Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 727 / 2014    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή αρνητική.




Περίληψη:
Δεν είναι επιτρεπτή η αντικειμενική σώρευση της διεκδικητικής αγωγής και της αρνητικής αγωγής λόγω αντίφασης μεταξύ τους. Παραπομπή στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου του ζητήματος, αν, στην περίπτωση που στο διεκδικούμενο έχει γίνει μια εγκατάσταση, μπορεί ο ενάγων, ενώνοντας τις εν λόγω αγωγές, στο ίδιο δικόγραφο, να ζητήσει την κατεδάφιση της εγκατάστασης και την απόδοση του ακινήτου.




Αριθμός 727/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Δεκεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ε. Γ. του Γ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Διονύσιο Καραλή, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Σ. Π. του Α., κατοίκου ... (πρώην ...), ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αναστάσιο Δημητρούκα.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/10/2010 αγωγή του ήδη αναιρεσίβλήτου, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Ξηρομέρου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 12/2011 του ίδιου Δικαστηρίου και 50/2012 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 13/1/2013 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ερωτόκριτος Καλούδης ανέγνωσε την από 18/11/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 1045 ΑΚ, εκείνος που έχει στη νομή του για μία εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος με έκτακτη χρησικτησία, κατά δε το άρθρο 974 του ίδιου Κώδικα, όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία. Αποτελούν δε πράξεις νομής, όταν πρόκειται για ακίνητο, οι υλικές και εμφανείς πάνω σ' αυτό πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 983 ΑΚ, η νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του νομέα. Από τη διάταξη αυτή, η οποία καθιερώνει παράγωγο τρόπο κτήσης της νομής, με καθολική διαδοχή, προκύπτει, ότι, με το θάνατο του κληρονομουμένου η νομή ακινήτου που είχε ο κληρονομούμενος μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στον κληρονόμο, χωρίς να απαιτείται απόκτηση της φυσικής εξουσίας του ή αποδοχή της κληρονομίας και μεταγραφή της σχετικής δήλωσης ή του κληρονομητηρίου. Η ίδια δε νομή του ακινήτου που αποκτήθηκε με το θάνατο του κληρονομουμένου εξακολουθεί να υπάρχει, χωρίς να αναλώνεται ούτε να μεταπίπτει σε πρωτότυπη, και μετά την απόκτηση από τον κληρονόμο της φυσικής εξουσίας της νομής του. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 1094 ΑΚ, ο κύριος πράγματος δικαιούται να απαιτήσει από το νομέα ή τον κάτοχο την αναγνώριση της κυριότητάς του και την απόδοση του πράγματος. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 1108 ΑΚ, αν η κυριότητα προσβάλλεται με άλλο τρόπο εκτός από αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, ο κύριος δικαιούται να απαιτήσει από εκείνον που προσέβαλε την κυριότητα να άρει την προσβολή και να την παραλείπει στο μέλλον. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η αρνητική αγωγή ασκείται στην περίπτωση μερικής και όχι ολικής προσβολής της κυριότητας, δηλαδή όταν ο κύριος διαταράσσεται στη νομή του που ασκεί επί του πράγματος και όχι όταν προσβάλλεται με άλλο τρόπο, όπως με την αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, οπότε προστατεύεται με τη διεκδικητική αγωγή κατ' αυτού που κατέχει το πράγμα. Διατάραξη της κυριότητας (ή συγκυριότητας) αποτελεί κάθε έμπρακτη εναντίωση στο θετικό ή αποθετικό περιεχόμενο της κυριότητας, δηλαδή όταν ο εναγόμενος ενεργεί στο πράγμα πράξεις, τις οποίες μόνο ο κύριος δικαιούται να ενεργήσει ή όταν εμποδίζει τον κύριο να ενεργήσει στο δικό του πράγμα, η δε διατάραξη αυτή έχει ως συνέπεια τη μη ελεύθερη και ανενόχλητη χρησιμοποίηση, εκμετάλλευση και απόλαυση ορισμένων μόνο εξουσιών εκ της κυριότητας επί του πράγματος (ΑΠ 1062/2006). Έτσι, όμως προκύπτει, από τις διατάξεις των πιο πάνω άρθρων 1094 και 1108 ΑΚ και του άρθρου 218 Κ.Πολ.Δ., δεν είναι επιτρεπτή η αντικειμενική σώρευση της διεκδικητικής και της αρνητικής αγωγής λόγω αντίφασης μεταξύ τους, αφού η πρώτη προϋποθέτει καθολική προσβολή της κυριότητας με στέρηση της νομής ή κατοχής, ενώ η δεύτερη προϋποθέτει μερική προσβολή, που δεν φθάνει μέχρι την ολική απώλεια της νομής. Τέλος, ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 560 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ., ιδρύεται, αν για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσία την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε τα εξής: "Ο εκκαλών (και ήδη αναιρεσίβλητος) απέκτησε το έτος 1983, οπότε αποβίωσε η μητέρα του Π. Π., με διαδοχή της νομή κατ' ιδανικό μερίδιο 1/2 εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου εμβαδού 128,96 τ.μ., που βρίσκεται εντός του οικισμού δ.δ. ... Δήμου …, με την εντός αυτής υπάρχουσα διώροφη οικία συνολικού εμβαδού 49,63 τ.μ. Το οικόπεδο αυτό αποτυπώνεται με τα στοιχεία 1-2-3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14-15-16-17-1 στο προσκομιζόμενο από 7/2010 τοπογραφικό διάγραμμα της μηχανικού έργων Α. Κ. και συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία Σ. Π., δυτικά εν μέρει με ιδιοκτησία Η. Π. και εν μέρει με ιδιοκτησία εφεσίβλητης, βόρεια με ιδιοκτησία εφεσίβλητης και νότια με δημοτικό δρόμο. Από τότε δε που έλαβε το ανωτέρω ακίνητο στη νομή του, μέχρι τη συζήτηση της αγωγής (το έτος 2011) το νεμόταν κατ' ιδανικό μερίδιο 1/2 εξ αδιαιρέτου, ασκώντας όλες τις εμφανείς προσιδιάζουσες σε συγκύριο διακατοχικές πράξεις (π.χ. επίβλεψη και προστασία) για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα είκοσι συναπτά έτη χωρίς ποτέ να έχει ενοχληθεί από κάποιον που να αμφισβητήσει τη νομή του στο ακίνητο. Επομένως, έχει καταστεί συγκύριος κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου του ακινήτου αυτού με πρωτότυπο τρόπο (έκτακτη χρησικτησία), σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Ο νότιος τοίχος της ιδιοκτησίας του, ο οποίος συνορεύει με την ιδιοκτησία της εφεσίβλητης, (και ήδη αναιρεσείουσας), φέρει χαμηλά ένα παράθυρο και ψηλότερα δύο παράθυρα και μία μπαλκονόπορτα με εξώστη, από τότε που κτίσθηκε το σπίτι που είναι ηλικίας περίπου 150 ετών. Τα παράθυρα και η μπαλκονόπορτα, όταν άνοιγαν, κατελάμβαναν χώρο που αντιστοιχούσε σε εδαφική λωρίδα ιδιοκτησίας της εφεσίβλητης. Με την επί μεγάλο χρονικό διάστημα χρήση τους (άνοιγμα και κλείσιμο αυτών από το έτος 1983 έως το έτος 2011), ο εκκαλών νεμόταν ταυτόχρονα και το τμήμα που δημιουργείται από το άνοιγμα των παραθύρων και της μπαλκονόπορτας στο χώρο πλάτους 1 μέτρου και μήκους 8,83 μέτρων που αντιστοιχεί στην εδαφική λωρίδα που βρίσκεται στην όμορη ιδιοκτησία της εκκαλούσας. Ο εκκαλών νεμόταν την επίδικη εδαφική λωρίδα για χρονικό διάστημα άνω των είκοσι συναπτών ετών, βάζοντας λουλούδια, επιβλέποντας και καθαρίζοντας αυτήν. Συνεκτιμάται ότι δεν αποδεικνύεται όχλησή του από την εφεσίβλητη κατά την άσκηση της νομής πριν να συμπληρωθεί χρονικό διάστημα είκοσι συναπτών ετών.
Συνεπώς, απέκτησε κυριότητα σ' αυτήν τη λωρίδα με έκτακτη χρησικτησία. Και τούτο διότι με βάση τις αντιλήψεις του πρακτικού οικονομικού βίου η χρήση του κάθε παραθύρου ακολουθείται λογικά και αναπόσπαστα από την ταυτόχρονη νομή του εδαφικού τμήματος που αντιστοιχεί σ' αυτό όταν ανοίγει. Υπό διαφορετική παραδοχή, δεν θα εμποδιζόταν ο εκάστοτε όμορος ιδιοκτήτης, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα όποια συμφέροντα του να κτίσει, εφαπτόμενος (εφόσον επιτρεπόταν με βάση τους πολεοδομικούς κανόνες) στην ιδιοκτησία του γείτονα και να καταργήσει αυθαίρετα τα παράθυρα της ιδιοκτησίας του, παρακάμπτοντας, έτσι, τη νόμιμη οδό προσφυγής στα δικαστήρια, η οποία επιβάλλεται σε περίπτωση που υφίσταται ιδιοκτησιακή διαφορά μεταξύ ιδιωτών. Η προπεριγραφείσα εδαφική λωρίδα εμβαδού 8,83 τ.μ. αποτυπώνεται με τα στοιχεία 8-9-10-11-12-13-18-8 στο ως άνω προσκομιζόμενο τοπογραφικό διάγραμμα. Κατά το έτος 2008 η εφεσίβλητη εκτελώντας εργασίες ανέγερσης οικοδομής στο οικόπεδο της κατασκεύασε τμήμα του φέροντος οργανισμού αυτής με υποστηλώματα και δοκούς σε τμήμα της επίδικης εδαφικής λωρίδας καταλαμβάνοντας χώρο εμβαδού (1,00μ. Χ 2,09μ. =) 2,09 τ.μ. και στη συνέχεια ολοκλήρωσε και τον τοίχο πλήρωση με δρομική οπτοπλινθοδομή. Αναφορικά με τον ισχυρισμό της εφεσίβλητης ότι ειδικά όσον αφορά το τμήμα της εν λόγω λωρίδας, αυτό είναι ιδιοκτησίας της, καθώς εκεί υφίστατο σκάλα εισόδου και ο μετρητής ηλεκτρικού ρεύματος της Δ.Ε.Η. της οικίας των δικαιοπαρόχων της, αυτός καταρρίπτεται από τις προσκομιζόμενες από την ίδια φωτογραφίες, από τις οποίες προκύπτει, ότι η σκάλα και ο μετρητής δεν βρίσκονταν μέσα στη λωρίδα που κατέλαβε η ίδια με την οικοδομή της. Εν κατακλείδι η εφεσίβλητη απέβαλε τον εκκαλούντα από το τμήμα της ως άνω εδαφικής λωρίδας ιδιοκτησίας του, το οποίο νέμεται πλέον η ίδια, εμβαδού (1,00 μ Χ 2,09μ =) 2,09 τ.μ., όπως αυτό περιγράφεται με τα στοιχεία 8-9-10 στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα. Πρέπει, επομένως, να αναγνωρισθεί ο εκκαλών συγκύριος του παραπάνω εδαφικού τμήματος κατά το προαναφερόμενο εξ αδιαιρέτου ποσοστό και να υποχρεωθεί η εφεσίβλητη, η οποία βρίσκεται στην κατοχή του, να του το αποδώσει. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη αμφισβητεί το δικαίωμα συγκυριότητας του εκκαλούντος και στο υπόλοιπο τμήμα του επιδίκου εμβαδού 6,74 τ.μ. και η αναγνώρισή του είναι πρόσφορο μέτρο για να αποτραπεί κάθε κίνδυνος από την αμφισβήτησή του". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, κατέληξε στην κρίση, ότι η ένδικη - από 8.10.2010 - αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου ενάγοντος είναι βάσιμη και κατ' ουσίαν, ως προς τη βάση της από την έκτακτη χρησικτησία, και πρέπει να γίνει δεκτή. Ακολούθως, δέχτηκε την έφεση του αναιρεσιβλήτου κατά της εκκαλούμενης απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο είχε εκφέρει αντίθετη κρίση και, αφού εξαφάνισε την εν λόγω απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και κράτησε και δίκασε την υπόθεση, δέχτηκε, εν τέλει, ως βάσιμη και κατ' ουσίαν την αγωγή, αναγνωρίζοντας τον ήδη αναιρεσίβλητο ενάγοντα συγκύριο κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου της άνω εδαφικής λωρίδας εμβαδού 8,83 τ.μ. και υποχρεώνοντας την ήδη αναιρεσείουσα εναγομένη, α) να του αποδώσει κατά την ιδανική του μερίδα 1/2 αδιαιρέτου το εδαφικό πιο πάνω τμήμα της - της προεκτεθείσας εδαφικής λωρίδας - εμβαδού 2,09 τ.μ., από το οποίο τον έχει αποβάλει, και β) να αφαιρέσει (κατεδαφίσει) το κατασκεύασμα, που έχει γίνει στο τελευταίο αυτό τμήμα. Έτσι που έκρινε το πιο πάνω Δικαστήριο, όσον αφορά στην αναγνώριση του ήδη αναιρεσίβλητου ενάγοντος συγκύριου, ως άνω, της εδαφικής λωρίδας εμβαδού 8,83 τ.μ. και στην υποχρέωση της ήδη αναιρεσείουσας εναγομένης να του αποδώσει το πιο πάνω τμήμα της εμβαδού 2,09 τ.μ., δεν παραβίασε τις προαναφερθείσες ουσιαστικές δικαίου διατάξεις των άρθρων 974, 983, 1045 του ΑΚ, ούτε εκείνες των άρθρων 994, 1113 ΑΚ και 943 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., που η αναιρεσείουσα επιπροσθέτως επικαλείται. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και αναφορικά με τις επί μέρους αιτιάσεις της αναιρεσείουσας το Δικαστήριο της ουσίας ορθά δέχτηκε, ότι το έτος 1983 ο αναιρεσίβλητος (ενάγων) απέκτησε τη νομή του παραπάνω οικοπέδου εμβαδού 128,96 τ.μ. με την υπάρχουσα εντός αυτού διώροφη οικία εμβαδού 49,63 τ.μ. κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου με καθολική διαδοχή της αποβιώσασας μητέρας του και ακολούθως, ότι έγινε συγκύριος αυτού - του οικοπέδου - και της άνω εδαφικής λωρίδας εμβαδού 8,83 τ.μ. - μέρος της οποίας αποτελεί και το προεκτεθέν τμήμα εμβαδού 2,09 τ.μ. - κατά το ίδιο - 1/2 - ποσοστό εξ αδιαιρέτου, ως νεμηθείς αυτά με διάνοια συγκυρίου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας. Γι' αυτό, οι περί του αντιθέτου πρώτος και δεύτερος, κατά το πρώτο μέρος του, λόγοι αναίρεσης από το άρθρο 560 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ., είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν. Όσον αφορά, όμως, την κρίση του πιο πάνω Δικαστηρίου περί αφαίρεσης (κατεδάφισης) του κατασκευάσματος που έχει γίνει στο άνω εδαφικό τμήμα εμβαδού 2,09 τ.μ., του αγωγικού, δηλαδή, αιτήματος από την ΑΚ 1108 ΑΚ που αφορά στην αρνητική αγωγή, ανακύπτει το ζήτημα της σώρευσης ή όχι στο ίδιο δικόγραφο διεκδικητικής και αρνητικής αγωγής, στην περίπτωση - όπως εδώ - που στο διεκδικούμενο έχει γίνει μια εγκατάσταση. Ο Άρειος Πάγος με τη 1347/2010 απόφασή του έχει κρίνει, ότι "αν με το αγωγικό δικόγραφο γίνεται επίκληση ολικής παράνομης κατακρατήσεως του ακινήτου εκ μέρους του εναγομένου και σωρεύεται η διεκδικητική της κυριότητας αγωγή με την αρνητική τοιαύτη, που αφορά το ίδιο ακίνητο, η τελευταία τυγχάνει μη νόμιμη". Έκρινε, ειδικότερα, ότι το Δικαστήριο της ουσίας, με το να δεχθεί "ως νόμιμη και τη με τη διεκδικητική αγωγή σωρευόμενη αρνητική αγωγή, διότι εξαιρετικώς είναι επιτρεπτή η αντικειμενική σώρευση - και - στην περίπτωση που ... με τη σωρευόμενη αρνητική αγωγή ζητείται η κατεδάφιση ανεγερθέντος από τον εναγόμενο προσβολέα κτίσματος στο διεκδικούμενο ακίνητο", παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1108 και 1094 ΑΚ, εφόσον δέχτηκε ότι η διεκδικητική αγωγή σωρεύεται νόμιμα με την αρνητική τοιαύτη, μολονότι αυτές αφορούν το ίδιο τμήμα του ακινήτου". Αντίθετα η θεωρεία (Κων. Παπαδόπουλου, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, παρ. 117 αρ. 4, σελ. 306-307, Γεωργιάδη, Εγχειρ. Παρ. 60V, σελ. 399 και Κων. Παπαδόπουλου, Η αρνητική αγωγή, σελ. 151) δέχεται, ότι, στην περίπτωση αυτή που στο διεκδικούμενο ακίνητο έχει γίνει μια εγκατάσταση, μπορεί ο ενάγων, ενώνοντας τις εν λόγω αγωγές στο ίδιο δικόγραφο, χωρίς να υπάρχει εμπόδιο από τη δικονομικού δικαίου διάταξη του άρθρου 218 Κ.Πολ.Δ., να ζητήσει την κατεδάφιση της εγκατάστασης και την απόδοση του ακινήτου. Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο αναίρεσης, κατά το δεύτερο μέρος του, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 560 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ., γιατί το Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα παραπάνω, με το να δεχθεί τη με τη διεκδικητική αγωγή σωρευόμενη αρνητική αγωγή, υποχρεώνοντας την ήδη αναιρεσείουσα εναγομένη να αφαιρέσει (κατεδαφίσει) το κατασκεύασμα που έχει γίνει στο προεκτεθέν τμήμα εμβαδού 2,09 τ.μ., παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1094, 1108 ΑΚ και 945 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. Κατόπιν των ανωτέρω, και δεδομένου ότι πρόκειται για ζήτημα με γενικότερο ενδιαφέρον, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ. 2 εδ. β' Κ.Πολ.Δ., ο λόγος αυτός αναίρεσης να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 13-1-2013 αίτηση της Ε. Γ. του Γ. για αναίρεση της 50/2012 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου ως προς τους πρώτο και δεύτερο, κατά το πρώτο μέρος του, λόγους αναίρεσης.
Παραπέμπει το δεύτερο, κατά το δεύτερο μέρος του, λόγο αναίρεσης στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4.2.2014
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 2 Απριλίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή