Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ναρκωτικά, Συρροή εγκλημάτων.
Περίληψη:
Πραγματική (αληθινή) συρροή προμήθειας, κα-τοχής και χρήσης μικροποσότητας ναρκωτικών ουσιών. Αίτηση αναίρεσης κατά καταδικαστικής απόφασης για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 29 παρ. 1α του ν. 3459/2006. Απόρριψη αμφοτέρων των λόγων (ως αβάσιμου του πρώτου και ως μη νόμιμου του δευτέρου). Απόρριψη αίτησης αναίρεσης στο σύνολό της.
ΑΡΙΘΜΟΣ 659/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή, και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Παπαδημητρίου, περί αναιρέσεως της 802/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργ. Θεσ/κης.
Με συγκατηγορούμενο τον Χ2.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργ. Θεσ/κης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 25 Σεπτεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1464/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 1 εδ. α' του ν. 3459/2006 (Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά), "όποιος για δική του χρήση προμηθεύεται ή κατέχει με οποιονδήποτε τρόπο ναρκωτικά σε ποσότητες, που αποδεδειγμένα εξυπηρετεί αποκλειστικά τις δικές του ανάγκες ή είναι χρήστης τους ή καλλιεργεί φυτό ινδικής κάνναβης σε αριθμό ή έκταση που δικαιολογούνται μόνο για δική του αποκλειστική χρήση, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους". Από την εν λόγω διάταξη προκύπτει, ότι μεταξύ των διαπλασσομένων απ' αυτήν εγκλημάτων της προμήθειας, τα κατοχής και της χρήσης ναρκωτικών για ιδία χρήση, καθώς και της καλλιέργειας ινδικής κάνναβης για τον ίδιο σκοπό, υφίσταται αληθής πραγματική συρροή, όπως όμοια συρροή υπάρχει και μεταξύ των από τη διάταξη του άρθρου 20 αρ. 1 του ίδιου ως άνω νόμου προβλεπόμενων αξιόποινων πράξεων, στον υπαίτιο των οποίων κατά παρέκκλιση των άρθρων 94 και 96 του ΠΚ επιβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 2 του νόμου αυτού μία ενιαία ποινή, κατά την επιμέτρηση της οποίας λαμβάνεται υπόψη η συνολική εγκληματική δράση του, αν αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικής ουσίας. Η αρχή αυτή της ενιαίας ποινής δεν βρίσκει έδαφος εφαρμογής στις αξιόποινες πράξεις του άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 3459/2006, έστω και αν αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικής ουσίας, αφού τούτο δεν ορίζεται ειδικά στο νόμο, αλλά για κάθε μία από τις πράξεις αυτές επιβάλλεται ιδιαίτερη ποινή και ακολούθως χωρεί καθορισμός μιας συνολικής ποινής κατά τα άρθρα 94 επ. του ΠΚ. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό τη προσβαλλόμενης 802/2009 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο (Κακουργημάτων) Θεσσαλονίκης δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο πρώτος κατηγορούμενος (Χ2) κατά τον αναφερόμενο στο διατακτικό τόπο και χρόνο, πώλησε στον συγκατηγορούμενό του Χ1 (αναιρεσείοντα) ποσότητα ακατέργαστης ινδικής κάνναβης καθαρού βάρος 22 γραμμαρίων αντί του ποσού των 100 ευρώ, η δε ινδική κάνναβη αποτελεί ναρκωτική ουσία που ενεργεί στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλεί εξάρτηση του ατόμου από αυτή. ... Αποδείχθηκε επίσης ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος (αναιρεσείων) αγόρασε και κατείχε την αναφερόμενη στο διατακτικό ποσότητα ναρκωτικών για δική του αποκλειστική χρήση... Επομένως πρέπει ο... ο δε δεύτερος (αναιρεσείων) ένοχος προμήθειας, κατοχής και χρήσης ναρκωτικών για δική του χρήση, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας". Στη συνέχεια το ως άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα για τις αξιόποινες πράξεις της αγοράς και κατοχής ακατέργαστης ινδικής κάνναβης καθαρού βάρους 22 γραμμαρίων που προόριζε για δική του αποκλειστική χρήση και της χρήσης ναρκωτικής ουσίας κατ' εξακολούθηση και επέβαλε σ' αυτόν, με την παραδοχή της συνδρομής στο πρόσωπό του της ελαφρυντικής περίστασης του προτέρου εντίμου βίου, ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) μηνών για κάθε μία αξιόποινη πράξη και συνολικά ποινή φυλάκισης οκτώ (8) μηνών (4 μήνες + 2 μήνες + 2 μήνες), την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για μία τριετία. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση τα άνω εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 84 παρ. 2α, 94 παρ. 1 και 98 παρ. 1 του ΠΚ, 1 παρ. 1, 2 πιν. Α περ. 5, 6 και 29 παρ. 1 του ν. 3459/2006, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένων), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης. Ειδικότερα η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι μεταξύ των εγκλημάτων που τέλεσε δεν υφίστατο πραγματική συρροή και ότι έπρεπε να επιβληθεί μία ποινή και για τα τρία εγκλήματα (αγορά, κατοχή μικροποσότητας ναρκωτικών ουσιών για δική του αποκλειστική χρήση και χρήση ναρκωτικών ουσιών) είναι απορριπτέα ως μη στηριζόμενη στο νόμο, κατά την προαναφερόμενη ως προς το ζήτημα αυτό σκέψη.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ προβαλλόμενοι λόγοι της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης για έρευνα πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 25 Σεπτεμβρίου 2009 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 802/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 16 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30 Μαρτίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ