Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1584 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Φοροδιαφυγή, Υπέρβαση εξουσίας, Αναίρεση μερική, Ποινής μετατροπή.




Περίληψη:
Φορολογική νομοθεσία. Το αδίκημα του άρθρου 19 § 1, 2 και 4 του ν. 2523/1997 είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από τα αδικήματα που προβλέπονται και τιμωρούνται με τις λοιπές ποινικές διατάξεις του νόμου αυτού. Παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού. Ποινή δώδεκα (12) μηνών που μετετράπη σε χρηματική χωρίς προηγουμένως να αποφανθεί αιτιολογημένα για την αναστολή. Αναίρεση λόγω υπέρβασης εξουσίας ως προς τη διάταξη περί μετατροπής.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1584/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ανδρέα Δουλγεράκη και Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 5 Μαΐου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ...., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Σκλαβουνάκο, περί αναιρέσεως της ΒΤ3088/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Πειραιά.

Το Τριμελές Πλημ/κείο Πειραιά, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Σεπτεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1601/2008.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 1, 2 και 4 του ν.2523/ 1997 "περί διοικητικών και ποινικών κυρώσεων στη φορολογική νομοθεσία", όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση αυτού με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν.3220/ 2004, "όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών (παρ.1). Το αδίκημα του άρθρου αυτού είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από τα αδικήματα που προβλέπονται και τιμωρούνται με τις λοιπές ποινικές διατάξεις του παρόντος νόμου (παρ. 2). Εικονικό είναι το στοιχείο, που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολο της ή για μέρος αυτής... (παρ. 4). Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν περιέχονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Εξάλλου, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαίωση δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από το καθένα. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή το πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 3088/2008 απόφασης που παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνο-νται, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, από τα αποδεικτικά μέσα που κατ' είδος προσδιορίζονται σε αυτήν δέχθηκε ανελέγκτως ότι "το Δικαστήριο πείστηκε ότι ο κατηγορούμενος θα πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της πράξης που του αποδίδεται καθόσον αυτός, στον Πειραιά..., με περισσότερες εξακολουθητικές πράξεις που έλαβαν χώρα κατά το διάστημα από 31-5-2001 (εκ παραδρομής αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, από 31-1-2001 ενώ από τότε έως τις 31-5-2001 το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε δεχτεί ότι παρεγράφη το αξιόποινο της πράξεως και έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη) έως 31-8-2001 και τέλεσε με την ιδιότητά του ως διευθύνων σύμβουλος και επομένως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας "ΒΑΦΕΙΑ ΤΥΠΩΤΗΡΙΑ Αττικής ΑΕ" με έδρα την οδό Ρούμελης αρ. 3, εξέδωσε εικονικά τιμολόγια που περιγράφονται αναλυτικά στο διατακτικό προς της εταιρεία "... ΟΕ" για διευκόλυνση της τελευταίας, για απόκρυψη φορολογητέας ύλης, πράγμα που αυτός γνώριζε. Τα τιμολόγια αυτά αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές, γεγονός που ενισχύεται από το ότι συνομολογείται άλλωστε από τον κατηγορούμενο η προαναφερόμενη εταιρεία "ΒΑΦΕΙΑ ΤΥΠΩΤΗΡΙΑ Αττικής ΑΕ" είχε πτωχεύσει από το έτος 2000 και επομένως κατά τη λειτουργία είχε διακόψει τη δραστηριότητα της κατά τον κρίσιμο χρόνο". Ακολούθως, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα της άνω πράξεως με το ακόλουθο διατακτικό "στον Πειραιά, την 1-6-2004, χρόνο κατά τον οποίο θεωρήθηκε η συνημμένη από 30-9-2004 έκθεση ελέγχου του διενεργήσαντος τον έλεγχο σώματος δίωξης οικονομικού εγκλήματος χρονικό διάστημα από 31-1-01 (το σωστό είναι από 31-5-2001) έως 31-8-01 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, διέπραξε το αδίκημα της φοροδιαφυγής και ειδικότερα ως διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας "ΒΑΦΕΙΑ ΤΥΠΩΤΗΡΙΑ Αττικής ΑΕ" με αντικείμενο τυπωτήρια υφασμάτων και έδρα στην οδό Ρούμελης αρ. 3, εξέδωσε εικονικά φορολογικά στοιχεία, δηλονότι φορολογικά στοιχεία που εκδόθηκαν για συναλλαγές ανύπαρκτες στο σύνολο τους, με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Ειδικότερα εξέδωσε προς την εταιρεία ".... ΟΕ" τα πιο κάτω αναλυτικά αναφερόμενα φορολογικά στοιχεία, τα οποία είναι εικονικά διότι εκδόθηκαν για ανύπαρκτες συναλλαγές στο σύνολο τους, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποδεχθείσα αυτά επιχείρηση, γεγονός το οποίο γνώριζε ο κατηγορούμενος και παρά ταύτα εξέδωσε αυτά με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Τα φορολογικά αυτά στοιχεία είναι τα εξής:
..... Βαφεία Αττικής ΑΕ Αφοί ... ΟΕ 45.346.285 8.162.331 .....
..... Βαφεία Αττικής ΑΕ Αφοί ... ΟΕ 72.374.191 13.027.354 ....
..... Βαφεία Αττικής ΑΕ Αφοί ....ΟΕ 51.841.400 9.331.452 .....
..... Βαφεία Αττικής ΑΕ Αφοί ....ΟΕ 52.868.483 9.156.327 .....
Με τις παραδοχές αυτές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σε αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία, τα οποία θεμελιώνουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 19 παρ. 1 του ν. 2523/1997, την οποία δεν παρεβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Από το άνω σκεπτικό και διατακτικό που παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, προκύπτει ότι δεν υπάρχει η αντίφαση που επικαλείται ο αναιρεσείων με τους πρώτο και δεύτερο λόγους της αναίρεσης, ότι δηλαδή ενώ κατά το σκεπτικό τα εικονικά φορολογικά στοιχεία που εξέδωσε ο αναιρεσείων είναι τιμολόγια, στο διατακτικό αναφέρονται ως εικονικά φορολογικά στοιχεία αφού διευκρινίζεται στο αιτιολογικό ότι πρόκειται για εικονικά τιμολόγια, τούτο δε προκύπτει και από το διατακτικό στο οποίο αυτά προσδιορίζονται ειδικότερα με τους αριθμούς 832 έως 879, και αναφέρεται ότι εκδόθηκαν από 31-5-2001 έως 31-8-2001. Επομένως, οι περί του αντιθέτου ως άνω από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' καιΕ' του ΚΠΔ (πρώτος και δεύτερος) λόγοι της αναίρεσης περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου είναι αβάσιμοι. Η αιτίαση περί εσφαλμένης εκτίμησης των αποδείξεων και δη ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι ο αναιρεσείων εξέδωσε τα πιο πάνω εικονικά τιμολόγια είναι απαράδεκτη διότι ανάγεται στην ανέλεγκτη κρίση, του Δικαστηρίου της ουσίας.
Κατά το άρθρο 99 παρ. 1 του ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 2479/ 1997, αν κάποιος που δεν έχει καταδικαστεί αμετακλήτως για κακούργημα ή πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή ανωτέρα των έξι (6) μηνών, με μια μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις που οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικώς το ανωτέρω όριο, καταδικαστεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, το δικαστήριο με την απόφαση του διατάσσει την αναστολή εκτελέσεως της ποινής για ορισμένο διάστημα (3-5 έτη), εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής κατά το άρθρο 82 είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιοποίνων πράξεων. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν ο κατηγορούμενος καταδικαστεί σε ποινή φυλακίσεως που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, το δικαστήριο υποχρεούται να αποφασίσει συγχρόνως, πριν από κάθε μετατροπή, για την αναστολή της ποινής, αφού διαπιστώσει αυτεπαγγέλτως αν υπάρχει προηγούμενη καταδίκη του κατηγορουμένου σε στερητική της ελευθερίας ποινή (ή ποινές) πάνω από έξι (6) μήνες και αποφανθεί για τη συνδρομή ή όχι της προϋποθέσεως αυτής. Διαφορετικά, αν το δικαστήριο αποφασίσει τη μετατροπή της ποινής χωρίς προηγουμένως να αποφανθεί και να αποκλείσει την αναστολή αυτής, υπερβαίνει την εξουσία του. Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, ενώ κατεδίκασε τον αναιρεσείοντα για την άνω αξιόποινη πράξη σε ποινή φυλάκισης δώδεκα (12) μηνών, μετέτρεψε αυτή σε χρηματική χωρίς προηγουμένως να αποφασίσει αιτιολογημένα για την αναστολή αυτής με αυτεπάγγελτη έρευνα αν αυτός βαρύνεται ή όχι με προηγούμενη αμετάκλητη καταδίκη σε ποινές άνω των έξι (6) μηνών. Ειδικότερα, διέλαβε στην αιτιολογία του ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναστολής διότι δεν έχει επισυναφθεί στη δικογραφία το δελτίο ποινικού μητρώου του αναιρεσείοντος προκειμένου να διαπιστωθεί αν έχει καταδικαστεί αμετακλήτως σε ποινή ή ποινές στερητικές της ελευθερίας, που υπερβαίνον τους έξι (6) μήνες, ούτε παρέστη αυτοπροσώπως ο αναιρεσείων προκειμένου να διαπιστωθεί τούτο δια δηλώσεως του. Η αιτιολογία αυτή είναι ανεπαρκής δοθέντος άλλωστε ότι η μη επισύναψη του ποινικού μητρώου δεν οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα. Έτσι το Δικαστήριο ουσίας υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας και συνεπώς, πρέπει, κατά παραδοχή ως βασίμου, του σχετικού από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ τελευταίου λόγου της αιτήσεως αναίρεσης να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς της διάταξη της για μετατροπή της ποινής και να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το μέρος αυτό μόνο στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει την ΒΤ-3088/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς ως προς τη διάταξη της για μετατροπή της ποινής των δώδεκα (12) μηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το μέρος αυτό για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 1η Ιουλίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή