Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Έγγραφα, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Λαθρομεταναστών μεταφορά, Δήμευση.
Περίληψη:
Παράνομη μεταφορά λαθρομεταναστών. Παράνομη είσοδος στο Ελληνικό έδαφος. Παράβαση άρ. 88 παρ. 1β Ν. 3386/2005. Μεταφορά αλλοδαπών με λεωφορείο από την Τουρκία. Λόγοι αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου. Αιτιολογία της περί κατασχέσεως του αυτοκινήτου αποφάσεως. Απόρριψη αιτήματος του παρεμβαίνοντος ιδιοκτήτη για απόδοση του αυτοκινήτου. Επιβολή και χρηματικής ποινής, παρά την αποδοχή του αιτήματος για ελαφρυντικά. Έγγραφα. Προσδιορισμός ταυτότητας. Απορρίπτει αναίρεση.
Αριθμός 404/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Ιανουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Φωτίου Μακρή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Γεωργίας Στεφανοπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ...., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Κωνσταντέλλο, περί αναιρέσεως της 865/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θράκης. Με παρεμβαίνοντα - εκκαλούντα τον ...., που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Εφετείο Θράκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28.3.2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 666/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 88 παρ.1 του Ν. 3386/2005 "1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα υπηκόους τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους προωθούν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, στην Ελληνική Επικράτεια και αντίστροφα προς το έδαφος κράτους μέλους της Ε.Ε. ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά ή προώθηση τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη τιμωρούνται: α. Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή πέντε χιλιάδων (5.000) έως είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο β. Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) έως πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν η μεταφορά ενεργείται κατ` επάγγελμα ή αν ο υπαίτιος είναι δημόσιος υπάλληλος ή τουριστικός ή ναυτιλιακός ή ταξιδιωτικός πράκτορας" . Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι θεσμοθετείται αδίκημα υπαλλακτικώς μικτό, τελούμενο με οποιονδήποτε από τους προβλεπόμενους τρόπους, από τα πρόσωπα τα οποία αποδέχονται να μεταφέρουν στην Ελλάδα αλλοδαπούς που δεν έχουν δικαίωμα να εισέλθουν στο έδαφός της, ή τους προωθούν στο εσωτερικό της χώρας, ή διευκολύνουν την μεταφορά ή την προώθησή τους, γνωρίζοντας τη αυθαίρετη είσοδο τούτων ως λαθρομεταναστών. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίος έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδείξεων, αρκεί η γενική, κατά το είδος τους, αναφορά τους, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Η ύπαρξη του δόλου, που απαιτείται, κατά το άρθρο 26 παρ.1 ΠΚ, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, δεν είναι κατ'αρχήν ανάγκη να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι προκύπτει από την πραγμάτωση των περιστατικών τούτων, εκτός αν αξιώνονται από τον νόμο πρόσθετα στοιχεία, για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θράκης, ύστερα από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασής του, ότι αποδείχθηκαν τα εξής: "Ο κατηγορούμενος στις 23 Ιουλίου 2006, στο συνοριακό σημείο διέλευσης Κήπων Έβρου, παρέλαβε προώθησε και διευκόλυνε την μεταφορά των κατωτέρω αναφερομένων, υπηκόων τρίτης χώρας, Γεωργίας, που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα, παρέλαβε από την Τουρκία τους κάτωθι υπηκόους Γεωργίας που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα, ως στερούμενοι ταξιδιωτικών εγγράφων, και τους επιβίβασε στο υπ' αριθμ. ..... τουριστικό λεωφορείο ιδιοκτησίας του Ζ1 κατοίκου Γεωργίας, το οποίο είχε εκμισθωθεί στο γραφείο Γενικού Τουρισμού ....., με έδρα την Γεωργία και αφού έκρυψε αυτούς σε ειδικά διαμορφωμένη κρύπτη που είχε κατασκευασθεί στο οπίσθιο τμήμα του (διώροφου) λεωφορείου, κάτω από το δάπεδο του πρώτου ορόφου και των υφισταμένων αριστερά κατά την είσοδο από την πίσω θύρα έξι καθισμάτων, τους προώθησε στο εσωτερικό της χώρας με προορισμό την Αθήνα. Η κατά τα ανωτέρω λαθρομετανάστες οκτώ (8) τον αριθμό ήταν οι εξής 1. ....., 2. ...., 3. ...., 4. ....., 5. .... , 6. ....., 7. ....., 8. ....., υπήκοοι Γεωργίας. Ως εκ των μέτρων που έλαβε (διαμόρφωση κρύπτης στο όχημά του) αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος δρούσε οργανωμένο με σκοπό οικονομικό όφελος και συνεπώς κατ' επάγγελμα.
Συνεπώς πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, να αναγνωρισθεί δε ότι συντρέχει στο πρόσωπο αυτού η ελαφρυντική περίπτωση του άρθρου 84 παρ. 2α Π.Κ., καθόσον αποδείχθηκε ότι μέχρι του χρόνου τελέσεως της άνω πράξεως είχε διάγει έντιμο ατομικό, κοινωνικό και οικογενειακό βίο". Κατ' ακολουθίαν του αιτιολογικού αυτού το Τριμελές Εφετείο κήρυξε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου (84 παρ. 2α ΠΚ), για προώθηση στη χώρα αλλοδαπών, που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα. Ειδικότερα κήρυξε αυτόν ένοχο του ότι: "Στο συνοριακό σημείο διέλευσης Κήπων Έβρου την 23η Ιουλίου 2006, παρέλαβε, προώθησε και διευκόλυνε την μεταφορά των παρακάτω αναφερόμενων υπηκόων τρίτης χώρας Γεωργιανής υπηκοότητας που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα, τέλεσε δε την ανωτέρω πράξη κατ' επάγγελμα. Συγκεκριμένα ως μέλος οργανωμένης ομάδας (κυκλώματος) με δραστηριότητα την οργάνωση μεταφορά και διακίνηση προσώπων που στερούνται ταξιδιωτικών εγγράφων και την προώθηση τους στη Χώρα, από Χώρες του εξωτερικού επ' αμοιβή, παρέλαβε από την Τουρκία τους κατωτέρω αναφερόμενους υπηκόους τρίτης χώρας που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στην Ελλάδα τους οποίους επιβίβασε στο υπ'αριθμ .... τουριστικό λεωφορείο ιδιοκτησίας του Ζ1 κατοίκου Γεωργίας, το οποίο είχε νοικιάσει στο γραφείο Γενικού Τουρισμού .... με έδρα την Γεωργία και αφού τους έκρυψε σε ειδικά -διαμορφωμένη κρύπτη η οποία είχε κατασκευαστεί στο πίσω μέρος του διώροφου λεωφορείου κάτω από το πάτωμα του πρώτου ορόφου και των υπαρχόντων αριστερά κατά την είσοδο από την πίσω θύρα έξι καθισμάτων και τους προώθησε στο εσωτερικό της χώρας με προορισμό την Αθήνα και με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος από την μεταφορά του, ύψους 1000 ευρώ για κάθε μεταφερόμενο. Οι κατά τα ανωτέρω αναφερόμενοι αλλοδαποί είναι....... (αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία των οκτώ λαθρομεταναστών)". Για την πράξη του δε αυτή, που προβλέπεται και τιμωρείται, όπως δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο, από τα άρθρα 13στ', 26§1α', 27§1, 83, 84§2α', 94§1 Π.Κ. και τα άρθρα 88§1β, δ' εδ. β', γ του Ν.3386/2005 επέβαλε σε αυτόν ποινή φυλακίσεως δώδεκα (12) μηνών και χρηματική ποινή 2000 ευρώ, για το καθένα μεταφερόμενα άτομο και όρισε συνολική ποινή φυλάκισης είκοσι έξι μηνών, την οποία ανέστειλε για τρία έτη και συνολική χρηματική ποινή 6.900 ευρώ.
ΙΙ. Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από τα μνημονευθέντα αποδεικτικά μέσα και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξεως του άρθρου 88 παρ.1 β του Ν. 3386/2005, για τις οποίες καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις προαναφερόμενες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, που εφάρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε. Ειδικότερα, το Τριμελές Εφετείο, κατέληξε στην καταδικαστική για τον αναιρεσείοντα κρίση του, αφού έλαβε υπόψη του όλα τα αναφερόμενα στην απόφασή του αποδεικτικά μέσα, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε κάθε παραδοχή και χωρίς να απαιτείται η αξιολόγηση κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά. Επίσης στο αλληλοσυμπληρούμενο σκεπτικό και διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασής του, διέλαβε ότι ο αναιρεσείων καταλήφθηκε να προωθεί τους ειδικά μνημονευόμενους στο διατακτικό αλλοδαπούς, που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα, αν και γνώριζε ότι αυτοί στερούνταν διαβατηρίου και ταξιδιωτικών εγγράφων, όπως η γνώση αυτή σαφώς συνάγεται από τα εκτιθεμένα στην απόφαση πιο πάνω περιστατικά (συμμετοχή του σε κύκλωμα μεταφοράς και διακίνησης λαθρομεταναστών, παραλαβή από τον ίδιο από την Τουρκία των προσώπων αυτών και μεταφορά τους, αφού τους έκρυψε σε ειδικά διαμορφωμένη κρύπτη κλπ). Επιπλέον, το Δικαστήριο της ουσίας, με τις παραδοχές του ότι ο αναιρεσείων ενεργούσε ως μέλος οργανωμένης ομάδας (κυκλώματος) με δραστηριότητα την οργάνωση μεταφορά και διακίνηση προσώπων που στερούνται ταξιδιωτικών εγγράφων και την προώθησή τους στη Χώρα, από Χώρες του εξωτερικού επ' αμοιβή, ότι παρέλαβε από την Τουρκία τους πιο πάνω αναφερόμενους υπηκόους τρίτης χώρας, τους οποίους μετέφερε με ειδικά διαμορφωμένο λεωφορείο, όπου είχε κατασκευαστεί κρύπτη στο πίσω μέρος του διώροφου λεωφορείου κάτω από το πάτωμα του πρώτου ορόφου και τους προώθησε στο εσωτερικό της χώρας με προορισμό την Αθήνα και με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος, αφού για κάθε μεταφερόμενο άτομο έλαβε, ως αμοιβή, 1000 ευρώ, περιγράφοντας με τον τρόπο αυτό την υποδομή που αυτός είχε διαμορφώσει, από την οποία προέκυπτε ο σκοπός του προς πορισμό εισοδήματος, με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, στήριξε την κρίση του ότι ο αναιρεσείων τέλεσε την πιο πάνω πράξη κατ' επάγγελμα, χωρίς η παραδοχή αυτή να αντιφάσκει με την αναγνώριση στον κατηγορούμενο αναιρεσείοντα των ελαφρυντικών του προτέρου εντίμου. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας της αποφάσεως, δεν ήταν αναγκαία η αναφορά και των επιπλέον στοιχείων που αναφέρει ο αναιρεσείων στην αίτησή του και οι περί του αντιθέτου, αιτιάσεις αυτού, ότι η απόφαση στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, λόγω των ελλείψεων αυτών, είναι αβάσιμες. Κατά τα λοιπά, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, ως προς την έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, και εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, μεταξύ των οποίων ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα και αναιτιολόγητα αξιολόγησε τις αποδείξεις (καταθέσεις μαρτύρων κλπ), από τις οποίες, κατά τον αναιρεσείοντα, ουδόλως προκύπτει η ενοχή του, απαραδέκτως προβάλλονται, καθόσον, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας του νόμου, πλήττεται απαραδέκτως η περί τα πράγματα εκτίμηση του Δικαστηρίου της ουσίας. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ.1 περ.Δ και Ε του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, με τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Εξάλλου απορριπτέος, ως παντελώς αόριστος είναι προβαλλόμενος από τον αναιρεσείοντα λόγος αναίρεσης, ότι το Δικαστήριο "ηγνόησεν πάντα τα αποδεικτικά μέσα και αιτήματά μου και αντιπαρήλθεν σιγή ή αβιάστως ταύτα".
ΙΙΙ. Κατά την παρ.4 του άρθρου 79 ΠΚ "στην απόφαση αναφέρονται οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την ποινή που επέβαλε". Η διάταξη αυτή αναφέρεται στην παρ.1 του ίδιου άρθρου που ορίζει ότι "κατά την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφει ο νόμος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη α) τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεσθεί και β) την προσωπικότητα του εγκληματία". Περαιτέρω κατά τη κατά τη διάταξη του άρθρου 80 παρ.1 του ΠΚ "Κατά την επιμέτρηση της χρηματικής ποινής και του προστίμου λαμβάνονται υπόψη και οι οικονομικοί όροι τόσο εκείνου που καταδικάστηκε όσο και των μελών της οικογενείας του τα οποία συντηρεί". Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με όσα ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 79 ΠΚ, αναφορικά με τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη του το δικαστήριο για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος και της προσωπικότητας του δράστη, προκύπτει ότι η επιμέτρηση της ποινής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ανήκει στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο λαμβάνει υπόψη του τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, όπως αυτά προκύπτουν από τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά για την ενοχή του, ως προς δε την επιμέτρηση της χρηματικής ποινής λαμβάνει, επιπλέον, υπόψη και οι κατά το άρθρο 80 παρ.1 του ΠΚ οικονομικοί όροι, χωρίς να έχει υποχρέωση να διαλάβει στην περί ποινής απόφασή του για τα στοιχεία αυτά και άλλη ειδικότερη αιτιολογία. Εξάλλου, κατά το άρθρο 84 Π.Κ,. όταν συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις, ή ποινή μειώνεται κατά το στο άρθρο 83 οριζόμενο μέτρο και κατά το έδ. ε' τής διατάξεως αυτής, αν ο νόμος προβλέπει αθροιστικά ποινή ελευθερίας και ποινή χρηματική, μπορεί να επιβληθεί και μόνο αυτή η τελευταία . Από τη διάταξη αυτή συνδυαζόμενη με τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 79 ΠΚ, προκύπτει ότι στην πιο πάνω περίπτωση με στοιχ. ε, η επιβολή μόνο της μίας από τις δύο ποινές, δηλαδή, είτε της στερητικής της ελευθερίας είτε της χρηματικής, ή η επιβολή και των δύο αυτών ποινών, ανήκει στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Το δικαστήριο δε αυτό κατά την επιμέτρηση της ποινής θα λάβει υπόψη του τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 79 ΠΚ (βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου), χωρίς να έχει υποχρέωση να διαλάβει στην απόφασή του για την επιβολή μόνο στερητική της ελευθερίας ή μόνο χρηματικής ποινής ή και των δύο αυτών ποινών, ειδικότερη αιτιολογία. Στην προκειμένη υπόθεση, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσείων, κηρύχθηκε ένοχος για την παράβαση του άρθρου 88 παρ. 1β του ν.3386/2005 και του αναγνωρίστηκε η ελαφρυντική περίσταση ότι έζησε έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα, έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή (και επομένως η προβλεπόμενη για την πράξη αυτή ποινή μειώνεται στο μέτρο του άρθρου 83 ΠΚ (84 παρ.1 ΠΚ). Στη συνέχεια, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το Τριμελές Εφετείο, αφού με ειδική σκέψη εφήρμοσε όσα ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 79 και 80 του ΠΚ και έλαβε υπόψη του τη βαρύτητα της πράξεως, την προσωπικότητα του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, και τους οικονομικούς όρους του ίδιου και της οικογένειάς του, του επέβαλε για την εν λόγω πράξη συνολική ποινή φυλακίσεως 26 μηνών και συνολική χρηματική ποινή 6.900 ευρώ. Σύμφωνα με τα όσα προεκτέθηκαν, ορθώς η προσβαλλόμενη απόφαση εφάρμοσε την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 83 του ΠΚ, και επέβαλε στον αναιρεσείοντα και τις δύο ποινές (στερητικής της ελευθερίας και χρηματικής), χωρίς να έχει υποχρέωση να διαλάβει στην απόφασή του αυτή και άλλη ειδικότερη αιτιολογία.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ, Ε και Η λόγοι αναιρέσεως περί κακής εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως και ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της περί των ποινών αυτών διατάξεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως, καθώς και της υπερβάσεως της εξουσίας του δικαστηρίου, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.
ΙV. Κατά το τελευταίο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 88 του ν.3386/2006, όπως ισχύει (αρ.15 παρ.8 Ν.3536/2007), "Επιβληθείσα κατάσχεση του μεταφορικού μέσου, που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά προσώπων, αίρεται με την απαγγελία στο ακροατήριο της οριστικής αθωωτικής απόφασης και το μεταφορικό μέσο αποδίδεται στον ιδιοκτήτη του. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης δημεύονται τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά προσώπων, εκτός αν ο κύριος των μέσων αποδείξει ότι δεν γνώριζε το σκοπό για τον οποίο αυτά χρησιμοποιήθηκαν" . Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα πρακτικά της δίκης επί της οποίας αυτή εκδόθηκε, το Τριμελές Εφετείο απέρριψε αίτημα του δια πληρεξουσίου εκπροσωπούμενου εκκαλούντος- παρεμβαίνοντος ...., ιδιοκτήτη του κατασχεθέντος λεωφορείου, για την σ' αυτόν απόδοσή του. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με την αιτιολογία: "Επειδή πρέπει να επικυρωθεί η κατάσχεση και να διαταχθεί η δήμευση όλων των κατασχεθέντων κατά το άρθρο 76 ΠΚ και 88 παρ.1 εδ.δ ....... απορριπτομένης της κυρίας παρεμβάσεως του δευτέρου των εκκαλούντων περί αποδόσεως του ..... τουριστικού λεωφορείου που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο μεταφοράς, καθόσον το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο ανωτέρω αγνοούσε τη χρήση του για μεταφορά των λαθρομεταναστών, ενόψει του ότι είχε διαμορφωμένη κρύπτη για το λόγο αυτό, σταθερώς κατασκευασμένη, γεγονός που δεν μπορούσε να γίνει εν αγνοία του αληθούς κυρίου". Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο, διέλαβε, στην προσβαλλόμενη περί κατασχέσεως του πιο πάνω αυτοκινήτου, απόφασή του και μη αποδόσεως αυτού στον ιδιοκτήτη του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ.1 περ. Δ του ΚΠΔ λόγος αναίρεσης, με την αιτίαση ότι ουδεμία αιτιολογία παρέχεται στο σκεπτικό και διατακτικό της απόφασης "περί της ορθότητος, νομιμότητος και αναγκαιότητος της δημεύσεως" του πιο πάνω αυτοκινήτου, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι ο αναιρεσείων, μη κύριος του αυτοκινήτου, δεν επικαλείται έννομο συμφέρον για τον προβαλλόμενο λόγο αναίρεσης. V. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 358, 364 παρ.2 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ.1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, διότι, έτσι, παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό μέσο. Στα πρακτικά της δημόσιας συζήτησης, που συντάσσονται, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται σε ποιο αποδεικτικό θέμα αφορά το έγγραφο, ούτε να καταχωρίζεται το περιεχόμενο του εγγράφου που αναγνώσθηκε. Αρκεί να αναφέρονται στα πρακτικά τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ταυτότητά του, σε τρόπο που μπορεί να διαγνωσθεί ότι αναγνώσθηκε όλο το περιεχόμενό του και ο κατηγορούμενος, γνωρίζοντας πλήρως την ταυτότητά του, να έχει κάθε ευχέρεια να ασκήσει τα από τα άρθρο 358 ΚΠΔ πιο πάνω δικαιώματά του, δεδομένου μάλιστα ότι, εφόσον συντελείται η ανάγνωση των εγγράφων αυτών, παρέχεται η δυνατότητα στον κατηγορούμενο να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις που είναι σχετικές με το περιεχόμενό τους, αφού η δυνατότητα αυτή λογικώς δεν εξαρτάται μόνο από τον τρόπο με τον οποίο αναφέρονται στα πρακτικά τα αναγνωσθέντα έγγραφα. Διαφορετικό είναι το ζήτημα, εάν από την αόριστη αναφορά της ταυτότητας ενός εγγράφου που αναγνώσθηκε, δημιουργείται ασάφεια από το αιτιολογικό της απόφασης ως προς το αν το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη του το έγγραφο αυτό και αν στήριξε ή όχι σ' αυτό την κρίση του, οπότε όμως δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγος αναίρεσης, για έλλειψη αιτιολογίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Θράκης που την εξέδωσε, στήριξε την περί ενοχής του αναιρεσείοντος κρίση του, εκτός από άλλες αποδείξεις και σε όλα τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, μεταξύ των οποίων και τα προσδιοριζόμενα με αύξοντα αριθμό, ως εξής: "1) Οι από .... (δύο) εκθέσεις σύλληψης του Υπαστ. Α ' του ΑΣΦ Φερών ..... 2) Η από ..... έκθεση κατάσχεσης αυτοκινήτου του της ΥΑ Αλεξ/πολης ...... 3) Η από .... έκθεση κατάσχεσης τον Ανθ/μου της ΥΑ Αλεξ/πολης ..... 4) Η από ..... έκθεση εξέτασης του ..... με διερμηνέα ......". Με την πιο πάνω αναφορά των εγγράφων αυτών, ενόψει και της αριθμήσεώς τους, επαρκώς προσδιορίζεται η ταυτότητά τους και δεν ήταν αναγκαία ειδικότερη αναφορά πρόσθετων στοιχείων προσδιορισμού τους, αφού, ειδικότερα με την ανάγνωση του κειμένου τους, κατέστησαν γνωστά και κατά το περιεχόμενό τους στον αναιρεσείοντα, οπότε αυτός είχε πλήρη δυνατότητα να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις αναφορικά με το περιεχόμενο των εγγράφων αυτών, όπως και των υπολοίπων, γεγονός που δεν εξαρτήθηκε από τον τρόπο προσδιορισμού του στα πρακτικά της δίκης, ενόψει και του ότι δεν υπήρχαν άλλα έγγραφα με τα στοιχεία αυτά. Ως εκ τούτου, το Τριμελές Εφετείο, που δίκασε, ορθώς έλαβε υπόψη του τα ως άνω αριθμούμενα έγγραφα. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α ΚΠΔ λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η πλημμέλεια της, κατά το άρθρο 171 παρ.1 Δ ΚΠΔ, απόλυτης ακυρότητας κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, με την αιτίαση ότι το Δικαστήριο της ουσίας, προς στήριξη της περί ενοχής του αναιρεσείοντος κρίσης του, έλαβε υπόψη του τα πιο πάνω αριθμούμενα έγγραφα, που αναγνώσθηκαν, χωρίς να προσδιορίζεται η ταυτότητά τους, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
VI. Συνακόλουθα, μετά την απόρριψη όλων των λόγων αναίρεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 583 παρ. 1 του Κ.Π.Δ., στα δικαστικά έξοδα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28-3-2008 αίτηση (δήλωση) αναιρέσεως (αρ. πρωτ. 2838/31-3-2008) του ..... για αναίρεση της 865/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (πλημμελημάτων) Θράκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ. -
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Ιανουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Φεβρουαρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ