Θέμα
Αποδοχές μισθωτού, Αποζημίωση.
Περίληψη:
Αναιρετικοί λόγοι. Δεν ιδρύεται λόγος αναιρέσεως εκ της ΚΠολΔ 559 αρ.8 περ. β’ όταν ο ισχυρισμός που δεν λήφθηκε υπ’ όψη δεν ήταν ουσιώδης, όπως όταν είχε προβληθεί απαραδέκτως ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας. Δεν ιδρύεται λόγος αναιρέσεως εκ της ΚΠολΔ 559 αρ.19 όταν η αποδιδόμενη έλλειψη αιτιολογίας αναφέρεται στην ανάλυση του αποδεικτικού πορίσματος. Απορρίπτει την αίτηση.
Αριθμός 1339/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2 Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χριστόφορο Κοσμίδη, Νικόλαο Τρούσα, Στυλιανή Γιαννούκου και Μιχαήλ Αυγουλέα, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των Αρεοπαγιτών Δημητρίου Μουστάκα και Ασπασίας Καρέλλου).
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 13η Μαΐου 2014, με την παρουσία και του γραμματέως Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ - ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΩΝ: 1) α) Α. Γ., χήρας Ν. Γ., ) Π. Γ. του Ν. και ) Ε. Γ. του Ν., κατοίκων ..., υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Ν. Γ., 2) Ε. Φ., κατοίκου ..., 3) Ε. Γ., κατοίκου ... 4) α) Α. Β. του Π., ) Δ. Β. του Π., ) Ι. Β. του Π. και ) Μ. χήρας Π. Β., κατοίκων ... υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Π. Β., 5) Χ. Μ., κατοίκου ..., 6) Α. Π., κατοίκου ..., 7) α) Ά. Ν.-Δ., χήρας Π. Ν., ) Β. Ν. του Π. και ) Ε. Ν. του Π., κατοίκων ..., υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Π. Ν., 8) ) Π. Τ., χήρας Π. Τ., το γένος Α. Λ., ) Α.-Δ. Τ. του Π. και ) Ε.-Π. Τ. του Π., κατοίκων ... υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Π. Τ., 9) ) Σ. Κ. χήρας Γ. Κ. και ) Α. Κ. του Γ., κατοίκων ... υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Γ. Κ., 10) ) Ε. Α. Μ. Τ. Μ., χήρας Μ. Μ. και ) Ε. Μ. του Μ., κατοίκων ..., υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Μ. Μ., 11) ) Γ. χήρας Θ. Σ., το γένος Π. Γ., ) Θ. Σ. του Θ. και γ) Ε. Σ. του Θ., κατοίκων ... υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων κληρονόμων του αποβιώσαντος αρχικά ενάγοντος Θ. Σ. και 12) Α. Δ., κατοίκου .... Οι υπό στοιχεία 3 και 5 από τους αναιρεσείοντες παραστάθηκαν μετά και οι υπόλοιποι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Στυλιανού Βλαστού, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ - ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) "ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΑΡΟΧΩΝ ΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΙΠΤΑΜΕΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ" που φέρει τον διακριτικό τίτλο "FOAPE", όπως νομίμως εκπροσωπείται για τις ανάγκες της εκκαθάρισής του, που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Ιωάννη Νικολακόπουλου, ο οποίος ανακάλεσε την από 8-5-2014 δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις, 2) επαγγελματικού σωματείου με την επωνυμία "ΕΝΩΣΗ ΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ" (ΕΧΠΑ), όπως νομίμως εκπροσωπείται, που εδρεύει στην Αθήνα και δεν παραστάθηκε.
Στο σημείο αυτό, ο πληρεξούσιος των ως άνω αναιρεσειόντων, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, δήλωσε, ότι οι υπό στοιχεία 7β και 7γ αναιρεσείοντες Β. Ν. και Ε. Ν., αντίστοιχα, παραιτούνται από το δικόγραφο της από 21-12-2010 κρινόμενης αίτησης για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 17-7-2003 και 14-7-2003 αγωγές των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν με τις από 5-11-2003 αντίστοιχες πρόσθετες παρεμβάσεις του δευτέρου των καθ' ων η κλήση. Επ' αυτών εκδόθηκε η 2164/2004 μη οριστική και η 1426/2008 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 3019/2010 απόφαση του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας ζήτησαν οι αναιρεσείοντες με την από 21-12-2010 αίτησή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η 1680/2012 απόφαση του Αρείου Πάγου που κήρυξε την συζήτηση απαράδεκτη. Την υπόθεση επαναφέρουν προς συζήτηση οι αναιρεσείοντες με την από 16-1-2014 κλήση τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης, Χριστόφορος Κοσμίδης, ανέγνωσε την από 18-1-2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης για αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του πρώτου από τους αναιρεσίβλητους την απόρριψη, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στα δικαστικά έξοδα.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.
Επειδή, ο παριστάμενος πληρεξούσιος δικηγόρος των αναιρεσειόντων, με ειδική δήλωση, την οποία έκανε, προφορικά, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο και επαναλαμβάνει, γραπτώς, στις προτάσεις που κατέθεσε, αναφέρει ότι οι υπό στοιχεία 7β και 7γ αναιρεσείοντες Β. Ν. και Ε. Ν., αντίστοιχα, ως κληρονόμοι του ήδη αποβιώσαντος αρχικού διαδίκου Π. Ν., παραιτούνται από το δικόγραφο της ένδικης, από 21-12-2010 αίτησης για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών. Κατόπιν αυτού, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να θεωρηθεί μη ασκηθείσα ως προς τους εν λόγω διαδίκους (ΚΠολΔ 294, 295 παρ.1, 297, 299 και 573 παρ.1).
2.
Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 294, 295 παρ.1, 297, 299 και 573 παρ.1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η παραίτηση από το δικόγραφο του ενδίκου μέσου της αιτήσεως αναιρέσεως, ολική ή μερική και, ειδικότερα, ως προς συγκεκριμένο μόνο από τους αναιρεσίβλητους, μπορεί να γίνει και με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, είτε από τον ίδιο τον παραιτούμενο διάδικο είτε από τον κατ' άρθρο 96 ΚΠολΔ πληρεξούσιο δικηγόρο αυτού, που αρκεί να έχει γενική πληρεξουσιότητα (ΚΠολΔ 94 παρ.1, 96 παρ.1, 98), ακόμη και χωρίς τη συναίνεση του αναιρεσίβλητου, πριν αυτός εισέλθει στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης. Η νομότυπη παραίτηση έχει ως συνέπεια το ότι η αίτηση θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε και επιφέρει ανάλογη με το περιεχόμενο και την έκτασή της κατάργηση της δίκης, είναι δε έγκυρη έστω και αν ο αναιρεσίβλητος, στον οποίο αφορά, δεν συμμετέχει στη συζήτηση. Στην προκείμενη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτών, που έγινε στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην παρελθούσα δικάσιμο της 25-9-2012 και καταχωρίσθηκε στα πρακτικά, παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της ένδικης, από 21-12-2010 αίτησης για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, ως προς τους αναιρεσίβλητους Π. Σ., Γ. Κ., Γ. Π., Κ. Ο., Η. Π., Π. Ρ., Ε. Α., Δ. Ζ., Σ. Σ., Η. Μ., Ι. Γ., Γ. Ρ., Σ. Γ., Κ. Κ., Β. Ζ., Ι. Δ., Μ. Α., Γ. Φ., Α. Μ., Μ. Μ. και Γ. Κ. Επομένως, λόγω του ότι στο διατακτικό της τότε εκδοθείσας 1680/2012 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία είχε κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση λόγω μη κλητεύσεως του προσθέτως παρεμβάντος επαγγελματικού σωματείου, δεν είχε συμπεριληφθεί διάταξη για την έκβαση της δίκης ως προς τους εν λόγω αναιρεσίβλητους, πρέπει τώρα η αίτηση να θεωρηθεί μη ασκηθείσα ως προς αυτούς.
3.
Επειδή, κατά το άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ, αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος σ' αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση επιδόθηκε νομότυπα προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την …/19-2-2014 έκθεση επιδόσεως του …, δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ακριβές αντίγραφο της από 16-1-2014 κλήσης των αναιρεσειόντων, με την οποία φέρεται νομίμως προς συζήτηση, μετά την έκδοση της 1680/2012 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, η ένδικη, από 21-12-2010 αίτηση για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, με την πράξη ορισμού δικασίμου και με πρόσκληση των αναιρεσειόντων προς το αναιρεσίβλητο επαγγελματικό σωματείο με την επωνυμία "ΕΝΩΣΗ ΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ" για να παρασταθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως σ' αυτό. Το αναιρεσίβλητο σωματείο, όμως, δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου της εν λόγω δικασίμου ούτε κατέθεσε κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ δήλωση μη παραστάσεως σ' αυτή. Επομένως, η συζήτηση πρέπει να προχωρήσει παρά τη δικονομική απουσία του εν λόγω αναιρεσίβλητου (ΚΠολΔ 568 παρ. 4 και 576 παρ. 2).
4.
Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 101 ΑΚ "Απόφαση της συνέλευσης [σωματείου] είναι άκυρη, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στο καταστατικό. Την ακυρότητα κηρύσσει το δικαστήριο ύστερα από αγωγή μέλους που δεν συναίνεσε ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον. Η αγωγή αποκλείεται μετά την πάροδο έξι μηνών από την απόφαση της συνέλευσης. Η απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα ισχύει έναντι όλων". Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η ακυρότητα απόφασης της γενικής συνέλευσης σωματείου, όπως και, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, της γενικής συνέλευσης ενώσεως προσώπων που δεν αποτελεί σωματείο (ΑΚ 107), κηρύσσεται από το δικαστήριο μόνο ύστερα από αυτοτελή αγωγή, που έχει διαπλαστικό χαρακτήρα και πρέπει να ασκηθεί μέσα σε σύντομη αποκλειστική προθεσμία. Αντίθετα, δεν μπορεί να προβληθεί ούτε κατ' ένσταση ούτε παρεμπιπτόντως (ΑΠ 408/2004), κατά την υποβολή άλλου αιτήματος παροχής δικαστικής προστασίας, οπότε εάν αυτό συμβεί, ο σχετικός ισχυρισμός είναι απαράδεκτος. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 559 αρ.8 περ. β' ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπ' όψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, θεωρούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, οι οποίοι συγκροτούν την ιστορική βάση και, επομένως, θεμελιώνουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης, καθώς και οι λόγοι έφεσης. Εάν, όμως, η πρόταση τέτοιων ισχυρισμών έχει γίνει μη νομίμως, ο εξεταζόμενος λόγος αναιρέσεως δεν ιδρύεται και τυχόν προτεινόμενος είναι απαράδεκτος, διότι το δικαστήριο της ουσίας δεν έχει την υποχρέωση ούτε να λάβει υπ' όψη ούτε να απαντήσει σε ισχυρισμό που δεν προτείνεται νομίμως και, κατά συνέπεια, παύει να ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπ' όψη τον ισχυρισμό των αναιρεσειόντων, ως εναγόντων και εκκαλούντων, σύμφωνα με τον οποίο η από 15-9-1998 τροποποίηση του καταστατικού του πρώτου εκ των αναιρεσιβλήτων, ταμείου επικουρικής ασφαλίσεως που δεν έχει νομική προσωπικότητα, η οποία είχε αποφασισθεί κατά πλειοψηφία με ταυτόχρονη απόφαση της γενικής συνελεύσεως των μελών αυτού και επί της οποίας στηρίχθηκε ο κατά τους αναιρεσείοντες ζημιογόνος υπολογισμός του εφ' άπαξ ποσού, το οποίο είχαν λάβει από το ταμείο κατά την αποχώρησή τους από την ενεργό υπηρεσία, ήταν άκυρη, διότι στην πραγματικότητα συνιστούσε μεταβολή του σκοπού του πρώτου εκ των αναιρεσιβλήτων, η οποία δεν είχε αποφασισθεί ομοφώνως (ΑΚ 100). Παρατηρείται, όμως, ότι επί του εν λόγω ισχυρισμού το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφαση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπησή της, ότι το ζήτημα της ακυρότητας της από 15-9-1998 αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μελών του πρώτου εκ των αναιρεσιβλήτων είχε αποτελέσει ήδη αντικείμενο ετέρας, αυτοτελούς δικαστικής διάγνωσης και είχε λυθεί αποφατικώς από την καταστάσα αμετάκλητη 4072/1999 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί η τότε ασκηθείσα αγωγή ακυρώσεως της εν λόγω αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως. Ήτοι, εμμέσως, πλην σαφώς, το Εφετείο απάντησε επί του ισχυρισμού. Αλλά, πέραν τούτου, ο περί ακυρότητας ισχυρισμός, προβαλλόμενος παρεμπιπτόντως στην παρούσα δίκη (ήτοι όχι με αυτοτελή αγωγή) προς θεμελίωση του αιτήματος των ενδίκων, από 15-7-2003 και 30-7-2003 (ημερομηνίες καταθέσεως) αγωγών των αναιρεσειόντων, ήταν απαράδεκτος και, ως εκ τούτου, μη ουσιώδης και μη δημιουργικός υποχρεώσεως του δικαστηρίου της ουσίας να τον λάβει υπ' όψη ή να απαντήσει αιτιολογημένα επ' αυτού. Επομένως, ο εξεταζόμενος πρώτος λόγος της αιτήσεως, με τον οποίο υποστηρίζεται το αντίθετο και προβάλλεται η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.8 περ. β' ή, άλλως, αρ.19 ΚΠολΔ, είναι προεχόντως απαράδεκτος.
5.
Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης "αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης". Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση όταν στις αιτιολογίες, που συνιστούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε. Αντιθέτως, η απόφαση δεν στερείται από νόμιμη βάση όταν οι ανωτέρω ελλείψεις αφορούν στα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου ή ανάγονται στην αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων (ΚΠολΔ 561 παρ.1) και ειδικότερα στην ανάλυση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αρκεί τούτο να εκτίθεται στην απόφαση σαφώς. Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο, απαντώντας επί του ισχυρισμού των αναιρεσειόντων (τότε εκκαλούντων και εναγόντων) περί του ότι οι αναιρεσίβλητοι (τότε εφεσίβλητοι και εναγόμενοι) είχαν προβεί στην, δυσμενή για τα οικονομικά τους συμφέροντα, τροποποίηση του καταστατικού του πρώτου εξ αυτών, ταμείου επικουρικής ασφαλίσεως, χωρίς να υφίσταται αποχρών λόγος και χωρίς να προηγηθεί αναλογιστική μελέτη, δέχτηκε με την προσβαλλομένη απόφασή του ότι κατά την εν λόγω τροποποίηση "η μετατροπή του συστήματος παροχών [του ταμείου] από διανεμητικό προκαθορισμένων παροχών σε κεφαλαιοποιητικό προκαθορισμένων εισφορών πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με επιστημονικά αποδεκτή μέθοδο, που εφάρμοσαν οι αναλογιστές" του πρώτου εκ των αναιρεσιβλήτων, χωρίς να παραθέτει [το Εφετείο] τα δεδομένα ή τα συμπεράσματα της μεθόδου αυτής ούτε τους λόγους ή τα κριτήρια δυνάμει των οποίων η μέθοδος αυτή ήταν, πράγματι, επιστημονικώς αποδεκτή. Παρατηρείται, όμως, ότι η προβαλλομένη έλλειψη αιτιολογίας δεν ανάγεται σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, αλλά αναφέρεται στην ανάλυση του αποδεικτικού πορίσματος, το οποίο, πάντως, παρατίθεται σαφώς. Ειδικότερα, κατά τα εκτιθέμενα στο αναιρετήριο, η ουσιώδης παραδοχή ήταν το ότι η τροποποίηση του καταστατικού ως προς το σύστημα των παροχών του ταμείου έγινε ύστερα από επιστημονικά αποδεκτή αναλογιστική μελέτη, ήτοι όχι κατά την αυθαίρετη κρίση ή επιθυμία των μελών της εκτελεστικής επιτροπής αυτού, που θα μπορούσε να δημιουργήσει συμβατική ή και εξωσυμβατική ευθύνη ως γενεσιουργό αιτία των ενδίκων απαιτήσεων. Τα επί πλέον, ήτοι όλα όσα επικαλούνται οι αναιρεσείοντες ως συνιστώντα έλλειψη αιτιολογίας, αποτελούν περιστατικά τα οποία συνέβαλαν στη διαμόρφωση της αναιρετικώς ανέλεγκτης κρίσης του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την προαναφερθείσα ουσιώδη και σαφή παραδοχή και τα οποία δεν ήταν απαραίτητο να εκτεθούν στην αιτιολογία. Επομένως, ο εξεταζόμενος λόγος της αιτήσεως, με τον οποίο προβάλλεται η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος, κατά τα λοιπά δε πλήττει απαράδεκτα τις ουσιαστικές παραδοχές του Εφετείου (ΚΠολΔ 561 παρ.1).
6.
Επειδή, σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως (πρβλ. ΑΠ 587/2012, με αναιρεσείοντες απλούς ομοδίκους των ήδη αναιρεσειόντων, κατά της αυτής αποφάσεως, με πρόσθετους λόγους από την ΚΠολΔ 559 αρ.8, οι οποίοι δεν προβλήθηκαν εν προκειμένω και δεν ήταν δυνατό να ερευνηθούν αυτεπαγγέλτως, κατά την ΚΠολΔ 562 παρ.4), πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα του πρώτου από τους αναιρεσίβλητους, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα του τελευταίου (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΘΕΩΡΕΙ μη ασκηθείσα την από 21-12-2010 αίτηση για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, ως προς τους αναιρεσείοντες Β. Ν. και Ε. Ν., με την ιδιότητα των κληρονόμων του ήδη αποβιώσαντος αρχικού διαδίκου Π. Ν..
ΘΕΩΡΕΙ μη ασκηθείσα την ως άνω αίτηση αναιρέσεως ως προς τους αναιρεσίβλητους Π. Σ., Γ. Κ., Γ. Π., Κ. Ο., Η. Π., Π. Ρ., Ε. Α., Δ. Ζ., Σ. Σ., Η. Μ., Ι. Γ., Γ. Ρ., Σ. Γ., Κ. Κ., Β. Ζ., Ι. Δ., Μ. Α., Γ. Φ., Α. Μ., Μ. Μ. και Γ. Κ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατά τα λοιπά την από 21-12-2010 αίτηση για αναίρεση της 3019/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών. -Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα του πρώτου από τους αναιρεσίβλητους.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 12η Ιουνίου 2014. -Και
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 17η Ιουνίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ