Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1490 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπεξαίρεση.




Περίληψη:
Υπεξαίρεση. Στοιχεία εγκλήματος. Υπεξαίρεση διαπράττει και ο ασφαλιστικός πράκτορας, ο οποίος κατακρατεί και ιδιοποιείται τα ασφάλιστρα τα οποία εισπράττει για λογαριασμό ασφαλιστικής εταιρίας με την οποία έχει καταρτίσει σύμβαση πρακτορείας, διότι ο ασφαλιστικός πράκτορας δυνάμει της συμβάσεως αυτής καθίσταται εντολοδόχος της ασφαλιστικής εταιρείας. Ορθή και αιτιολογημένη καταδίκη του αναιρεσείοντος για την πράξη της υπεξαίρεσης, ο οποίος ως ασφαλιστικός πράκτορας είχε υποχρέωση -σύμφωνα με τη σχετική συμφωνία μεταξύ αυτού και της εγκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας- να αποδίδει στην τελευταία εντός δέκα ημερών από την είσπραξή τους, τα ασφάλιστρα που εισέπραττε κατ’ εντολή της και για λογαριασμό της και ο οποίος, καίτοι εισέπραξε από 4-12-1997 μέχρι 30-11-1000 ως ασφάλιστρα το συνολικό ποσό των 3.542.471 δραχμών ή 10.396 ευρώ, δεν το απέδωσε στην παθούσα αλλά το ιδιοποιήθηκε παράνομα.





ΑΡΙΘΜΟΣ 1490/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη, Θεοδώρα Γκοϊνη, Βασίλειο Κουρκάκη - Εισηγητή και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Θάνου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Παπαδογιάννη, περί αναιρέσεως της 1113/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χίου. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Η ΕΘΝΙΚΗ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ηλία Κατσαβό. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 465/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 375 παρ. 1 του Π.Κ. όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και, αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης απαιτείται παράνομη ιδιοποίηση ξένου, ολικά ή μερικά, κινητού πράγματος, που έχει περιέλθει με οποιοδήποτε τρόπο στην κατοχή του δράστη. Το πράγμα είναι ξένο όταν βρίσκεται σε ξένη, σε σχέση με το δράστη, κυριότητα, όπως αυτή διαπλάσσεται στον Αστικό Κώδικα. Τέτοια περίπτωση ξένου κινητού πράγματος αποτελούν και τα χρήματα τα οποία εισπράττει, με βάση σχετική συμφωνία, ο ασφαλιστικός πράκτορας ως ασφάλιστρα για λογαριασμό της ασφαλιστικής επιχείρησης από τις ασφαλιστικές συμβάσεις, που έχει συνάψει, με την υποχρέωση να τα αποδώσει σε ορισμένο συμφωνημένο χρόνο ή όταν του ζητηθούν από την ασφαλιστική επιχείρηση. Η ιδιοποίηση του ξένου πράγματος θεωρείται παράνομη όταν γίνεται χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη ή όταν ο δράστης κατακρατεί το κινητό πράγμα και το ιδιοποιείται χωρίς δικαίωμα που αναγνωρίζεται από το νόμο και με δόλια προαίρεση να το κάνει δικό του. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 1969/1985, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 2170/1993, ο ασφαλιστικός πράκτορας, ου έχει ως αποκλειστικό έργο την ανάληψη με σύμβαση, έναντι προμήθειας, ασφαλιστικών εργασιών στο όνομα και για λογαριασμό μιας η περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, παρουσιάζει, προτείνει, προπαρασκευάζει ή συνάπτει ο ίδιος ή δια μέσου άλλων διαμεσολαβούντων για λογαριασμό της ασφαλιστικής επιχείρησης ασφαλιστικές συμβάσεις. Κατά δε το άρθρο 4 παρ. 1 εδ. α' του ίδιου νόμου, όπου η ασφαλιστική επιχείρηση χαρακτηρίζεται στην πρακτοριακή σύμβαση ως εντολέας, τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και αρμοδιότητες των ασφαλιστικών πρακτόρων καθορίζονται με έγγραφη σύμβαση ανάμεσα στον ασφαλιστικό πράκτορα και την ασφαλιστική επιχείρηση που προτίθεται να πρακτορεύει. Μεταξύ των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που ρυθμίζονται με τη σύμβαση αυτή μπορεί να είναι και η είσπραξη ή μη από τον ασφαλιστικό πράκτορα των ασφαλίστρων για λογαριασμό της ασφαλιστικής επιχείρησης, καθώς και ο καθορισμός του τρόπου και του χρόνου απόδοσης των ασφαλίστρων στην ασφαλιστική επιχείρηση, οπότε ο ασφαλιστικός πράκτορας ως προς την είσπραξη των ασφαλίστρων για λογαριασμό της ασφαλιστικής επιχείρησης και την απόδοση αυτών σ' αυτή, κατά τον συμφωνημένο χρόνο, επέχει έναντι της επιχείρησης η οποία το δίνει την εντολή, θέση εντολοδόχου. Και ναι μεν κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του Π.Δ. 298/1986 ορίζεται ότι τα ασφάλιστρα που εισπράττει ο ασφαλιστικός πράκτορας θεωρούνται παρακαταθήκη και ευθύνεται ως προς αυτά ως θεματοφύλακας, πλην όμως η πρόσθετη αυτή ευθύνη του ασφαλιστικού πράκτορα κατά το χρόνο που έχει στην κατοχή του τα ασφάλιστρα που εισέπραξε για λογαριασμό της ασφαλιστικής επιχείρησης, δεν αναιρεί την ιδιότητα αυτού ως εντολοδόχου της ασφαλιστικής εταιρίας ως προς την είσπραξη για λογαριασμό αυτής και την απόδοση από αυτόν των ασφαλίστρων, αφού τέτοια υποχρέωση ως θεματοφύλακα μπορεί να συμφωνηθεί επιπρόσθετα, και επί κοινής εντολής ως μέρος της κύριας υποχρέωσης του εντολοδόχου. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ λόγο αναίρεσης, όταν σ' αυτήν περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Ειδικότερα, όσον αφορά τα αποδεικτικά μέσα, για την πληρότητα της αιτιολογίας, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κ.λ.π.) χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από καθένα. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετήσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας αποδίδει στην ερμηνευόμενη ή εφαρμοζόμενη ουσιαστική ποινική διάταξη διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει ή όταν τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, υπάγει σε διάταξη που δεν αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση, παραβιάζοντας έτσι ευθέως το νόμο. Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμό 1113/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χίου, καταδικάστηκε ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, εκπροσωπηθείς στη δίκη από συνήγορο, για την αξιόποινη πράξη της υπεξαίρεσης, σε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, μετατραπείσα προς 5,00 ευρώ ημερησίως. Στην αιτιολογία της απόφασης, προκύπτουσα από την παραδεκτή αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της αναφέρεται ότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο των εγγράφων που αναγνώσθηκαν και την όλη αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου, τα εξής: "Δυνάμει της από .... γραπτής συμβάσεως πρακτορεύσεως, που καταρτίσθηκε στην Αθήνα μεταξύ των διαδίκων ο κατηγορούμενος ανέλαβε κατά τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες που διαλαμβάνονται σ' αυτή διενέργεια για λογαριασμό της εγκαλούσας (εδρεύουσας στην Αθήνα) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "ΕΘΝΙΚΗ ΑΕΓΑ" διαφόρων ασφαλιστικών εργασιών, αντί της νόμιμης και (με την άνω σύμβαση) συμφωνημένης προμηθείας. Ειδικότερα, ο κατηγορούμενος διαμεσολαβούσε ως πράκτορας μεταξύ της εγκαλούσας και τρίτων για την κατάρτιση ασφαλιστικών συμβάσεων παντός τύπου με προμήθειά του, που υπολογιζόταν με ποσοστό επί τοις εκατό επί των εισπραχθέντων καθαρών ασφαλίστρων των εκδοθέντων με τη μεσολάβησή του ασφαλιστηρίων συμβολαίων. Η πιο πάνω ποσοστιαία προμήθεια του κατηγορουμένου για τον κλάδο αυτοκινήτου ήταν κλιμακωτά και σε συνάρτηση με το ποσοστό ζημίας και συνολικών καθαρών ασφαλίστρων μέχρι 13%. Σύμφωνα με τον όρο 5 της εν λόγω συμβάσεως που αναφέρεται στην είσπραξη ασφαλίστρων, απόδοση λογαριασμών και διαχείρηση, προβλέπονται τα ακόλουθα: "α) Η είσπραξη των ασφαλίστρων θα πραγματοποιείται από τον "πράκτορα" υπό την προϋπόθεση ότι θα χρησιμοποιεί αυτός τις προς τούτο αποκλειστικά ειδικές και υπό της "Εταιρείας" εκδιδόμενες αποδείξεις. Ο "πράκτορας" φροντίζει για την είσπραξη των ασφαλίστρων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Τα ασφάλιστρα που εισπράττει ο "πράκτορας" θεωρούνται παρακαταθήκη και ευθύνεται ως θεματοφύλακας και υποχρεούται να τα καταθέτει στο Ταμείο της "Εταιρείας" το αργότερο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την είσπραξη τους. β) Ο "πράκτορας" έχει υποχρέωση να αποστέλλει στην "εταιρεία" για ακύρωση μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία παραλαβής τους και σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό εισπράξεων και ακυρώσεων ασφαλιστηρίων τα ασφαλιστήρια έγγραφα, που δεν έχουν παραληφθεί από τους ασφαλιζόμενους ή αυτά των οποίων δεν έχουν εισπραχθεί τα ασφάλιστρα, συνοδευόμενα από τις σχετικές αποδείξεις ασφαλίστρων και από επιστολή του "πράκτορα", με την οποία θα βεβαιώνει τους λόγους της μη είσπραξης των ασφαλίστρων και την μη αναγγελία τυχόν ζημίας. Σε περίπτωση που ο "πράκτορας" δεν αποστείλει τα πιο πάνω έγγραφα μέσα στην προθεσμία αυτή που ορίζεται παραπάνω οι απαιτήσεις της "εταιρείας" θα καταλογίζονται σε βάρος του και θα υπολογίζεται ο νόμιμος τόκος υπερημερίας, γ) Ο "πράκτορας" τηρεί, εκτός από τα λοιπά κατά νόμο βιβλία (ΚΒΣ κλπ) βιβλίο καταχωρήσεως ασφαλιστηρίων συμβολαίων για τις ασφαλιστικές συμβάσεις που συνάπτονται μέσω αυτού, στο οποίο αναφέρεται σε ιδιαίτερη στήλη η ημερομηνία εισπράξεως των αντιστοίχων ασφαλίστρων και βιβλίο ζημιών για τις συμβάσεις αυτές, δ) Τα βιβλία αυτά υποχρεούται να τα θέτει στην διάθεση της Ασφαλιστικής Επιχείρησης ή της Εποπτικής Αρχής του Υπουργείου Ανάπτυξης προς έλεγχο, παρέχοντας κάθε σχετική διευκόλυνση". Ακόμη, με τον έβδομο όρο της ανωτέρω συμβάσεως συμφωνήθηκε (μεταξύ άλλων) ότι αυτή θα ίσχυε για αόριστο χρόνο, ότι θα μπορούσε να λυθεί με καταγγελία κατά το ν. 1569/85 όπως ισχύει (7α), ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος θα μπορούσε να την καταγγείλει μετά από προειδοποίηση τουλάχιστον δύο μηνών (7β) ότι οποιαδήποτε παράβαση των όρων της παρούσας και του ν. 1569/85 όπως ισχύει, εκ μέρους του "πράκτορα" συνεπάγεται, εκτός άλλης ευθύνης του ποινικής ή αστικής και ο δικαίωμα της "εταιρείας" να καταγγείλει αμέσως και χωρίς την παραπάνω διμηνιαία προειδοποίηση την παρούσα (7γ) και ότι ο "πράκτορας" εντός 15 ημερών το αργότερο από τη λύση της συμβάσεως υποχρεούται να επιστρέψει στην "εταιρεία" τα τιμολόγια, τις επιγραφές, τα εισπραχθέντα ασφάλιστρα, τις αποδείξεις και τα συμβόλαια του "πρακτορείου" του, κάθε λογαριασμό και έγγραφο που αφορά δοσοληψίες του με την "εταιρεία" και την πελατεία του και να καταθέτει αμέσως και χωρίς καμία καθυστέρηση κάθε υφιστάμενο υπέρ αυτής υπόλοιπο, ευθυνόμενος ποινικά και αστικά (7στ). Σχετικά με την πιο πάνω ποσοστιαία (για τον κλάδο αυτ/των) προμήθεια του κατ/νου διευκρινίζεται επιπλέον, όπως αναγράφεται στα οικεία κεφάλαια του-από 1-10-97 παραρτήματος και της υπό την αυτή ημεροχρονολογία "Εμπορικής Πολιτικής", που επισυνάπτονται στην παραπάνω σύμβαση, ότι επί ασφαλιστηρίων συμβολαίων, μικτών καλύψεων και επί του συνόλου των καθαρών αυτών ασφαλίστρων είχε συμφωνηθεί η εν λόγω προμήθεια (μέχρι 13%), ενώ επί καλύψεως οποιασδήποτε μορφής αυτ/των ΦΔΧ και ταξί η προμήθεια του κατ/νου συμφωνήθηκε (για περιπτώσεις αστικής ευθύνης) μέχρι 8% και επί των λοιπών καλύψεων του ιδίου κλάδου (συμφωνήθηκε προμήθεια) μέχρι το προεκτιθέμενο ποσοστό (του 13%). Στα πλαίσια που διαγράφηκαν από την εν λόγω σύμβαση ο κατ/νος πρακτόρευσε την εγκαλούσα στην περιοχή της νήσου Χίου. Κατά το από 4-12-97 μέχρι 30-11-99 χρονικό διάστημα ο κατ/νος αυτός διαμεσολάβησε (με την ιδιότητα του ασφαλιστικού πράκτορα) και καταρτίστηκε μεταξύ της εγκαλούσας ασφαλιστικής εταιρείας και τρίτων (μη εν προκειμένω διαδίκων) ικανός αριθμός ασφαλιστηρίων, συμβολαίων του κλάδου αυτ/των. Πιο αναλυτικά, οι ασφαλισμένοι αυτοί ήταν οι εξής: Γ1, Γ2, "....... ΟΕ", Γ4, Γ5, "......." τουριστική επιχείρηση, Γ7, Γ8, Γ9, Γ10, Γ11, "....... ΕΠΕ", Γ13, "....... ΕΠΕ", Γ15, Γ16, Γ17, Γ18, Γ19, Γ20, Γ21, Γ22, Γ23, Γ24, Γ25, Γ26, Γ27, Γ28, Γ29, Γ30, Γ31, "ΜΙΣΤΡΑΛ ΑΕ και Σ. ΖΑΝΝΙΚΟΣ ΑΕ", Γ33, Γ34, Γ35, Γ36, Γ37, Γ38, Γ39, Γ40, Γ41, Γ42, Γ43, Γ44, Γ45, Γ46 και Γ47. Τα συμβόλαια των ανωτέρω ασφαλισμένων ήταν τα υπ' αριθμ. ..... (του Γ1), .... (του Γ3), ..... (της εταιρείας "..... ΟΕ"), ..... (του Γ4), ...... (της Γ5), .....(της τουρ. Επιχείρησης ......), .... (του Γ7), ..... (της Γ8), ....., ..... (του Γ9), ......, ....., .... (του Γ10), ......., ......, ......, ..... (της Γ11), ....... (της ΕΠΕ "........."), ....., ....., ....., ....., ....., ....., ......, ....., ....., ....., ....., ....., ....., ......, ....., ......, ......., ......, ....... .....(του Γ13), ..... (της εταιρείας "....... ΕΠΕ"), ......, ......, ......, ....., ....., ......, ......, ......, ......., ....., ......., ......, ......, ......., ......., ......, ......, ......, ......, ......, ....., ....., ......, ....., ....., ....., ....., ....., ...., ....., ......, ......., ......., ......., ......., ......., ....., ......, ......, ......., .....(του Γ15), ......, ....., ...., ....., .... (του Γ16), ...... (του Γ17), ..... (του Γ18), ....., ....., ...., ...., ......, ......, ...... (του Γ19), ......, ......, ......, ......, ....., ....., ...., ....., ......, .... (της Γ20), ......, ...., ...... (του Γ21), ..... (του Γ22), ..... (του Γ23), ......(του Γ24), ..... (του Γ25), ..... (του Γ26), ..... (του Γ27), .... (της Γ28), .... (του Γ29) ..... (της Γ30) ..... (του Γ31) ..... (της ΑΕ Μιστράλ Ζαννίκος), ..... (του Γ33), ..... (του Γ34), ....., ..... (του Γ35), ... (του Γ36), ..... (του ......), .... (του Γ37), .... (του Γ38) ... (του Γ39), ... (του Γ40) .... (του Γ41).... (του Γ42), .... (του Γ43), .... (του Γ44), ... (του Γ45), ... (της Γ46) .....(του Γ47) αντιστοίχως. Η διάρκεια της ασφαλιστικής καλύψεως των ασφαλισμένων δυνάμει των ανωτέρω συμβολαίων οχημάτων ήταν: ...., ......, ....., ....., ....., ......, ....., ........ ......, ........, ......, ......., ......, ........, ....., ....., ....., ...., ....., ......, ....., ........., ....., ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......, ......., ....., ......, ....., ......, ......, ......, ......, ......., ......., ......, ......, ......., ......, ....., ......., ......., ......., ......., ....., ....., ......., ......, ......., ....., ....., ......, ......., ......., ....... ......, ......., ......., ......., ......, ....., ......, ......, ......., ....., ......., ......, ......, ......, ......., ......, ......, ........, ......, ......, ......, ......., ......., ......., ......., ......., ......, ......, ......., ......., ......, ......, ......., ......., ........, ......., ......., ......., ......., ......., ........, ......., ......, ......., ......, ......., ......., ......, ........, ......., ........, ......., ........, ......., ......., ........, ........, ......, ......, ......, ......, ......., ...... και ....... αντιστοίχως ως άνω. Τα μετ'αφαίρεση των πάσης φύσεως προμηθειών του κατ/νου καθαρά ασφάλιστρα, τα οποία αυτός κατά τους όρους της πιο πάνω συμβάσεως έπρεπε να αποδώσει στη δικαιούχο αυτών αντισυμβαλλομένη του (ήδη εγκαλούσα) ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία ήταν από έκαστο εκ των προαναφερθέντων συμβόλαιο τα κατωτέρω σε δραχμές ποσά: 2.830, 4.526, 23.419, 26.542, 4.019, 32.273, 15.065, 51.033, 102.065, 51.033, 36.780, 13.207, 68.119, 51.033, 84.468, 23.647, 13.313, 23.647, 40.357. 5.251, 5.251, 5. 103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 27.195, 13.313, 23. 647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 23.647, 5. 103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.105, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 5.103, 79.373, 50.306, 64.524, 27.195, 27.195, 34.932, 36.198, 29.956, 37.970, 29.956, 26.246, 724, 34.943, 34.327, 33.142, 31.951, 25.790, 25.789, 23.673, 37.709, 34.232, 37.709, 4.620, 6.592, 21.821, 20. 598, 42.234, 42.234, 58.687, 13.313, 36.810, 40. 550, 40.550, 36.787, 36.787, 23.647, 23.647, 25.697, 65.788, 19.227, 13.972, 24.071, 13.361, 15.073, 62.560, 383.172, 54. 166, 1.919, 77.963, 77.963, 475, 3.745, 3.745, 1.709, 3.167, 47.410, 5.597, 7.301, 13.190, 2.820, 2.606, 21. 908,91. 633, 5.103 και 10.886 αντιστοίχως και συνολικώς (το οφειλόμενο και αποδοτέο στην εγκαλούσα χρηματικό ποσό ανέρχεται σε ) δρχ. 3.542.471= 10.399,05 ευρώ. Ο κατ/νος δεν ανταποκρίθηκε στην απορρέουσα από την προμνησθείσα σύμβαση - υποχρέωση του, δηλαδή, δεν συμμορφώθηκε ση βάση των όρων της συμβάσεως αυτής υποχρέωση που είχε να αποδώσει στην εγκαλούσα τα προεκτεθέντα χρηματικά ποσά των καθαρών ασφαλίστρων (μετ' αφαίρεση των προμηθειών του), τα οποία εδικαιούτο αυτή (εγκαλούσα) να λάβει από την πράκτορα της (κατ/νο) υποχρεούμενο να της τα αποστείλει εντός των προδιαλαμαβανομένων συμβατικών προθεσμιών. Το ανωτέρω συνολικό χρηματικό ποσό, το οποίο εισέπραξε ο κατηγορούμενος καίτοι υπήρχαν δήλες ημέρες αποδόσεως των επί μέρους ποσών και παρά τις έντονες οχλήσεις της εγκαλούσας εταιρίας κατά τους πρώτους μήνες του έτους 2000 έως και το Μάιο του 2000 δεν το απέδωσε, όπως είχε συμβατική υποχρέωση στην εγκαλούσα αλλά το ιδιοποιήθηκε παράνομα ενσωματώνοντας το στην περιουσία του.
Με βάση δε τα αποδειχθέντα αυτά περιστατικά το δικαστήριο κατέληξε σε καταδικαστική για τον κατηγορούμενο κρίση και του επέβαλε την αναφερόμενη ποινή φυλάκισης. Με τις παραδοχές του αυτές το δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα αποδειχθέντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της υπεξαιρέσεως, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αυτά προέκυψαν και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 375 παρ. 1 εδ. α' του Π.Κ., την οποία ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε. Ειδικότερα, στην αιτιολογία της απόφασης προσδιορίζεται με πληρότητα και σαφήνεια ο τρόπος περιελεύσεως των υπεξαιρεθέντων ασφαλίστρων στον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο, καθώς και ο χρόνος κατά τον οποίο περιήλθαν τα ασφάλιστρα στην κατοχή του, με τις παραδοχές ότι αυτός (κατηγορούμενος) ως ασφαλιστικός πράκτορας κατάρτιζε για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρίας συμβάσεις ασφαλίσεως, εισέπραττε για λογαριασμό της εγκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας τα ασφάλιστρα για τις ασφαλιστικές συμβάσεις που ο ίδιος κατάρτιζε για λογαριασμό της και είχε την ιδιότητα του εντολοδόχου, ιδιότητα την οποία δεν αναιρεί υποχρέωση αυτού από την σύμβαση με την ασφαλιστική εταιρία, να παρακρατεί τα εισπραττόμενα ασφάλιστρα, ως θεματοφύλακας, για ορισμένο χρόνο και να τα αποδίδει κατά το πρώτο δεκαήμερο από την είσπραξη των επί μέρους χρηματικών ποσών. Περαιτέρω, περιγράφεται η εκδήλωση βουλήσεως ιδιοποιήσεως των ασφαλίστρων της εγκαλούσας εταιρίας με την παραδοχή του δικαστηρίου ότι ο αναιρεσείων, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 4-12-1997 έως 30-11-1999 εισέπραξε (αφού πρακτόρωσε) το ανερχόμενο σε 3.542.471 δραχμών ή 10.396 ευρώ συνολικό ποσό καθαρών ασφαλίστρων, το οποίο όφειλε να αποδώσει στην εγκαλούσα ασφαλιστική εταιρία ΕΘΝΙΚΗ ΑΕΕΓΑ μέσα σε δέκα ημέρες από την είσπραξη των επί μέρους χρηματικών ποσών, αρνήθηκε να το πράξει παρά τις έντονες οχλήσεις αυτής, εκδηλώνοντας έτσι έμπρακτα κατά τους πρώτους μήνες του έτους 2000 έως και το Μάϊο του ίδιου έτους την πρόθεσή του και το σκοπό του να το ιδιοποιηθεί παράνομα. Εξάλλου, στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης μνημονεύονται κατ' είδος όλα τα αποδεικτικά μέσα (καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, αναγνωσθέντα έγγραφα (απολογία κατηγορουμένου δεν υπάρχει λόγω εκπροσωπήσεώς του στη δίκη από συνήγορο), που έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε το Δικαστήριο και από τα οποία αυτό συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην αναφερόμενη καταδικαστική κρίση, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να αναφέρεται στο καθένα από αυτά και στο τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, αρκεί ότι τα εξετίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Επομένως οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠοινΔ προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, των όσων προεκτέθηκαν, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, με τις οποίες, με την επίκληση κατ' επίφαση ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πλήττεται η ουσιαστική εκτίμηση των αποδείξεων και επιχειρείται η επανεκτίμηση αυτών, είναι απαράδεκτες και ως τέτοιες, πρέπει να απορριφθούν. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως προς εξέταση, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσεως πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας, με την επωνυμία "ΕΘΝΙΚΗ ΑΕΕΓΑ" (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 24 Φεβρουαρίου 2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1113/2006 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χίου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας, με την επωνυμία "ΕΘΝΙΚΗ ΑΕΕΓΑ", την οποία προσδιορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Δεκεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Ιουνίου 2008.


Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή