Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1888 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Προθεσμία, Εφέσεως απαράδεκτο.




Περίληψη:
Προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου μέσου (άρθρ. 473 ΚΠΔ). Πότε πρόσωπο αγνώστου διαμονής. Αιτιολογία αποφάσεως με την οποία απορρίπτεται η έφεση ως εκπρόθεσμη. Τι πρέπει να περιλαμβάνει. Αναιρείται δι’ έλλειψη αιτιολογίας (ασαφή και αντιφατική) η απορρίπτουσα έφεση ως εκπρόθεσμη.





Αριθμός 1888/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη) ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό , Νικόλαο Ζαΐρη (που ορίσθηκε προς συμπλήρωση της συνθέσεως με την 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου) και Βιολέττα Κυτέα-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Γιώτσα, για αναίρεση της 65626/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 465/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 § 1 ΚΠΔ "όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημερών και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της απόφασης". Εξάλλου ως άγνωστης διαμονής θεωρείται κατά τις διατάξεις των άρθρων 156 §§ 1 και 2 ΚΠΔ εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη για την Δικαστική (Εισαγγελική Αρχή) που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοσή του και στην περίπτωση αυτή η επίδοση γίνεται ως αγνώστου διαμονής, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη του άρθρου 156 § 1 εδ. α' προσώπων προς τον δήμαρχο ή τον αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο που όρισε ο δήμαρχος της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του, άλλως η επίδοση είναι άκυρη και δεν αρχίζει η άνω προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων. Τέλος κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 § 1 ΚΠΔ "όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε ..........εκπρόθεσμα το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο ως συμβούλιο που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά .....το απορρίπτει ως απαράδεκτο", κατά της σχετικής δε αποφάσεως επιτρέπεται αναίρεση (άρθρο 476 § 2 ΚΠΔ). Ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσεως για την απόρριψη αυτή. Ειδικότερα, η απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο της εφέσεως ως εκπρόθεσμο, για να έχει την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει α) το χρόνο της επιδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως β) εκείνον της ασκήσεως του ενδίκου μέσου, και γ) το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση (Ολομ. ΑΠ 6/1994 και 4/1995). Σε περίπτωση, όμως, κατά την οποία, με σαφή λόγο εφέσεως, αμφισβητούντα ο τόπος κατοικίας εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο και το άγνωστο της διαμονής του, καθώς και η εντεύθεν αδυναμία γνώσεως της επιδόσεως απαιτείται προσθέτως, να περιλαμβάνεται στην απόφαση η σχετική αιτιολογία. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 65.626/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών που δίκασε ως εφετείο, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη (εκπρόθεσμη) η από 17/7/2007 έφεση της αναιρεσειούσης κατά της υπ' αριθμ. 82.614/2002 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία η αναιρεσείουσα είχε καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) ετών και χρηματική ποινή 21.000 ευρώ, για την έκδοση της αναφερομένης ακάλυπτης επιταγής. Με την έφεση της, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο, η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη επεκαλέσθη και προέβαλε κατ' εκτίμηση, ότι δεν έλαβε γνώση της εκκαλουμένης αποφάσεως η οποία της επεδόθη ως αγνώστου διαμονής και ότι κακώς της επεδόθη με τις διατυπώσεις που τηρούνται για την επίδοση σε πρόσωπα αγνώστου διαμονής διότι δεν ευρέθη στη διεύθυνση που ανεζητήθη (.....), ενώ αυτή είχε γνωστή διαμονή επί της οδού.... στην .... Αττικής. Στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εκπροσωπουμένη από τον εξουσιοδοτημένο συνήγορό της (η νυν αναιρεσείουσα) επανέλαβε τον ισχυρισμό της αυτόν, προτείνουσα προς απόδειξή του την μάρτυρα ....., η οποία και εξητάσθη ενώπιον του άνω Δικαστηρίου. Με την προσβαλλομένη απόφασή του το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών απέρριψε ως αβάσιμο τον ισχυρισμό αυτό της τότε εκκαλούσης κατηγορουμένης και ακολούθως την έφεση ως εκπρόθεσμη με την εξής αιτιολογία: "Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ.1 ΚΠΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της απόφασης. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 156 παρ.1 και 2 του ίδιου κώδικα, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, για τη δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοση του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους, όπως είναι ακόμη και άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 ΚΠΔ, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας εκείνος που έχει δηλώσει στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανιστεί κατ' αυτή, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή στην έγκληση (βλ. ΑΠ 745/1006 ΝΟΜΟΣ). Η επίδοση προς το πρόσωπο του οποίου η διαμονή δεν είναι γνωστή, γίνεται προς αυτό ως άγνωστης διαμονής, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερόμενων στη διάταξη του άρθρου 156 παρ.1 εδ. α' προσώπων, προς το δήμαρχο ή τον αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο που όρισε ο δήμαρχος της τελευταίας γνωστής κατοικίας ή διαμονής του, άλλως η επίδοση είναι άκυρη και δεν αρχίζει η ως άνω προθεσμία άσκησης ενδίκων μέσων. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 161 παρ.1 του ίδιου παραπάνω κώδικα, για την επίδοση που ενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 155-158, εκείνος που την ενεργεί οφείλει να συντάξει αποδεικτικό στον τόπο όπου αυτή γίνεται. Στο αποδεικτικό, με ποινή ακυρότητας της επίδοσης, σημειώνεται ο τόπος, το έτος, ο μήνας, η ημέρα και το ονοματεπώνυμο του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο, υπογράφεται δε το αποδεικτικό από το πρόσωπο αυτό και εκείνον που ενεργεί την επίδοση. Στην προκειμένη περίπτωση, από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο, καθώς και από τα έγγραφα των οποίων έγινε η ανάγνωση στο ακροατήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Όπως προκύπτει από το από .... αποδεικτικό επίδοσης σε κατηγορούμενο με άγνωστη διαμονή του αστυφύλακα ....., η εκκαλούσα-κατηγορουμένη, κατά την επίδοση σ' αυτήν της εκκαλουμένης 82614/2002 ερήμην της εκδοθείσας απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, αναζητήθηκε κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία, στην επί της οδού ..... τελευταία γνωστή, από την από 24-2-00 μήνυση της .... εναντίον της, κατοικία της και δεν βρέθηκε, όπως βεβαιώνει ο ενεργήσας την επίδοση ότι διαπίστωσε μετά από σχετική έρευνα, ούτε αυτή (κατηγορουμένη), ούτε κάποιος από τους αναφερόμενους στο άρθρο 156 παρ.1 ΚΠΔ συγγενείς της (δηλαδή σύζυγος ή γονέας ή αδελφός της ή άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής της έως και τον τρίτο βαθμό), γι' αυτό και η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης έγινε, ενόψει και του ότι η διαμονή της ήταν άγνωστη στην αρμόδια για την επίδοση αρχή, στην από το Δήμαρχο του Δήμου της τελευταίας πιο πάνω κατοικίας της κατηγορουμένης (....) ορισμένη για το σκοπό αυτό δημοτική υπάλληλο ......, η οποία, όπως προκύπτει από τη σχετική κάτω από το αποδεικτικό επίδοσης, από ... βεβαίωσή της, προέβη στην τοιχοκόλληση της εκκαλουμένης απόφασης στο δημοσιότερο μέρος του πιο πάνω Δήμου και έστειλε τη σχετική βεβαίωση στην αρχή που παράγγειλε την επίδοση, δηλαδή στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών. Σημειώνεται ότι στην ίδια παραπάνω διεύθυνση είχε αναζητηθεί, χωρίς αποτέλεσμα, η εκκαλούσα στις 3-5-2001 και στη συνέχεια στις 13-5-2002 προκειμένου να της επιδοθούν το κλητήριο θέσπισμα και η κλήση αντίστοιχα για να εμφανιστεί στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, τα οποία (κλητήριο θέσπισμα και κλήση) επιδόθηκαν σ αυτήν ως άγνωστης διαμονής (βλ. τα από ... και .... σχετικά αποδεικτικά επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ...). Ισχυρίζεται η εκκαλούσα ότι κακώς της κοινοποιήθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως άγνωστης διαμονής, καθόσον κατά τον κρίσιμο χρόνο της επίδοσης, την ...., είχε γνωστή στις αρχές διαμονή, επί της οδού ... στην .... Αττικής, όπου κατοικούσε μόνιμα με την οικογένειά της από το έτος 2001. Από κανένα όμως στοιχείο δεν αποδείχθηκε η ουσιαστική βασιμότητα του ανωτέρω ισχυρισμού της εκκαλούσας, ότι δηλαδή αυτή κατά τον ως άνω χρόνο διέμενε πράγματι στην ανωτέρω διεύθυνση και ότι η διεύθυνση αυτή (ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί τούτο ως αληθές) είχε γνωστοποιηθεί και με ποιο τρόπο στην εισαγγελική αρχή που παράγγειλε την επίδοση, μη αρκούσας προς τούτο μόνης της κατάθεσης της εξετασθείσας στο ακροατήριο μάρτυρά της, η οποία όλως αορίστως ανέφερε ότι στην εν λόγω διεύθυνση γίνονταν "διάφορες επιδόσεις", χωρίς όμως τούτο να προκύπτει και από άλλα στοιχεία (δηλ. από επιδοθείσες στην παραπάνω διεύθυνση προς αυτήν κλήσεις, αποφάσεις κλπ). Προσκομίζει η εκκαλούσα, προς απόδειξη του άνω ισχυρισμού της, τα αναφερόμενα πιο πάνω και αναγνωσθέντα έγγραφα και δη λογαριασμό πιστωτικής κάρτας Citibank, κινήσεις λογαριασμών δανείων Eurobank και Τραπέζης Πειραιώς, σύμβαση δανείου με την ίδια Τράπεζα, μηχανογραφικό δελτίο για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, λογαριασμούς ΟΤΕ και Vodafone, αποδείξεις ΕΛΠΑ, πληρωμής τελών κυκλοφορίας και καταβολής χρηματικού ποσού για εξόφληση αυτοκινήτου, αίτηση απογραφής προς το ΙΚΑ, εκκαθαριστικό σημείωμα της Δ0Υ Αγ. Παρασκευής, από τα οποία άλλα έχουν αποσταλεί στο γιο της ...στην παραπάνω διεύθυνση (.....) και σε άλλα (αποδείξεις, αιτήσεις κλπ) αναφέρεται ως τόπος διαμονής του τελευταίου η ίδια αυτή διεύθυνση, καθώς και βεβαίωση απόδοσης ΑΦΜ η οποία αφορά τον έτερο γιο της ..... με την ίδια ως άνω διεύθυνση. Από το γεγονός όμως ότι οι προαναφερόμενοι γιοι της εκκαλούσας πιθανόν να διέμεναν κατά τον κρίσιμο χρόνο στην εν λόγω διεύθυνση δεν μπορεί βέβαια να συναχθεί και το συμπέρασμα ότι και η ίδια διέμενε εκεί και μάλιστα ότι τούτο ήταν γνωστό στην Αρχή που παράγγειλε την επίδοση. Κάτι τέτοιο επίσης δεν προκύπτει ούτε από το προσκομιζόμενο 641/2006 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο, κατόπιν σχετικής αιτήσεώς της, αντικαταστάθηκε επιβληθείσα σ' αυτήν (και κρατούμενη από 19-9-2005) προσωρινή κράτηση με περιοριστικούς όρους, καθόσον σε τούτο δεν αναφέρεται ότι η εκκαλούσα κατοικούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο (επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης) στην αμέσως παραπάνω διεύθυνση, αλλά ότι αυτή διέμενε εκεί κατά το χρόνο υποβολής της έγκλησης και άσκησης σε βάρος της ποινικής δίωξης για κακουργηματική απάτη (παραπεμφθείσα να δικαστεί γι' αυτή με το 6121/2002 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών), δηλαδή σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ, σημειωτέον, στο ίδιο παραπάνω βούλευμα (641/2006) αναφέρεται ότι αυτή και ο σύζυγός της κατά το παρελθόν εγκατέλειψαν τη χώρα και μετέβησαν στο εξωτερικό λόγω των ποινικών διώξεων που είχαν ασκηθεί σε βάρος τους. Επίσης στην (προσκομιζόμενη) από 27-4-07 κλήση με την οποία καλείται η εκκαλούσα να εμφανιστεί για να δικαστεί για την ανωτέρω πράξη στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών αναφέρεται μεν αυτή ως κάτοικος ...., οδός ....., όμως η κρίση για το άγνωστο ή μη της διαμονής της δεν αφορά τον ως άνω χρόνο αλλά τον Ιανουάριο του 2005. Εξάλλου, ούτε και από τις προσκομιζόμενες από την εκκαλούσα .... και .... εκθέσεις αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων της εκκαλούσας δεν προκύπτει η βασιμότητα του ανωτέρω ισχυρισμού της, καθόσον αφενός μεν αυτές αφορούν το έτος 2000, αφετέρου δε σε καμία απ' αυτές δεν αναφέρεται ως διεύθυνσή της ή οδός ...., αλλά στη μεν πρώτη η .... στη δε δεύτερη η οδός .... στο ..., γεγονός το οποίο ενισχύει την κρίση του Δικαστηρίου ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα η διαμονή της εκκαλούσας ήταν άγνωστη και δη στην Αρχή που παράγγειλε την επίδοση (Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών)". Με τις παραδοχές αυτές το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, σε σχέση με την προβληθείσα από την αναιρεσείουσα, ως εκκαλούσα, αμφισβήτηση της διευθύνσεως της κατοικίας της, στην οποία ανεζητήθη, ως τελευταία γνωστή στις αρχές διαμονή, καθώς και της ιδιότητας αυτής ως αγνώστου διαμονής, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφαση αντιφατική και ασαφή αιτιολογία. Ειδικότερα, ενώ δέχεται ότι η αναιρεσείουσα ανεζητήθη στην διεύθυνση της κατοικίας που ο μηνυτής ..... ανέφερε στην από 24-2-2000 μήνυσή του και στην οποία δεν βρέθηκε και για τον λόγο αυτό η επίδοση της αποφάσεως του Μονομελούς Πλημ/κείου έγινε στη διεύθυνση αυτή ως διεύθυνση της τελευταίας γνωστής διαμονής, στη συνέχεια δέχεται ότι η αναιρεσείουσα κατοικούσε στη .... Αττικής στην οδό ..., στην οποία και εγίνοντο από την εισαγγελική αρχή κλήσεις για άλλες ποινικές υποθέσεις της. Δέχεται δηλαδή ότι η αναιρεσείουσα, είχε πέρα από την διεύθυνση της κατοικίας της που ανεφέρετο στην μήνυση, στην οποία ανεζητήθη και δεν ευρέθη και άλλη γνωστή στην αρχή που έκανε την επίδοση της αποφάσεως κατοικία, αφού και στην κατοικία της αυτή εγίνοντο διάφορες επιδόσεις, χωρίς όμως να αιτιολογεί ειδικώς γιατί δεν ανεζητήθη και στη γνωστή στις αρχές οικογενειακή της κατοικία επί της οδού .... όπου εμμέσως δέχεται ότι διέμενε με τα τέκνα της. Το δε γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δεν δήλωσε ως κατοικία, σύμφωνο με το άρθρο 273 παρ. 1 ΚΠΔ, και την οικογενειακή της κατοικία στη.....οδός ..., δεν σημαίνει ότι όλες οι επιδόσεις έπρεπε να γίνονται στην κατοικία στην οδό ...., αφού δεν υπάρχει παραδοχή στην απόφαση ότι αυτή είχε εξετασθεί στην προανακριτική διαδικασία και είχε δηλώσει την διεύθυνση αυτή ως κατοικία της, ώστε κατά τους ορισμούς του άρθρου 272 ΚΠΔ να ανακύπτει υποχρέωση δηλώσεως τής τυχόν μετά ταύτα επελθούσης μεταβολής. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται η ως άνω πλημμέλεια, είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων, και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που εδίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ). Το δικαστήριο αυτό αφού κρίνει επί του παραδεκτού της εφέσεως θα ελέγξει και αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση παύσεως οριστικώς της ποινικής διώξεως.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ 65.626/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 22 Ιουλίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή