Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Πλαστογραφία, Ηθική αυτουργία, Δόλος.
Περίληψη:
Στοιχεία πλαστογραφίας 216 παρ. 1 ΠΚ. Πότε χρήση (επιβαρυντική περίπτωση). Ηθική αυτουργία (άρθρα 6 παρ. 1α΄ΠΚ) στοιχεία αυτής . Πότε υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας. Ο δόλος ενυπάρχει στα πραγματικά περιστατικά εκτός εάν ο νόμος απαιτεί εν γνώσει. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 2106/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα- Εισηγήτρια, Γεώργιο Αδαμόπουλο και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Τσαγκαλίδη, περί αναιρέσεως της 2056/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ1, που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 1 Ιουνίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 967/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 216 παρ.1 ΠΚ προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται αντικειμενικώς μεν η από την αρχή κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο που το εμφανίζει ότι κατηρτίσθη από άλλον ή η νόθευση γνησίου εγγράφου, δηλαδή αλλοίωση της εννοίας του περιεχομένου του εγγράφου, η οποία μπορεί να γίνει με την προσθήκη ή εξάλειψη λέξεων, αριθμών ή σημείων, υποκειμενικώς δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση πραγματώσεως των περιστατικών που απαρτίζουν την αντικειμενική υπόσταση και σκοπός του δράστου να παραπλανήσει με την χρήση του πλαστού εγγράφου άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, όπως είναι εκείνο το γεγονός το οποίο είναι πρόσφορο για την παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή ή απόσβεση δικαιώματος ή εννόμου σχέσεως. Η χρήση του εγγράφου από τον υπαίτιο της καταρτίσεως ή της νοθεύσεως, θεωρείται επιβαρυντική περίσταση. Στοιχειοθετείται δε αντικειμενικώς όταν αυτός καταστήσει προσιτό το έγγραφο αυτό στον μέλλοντα να παραπλανηθεί από το περιεχόμενο αυτού τρίτο και δώσει σ'αυτόν την δυνατότητα να λάβει γνώση του περιεχομένου του, χωρίς να απαιτείται και να λάβει πράγματι γνώση ή να παραπλανηθεί ο τρίτος. Περαιτέρω από την διάταξη του άρθρου 46 παρ.1α ΠΚ προκύπτει ότι για την ύπαρξη της ηθικής αυτουργίας απαιτούνται: α) πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλο της αποφάσεως να διαπράξει ορισμένη πράξη η πρόκληση δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως υπόσχεση, χορήγηση αμοιβής, πειθώ, απειλή, προτροπή, κλπ. β) η διάπραξη από τον άλλο της πράξεως αυτής και γ) δόλος του ηθικού αυτουργού, δηλαδή η ηθελημένη πρόκληση της αποφάσεως για την διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος με γνώση και θέληση την αποδοχή της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξεως. Εξ άλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο κατεδικάσθη ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Δια την ύπαρξη τοιαύτης αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ειδικά ως προς τον δόλο, που απαιτείται κατά κανόνα σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.1 ΠΚ, προς στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως των κακουργημάτων και των πλημμελημάτων που συνίσταται κατά το άρθρο 27 παρ.1 ιδίου Κώδικος στη θέληση της παραγωγής των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιοποίνου πράξεως, αυτός ενυπάρχει στην παραγωγή των περιστατικών αυτών και προκύπτει από αυτή, ούτω δε δεν είναι αναγκαία ειδική αιτιολογία ως προς αυτήν, εκτός βέβαια εάν απαιτούνται και πρόσθετα περιστατικά, όπως όταν ο νόμος απαιτεί η πράξη να έχει τελεσθεί με σκοπό την πρόκληση ορισμένου αποτελέσματος. Ούτω στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία με χρήση για να έχει η καταδικαστική απόφαση την απαιτουμένη από τα άνω άρθρα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να αναφέρονται σ'αυτή ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στη συγκεκριμένη περίπτωση στο φυσικό αυτουργό την απόφασή του να τελέσει την πλαστογραφία με χρήση, με σκοπό να παραπλανήσει άλλον με την τελευταία αυτή (χρήση). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση υπ'αριθμ. 2056/2009 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, το οποίο δίκασε μετ' αναίρεση, δια της υπ' αριθμ. 144/2009 αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, της υπ'αριθμ. 3716/2007 αποφάσεως του άνω Τριμελούς Εφετείου, το δικαστήριο αυτό εδέχθη, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από αξιολόγηση και εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που αναφέρει λεπτομερώς τα εξής πραγματικά περιστατικά: "Επειδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας που εξετάστηκαν στο Δικαστήριο τούτο, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης καθώς και των εγγραφών που αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης αυτής την απολογία του κατηγορουμένου στο ακροατήριο αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Ο κατηγορούμενος διατηρεί βιοτεχνική επιχείρηση στο .... Κατά το μήνα Ιανουάριο του 2000 προσέλαβε και απασχολούσε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας την εγκαλούσα Ψ1. Η σύμβαση της εν λόγω ήταν πλήρους απασχόλησης και διήρκεσε μέχρι τον Αύγουστο του 2002. Όταν η εγκαλούσα αξίωσε την ασφαλιστική της κάλυψη (ένσημα ΙΚΑ) για την ανωτέρω περίοδο, απευθύνθηκε στο λογιστή της επιχείρησης του κατηγορουμένου και εκεί πληροφορήθηκε εν τέλει ότι η σύμβασή της φερόταν ότι ήτο μερικής απασχόλησης και συγκεκριμένα ότι αυτή εργαζόταν από 23-1-2002 και μόνο τις ημέρες Δευτέρα και Παρασκευή, ενώ το αληθές είναι ότι αυτή είχε πλήρη απασχόληση από της προσλήψεώς της (Ιανουάριος 2000) κατά το προαναφερθέντα. Μάλιστα δε της επεδείχθη και σχετικό έντυπο συμβάσεώς της που είχε αποσταλεί στην Επιθεώρηση Εργασίας στις 6.2.2002, το οποίο έφερε πλαστογραφημένη την υπογραφή της. Και ναι μεν δεν απεδείχθη ποιος τελικώς πλαστογράφησε το παραπάνω έγγραφο, ωστόσο όμως είναι προφανές αλλά και απεδείχθη ότι ο αυτουργός της παραπάνω πράξης ενήργησε κατά προτροπή και παραίνεση του κατηγορουμένου, προς το σκοπό περιποιήσεως στον τελευταίο ωφελημάτων από μη πλήρη επικόλληση ενσήμων για τις πράγματι πραγματοποιηθείσες ημέρες εργασίας της εγκαλούσας στην παραπάνω επιχείρηση, και τη μείωση της δαπάνης των για ασφαλιστικές εισφορές ποσών που τον βάρυναν και την εν γένει φαλκίδευση των εργασιακών δικαιωμάτων της. Περαιτέρω απεδείχθη ότι ο κατηγορούμενος έκανε χρήση του παραπάνω πλαστού εγγράφου προσκομίζοντάς το στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας στις 6.2.2002 προς αναγγελία της προσλήψεώς της, ως λαβούσα χώρα (ψευδώς) στις 23.1.2002. Κατά συνέπεια πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, μιας πράξεως, ήτοι της ηθικής αυτουργίας στην τέλεση της παραπάνω πλαστογραφίας με χρήση του πλαστού εγγράφου (ΠΚ 46 παρ.1α, 216 παρ.1)". Μετά ταύτα εκήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι: Στο ... στις 6-2-2002 1) Με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε και ειδικότερα την πράξη της κατάρτισης πλαστού εγγράφου. Συγκεκριμένα, όντας ο ίδιος ιδιοκτήτης επιχείρησης βιοτεχνίας σιδερωτήριου-συσκευαστηρίου, με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις προκάλεσε σε άγνωστο κατά την προανάκριση άτομο την απόφαση να θέσει κατ' απομίμηση την υπογραφή της εργαζόμενης στη βιοτεχνία Ψ1 στην αριθ. ...ατομική σύμβαση εργασίας μερικής απασχόλησης εργοδότη. Με τη σύμβαση αυτή φέρονταν ψευδώς ότι η ανωτέρω εργαζομένη προσελήφθη στις 23-1-02 με όρους μερικής απασχόλησης ως συσκευάστρια ενδυμάτων, ενώ το αληθές είναι. ότι αυτή προσελήφθη την 26-1-00 ως συσκευάστρια με ωρομίσθια αμοιβή 2,05 € και εργασία 40 ωρών εβδομαδιαία ως συσκευάστρια ενδυμάτων. Στη συνέχεια έκανε χρήση αυτού του πλαστού εγγράφου καταθέτοντάς το στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας στις 6-02-2002". Με αυτά που εδέχθη το Τριμελές Εφετείο Αθηνών διέλαβε στην άνω απόφασή του την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτή με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο κατεδικάσθη ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά που εδέχθη στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, τις οποίες εφήρμοσε. Ειδικότερα αναφέρει όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έλαβεν υπ'όψη της, ιδία δε τον τρόπο και τα μέσα ήτοι συνεχείς προτροπές και παραινέσεις, με τα οποία ο αναιρεσείων προκάλεσε την απόφαση στον αυτουργό να τελέσει την άδικο πράξη της πλαστογραφίας, χωρίς να απαιτείται άλλος ιδιαίτερος προσδιορισμός ως και τον σκοπό παραπλανήσεως της Επιθεωρήσεως εργασίας, όπου εγένετο υπ'αυτού χρήση του πλαστού εγγράφου.
Συνεπώς ο σχετικός μόνος λόγος αναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας υποστηρίζων τα αντίθετα των ανωτέρω, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, απορριφθεί δε στο σύνολό της η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1-6-2009 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ'αριθμ. 2056/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Οκτωβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 6 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ