Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Δυσφήμηση απλη, Τύπος.
Περίληψη:
Απλή δυσφήμηση δια του τύπου. Δεν κατονομάζεται το πρόσωπο του δυσφημησθέντος, όμως "φωτογραφίζεται". Δημοσίευμα με τη μορφή προτάσεων που δημιουργούν όμως βεβαιότητα για την συμπεριφορά του θιγομένου. Απορρίπτει λόγους αναίρεσης για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου 369, 367 ΠΚ και έλλειψη αιτιολογίας.
Αριθμός 1482/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ανδρέα Δουλγεράκη - Εισηγητή και Γεώργιο Αδαμόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Μαΐου 2009, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Παπαπέτρο, περί αναιρέσεως της 1397/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Λαρίσης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον ..., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Γιώτσα.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Λαρίσης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Νοεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1905/2008.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 362 του Π.Κ. "όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή, κατά δε το άρθρο 363 ΠΚ, "Αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών" και κατά το άρθρο 361 ίδιου Κώδικα (εξύβριση) "όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή έργο, ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους". Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου για κάποιον άλλον γεγονότος που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, β) το γεγονός αυτό να είναι ψευδές και ο δράστης να τελεί εν γνώσει της αναλήθειάς του και γ) δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και τη θέληση να ισχυρισθεί ή διαδώσει αυτό το βλαπτικό γεγονός. Αν ο δράστης δεν γνώριζε το ψευδές του γεγονότος, που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ή είχε γι' αυτό αμφιβολίες, δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, παραμένει όμως η απλή δυσφήμηση, η οποία είναι δυνατόν να διαπραχθεί και όταν δεν κατονομάζεται το πρόσωπο που δυσφημήσθηκε, σαφώς όμως τούτο, καθ' οιονδήποτε τρόπο, υποδηλώνεται ή, κατά το κοινώς λεγόμενο, "φωτογραφίζεται, από το σύνολο του περιεχομένου προφορικού ή γραπτού λόγου. Περαιτέρω, ως γεγονός, κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, νοείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή στο παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρελθόν ή στο παρόν που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 367 του ΠΚ, προκύπτει ότι αίρεται κατ' αρχήν ο άδικος χαρακτήρας της εξυβρίσεως και απλής δυσφημήσεως, εκτός από άλλες περιπτώσεις και όταν η προσβλητική της τιμής και της υπόληψης άλλου εκδήλωση γίνεται για την εκτέλεση νόμιμου καθήκοντος ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος του δράστη ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον, με τον απαραίτητο όμως όρο, ότι η εκδήλωση αυτή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αποτελεί το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο για την εκτέλεση του καθήκοντος, τη διαφύλαξη του δικαιώματος ή την ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος μέτρο, χωρίς τη χρήση του οποίου δεν θα ήταν δυνατή η πραγματοποίηση τους με άλλον τρόπο και εφόσον δεν προκύπτει σκοπός εξύβρισης, από τον τρόπο της εκδήλωσης και τις περιστάσεις τέλεσης της. Τέτοιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον έχει και ο δημοσιογράφος, ως προς τη δημοσίευση ειδήσεων σχετικών με τις πράξεις και τη συμπεριφορά προσώπων για τα οποία ενδιαφέρεται το κοινωνικό σύνολο, ώστε να είναι επιτρεπτά δημοσιεύματα με σκοπό την πληροφόρηση, ενημέρωση και κατατόπιση του κοινού, έστω και αν συνοδεύονται από οξεία κριτική ή δυσμενείς χαρακτηρισμούς των προσώπων στα οποία αναφέρονται. Αλλά και στην περίπτωση αυτή δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξεως της εξύβρισης ή της δυσφήμησης, όταν τα δημοσιεύματα υπερβαίνουν το αντικειμενικώς αναγκαίο μέτρο για την ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση του κοινού, με βάση αληθινά και όχι ψευδή ή παραπλανητικά γεγονότα. Οφείλει όμως ο δημοσιογράφος, ιδίως αν πρόκειται για δημοσίευμα που θίγει έντονα την τιμή και την υπόληψη του αναφερόμενου σ' αυτό, να εξακριβώσει πριν τη δημοσίευση, την αλήθεια των δυσφημιστικών γεγονότων, χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί, σε αντίθετη περίπτωση, ότι η παράδοση σε δημόσια ανυποληψία του δυσφημούμενου προσώπου τελεί σε αναλογία με την κοινωνική αποστολή του τύπου, για ενημέρωση του κοινού ή ότι αποτελεί αυτή το επιβεβλημένο μέσο άσκησης του έργου της ενημέρωσης. Εξάλλου, η, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον κατ' άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, υπάρχει, όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, εκτίθενται σε αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των δεκτών γενόμενων πραγματικών περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ως προς τις αποδείξεις δε, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση κατ' είδος, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας, αποδίδει σε τέτοια διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει πράγματι αυτή ή δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε καθώς και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισμα της απόφασης (αναγόμενο στα στοιχεία και την ταυτότητα του οικείου εγκλήματος), που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο, για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Λάρισας, που δίκασε κατ' έφεση, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, και ειδικότερα από τη δίχως όρκο κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης και την απολογία του κατηγορουμένου, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "Ο κατηγορούμενος είναι δημοσιογράφος και υπεύθυνος έκδοσης της εβδομαδιαίας τοπικής (στο νομό ...) κυκλοφορίας εφημερίδας με τον τίτλο "...". Στο φύλλο της εφημερίδας του, που κυκλοφόρησε στο ... και σε ολόκληρο το νομό ... την ..., προηγούμενη ημέρα των δημοτικών εκλογών, καταχώρησε στην πρώτη σελίδα ένα μονόστηλο που είχε τον τίτλο "ΒΟΜΒΑ στον ΔΗΜΟ ...?". Στη συνέχεια δημοσίευσε μία έγχρωμη φωτογραφία που απεικόνιζε ένα μεταλλικό στύλο προσθέτοντας τα εξής: "Έκθετες οι τεχνικές υπηρεσίες του Δήμου .... Σήμερα αποκαλύπτουμε δύο φωτογραφικά ντοκουμέντα που βάζουν φωτιά στις τεχνικές υπηρεσίες και εκθέτουν τους εκπροσώπους τους". Το μονόστηλο αυτό δεν σταματούσε εκεί, αλλά παρέπεμπε σε άλλη σελίδα της εφημερίδας, όπου υπήρχε το ακόλουθο δημοσίευμα με επικεφαλίδα "ΡΕΠΟΡΤΑΖ" και τίτλο "φωτογραφικά ντοκουμέντα (βόμβα) για το Δήμο .... εκτεθειμένες οι Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου ..". Στο "ρεπορτάζ" αυτό αναφέρονταν τα εξής: "Σήμερα αποκαλύπτουμε μόνο φωτογραφικά ντοκουμέντα που βάζουν φωτιά στις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου ... και εκθέτουν ανεπανόρθωτα τον εκπρόσωπο τους. Ο λόγος είναι σαφής, αφού απεικονίζεται ολοφάνερα στις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε, μία ημέρα προ των εκλογών μετά πόνου ψυχής. Τα εν λόγω φωτογραφικά ντοκουμέντα, όπως παρατηρείτε, αφορούν σε στύλο ηλεκτροφωτισμού του Δήμου ..., όπως αντιλαμβάνεται κανείς παρατηρώντας το λογότυπο με την "Λ1" στη βάση του. Ένας στύλος, που ξαφνικά βρέθηκε εγκατεστημένος σε συγκρότημα ενοικιαζόμενων δωματίων τεράστιας οικονομικής αξίας σύμφωνα με τους κατοίκους της περιοχής κι άγνωστης προς το παρόν ιδιοκτησίας, το οποίο υψώνεται πάνω από τη λίμνη .... Αλήθεια όμως, τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά κύριοι των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ...? Πως θα μπορούσε ο κάθε ..., συμπολίτης μας, να αισθανθεί αντικρύζοντας τούτες τις φωτογραφίες, που απεικονίζουν αυτά για τα οποία τόσα πληρώνει, να βρίσκονται- με ύποπτο τρόπο αποκτημένα-σε στέγες ιδιωτικές? - Σε ποιόν άραγε να ανήκει αυτό το τεράστιο συγκρότημα ενοικιαζόμενων δωματίων αλλά και πως κατόρθωσε να αποκτήσει τους στύλους ηλεκτροφωτισμού του Δήμου ...? Όλα τα παραπάνω αποτελούν ερωτήματα, που αν μη τι άλλο θα έπρεπε να έχουν απαντηθεί από τους εκπροσώπους, τουναντίον όμως και επειδή φρονούμε πως για τους παραπάνω λόγους είναι ήδη εκτεθειμένοι, τον λόγο ίσως πρέπει να πάρει και γι' αυτό το θέμα η δικαιοσύνη, στην διάθεση της οποίας η εφημερίδα "..." θέτει δημόσια τα εν λόγω φωτογραφικά ντοκουμέντα και παραμένει στη διάθεση των αρχών". Στο κάτω μέρος της ίδιας σελίδας ο κατηγορούμενος είχε καταχωρήσει μία φωτογραφία, η οποία απεικόνιζε ένα μέρος από το κτιριακό συγκρότημα " ενοικιαζόμενων δωματίων" που διατηρεί στη ... η σύζυγος του πολιτικώς ενάγοντος Σ1. Στη φωτογραφία και στο κέντρο αυτής εμφαντικά τονιζόταν ένας επιδαπέδιος μεταλλικός στύλος φωτισμού. Περιέκλειε δε το λογότυπο "Λ1" που ήταν πάνω σε μεταλλικό στύλο, για λόγους έμφασης, μέσα σε ένα κύκλο. Το δημοσίευμα αυτό και η επιμέλεια δημοσιεύσεως του φωτογραφικού υλικού που το συνόδευε ήταν έργο του κατηγορουμένου, πράγμα το οποίο και ο ίδιος δεν αρνείται. Από το συνδυαστικό περιεχόμενο του κειμένου και της φωτογραφίας ευχερώς γίνεται αντιληπτό στο αναγνώστη ότι τα διαλαμβανόμενα στο δημοσίευμα αναφέρονται στον πολιτικώς ενάγοντα, ο οποίος τότε ήταν ήδη αντιδήμαρχος του Δήμου ... και λόγω των αρμοδιοτήτων του προϊστάμενος των τεχνικών υπηρεσιών, αρμόδιος για την προμήθεια του Δήμου ...-πλην άλλων και-για μεταλλικούς στύλους για το δημοτικό φωτισμό. Μάλιστα ήταν και πάλι υποψήφιος για το δημοτικό συμβούλιο στις επικείμενες προ του δημοσιεύματος εκλογές. Επίσης το συγκρότημα των "ενοικιαζόμενων δωματίων" στη ... που απεικόνιζε η δημοσιευόμενη φωτογραφία ήταν γνωστό σε όλο το νησί και στον κατηγορούμενο που έκανε το ρεπορτάζ ότι ανήκει στη σύζυγο του πολιτικώς ενάγοντος. Είναι απόλυτα σαφές ότι η είδηση που διοχετεύθηκε στο αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας μέσω αυτού του δημοσιεύματος είναι ότι ο προϊστάμενος των τεχνικών υπηρεσιών και υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος αφαίρεσε παράνομα υλικό του Δήμου ... και συγκεκριμένα ένα μεταλλικό στύλο ηλεκτροφωτισμού και τον παρέδωσε στη σύζυγο του Σ1 προκειμένου να τον τοποθετήσει στο δικό της κτιριακό συγκρότημα. Η είδηση όμως αυτή ήταν ψευδής διότι η σύζυγος του πολιτικώς ενάγοντος Σ1 είχε αγοράσει τον στύλο αυτό το έτος 2001 αντί τιμήματος από την εταιρία με την επωνυμία "... Ο.Ε." που κατασκευάζει τέτοιους στύλους. Μάλιστα έχουν εκδοθεί για την πώληση αυτή τα σχετικά φορολογικά παραστατικά (αριθ. δελτίου αποστολής ... και τιμολογίου ...). Είναι η ίδια εταιρία που προμήθευε με δημόσιο διαγωνισμό με παρόμοιους στύλους φωτισμού και το δήμο ..., αλλά η διαφορά του στύλου της φωτογραφίας που αγόρασε η σύζυγος με τους στύλους που αγοράζει και χρησιμοποιεί ο Δήμος ... είναι αρκετά εμφανής. Οι στύλοι του δήμου ... έχουν το λογότυπο "Δήμος ..." σε συνδυασμό με την εικόνα της "Λ1". Όλα αυτά ανάγλυφα με χυτό μέταλλο. Ο στύλος της επίδικης φωτογραφίας, δηλαδή της συζύγου του πολιτικώς ενάγοντος, είχε ανάγλυφη μόνο την εικόνα της "Λ1". Το δημοσίευμα αυτό, του οποίου έλαβαν γνώση απροσδιόριστος αριθμός αναγνωστών, μπορούσε να βλάψει και πράγματι έβλαψε την τιμή και την υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος, αφού τον παρουσίαζε ως κλέφτη δημοτικής περιουσίας, δηλαδή ως παραβάτη του ποινικού κώδικα (παράνομη αφαίρεση υλικού που ανήκε στην κυριότητα του Δήμου ...).Το γεγονός ότι δεν αναφέρονταν ονομαστικά ο κατηγορούμενος δεν αναιρεί τα ανωτέρω διότι οι ειδικότεροι προσδιορισμοί που περιελάμβανε το δημοσίευμα μαζί με τη φωτογραφία και συγκεκριμένα ότι ο δράστης του καταγγελλόμενου γεγονότος ήταν ο προϊστάμενος των τεχνικών υπηρεσιών του δήμου ..., θέση που κατείχε ως αρμόδιος τότε αντιδήμαρχος ο πολιτικώς ενάγων, σε συνδυασμό με τη φωτογραφία που απεικόνιζε το δήθεν κλοπιμαίο στην αυλή του συγκροτήματος "ενοικιαζόμενων δωματίων" στη ..., το οποίο ήταν σε μεγάλο αριθμό προσώπων γνωστό ότι ανήκε στη σύζυγο του, "φωτογράφιζε" και καθιστούσε αναγνωστέο το πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος, αφού οι ιδιότητες που δίνονταν ανταποκρίνονταν μόνο σ' αυτόν. Ούτε πάλι ο τρόπος συντάξεως του δημοσιεύματος με τη μορφή των ερωτημάτων αναιρεί το θετικό χαρακτήρα του κειμένου για την είδηση που τελικά εκφράζει, διότι οι ερωτήσεις δίνονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε σε συνδυασμό με τη φωτογραφία να εξάγεται συγχρόνως και η απάντηση ότι ο προϊστάμενος των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου ..., δηλαδή ο πολιτικώς ενάγων, είναι κλέφτης δημοτικού υλικού φωτισμού. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος, αν και εκτέλεσε πλημμελώς τις υποχρεώσεις του ως δημοσιογράφος και δεν διασταύρωσε προηγουμένως τα πραγματικά στοιχεία του ρεπορτάζ του (ζητώντας πληροφορίες και παραστατικά αγοράς από τον πολιτικώς ενάγοντα και τη σύζυγο του, αλλά και εντοπίζοντας τις διαφορές των δημοτικών στύλων και του επίμαχου, όπως διευκρινίστηκαν παραπάνω), εν τούτοις υπάρχουν πολλές αμφιβολίες (ερμηνευόμενες υπέρ αυτού) ως προς το αν τελούσε εν γνώσει του ψεύδους του γεγονότος που κατάγγειλε. Το γεγονός ότι ο πολιτικώς ενάγων προμηθεύονταν για λογαριασμό του Δήμου ... στύλους φωτισμού από τον ίδιο προμηθευτή που την ίδια εποχή είχε προμηθευτεί και η σύζυγος του, δηλαδή την εταιρία "...Ο.Ε.", σε συνδυασμό με το ότι και ο στύλος που αγόρασε η σύζυγος του πολιτικώς ενάγοντος είχε ένα κοινό ανάγλυφο στοιχείο "Λ1" με τους στύλους του δήμου, δικαιολογούν αυτές τις αμφιβολίες, υπό την έννοια ότι ο κατηγορούμενος ενδεχομένως να πίστεψε τα καταγγελλόμενα ως αληθινά. Επομένως δεν στοιχειοθετείται, από υποκειμενική άποψη, το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως που του αποδίδεται. Πρέπει όμως να κηρυχθεί ένοχος του αδικήματος της απλής δυσφημίσεως (άρθρο 362 ΠΚ) διότι, όπως προαναφέρθηκε, διέδωσε με το δημοσίευμα ενώπιον των αναγνωστών του ψευδή γεγονότα σε βάρος του πολιτικώς ενάγοντος που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του. Ο αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι προέβη στη δημοσίευση αυτή από δικαιολογημένο ενδιαφέρον διότι ως δημοσιογράφος είχε υποχρέωση να ενημερώσει το κοινό του για τα πρόσωπα που συμμετείχαν στις επικείμενες τότε δημοτικές εκλογές στο ... πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος διότι από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη του(έγινε δηλαδή η δημοσίευση του δυσφημιστικού κειμένου) προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως του πολιτικώς ενάγοντος (άρθρο 367 παρ. 1 και 2 ΠΚ). Οι περιστάσεις που φανερώνουν το σκοπό αυτό είναι οι ακόλουθες: 1) Αν και γνώριζε το θέμα τουλάχιστον 15 ημέρες νωρίτερα, δεν φρόντισε να εξακριβώσει την αλήθεια, διασταυρώνοντας πληροφορίες. 2)Κράτησε και δημοσίευσε σκόπιμα το θέμα την τελευταία ακριβώς ημέρα πριν από τις εκλογές, ώστε να μη δώσει καμία ευκαιρία στον θιγόμενο πολιτικώς ενάγοντα να αμυνθεί κατ' αυτού με αντικρούσεις και αποκατάσταση της αλήθειας, έτσι ώστε (και σ' αυτό ακριβώς σκόπευε ο κατηγορούμενος) στον ψηφοφόρο και αναγνώστη να μείνει η (ψευδής και υποτιμητική για τον πολιτικώς ενάγοντα) εντύπωση ότι είναι κλέφτης. 3)Λίγες μόνο ημέρες νωρίτερα πριν από το δημοσίευμα η σύζυγος του πολιτικώς ενάγοντος, που προφανώς πληροφορήθηκε την επικείμενη δημοσίευση, πήγε στα γραφεία του κατηγορουμένου και διαμαρτυρήθηκε έντονα, δημιουργώντας μάλιστα οξύ επεισόδιο σε βάρος του. Και αυτό το γεγονός αποτέλεσε κίνητρο και συντέλεσε στο σχηματισμό της απόφασης του κατηγορουμένου να εκμεταλλευτεί την πληροφορία και να τη δημοσιεύσει την τελευταία στιγμή για να προσβάλει την τιμή και την υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος, δηλαδή για να τον εξυβρίσει, με απώτερο στόχο την πολιτική του ζημία ως υποψηφίου στις δημοτικές εκλογές. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κήρυξε τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα, ένοχο της πράξεως της απλής δυσφήμησης δια του τύπου, και τον καταδίκασε σε φυλάκιση τεσσάρων (4) μηνών, την εκτέλεση της οποίας, ανέστειλε επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε, το Τριμελές Εφετείο Λάρισας, διέλαβε στην απόφασή του, την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα αποδειχθέντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, οι αποδείξεις από τις οποίες αυτά προέκυψαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους υπήγαγε αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 14, 26 παρ. 1, 27 παρ. 1 εδ. α και 2, 363, 362 του ΠΚ και 1 Ν. 2243/1994. Ειδικότερα, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι το δημοσίευμα στο σύνολο του, ανεξαρτήτως αν κάποιες εκφράσεις διετυπώθησαν υπό μορφή ερωτήσεων, περιείχε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, υποπίπτον στις αισθήσεις του, καθόσον καθίστατο σαφές ότι ο πολιτικώς ενάγων, τον οποίο, για τους λόγους που ειδικότερα αναλύονται στο σκεπτικό της πληττόμενης απόφασης, ο κατηγορούμενος "φωτογράφιζε", προέβη στην αφαίρεση μεταλλικού στύλου ηλεκτροφωτισμού του Δήμου και τον τοποθέτησε σε τουριστικό συγκρότημα ενοικιαζόμενων δωματίων της συζύγου του στη .... Οι περί του αντιθέτου, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, αιτιάσεις, τις οποίες ο αναιρεσείων προβάλλει με τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους της αιτήσεως αναιρέσεως και ειδικότερα ότι: 1)τα περιστατικά για τα οποία καταδικάστηκε δεν συνιστούν γεγονότα αλλά αξιολογικές κρίσεις 2) με το δημοσίευμα τίθενται ερωτήσεις οι οποίες δεν συνιστούν πραγματικά γεγονότα 3) με την απόφαση γίνεται δεκτό ότι με το δημοσίευμα ο ίδιος εξέφρασε υπόνοια και εικασία για την τέλεση αξιόποινης πράξεως 4) με το δημοσίευμα δεν κατονομάζεται το πρόσωπο του προσβαλλόμενου και 5) υπάρχει αντίφαση μεταξύ της παραδοχής της απόφασης "το δημοσίευμα αυτό του οποίου έλαβαν γνώση απροσδιόριστος αριθμός αναγνωστών, μπορούσε να βλάψει και πράγματι έβλαψε την τιμή και την υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος, αφού τον παρουσίαζε ως κλέφτη δημοτικής περιουσίας, δηλαδή ως παραβάτη του ποινικού κώδικα (παράνομη αφαίρεση υλικού που ανήκε στην κυριότητα του Δήμου...)" και του κειμένου του δημοσιεύματος, όπως παρατίθεται σ' αυτήν, είναι αβάσιμες διότι: 1) το Δικαστήριο σαφώς δέχθηκε ότι α) το δημοσίευμα, περιείχε ως συμβάν του εξωτερικού κόσμου, την παράνομη αφαίρεση μεταλλικού στύλου ηλεκτροφωτισμού του Δήμου και την τοποθέτηση του σε τουριστικό συγκρότημα ενοικιαζομένων δωματίων της συζύγου του πολιτικώς ενάγοντος β) ανεξαρτήτως αν κάποιες εκφράσεις διετυπώθησαν υπό μορφή ερωτήσεων, όμως δόθηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε σε συνδυασμό με τη δημοσίευση της φωτογραφίας, να εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο προϊστάμενος των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου ... είναι κλέφτης δημοτικού φωτισμού γ) από το δημοσίευμα προκύπτει ότι με αυτό ο κατηγορούμενος παρουσίαζε τον πολιτικώς ενάγοντα ως κλέφτη δημοτικής περιουσίας δ)οι ειδικότεροι προσδιορισμοί που περιλάμβανε στο δημοσίευμα, όπως παραπάνω εκτέθηκαν, "φωτογράφιζαν" τον πολιτικώς ενάγοντα και 2) δεν προκύπτει αντίφαση μεταξύ των παραδοχών της απόφασης, αφού η παραδοχή ότι το δημοσίευμα παρουσίαζε ως κλέφτη δημοτικής περιουσίας τον πολιτικώς ενάγοντα, ταυτίζεται με το περιεχόμενο του δημοσιεύματος όπως τούτο, κατά τρόπο ανέλεγκτο, εκτιμήθηκε από το Δικαστήριο. Επομένως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι οι παραπάνω λόγοι αναιρέσεως. Περαιτέρω και οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ, αιτιάσεις, τις οποίες ο αναιρεσείων προβάλλει με τους πέμπτο και έκτο λόγους της αιτήσεως του, ότι 1) το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τα έγγραφα που ειδικότερα προσδιορίζει 2)δίχως αιτιολογία απέρριψε τον ισχυρισμό του από το άρθρο 367 ΠΚ και 3) υπάρχει αντίφαση μεταξύ των παραδοχών της απόφασης που αναφέρονται στην απόρριψη του ισχυρισμού αυτού, είναι αβάσιμες, διότι 1)στο προΐμιο της πληττόμενης απόφασης υπάρχει η βεβαίωση του Δικαστηρίου ότι, προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, έλαβε υπόψη του "την ανάγνωση των εγγράφων" από τη βεβαίωση δε αυτή καθίσταται βέβαιο ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα έγγραφα και συνεπώς και τα παραπάνω, από την τυχόν δε διαφορετική εκτίμηση του περιεχομένου των δεν συνάγεται το αντίθετο 2) με την παράθεση των πραγματικών περιστατικών, που προαναφέρθηκαν και τις ειδικότερες σκέψεις, που αναφέρονται στο σκεπτικό, επαρκώς αιτιολογείται η απόρριψη του ισχυρισμού του αναιρεσείοντος, ότι προέβη στο σχετικό δημοσίευμα από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, από το οποίο αποκλείεται το άδικο της πράξεως του, αφού με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία γίνεται δεκτό, ότι από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη προκύπτει σκοπός εξύβρισης και 3) μεταξύ των παραδοχών α) γνώριζε το θέμα 15 ημέρες νωρίτερα, δεν φρόντισε να εξακριβώσει την αλήθεια β)λίγες ημέρες απ' το δημοσίευμα η σύζυγος του πολιτικώς ενάγοντος, που πληροφορήθηκε τη δημοσίευση, πήγε στα γραφεία του κατηγορουμένου και δημιούργησε επεισόδιο και αυτό απετέλεσε δήθεν το κίνητρο για να δημοσιεύσει το άρθρο την τελευταία στιγμή και να πλήξει την τιμή του συζύγου της και 3) κράτησε και δημοσίευσε σκόπιμα το θέμα την τελευταία ημέρα πριν από τις εκλογές, ώστε να μη δώσει καμία ευκαιρία στο θιγόμενο ν' αμυνθεί και να μείνει η εντύπωση ότι είναι κλέφτης, δεν υπάρχει αντίφαση.
Συνεπώς, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι οι παραπάνω λόγοι αναιρέσεως, κατά το μέρος δε που με τον έκτο λόγο, πλήττεται, με την επίκληση, κατ' επίφαση, της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η περί τα πράγματα, αναιρετικά ανέλεγκτη, κρίση του Δικαστηρίου, ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος και πρέπει να απορριφθεί. Τέλος η, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ' ΣΤ' και Η' του ΚΠΔ, αιτίαση, την οποία ο αναιρεσείων προβάλλει με τον τέταρτο λόγο της αιτήσεως του, ότι οι παραδοχές της πληττόμενης απόφασης διαφέρουν εν μέρει από τις παραδοχές της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία κηρύχθηκε αθώος για την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφημήσεως σε βάρος της συζύγου του πολιτικώς ενάγοντος και συνεπώς το Εφετείο ανέτρεψε παραδοχές, που είχαν κριθεί με δύναμη δεδικασμένου, είναι απαράδεκτη και απορριπτέα, διότι δεδικασμένο αποτελούν μόνο τα τελικά συμπεράσματα, στα οποία το Δικαστήριο κατέληξε με την απόφαση και όχι οι κατ' ιδίαν σκέψεις ή τα πραγματικά περιστατικά με βάση τα οποία κατέληξε στην κρίση του.
Συνεπώς ο παραπάνω λόγος αναιρέσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως, προς εξέταση, πρέπει, να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρ. 176, 183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 14 Νοεμβρίου 2008 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της με αριθμό 1397/30-10-2008 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Λάρισας.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος, την οποία προσδιορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500)ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 2 Ιουνίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ