Θέμα
Κληρονομία , Υιοθεσία.
Περίληψη:
Υιοθεσία ανήλικου πριν από τον ν. 2447/1996 και θάνατος κληρονομούμενου φυσικού πατέρα ή αδελφού μετά τον ν. 2447/1996. Εφόσον δεν έγινε πλήρης ένταξη του τέκνου στη θετή οικογένεια κατόπιν αιτήσεως του θετού πατέρα, το τέκνο διατηρεί το κληρονομικό του δικαίωμα έναντι των φυσικών του συγγενών Σχετικές διατάξεις. Αναίρεση. Πότε ιδρύεται ο λόγος αναιρέσεως του άρθρου 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ (Αναιρεί ΕφΛαρ 530/2011).
Αριθμός 2083/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 17 Σεπτεμβρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Μ. συζ. Ι. Π., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Καρακώστα.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Γ. συζ. Χ. Χ., το γένος Δ. Γ., κατοίκου ..., 2) Β. Γ. του Δ., κατοίκου ..., 3) Κ. συζ. Δ. Γ., το γένος Δ. Γ., κατοίκου ... Η.Π.Α., 4) Σ. συζ. Δ. Σ., το γένος Δ. Γ., κατοίκου ..., 5) Β. Γ. του Δ., 6) Ν. Γ. του Δ., κατοίκων ..., 7) Β. Γ. του Α., συζ. Σ. Α., κατοίκου ..., 8) Δ. Γ. του Α., και 9) Μ. Γ. του Α.., συζ. Ι. Κ., κατοίκων .... Ο 6ος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και οι λοιποί εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Τσακίρη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 2/4/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 165/2009 του ιδίου Δικαστηρίου και 530/2011 του Εφετείου Λάρισας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 30/3/2012 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 1/1/2014 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την αναίρεση της απόφασης κατά παραδοχήν του πρώτου λόγου της αιτήσεως.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 568§4 και 576§2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως απουσιάζει ο αναιρεσίβλητος και ο αναιρεσείων που επισπεύδει τη συζήτηση έχει επιδώσει σ' αυτόν αντίγραφο του κατατεθέντος δικογράφου της αιτήσεως με κλήση προς συζήτηση κατά τη δικάσιμο που έχει οριστεί, ο Άρειος Πάγος προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία του κλητευθέντος αναιρεσιβλήτου.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, ο έκτος αναιρεσίβλητος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης δικάσιμο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, και δεν έλαβε μέρος στη συζήτηση. Όπως δε προκύπτει από την υπ' αριθμ. ... έκθεση επιδόσεως της, δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Λαρίσης Ε. Π., την οποία η αναιρεσείουσα προσκομίζει και επικαλείται, η τελευταία επέδωσε στον ανωτέρω αναιρεσίβλητο, νόμιμα και εμπρόθεσμα, αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με την κάτω από αυτήν πράξη με την οποία ορίζεται δικάσιμος προς συζήτηση της η 5-2-2014 και με κλήση για να παραστεί κατά τη δικάσιμο αυτή. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο η συζήτησή της υποθέσεως αναβλήθηκε εκ του πινακίου για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης, κατά συνέπειαν δε και σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, και αφού η αναβολή εκ του πινακίου ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη μετ' αναβολήν δικάσιμο, για την οποία δεν απαιτείται νέα κλήση (άρθρ. 226 παρ. 4 εδ. γ'- δ', 575 ΚΠολΔ), το δικαστήριο θα προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως παρά την απουσία του κλητευθέντος, ως ανωτέρω, πέμπτου αναιρεσιβλήτου.
II.- Κατά το άρθρο 1561 παρ. 1 του Α.Κ., όπως ισχύει μετά τον ν.2447/1996, με τον οποίο και από την έναρξη της ισχύος του (30-12-1996) καταργήθηκε το κεφάλαιο του Α.Κ. για την υιοθεσία και στη θέση του τέθηκε νέο, δέκατο τρίτο, κεφάλαιο (άρθρα 1542-1588), "Με την υιοθεσία διακόπτεται κάθε δεσμός του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια (...) και ο ανήλικος εντάσσεται πλήρως στην οικογένεια του θετού γονέα του. Έναντι του θετού γονέα και των συγγενών του ο ανήλικος έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τέκνου γεννημένου σε γάμο. Το ίδιο ισχύει και για τους κατιόντες του θετού τέκνου (...)". Με τη διάταξη αυτή, με την οποία, όπως και στην Εισηγητική Έκθεση του κυρωθέντος σχεδίου νόμου αναφέρεται, επέρχεται διακοπή κάθε δεσμού του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια και πλήρης ένταξή του στην οικογένεια των θετών γονέων, δημιουργείται σχέση τεχνητής συγγένειας μεταξύ του υιοθετούντος και των συγγενών του αφενός και του υιοθετουμένου αφ' ετέρου, και αναγνωρίζεται βάσει της σχέσεως αυτής αμοιβαίο εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα μεταξύ τους (Α.Π. 2035/2009), το οποίο δεν υπήρχε υπό το προϊσχύον δίκαιο της υιοθεσίας (παλαιά άρθρα 1579, 1583 του Α.Κ., αρθρ. 1 εδ. α' και 13 παρ. 1 ν.δ. 610/1970), κατ' αποκλεισμόν δε του προϋφισταμένου (ίδιες διατάξεις 1579, 1583 του Α.Κ.) κληρονομικού δικαιώματος του ανηλίκου έναντι της φυσικής του οικογένειας. Εξάλλου κατά το άρθρο 57 παρ. 1 του ίδιου ν.2447/1996, που αποτελεί μεταβατική διάταξη, παρόμοια με εκείνη του άρθρου 88 παρ. 1 του Εισ.Ν Α.Κ., "Με εξαίρεση τις ρυθμίσεις που ακολουθούν, υιοθεσίες που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου διέπονται ως προς το κύρος τους και τα έννομα αποτελέσματα από το έως τώρα δίκαιο (...)", κατά δε το ίδιο άρθρο 57 παρ. 3 του ν.2447/1996 "Στις περιπτώσεις υιοθεσιών ανηλίκων που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος, ο θετός γονέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο, με αίτησή του που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, την πλήρη ένταξη του τέκνου στην οικογένειά του, σύμφωνα με τα άρθρα 1561 έως 1566 του Α.Κ. (...)". Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι επί υιοθεσιών ανηλίκων που τελέστηκαν πριν από τον ν.2447/1996 η πλήρης ένταξη του υιοθετημένου στην οικογένεια του υιοθετήσαντος αφέθηκε, ενόψει και των συνεπειών της, στην βούληση (πρωτοβουλία) του τελευταίου, συντελείται δε με την υποβολή από αυτόν της σχετικής ως άνω αίτησης και την έκδοση επ' αυτής αποφάσεως του δικαστηρίου, από την οποία και γεννάται το προαναφερθέν αμοιβαίο, μεταξύ θετού τέκνου και υιοθετήσαντος, κληρονομικό δικαίωμα, με αντίστοιχη κατάργηση του (προϋφισταμένου) κληρονομικού δικαιώματος του ανηλίκου έναντι της φυσικής του οικογένειας. Επομένως πριν (χωρίς) την ένταξη αυτή δεν καταλύεται το κληρονομικό δικαίωμα του υιοθετηθέντος προ της ισχύος του ν.2447/1996 ανηλίκου έναντι των φυσικών συγγενών του που απεβίωσαν μετά την έναρξη της ισχύος του ν.2447/1996 (Α.Π. 451/201, 391/2013), σημειουμένου ότι η προρρηθείσα μεταβατικού δικαίου διάταξη του άρθρου 57 παρ. 3 του ν.2447/1996, ως ειδική, σχετικά με τις δημιουργούμενες ως ανωτέρω κληρονομικές σχέσεις, κατισχύει εκείνης του άρθρου 92 εδ. α' του Εισ.Ν. Α.Κ., κατά την οποία "οι σχέσεις του κληρονομικού δικαίου, αν ο κληρονομούμενος πέθανε πριν από την Εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, κρίνονται και στο εξής κατά το έως τώρα δίκαιο" και από την οποία εξ αντιδιαστολής προκύπτει ότι οι σχέσεις του κληρονομικού δικαίου, αν ο κληρονομούμενος πέθανε μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, κρίνονται κατά τον κώδικα αυτόν, και αποκλείει (η μεταβατική διάταξη του άρθρου 57 παρ. 3 του ν.2447/1996) την αναλογική εφαρμογή της ειρημένης διάταξης του άρθρου 92 εδ. α' του Εισ.Ν Α.Κ. στις ανωτέρω περιπτώσεις (υιοθεσία προ του ν.2447/1996 και θάνατος κληρονομουμένου φυσικού συγγενούς μετά τον νόμο αυτό). Υπό την αντίθετη εκδοχή θα εδημιουργείτο εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα μεταξύ προσώπων που δεν έχουν την κατά νόμον, ως προϋπόθεση (θεμέλιο) τεθειμένη για το δικαίωμα αυτό, συγγένεια (άρθρα 1813 επ. (Α.Κ), την οποία άλλωστε (συγγένεια) προϋποθέτει υπάρχουσα (δεδομένη) και η προρρηθείσα μεταβατική διάταξη του άρθρου 92 εδ. α' του Εισ.Ν. Α.Κ. και η οποία δεν υφίσταται στην εξεταζόμενη περίπτωση υιοθεσίας χωρίς την κατά τα προεκτεθέντα πλήρη ένταξη του υιοθετημένου στην οικογένεια του υιοθετήσαντος (άρθρ. 57 παρ. 3 ν. 2447/1996). Τα ανωτέρω ισχύουν, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και όταν ο θετός γονέας απεβίωσε προ της ισχύος του ν. 2447/1996 και επομένως δεν ήταν δυνατή η εκ μέρους του υποβολή αιτήσεως για την πλήρη ένταξη του υιοθετηθέντος ανηλίκου στην οικογένειά του (θετού γονέα) κατά την προρρηθείσα διάταξη του άρθρου 57 παρ. 3 του ν. 2447/1996, αφού κρίσιμο εν προκειμένω είναι η κατά τη διάταξη αυτή ένταξη του ανηλίκου στη θετή του οικογένεια και όχι ο λόγος της μη εντάξεώς του. Τέλος, ο κατά τα άρθρα 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. λόγος αναιρέσεως για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου δημιουργείται αν το δικαστήριο της ουσίας δεν εφήρμοσε τέτοιον κανόνα ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφήρμοσε τον κανόνα ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθή (Α.Π. 635/2011).
III. Με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 530/2011 απόφαση του Εφετείου Λαρίσης έγινε δεκτό ότι η αναιρεσειουσα δεν είναι εξ αδιαθέτου κληρονόμος, κατά το άρθρο 1814 του Α.Κ., του φυσικού αδελφού της Δ. Γ., που πέθανε χωρίς διαθήκη στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ την 20-1-2006, ήτοι μετά την ισχύ του ν.2447/1996, για τον λόγο ότι η αναιρεσειουσα με την υπ' αριθμ. 12166/1956 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών είχε υιοθετηθεί προ της ισχύος του ν.2447/1996 από τον Π. Ζ. και επομένως, κατά τις παραδοχές του Εφετείου, οι κληρονομικές της σχέσεις διέπονται από τις ήδη (κατά τον θάνατο του κληρονομουμένου) ισχύουσες διατάξεις, σύμφωνα με τα άρθρα 57 παρ. 1 του ν.2447/1996 και 88 παρ. 1 και 92 εδ. β' του Εισ.Ν. Α.Κ. που προαναφέρθηκαν (ανωτ. υπό II), με αποτέλεσμα να έχει κληρονομικό δικαίωμα μόνο έναντι της θετής της οικογένειας. Στην αναιρεσιβαλλομένη δεν υπάρχει παραδοχή ούτε είχε προβληθεί τέτοιος ισχυρισμός, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης, ότι η αναιρεσείουσα είχε ενταχθεί πλήρως στην θετή της οικογένεια με αίτηση του θετού της πατέρα και έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης σύμφωνα με την προρρηθείσα μεταβατική διάταξη του άρθρου 57 παρ. 3 του ν.2447/1996. Επομένως δε και σύμφωνα με την προηγηθείσα (ανωτ. υπό II) μείζονα σκέψη, η αναιρεσείουσα δεν είχε ενταχθεί πλήρως στη θετή της οικογένεια, έναντι της οποίας και δεν είχε αποκτήσει αμοιβαίο εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα κατά τις ισχύουσες ήδη ως ανωτέρω (νέες) διατάξεις των άρθρων 1561 επ. του Α.Κ. και 57 παρ. 1 του ν.2447/1996, 88 παρ. 1 και 92 εδ. α' του Εισ.Ν. Α.Κ., τις οποίες εφήρμοσε το Εφετείο, και εξακολουθεί (η αναιρεσείουσα) να έχει κληρονομικό εξ αδιαθέτου δικαίωμα έναντι της φυσικής της οικογένειας και εν προκειμένω έναντι του θανόντος ως άνω φυσικού αδελφού της, σύμφωνα με τις προρρηθείσες διατάξεις των άρθρων 1814, 1579 και 1583 του Α.Κ., όπως οι τελευταίες ίσχυαν πριν τον ν.2447/1996 και εφαρμόζονται εδώ σύμφωνα με το άρθρ. 57 παρ.3 του ν.2447/1996,αφού δεν συντρέχουν οι τιθέμενες από το άρθρο αυτό (μεταβατική διάταξη) ως άνω προϋποθέσεις για την εφαρμογή του νέου άρθρου 1561 του Α.Κ. (πλήρης ένταξη της αναιρεσείουσας στη θετή της οικογένεια και αποξένωσή της από τη φυσική, με συνέπεια και την απώλεια του κληρονομικού της δικαιώματος έναντι της τελευταίας - φυσικής - οικογένειας). Έτσι το Εφετείο, που βάσει των ανωτέρω παραδοχών του απέρριψε την ένδικη αγωγή της αναιρεσείουσας, με την οποία η τελευταία ζητούσε, επικαλούμενη το εξ αδιαθέτου κληρονομικό της δικαίωμα επί της κληρονομίας του θανόντος ως άνω φυσικού αδελφού της, την αποδοχή της κληρονομίας αυτής και την μεταγραφή της σχετικής συμβολαιογραφικής δήλωσης, να αναγνωρισθεί συγκυρία κατά το 1/8 εξ αδιαιρέτου τού επίδικου κληρονομιαίου ακινήτου (οικοπέδου), που βρίσκεται στη Ν. Ιωνία Βόλου, με την βρισκόμενη σ' αυτό οικία, δικαίωμα το οποίο αμφισβητούν οι αναιρεσίβλητοι - εναγόμενοι, αδελφοί και τέκνα προαποβιώσαντος αδελφού τού θανόντος, εμφανιζόμενοι ως μόνοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του τελευταίου, παραβίασε με εσφαλμένη εφαρμογή τις εφαρμοσθείσες ως άνω ουσιαστικές διατάξεις, οι οποίες δεν ήταν εφαρμοστέες, ενώ δεν εφήρμοσε εκείνες των άρθρων 57 παρ. 3 του ν.2447/1 996, σε συνδυασμό με (νέο) άρθρο 1561 του Α.Κ., και (παλαιών) 1579 και 1583 του Α.Κ., που έπρεπε να εφαρμοσθούν, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, και τις οποίες παραβίασε με τη μη εφαρμογή τους. Επομένως ο σχετικός πρώτος, από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., λόγος του αναιρετηρίου είναι βάσιμος.- IV.-Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω και κατά παραδοχήν του ανωτέρω βάσιμου λόγου, μετά την οποία και παρέλκει η έρευνα των λοιπών, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρούμενη αυτή απόφαση και του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλους δικαστές (άρθρο 580§3 του ΚΠολΔ), και να καταδικαστούν οι αναιρεσίβλητοι στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, κατά το νόμιμο αίτημα της τελευταίας (άρθρο 176 και 183 του ΚΠολΔ).-
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ.530/2011 απόφαση του Εφετείου Λαρίσης.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Οκτωβρίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 19 Ν0εμβρίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ