Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1085 / 2017    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναίρεση μερική, Αιγιαλός, Αιτιολογία.




Περίληψη:
Μεταβολή αιγιαλού και παραλίας και κατάληψη δημοσίου
κτήματος. Παραγραφή υπό όρο της ποινής που επιβλήθηκε για την
κατάληψη δημοσίου κτήματος με βάση το Ν. 4411/2016 πριν από τη
συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Υπέρβαση εξουσίας από το
δευτεροβάθμιο δικαστήριο ως προς το έγκλημα της κατάληψης δημοσίου
κτήματος, αφού αντί να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση της εφέσεως και
ya-διαβιβάσει την απόφαση ως προς το έγκλημα αυτό για να τεθεί από
τον Εισαγγελέα Εφετών στο αρχείο λόγω παραγραφής υπό όρο της
ποινής που επιβλήθηκε γΓάυ'τό, προχώρησε σε εκδίκαση της υποθέσεως
και για το έγκλημα αυτό και καταδίκασε και γι' αυτό τους αναιρεσείοντες
κατηγορουμένους. Όσον αφορά το έγκλημα της μεταβολής αιγιαλού και
παραλίας, η προσβαλλόμενη απόφαση έχει πλήρη, ειδική και
εμπεριστατωμένη αιτιολογία και δεν στερείται νομίμου βάσεως και η
αναίρεση ως'προς το έγκλημα αυτό είναι αβάσιμη και απορριπτέα. Δέχεται
εν μέρει τις αναιρέσεις για το έγκλημα της κατάληψης δημοσίου κτήματος.
Αναιρεί την προσβαλλόμενη απόφαση όσον αφορά το έγκλημα της
κατάληψης δημοσίου κτήματος και την ποινή που επιβλήθηκε γΓ αυτό
καθώς και ως προς τον καθορισμό συνολικής ποινής. Διατάσσει την διαβίβαση της πρωτόδικης αποφάσεως στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών για να τεθεί στο αρχείο κατά το μέρος που κηρύσσει ενόχους και καταδικάζει τους αναιρεσείοντες για την πράξη της κατάληψης δημοσίου κτήματος.





Αριθμός 1085/2017

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα - Εισηγητή, Γεώργιο Παπαηλιάδη και Μαρία Γκανιάτσου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Μαΐου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαϊδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1)Β. Σ. του Β., κατοίκου ... και 2)Ε. Χ. του Θ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Νικόλαο Σίνο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 5588/2016 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και oι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 24 Μαρτίου 2017 δύο αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...17.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να αναιρεθεί εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση οι από 24-3-2017 και με αριθμούς εκθέσεως …/2017 και …/2017 δύο αιτήσεις αναίρεσεως των κατηγορουμένων Β. Σ. του Β. και Ε. Χ. του Θ., αντίστοιχα, κατά της 5588/2016 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκαν αμφότεροι για από κοινού αυθαίρετη μεταβολή του αιγιαλού και της παραλίας και για από κοινού αυτογνώμονα κατάληψη δημοσίου κτήματος, οι οποίες πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας.
Από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου ένατου (9) του Ν. 4411/2016 (ΦΕΚ Α’ 142/03.08.2016), 2 και 14 του Π.Κ. και 568 του Κ.Ποιν.Δ. προκύπτει ότι οι στερητικές της ελευθερίας ποινές διάρκειας μέχρι έξι μηνών, που έχουν επιβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του άνω νόμου (3.8.2016), εφόσον δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και δεν έχουν μέχρι την ως άνω χρονολογία εκτιθεί, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών, ενώ οι μη εκτελεσθείσες κατά την παράγραφο 1 του άνω άρθρου αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατηγόρου κατά περίπτωση (παρ. 2 εδ. α του ως άνω νόμου). Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για την χρηματική ποινή που επιβλήθηκε μαζί με την στερητική της ελευθερίας ποινή που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, παρά το ότι δεν γίνεται ρητή μνεία. Τούτο διότι αν η νομοθετική βούληση ήταν να παραμείνει η χρηματική ποινή, θα γινόταν ρητή μνεία για την τύχη αυτής και δεν θα προβλεπόταν γενικώς η αρχειοθέτηση της δικογραφίας και γι’ αυτήν. Εξαιρούνται των ως άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που αφορούν παραβάσεις των άρθρων 81Α, 235, 236, 237, 242, 256, 258, 259, 358 και 390 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και των νόμων 927/1979 και 3304/2005. Εξάλλου, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις σαφώς προκύπτει ότι αυτές, σύμφωνα και με την από το άρθρο 94 παρ. 3 του Π.Κ. καθιερωμένη αρχή της αυτοτέλειας των ποινών που έχουν προσμετρηθεί στη "συνολική ποινή", αναφέρονται στις επιμέρους ποινές, έστω και αν έχουν προσμετρηθεί αυτές στη συνολική ποινή. Περαιτέρω, υπέρβαση εξουσίας που στοιχειοθετεί λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 στοιχείο Η’ του Κ.Ποιν.Δ., ο οποίος λαμβάνεται υπόψη και εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από τον Άρειο Πάγο, υπάρχει όταν το ποινικό δικαστήριο αποφάσισε για ζήτημα που δεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του (θετική υπέρβαση εξουσίας) και όταν παρέλειψε να αποφασίσει για ζήτημα που υπαγόταν στη δικαιοδοσία του και είχε υποχρέωση να αποφασίσει (αρνητική υπέρβαση εξουσίας). Υπέρβαση εξουσίας που εμπίπτει στη δεύτερη περίπτωση υπάρχει και όταν το δικαστήριο, καίτοι συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση και όφειλε να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση ποινικής υποθέσεως λόγω παραγραφής της ποινής που επιβλήθηκε γι’ αυτήν, προχώρησε στην ουσιαστική διερεύνηση της υποθέσεως και καταδίκασε τον κατηγορούμενο σε ποινή. Στην προκείμενη περίπτωση, από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Οι αναιρεσείοντες με την υπ’ αριθμό 6950/17-2-2015 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάσθηκαν για την πράξη της από κοινού μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας σε φυλάκιση ενός (1) έτους ο καθένας και για την πράξη της από κοινού κατάληψης δημοσίου κτήματος σε φυλάκιση έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή πεντακοσίων (500) ευρώ ο καθένας και καθορίστηκε κατά συγχώνευση των ποινών φυλακίσεως που τους επιβλήθηκαν συνολική ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους και τριών (3) μηνών για τον καθένα, η οποία συνολική ποινή ανεστάλη για αμφοτέρους επί τριετία. Οι ποινές αυτές που επιβλήθηκαν στους αναιρεσείοντες δεν είχαν καταστεί αμετάκλητες, ούτε είχαν εκτιθεί μέχρι την 3η Αυγούστου 2016, ημερομηνία που, όπως προαναφέρθηκε, άρχισε να ισχύει ο Ν. 4411/2016. Κατά της ως άνω αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, οι κατηγορούμενοι και ήδη αναιρεσείοντες, άσκησαν νομοτύπως και εμπροθέσμως τις με αριθμούς εκθέσεων …2015 και …2015 εφέσεις τους, οι οποίες εκδικάσθηκαν μετά την ισχύ του Ν. 4411/2016 και συγκεκριμένα στις 7-10-2016 και επί των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με αριθμό 5588/7-10-2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγιναν δεκτές οι εφέσεις των αναιρεσειόντων, εκδικάστηκαν κατ’ έφεση αμφότερες οι πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκαν οι αναιρεσείοντες πρωτοδίκως και καταδικάστηκαν γι’ αυτές οι αναιρεσείοντες στις ίδιες ποινές φυλακίσεως που τους είχαν επιβληθεί και πρωτοδίκως. Έτσι όμως, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ως προς την αξιόποινη πράξη της καταλήψεως δημοσίου κτήματος για την οποία είχε επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή πεντακοσίων (500) ευρώ, για την οποία όφειλε κατά το νόμο και σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων ένατου του Ν. 4411/2016, 2 και 14 και 94 παρ. 3 του Π.Κ. και 568 του Κ.Ποιν.Δ. να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση της υποθέσεως και να διαβιβάσει την πρωτόδικη απόφαση ως προς αυτήν στον Εισαγγελέα Εφετών για να την θέσει στο αρχείο, υπερέβη αρνητικά την εξουσία του, αφού επιλήφθηκε της εκδικάσεως των εφέσεων και της υποθέσεως και για την πράξη της κατάληψης δημοσίου κτήματος για την οποία είχε επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών που είχε με βάση τις ευμενέστερες διατάξεις του Ν. 4411/2016 παραγραφεί υπό όρο και θα έπρεπε κατά το νόμο να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση των εφέσεων ως προς αυτή.
Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγος αναιρέσεως για υπέρβαση εξουσίας, να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς τις διατάξεις της που αφορούν την πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος και συγκεκριμένα να αναιρεθεί κατά το μέρος που δέχθηκε την έφεση και κήρυξε ενόχους αμφότερους τους αναιρεσείοντες για την πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος, ως προς την ποινή που επιβλήθηκε για την πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος σε αμφοτέρους τους αναιρεσείοντες και ως προς την συνολική ποινή που καθορίστηκε κατά συγχώνευση σε αμφοτέρους του αναιρεσείοντες και να παραπεμφθεί η υπόθεση στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, για τις δικές του κατά νόμο ενέργειες, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων των συνεκδικαζομένων αναιρέσεων κατά το μέρος που αφορούν την ως άνω αξιόποινη πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος. Περαιτέρω, όσον αφορά την αξιόποινη πράξη της από κοινού αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας για την οποία κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες σε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους ο καθένας, η οποία ανεστάλη γι’ αμφοτέρους επί τριετία, λεκτέα τα εξής: Κατά τη διάταξη της παρ. 1 εδ. α’ του άρθρου 29 του Ν. 2971/2001 "όποιος χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής ή με άδεια που εκδίδεται κατά παράβαση του νόμου αυτού επιφέρει στον αιγιαλό, την παραλία, τη θάλασσα, τον πυθμένα, τη ζώνη λιμένα, τη μεγάλη λίμνη, πλεύσιμο ποταμό, όχθη ή παρόχθια ζώνη μεγάλης λίμνης ή πλευσίμου ποταμού οποιαδήποτε μεταβολή με την κατασκευή, τροποποίηση ή καταστροφή έργων του εδάφους ή του πυθμένα με τη λήψη χώματος λίθων ή άμμου ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ανεξάρτητα αν με τον τρόπο αυτό επήλθε ζημία σε οποιονδήποτε, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ...". Κατά το άρθρο 1 παρ.1 του ιδίου νόμου "Αιγιαλός" είναι η ζώνη της ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της, κατά δε την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου "Παραλία" είναι η ζώνη της ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα. Κατά τα οριζόμενα περαιτέρω στο άρθρο 2 παρ.1 του ίδιου νόμου ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη είναι πράγματα κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο το οποίο τα προστατεύει και τα διαχειρίζεται. Εξάλλου κατά τα άρθρα 3, 4 και 5 του ίδιου νόμου ο καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού γίνεται από την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του ιδίου νόμου επιτροπή, ενώ στο άρθρο 7 παρ. 1 του εν λόγω νόμου ορίζεται ότι η ίδια ως άνω επιτροπή ταυτόχρονα με τον προσδιορισμό και τη χάραξη του αιγιαλού προσδιορίζει και την παραλία εφόσον κρίνεται απαραίτητο για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της παρ. 2 του άρθρου 1. Για την στοιχειοθέτηση της οριζόμενης στο άρθρο 29 του Ν. 2971/2001 αξιοποίνου πράξεως της αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας δεν απαιτείται ως αναγκαία προϋπόθεση ο προηγούμενος καθορισμός του αιγιαλού από την παραπάνω επιτροπή (ή αν είχε γίνει τέτοιος προσδιορισμός πριν την έναρξη εφαρμογής του άνω νόμου, από την επιτροπή του άρθρου 10 του Α.Ν.1540/1938), διότι η ιδιότητα του αιγιαλού δεν δημιουργείται με την έκθεση της επιτροπής αυτής, αλλά υπάρχει με βάση τα φυσικά δεδομένα, ήτοι από τις μέγιστες, πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων. Έτσι, το Δικαστήριο της ουσίας, όταν δεν υπάρχει τέτοιος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού, μπορεί να καθορίσει παρεμπιπτόντως τα όρια του αιγιαλού σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία που συγκροτούν την έννοια του αιγιαλού. Προκειμένου όμως περί των ορίων της παραλίας απαιτείται να τηρηθεί η διαδικασία καθορισμού αυτών με έκθεση της αρμόδιας επιτροπής, που περατώνεται με την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της απόφασης του Υπουργού των Οικονομικών, η οποία επικυρώνει την έκθεση της προαναφερθείσας επιτροπής μετά του σχετικού διαγράμματος, που επίσης δημοσιεύονται, οπότε και μόνον από τη δημοσίευση αυτή θεωρείται "οριστικώς καθορισθείσα η παραλία", ενώ ήδη η ανωτέρω αρμοδιότητα του Υπουργού των Οικονομικών, όπως και η αντίστοιχη της επικυρώσεως της εκθέσεως της προαναφερθείσας επιτροπής περί του καθορισμού της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας, μεταβιβάσθηκε στους οικείους Νομάρχες. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόστηκαν. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας στην περίπτωση που το σκεπτικό εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά, τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ’ αρχή αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η γνώση ορισμένου περιστατικού ή σκοπός επελεύσεως ορισμένου προσθέτου αποτελέσματος. Ακόμη, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης με αριθμό 5588/2016 αποφάσεώς του, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, αφού έλαβε υπόψη του και εκτίμησε τα κατ’ είδος αναφερόμενα στο προοίμιο του σκεπτικού αποδεικτικά μέσα, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά σε σχέση με την αποδιδόμενη στους αναιρεσείοντες αξιόποινη πράξη της από κοινού αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας: "Στις 23-6-2009 οι κατηγορούμενοι, ως εκπρόσωποι και διαχειριστές της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... και Σία Ο.Ε.", στον ..., στην ..., όπου η ως άνω ομόρρυθμη εταιρεία εκμεταλλεύεται το ευρισκόμενο σε κοινόχρηστο τμήμα αιγιαλού αναψυκτήριο με την επωνυμία "...", κατόπιν παραχώρησης της χρήσης αυτού από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... Α.Ε.", από κοινού ενεργούντες και με κοινό δόλο, επέφεραν, χωρίς άδεια, μεταβολή στον αιγιαλό και στην παραλία, τα όρια των οποίων είχαν καθορισθεί με τις υπ’ αριθμ. 600143/27-2-1979 και 1235/6-4-1994 αποφάσεις του Νομάρχη Πειραιώς (ΦΕΚ 193Δ/29-3-1979 και ΦΕΚ 374Δ/19-4-1994). Ειδικότερα κατασκεύασαν, χωρίς άδεια, εντός των ορίων του αιγιαλού κλειστή ξύλινη κατασκευή, εμβαδού 1,20 τ.μ. και εντός των ορίων της παραλίας: α) Ξύλινα δάπεδα εμβαδού 23 τ.μ., β) επιφάνεια από σκυρόδεμα εμβαδού 2 τ.μ., γ) κάγκελο μήκους 21 μ., δ) διαφημιστική πινακίδα και ε) δύο (2) κολωνάκια, μεταβάλλοντας με τον τρόπο αυτό τον αιγιαλό και την παραλία, ενώ γνώριζαν ότι τούτο απαγορεύεται. ...". Με βάση τις ως άνω παραδοχές το Εφετείο κήρυξε ενόχους τους αναιρεσείοντες κατηγορουμένους του ότι: "Στο Δήμο ... στην ... στη θέση "...", στις 23-6-2009, από κοινού ενεργούντες και με κοινό δόλο, ... με πρόθεση επέφεραν, χωρίς άδεια, μεταβολή επί του αιγιαλού και της παραλίας, με την κατασκευή έργων ενώ αυτό απαγορεύεται, γεγονός που γνώριζαν. Συγκεκριμένα ως διαχειριστές και εκπρόσωποι της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... και Σία Ο.Ε.", η οποία διατηρεί και εκμεταλλεύεται στην ανωτέρω θέση κέντρο με την επωνυμία "...", κατασκεύασαν επί του αιγιαλού κλειστή ξύλινη κατασκευή, εμβαδού 1,20 τ.μ. και επί της παραλίας α) ξύλινα δάπεδα εμβαδού 23 τ.μ., β) επιφάνεια από σκυρόδεμα εμβαδού 2 τ.μ., γ) κάγκελο μήκους 21 μ., δ) διαφημιστική πινακίδα και ε) δύο (2) κολωνάκια, χωρίς προς τούτο να έχουν εφοδιασθεί με την απαιτούμενη άδεια από την αρμόδια αρχή, ενώ αυτό απαγορεύεται, γεγονός που το γνώριζαν". Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος της από κοινού αυθαίρετης, χωρίς άδεια, μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας για το οποίο καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 εδ. α’ , 27 παρ. 1, 45 του Π.Κ., 1 παρ. 1 και 2 και 29 παρ. 1 του Ν. 2971/2001, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, και χωρίς να στερήσει έτσι την προσβαλλόμενη απόφασή του από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες και έγγραφα), από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά που προαναφέρθηκαν και το δικαστήριο οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, καθώς επίσης και οι αποφάσεις του Νομάρχη Πειραιά που καθόρισαν τα όρια του αιγιαλού και της παραλίας και τα ΦΕΚ στα οποία δημοσιεύθηκαν αυτές. Ακόμη, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικαστήριο δέχθηκε τον ισχυρισμό των κατηγορουμένων περί υπάρξεως εκκρεμοδικίας για τις μερικότερες πράξεις μεταβολής του αιγιαλού για τις οποίες είχαν αθωωθεί προγενέστερα με την υπ’ αριθμ. 24896/2014 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών και κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη που ασκήθηκε εναντίον τους για τις πράξεις αυτές που είχαν αθωωθεί προγενέστερα, κηρύσσοντας τους ενόχους μόνον για όσες πράξεις δεν υπήρχε εκκρεμοδικία από την προηγούμενη ως άνω αθωωτική απόφαση. Τέλος, το δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του με σαφήνεια δέχθηκε ως χρόνο τελέσεως από μέρους των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων της αξιόποινης πράξεως της από κοινού αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας την 23 Ιουνίου 2009 και ανεξάρτητα από το ότι δεν προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως ότι προβλήθηκε ισχυρισμός περί παραγραφής της πράξεως αυτής, σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, το σχετικό με αριθμ. ... κλητήριο θέσπισμα επιδόθηκε στους αναιρεσείοντες κατηγορουμένους στις 9-10-2012, δηλαδή εντός της πενταετίας από του ως άνω χρόνου τελέσεως από μέρους τους της πλημμεληματικής πράξεως της μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας, με συνέπεια να επέλθει η τριετής αναστολή της παραγραφής της με την επίδοσή του και ως εκ τούτου, μέχρι και την 7η Οκτωβρίου 2016 που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, δεν είχε συμπληρωθεί οκταετία και δεν είχε επέλθει εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεώς τους με παραγραφή.
Συνεπώς, όσον αφορά την αξιόποινη πράξη της από κοινού αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας για την οποία κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ , Ε’ και Η’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγοι των κρινόμενων αναιρέσεων, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα των όσων προαναφέρθηκαν, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, οι κρινόμενες αναιρέσεις πρέπει να απορριφθούν κατά το μέρος που αφορούν την ως άνω αξιόποινη πράξη της από κοινού αυθαίρετης μεταβολής του αιγιαλού και της παραλίας.
Επομένως, ενόψει όλων των ανωτέρω, πρέπει να γίνουν δεκτές μόνον κατά ένα μέρος η κρινόμενες αναιρέσεις, να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα ως προς την ενοχή των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων για την πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος, την επιβολή ποινής γι’ αυτήν και τον καθορισμό συνολικής ποινής και να διαβιβασθεί η υπόθεση στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, για τις δικές του νόμιμες ενέργειες σύμφωνα με τις διατάξεις του ένατου άρθρου του Ν. 4411/2016.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται κατά ένα μέρος τις συνεκδικαζόμενες από 24-3-2017 και με αριθμούς εκθέσεως ...2017 αιτήσεις αναίρεσεως των κατηγορουμένων Β. Σ. του Β. και Ε. Χ. του Θ., αντίστοιχα.
Αναιρεί την 5588/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών κατά τις διατάξεις της που αφορούν την ενοχή των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων για την πράξη της από κοινού αυτογνωμόνου καταλήψεως δημοσίου κτήματος, την επιβολή ποινής γι’ αυτήν και τον καθορισμό συνολικής ποινής.
Διατάσσει να διαβιβασθεί η υπόθεση στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών για τις δικές του, κατά τις διατάξεις του ένατου άρθρου του Ν. 4411/2016, νόμιμες ενέργειες.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαΐου 2017.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Μαΐου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή