Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 344 / 2014    (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Δικηγορική αμοιβή.




Περίληψη:
Εφόσον για τη συζήτηση στο ακροατήριο ο δικηγόρος είχε ρητή πληρεξουσιότητα θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα και για τις πράξεις της προδικασίας. Επί υπερημερίας χρηματικής οφειλής, ο δανειστής δεν δικαιούται να ζητήσει, ως ζημία του, το διαφυγόν κέρδος, το οποίο μπορούσε να πραγματοποιήσει με πιθανότητα κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή από τις ειδικές περιστάσεις, όπως προσδοκούσε.




Αριθμός 344/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Ιανουαρίου 2014, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ (ΔΕΗ) ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Περικλή Κατσαούνη.
Του αναιρεσιβλήτου: Ι. Χ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Μποτή με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28-1-2009 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 303/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 3880/2012 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 8-11-2012 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 5-9-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 94§1 (όπως η παρ. αυτή αντικ. με το άρθρο 6 παρ.7 του ν. 4055/ 12-3-2012), 96§§1 και 2 (όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθ. 7§2 ν. 3994/2011) και 104 ΚΠολΔ προκύπτει ότι (α) στα πολιτικά δικαστήρια και δη στον ’ρειο Πάγο οι διάδικοι έχουν την υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο (β) η πληρεξουσιότητα παρέχεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρχή, μπορεί δε να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει (γ) για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο, θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει, κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως (δ) εάν ο διάδικος δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο, όπου είναι υποχρεωτική η παράστασή του, ή παρίσταται με δικηγόρο και δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη ρητής πληρεξουσιότητας αυτού, η οποία απαιτείται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και την οποία αυτεπάγγελτα ερευνά το δικαστήριο, ο διάδικος αυτός θεωρείται δικονομικά απών. Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 96, 104, 143 παρ. 1, 159 αριθ. 1, 544 παρ. 4, 211, 219 και 238 ΑΚ προκύπτει, ότι ο διάδικος για λογαριασμό του οποίου άσκησε ένδικο μέσο ή παραστάθηκε, ως δικηγόρος, πρόσωπο που δεν είχε δικαστική πληρεξουσιότητα, δικαιούται να εγκρίνει μεταγενέστερα τις πράξεις του εν λόγω δικηγόρου που προηγήθηκαν. Η έγκριση μπορεί να γίνει είτε ρητά είτε σιωπηρά, με πράξεις εμφαίνουσες πρόθεση ισχυροποίησής τους, εξετάζεται δε η ύπαρξη της έγκρισης, που έχει αναδρομική ενέργεια (Ολ. ΑΠ 1408/1984, Ολ.ΑΠ 626/1980). Εξάλλου, το άρθρο 570 παρ.1 του ΚΠολΔ ορίζει ότι "οι διάδικοι δεν είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν προτάσεις, εκτός αν προβάλλονται ενστάσεις ως προς το παραδεκτό και το εμπρόθεσμο της αίτησης της αναίρεσης και των πρόσθετων λόγων. Οι διάδικοι καταθέτουν τις προτάσεις τους είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι οι προτάσεις, που περιέχουν ένσταση απαραδέκτου της αίτησης αναίρεσης, πρέπει να κατατίθενται είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Αν δεν τηρηθεί η προθεσμία αυτή, η ένσταση είναι απαράδεκτη, εφόσον δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Ο ’ρειος Πάγος ερευνά, αυτεπαγγέλτως, στα πλαίσια του παραδεκτού της αναίρεσης (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ), τη νομιμοποίηση των διαδίκων (άρθρο 73 ΚΠολΔ), καθώς επίσης και αν οι διάδικοι παρίστανται δια δικηγόρου δυνάμει νομίμως χορηγηθέντος σ' αυτόν πληρεξουσίου εγγράφου (άρθρα 94 επ. ΚΠολΔ), με βάση γεγονότα που προκύπτουν από αυτεπάγγελτη έρευνα του υλικού της αναιρετικής δίκης, παρά το εκπρόθεσμο των προτάσεων.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσίβλητος, με τις από 5-8-2013 προτάσεις του, που κατατέθηκαν στη γραμματεία του δικαστηρίου την 6-8-2013 ήτοι είκοσι ημέρες πριν την ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης (7-1-2014), προβάλλει ότι η κρινόμενη αίτηση της ΔΕΗ ΑΕ, είναι απαράδεκτη, διότι ο δικηγόρος, που κατέθεσε και προσδιόρισε αυτήν, δεν ήταν μόνιμος συνεργάτης της, ενήργησε αυτόβουλα, δεν είχε την εντολή της να την καταθέσει και να προσδιορίσει τη δικάσιμο για τη συζήτηση της. Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας η αναιρεσείουσα ΔΕΗ ΑΕ παραστάθηκε, νομότυπα, δια του υπογράφοντος το δικόγραφο της αναίρεσης δικηγόρου Περικλή Κατσαούνη, δυνάμει του .../5-4-2011 ειδικού πληρεξουσίου της συμβ/φου Αθηνών Φραγκίστης Διονυσίου Κτενά, με το οποίο τον διόρισε πληρεξούσιο δικηγόρο της και προς τον οποίο έδωσε την εντολή και πληρεξουσιότητα, να παρίσταται και αντιπροσωπεύει αυτήν ενώπιον όλων των Ελληνικών δικαστηρίων και του Αρείου Πάγου, για όλες τις δίκες της και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης. Επομένως, εφόσον για τη συζήτηση στο ακροατήριο ο δικηγόρος που την εκπροσώπησε είχε ρητή πληρεξουσιότητα θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα και για τις πράξεις της προδικασίας. Σε κάθε περίπτωση, η αναιρεσείουσα, για λογαριασμό της οποίας ασκήθηκε η αναίρεση από τον παραπάνω δικηγόρο, ενέκρινε μεταγενέστερα, σιωπηρά, με πρόθεση ισχυροποίησής τους, όλες τις πράξεις της προδικασίας, που προηγήθηκαν, με αποτέλεσμα από την έγκριση αυτή, που έχει αναδρομική ενέργεια να καταστούν έγκυρες.
Συνεπώς, ο ισχυρισμός του αναιρεσίβλητου είναι αβάσιμος.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, για ευθεία παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμόσθηκε, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοσθέντα κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ` ουσίαν την υπόθεση, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών, που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν εμφανή την παράβαση. Εξάλλου, κατά το άρθρο 345 του ΑΚ, επί χρηματικής οφειλής ο δανειστής, σε περίπτωση υπερημερίας, έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον τόκο υπερημερίας που ορίζεται από το νόμο ή με δικαιοπραξία χωρίς να είναι υποχρεωμένος να αποδείξει ζημία. Ο δανειστής, αν αποδείξει και άλλη θετική ζημία, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και αυτήν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, επί υπερημερίας χρηματικής οφειλής, ο οφειλέτης υποχρεούται στην καταβολή τόκων υπερημερίας και σε αποκατάσταση της περαιτέρω θετικής ζημίας του δανειστή, από την επελθούσα μείωση της περιουσίας του. Δεν δικαιούται, όμως, ο δανειστής να ζητήσει, ως ζημία του, το διαφυγόν κέρδος, το οποίο μπορούσε να πραγματοποιήσει με πιθανότητα κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή από τις ειδικές περιστάσεις, όπως προσδοκούσε (Γ. Μπαλή, Ενοχ. Δ., έκδ. 3η, παρ. 14, 23, 57- Γαζή, Ερμ ΑΚ 345 αριθ. 1, 5 Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, Αστ. Κωδ., τόμ. II, σελ. 243 επ. - Αποστολίδη, Ενοχ. Δ. τ. Α` σελ. 539). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 343 εδ. α' Α.Κ., ο υπερήμερος οφειλέτης υποχρεούται, πέραν της εκπλήρωσης της παροχής και σε αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο δανειστής από την καθυστέρηση εκπλήρωσης της παροχής.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τα παρακάτω, κρίσιμα, για την έρευνα των λόγων αναίρεσης, πραγματικά περιστατικά: Mε την 606/2008 απόφαση του το Εφετείο Αθηνών υποχρέωσε την αναιρεσείουσα να καταβάλλει στον αναιρεσίβλητο το ποσό των 1.729,92 ευρώ, που αφορούσε διαφορές αποδοχών, που εδικαιούτο, λόγω της οφειλόμενης προαγωγής του στο μισθολογικό κλιμάκιο Β από 20.9.1982 έως 30.9.1986, με το νόμιμο τόκο από 28.12.1989. Η αναιρεσείουσα, κατά τη συνταξιοδότηση του, κατέβαλε σ' αυτόν αποζημίωση, βάσει των αποδοχών του μισθολογικού κλιμακίου Ια που ανέρχονταν σε 17.625,11 ευρώ, ενώ με μισθολογικό κλιμάκιο Β αυτός εδικαιούτο το ποσό των 18.762,28 ευρώ, με αποτέλεσμα να οφείλει στον ενάγοντα, για την αιτία αυτή, το ποσό των 1.137,15 ευρώ. Λόγω της μη έγκαιρης προαγωγής του και της μη καταβολής του ποσού των 1.729,92 ευρώ, που επιδικάστηκε, αναδρομικά από 28.12.1989, ως διαφορά μεταξύ των αποδοχών που του είχαν καταβληθεί και αυτών που έπρεπε να του καταβληθούν μέχρι την 11.11.2008, ο ενάγων υπέστη και περαιτέρω ζημία η οποία συνίσταται στα ποσά των τόκων που αυτός θα απεκέρδαινε από το δανεισμό σε τρίτους του ανωτέρω ποσού, που η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει την 28.12.1989. Η ζημιά δε αυτή είναι ίση με τους, εκτός τους τόκους υπερημερίας που του καταβλήθηκαν την 11.11.1989, συμβατικούς τόκους, που ανέρχονται, με βάση το συμβατικό επιτόκιο, το οποίο αντιστοιχεί σε μείον δύο μονάδες κάτω από τους τόκους υπερημερίας, στο συνολικό ποσό των 6.217,46 ευρώ. Ακόμη, λόγω της μη καταβολής του ποσού των 1.137 ευρώ, ο ενάγων υπέστη και περαιτέρω ζημία, η οποία συνίσταται στα ποσά των τόκων που αυτός θα απεκέρδαινε από το δανεισμό σε τρίτους του ανωτέρω ποσού, που η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει την 28.12.1989, αναδρομικώς από 20-9-1982. Η ανωτέρω ζημία του για το διάστημα από 28.12.1989 μέχρι την επίδοση της αγωγής (31.12.2008) είναι ίση, πέραν από τους τόκους υπερημερίας που οφείλει να του καταβάλει η αναιρεσείουσα, για το διάστημα αυτό, με τους συμβατικούς τόκους που ανέρχονται με βάση το συμβατικό επιτόκιο, το οποίο αντιστοιχεί σε μείον δύο ΅ονάδες κάτω από τους τόκους υπερη΅ερίας, στο συνολικό ποσό των 4.101,71 ευρώ. Με τις παραδοχές αυτές κατέληξε στην κρίση ότι ο αναιρεσίβλητος δικαιούται, λόγω της υπερη΅ερίας της αναιρεσείουσας, να εκπληρώσει τη συ΅βατική υποχρέωση της, για την έγκαιρη προαγωγή του, τα παραπάνω ποσά των 6.217,46 και 4.101,71 ευρώ. Όπως προκύπτει από τις παραπάνω παραδοχές της απόφασης, οι οφειλές της αναιρεσείουσας προς τον αναιρεσίβλητο ήταν χρη΅ατικές, για τις οποίες επιδικάστηκαν και τόκοι υπερη΅ερίας, από 28/12/1989. Επο΅ένως, το Εφετείο, επιδικάζοντας και τα ποσά αυτά ως διαφυγόν κέρδος, παραβίασε ΅ε την εφαρ΅ογή της, την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 343 εδ. α' Α.Κ., η οποία δεν ήταν εφαρ΅οστέα και ΅ε τη ΅η εφαρ΅ογή της εκείνη του άρθρου 345 ΑΚ, η οποία ήταν εφαρ΅οστέα και είναι βάσι΅ος, ο πρώτος, από τον αριθ΅ό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης. Μετά από αυτά, παρελκούσης της έρευνας του δεύτερου λόγου αναίρεσης, που αναφέρεται στο ίδιο κεφάλαιο της απόφασης, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλό΅ενη απόφαση, κατά το παραπάνω ΅έρος της, να παραπε΅φθεί δε η υπόθεση, κατά το ΅έρος αυτό, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την άνω απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει ΅ετά την αντικατάστασή του ΅ε το άρθρο 65 παρ. 1 Ν. 4139/2013). Ο αναιρεσίβλητος πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη, ΅ε αριθ΅ό, 3380/2012 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, κατά το ΅έρος που αναφέρεται στο σκεπτικό. Παραπέ΅πει την υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, κατά το παραπάνω ΅έρος της, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτού΅ενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε δυο χιλιάδες τριακόσια (2300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 21 Ιανουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Φεβρουαρίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή