Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1686 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Έκθεση.




Περίληψη:
Αναίρεση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, που αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία για το αδίκημα της έκθεσης από την οποία προκλήθηκε θάνατος, με την επίκληση του λόγου της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Επάρκεια αιτιολογίας. Απορρίπτει αίτηση.




Αριθμός 1686/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' Ποινικό Τμήμα - (Σε Συμβούλιο)

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίσθηκε με τη με αριθμό 42/2009 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου Γρηγορίου Μάμαλη), Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή και Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 8 Απριλίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου περί αναιρέσεως του με αριθμό 197/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου. Με κατηγορούμενους τους: 1) Χ1, κάτοικο ..., 2) Χ2, κάτοικο ..., 3) Χ3, κάτοικο ..., 4) Χ4, κάτοικο ... και 5) Χ5, κάτοικο ... . Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) Ψ1 και 2) Ψ2, κατοίκους ... .

Το Συμβούλιο Εφετών Αιγαίου, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτού, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό "2" και ημερομηνία 5 Ιανουαρίου 2009 έκθεσή του, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Ελένης Γιαννέλη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 24/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ανδρέας Ζύγουρας εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με τις με αριθμούς 1) 40/27.1.2009 και 2) 40Α/2.2.2.2009 έγγραφες προτάσεις του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού, στις οποίες αναφέρονται τα ακόλουθα: Α) Η με αριθμό 40/27.01.2009 εισαγγελική πρόταση, η οποία έχει ως εξής: "Εισάγων, μετά της σχετικής δικογραφίας, την από 5-1-2009 αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κατά του υπ'αριθμ. 197/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, νομοτύπως, εμπροθέσμως και παραδεκτώς ασκηθείσα, εκθέτω τα εξής: Το Συμβούλιο Εφετών Αιγαίου, με το ανωτέρω βούλευμά του, εδέχθη κατ'ουσίαν τις εφέσεις των κατηγορουμένων Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 κατά του υπ'αριθμ. 42/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης, μετερρύθμισε αυτό ως προς την παραπεμπτική διάταξή του για τους ανωτέρω κατηγορουμένους και απεφάνθη να μη γίνη κατηγορία κατ'αυτών για την αξιόποινη πράξη της εκθέσεως από την οποία προεκλήθη ο θάνατος του ανηλίκου ΩΩ, φερομένη ως τελεσθείσα, από μεν τον Χ1 στην ..., κατά το από Νοεμβρίου του έτους 2000 έως 4-3-2001 χρονικό διάστημα, από δε τους λοιπούς στην ..., από 5-5-2000 μέχρι 4-3-2001. Το ανωτέρω βούλευμα προσέβαλε ο Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου, διά της υπό κρίση αιτήσεώς του και προβάλλει ως λόγο αναιρέσεως την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρ. 484 § 1 στοιχ. δ' Κ.Π.Δ.). Επειδή, διά την βασιμότητα του λόγου διά τον οποίο ησκήθη η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως αναφέρομαι εξ ολοκλήρου στο περιεχόμενο της περί αυτής υπ'αριθμ. 2/5-1-2009 εκθέσεως αναιρέσεως.
Για τους λόγους αυτούς-Προτείνω
Να αναιρεθή το υπ'αριθμ. 197/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, ως προς το μέρος κατά το οποίο εδέχθη κατ'ουσίαν τις εφέσεις των κατηγορουμένων Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 κατά του υπ'αριθμ. 42/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης, μετερρύθμισε αυτό ως προς την παραπεμπτική διάταξή του για τους εν λόγω κατηγορουμένους και απεφάνθη να μη γίνη κατηγορία κατ'αυτών.
Να παραπεμφθή η υπόθεση, προς νέα κρίση, στο ίδιο Συμβούλιο Εφετών, συντιθέμενο από άλλους δικαστές. Αθήναι 22 Ιανουαρίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός".
Β) Η με αριθμό 40Α/2.2.2009 εισαγγελική πρόταση, η οποίας έχει ως εξής: "Εν συνεχεία της από 22-1-2009 προτάσεώς μου, εκθέτω τα εξής: Ο κατηγορούμενος Χ1 ζητεί, διά της από 26-1-2009 αιτήσεως -υπομνήματός του, να εμφανισθή αυτοπροσώπως ενώπιόν σας, προς μείζονας εξηγήσεις ή τυχόν διευκρινίσεις. Επειδή ο αιτών, διά της ανωτέρω αιτήσεως - υπομνήματος, επαρκώς εκθέτει τις απόψεις του, εν σχέσει προς τον προβαλλόμενο, διά της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, λόγο αναιρέσεως και δεν είναι αναγκαία η παροχή περαιτέρω διευκρινίσεων. Επομένως πρέπει να απορριφθή η ανωτέρω αίτησή του.
Για τους λόγους αυτούς-Προτείνω
Να απορριφθή η από 26-1-2009 αίτηση του κατηγορουμένου Χ1, κατοίκου ..., περί αυτοπροσώπου εμφανίσεώς του ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου (εν Συμβουλίω), προς μείζονας εξηγήσεις ή τυχόν διευκρινίσεις,
Αθήναι 29 Ιανουαρίου 2009
Ο Αντεισαγελεύς του Αρείου Πάγου
Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός".
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε
Τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στις προαναφερόμενες έγγραφες εισαγγελικές προτάσεις και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, κατά το άρθρο 483 παρ. 3 του Κ.Π.Δ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιουδήποτε βουλεύματος με σχετική δήλωση στο γραμματέα του Αρείου Πάγου, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 479, το δεύτερο εδάφιο της οποίας εφαρμόζεται και σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την έκδοση του (άρθρο 306), για τους αναφερόμενους στο άρθρο 484 του ίδιου Κώδικα, οριζόμενους λόγους, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη της, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Εξάλλου, έλλειψη της επιβαλλομένης από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ίδιου Κώδικα, λόγο αναιρέσεως του απαλλακτικού βουλεύματος, υπάρχει όταν δεν εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία το Συμβούλιο συνήγαγε την ανυπαρξία αποχρωσών ενδείξεων για τη συγκρότηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, για το οποίο ασκήθηκε κατά του κατηγορουμένου ποινική δίωξη, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία πείστηκε για τη συνδρομή των περιστατικών αυτών και τέλος οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, με βάση τους οποίους υπήγαγε τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και έκρινε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ή αποχρώσες ενδείξεις για τη συγκρότηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης, που προβλέπεται και τιμωρείται από την ουσιαστική ποινική διάταξη, στην οποία αυτά υπήχθησαν.
Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 309 παρ. 1 εδ. α', 310 παρ. 1 εδ. α', 313 και 318 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι το δικαστικό συμβούλιο (Πλημμελειοδικών ή Εφετών), αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, και αν δεν υπάρχουν καθόλου ενδείξεις ή αυτές που υπάρχουν δεν είναι σοβαρές για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Οι ενδείξεις θεωρούνται σοβαρές, όταν πιθανολογούν την ενοχή του κατηγορουμένου ή όταν από το αποδεικτικό υλικό που συγκομίστηκε προκύπτει με βεβαιότητα, ότι το δικαστήριο θα πρέπει να επιληφθεί και να υποβάλει στη δοκιμασία της επ' ακροατηρίου διαδικασίας, τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζονται οι ενδείξεις. Αντιθέτως, οι ενδείξεις δεν θεωρούνται σοβαρές όταν, αυτές καθ' εαυτές κρινόμενες, δεν πιθανολογούν σοβαρά την ενοχή του κατηγορουμένου και κλονίζονται από άλλα αποδεικτικά στοιχεία, που είναι επαρκή για να οδηγήσουν το Δικαστήριο στην απαλλαγή του. Για να κρίνει το συμβούλιο αν υπάρχουν ή όχι επαρκείς ενδείξεις για την ενοχή του κατηγορουμένου και να αποφανθεί αιτιολογημένα για την παραπομπή του στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου ή για την απαλλαγή του, θα συνεκτιμήσει το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώθηκαν, αξιολογώντας και σταθμίζοντας, τόσο τα στοιχεία που ενισχύουν τις άνω ενδείξεις, όσο και εκείνα που τις αποδυναμώνουν.
Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται, από τον Άρειο Πάγο, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτουν τα ακόλουθα: Μετά την υποβολή, από μέρους των εγκαλούντων α) Ψ1 και β) Ψ2, της από 28-3-2005 εγκλήσεως, ασκήθηκε σε βάρος των κατηγορουμένων α) Χ1, ιατρού, διευθυντή του τμήματος Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "...", β) Χ2, Περιφερειακού διευθυντή της ΕΤΕ, γ) Χ3, διευθυντή του υποκαταστήματος ΕΤΕ ..., δ) Χ4, Γενικού διευθυντή των Νομικών Υπηρεσιών τη ΕΤΕ, ε) Χ5, υποδιευθυντή του υποκαταστήματος ΕΤΕ ..., στ) ΑΑ, διοικητή του Νοσοκομείου Παίδων "...", ζ) ΒΒ, διευθυντή της Μονάδας Μεταμοσχεύσεων του Νοσοκομείου Παίδων "...", και η) ΓΓ, Περιφερειακού διευθυντή της ΕΤΕ, ποινική δίωξη για την πράξη της έκθεσης, από την οποία προκλήθηκε ο θάνατος του ανηλίκου γιού των εγκαλούντων-πολιτικώς εναγόντων ΩΩ, (άρθρο 306 παρ.1 και 2β του Π.Κ). Μετά τη διενέργεια της κύριας ανάκρισης, που περατώθηκε νόμιμα, εκδόθηκε το υπ' αριθμό 42/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης, το οποίο παρέπεμψε τους κατηγορούμενους, 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3, 4) Χ4, και 5) Χ5, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, που θα οριζόταν από τον Εισαγγελέα Εφετών Αιγαίου, προκειμένου να δικασθούν για την πιο πάνω πράξη, ενώ για τους λοιπούς κατηγορούμενους ΑΑ, ΒΒ και ΓΓ, αποφάνθηκε ότι δεν πρέπει να γίνει εναντίον τους κατηγορία, για την ως άνω πράξη. Κατά του βουλεύματος αυτού ασκήθηκαν εφέσεις, τόσο από μέρους των κατηγορουμένων, για τους οποίους το πρωτόδικο βούλευμα, έκρινε ότι προέκυψαν σε βάρος τους επαρκείς ενδείξεις, ικανές να στηρίξουν δημόσια σε βάρος τους την κατηγορία, όσο και από μέρους των εγκαλούντων - πολιτικώς εναγόντων, κατά το μέρος που το εκκαλούμενο βούλευμα, δέχθηκε ότι δεν προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις, για την ως άνω πράξη σε βάρος των κατηγορουμένων ΑΑ, ΒΒ και ΓΓ. Επί των εφέσεων αυτών εκδόθηκε το προσβαλλόμενο βούλευμα, το οποίο αφενός μεν απέρριψε κατ' ουσία τις εφέσεις των πολιτικώς εναγόντων και επικύρωσε το πρωτόδικο βούλευμα, κατά το μέρος που αποφάνθηκε ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία εναντίον των κατηγορουμένων ΑΑ, ΒΒ και ΓΓ, αφετέρου δε δέχθηκε κατ' ουσία τις εφέσεις των λοιπών κατηγορουμένων και, μεταρρυθμίζοντας το εκκαλούμενο βούλευμα, ως προς αυτούς, αποφάνθηκε ότι δεν πρέπει να γίνει εναντίον τους κατηγορία, για την αξιόποινη πράξη της έκθεσης από την οποία προκλήθηκε ο θάνατος του ανηλίκου τέκνου των εγκαλούντων. Προκειμένου δε να στηρίξει την παραπάνω κρίση του, το Συμβούλιο Εφετών Αιγαίου, δέχθηκε ότι από τις καταθέσεις και τα υπομνήματα των πολιτικώς εναγόντων, τις μαρτυρικές καταθέσεις, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα της δικογραφίας, τους ισχυρισμούς των διαδίκων, που περιέχονται στα πρακτικά συνεδρίασης, ενώπιον του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης, της 5-2-2008, από όσα οι διάδικοι ανέπτυξαν προφορικά κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνιση τους, που διατάχθηκε με το υπ' αριθμό 112/2007 βούλευμα του ως άνω Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, τις απολογίες και τα υπομνήματα των κατηγορουμένων, προέκυψαν κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Την 22.9.1999 διαγνώστηκε από το Τμήμα Παιδιατρικής Αιματολογίας -Ογκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "..." ότι το ανήλικο τέκνο, ηλικίας τότε περίπου 1 1/2 έτους, των εγκαλούντων ΩΩ έπασχε από νευροβλάστωμα, μάζας μεγίστης διαμέτρου 8,5 εκατοστών, δεξιού επινεφριδίου IV σταδίου και την 5.10.1999 άρχισε θεραπεία σύμφωνα με το πρωτόκολλο Ν-7 του "Memorial SKCC" υπό την επίβλεψη του εκ των κατηγορουμένων - εκκαλούντων Χ1, Διευθυντή τότε του ανωτέρω Τμήματος. Την 14.1.2000 ο ανωτέρω ανήλικος χειρουργήθηκε και αφαιρέθηκε η υπολειπόμενη μάζα, η γενόμενη δε βιοψία έδειξε νευροβλάστωμα αδιαφοροποίητου χαρακτήρα που κατελάμβανε το 10%-20% αυτής. Ακολούθως αποφασίσθηκε υπό των θεραπόντων ιατρών η χορήγηση μεγαθεραπείας σε συνδυασμό με αυτόλογη μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων, ενώ την 25.4.2000 υποβλήθηκε σε συλλογή αυτόλογου μυελικού μοσχεύματος στο χειρουργείο, η γενόμενη δε οστεομυελική βιοψία έδειξε πιθανη μικροσκοπική εντόπιση νευροβλαστώματος στο μυελό των οστών. Την 7.5.2000 ο ως άνω ανήλικος εισήλθε στη μονάδα μεταμόσχευσης μυελού των οστών του πιο πάνω νοσοκομείου, όπου Διευθυντής ήταν τότε ο εκ των κατηγορουμένων ΒΒ, υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση την 18.5 2000 και έλαβε εξιτήριο την 7.7.2000 μεταφερθείς ακολούθως στο πιο πάνω Τμήμα Παιδιατρικής Αιματολογίας - Ογκολογίας του ανωτέρω Νοσοκομείου Παίδων σε αρκετά καλή γενική κατάσταση προς περαιτέρω ιατρική παρακολούθηση της υγείας του, για την εξέλιξη της οποίας θα γίνει παρακάτω ειδικότερη μνεία. Κατά το διάστημα της αναμονής του ανηλίκου για τη μεταμόσχευση του μυελού των οστών και ειδικότερα στις αρχές Μαΐου 2000 ο Δήμος ..., δημότες του οποίου ήταν οι εγκαλούντες, γονείς του ως άνω ανηλίκου, αποφάσισε την οικονομική ενίσχυση της οικογένειας Ψ1-Ψ2 με το ποσό των 200.000 δρχ., ενώ ανέλαβε την πρωτοβουλία διοργάνωσης εράνου για τη συγκέντρωση χρημάτων προς τούτο. Επιπρόσθετα, ο ..., δάσκαλος στο χωριό των εγκαλούντων, ενημέρωσε σχετικά τον ιδιοκτήτη του τηλεοπτικού σταθμού "TV ...", ..., αρχικά δε μέσω ανακοινώσεων του πιο πάνω τοπικού τηλεοπτικού σταθμού κατά το διάστημα από 4 έως 9 Μαΐου 2000 και ακολούθως μέσω των πανελλήνιας εμβέλειας τηλεοπτικών σταθμών "ANTENNA, ALFA & MEGA" κατά το διάστημα από 8 έως 13.5.2000 επιδιώχθηκε να καταστεί ευρέως γνωστή η ανάγκη για οικονομική ενίσχυση της παραπάνω οικογένειας. Στο μεταξύ, κατόπιν πρωτοβουλίας του προαναφερθέντος ιδιοκτήτη του τηλεοπτικού σταθμού "TV ...", η υπάλληλος του τελευταίου ... μετέβη στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ..., όπου Διευθυντής και Υποδιευθυντής αντίστοιχα ήταν τότε οι εκ των κατηγορουμένων - εκκαλούντων Χ3 και Χ5 και άνοιξε τον υπ' αρ. ... κοινό τραπεζικό λογαριασμό ταμιευτηρίου στο όνομα των εγκαλούντων καταθέτοντας σ' αυτόν ταυτόχρονα το ποσό των 100.000 δρχ, τα ακριβή στοιχεία δε της ταυτότητας τους έγιναν γνωστά απ' αυτούς στον αρμόδιο υπάλληλο του υποκαταστήματος της Ε.Τ.Ε ... τηλεφωνικά, ενώ τη σχετική σύμβαση κατάθεσης την υπέγραψαν εκ των υστέρων οι ίδιοι και μέχρι την 13.6.2000 είχε συγκεντρωθεί συνολικά σ'αυτόν ποσό 100.961.213 δρχ. Την ανωτέρω ημεροχρονολογία (13.6.200) οι αρμόδιοι υπάλληλο της Ε.Τ.Ε διαπιστώσαντες ότι στον πιο πάνω λογαριασμό γίνονταν καταθέσεις υπό τον τύπο των ερανικών εισφορών κατά παράβαση των διατάξεων του προαναφερθέντος στην υπό στοιχ.2 μείζονα σκέψη Ν.5101/1931, επικαλούμενοι δε και τη σχετική υπ' αρ. πρωτ. ... επιστολή του τότε Υφυπουργού Υγείας & Πρόνοιας Θ. Κοτσώνη, καθώς και την από 8.2.2000 υπηρεσιακή εγκύκλιο της Ε.Τ.Ε, που προέβλεπε ότι τα καταστήματα θα συνέχιζαν να δέχονται αιτήματα για το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού για τη συλλογή χρημάτων με την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι θα προσκομίζουν την απαιτούμενη κατά τον ανωτέρω νόμο άδεια, που δίδεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας Πρόνοιας, δέσμευσαν τον πιο πάνω λογαριασμό, ενώ ο εκ των εγκαλούντων Ψ1, κατόπιν υποδείξεως από τον προαναφερθέντα Χ3, Διευθυντή του υποκαταστήματος της Ε.Τ.Ε ..., υπέβαλε αίτηση στον Υπουργό Υγείας, για να λάβει την ανωτέρω άδεια και να επιλυθεί το ανάκυψαν πρόβλημα, χωρίς όμως να εκδοθεί κατά το αμέσως επόμενο διάστημα σχετική άδεια, ώστε να καταστεί δυνατή η ανάληψη του κατατεθειμένου ποσού, αφού οι εγκαλούντες επιθυμούσαν να χρησιμοποιήσουν το πιο πάνω ποσό για τη νοσηλεία του ανηλίκου γιού τους στο εξωτερικό. Η αποδέσμευση του παραπάνω ερανικού λογαριασμού έγινε τελικά δυνατή μόνον την 2.3.2001 με τη δημοσίευση στο Φ.Ε.Κ του προαναφερθέντος Ν.2889/2001 και την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 19 παρ.1 αυτού, που προπαρατέθηκε στην υπό στοιχ.2 μείζονα σκέψη, της υπ' αρ. Π2/οικ.644/2.3.2001 υπουργικής απόφασης του Υπουργού Υγείας & Πρόνοιας, ενώ δύο ημέρες αργότερα, την 4. 3.2001, ο ανήλικος γιός των εγκαλούντων ΩΩ απεβίωσε. Περαιτέρω, ενόψει του ότι από την 10.11.2000 είχε διαπιστωθεί ιατρικά η υποτροπή του νευρο-βλαστώματος του ανωτέρω ανηλίκου γιού των εγκαλούντων, η οποία αντιμετωπιζόταν από το προαναφερθέν Τμήμα Αιματολογίας-Ογκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "...", εξετάσθηκε από τους εγκαλούντες η δυνατότητα μετάβασης του ανήλικου γιού τους προς νοσηλεία σε νοσηλευτικό ίδρυμα του εξωτερικού. Έτσι οι εγκαλούντες απευθύνθηκαν α) αρχικά στο Νοσοκομείο Μεγάλης Βρετανίας "THE ROYAL MARSDEN", το οποίο στην από 4.12.2000 απαντητική επιστολή του, που υπογράφεται από τον καθηγητή Παιδιατρικής Ογκολογίας ..., όπως αυτή νόμιμα μεταφράσθηκε στην Ελληνική, ανέφερε, μεταξύ άλλων, "... είναι πολύ πιθανόν ότι εντός ολίγου θα παρουσιασθούν μεταστατικές νόσοι σε άλλες περιοχές, όπως οστά ή μυελό των οστών και η πιθανότητα θεραπείας είναι σχεδόν μηδέν. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να σκεφτούμε την τοπική εξωτερική ραδιοθεραπεία με ακτίνες πιθανώς συνοδευόμενη με τοπική εγχείρηση, αν αυτό είναι δυνατόν. Έχει μικρή αξία να μπούμε σε περαιτέρω χημειοθεραπεία μια και έχει παρουσιασθεί μετάσταση μόνον λίγους μήνες μετά την αρχική θεραπεία. Εάν η οικογένεια θέλει να έλθει στη Μεγάλη Βρετανία για μια δεύτερη γνώμη, θα μπορούσα ευχαρίστως να τους δω, αλλά προς τούτο δεν είμαι σίγουρος ότι είναι αναγκαίο μια και είναι πολύ λίγα αυτά που θα κάνουμε στη Μεγάλη Βρετανία που δεν θα μπορούσανε να γίνουν και στην Ελλάδα. Παρ' όλα αυτά, εάν οι γονείς βρίσκουν επιβεβαιωτικό το vα ξέρουν ότι χρησιμοποίησαν όλες τις δυνατότητες μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας, παρακαλώ κάντε τις ενέργειες ..." και β) ακολούθως στο Νοσοκομείο των Η.Π.Α. "Memorial Sloan - Kettering Cancer Center", το οποίο στο από 22.12.2000 ενημερωτικού περιεχομένου έγγραφό του, που υπογράφεται από τον καθηγητή ..., που μεταφράσθηκε νόμιμα στην Ελληνική περιέγραψε το ακολουθούμενο από το πιο πάνω ίδρυμα πρόγραμμα θεραπείας (πρωτόκολλο αριθμός 8) για ασθενείς που πάσχουν από νευροβλάστωμα τετάρτου σταδίου ανέφερε, μεταξύ άλλων, "... Το πρόγραμμα αυτό είναι κοινό για τη θεραπεία νευροβλαστώματος υψηλού κινδύνου στο ίδρυμα μας. Νευροβλάστωμα σε προχωρημένο επίπεδο είναι μια δύσκολη ασθένεια στη θεραπεία της ... το νευροβλάστωμα προχωρημένου σταδίου είναι θανάσιμα σοβαρό. Το πρωτόκολλο υψηλού κινδύνου είναι ένα πρόγραμμα θεραπείας βασιζόμενο σε πολλά χρόνια εμπειρίας ... . Ο στόχος είναι να επιτευχθεί μια θεραπεία κατ' αυτής της τρομερής ασθένειας που χτυπάει τα μικρά παιδιά". Το ανωτέρω νοσοκομείο των Η.Π.Α. όρισε ως χρόνο εισαγωγής του ανηλίκου γιου των εγκαλούντων την 5.2.2001 προκειμένου να παρακολουθηθεί για αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας του και για θεραπεία από τον Dr. ..., ενώ στις από 2.11.2001 και 3.1.2001 επιστολές του που υπογράφονται από την ... Μ.A -Τμήμα Κοινωνικής Προνοίας (του νοσοκομείου) αναφερόταν, μεταξύ άλλων, στην μεν πρώτη "... To Memorial Sloan - Kettering Cancer Center απαιτεί προκαταβολική πληρωμή της θεραπείας. Μία αρχική δόση των 90.000 δολαρίων απαιτείται για όλους τους ασθενείς του Παιδιατρικού Τμήματος πριν μπορέσουν να εισαχθούν και παρακολουθηθούν από κάποιο γιατρό ... . Αυτό αποτελεί μόνο μία αρχική προκαταβολή και το τελικό ποσό μπορεί να είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο ανάλογα με την προτεινόμενη θεραπευτική αγωγή και την αντίδραση του ασθενούς προς αυτή ... . Τα χρήματα αυτά θα πρέπει κανονικά να δοθούν ... με μορφή επιταγής (δίγραμμης) ... μπορούν επίσης να κατατεθούν και ως εντολή πληρωμής στον ακόλουθο λογαριασμό ...", στη δε δεύτερη "... Πέρα από το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την πληρωμή του νοσοκομείου και των ιατρών ... υπάρχουν επίσης έξοδα διαβίωσης κατά τη διάρκεια διαμονής της οικογένειας στη Νέα Υόρκη ...". Μετά τις παραπάνω απαντήσεις των ανωτέρω αλλοδαπών νοσηλευτικών ιδρυμάτων οι εγκαλούντες προσπάθησαν να αναλάβουν το προαναφερθέν κατατεθειμένο ποσό στον ανωτέρω δεσμευμένο ερανικό λογαριασμό επιθυμώντας, προδήλως, να μεταβούν για τη συνέχιση της θεραπεία του ανήλικου γιού τους στο νοσοκομείο των Η.Π.Α "Memorial Sloan - Kettering Cancer Center", η οποία ήταν πολυδάπανη, με την ελπίδα επιτυχούς θεραπείας του εκεί, πλην όμως προσέκρουσαν στην άρνηση των εκ των εκκαλούντων κατηγορουμένων Χ2 (Περιφερειακού Διοικητή & Διοικητικού Προϊστάμενου Πειραιά Νήσων Αιγαίου & Κρήτης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος), Χ3 (Διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...), Χ4 (Γενικού Διευθυντή των Νομικών Υπηρεσιών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος) και Χ5 (Υποδιευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...) , που επικαλούνταν ότι αυτό αντέβαινε στις προπαρατεθείσες διατάξεις του Ν.5101/1931, μέχρι την 2.3.2001, οπότε δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ ο προαναφερθείς Ν.2889/2001 και εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 19 παρ. 1 αυτού η ως άνω υπ' αρ. Π2/οικ.644/2.3.2001 υπουργική απόφαση του Υπουργού Υγείας & Πρόνοιας. Ακόμη, κατά το μεσολαβήσαν έως τότε χρονικό διάστημα ο εκ των εκκαλούντων - κατηγορουμένων Χ1 (ιατρός-Διευθυντής του τμήματος Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "...") αρνήθηκε να χορηγήσει ως αρμόδιος ιατρός στους εγκαλούντες την προβλεπόμενη από την ισχύουσα τότε Υπουργική Απόφαση (Κοιν.Ασφ.) υπ' αρ. Φ7/οικ./7.1.1997, που προπαρατέθηκε στην υπό στοιχ.3 μείζονα σκέψη γνωμάτευση, με την οποία να πιστοποιείται με λεπτομέρεια η σοβαρότητα της κατάστασης του ανηλίκου γιού τους, που ήταν ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α και να επισημαίνεται ηαδυναμία αντιμετώπισης του στην Ελλάδα, ώστε ακολούθως vα γνωματεύσει θετικά η Ειδική Υγειονομική Επιτροπή και να καλυφθούν οι δαπάνες νοσηλείας του στο εξωτερικό από το Ι.Κ.Α, αφού είχε την επιστημονικήάποψη ως θεράπων ιατρός ότι η περίπτωση του ως άνω ανηλίκου μπορούσε να αντιμετωπισθεί ιατρικά στην Ελλάδα και ότι στο εξωτερικό δεν θα μπορούσε να παρασχεθεί σ' αυτόν καλύτερη ιατρική θεραπεία. Η ως άνω επιστημονική άποψη του Χ1 ενισχύεται από το περιεχόμενο της προαναφερθείσας από 14.12.2000 απαντητικής επιστολής του Νοσοκομείου της Μεγάλης Βρετανίας "THE ROYAL MARSDEN", ενώ δεν μπορεί να συναχθεί το αντίθετο από το πιο πάνω από 22.12.2000 ενημερωτικού περιεχομένου έγγραφο του Νοσοκομείου των Η.Π.Α. "Memorial Sloan - Kettering Cancer Center", το οποίο τονίζει τον υψηλό κίνδυνο του παρεχόμενου προγράμματος θεραπείας, χωρίς να δίνει σαφείς διαβεβαιώσεις για επιτυχή ιατρική αντιμετώπιση του νευροβλαστώματος, σημειουμένου ότι κατά το παρελθόν με το παρεχόμενο πρόγραμμα θεραπείας από το ανωτέρω νοσηλευτικό ίδρυμα υπήρξε άλλοτε επιτυχής ιατρική αντιμετώπιση άλλων παρεμφερών περιπτώσεων ανηλίκων και άλλοτε ανεπιτυχής θεραπεία άλλων ανηλίκων με τελική κατάληξη το θάνατο τους.
Με βάση τα παραπάνω κατά την κρίση του Συμβουλίου δεν προέκυψε: Α) ότι υπάρχουν έστω και κάποιες ενδείξεις, πολύ δε περισσότερο οι απαιτούμενες για παραπομπή στο ακροατήριο σοβαρές ενδείξεις σε βάρος των ΑΑ (Διοικητή του Νοσοκομείου Παίδων "..."), ΒΒ (Διευθυντή της Μονάδας Μεταμοσχεύσεων του Νοσοκομείου Παίδων "...") και ΓΓ (Περιφερειακού Διευθυντή Πειραιά - Νήσων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος), αφού αυτοί δεν ενεπλάκησαν ουσιαστικά στην παρούσα υπόθεση και έτσι το πρωτοβάθμιο βούλευμα δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων αποφαινόμενο να μη γίνει κατηγορία κατά των ανωτέρω (άρθρα 309 περ.α', 310 παρ.1 ΚΠΔ), επομένως δε οι κρινόμενες υπ' αρ. 17/2008 και 18/2008 εφέσεις των εκκαλούντων - πολιτικώς εναγόντων που υποστηρίζουν τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν κατ' ουσίαν ως αβάσιμες, επικυρουμένου του πρωτοδίκου βουλεύματος ως προς την απαλλακτική γι' αυτούς διάταξη του. Β) α) Ότι συνέτρεξε αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραλείψεως των εκκαλούντων - κατηγορουμένων Χ1 (ιατρού- Διευθυντή του τμήματος Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "..."), Χ2 (Περιφερειακού Διοικητή & Διοικητικού Προϊστάμενου Πειραιά Νήσων Αιγαίου & Κρήτης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος), Χ3 (Διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...), Χ4 (Γενικού Διευθυντή των Νομικών Υπηρεσιών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος) και Χ5 (Υποδιευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...) και του αποτελέσματος (θάνατος ως άνω ανηλίκου), όπως απαιτείται σύμφωνα με τα σχετικά προεκτεθέντα στην υπό στοιχ.1 μείζονα σκέψη, αφού δεν προέκυψε ότι, αν δεν παραλειπόταν τυχόν επιβεβλημένη ενέργειά τους, τότε το συγκεκριμένο εγκληματικό αποτέλεσμα, δηλαδή η υπάρχουσα ήδη κατάσταση κινδύνου, θα ήρετο , αφού η παραληφθείσα ενέργεια τους, δηλαδή 1) η μη αποδέσμευση του ερανικού (λογαριασμού από τους Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 έγινε σε συμμόρφωση προς τις προαναφερθείσες διατάξεις του Ν.5101/1931 και η 2) η άρνηση χορήγησης γνωμάτευσης προς την έχουσα αποφασιστική αρμοδιότητα Ειδική Υγειονομική Επιτροπή σύμφωνα με την ισχύουσα τότε προαναφερθείσα Υπουργικής Απόφασης (Κοιν.Ασφ.) υπ' αρ. Φ7/οικ./7.1.1997 του Χ1, με την οποία να πιστοποιείται με λεπτομέρεια η σοβαρότητα της κατάστασης του ανηλίκου γιού των εγκαλούντων που ήταν ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α και να επισημαίνεται η αδυναμία αντιμετώπισης του στην Ελλάδα, ώστε να καλυφθούν απ' αυτό οι δαπάνες νοσηλείας του στο εξωτερικό έγινε στα πλαίσια της προδήλως μη αποφασιστικού μεν χαρακτήρα επιστημονικής άποψης του, αφού η τελική απόφαση ήρτητο από τη θετική απόφαση της πιο πάνω Ειδικής Υγειονομικής Επιτροπής, πλην όμως βαρύνουσας επιστημονικής γνώμης του τόσον ως θεράποντος ιατρού του ως άνω ανηλίκου όσον και ως Διευθυντή του πιο πάνω Τμήματος ότι η αντιμετώπιση της νοσηλείας του στην Ελλάδα ήταν η ενδεδειγμένη και ότι τυχόν συνέχιση της νοσηλείας του στο εξωτερικό δεν θα παρείχε καλυτέρευση στην υγεία του και β) ότι οι παραπάνω εκκαλούντες- κατηγορούμενοι είχαν πρόθεση να αφήσουν αβοήθητο τον ανωτέρω ανήλικο γιό των εγκαλούντων να αποβιώσει, όπως είναι απαραίτητο κατά τα σχετικά εκτιθέμενα στην προπαρατεθείσα υπό στοιχ.1 μείζονα σκέψη, εφόσον οι εξ αυτών Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 δεν είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσουν τούτο, δεδομένου, αντιθέτως, ότι η τυχόν αποδέσμευση του ανωτέρου ερανικού λογαριασμού θα επέσυρε κατ' αυτών ως υπαλλήλων της Ε.Τ.Ε ποινικές (άρθρο 263 Α σε συνδ. με 13 και 259 Π.Κ - ΑΠ 1155/2000 ΠΧ ΝΑ 399) και πειθαρχικές ευθύνες, αφού θα αντέβαινε στις προαναφερθείσες διατάξεις του Ν.5101/1931, ενώ όσον αφορά τον εξ αυτών Χ1, εφόσον κατά την επιστημονική γνώμη του τόσον ως θεράποντος ιατρού, όσον και ως Διευθυντή του ανωτέρω Τμήματος, όπου ο ως άνω ανήλικος νοσηλευόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν ήταν αναγκαία η συνέχιση της νοσηλείας του στο εξωτερικό, αφού δεν διαφαινόταν με σοβαρές πιθανότητες με βάση τα ισχύοντα έως τότε επιστημονικά ιατρικά δεδομένα ότι κάτι τέτοιο θα τον ωφελούσε αποτρέποντας τον κίνδυνο της υγείας και της ζωής του, άρα δε αυτός δεν ήταν δυνατόν να πιστοποιήσει ψευδώς κάτι αντίθετο με την πιο πάνω επιστημονική πεποίθησή του.
Συνεπώς ως προς τους εκκαλούντες - κατηγορούμενους Χ1 (ιατρό- Διευθυντή του τμήματος Παιδιατρικής Αιματολογίας - Όγκολογίας του Νοσοκομείου Παίδων "..."), Χ2 (Περιφερειακό Διοικητή & Διοικητικό Προϊστάμενο Πειραιά Νήσων Αιγαίου & Κρήτης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος), Χ3 (Διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...), Χ4 (Γενικό Διευθυντή των Νομικών Υπηρεσιών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος) και Χ5 (Υποδιευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ...) δεν στοιχειοθετείται αντικειμενικά και υποκειμενικά η αποδοθείσα σ' αυτούς αξιόποινη πράξη της έκθεσης από την οποία προκλήθηκε ο θάνατος του ανήλικου γιού των πιο πάνω εγκαλούντων ΩΩ (άρθρο 306 παρ.1, 2β ΠΚ) και επομένως, εφόσον το πρωτοβάθμιο βούλευμα έσφαλε καλά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων παραπέμποντας τους ανωτέρω κατηγορούμενους στο ακροατήριο του ορισθησόμενου από τον Εισαγγελέα Εφετών Αιγαίου Μικτού Ορκωτού Δικαατηρίου, πρέπει , δεκτών γενομένων κατ' ουσίαν ως βάσιμων των υπ' αρ. 19/2008, 83/2008, 15/2008, 11/2008 & 16/2008 εφέσεών τους, να μεταρρυθμισθεί τούτο από το Συμβούλιο αυτό κατά το σκέλος που αφορά την παραπεμπτική διάταξη του γι' αυτούς και να αποφανθεί αυτό να μη γίνει σε βάρος τους κατηγορία (άρθρο 318 σε συνδ. με 309 περ. α' και 310 παρ.Ι ΚΠΔ) για την πιο πάνω αξιόποινη πράξη που φέρεται τελεσθείσα στην ... κατά το χρονικό διάστημα από τον Νοέμβριο του έτους 2000 έως την 4.3.2001 (ο εκκαλών - κατηγορούμενος Χ1) και στη ... από 5.5.2000 - 4.3.2001 (οι λοιποί εκκαλούντες - κατηγορούμενοι. Σύμφωνα, όμως, με τις παραδοχές και τις σκέψεις αυτές, η αιτιολογία του προσβαλλόμενου βουλεύματος, είναι η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη, με την έννοια που αναπτύχθηκε, αφού περιέχει τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την προανάκριση και την κύρια ανάκριση που διενεργήθηκε, καθώς και τους συλλογισμούς με τους οποίους το ως άνω Συμβούλιο αποφάνθηκε, ότι δεν πρέπει να γίνει εναντίον τους κατηγορία. Ειδικότερα, σε σχέση με τις αιτιάσεις με τις οποίες πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα, πρέπει νασημειωθούν τα ακόλουθα: Πρώτον, όσον αφορά την αιτίαση, ότι δεν εκτίθεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα, αν με το άνοιγμα του λογαριασμού στο υποκατάστημα της ΕΤΕ στην ..., στο όνομα των ήδη εγκαλούντων, προς κατάθεση χρημάτων τα οποία θα χρησιμοποιούνταν για την αποκατάσταση της υγείας του ασθενούς τέκνου τους, αναλήφθηκε από τους αποδεχθέντες το άνοιγμα του λογαριασμού τούτου κατηγορούμενους-υπαλλήλους της ΕΤΕ, η προστασία του ασθενούς ανηλίκου τέκνου των εγκαλούντων, κατά κύριο λόγο είναι χωρίς έννομη επιρροή. Τούτο, γιατί αυτή καθ' εαυτή η φύση των καθηκόντων των αρμοδίων, για το άνοιγμα του λογαριασμού τραπεζικών στελεχών και υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, και συγκεκριμένα των: 1) Χ2, Περιφερειακού Διοικητή και Διοικητικού Προϊσταμένου της Περιφέρειας Πειραιώς, Νήσων Αιγαίου και Κρήτης, 2) Χ3, Διευθυντή του υποκαταστήματος της ΕΤΕ ..., 3) Χ4, Γενικού Διευθυντή των Νομικών υπηρεσιών της ΕΤΕ, και 4) Χ5, υποδιευθυντή του ως άνωυποκαταστήματος, σε καμία περίπτωση δεν συνδέεται αιτιωδώς με την, από μέρους των ως άνω προσώπων, παροχή προστασίας προς το πάσχον ανήλικο τέκνο των εγκαλούντων. Άλλωστε, στο προσβαλλόμενο βούλευμα αιτιολογείται η παραδοχή, σύμφωνα με την οποία ο καθ' ύλην αρμόδιος για το άνοιγμα του τραπεζικού λογαριασμού, διευθυντής του υποκαταστήματος κατηγορούμενος Χ3, υπήρξε το πρόσωπο εκείνο, το οποίο συναισθανόμενο την εξαιρετική κατάσταση της επισφαλούς υγείας του ανηλίκου τέκνου, υπέδειξε προς τον εγκαλούντα τον μοναδικό τρόπο της αποδέσμευσης του συγκεκριμένου τραπεζικού λογαριασμού, και συγκεκριμένα αυτόν με την έκδοση της απαιτούμενης κοινής υπουργικής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας. Η αιτίαση ότι στο προσβαλλόμενο βούλευμα δεν διευκρινίζεται, αν όλοι οι κατηγορούμενοι ή κάποιοι απ' αυτούς, που υπήρξαν υπάλληλοι της ΕΤΕ, συμμετείχαν με συγκεκριμένο τρόπο στο άνοιγμα του λογαριασμού, είναι επίσης απορριπτέα. Τούτο δε διότι ο τρόπος συμμετοχής ή μη ενός εκάστου των κατηγορουμένων, στο άνοιγμα του συγκεκριμένου λογαριασμού, που αποτελεί μια συνήθη τραπεζική εργασία, σε καμία περίπτωση δεν ασκεί έννομη επιρροή, στην πορεία της υγείας του ανηλίκου τέκνου. Όσον αφορά την αιτίαση με την οποία πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα, διότι δεν διευκρινίζεται σ' αυτό αν πριν την αποδέσμευση του τραπεζικού λογαριασμού, που έγινε την 2-3-2001, οι κατηγορούμενοι υπάλληλοι της εν λόγω Τράπεζας, είχαν την αρμοδιότητα να αποδεσμεύσουν έγκαιρα τον τραπεζικό λογαριασμό, προκειμένου στη συνέχεια να επακολουθήσει η διαδικασία ανάληψης του οποιοδήποτε χρηματικού ποσού, που είχε κατατεθεί σ' αυτόν, είναι απορριπτέα ως αβάσιμη, αφού αιτιολογείται με σαφήνεια στο προσβαλλόμενο βούλευμα ότι η αποδέσμευση του ερανικού λογαριασμού ήταν αδύνατη πριν από την ως άνω ημερομηνία. Επιπλέον, από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, αναμφισβήτητα προκύπτει ότι ανάλογη αρμοδιότητα των αρμοδίων τραπεζικών υπαλλήλων, να προβούν σε αποδέ-σμευση του τραπεζικού λογαριασμού, δεν υφίστατο, ενόψει της ισχύουσας κατ' εκείνη τη χρονική περίοδο, νομοθετικής ρυθμίσεως (άρθρο 1 του Ν. 5101 της 7/28 Ιουλίου 1931 "περί ενεργείας εράνων και λαχειοφόρων ή φιλανθρωπικών αγορών", σύμφωνα με την οποία από της ισχύος του απαγορεύονται οι πάσης φύσεως έρανοι και λαχειοφόροι ή φιλάνθρωποι αγοραί και η δια παντός άλλου τρόπου συλλογή χρημάτων ή αντικειμένων και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, (άρθρο 2), δύναται με αιτιολογημένες αποφάσεις του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας να εγκρίνεται η συγκέντρωση χρημάτων σε τραπεζικούς λογαριασμούς, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 5101/1931. Πέραν τούτων, ανάλογη δυνατότητα από μέρους των κατηγορουμένων -τραπεζικών υπαλλήλων, να αποδεσμεύσουν τον συγκεκριμένο λογαριασμό και να επιτραπεί η ανάληψη των συγκεντρωθέντων κατά την 13-6-2000 χρημάτων, ύψους 100.961.213 δραχμών, δεν υφίστατο αφενός μεν, ενόψει της υπ' αριθμό πρωτ. ... επιστολής του, κατ' εκείνη την εποχή, αρμοδίου υφυπουργού Υγείας και Πρόνοιας Θ. Κοτσώνη, αφετέρου δε της από 8-2-2000 εγκυκλίου της ΕΤΕ, σύμφωνα με την οποία, τα υποκαταστήματα της θα συνέχιζαν μεν να δέχονται αιτήματα για το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού, για τη συλλογή χρημάτων και με το περιεχόμενο της οποίας, όφειλαν να συμμορφώνονται τα όργανα της, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι οι ενδιαφερόμενοι θα προσκομίζουν την απαιτούμενη άδεια που δίδεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υγείας και Πρόνοιας. Περαιτέρω, αιτιολογείται η παραδοχή σύμφωνα με την οποία ο κατηγορούμενος Χ3, που την κρίσιμη εκείνη χρονική περίοδο, ήταν διευθυντής του υποκαταστήματος της ΕΤΕ στην ..., στο οποίο ανοίχθηκε ο επίδικος λογαριασμός, υπέδειξε προς τον εγκαλούντα Ψ1, τον τρόπο υποβολής της σχετικής αιτήσεως, για την έκδοση της απαιτούμενης κοινής Υπουργικής αποφάσεως, η οποία και τελικά δόθηκε την 2-3-2001, ήτοι δύο ημέρες προτού το ανήλικο τέκνο καταλήξει. Τέλος, όσον αφορά την αιτίαση ότι δεν διευκρινίζεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα γιατί ο κατηγορούμενος ιατρός Χ1, αρνήθηκε να χορηγήσει την οικεία ιατρική γνωμάτευση, στην οποία στηριζόμενη η Ειδική Υγειονομική Επιτροπή του ΙΚΑ, θα χορηγούσε ενδεχομένως στη συνέχεια την άδεια νοσηλείας του ασθενούς τέκνου των εγκαλούντων, προκειμένου να συνεχίσει τη νοσηλεία του σε θεραπευτικό κέντρο της αλλοδαπής, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Στο προσβαλλόμενο βούλευμα, γίνεται ειδική και ρητή αναφορά και διευκρινίζεται με σαφήνεια και πληρότητα, η επιστημονική άποψη του έχοντος την ιατρική ευθύνη, θεράποντος ιατρού, Χ1, σύμφωνα με την οποία λόγω της ιδιότητας του, ως Διευθυντή του Τμήματος Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας, του Νοσοκομείου Παίδων "...", ήταν όχι μόνο η ιατρικώς ενδεδειγμένη, αλλά και ήταν ιατρικώς αντιμετωπίσιμη η ασθένεια του ανηλίκου τέκνου των εγκαλούντων στο συγκεκριμένο θεραπευτήριο, και ως εκ τούτου δεν ήταν αναγκαία η συνέχιση της νοσηλείας του σε θεραπευτήριο της αλλοδαπής.
Συνεπώς, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ του Κ.Π.Δ, για έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, με τον οποίο πλήττεται το ως άνω βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Τέλος, δεν συντρέχει βάσιμος λόγος να διαταχθεί από το παρόν Συμβούλιο, η αυτοπρόσωπη εμφάνιση του κατηγορούμενου Χ1, για παροχή διευκρινίσεων, όπως ζήτησε με το από 26-1-2009 υπόμνημα του, ενόψει του ότι τόσο με την απολογία του, όσο και με τα υπομνήματα του, πλήρως έχει αναπτύξει τους ισχυρισμούς του. Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 26-1-2009 αίτηση του Χ1 για αυτοπρόσωπη εμφάνιση του.

Απορρίπτει την από 5-1-2009 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για αναίρεση του υπ' αριθμό 197/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 2009. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 21 Ιουλίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή