Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1845 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Πληρεξουσιότητα.




Περίληψη:
Αίτηση αναίρεσης κατά καταδικαστικής αποφάσεως από δικηγόρο, ο οποίος δεν ήταν ούτε συνήγορος υπερασπίσεως του κατηγορουμένου στη δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ούτε ειδικό πληρεξούσιο προσκόμισε, το οποίο να τον νομιμοποιεί στην άσκηση αναιρέσεως. Απορρίπτεται η αίτηση ως απαράδεκτη.




Αριθμός 1845/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αιμιλία Λίτινα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως και σύμφωνα με την 101/21.07.10 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Αθανάσιο Γεωργόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Νικολούδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 5 Οκτωβρίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Χ. Μ. του Σ., κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως της με αριθμό 142/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, με συγκατηγορούμενο τον Σ. Κ. του Χ., και πολιτικώς ενάγουσα την "ΣΤ' ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ - ΘΡΑΚΗΣ" που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αλεξανδρούπολης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Μαρτίου 2010 αίτησή του περί αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 512/2010.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτης Νικολούδης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή με αριθμό 215/7.6.10, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγω, στο Δικαστήριο Σας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 476 και 513 του Κ.Π.Δ την από 19-3-2010 αίτηση αναιρέσεως του Χ. Μ. του Σ., κατοίκου ... κατά της υπ' αριθμ. 142/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, με την οποία καταδικάστηκε για παράνομη θήρα σε ποινή φυλάκισης 3 μηνών , ανασταλείσα επί τριετία, και εκθέτω τα ακόλουθα: Με την διάταξη του άρθρου 465 παρ. 1 του Κ.Π.Δ ορίζεται ότι "ο διάδικος μπορεί να ασκήσει το ένδικο μέσο που του ανήκει, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω αντιπροσώπου που έχει εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ 2. Το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφο του προσαρτάται στην σχετική έκθεση. Στις περιπτώσεις άσκησης ενδίκου μέσου κατά βουλεύματος, καθώς και κατά αποφάσεως, όταν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία τους, το πληρεξούσιο μπορεί να προσκομιστεί στο γραμματέα ενώπιον του οποίου ασκήθηκε το ένδικο μέσο ,μέσα σε είκοσι ημέρες από την άσκηση του. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη , το ένδικο μέσο κηρύσσεται απαράδεκτο κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ.).Εξάλλου με την διάταξη της παρ. 2 του αυτού ως άνω άρθρου ορίζεται ότι "το ένδικο μέσο κατά της καταδικαστικής απόφασης που παρέχεται σε εκείνον που καταδικάστηκε , μπορεί να ασκηθεί για λογαριασμό του και από τον συνήγορο που είχε παραστεί κατά την συζήτηση ...". Ακόμη με την διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ ορίζεται ότι "όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκηση του , καθώς και όταν έγινε νόμιμα παραίτηση από αυτό , ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο), που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους ,που θα εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί, και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που το άσκησε.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη με αριθμό 142/2010 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, καταδικάστηκε κατ' έφεση ο Χ. Μ. για την πράξη της παράνομης θήρας , του επιβλήθηκε δε ποινή φυλάκισης 3 μηνών, η έκτιση της οποίας ανεστάλη επί μία τριετία. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε ο δικηγόρος Ιωάννης Ζηκίδης την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 22-3-2010. Ο πιο πάνω όμως δικηγόρος , ούτε συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου στην δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν (άρθρο 465παρ. 2 Κ.Π.Δ),ούτε ειδικό πληρεξούσιο που τον νομιμοποιεί στην άσκηση της κρινόμενης αναίρεσης προσκόμισε (άρθρο 465 παρ. 1 Κ.Π.Δ) Σύμφωνα όμως με τα προεκτεθέντα, η αίτηση αυτή δεν ασκήθηκε νομοτύπως , αφού ασκήθηκε από πρόσωπο μη δικαιούμενο και ειδικότερα από αντιπρόσωπο, ο οποίος όμως στερείτο ειδικής πληρεξουσιότητας. Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ).
Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: α) Να απορριφθεί ως απαράδεκτη η από 19-3-2010 αίτηση αναιρέσεως του Χ. Μ. του Σ., κατοίκου ..., κατά της υπ' αριθμ. 142/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, και β) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντα. Αθήνα 4 Ιουνίου 2010 Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Παντελής".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον του Συμβουλίου αυτού, φέρεται προς συζήτηση η από 19.03.2010 αίτηση αναιρέσεως του Χ. Μ. του Σ., κατοίκου ... κατά της υπ'αριθμ. 142/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, με την οποία καταδικάστηκε για παράνομη θήρα σε ποινή φυλάκισης τριών ( 3 ) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία.
Κατά τις διατάξεις των άρ, 465 παρ. 2 και 42 παρ. 2β' του ΚΠΔ, όπως ισχύουν μετά το Ν. 1653/1986, ο διάδικος μπορεί να ασκήσει το ένδικο μέσο που του ανήκει, είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω αντιπροσώπου που έχει εντολή κατά τους όρους του άρ, 96. Το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφο του προσαρτάται στη σχετική έκθεση. Ο διορισμός (του δικηγόρου αντιπροσώπου) γίνεται και με απλή έγγραφη δήλωση. Ο διορισμός παρέχει στο συνήγορο την εξουσία να εκπροσωπεί το διάδικο σε όλες τις διαδικαστικές πράξεις που αφορούν τη συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, εκτός αν η πληρεξουσιότητα παρέχεται για ορισμένες μόνο από τις πράξεις αυτές. Η γενική πληρεξουσιότητα περιλαμβάνει την άσκηση ενδίκων μεσών, εφόσον αυτό μνημονεύεται ρητά. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για το παραδεκτό της ασκήσεως ενδίκου μέσου δι’ αντιπροσώπου (δικηγόρου ή μη) απαιτείται να υπάρχει, κατά το χρόνο άσκησης του, η σχετική προς τούτο ειδική εντολή. Αρκεί δε και η γενική πληρεξουσιότητα προς το δικηγόρο, αλλά για να περιλαμβάνει και το δικαίωμα προς άσκηση ενδίκων μέσων δεν φθάνει μόνο να αναφέρεται η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, αλλά πρέπει να μνημονεύεται ρητά και η εντολή προς άσκηση ενδίκων μέσων και ιδία του εκτάκτου ενδίκου μέσου της αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη με αριθμό 142/2010 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, καταδικάστηκε κατ' έφεση ο Χ. Μ. για την πράξη της παράνομης θήρας, του επιβλήθηκε δε ποινή φυλάκισης 3 μηνών, η έκτιση της οποίας ανεστάλη επί μία τριετία. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε ο δικηγόρος Ιωάννης Ζηκίδης την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 22-3-2010. Ο πιο πάνω όμως δικηγόρος, ούτε συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου στην δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν (άρθρο 465,παρ.2 Κ.Π.Δ),ούτε ειδικό πληρεξούσιο που τον νομιμοποιεί στην άσκηση της κρινόμενης αναίρεσης προσκόμισε (άρθρο 465 παρ. 1 Κ.Π.Δ) Σύμφωνα όμως με τα προεκτεθέντα, η αίτηση αυτή δεν ασκήθηκε νομοτύπως αφού ασκήθηκε από πρόσωπο μη δικαιούμενο και ειδικότερα από αντιπρόσωπο, ο οποίος όμως στερείτο ειδικής πληρεξουσιότητας. Κατόπιν αυτών, δοθέντος ότι για την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως ως απαράδεκτης, κλήθηκε να προσέλθει και να εκθέσει τις απόψεις του στο Συμβούλιο αυτό ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος (ΚΠΔ 476 §1, εδ. τελευταίο), όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του αρμόδιου γραμματέα επί του φακέλου της δικογραφίας, πρέπει, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντος τα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 Κ Π Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει ως απαράδεκτη από 19 Μαρτίου 2010 αίτηση του Χ. Μ. του Σ., για αναίρεση της με αριθμό 142/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης. Και Επιβάλλει σε βάρος του αναιρεσείοντος τα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζει σε διακόσια είκοσι ( 220 ) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 2010.
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 2010.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή