Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ισχυρισμός αυτοτελής, Υπεξαίρεση.
Περίληψη:
Αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως. Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, οίος είναι και ο εκ του άρθρου 379 ΠΚ, στο αδίκημα της υπεξαιρέσεως ο εκ του άρθρου 375 ΠΚ. Πότε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρ. 379 ΠΚ. Πότε ορισμένος ο ισχυρισμός αυτός, ώστε το δικαστήριο να υποχρεούται να απαντήσει και να αιτιολογήσει την απορριπτική του κρίση. Όταν αόριστος, δεν έχει υποχρέωση να τον εξετάσει. Απαράδεκτος ο λόγος αναιρέσεως όταν πλήττει την ουσία της υποθέσεως. Απορρίπτει αναίρεση.
Αριθμός 2455/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Αρείου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), Χαράλαμπο Παπαηλιού (που ορίσθηκε με τη με αριθμό 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φώτιο Μήτση, για αναίρεση της με αριθμό 47/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιά. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, ως σύνδικο της πτωχεύσεως της εταιρείας με την επωνυμία "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ", που παρέστη αυτοπροσώπως, ως δικηγόρος. Το Πενταμελές Εφετείο Πειραιά με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Οκτωβρίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1.769/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου και την αυτοπροσώπως, ως δικηγόρο, παραστάσα πολιτικώς ενάγουσα, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, ο οποίος πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ιδίου Κώδικος, λόγον αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο κατεδικάσθη ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Δια την ύπαρξη τοιαύτης αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους χωρίς να εκτίθεται τί προέκυψε χωριστά εξ ενός εκάστου αυτών. Η κατά τ' άνω αιτιολογία, ειδική και εμπεριστατωμένη, πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου? είναι δε αυτοτελείς ισχυρισμοί εκείνοι οι οποίοι προβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 Κ.Π.Δ. στο δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν εις την άρση του αδίκου χαρακτήρος της πράξεως ή την ικανότητα προς καταλογισμόν ή την εξάλειψη του αξιοποίνου ή την μείωση της ποινής, υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν προβληθεί κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, ήτοι με όλα τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για την κατά νόμο θεμελίωσή τους ώστε να μπορέσει ο δικαστής, ύστερα από αξιολόγησή τους να τους κάμει δεκτούς ή να τους απορρίψει, άλλως το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένως στην απόρριψή τους. Τοιούτος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και ο περί εμπράκτου μετανοίας, η δε υπό του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του επίκληση του ισχυρισμού τούτου έχει ως συνέπεια την εξάλειψη του αξιοποίνου των εγκλημάτων της κλοπής και της υπεξαιρέσεως. Ούτω κατ' άρθρο 379 παρ. 1 Π.Κ. το αξιόποινο της κλοπής και της υπεξαιρέσεως εξαλείφεται αν ο υπαίτιος με δική του θέληση και πριν εξετασθεί με οποιονδήποτε τρόπο από τις αρχές για την πράξη του, απέκτησε χωρίς παράνομη βλάβη κάποιου τρίτου το πράγμα ή ικανοποίησε εντελώς τον ζημιωμένο ... . Απαιτείται, επομένως, για να είναι σαφής και ορισμένος ο ισχυρισμός αυτός και να προκύπτει, εντεύθεν, υποχρέωση του δικαστηρίου να τον εξετάσει και να αιτιολογήσει την σχετική κρίση του, όχι μόνο η επίκληση "της εμπράκτου μετανοίας", αλλά πρέπει, για την θεμελίωση του άνω ισχυρισμού, να γίνει επίκληση των κατά την άνω διάταξη πραγματικών περιστατικών, ήτοι ότι έλαβε χώραν η απόδοση του πράγματος ή εντελής ικανοποίηση του ζημιουμένου με την έννοια της πλήρους αποκαταστάσεως της ζημίας του παθόντος, η οποία μπορεί να γίνει και με κάθε δικαιοπραξία μεταξύ παθόντος και δράστου, κατά την οποίαν συμφωνείται η ικανοποίηση του πρώτου, η απόδοση ή ικανοποίηση να έγινε με τη θέληση του δράστου και πριν εξετασθεί οπωσδήποτε από τις αρχές, δηλαδή οικειοθελώς και χωρίς επίδραση εξωτερικών αιτίων ήτοι εκουσίως και αυθορμήτως και όχι υπό την πίεση του παθόντος και την απειλή αποκαλύψεως της πράξεως, απώτατο χρονικό σημείο δε της εμπράκτου μετανοίας είναι το αργότερο μέχρι να κληθεί ο δράστης προς εξέταση από την αρχή, κατά την προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση ή κυρία ανάκριση από γενικό ή ειδικό προανακριτικό υπάλληλο ή ανακριτή ως κατηγορουμένου και όχι μετά την κλήση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 47/2007, προσβαλλομένη απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, ο κατηγορούμενος (αναιρεσείων) για υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας από διαχειριστή ξένης περιουσίας, εκηρύχθη ένοχος του ότι "όντας κύριος μέτοχος και έχοντας στην κατοχή και ιδιοκτησία του το 82% των μετοχών της ευρισκομένης ήδη σε κατάσταση πτωχεύσεως ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΠΑΣΧΑΛΗΣ Α.Β.Ε.Ε" και έδρα τον ..... (οδ. ..... αρ. ... και .....), εξουσιοδοτήθηκε με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας κατά τη συνεδρίασή του της 23-1-1998 να διαχειριστεί κατά την απόλυτη κρίση του εξωδίκως ή δικαστικώς και να διαπραγματευθεί με την ασφαλιστική εταιρεία "ΓΚΟΤΑΕΡ ΕΛΛΑΣ" την αποζημίωση που αυτή όφειλε στην εταιρεία "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ" για την καταστροφή των μεταφερομένων με το πλοίο M/V ..... 186.910 χιλιόγραμμων σταφυλιών, δηλαδή μεταξύ άλλων εξουσιοδοτήθηκε να εισπράξει για λογαριασμό της εταιρείας και το ποσό της ασφαλιστικής αποζημιώσεως, το οποίο ορίσθηκε σε 166.640.575 δραχμές, Το ποσό αυτό ύστερα από εντολή του εισέπραξε αντ' αυτού και για λογαριασμό της εταιρείας "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ" ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας Α και αυθημερόν, στις 19-2-1998, το σύνολο του ποσού της ασφαλιστικής αποζημιώσεως καταχωρήθηκε στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας. Στην πραγματικότητα όμως στο ταμείο της εταιρείας εισήλθε μέρος μόνο της ασφαλιστικής αποζημίωσης και συγκεκριμένα ποσό 118.087.632 δραχμών, ενώ το υπόλοιπο δηλαδή ποσό 48.552.943 δραχμών, που είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, το ιδιοποιήθηκε αυτός (κατηγορούμενος) παράνομα, στην κατοχή του οποίου περιήλθε μέσω του Α αμέσως μετά την είσπραξή του για λογαριασμό της δικαιούχου εταιρείας "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ". Ο κατηγορούμενος δε όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλομένης, προέβαλε τον ισχυρισμό ότι από την 19.2.1998 κατέβαλε εξ ιδίων στην εταιρεία έως 18.05.1998 ποσόν 33.401.895 δρχ. και η εταιρεία "SEAGULL MARITIME" 6.103.230 δρχ. ενώ τον Δεκέμβριο του 1999, προ οιασδήποτε ενεργείας των Αρχών σχετικά με την υπό κρίση "υπεξαίρεση" κατέβαλε εξ ιδίων 72.000.000 δρχ. σε παραγωγούς της ..... πιστωτές της "ΠΑΣΧΑΛΗΣ Α.Β.Ε.Ε." και εξοφλήθηκαν αξιώσεις τους κατά της εταιρείας αυτής (που ήδη είχε πτωχεύσει και παύσει να λειτουργεί). Τα ποσά αυτά υπερκαλύπτουν το φερόμενο ως υπεξαιρεθέν ποσόν των 48.552.943 δρχ. και, σε κάθε περίπτωση, αίρουν το αξιόποινο της - φερομένης ως γενομένης - "υπεξαιρέσεως" κατ' αρθρ. 379 Π.Κ. χωρίς, ήτοι, να επικαλεσθεί συγκεκριμένα περιστατικά, ως κατά τ' ανωτέρω απαιτείται. Τούτο αφού κατ'ουδέν ισχυρίζεται ότι ακριβώς κατέβαλε τα άνω ποσά προς εντελή ικανοποίηση της ζημιωθείσης και πότε έγινε αυτό σαφώς και συγκεκριμένως ή ότι τα κατέβαλε κατόπιν συμφωνίας του με την εταιρία "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ", ώστε να ικανοποιηθεί πλήρως η τελευταία, ενώ δεν εκτίθεται ποία η σχέση αυτής με την καταβαλούσα εταιρία "SEAGULL ΜΑΡΙΤΙΜΕ" και διατί η τοιαύτη καταβολή, καίτοι δεν έγινε από τον υπαίτιο, αποτελεί ικανοποίηση της "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ". Εντεύθεν και το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει στον άνω αόριστο ισχυρισμό του αναιρεσείοντος, πέραν του ότι (το δικαστήριο) ως εκ περισσού απήντησε στον τοιούτο ισχυρισμό και δή: "Περαιτέρω, οι επικαλούμενες από τον κατηγορούμενο καταβολές προς την εταιρεία "Πασχάλης ΑΒΕΕ" μετά την 16-2-1998, ήτοι μετά την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημιώσεως, από τον ίδιο μεν, ποσών 33.401.895 και 72.000.000 σε παραγωγούς της ..... και από την ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία "Seagull Maritime", ποσού 6.103.230 δραχμών, και αληθείς αν υποτεθούν δεν συνδέονται με τη διαχείριση του ποσού της ασφαλιστικής αποζημίωσης που ανατέθηκε στον κατηγορούμενο από το ΔΣ της εταιρείας "Πασχάλης ΑΒΕΕ", το οποίο και περιήλθε στην κατοχή του κατηγορουμένου και αφορά η κατηγορία. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, ο κατηγορούμενος δεν κατέβαλε τα ανωτέρω ποσά με δική του ελεύθερη βούληση αλλά λόγω αποκαλύψεως της τελέσεως της άνω αξιόποινης πράξης και υπό το κράτος πιέσεων και απειλών των πιστωτών της εταιρείας "Πασχάλης ABΕΕ", έτσι ώστε δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 379 ΠΚ".
Επομένως ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' Κ.Π.Δ. πρώτος λόγος αναιρέσεως, υποστηρίζων την αναιτιολόγητη απόρριψή του εκ του άρθρου 379 Π.Κ. ισχυρισμού, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Περαιτέρω και ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' Κ.Π.Δ. κατά τον οποίον "η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση αφ' ενός δέχεται ότι εδικαιούτο και πράγματι εδικαιούτο να συμψηφίσει κατ' άρθρον 440 επ. Α.Κ. ποσόν 81.630.000 δραχμών που είχε εισφέρει στην εταιρία "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ" για αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, η οποία, ωστόσο δεν επηκολούθησε, αλλά δίχως οιαδήποτε σκέψη ή αιτιολογία δεν εξήτασε τον νομίμως προβληθέντα ισχυρισμό του και αποδειχθέντα, από τα προσκομισθέντα θεωρημένα από τη σύνδικο βιβλία της εταιρείας "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ", ότι εδικαιούτο να συμψηφίσει περαιτέρω ποσά ύψους 100.000.000 δραχμών αλλά και το ποσόν ύψους 419.000.000 δραχμών που είχαν καταβληθεί για αυξήσεις κεφαλαίου της εταιρείας "ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΒΕΕ" που δεν επηκολούθησαν", είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι υπό την επίκληση του λόγου της κακής εφαρμογής του άρθρου 375 Π.Κ. πλήττεται η ουσιαστικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου και επιχειρείται από τον αναιρεσείοντα διάφορος εκτίμηση των αποδείξεων.
Μετά ταύτα και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως, καταδικασθεί δε ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 12 Οκτωβρίου 2007 αίτηση του Χ για αναίρεση της υπ' αριθμ. 47/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220) ως και τα έξοδα της πολιτικώς εναγούσης εξ ευρώ πεντακοσίων (500).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Ιουλίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ