Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αναιρέσεων συνεκδίκαση, Αγορανομικός Κώδικας.
Περίληψη:
Δύο εμπρόθεσμες αναιρέσεις του ιδίου αναιρεσείοντα, η 1η πριν από την καθαρογραφή της προσβαλλόμενης απόφασης. Θεωρείται ότι αλληλοσυμπληρώνονται. Αγορανομικές παραβάσεις. Παράβαση άρθρου 30 παρ. 12 ΝΔ 136/46 (Αγορανομικού Κώδικα). Τιμωρούνται ως αυτουργοί ο κύριος της επιχείρησης, ο διευθυντής και ο επόπτης. Όχι ο εκπρόσωπος της Α.Ε. . Παράβαση άρθρου 35 παρ. 1 ζ-3 και 11 παρ. 3 εδ. Ι και ΙΙ του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών. Μη αναγραφή επί της συσκευασίας ενδείξεων ονομασίας πώλησης, κατάλογος συστατικών. Στοιχειοθέτηση του εγκλήματος. Η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση στερείται της νομίμου αιτιολογίας, αφού δεν αναφέρεται αν ο κατηγορούμενος είχε κάποια από τις ανωτέρω ιδιότητες. Περιστατικά. Δέχεται αναίρεση.
Αριθμός 79/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 11 Δεκεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Χατζηαποστόλου, για αναίρεση της 1608/2006 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λιβαδειάς.
Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Λιβαδειάς, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 30 Νοεμβρίου 2006 και 19 Δεκεμβρίου 2006 αιτήσεις του, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2022/2006.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει ως προς την μετατροπή της ποινής η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά το άρθρο 514 εδ. γ ΚΠΔ, δεύτερη αίτηση αναίρεσης, κατά της ίδιας αποφάσεως δεν επιτρέπεται. Κατά την αληθινή έννοια της διατάξεως αυτής, προϋπόθεση για την απαγόρευση ασκήσεως δεύτερης αιτήσεως αναιρέσεως κατά της ίδιας αποφάσεως είναι να έχει προηγηθεί κρίση επί της πρώτης. Αν τέτοια κρίση δεν έχει προηγηθεί, παραδεκτά ασκείται μέσα στη νόμιμη προθεσμία δεύτερη αίτηση αναιρέσεως, η οποία είναι συμπληρωματική της πρώτης και συνεξετάζεται με αυτή. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα παραδεκτώς επισκοπούμενα έγγραφα της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων άσκησε, εμπροθέσμως στις 4/12/2006 (πριν καθαρογραφεί η προσβαλλόμενη απόφαση), με δήλωση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (άρθρο 473 παρ.2 ΚΠΔ), την με αρ.πρωτ 10876 /2006 αίτηση αναιρέσεως κατά της 1608/2005 καταδικαστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λειβαδιάς και, ακολούθως, ο ίδιος άσκησε, εμπροθέσμως, στις 21-12-2006, κατά τον ίδιο τρόπο, δεύτερη αίτηση αναιρέσεως στρεφόμενη κατά της ίδιας πιο πάνω σε βάρος του εκδοθείσας καταδικαστικής αποφάσεως.
Συνεπώς, εφόσον δεν έχει προηγηθεί κρίση επί της πρώτης αιτήσεως αναιρέσεως, η δεύτερη αίτηση επιτρεπτώς ασκείται εντός της νόμιμης προθεσμίας, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση καταχωρίστηκε καθαρογραμμένη στο τηρούμενο από το Εφετείο Αθηνών ειδικό προς τούτο βιβλίο στις 5-12-2006, και πρέπει οι αιτήσεις αυτές να συνεκδικασθούν.
ΙΙ.Μετά την κατάργηση, με το άρθρο 3 του ν. 1401/1983, της παρ. 2 του άρθρου 36 του Αγορανομικού Κώδικα (ν.δ. 136/1946), όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 11 του ν. 802/1978, που καθιέρωνε την ποινική ευθύνη των συμβατικά οριζομένων ως αγορανομικώς υπευθύνων των επιχειρήσεων, ευθύνονται πλέον, σύμφωνα με την ισχύουσα παρ. 1 του άρθρου 36 του ίδιου Κώδικα, για κάθε αγορανομική παράβαση στα αναφερόμενα καταστήματα, εργοστάσια, εργαστήρια κλπ και τιμωρούνται ως αυτουργοί "ο κύριος της επιχειρήσεως, ο διευθυντής και ο επόπτης" του καταστήματος, εργοστασίου κλπ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 30 παρ.12 του αυτού Αγορανομικού Κώδικα, τιμωρούνται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή ή και με τις δύο αυτές ποινές, οι μη συμμορφούμενοι με τις υπό της αρμόδιας χημικής υπηρεσίας εκδιδόμενες οδηγίες, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις, με τις οποίες καθορίζονται οι όροι, τους οποίους πρέπει να πληρούν τα εδώδιμα και ποτά που προσφέρονται προς κατανάλωση, όπως και τα αντικείμενα χρήσεως και οι όροι οι οποίοι πρέπει να τηρούνται κατά την κατεργασία και τη συντήρησή τους προς φύλαξη της δημόσιας υγείας και αποφυγή απάτης των αγοραστών. Εάν δε η παράβαση αυτή, όπως και εκείνες, που προβλέπονται υπό των άρθρων 31 και 32 του αυτού Κώδικα, τελέσθηκαν από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση το πολύ έξι μηνών ή χρηματική ποινή (άρθρο 33 Αγορ. Κώδικα). Εξάλλου, στο άρθρο 11 παρ.3 εδ. Ι και
ΙΙα του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών (YA 1100/1987, όπως ισχύει) ορίζονται τα εξής. "Οι ενδείξεις που περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στην επισήμανση των τροφίμων, με τους όρους και με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο εδ. γ’ της παρ. αυτής και στις παραγράφους 4 έως 13 είναι: i) Η ονομασία πώλησης ii) ο κατάλογος των συστατικών....". Τέλος, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν περιέχονται σ` αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου, για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις, οι οποίες τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έχουν υπαχθεί τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Λιβαδειάς, με την προσβαλλομένη 1608/2006 απόφασή του, δέχθηκε, όπως προκύπτει από το σκεπτικό του και κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του, ότι, από τα μνημονευόμενα στο ίδιο κατ’ είδος αποδεικτικά μέσα, προέκυψαν, σε σχέση με τον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα (και για την πράξη που κρίθηκε ένοχος), τα ακόλουθα περιστατικά. ".....Στην ......., την 17-3 2005 ο δεύτερος κατηγορούμενος(δηλαδή ο αναιρεσείων), με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "ΣΟΓΙΑ ΕΛΛΑΣ ΑΕ" με πρόθεση δεν συμμορφώθηκε με τις οδηγίες, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις της αρμόδιας Χημικής Υπηρεσίας αναφορικά με τους όρους που πρέπει να πληρούν τα εδώδιμα που προσφέρονται προς κατανάλωση για διαφύλαξη της δημόσιας υγείας. Συγκεκριμένα σε κλειστή συσκευασία 10 λίτρων από εκλεκτό λάδι τηγανίσματος "......." το οποίο παρασκευάζεται για λογαριασμό της εταιρίας ΣΟΓΙΑ ΕΛΛΑΣ ΑΕ, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο δεύτερος κατηγορούμενος και το οποίο (δείγμα) ελήφθη από το κατάστημα της ΕΠΕ ........ στην ......, με το υπ’ αριθμ ...... πρωτόκολλο δειγματοληψίας, διαπιστώθηκε ότι δεν αναγράφονται η ονομασία πώλησης του προϊόντος (π. χ. μίγμα φυτικών ελαίων) και ο κατάλογος των συστατικών από τα οποία το προϊόν αυτό αποτελείται, κατά παράβαση των άρθρων 11 παρ 3 εδάφια (ι) και (ιι) του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών. Το γεγονός ότι το προϊόν αυτό παρασκευάζεται σε άλλη χώρα (όπως κατατέθηκε), εκτός του ότι δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο, πλην της καταθέσεως του μάρτυρα υπεράσπισης, δεν απαλλάσσει από την ευθύνη την ως άνω εταιρία η οποία το θέτει στην κυκλοφορία και το προσφέρει προς κατανάλωση, χωρίς την αναγραφή ων αναγκαίων κατά την ελληνική νομοθεσία στοιχείων επί της συσκευασίας. ....". Ακολούθως το ίδιο Δικαστήριο, με βάση τις παραδοχές αυτές, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα, με τα ελαφρυντικά του άρθρου 84 παρ 2 β ΠΚ, του ότι στις 17-3-2005 στη ......... Βοιωτίας με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΣΟΓΙΑ ΕΛΛΑΣ Α.Ε.", με πρόθεση τέλεσε την περιγραφόμενη σε αυτό και στο σκεπτικό πιο πάνω αξιόποινη πράξη και καταδίκασε αυτόν σε ποινή φυλακίσεως 15 ημερών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική προς πέντε (5) ευρώ ημερησίως (και συνεπώς επιτρεπτώς ασκείται κατά της αποφάσεως αυτής αναίρεση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 504 παρ.1α και 489 παρ.1β ΚΠΔ) . Η ανωτέρω αιτιολογία δεν είναι από το Σύνταγμα και τον ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη. Διότι ούτε στο σκεπτικό, ούτε στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που αλληλοσυμπληρώνουν παραδεκτά την αιτιολογία, αναφέρεται ότι ο κατηγορούμενος είχε, κατά τον χρόνο τελέσεως της πράξεως για την οποία καταδικάστηκε, μία από τις προεκτεθείσες ιδιότητες (κυρίου της επιχειρήσεως ή του διευθυντή ή επόπτη αυτής). Μόνη η αναφερόμενη ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου, της πιο πάνω ανώνυμης εταιρείας δεν μπορεί να θεμελιώσει ποινική ευθύνη του αναιρεσείοντος για την παραπάνω αγορανομική παράβαση .Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός, ως βάσιμος, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του ΚΠΔ σχετικός λόγος αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, η συγκρότηση του οποίου από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, είναι δυνατή (άρθρο 519 ΚΠΔ). Η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς τις απαλλακτικές αυτής διατάξεις που αφορούν τους δύο συγκατηγορουμένους του αναιρεσείοντος και τον ίδιο (παράβαση του άρθρου 70 παρ.7α εδάφιο τελευταίο του Κ.Τ.Π.), δεν θίγεται.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1608/2005 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Λειβαδιάς, ως προς την καταδικαστική για τον αναιρεσείοντα διάταξή της .
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, κατά το αναιρούμενο μέρος της.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιανουαρίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 15 Ιανουαρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ