Θέμα
Αναιρέσεως απόρριψη, Ανθρωποκτονία από πρόθεση, Πρόσθετοι λόγοι.
Περίληψη:
Ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, όχι εν βρασμώ, α) έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, β) μειωμένος καταλογισμός 34, 36 ΠΚ, γ) τοξικομανής δεν είχε συνείδηση των πραττομένων, δ) εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσ. ποιν. διάταξης, πρόσθετοι λόγοι, ε) 83 και 133 ΠΚ, στ) κρίση περί τα πράγματα. Απορρίπτει και έξοδα.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1328/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Μπουρνάκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Νικόλαο Τσάκο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Δεκεμβρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου M. Y. του Y., κατοίκου ... και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Μαλανδρίνου, που εκπροσωπήθηκε από την δικηγόρο Ειρήνη Φωτιάδου, η οποία ορίσθηκε με την υπ’ αριθμ. 203/6-11-2015 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της υπ’ αριθ. 188, 189/2014 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Μαΐου 2015 αίτησή του αναίρεσης και στους από 16 Νοεμβρίου 2015 προσθέτους λόγους αυτής, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 616/2015.
Αφού άκουσε
Την ορισθείσα δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά την παρ. 1 του άρθρου 299 του ΠΚ "όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη" κατά δε την παρ.2 του ίδιου άρθρου "αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης". Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής με θετική ενέργεια ή με παράλειψη οφειλομένης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικώς δε δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση αφαιρέσεως της ζωής του άλλου ανθρώπου διαγιγνώσκεται δε από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν και τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη. Από τη διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του ανωτέρω άρθρου του ΠΚ προκύπτει ότι για την ποινική μεταχείριση του δράστη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, γίνεται διάκριση του δόλου σε προμελετημένο και απρομελέτητο. Στην πρώτη περίπτωση απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της πράξεως. Για την ύπαρξη βρασμού ψυχικής ορμής, που αποτελεί προϋπόθεση της επιεικεστέρης μεταχείρισης, πρέπει η υπερδιέγερση ενός συναισθήματος να έχει εξελιχθεί σε τέτοια ψυχική κατάσταση, ώστε να αποκλείεται η δυνατότητα του δράστη να σταθμίσει τα αίτια που τον ώθησαν στην τέλεση της πράξεως και εκείνα που τον συγκρατούσαν απ’ αυτήν, όχι όμως και να έφθασε σε κατάσταση διαταράξεως της συνειδήσεώς του κατά την έννοια των άρθρων 34 και 36 ΠΚ. Εξ άλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 193 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ ιδίου Κώδικος λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ’ αυτήν με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν, με γενική αναφορά στο είδος τους και χωρίς ανάγκη χωριστής μνείας σε κάθε μία από αυτές και αξιολογικής συσχετίσεως, καθώς και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Για το δόλο δεν υπάρχει ανάγκη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι αυτός ενυπάρχει στην παραγωγή των εκτιθέμενων περιστατικών που απαρτίζουν την έννοια της αξιοποίνου πράξεως και εξυπακούεται, εκτός αν ο νόμος αξιώνει για την ύπαρξη αυτού πρόσθετα στοιχεία ή είναι ενδεχόμενος. Η ως άνω αιτιολογία απαιτείται επίσης και για κάθε αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου. Αυτοτελείς είναι οι ισχυρισμοί που οδηγούν στην άρση του αδίκου χαρακτήρα της πράξεως, στην άρση ή τη μείωση του καταλογισμού του δράστη ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής. Τέτοιοι αυτοτελείς ισχυρισμοί είναι και οι ισχυρισμοί, οι οποίοι θεμελιούνται στις διατάξεις των άρθρων 34 και 36 ΠΚ. Σύμφωνα με την πρώτη τούτων "η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν, όταν τη διέπραξε, λόγω νοσηρής διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών ή διατάραξης της συνείδησης, δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του για το άδικο αυτό". Ενώ κατά την παρ.1 του άρθρου 36 ΠΚ αν εξαιτίας κάποιας από τις ψυχικές καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34, δεν έχει εκλείψει εντελώς, μειώθηκε όμως σημαντικά η ικανότητα για καταλογισμό που απαιτείται κατά το άρθρο αυτό επιβάλλεται ποινή ελαττωμένη (άρθρ. 83 ΠΚ). Επίσης και το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει ποινή ελαττωμένη σε όποιον κατά το χρόνο που τέλεσε αξιόποινη πράξη, είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο, όχι όμως και το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του. Στην περίπτωση δε αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 130 ( άρθρο 133 ΠΚ ). Εξάλλου, η τοξικομανία του εξαρτημένου χρήστη κατά την έννοια του άρθρου 30 παρ.1 του ν. 3459/2006 δηλαδή εκείνου που έχει αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, την οποία δεν μπορεί να αποβάλλει με δικές του δυνάμεις, δεν οδηγεί στην έλλειψη της ικανότητας προς καταλογισμό, αν δεν συντρέχει μία από τις αναφερόμενες στο άρθρο 34 ΠΚ προϋποθέσεις και τέλος ως προς τον προσδιορισμό της ηλικίας του κατηγορουμένου για την εφαρμογή του άρθρου 133 ΠΚ, δεν αρκεί η δήλωση αυτού περί του καθορισμού της ηλικίας του αλλά πρέπει να προκύπτει αυτή από τις παραδοχές της απόφασης. Στην προκείμενη περίπτωση με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 188,189/2014 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος, για την πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση την οποία τέλεσε, ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και την πράξη της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας του επιβλήθηκε για την πρώτη η ποινή της ισοβίου κάθειρξης και για τη δεύτερη η ποινή της φυλάκισης του ενός ( 1 ) έτους και χρηματική ποινή εξακοσίων ( 600 ) ευρώ και για την τρίτη ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους. Στη συνέχεια επαύξησε την ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο για την πράξη της παράνομης οπλοφορίας, κατά έξι ( 6 ) μήνες από την ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους, που επιβλήθηκε σ’ αυτόν για την πράξη της οπλοχρησίας και επέβαλε συνολική ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους και έξι (6) μηνών. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, δέχθηκε ανελέγκτως, κατά πιστή αντιγραφή τα ακόλουθα: "Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, ειδικότερα, από τις καταθέσεις των μαρτύρων Π. Κ. και Ι. Σ., οι οποίοι εξετάσθηκαν, κατά νόμο, στο ακροατήριο και οι καταθέσεις τους περιέχονται στα πρακτικά συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, ως άνω, από την με ημερομηνία 12.3.2012 "έκθεση ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης", που έχει συνταχθεί από τον Α. Β. Τ., ψυχίατρο - ψυχοθεραπευτή, διορισθέντα, ως πραγματογνώμονα, δια της 158/22.2.2012 Διατάξεως του Ανακριτή του 9ου τακτικού τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών και αφορά τον κατηγορούμενο καθώς από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που αναγνώσθηκαν και τις εξήντα [60] έγχρωμες φωτογραφίες, που επισκοπήθηκαν, μετά της εκκαλουμένης αποφάσεως και των πρακτικών της, σε συνδυασμό προς την απολογία του εκκαλούντος -κατηγορουμένου στο παρόν Δικαστήριο, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 17.1.2012, ώρα 19.35, στην Αθήνα, ο κατηγορούμενος M. Y. καταδίωκε τον M. S., επί της οδού ..., τον πρόλαβε στο ύψος του αριθμού … και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, θέλοντας να τον θανατώσει, τον έπληξε, δύο φορές, στη θωρακική χώρα, με τη χρήση ενός μαχαιριού και του προκάλεσε "τυφλό τραύμα του θώρακος μετά τρώσεως της καρδίας" (βλ. την …/6.2.2012 "ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας -νεκροτομής). Από το τραύμα αυτό, ως μόνη ενεργός αιτία, επήλθε αμέσως ο θάνατος του M. S.. Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος τράπηκε σε φυγή. Ειδικότερα: Το θύμα M. S. του F. και της N. γεννήθηκε, την 15.5.1994 και ήταν υπήκοος Αφγανιστάν. Ο κατηγορούμενος, κατά την εκτέλεση της ανθρωποκτονίας, είχε προμελετημένο (ρόλο) δηλ. είχε τη δυνατότητα να σταθμίσει τα αίτια, που τον ώθησαν στην πράξη του. Τα αίτια ήταν οικονομικές διαφορές του με το θύμα M. S., από διακίνηση ναρκωτικών. Σύμφωνα με τη νεκροψία -νεκροτομή, ο θανών M. S. είχε "επί της αριστεράς προκαρδίου χώρας, τραύμα με χείλη ομαλά μήκους 4 cm ", "επί της δεξιάς υποχονδρίου χώρας, τραύμα με χείλη ομαλά μήκους 2,5 cm ελαχίστου βάθους, περιοριζόμενο στα μαλακά μόρια υποδορίως" καθώς και "οιδηματική θλάση, εκχύμωση και εκδορά κάτω χείλους του στόματος αριστερά", ενώ "ο τραυματικός πόρος αρχίζει εκ του τραύματος της αριστεράς προκαρδίου χώρας και, δια του 5ου μεσοπλευρίου, εισέρχεται στη θωρακική κοιλότητα και, δια τρώσεως του περικαρδίου, προκαλεί τρώσιν της πλαγίας επιφανείας της καρδίας προς την κορυφήν". Το έγκλημα της ανθρωποκτονίας, ως άνω, ο κατηγορούμενος τέλεσε, με τη χρήση μαχαιριού, το οποίο έφερε παρανόμως μαζί του και ήταν πρόσφορο για επίθεση και άμυνα, μπορούσε δε, να επιφέρει σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας ατόμου. Ο εντοπισμός του, την 25.1.2012, ώρα 11.15, στην Αθήνα, επί της συμβολής των οδών ..., επετεύχθη μετά από πληροφορίες στην Αστυνομία [Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αθηνών - Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας της Γενικής Αστυνομικής Διευθύνσεως Αττικής] και συντονισμένη επιχείρηση από αστυνομικούς αυτής της Υποδιευθύνσεως. Μετά τη σύλληψη, την 25.1.2012, κατά νόμο, στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αττικής, ο κατηγορούμενος αναγνωρίσθηκε, ανεπιφύλακτα, ως ο δράστης, από τον ως άνω αυτόπτη μάρτυρα Π. Κ.. Από την 25.1.2012 [ημερομηνία συλλήψεως], ο κατηγορούμενος κρατήθηκε, συνεχώς, μέχρι την 12.12.2012 [ημερομηνία δημοσιεύσεως - απαγγελίας της πρωτόδικης αποφάσεως], δυνάμει του 1/27.1.2012 Εντάλματος Προσωρινής Κρατήσεως, το οποίο εκδόθηκε, σε βάρος του, από τον Ανακριτή του 9ου τακτικού τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών. Κατά την αυτεπάγγελτη αστυνομική προανάκριση (άρθρο 243 ΚΠΔ), διενεργήθηκαν [και] οι παρακάτω πράξεις: i. Φωτογραφήθηκε ο χώρος του συμβάντος από συνεργείο της Διευθύνσεως Εγκληματολογικών Ερευνών, ii. Διενεργήθηκε στο πτώμα του θύματος M. S. "τοξικολογική εξέταση", σε βιολογικό υλικό [ούρα - αίμα] και διαπιστώθηκε, κατά την οικεία με αριθμό …/6.2.2012 "εργαστηριακή έκθεση τοξικολογικής εξέτασης" ότι "τα ούρα του πτώματος περιέχουν μεκονίμη, κωδεϊνη, μορφίνη, 6 - μονοακέτυλο μορφίνη [μεταβολίτης της ηρωίνης - οπιούχα παράγωγα] καθώς και καφεΐνη και παρακεταμόλη [αναλγητικά φάρμακα]", iii. Κατεσχέθησαν όλα τα αντικείμενα, που υπήρχαν στα "θυλάκια" του παντελονιού του [θύματος], ήτοι, κατασχέθησαν "ένας [1] αναπτήρας, ένα [1] πακέτο τσιγάρων μάρκας WISTON, περιέχον δώδεκα [12] τσιγάρα, ένα [1] κινητό τηλέφωνο μάρκας NOKIA, το χρηματικό ποσό των διακοσίων [200] ευρώ και μία [1] αυτοσχέδια πλαστική συσκευασία, περιέχουσα άγνωστη ουσία [πιθανόν ηρωίνη], συνολικού μικτού βάρους [0,7] γραμμαρίων". Η οικεία, με ημερομηνία 17.1.2012, "έκθεση αυτοψίας και κατάσχεσης" έχει, όπως παρακάτω .... Περαιτέρω, ως προς τους πιο πάνω ισχυρισμούς του κατηγορουμένου από τα άρθρα 34 ΠΚ, 36 ΠΚ, 84 παρ.2 .α Π Κ και 133 Π Κ, λεκτέα τα εξής: Α.- Ο κατηγορούμενος, μετά από εξέταση του, χωρίς εργαστηριακό έλεγχο, στο χρονικό διάστημα από 23.2.2012 μέχρι 12.3.2012, από πραγματογνώμονα διαπιστώθηκε, ως "τοξικομανής". Ειδικότερα, στο "συμπέρασμα" της οικείας, με ημερομηνία 12.3.2012, "εκθέσεως ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης" του Α. Β. Τ., ψυχιάτρου - ψυχοθεραπευτή, διορισθέντος ως πραγματογνώμονα, κατά την κυρία ανάκριση, αναφέρεται: "Ο Y. M. αναφέρει χρήση ηρωίνης με την ενέσιμη οδό [ενδοφλέβια και ενδομυϊκή]. Τα όσα αναφέρει επιβεβαιώνονται με την επισκοπική του εικόνα καθώς υφίσταται ανεπάρκεια σκιαγράφησης επιφανειακού φλεβικού δικτύου των άκρων και πολλαπλά σημάδια από παλιές κυρίως θρομβώσεις. Κατά την επιστημονική μου άποψη, ανήκει στα εξαρτημένα άτομα [κριτήρια 5] και χρήζει ειδικού θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης. Κύρια ουσία εξάρτησης θεωρείται η ηρωίνη, που του προκαλεί ισχυρή σωματική, αλλά και ψυχολογική εξάρτηση". Εν τούτοις, δεν προέκυψε, από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι ο κατηγορούμενος, πέραν της "τοξικομανίας" του, είχε, κατά την 17.1.2012, νοσηρή διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών - διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών του από παθολογικά αίτια [ψυχώσεις, νευρώσεις, ψυχοπάθειες -ασθένειες διάνοιας, παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου] ή διατάραξη της συνειδήσεως [περιορισμός της ικανότητας του να έχει σαφή παράσταση των νοητικών και συναισθηματικών βιωμάτων του - μερική διάσταση από το συνειδέναι του εξωτερικού κόσμου]. Έτσι, οι πιο πάνω ισχυρισμοί του κατηγορουμένου από τα άρθρα 34 Π Κ ή 36 Π Κ, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Β.- Κατά το πιο πάνω αποδεικτικό υλικό, ο κατηγορούμενος διαμένει στην Αθήνα, χωρίς μόνιμο κατάλυμα και δεν εργάζεται βιοποριστικά στην Ελλάδα ούτε έχει οικογένεια [δική του ή γονική] στην Ελλάδα, ακόμη, δεν προέκυψαν περιστατικά θετικής και επωφελούς για την κοινωνία συμπεριφοράς του κατηγορουμένου, ενώ δεν αρκεί μόνο η απουσία επίμεμπτης δραστηριότητας του μέχρι την τέλεση των διωκομένων αξιοποίνων πράξεων. Έτσι, ο πιο πάνω ισχυρισμός του για την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 περίπτωση α ΠΚ προς μείωση της ποινής του, κατά το άρθρο 83 ΠΚ, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Γ.- Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει ποινή ελαττωμένη (άρθρα 83 ΠΚ), σε όποιον, κατά τον χρόνο, που τέλεσε αξιόποινη πράξη είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο [18°], όχι όμως και το εικοστό πρώτο [21°], έτος της ηλικίας του (άρθρο 133 ΠΚ). Η επιβολή ελαττωμένης ποινής είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική για το δικαστήριο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να καταγνώσει πλήρη ή ελαττωμένη ποινή. Αν το δικαστήριο επιβάλλει μειωμένη ποινή, δεν καταγιγνώσκεται, σε καμία περίπτωση, στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (άρθρα 130 παρ.2, 59 - 61 ΠΚ) ή παραπομπή σε κατάστημα εργασίας (άρθρα 130 παρ.2,72 ΠΚ). Στην προκειμένη περίπτωση, δεν συντρέχει νόμιμος, κατά το άρθρο 133 ΠΚ, λόγος για την επιβολή ελαττωμένης ποινής, διότι δεν προκύπτει ο αληθής χρόνος γεννήσεως του κατηγορουμένου. Ειδικότερα, τα στοιχεία ταυτότητας του κατηγορουμένου, μεταξύ αυτών και η ηλικία του, προκύπτουν, μόνο, κατά τη δήλωση του, ενώ δεν υπάρχει οποιοδήποτε έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο. Έτσι, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου από το άρθρο 133 ΠΚ είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Μετά ταύτα ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, κατά την ασκηθείσα ποινική δίωξη των αξιοποίνων πράξεων, που συρρέουν αληθώς (άρθρο 94 ΠΚ), α.-ανθρωποκτονίας από πρόθεση [με προμελετημένο δόλο], β.- παράνομης οπλοφορίας και γ.- οπλοχρησίας.
Με βάση τις παραδοχές αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε την απαιτούμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά καθώς και τις σκέψεις και τους νομικούς συλλογισμούς με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 27 παρ. 1, 94 παρ. 1, 299 παρ. 1 ΠΚ, 1 παρ. 1β, 10 παρ. 1 και 13 β, 14 ν.2168/1993, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή ή αντιφατική αιτιολογία και δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και αναφορικά με τις επιμέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος 1) πλήρως αιτιολογείται η ύπαρξη του υποκειμενικού στοιχείου με τη μορφή του αμέσου δόλου στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος ο οποίος ηθέλησε την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος με την παραδοχή ότι ο κατηγορούμενος θέλοντας να θανατώσει το θύμα του, τον έπληξε δύο φορές με το μαχαίρι που έφερε μαζί του σε καίριο σημείο του σώματός του, προκαλώντας τυφλό τραύμα στη θωρακική χώρα, από το οποίο (τραύμα), ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατος αυτού. 2) Αιτιολογείται, ότι ο αναιρεσείων βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση τόσο κατά το χρόνο λήψεως της αποφάσεως όσο και κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, ο κατηγορούμενος αποφάσισε να θανατώσει το θύμα ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, την ανθρωποκτόνο δε πρόθεση εκδήλωσε με το να πλήξει τον παθόντα με το μαχαίρι δύο φορές στη θωρακική χώρα. 3) Με την κατάφαση από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι ο δράστης αποφάσισε και τέλεσε το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση απορρίφθηκε εκ του πράγματος ο ισχυρισμός ότι η πράξη της ανθρωποκτονίας τελέστηκε σε βρασμό ορμής. 4) Αιτιολογείται πλήρως η απόρριψη του ισχυρισμού ότι ο αναιρεσείων ήταν ακαταλόγιστος ή πρόσωπο με μειωμένη ικανότητα προς καταλογισμό, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, ο τρόπος δράσης του αναιρεσείοντος, η με ιδιαίτερη ψυχραιμία θανάτωση του θύματος, η πλήξη του θύματος σε καίριο σημείο του σώματός του από τον αναιρεσείοντα, η διαφυγή του αναιρεσείοντος και η εξαφάνισή του από τον τόπο του εγκλήματος φανερώνουν ότι αυτός βρισκόταν σε πλήρη διαύγεια ενώ, κατά τις ίδιες παραδοχές, ο αναιρεσείων, ο οποίος ήταν τοξικομανής, δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο τέλεσης της πράξεως, είχε νοσηρή διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών ή διατάραξη της συνειδήσεώς του. 5) Με πλήρη αιτιολογία απορρίφθηκε ο ισχυρισμός περί ελαττωμένης ποινής κατ’ άρθρον 133 ΠΚ, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στη διάταξη του άρθρου 133 ΠΚ, διότι, κατά τις ίδιες παραδοχές δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως ο αναιρεσείων είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο όχι όμως και το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του. 6) Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των παραδοχών της απόφασης εκ του ότι στο προΐμιο της απόφασης αναφέρεται, ότι ο κατηγορούμενος γεννήθηκε το έτος 1992, αφού η αναφορά αυτή δεν αποτελεί παραδοχή της απόφασης. Και 7) Το σκεπτικό δεν εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού αλλά είναι εκτενές και περιέχει στοιχεία επιπλέον εκείνων που διαλαμβάνονται στο διατακτικό. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, οι οποίες με την επίφαση της έλλειψης της αιτιολογίας πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας είναι απαράδεκτες. Επομένως, οι σχετικοί από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠοινΔ λόγοι του κυρίου και του προσθέτου δικογράφου της αιτήσεως αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως είναι αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η αίτηση και οι με ιδιαίτερο δικόγραφο πρόσθετοι λόγοι για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 188, 189/2014 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 11-5-2015 αίτηση του M. Y. του Y., κατοίκου ... και τους με ιδιαίτερο δικόγραφο από 6-11-2015 προσθέτους λόγους για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 188, 189/2014 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Απριλίου 2016.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 27 Ιουλίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ