Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 741 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Δεδικασμένο, Λαθρομεταναστών διευκόλυνση παραμονής.




Περίληψη:
Διευκόλυνση παράνομης παραμονής αλλοδαπού στην Ελληνική Επικράτεια (άρθρ. 54 § 6 Ν. 2190/01). Αλλοδαπός είναι κάθε πρόσωπο που δεν έχει Ελληνική ιθαγένεια και αυτός που δεν έχει ιθαγένεια. Αιτίαση ότι δεν υπάρχει αιτιολογία στην υποκειμενική και την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Διαφορά από το έγκλημα της διατάξεως του αρ. 217 ΠΚ της πλαστογραφίας πιστοποιητικών. Προστατευόμενο με τη διάταξη έννομο αγαθό, η ακεραιότητα της απόδειξης, ενώ υλικό αντικείμενο είναι το έγγραφο. Ισχυρισμός παραβίασης δεδικασμένου. Πρέπει να είναι ορισμένος. Λόγοι αιτήσεως έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, παραβίαση δεδικασμένου. Απορρίπτει λόγους και αίτηση.




Αριθμός 741/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλεξη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ..., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Γώγο, για αναίρεση της 576/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 539/09.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη 576/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος, παραβάσεως άρθρου 54 παρ. 6 του Ν. 2.910/2001 από κοινού και του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) μηνών, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη επί τριετία. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό, σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερόμενων αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, κατά λέξη τα εξής:Στη ..., κατά το χρονικό διάστημα από 30-9-2003 έως 20-10-2003 ο κατηγορούμενος, ενεργώντας από κοινού με τον Σ1, παρέλαβαν από την αλλοδαπή Φ1 το πρωτότυπο ρωσικό διαβατήριο της, πιστοποιητικό γεννήσεως, γάμου και φωτογραφίες της και κατήρτισαν εξ υπαρχής το υπ' αριθ. ...πλαστό ρωσικό διαβατήριο, συμπληρώνοντας τις ενδείξεις ενός εντύπου παρόμοιου με τα γνήσια ρωσικά διαβατήρια, το οποίο κατά ανεξακρίβωτο τρόπο βρέθηκε στην κατοχή τους, με τα στοιχεία της ως άνω αλλοδαπής βάζοντας στη θέση του αριθμού διαβατηρίου τον αριθμό "...", στη θέση του επωνύμου και των λοιπών στοιχείων ταυτότητας του κατόχου τα στοιχεία της εν λόγω αλλοδαπής, στη θέση της ημερομηνίας εκδόσεως 18-3-1993 και λήξεως 18-3-1998, στη θέση της εκδούσας αρχής την ένδειξη "..." και πλαστή στρογγυλή σφραγίδα την ΕΣΣΔ, με τον ίδιο δε τρόπο κατάρτισαν το υπ' αριθ.... πλαστό πιστοποιητικό γεννήσεως της ίδιας αλλοδαπής Φ1 και τα παρέδωσαν, επίσημα μεταφρασμένα από τον Δικηγόρο Θεσσαλονίκης ..., του οποίου η γνησιότητα υπογραφής στη βεβαίωση ακριβούς μεταφράσεως των δύο εγγράφων θεωρήθηκε από τον Πρόεδρο του Δ.Σ Θεσσαλονίκης, στην ως άνω αλλοδαπή, Φ1, η οποία παρέμενε παράνομα στο ελληνικό έδαφος, καθώς είχε εισέλθει στη χώρα με τουριστική βίζα διαρκείας 30 ημερών, από 8-6-2003 έως 8-7-2003, και μετά τη λήξη της βίζας δεν αναχώρησε, και με αυτόν τον τρόπο, την κατοχή δηλαδή των δύο πλαστών εγγράφων που να εμφάνιζε η αλλοδαπή ως γνήσια, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή της στη χώρα. Περί του ότι ο κατηγορούμενος από κοινού με τον Σ1 διευκόλυναν κατά τον ανωτέρω τρόπο την παράνομη παραμονή της ως άνω αλλοδαπής στη χώρα, σαφής και πειστική είναι η κατάθεση του μάρτυρα ..., αστυνομικού, που διενήργησε σχετική έρευνα και έχει προσωπική αντίληψη των πραγμάτων, ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Δράμας, όπως αυτή καταχωρήθηκε στα πρακτικά της αναγνωσθείσας 1448/2003 αποφάσεως του δικαστηρίου εκείνου, η πειστικότητα της οποίας δεν αναιρείται από κάποιο άλλο αποδεικτικό μέσον. Με την ως άνω 1448/2003 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Δράμας καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος για διευκόλυνση παράνομης παραμονής της ίδιας αλλοδαπής στη χώρα, πράξη που κατά το διατακτικό της αποφάσεως εκείνης έλαβε χώρα στις 21-10-2003, με την μετακίνηση της από τη ... στη ... με ΙΧΕ αυτοκίνητο, δηλαδή για πράξη που δεν ταυτίζεται ούτε ως προς το χρόνο ούτε ως προς τον τρόπο τελέσεως με την παρούσα.
Συνεπώς δεν δημιουργείται εκκρεμοδικία από την ως άνω απόφαση, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από τον κατηγορούμενο πρέπει ν' απορριφθούν ως αβάσιμα. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος, ν' απορριφθεί δε ως αόριστος ο ισχυρισμός του για αναγνώριση του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ. 2 ε ΠΚ και να επιφυλαχθεί το δικαστήριο ν' αποφανθεί επί του ισχυρισμού για αναγνώριση του ελαφρυντικού του πρότερου εντίμου βίου μετά την αποσφράγιση του φακέλου που περιέχει το ποινικό του μητρώο". Στη συνέχεια, το άνω Δικαστήριο τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα κήρυξε ένοχο της αξιόποινης πράξεως της παραβάσεως του άρθρου 54 παρ. 6 του Ν. 2190/01 από κοινού με άλλο άτομο και ειδικότερα, του ότι: "στη ..., κατά το χρονικό διάστημα από 30-9-2003 έως 20-10-2003, ενεργώντας από κοινού με τον Σ1, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή αλλοδαπού στο ελληνικό έδαφος και ειδικότερα, αφού κατήρτισαν από κοινού, κατά τα ανωτέρω στην υπό στοιχείο 1 πράξη αναφερόμενα, τα υπ' αριθ. ...σειρά ... πλαστό ρωσικό διαβατήριο και το υπ' αριθ. ... πλαστό πιστοποιητικό γεννήσεως της αλλοδαπής Φ1, ενεργώντας από κοινού και μετά από συναπόφασή τους, τα παρέδωσαν, επίσημα μεταφρασμένα από τον Δικηγόρο Θεσσαλονίκης ..., του οποίου η γνησιότητα υπογραφής στη βεβαίωση ακριβούς μεταφράσεως των δύο εγγράφων θεωρήθηκε από τον Πρόεδρο του Δ.Σ Θεσσαλονίκης, στην ως άνω αλλοδαπή, Φ1, η οποία περέμενε παράνομαστο ελληνικό έδαφος, καθώς είχε εισέλθει στη χώρα με τουριστική βίζα διαρκείας 30 ημερών, από 8-6-2003 έως 8-7-2003, και μετά τη λήξη της βίζας δεν αναχώρησε, και με αυτόν τον τρόπο διευκόλυναν την παράνομη παραμονή της στη χώρα". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση τ' άνω εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ.β', 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 83, 84 παρ. 2α'ΠΚ και 1 εδ. α',54 παρ. β Ν. 2910/01, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 576/2009 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα - ωσεί παρών ο κατηγορούμενος), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας, .... Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα, ότι: 1) Υπάρχει έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι με κατά που δέχθηκε το δικάσαν Δικαστήριο δεν προκύπτει η απαιτούμενη από τις μνημονευόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία σχετικά με την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αποδιδόμενου αδικήματος άρθρου 54 παρ. 6 Ν. 2910/2001, αφού η κατοχή, αυτή καθ' εαυτή από την αλλοδαπή των δύο πλαστών εγγράφων δεν της εξασφάλιζε άνευ άλλου τινός παραμονή στη χώρα, δεδομένου ότι δεν περιείχε χορήγηση βίζας ή παράταση αυτής η χορήγηση άδειας παραμονής, καθόσον, δεν αποδείχθηκε η τέλεση του αδικήματος του άρθρου 271 παρ. 1 ΠΚ, ήτοι η κατάρτιση των δύο (2) πλαστών εγγράφων, όπως προκύπτει από την 3.282/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Θεσ/κης. Αν και με την απόφαση αυτή το άνω Δικαστήριο δεν εισήλθε στην ουσία της υποθέσεως και δεν αποφάνθηκε για το ότι δεν τελέστηκαν οι άνω πράξεις, γίνεται δεκτό με αυτή ότι είχε λήξει η βίζα της αλλοδαπής από τις 8-7-2003 και δεν αναχώρησε και ότι από 30-9-2003 έως 20-10-2003 ο αναιρεσείων κατηγορούμενος με το μη διάδικο στην παρούσα δίκη και συγκατηγορούμενό του (πρωτόδικα), Σ1, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή της άνω αλλοδαπής, όχι δε ότι κατά το χρονικό διάστημα κατάρτισαν τα παραπάνω πλαστά έγγραφα, τα οποία όμως είχαν ήδη καταρτίσει προηγουμένως, όπως αυτό με σαφήνεια προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό, στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι διευκόλυναν την παράνομη παραμονή της άνω αλλοδαπής, στο ελληνικό έδαφος, όπως άλλωστε ήταν η κατηγορία και όχι η κατάρτιση πλαστού εγγράφων. Σημειωτέον ότι με το Ν. 2910/2001 "Είσοδος και παραμονή αλλοδαπών στην Ελληνική Επικράτεια", στο άρθρο 54, που φέρει τον τίτλο "Υποχρεώσεις υπαλλήλων και λοιπών ιδιωτών - κυφώσεις", στην παράγραφο σ' αυτού, ορίζεται: "Όποιος διευκολύνει την παράνομη παραμονή αλλοδαπού ή δυσχεραίνει τις έρευνες των αστυνομικών αρχών για τον εντοπισμό, σύλληψη και απέλασή του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων δραχμών. Με την εισηγητική έκθεση του άνω άρθρου αναφέρεται ότι "το άρθρο 54 προβλέπει την υποχρέωση των συμβολαιογράφων να διαπιστώνουν κατά την κατάργηση των συμβολαιογραφικών πράξεων που αφορούν αλλοδαπούς...ότι αυτοί έχουν θεώρηση εισόδου ή άδεια παραμονής στη χώρα και να κάνουν μνεία στη σχετική πράξη τους..." Κατά το άρθρο 1 περ. α' του νόμου αυτού, ορίζεται ότι για την εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού, "αλλοδαπός είναι κάθε φυσικό πρόσωπο, που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια ή που δεν έχει ιθαγένεια". Εξάλλου, με το άρθρο 217 ΠΚ, που φέρει τον τίτλο "πλαστογραφία πιστοποιητικών", στην παράγραφο 1 (του άρθρου) αυτού ορίζεται ότι: "Όποιος με σκοπό να διευκολύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού του ίδιου ή άλλου καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει πιστοποιητικό ή μαρτυρικό ή άλλο έγγραφο που μπορεί να χρησιμεύει συνήθως για τέτοιους σκοπούς ή εν γνώσει του χρησιμοποιεί τέτοιο πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή". Προστατευόμενο με το άρθρο από έννομο αγαθό είναι η ακεραιότητα της απόδειξης, ενώ υλικό αντικείμενο είναι το έγγραφο, που πρέπει να συγκεντρώνει τα στοιχεία του άρθρου 13 γ'ΠΚ. 2) Υπάρχει επίσης εσφαλμένη εφαρμογή και συγχρόνως, παραβίαση εκ πλαγίου της εφαρμοσθείσας ουσιαστικής ποινικής διάταξης, διότι δεν προκύπτει ο χρόνος και ο τρόπος της παράνομης της αλλοδαπής στη χώρα, σύμφωνα με το αδίκημα του άρθρου 54 παρ. 6 Ν. 2910/01, αφού δεν προκύπτει ποιο χρονικό διάστημα διευκολύνθηκε αυτή στην παράνομη παραμονή της στη χώρα, με τη χρήση των δύο (2) πλαστών εγγράφων, τη στιγμή που και μόνο η κατοχή των εγγράφων αυτών, δεν της έδιδε το δικαίωμα παραμονής. Αβάσιμα όμως διότι, εκτός του ότι αυτό δεν συνιστά εσφαλμένη εφαρμογή, αφού δεν ορίζεται ποια εσφαλμένη ερμηνεία δέχθηκε το δικαστήριο, ρητά δέχθηκε αυτό (το δικαστήριο) και το χρόνο (30-9- έως 30-10-2003)και τον τρόπο (με την κατάρτιση των πλαστών εγγράφων), δεν δέχθηκε δε αυτά που ο αναιρεσείων αναφέρει, ήτοι ότι ο άνω χρόνος αναφέρεται στην κατάρτιση των πλαστών εγγράφων. Και 3) ότι το δικάσαν Εφετείο έπρεπε να δεχθεί ως βασίμου κατ' ουσίαν το σχετικό ισχυρισμό του περί δεδικασμένου, αφού η ίδια πράξη της διευκολύνσεως παράνομης παραμονής της άνω αλλοδαπής, είχε κριθεί με ισχύ δεδικασμένου με την απαλλακτική απόφαση 3282/08 του Τριμελούς Πλημ/κειου Θεσ/νίκης και την προηγούμενη καταδικαστική απόφαση 1448/03 του Τριμελούς Πλημ/κείου Δράμας. Αβάσιμα όμως, διότι εκτός της αοριστίας του λόγου αυτού, αφού δεν εξηγείται κατά ποίον τρόπο η άνω προηγούμενη απόφαση που αφορά την ίδια αξιόποινη πράξη του αυτού προσώπου, κατέστη αμετάκλητη (ΑΠ 2093/03), η κατηγορία εδώ δεν είναι η κατάρτιση, αλλά η διευκόλυνση παράνομης παραμονής της άνω αλλοδαπής στη χώρα. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε και ΣΤ ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τους οποίους αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και της ελλείψεως νόμιμης βάσεως καθώς και της παραβιάσεως δεδικασμένου, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περισταιτκών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1).

Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 30 Μαρτίου 2009 (υπ' αριθ. πρωτ. 17/30-3-09) που άσκησε ο ίδιος ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσ/κης, αίτηση του ... για αναίρεση της με αριθμό 576/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημ/των) Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαρτίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Απριλίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή