονομίας, εφαρμόζονται επί σημαντικών παραγωγικών επενδύσεων αι εν άρθροις 1 και 5 αναφερόμεναι ειδικαί διατάξεις (...)", με την παρ. δε 1 του άρθρου 3 του ίδιου ν.4171/1961, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.δ. 916/1971, ορίζεται ότι "Η επιχείρησης, εξαιρέσει περιπτώσεων προσκαίρου εθνικής ανάγκης, θα έχη το αποκλειστικόν δικαίωμα της χρησιμοποιήσεως των, δαπάναις της, κατασκευασθέντων βασικών λιμενικών έργων (ισοπεδώσεων, καθαρισμού βυθού, προκυμαίας, λιμενοβραχίονος κλπ.) η εκτέλεσις των οποίων θα ενεργήται πάντοτε κατόπιν αδείας της αρμοδίας Αρχής. Δια την χρησιμοποίησιν των λιμενικών έργων, πλην των δαπανών λειτουργίας και συντηρήσεώς των, η επιχείρησις εις ουδεμίαν ετέραν επιβάρυνσιν θα υπόκειται μέχρι πλήρους αποσβέσεως των ποσών των δαπανηθέντων παρ' αυτής, δια την κατασκευήν των". Από τη διάταξη του τελευταίου αυτού εδαφίου προκύπτει ότι η καθιερούμενη απαλλαγή της υπαγόμενης στον ανωτέρω αναπτυξιακό ν.4171/1961 επιχείρησης, από κάθε επιβάρυνση (πλην των δαπανών λειτουργίας κλπ) για την εκ μέρους της χρησιμοποίηση των αναφερόμενων λιμενικών έργων ισχύει μέχρι της πλήρους αποσβέσεως των δαπανηθέντων για την κατασκευή τους ποσών, όχι δε και μετά από αυτήν, τούτο δε, η μη απόσβεση δηλ. των δαπανών κατασκευής των έργων, αποτελεί και την προϋπόθεση της απαλλαγής από κάθε περαιτέρω επιβάρυνση, όπως π.χ. η καταβολή αποζημιώσεως για τη χρήση της λιμενικής ζώνης, ως δημοσίου κτήματος.
ΙΙΙ. Με την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε κατ'ουσίαν η έφεση της αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ'αριθμ.3237/2008 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί η ένδικη ανακοπή της ιδίας (αναιρεσείουσας) κατά του υπ'αριθμ.25/21-12-2006 πρωτοκόλλου καθορισμού αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίου κτήματος το οποίο είχε εκδώσει εις βάρος της ανακόπτουσας - αναιρεσείουσας ο Διευθυντής της Κτηματικής Υπηρεσίας Δυτικής Αττικής, ως εκπρόσωπος του αναιρεσιβλήτου Ελληνικού Δημοσίου, κατά το άρθρο 115 του διατάγματος της 11/12-11-1929 "Περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων". Το ανωτέρω πρωτόκολλο αφορά, ειδικότερα, τη χρήση από την αναιρεσείουσα κοινόχρηστου δημόσιου χώρου (αιγιαλού και παραλίας), συνολικού εμβαδού 42400 τ.μ., που βρίσκεται στην περιοχή του Δήμου Ελευσίνας και στον οποίο η αναιρεσείουσα διατηρεί βιομηχανική επιχείρηση παραγωγής τσιμέντου, για το χρονικό διάστημα από 20-5-2003 έως 30-6-2006, καθορίστηκε δε η καταβλητέα αποζημίωση στο συνολικό ποσό των 1.098.161,29 ευρώ. Οι σχετικές παραδοχές του Εφετείου έχουν ως ακολούθως: "Με το 25/21-12-2006 πρωτόκολλο καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης δημοσίου κτήματος, που εξέδωσε ο Διευθυντής της Κτηματικής Υπηρεσίας Δυτικής Αττικής, η εκκαλούσα - ανακόπτουσα υποχρεώθηκε να καταβάλει στο εφεσίβλητο - καθόν η ανακοπή ελληνικό δημόσιο ως αποζημίωση για αυθαίρετη χρήση κοινόχρηστου δημόσιου χώρου (αιγιαλού και παραλίας) στην παραλιακή περιοχή "ΒΛΥΧΑ" του Δήμου Ελευσίνας (...), το συνολικό ποσό των 1.098.161,29 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 20-5-2003 έως 30-6-2006. Ειδικότερα από (...) προκύπτει ότι η άνω αποζημίωση επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας-ανακόπτουσας για την αυθαίρετη κατάληψη και χρήση τμήματος της ζώνης λιμένα Ελευσίνας συνολικού εμβαδού 42.400 τ.μ., εκ των οποίων α) 11.250 τμ. αντιστοιχούν στη χερσαία ζώνη λιμένα, β) 6.700 τ.μ. στην παραλία, γ)4.535 τ.μ. στον αιγιαλό, δ) 14.546 τ.μ. στις προσχώσεις του αιγιαλού , όπου έχουν ανεγερθεί, α) κρηπίδωμα μήκους 440,80 τμ. και β) προβλήτα εμβαδού 3.165 τμ. Στην άνω περιοχή και πλησίον του λιμένος Ελευσίνας Αττικής, η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ΤΣΙΜΕΝΤΑ TITAN A.E., η οποία έχει υπαχθεί στο καθεστώς του ν.4171/1961 "περί λήψεως γενικών μέτρων δια την υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της χώρας", διατηρεί βιομηχανική επιχείρηση παραγωγής τσιμέντου και προς εξυπηρέτηση της επιχείρησης της προέβη σταδιακά από το έτος 1961 έως και το έτος 1978 , κατόπιν αδειών και εγκρίσεων που χορηγήθηκαν στην ανακόπτουσα με σειρά κοινών υπουργικών αποφάσεων, σε προσχώσεις του αιγιαλού και στην κατασκευή και συμπλήρωση διαφόρων λιμενικών έργων και εγκαταστάσεων (κρηπιδώματος και προβλήτας) που υπήχθησαν στις διατάξεις του νόμου 4171/1961 "περί λήψεως γενικών μέτρων δια την υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της χώρας" χαρακτηρισθείσες ως επενδύσεις του νόμου αυτού . Συγκεκριμένα, με βάση τις παραπάνω διατάξεις του Ν. 4171/1961, εκδόθηκαν (α)οι υπ' αριθμ. 27401/14/1962 (ΦΕΚ 322/τ.β/11-9-1962), η υπ' αριθμ.57113/14/1964 (ΦΕΚ 672/τ.β.29-12-1964), η υπ' αριθμ. 15608/14/8-6-1976 (ΦΕΚ 406/Τ.Β./21-6-1967) και η ΕΙ/979/14Γ/1974 (ΦΕΚ 838/τ.β./29-8-1974) ΚΥΑ, με τις οποίες διαπιστώθηκε ότι η προτεινόμενη από την ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα επένδυση είναι παραγωγική κατά το άρθρο 1 παρ. 2, 5 του Ν. 4171/1961 και χορηγήθηκε άδεια σ' αυτήν (ανακόπτουσα) για την επέκταση των εγκαταστάσεων του εργοστασίου της στην Ελευσίνα και η υπ' αριθμ. 57781/683/1964 ΚΥΑ, με την οποία εγκρίθηκε η εισαγωγή κεφαλαίων εκ του εξωτερικού δυνάμει του ν. 2687/53 από την ήδη εκκαλούσα για την επέκταση και εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων του ανωτέρω εργοστασίου της, β) υπογράφηκαν μεταξύ της ήδη εκκαλούσας και του Ελληνικού Δημοσίου οι από 27-6-1973 (ΦΕΚ 139/τ.α./4-7-1973), 31-10-1975 (ΦΕΚ 251/τ.α./15-l 1-1976) και 22-8-1977 (ΦΕΚ 228/τ.α./23-8-1977), συμβάσεις με τις οποίες υπήχθησαν στις διατάξεις του άνω νόμου οι επενδύσεις αυτής. Περαιτέρω με το Π.Δ. 796/1975, (ΦΕΚ Α'260/1975) και την 9380/2189/1977 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εγκρίθηκαν οι γενόμενες προσχώσεις του αιγιαλού, και με τις 5537/1975, 1741/1682/1976, 18887/5652/1650/1976, 1723/5.23.2./1977 και ΒΣ2/5/22/Φ1-η/1978 αποφάσεις εγκρίθηκαν η κατασκευή και συμπλήρωση διαφόρων λιμενικών έργων και εγκαταστάσεων (κρηπιδώματος και προβλήτας), υπαχθείσες στις διατάξεις του νόμου 4171/1961 "περί λήψεως γενικών μέτρων δια την υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της χώρας" και χαρακτηρισθείσες ως επενδύσεις του νόμου αυτού. Τέλος με την ΙΕ/ΟΕ/1373/014 /1983 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας διαπιστώθηκε η πλήρωση των όρων της από 22-8-1977 συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανακόπτουσας και ότι πραγματοποιήθηκε επένδυση συνολικού ύψους 1.853.580.558 δραχμών, ορίστηκε δε ημερομηνία ενάρξεως της παραγωγικής δράσεως της επιχειρήσεως με την ανωτέρω επένδυση η 30-6-1981. Το παραπάνω τμήμα της ζώνης λιμένα Ελευσίνας που η εκκαλούσα χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της επιχείρησης της, ως προς όλα τα επί μέρους τμήματα του (χερσαία ζώνη λιμένα, .παραλία, αιγιαλός, προσχώσεις αιγιαλού, προβλήτα και κρηπίδωμα) είναι κοινόχρηστο πράγμα, ανήκει στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου (εφεσίβλητου) και κατά τον προϊσχύσαντα Α.Ν. 2344/1940 "περί αιγιαλού και παραλίας" και κατά τον ήδη ισχύοντα Ν.2971/2001 "Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις" (άρθρα 2 παρ. 1, 18, 19, 21 και 22 του νόμου αυτού) και η χρήση και εκμετάλλευση αυτού ανήκε στο Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 του ν.δ.2942/1954. Κατά παρέκκλιση της παραπάνω διατάξεως (αρθρ. 7 παρ. 1 ν.2942/1954), η παραχώρηση της χρήσης ζώνης λιμένα προς εξυπηρέτηση επενδύσεων που υπήχθησαν στους αναπτυξιακούς νόμους 2687/1953 ή 4171/1961, όπως εν προκειμένω της ανακόπτουσας, μέχρι μεν του έτους 1975 μόνο με προεδρικό διάταγμα, από δε του έτους 1975, μόνο με απόφαση του υπουργού οικονομικών μπορούσε να γίνει (άρθρα 9 του Α.Ν. 2344/1940 και 3 παρ. 2 όπως αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 3 του Ν.Δ. 916/1971 και 4 παρ. 1 και 2 του Ν. 159/1975), ενώ από την 19-12-2001, αφότου άρχισε να ισχύει ο Ν.2971/2001, απαιτείται, κατά το άρθρο 14 παρ.6 του νόμου αυτού, για το σκοπό αυτό κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών, ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. και Εμπορικής Ναυτιλίας. Όμως, τέτοιο προεδρικό διάταγμα ή υπουργική απόφαση που να παραχωρεί την χρήση του επιδίκου τμήματος της ζώνης λιμένα Ελευσίνας στην εκκαλούσα προς εξυπηρέτηση των επενδύσεων της, ουδέποτε εκδόθηκε μέχρι την 27-6-2001 που η χρήση και εκμετάλλευση της ζώνης λιμένα ανήκε στο Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας το οποίο λειτουργούσε ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, γι' αυτό η τελευταία (εκκαλούσα) χρησιμοποιούσε πάντοτε το επίδικο αυτό τμήμα της ζώνης λιμένα Ελευσίνας, δυνάμει αποφάσεων της Λιμενικής Επιτροπής που εκδίδονταν κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 2942/1954 και της παραχωρούσαν τη χρήση του έναντι ανταλλάγματος για περιορισμένο κάθε φορά χρονικό διάστημα ενός έτους. Με την μετατροπή του Λιμενικού Ταμείου σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Οργανισμός Λιμένα Ελευσίνας Α.Ε." (άρθρο 21 παρ. 3 του ν. 2932/2001 ΦΕΚ Α' 145/27 Ιουνίου 2001), η τελευταία, ως διάδοχος του πρώην Λιμενικού Ταμείου (άρθρο 21 παρ. 6 του ν. 2932/2001), καθόρισε δια του Δ.Σ. αυτής το οφειλόμενο αντάλλαγμα για το έτος 2002. Τα επικαλούμενα από την ανακόπτουσα - εκκαλούσα έγγραφα, ήτοι το Π.Δ. 796/15-11-1975 (ΦΕΚ Α 260/75) και η 9389/2189/7-12-1977 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, δεν αφορούν παραχώρηση δικαιώματος χρήσης τμήματος ζώνης λιμένα, αλλά έγκριση, μόνο, για κατασκευή λιμενικού έργου και δη πρόσχωσης θαλάσσιας περιοχής 4.500 τμ. και 12.250 τμ. , αντιστοίχως. Στις 20-5-2003, σε εκτέλεση του άρθρου 24 παρ. 1 του ν. 2932/2001 (ΦΕΚ Α'145/27 Ιουλίου 2001) συνήφθη σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της "Ο.Λ.Ε. Α.Ε." δυνάμει της οποίας (όρος 2.1) το Ελληνικό Δημόσιο παραχώρησε προς την τελευταία (ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε."), το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης της ζώνης λιμένα Ελευσίνας γενικά, σύμφωνα όμως με τον όρο 2.4.
ΙΙΙ) αυτής, εξαιρέθηκαν από την παραχώρηση αυτή "περιοχές, εγκαταστάσεις και έργα, επί των οποίων υφίστανται δικαιώματα αποκλειστικής χρήσης τους, τα οποία έχουν χορηγηθεί σε βιομηχανικές επιχειρήσεις με βάση διατάξεις αναπτυξιακών νόμων ...". Κατά την αληθή έννοια του παραπάνω όρου της εν λόγω από 20-5-2003 συμβάσεως, το Ελληνικό Δημόσιο (καθ' ου - εφεσίβλητο) παρακράτησε για τον εαυτό του το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης όσων τμημάτων της ζώνης αυτής εξυπηρετούν επενδύσεις επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί μεν σε αναπτυξιακούς νόμους, δεν τους έχει παραχωρηθεί όμως το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης με απόφαση του υπουργού οικονομικών μέχρι το 1975 (άρθρα 9 του Α.Ν. 2344/1940 και 3 παρ. 2 όπως αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 3 του Ν.Δ. 916/1971 και 4 παρ. 1 και 2 του Ν. 159/1975), ή με κοινή απόφαση των υπουργών οικονομικών ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. και Εμπορικής Ναυτιλίας από την 19-12-2001, (άρθρο 14 παρ. 6 του Ν. 2971/2001), όπως στην προκειμένη περίπτωση της ανακόπτουσας-εκκαλούσας. Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα από 20-3-2003 έως και 30-6-2006 η ανακόπτουσα - εκκαλούσα για τις ανάγκες της επιχειρήσεως της έκανε χρήση του επιδίκου τμήματος της ζώνης λιμένα Ελευσίνα που αποτελεί δημόσιο κτήμα, αυθαιρέτως, χωρίς συμβατική σχέση, αφού οι μεν προγενέστερες περιορισμένης διάρκειας άδειας χρήσης που είχαν εκδοθεί από τον προηγούμενο φορέα χρήσης και εκμετάλλευσης αυτού, δηλαδή από τη λειτουργούσα, στο πλαίσιο του Λιμενικού Ταμείου Ελευσίνας, Λιμενική Επιτροπή, είχαν όλες λήξει, ενώ έως και σήμερα δεν έχει εκδοθεί προεδρικό διάταγμα ή υπουργική απόφαση, κατά τις ήδη αναφερθείσες παραπάνω διατάξεις που να παραχωρεί στην ανακόπτουσα-εκκαλούσα, ως επιχείρηση της οποίας οι επενδύσεις έχουν υπαχθεί στο ν.4171/1961, ευρύτερο εκείνου που μπορούσε να παραχωρήσει η παραπάνω επιτροπή δικαίωμα χρήσης αυτού. Επομένως, το αρμόδιο γραφείο της Κτηματικής Υπηρεσίας της Δυτικής Αττικής, με το ανακοπτόμενο πρωτόκολλο ορθά βεβαίωσε σε βάρος της εκκαλούσας-ανακόπτουσας αποζημίωση για αυθαίρετη χρήση του προαναφερθέντος Δημοσίου κτήματος για το χρονικό διάστημα από 20-5-2003 έως 30-11-2006. Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι πρώτος και . δεύτερος λόγοι της ανακοπής τους οποίους η ανακόπτουσα-εκκαλούσα επαναφέρει με τους σχετικούς πρώτο και δεύτερο λόγους της εφέσεως της και με τους οποίους ισχυρίζεται ότι παρανόμως και από αναρμόδιο καθ' ύλην όργανο εκδόθηκε το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο κατ' άρθρο 115 του Π.Δ. 11/12.11.1929 "περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων", επειδή η χρήση του επιδίκου τμήματος της ζώνης λιμένα Ελευσίνας απ' αυτήν κατά το πιο πάνω κρίσιμο χρονικό διάστημα ήταν συμβατική και επομένως νόμιμη και όχι αυθαίρετη, είναι αβάσιμοι κατ'ουσίαν και πρέπει ν'απορριφθούν".
IV. Με τον πρώτο, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προσάπτεται η αιτίαση ότι το Εφετείο με το να δεχθεί ως ανωτέρω ότι η αναιρεσείουσα έκανε αυθαίρετη, χωρίς δηλαδή συμβατική παραχώρηση, χρήση του ειρημένου κοινόχρηστου δημόσιου χώρου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα επειδή δεν είχαν εκδοθεί προς τούτο τα απαιτούμενα κατά τις παρατιθέμενες στην απόφαση ως άνω διατάξεις και τις αναφερόμενες διακρίσεις προεδρικά διατάγματα ή (και) Υπουργικές αποφάσεις, παραβίασε, με την μη εφαρμογή της, την εφαρμοστέα εν προκειμένω κατά τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, διάταξη του άρθρου 3 παρ.1 του ν.4171/1961, την οποία και το Εφετείο μνημονεύει στη μείζονα πρόταση του δικανικού του συλλογισμού και με την οποία ορίζεται, μεταξύ των άλλων και όπως προαναφέρθηκε (ανωτ.υπό
ΙΙ), ότι "Δια την χρησιμοποίησιν των λιμενικών έργων πλήν των δαπανών λειτουργίας και συντηρήσεις των, η επιχείρησις εις ουδεμίαν ετέραν επιβάρυνσιν θα υπόκειται μέχρι πλήρους αποσβέσεως των μέσων των δαπανηθέντων παρ'αυτής διά την κατασκευήν των". Από τη διάταξη όμως αυτή προκύπτει σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ότι η αναφερόμενη (παρ.2) απαλλαγή της αναιρεσείουσας, για την οποία εδώ πρόκειται, από οποιαδήποτε επιβάρυνση για τη χρήση των λιμενικών έργων τα οποία η ίδια κατασκεύασε κατόπιν αδείας της αρχής (προσχώσεις αιγιαλού, κρηπίδωμα και προβλήτα), εκτός από τις δαπάνες κατασκευής και συντηρήσεως των έργων αυτών, ισχύει μέχρι την πλήρη απόσβεση των ποσών που η εταιρεία δαπάνησε για την κατασκευή τους. Επομένως η αναιρεσείουσα, που επικαλείται τη διάταξη αυτή και την εντεύθεν μη υποχρέωσή της (απαλλαγή) να καταβάλει αντάλλαγμα για τη χρήση των έργων αυτών (ως μέρος των κοινόχρηστων χώρων για τους οποίους εκδόθηκε το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο) κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, όφειλε με την ανακοπή και την έφεσή της να αναφέρει (και) ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της, ότι δηλαδή μέχρι τον επίδικο χρόνο δεν έχει αποσβέσει πλήρως τις δαπάνες της για την κατασκευή των έργων. Πολλώ δε μάλλον που τόσον η πρωτόδικη όσον και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δέχονται ότι ως ημέρα ενάρξεως της παραγωγικής δράσεως της αναιρεσείουσας ορίστηκε με τις οικείες Υπουργικές αποφάσεις η 30-6-1981, ενώ κατά τα προηγούμενα του επίδικου χρονικού διαστήματος έτη η αναιρεσείουσα κατέβαλε στον προηγούμενο φορέα του χώρου (Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας) το αναφερόμενο (συμβατικό) αντάλλαγμα για τη χρήση του επίδικου αυτού χώρου. Επομένως, αφού δηλαδή η αναιρεσείουσα δεν επικαλέστηκε με την ανακοπή και την έφεσή της, όπως από τα σχετικά δικόγραφα προκύπτει (ούτε άλλωστε ισχυρίζεται κάτι τέτοιο με την αναίρεσή της), ότι συντρέχουν εν προκειμένω οι ειρημένες πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης (μη απόσβεση δαπανών), το Εφετείο, εξετάζοντας τους λόγους της ανακοπής που είχαν αχθεί ενώπιόν του, δεν όφειλε (και δεν μπορούσε) να εφαρμόσει την διάταξη αυτή, ώστε με την μη εφαρμογή της να την παραβιάσει και να υποπέσει έτσι στην αποδιδόμενη με τον εξεταζόμενο πρώτο λόγο αναιρέσεως αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.1 του ΚΠολΔ. Κατά συνέπειαν ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι, κατά το ανωτέρω σκέλος του, αβάσιμος. Με το δεύτερο σκέλος του ίδιου πρώτου, από το άρθρο 559 αρ.1 του ΚΠολΔ, λόγου του αναιρετηρίου η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Εφετείο αν ήθελε θεωρηθεί ότι με τις προαναφερθείσες παραδοχές του έκρινε συνεφαρμοστέα την επίσης αναφερόμενη στην απόφασή του διάταξη του άρθρου 3 παρ.2 του ν.4171/1961, κατά την οποία "Το δημόσιον δύναται δι'αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών να παραχωρήση εις την επιχείρησιν την αποκλειστικήν χρήσιν αναλόγου προς τας ανάγκας αυτής εκτάσεως του προκειμένου αιγιαλού και της θαλάσσιας περιοχής. Η παραχώρησις γίνεται άνευ ανταλλάγματος δια τα πρώτα δέκα πέντε (15) έτη από της ενάρξεως της παραγωγικής δράσεως της επιχειρήσεως" και η οποία αφορά όχι τη "ζώνη λιμένα" για `τη χρήση της οποίας εκδόθηκε το ανακοπτόμενο πρωτόκολλο αλλά την πέραν της ζώνη αυτής ("προκείμενη") έκταση του αιγιαλού και της θαλάσσιας περιοχής, παραβίασε τη διάταξη αυτή, η οποία και δεν ήταν εφαρμοστέα στην εξεταζόμενη περίπτωση. Και ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και απορριπτέος, στηριζόμενος στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι το Εφετείο στήριξε το διατακτικό της απόφασής του στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 3 παρ.2 του ν.4171/1961, πράγμα όμως το οποίο δεν είναι αληθές, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω, υπό
ΙΙΙ, παραδοχές του δικαστηρίου.
V. Κατά το άρθρο 115 εδ.α'του προαναφερθέντος από 11/12-11-1929 διατάγματος "εις βάρος των οπωσδήποτε άνευ συμβατικής σχέσεως καρπουμένων ή ποιουμένων χρήσιν δημοσίων κτημάτων ή τοιούτων, ων την νομήν η την χρήσιν έχει δια συμβάσεως οιασδήποτε το Δημόσιον ή η Δ.Δ.Κ., βεβαιούται αποζημίωσις δι'ον χρονικόν διάστημα εποιήσατο χρήσιν", τέτοια δε δημόσια κτήματα (κοινόχρηστα, που ανήκουν στην κυριότητα του δημοσίου) είναι, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ.1 του α.ν.2344/1940 περί αιγιαλού και παραλίας, και οι χώροι και εν γένει τα κτήματα που περιλαμβάνονται στην κατά το άρθρο 14 του ίδιου α.ν. "ζώνη λιμένος", χερσαία και θαλάσσια του κάθε λιμένος. Εξάλλου, ο κατά το άρθρο 559 αρ.19 του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης εξαιτίας ανεπαρκών ή (και) αντιφατικών αιτιολογιών δεν ιδρύεται όταν το δικαστήριο διαλαμβάνει στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες που στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής των οικείων διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου.
Εν προκειμένω, υπό τις ίδιες, ως ανωτέρω, παραδοχές του το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του πλήρεις σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες οι οποίες στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και το διατακτικό της απόφασής του, επιτρέποντας έτσι τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής των προαναφερομένων ουσιαστικών διατάξεων και προσδίδοντας στην απόφαση νόμιμη βάση. Για την πληρότητα των αιτιολογιών αυτών δεν ήταν αναγκαίο να αναφέρει το Εφετείο (και) α)το χρονικό σημείο της έναρξης από την αναιρεσείουσα της αυθαίρετης χρήσης του δημόσιου χώρου για την οποία εκδόθηκε το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο ούτε την εν γένει χρονική περίοδο στην οποία εκτείνεται η χρήση αυτή, αφού ουσιώδες εν προκειμένω είναι η αυθαίρετη χρήση του επίδικου αυτού χώρου κατά τον ειρημένο χρόνο (2003-2006) για τον οποίο εκδόθηκε το πρωτόκολλο, την οποία χρήση και δέχεται το Εφετείο, ούτε β)ποια ακριβώς πράγματα και σε ποια έκτασή τους από τη ζώνη λιμένος χρησιμοποιούσε η αναιρεσείουσα κατά τον επίδικο χρόνο, αρκούντος του ότι δέχεται το Εφετείο το και ουσιώδες ότι το πρωτόκολλο εκδόθηκε για το καταληφθέν δημόσιο τμήμα της ζώνης λιμένος Ελευσίνας συνολικού εμβαδού 42400 τ.μ., εκ των οποίων 11250 τ.μ. αντιστοιχούν στη χερσαία ζώνη λιμένος, 6700 τ.μ. στην παραλία, 4535 τ.μ. στον αιγιαλό, 14546 στις προσχώσεις του αιγιαλού, στις οποίες έχουν ανεγερθεί κρηπίδωμα μήκους 440,80 μ. και προβλήτα εμβαδού 3165 τ.μ., το οποίο τμήμα στο σύνολό του χρησιμοποίησε αυθαιρέτως η αναιρεσείουσα, ενώ, τέλος, γ)το Εφετείο δεν όφειλε επίσης να αναφέρει (προσδιορίσει) με ποιον τρόπο και πότε τα χρησιμοποιούμενα από την αναιρεσείουσα πράγματα "απέκτησαν τις ιδιότητες που δικαιολογούν τους νομικούς χαρακτηρισμούς τους που υιοθετούνται από την αναιρεσιβαλλομένη (ζώνη λιμένος, αιγιαλός κ.λπ)". Για το τελευταίο αυτό ζήτημα πρέπει να λεχθούν ειδικότερα τα εξής. Όπως από τα δικόγραφα της ανακοπής και της έφεσης προκύπτει, η αναιρεσείουσα δεν προέβαλε στα δικαστήρια της ουσίας ότι το επίδικο δεν αποτελεί τμήμα της ζώνης λιμένος Ελευσίνας και αιγιαλό επομένως δημόσιο κτήμα, ως προϋπόθεση της εγκυρότητας του εκδοθέντος πρωτοκόλλου. Απεναντίας την ιδιότητα αυτή του επίδικου χώρου την λαμβάνει ως δεδομένη η αναιρεσείουσα στα ανωτέρω δικόγραφά της, με αποτέλεσμα να μην αποτελέσει αντικείμενο της δίκης στα δικαστήρια της ουσίας η ιδιότητα αυτή του επίδικου χώρου ως δημόσιου κτήματος. Επομένως το Εφετείο δεν είχε την υποχρέωση να αιτιολογήσει ειδικότερα την παραδοχή του ότι πρόκειται για δημόσιο κτήμα (ζώνη λιμένος, αιγιαλός κ.λπ.), όπως αβάσιμα και κατά τούτο υποστηρίζει η αναιρεσείουσα με τον ανωτέρω, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεώς της.
VI. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ'ουσίαν, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου (άρθρο 495 παρ.4 του ΚΠολΔ), και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα εταιρεία στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου (αρθρ.176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ, 22 ν.3693/57), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1-10-2012 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΑΕ ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΤΙΤΑΝ" για αναίρεση της υπ'αριθμ.6599/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου ελληνικού δημοσίου, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Φεβρουαρίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ