Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1757 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Πολιτική αγωγή, Εφέσεως ανασταλτικό αποτέλεσμα.




Περίληψη:
Αρμόδιο να αποφασίσει για το ανασταλτικό αποτέλεσμα εφέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως μικτού ορκωτού δικαστηρίου είναι το ίδιο το μικτό ορκωτό και όχι μόνο οι τακτικοί δικαστές αυτού. Ορθή χορήγηση της αναστολής από το μικτό ορκωτό και απόρριψη της αιτήσεως του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση, κατά το σημείο αυτό, της αποφάσεως του ΜΟΔ για υπέρβαση εξουσίας. Η πολιτική αγωγή δεν αγορεύει επί της ποινής και επί των ζητημάτων που συνδέονται με την ποινή (ανασταλτικό εφέσεως κ.λπ.). Αποβολή πολιτικής αγωγής.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1757/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο - Εισηγητή και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Οκτωβρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου περί αναιρέσεως της με αριθμό 49,49α,56,71,72/2008, 12, 16, 17, 18, 26, 27,28,31-41/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Σπάρτης.
Με κατηγορούμενο τον Χ, κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Θεόδωρο Ζευκιλή και Αθανάσιο Κανελλόπουλο.
Με πολιτικώς ενάγουσες τις: 1) Ψ1 χήρα Ζ, 2) Ψ2, αμφότερες κατοίκους ..., 3) Ψ3, κάτοικο ...και 4) Ψ4, κάτοικο ...., που παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Ηρειώτη.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Σπάρτης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στη με αριθμό "29" και ημερομηνία "29.7.2010" έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1155/2010.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠοινΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε αποφάσεως μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479 παρ. 2, δηλαδή μέσα σε ένα μήνα από την καταχώρηση της αποφάσεως καθαρογραμμένης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 ΚΠοινΔ. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά πάσης αποφάσεως, αθωωτικής ή καταδικαστικής, οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους του άρθρου 510 παρ. 1 ΚΠοινΔ, μεταξύ των οποίων και για υπέρβαση εξουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ζητείται η αναίρεση της υπ` αριθ. 49, 49α, 56, 71, 72/2008, 12, 16, 17, 18, 26, 27, 28, 31 - 41/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Σπάρτης, κατά τη διάταξη αυτού περί αναστολής εκτελέσεως της ποινής καθείρξεως 20 ετών, που επιβλήθηκε στον καταδικασθέντα για ανθρωποκτονία από πρόθεση Χ.
Από τη διάταξη του άρθρου 369§1 ΚΠοινΔ, κατά την οποία "όταν τελειώσει η αποδεικτική διαδικασία, εκείνος που διευθύνει τη συζήτηση δίνει το λόγο στον εισαγγελέα ή στους εισαγγελείς (άρθ. 32 παρ. 2), έπειτα στον πολιτικώς ενάγοντα, ο οποίος πρέπει να αναπτύξει συγχρόνως και το θέμα που αφορά τις απαιτήσεις του, δεν μπορεί όμως να επεκταθεί στο θέμα της ποινής που πρέπει να επιβληθεί, ύστερα στον αστικώς υπεύθυνο και τέλος δίνει το λόγο στον κατηγορούμενο", σαφώς συνάγεται ότι η υπεράσπιση της πολιτικής αγωγής αγορεύει επί της ενοχής μόνο του κατηγορουμένου και δεν δικαιούται να αγορεύσει και επί της ποινής ούτε, βεβαίως, επί ζητημάτων που σχετίζονται με την ποινή, όπως για το αν η έφεση, που θα ασκήσει αυτός που καταδικάσθηκε, θα έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου να χορηγήσει την αναστολή. Στην προκειμένη περίπτωση, παρέστησαν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, ως πολιτικώς ενάγουσες, οι Ψ3, Ψ4, Ψ1 και Ψ2, οι οποίες είχαν παραστεί και στη δίκη, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, και ζήτησαν την παραδοχή της αναιρέσεως και την απάλειψη από το διατακτικό της προαναφερόμενης αποφάσεως του ΜΟΔ Σπάρτης της διατάξεως που αφορά στην αναστολή εκτελέσεως αυτής. Όμως, η δήλωση των ανωτέρω περί παραστάσεως πολιτικής αγωγής είναι, στην παρούσα φάση της διαδικασίας, απαράδεκτη, γιατί, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, αυτές δεν έχουν λόγο επί της αναστολής εκτελέσεως της ποινής που επιβλήθηκε στον καταδικασθέντα Χ, ούτε επί του κρινόμενου ζητήματος της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου που προσέδωσε στην έφεση του τελευταίου ανασταλτικό αποτέλεσμα. Πρέπει, επομένως, οι ως άνω πολιτικώς ενάγουσες να αποβληθούν από τη διαδικασία, κατά παραδοχήν και του από 13.10.2010 αιτήματος του κατηγορουμένου Χ. Σύμφωνα με το άρθρο 404 παρ. 1 ΚΠοινΔ, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο αποφασίζει για την κατηγορία. Επίσης αποφαίνεται α) για τις περιστάσεις από τις οποίες εξαρτάται το είδος και το μέτρο της ποινής, καθώς και για τους λόγους αύξησης ή μείωσής της, β) για την κύρια ποινή, την παρεπόμενη και τα μέτρα ασφαλείας που πρέπει να επιβληθούν, γ) για τη συνολική ποινή που πρέπει να επιβληθεί, δ) για την μετατροπή (άρθρο 82 του ΠΚ) ή την αναστολή (άρθρο 99 του ΠΚ) της ποινής και ε) για κάθε θέμα που δεν έχει υπαχθεί ειδικά στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών. Εξάλλου, κατά το άρθρο 497 παρ. 6 του ΚΠοινΔ, όπως το τελευταίο εδάφιο αυτής, το οποίο είχε προστεθεί με το άρθρο 3 παρ. 11 του Ν 2145/1993, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 20 εδάφιο α του Ν.2408/1996, "Η έφεση που ασκήθηκε από τον εισαγγελέα ή τον κατηγορούμενο, κατά των αποφάσεων του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και του Τριμελούς Εφετείου (για τα κακουργήματα), δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, είτε αυτή είναι αθωωτική είτε καταδικαστική, εκτός αν έχει επιβάλλει την ποινή του θανάτου. Μπορεί όμως το δικαστήριο να χορηγήσει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση που θα ασκηθεί από τον κατηγορούμενο. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του παρόντος". Το άρθρο 2 παρ. 20 εδάφιο α του Ν 2408/1996, που αντικατέστησε, κατά τα ανωτέρω, το άρθρο 496§6 του ΚΠοινΔ, ορίζει ότι για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης, μπορεί να αποφασίσει "το δικαστήριο", χωρίς κανένα άλλο ειδικότερο προσδιορισμό. Επειδή, όμως, η σχετική διάταξη είναι ενταγμένη συστηματικά στην παράγραφο 6 του άρθρου 497 του ΚΠοινΔ, η οποία αναφέρεται σε αποφάσεις του Μ.Ο.Δ. και του Τριμελούς Εφετείου (κακουργημάτων), είναι αυτονόητο ότι ως "δικαστήριο" εννοεί το δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση και επέβαλε την ποινή, δηλαδή το Μ.Ο.Δ. ή το Τριμελές Εφετείο. Εξάλλου, το Μ.Ο.Δ. αποφασίζει, μεταξύ των άλλων, για την κύρια και παρεπόμενη ποινή (άρθρο 404§1β ΚΠοινΔ), έχει δε το τεκμήριο της αρμοδιότητας να αποφαίνεται για κάθε θέμα που δεν έχει υπαχθεί ειδικά στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών (άρθρο 404§1 εδάφιο ε' ΚΠοινΔ). Κατά συνέπειαν, αρμόδιο να αποφασίσει για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της ασκούμενης κατά αποφάσεως του δικαστηρίου τούτου εφέσεως είναι το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, δηλαδή το Μ.Ο.Δ. και όχι οι τακτικοί δικαστές του. Επιχείρημα υπέρ της απόψεως αυτής συνάγεται και από την εισηγητική έκθεση του Ν 2408/1996, στην οποία αναφέρονται μεταξύ των άλλων, και τα εξής: "Με την αντικατάσταση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 497 ΚΠΔ, που είχε προστεθεί με την παρ. 11 του άρθρου 3 του Ν. 2145/1993, το Μ.Ο.Δ. και το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να χορηγούν ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση που θα ασκηθεί από τον κατηγορούμενο και όταν επιβληθεί ποινή καθείρξεως. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα περιορισθούν σε σημαντικό βαθμό οι αιτήσεις αναστολής εκτελέσεως της πρωτόδικης καταδικαστικής αποφάσεως, αφού για αυτές θα αποφαίνεται αμέσως το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάστηκε η υπόθεση και το οποίο γνωρίζει καλύτερα τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, που θα αποτελέσει ένα από τα κριτήρια προκειμένου να αποδεχθεί ή όχι το σχετικό αίτημα...". Το αντίθετο, ότι, δηλαδή, αρμόδιο να αποφασίσει στην εξεταζόμενη περίπτωση είναι το εκ τακτικών δικαστών τμήμα του δικαστηρίου τούτου, δεν συνάγεται από την διάταξη του άρθρου 405§1 εδάφιο στ του ΚΠοινΔ, με την οποία ορίζεται ότι οι τακτικοί δικαστές του Μ.Ο.Δ. είναι αρμόδιοι να αποφασίζουν για την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως σύμφωνα με το άρθρο 471 παρ. 2 ΚΠοινΔ, ούτε εξ αντιδιαστολής προκύπτει κάτι τέτοιο από την διάταξη του άρθρου 404§1 εδάφιο δ' του ιδίου Κώδικα. Τούτο δε διότι: α) Το θέμα που ρυθμίζεται με την διάταξη του άρθρου 405§1 στ ΚΠοινΔ, το ποιό, δηλαδή, δικαστήριο είναι αρμόδιο για τη χορήγηση αναστολής εκτελέσεως της αποφάσεως, κατά της οποίας ασκήθηκε αναίρεση, είναι εντελώς διαφορετικό από το ποιό είναι αρμόδιο για την χορήγηση ή μη ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση κατά καταδικαστικής για κακούργημα αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, β) ελλείψει σχετικών κριτηρίων στη διάταξη τον άρθρου 471§2 τον ΚΠοινΔ, όπως αυτή ίσχυε πριν από τη συμπλήρωσή της με το άρθρο 37 παρ. 1 του Ν. 3160/2003, τα κριτήρια που είχαν καθιερωθεί από την νομολογία για τη χορήγηση της προβλεπόμενης από αυτήν αναστολής ήταν νομικά, δηλαδή η πιθανολόγηση της ευδοκιμήσεως της αναιρέσεως που είχε ασκηθεί, ενώ κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με την αναστολή του άρθρου 497 παρ. 6 εδ. τελευταίο του ΚΠοινΔ, αφού τα κριτήρια που περιγράφονται στην επόμενη παράγραφο του ίδιου άρθρου είναι ευδιάκριτα και η συνδρομή τους ή μη σε κάθε περίπτωση μπορεί να διαγνωσθεί ακόμη και από μη νομικούς, γ) η περίπτωση αναστολής εκτελέσεως κατά το άρθρο 471§2 του ΚΠοινΔ αναφύεται πάντοτε σε χρόνο μεταγενέστερο της εκδόσεως της αποφάσεως, με συνέπεια να είναι ιδιαίτερα δυσχερής η συγκρότηση του ίδιου Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου ή Μικτού Ορκωτού Εφετείου, δυσχέρεια η οποία επιτείνεται από το ότι τις περισσότερες φορές είναι αδύνατη η συγκρότηση του ίδιου δικαστηρίου, λόγω λήξεως της συνόδου, οπότε είναι εύλογο να καθιδρύεται (από το άρθρο 405§1 στ ΚΠοινΔ) αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών να αποφαίνονται για την αναστολή για την οποία γίνεται λόγος, δ) δεν υφίσταται, στην προκειμένη περίπτωση, αληθές κενό του νόμου, ώστε να παρίσταται ανάγκη καλύψεώς του με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 405§1 στ ΚΠοινΔ ή με προσφυγή σε εξ αντιδιαστολής επιχειρήματα από την διάταξη του άρθρου 404§1 του ιδίου Κώδικα, αφού το ζήτημα περί του ποιο δικαστικό όργανο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται για το ανασταλτικό ή μη αποτέλεσμα της εφέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως του Μ.Ο.Δ. καλύπτεται από τη διάταξη τον άρθρου 404§1 εδάφιο ε τον πιο πάνω Κώδικα, εκτίμηση, άλλωστε, η οποία είναι σύμφωνη και με τη λογική τον πράγματος. Γιατί δεν είναι νοητό ο νομοθέτης να χορηγεί εξουσία στους ενόρκους να σνναποφασίζονν με τους τακτικούς δικαστές για την ενοχή και την επιβλητέα ποινή, ταυτόχρονα δε και χωρίς αποχρώντα λόγο να τους αποκλείει από το να έχουν λόγο στο ζήτημα της χορηγήσεως ή μη ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση που τυχόν θα ασκήσει ο καταδικασθείς (και με την ψήφο τους) κατηγορούμενος. Κατά συνέπειαν, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Σπάρτης είχε την προς τούτο δικαιοδοσία και ορθά αποφάσισε με πλήρη από τακτικούς δικαστές και ενόρκους σύνθεση για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της εφέσεως που θα ασκούσε ο κατηγορούμενος Χ κατά της υπ` αριθ. 49, 49α, 56, 71, 72/2008, 12, 16, 17, 18, 26, 27, 28, 31 - 41/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Σπάρτης καταδικαστικής αποφάσεως και ο μοναδικός, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Η' ΚΠοινΔ, λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για υπέρβαση εξουσίας, συνισταμένη στο ότι το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο αποφάσισε για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της εφέσεως του καταδικασθέντος χωρίς να έχει την προς τούτο αρμοδιότητα, την οποία είχαν μόνο οι τακτικοί δικαστές αυτού, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΑΠΟΒΑΛΛΕΙ, από την παρούσα διαδικασία, την πολιτική αγωγή που ασκήθηκε από τις Ψ3, Ψ4, Ψ1 και Ψ2.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ' αριθ. 29/29.7.2010) αίτηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για αναίρεση της υπ` αριθ. 49, 49α, 56, 71, 72/2008, 12, 16, 17, 18, 26, 27, 28, 31 - 41/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Σπάρτης.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Οκτωβρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Νοεμβρίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή