Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 948 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Ένδικο μέσο, Νομή, Χρησικτησία.




Περίληψη:
Έννοια νομής και φυσικής εξουσίας. Απόκτηση, άσκηση και απώλεια νομής. Ειδικότερα, άσκηση μέσω άλλου και απώλεια από τη γνώση της αντιποίησης. Απόκτηση κυριότητας με χρησικτησία. Προϋποθέσεις. Λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 19 Κ.Πολ.Δ.. Πότε ιδρύεται (Επικυρώνει Εφ. Θεσσ. 917/2010)




Αριθμός 948 /2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Κ. χήρας Ε. Γ., το γένος Η. Σ., 2) Ε. Γ. του Ε., 3) Ε. Γ. του Γ., και 4) Η. Γ. του Γ., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Κοτζαμανίδη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Β. Γ. του Ν., κατοίκου ..., 2) Α. Α. του Π., κατοίκου ..., 3) Ε. Θ. του Π., κατοίκου ..., 4) Σ. Θ. του Ν., κατοίκου ..., και 5) Π. Θ. του Ν., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Καραγεωργάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16/4/2007 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 5847/2009 του ιδίου Δικαστηρίου και 917/2010 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 14/10/2010 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 2/1/2012 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Αρεοπαγίτη και ήδη Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Δημάδη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της ενδίκου αιτήσεως αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 974 ΑΚ, νομή, η οποία μπορεί να οδηγήσει και σε κτήση κυριότητος με χρησικτησία, είναι η φυσική εξουσία που ασκείται πάνω σε πράγμα με πρόθεση κυριότητος, δηλαδή με διάνοια κυρίου. Φυσική εξουσία είναι η άσκηση εξωτερικών εμφανών υλικών πράξεων επί του πράγματος που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, ώστε, κατά την αντίληψη των συναλλαγών, να θεωρείται ότι αυτό ευρίσκεται κατά τρόπο σταθερό στη διάθεση του νομέα. Κατά δε το άρθρο 981 ΑΚ, όταν αποκτηθεί η νομή διατηρείται, εφόσον εξακολουθούν να υπάρχουν και τα δύο της στοιχεία, το σωματικό και το πνευματικό, χωρίς να είναι αναγκαίο ο νoμέας να ευρίσκεται σε διηνεκή σχέση σωματικής εξουσιάσεως με το πράγμα και σε συνεχή εγρήγορση, έχοντας την διάνοια κυρίου αδιαλείπτως στραμμένη προς το πράγμα. Η νομή εξακολουθεί να υπάρχει και όταν ο νομέας δεν ευρίσκεται σε συνεχή σωματική επαφή με το πράγμα, αλλ' έχει την επ' αυτού εποπτεία και την δυνατότητα ασκήσεως φυσικής εξουσίας σε κάθε στιγμή. Για την απώλεια της αποκτηθείσης νομής, κατά την έννοια της ιδίας διατάξεως του άρθρου 981 του ΑΚ, απαιτείται να επέλθει οριστική διακοπή της φυσικής εξουσιάσεως επί του πράγματος, αδιαφόρως των λόγων που την επέφεραν, εάν δηλαδή αυτοί συναρτώνται με την βούληση του νομέως ή είναι ανεξάρτητοι από αυτή. Εξάλλου, κατά το άρθρο 980 παρ. 1 του ΑΚ η νομή ασκείται αυτοπροσώπως ή μέσω άλλου. Ο τρίτος που ασκεί την νομή ως αντιπρόσωπος του νομέως είναι εκείνος προς τον οποίο ο νομέας έχει παραχωρήσει την κατοχή του πράγματος, οπότε ασκεί την νομή δια μέσου του κατόχου (μισθωτού, χρησαμένου, θεματοφύλακος κ.λ.π.). Κατά δε το άρθρο 1045 του ΑΚ για την απόκτηση κυριότητος επί ακινήτου με έκταση χρησικτησία απαιτείται αδιάλειπτη νομή επ' αυτού επί εικοσαετία. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 982 ΑΚ, αν ο αντιπρόσωπος του νομέα θελήσει να αντιποιηθεί τη νομή, αυτή δεν χάνεται για τον νομέα προτού λάβει γνώση της αντιποιήσεως. Ως αντιποίηση της νομής νοείται η μεταστροφή της βουλήσεως του αντιπροσώπου στην άσκηση της νομής να το εξουσιάζει αποκλειστικά ως κύριος. Η γνωστοποίηση δε της αντιποιήσεως της νομής από τον κάτοχο στον νομέα μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο. Τέλος, κατά την έννοια του εδαφίου 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νόμιμης βάσης της αποφάσεως ιδρύεται, όταν από τις αιτιολογίες δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είναι αναγκαία για να κριθεί αν στην συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν οι νόμιμοι όροι της ουσιαστικής διατάξεως που εφαρμόσθηκε ή δεν συντρέχουν, ώστε να αποκλείεται η εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες ελλιπείς και αντιφατικές ως προς τον νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΟλΑΠ 12-13/95). Ο αναιρετικός αυτός λόγος δεν ιδρύεται όταν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας περιέχει ελλείψεις στην αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού και μάλιστα στην ανάλυση, στάθμιση ή αιτιολόγηση του πορίσματος που προκύπτει από αυτές, εφόσον το αποδεικτικό πόρισμα εκτίθεται με σαφήνεια, αλλά όταν οι ελλείψεις αναφέρονται στα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και είναι αναγκαία για την εφαρμογή της εφαρμοσθείσης στην συγκεκριμένη περίπτωση ουσιαστικής διατάξεως, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής και ερμηνείας της.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε ότι οι αναιρεσίβλητοι-εναγόμενοι, συγκύριοι εξ αδιαιρέτου του αναφερόμενου οικοπέδου, στο οποίο ανήγειραν δια του δικαιοπαρόχου των αναιρεσειόντων Ε. Γ. εργολάβου πολυώροφη οικοδομή με το σύστημα της αντιπαροχής, παρέδωσαν στον τελευταίο ως εργολαβικό αντάλλαγμα μεταξύ των άλλων οριζόντιων ιδιοκτησιών και τη νομή μιας εκ των δύο αποθηκών- οριζόντιων ιδιοκτησιών που κατασκευάστηκαν αργότερα, εμβαδού (της παραδοθείσης αποθήκης) 169,20 τ.μ., και της οποίας οι αναιρεσείοντες έγιναν κύριοι με έκτακτη χρησικτησία, δεν παρέδωσαν όμως στον δικαιοπάροχο των αναιρεσειόντων και τη νομή της δεύτερης, εμβαδού 91,80 τ.μ., αποθήκης, της οποίας ο τελευταίος και οι αναιρεσείοντες δεν έγιναν κύριοι με χρησικτησία, όπως είχαν ισχυρισθεί με την αγωγή τους. Και βάσει των παραδοχών αυτών το Εφετείο, με επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης, που είχε δεχθεί τα ίδια, έκρινε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη την ένδικη αναγνωριστική κυριότητας αγωγή των αναιρεσειόντων ως προς την ανωτέρω αποθήκη, εμβαδόν 91,80 τ.μ. Ειδικότερα, ως προς την επίδικη αυτή αποθήκη το Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: "Οι ως άνω οικοπεδούχοι ουδέποτε παρέδωσαν με τη βούλησή τους στον καθολικό δικαιοπάροχο των εναγόντων και τη νομή της δεύτερης υπό στοιχ. 1 της αγωγής αποθήκη, εμβαδού 91,80 τ.μ., ο οποίος μετά την αποπεράτωση της οικοδομής (1980) παρέμεινε απλός κάτοχος αυτής. Ειδικότερα οι εναγόμενοι και νυν εφεσίβλητοι, η πρώτη δε εξ αυτών δυνάμει του με αριθμ. .../1980 ειδικού πληρεξουσίου που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Δ. Παπαγεωργίου Γράψα, χορήγησαν στον δικαιοπάροχο των εναγόντων την εντολή και πληρεξουσιότητα όπως πωλήσει ή εκμισθώσει την υπό στοιχ.1 αποθήκη με οποιοδήποτε τίμημα και όρους που αυτός θα ενέκρινε. Ο τελευταίος στα πλαίσια της εντολής αυτής, ήτοι μέχρι τη εξεύρεση αγοραστή, την χρησιμοποιούσε ο ίδιος αρχικά ως αποθήκη υλικών οικοδομής, το δε έτος 1991, την παραχώρησε χωρίς τη συναίνεση των οικοπεδούχων στον μεταποβιώσαντα γιο του Γ. Γ., προκειμένου να λειτουργήσει σ' αυτή επιχείρηση χρυσοχοΐας. Οι οικοπεδούχοι το έτος 1991 ανακάλεσαν την εντολή δυνάμει της οποίας αυτός κατείχε την υπό στοιχείο 1 αποθήκη, πλην όμως αυτός αρνήθηκε να τους την αποδώσει, αντιποιούμενος τη νομή τους σ' αυτό. Μέχρι τότε (1991) οι εναγόμενοι και ήδη εφεσίβλητοι νέμονταν το κοινό ακίνητο δια του αντιπροσώπου τους Ε. Γ., χωρίς ποτέ να εκδηλώσουν πρόθεση να απεκδυθούν εξουσιάσεώς τους με διάνοια κυρίου. Μάλιστα η πρώτη εναγομένη, με την υπ' αριθμ. .../17-5-1990 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ελισσάβετ Παναγοπούλου, αποδέχθηκε την κληρονομία του αποβιώσαντος την 24-10-1980 πατέρα της Ν. Γ., μεταξύ της οποίας και η επίδικη υπό στοιχείο 1 αποθήκη, και στις 10-4-1991 υπέβαλε στην αρμόδια εφορία κληρονομική δήλωση φόρου κληρονομίας. Επίσης ο πέμπτος εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος με το υπ' αριθμ. .../1998 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Καστοριάς Στεργίου Τέγα μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στη Ε. Θ. (γ' εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη) το εξ αδιαιρέτου ποσοστό. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από το γεγονός ότι η πρώτη εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη, με την υπ' αριθμ. .../6-12-1991 πράξη ανάκλησης της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ελισάβετ Παναγοπούλου, που επιδόθηκε στον καθολικό δικαιοπάροχο των εναγόντων (...), ανακάλεσε την εντολή και πληρεξουσιότητα που χορήγησε στον τελευταίο με το υπ' αριθμ. .../1980 ειδικό πληρεξούσιο που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Δ. Παπαγεωργίου Γράψα, όπως πωλήσει ή εκμισθώσει την υπό στοιχείο 1 αποθήκη. Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι ο δικαιοπάροχος των εναγόντων Ε. Γ. κατέβαλε στους ιδιοκτήτες της ως άνω αποθήκης μίσθωμα μέχρι το έτος 1991 (...). Επίσης ο ισχυρισμός των εναγόντων και ήδη εκκαλούντων ότι οι αρχικοί οικοπεδούχοι, αναγνωρίζοντας τα έξοδα και την ταλαιπωρία που υποβλήθηκε ο δικαιοπάροχός τους για την επίλυση των νομικών προβλημάτων του οικοπέδου τους με γειτονικά ακίνητα το μεγάλο διάστημα που εξαιτίας αυτών που μεσολάβησε από το έτος 1980 και των υψηλών ανατιμήσεων όλων των υλικών και των αμοιβών που έγιναν την τριετία αυτή, του παραχώρησαν την υπό στοιχείο 1 της αγωγής αποθήκη, εμβαδού 91,60 τ.μ., που αποτελούσε την αντιπαροχή τους, δεν αποδείχθηκε (...)".
Με αυτά που δέχθηκε, το Εφετείο δεν στέρησε την προσβαλλομένη απόφασή του νομίμου βάσεως, αφού εκτίθενται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις όλα τα περιστατικά που πληρούν το πραγματικό των ωςάνω ουσιαστικών διατάξεων, ώστε να καθίσταται εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής και ερμηνείας των. Ειδικότερα, εδέχθη το Εφετείο ότι μέχρι τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 1991 ο άμεσος δικαιοπάροχος των εναγόντων και νυν αναιρεσειόντων ασκούσε την φυσική εξουσία επί του επιδίκου ως κάτοχος, δυνάμει σχέσεως εντολής, αντιπροσωπεύοντας τους εναγομένους και νυν αναιρεσιβλήτους στην άσκηση της νομής, ότι η αντιποίηση της νομής από τον ως άνω δικαιοπάροχο των αναιρεσειόντων και η γνωστοποίηση της εν λόγω αντιποιήσεως προς τους αναιρεσιβλήτους έγιναν τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 1991, καθώς και ότι από του έτους αυτού, που απετέλεσε και το αφετήριο χρονικό σημείο της κτητικής παραγραφής, μέχρι την άσκηση της αγωγής (2006), δεν παρήλθε το χρονικό διάστημα της εικοσαετίας. Δεν εμπεριέχει δε καμία ασάφεια ή αντίφαση η παραδοχή του Εφετείου ότι ο ως άνω δικαιοπάροχος των αναιρεσειόντων βρισκόταν στην κατοχή του πράγματος δυνάμει σχέσεως εντολής, αντιπροσωπεύοντας τους αναιρεσιβλήτους στην άσκηση της νομής, με την παραδοχή ότι η εκτέλεση της εν λόγω εντολής παρέμεινε ανεκτέλεστη για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η δε αποδιδόμενη στην προσβαλλομένη απόφαση αιτίαση για αντιφατικότητα, διότι το Εφετείο εδέχθη δύο χρονικά σημεία αντιποιήσεως της νομής, δηλαδή και πριν το έτος 1991, ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, γιατί, σύμφωνα με τις ως άνω παραδοχές, το Εφετείο έκανε δεκτή αντιποίηση της νομής κατά το προαναφερόμενο έτος, ανεξαρτήτως του ότι έννομη σημασία για την απώλεια της νομής έχει ο χρόνος που ο νομέας έλαβε γνώση της αντιποιήσεως της νομής από τον αντιπρόσωπο και όχι εκείνος της αντιποιήσεως. Επομένως, ο μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος. Μετά από αυτά πρέπει ν' απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, κατά το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρ. 176 και 183 του ΚΠολΔ).-

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 14-10-2010 αίτηση των Κ. Γ. κ.λ.π. για αναίρεση της υπ' αριθμ. 917/2010 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Απριλίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Μαΐου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή