Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Ποινή, Κλοπή.
Περίληψη:
Κλοπή (κακουργηματική), κατ’ εξακολούθηση, που τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες, κατ’ επάγγελμα και συνήθεια. Αιτιολογία: Έλλειψη αιτιολογίας ως προς την επιβαρυντική περίπτωση του κατ’ επάγγελμα και συνήθεια. Ποινή: Εφόσον επιβλήθηκε το κατώτατο όριο ποινής σε δράστη που εκτέλεσε κακουργηματική κλοπή, ως εκ περισσού τίθεται η αναιτιολόγητη, επιπλέον παραδοχή της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης του αδικήματος. Αλυσιτελής ο λόγος που πλήττει την ποινή. Ελαφρυντικά προτέρου εντίμου βίου και καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη (άρθρ. 84 παρ. 2 α΄ και ε΄ ΠΚ). Αοριστία λόγων. Απορρίπτει αίτηση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 797/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Φώτιου Μακρή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ1, κατοίκου ... και ήδη κρατουμένης στο Κατάστημα Κράτησης Γυναικών ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Μαντζουράνη, περί αναιρέσεως της 381/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας.
Με συγκατηγορούμενους τους: 1. Χ4, 2. Χ3 , 3. Χ5, και 4. Χ2.
Το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Νοεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1842/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 372 παρ.1 ΠΚ, όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία προστατεύει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται να αφαιρέσει ο δράστης με θετική ενέργεια, από την κατοχή άλλου ξένο ολικά ή εν μέρει κινητό πράγμα με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα. Εξάλλου, κατά το άρθρο 374 του ίδιου Κώδικα, που αναφέρεται στις διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπής, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, μεταξύ των άλλων σ'αυτό αναφερομένων περιπτώσεων και δ') όταν η κλοπή τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες και ε) αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ' επάγγελμα η κατά συνήθεια. Κατά τη διάταξη του άρθρου 13 περ. στ του ΠΚ, που προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.1 του Ν. 2408/1996, κατ' επάγγελμα τέλεση της πράξεως συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση αυτής ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος. Κατά συνήθεια δε τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από τη επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περίπτωσης τέλεσης του εγκλήματος κατ' επάγγελμα απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτού, υποκειμενικά δε σκοπός του δράστη να πορισθεί εισόδημα. από την επανειλημμένη τέλεση του, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη καταδίκη του δράστη για το έγκλημα αυτό. Κατά συνήθεια δε τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από τη επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη. Επανειλημμένη τέλεση συντρέχει και επί διαπράξεως του εγκλήματος κατ' εξακολούθηση. αφού πρόκειται για μορφή πραγματικής ομοειδούς συρροής. Εξάλλου κατ' επάγγελμα τέλεση υπάρχει και όταν η πράξη τελείται το πρώτον, όχι όμως ευκαιριακώς, αλλά βάση σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και της οργανωμένης ετοιμότητας του , με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως, προκύπτει σκοπός του προς πορισμό εισοδήματος. Για την πληρότητα της αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως απαιτείται η αντικοινωνικότητα και ροπή του δράστη προς διάπραξη άλλων εγκλημάτων στο μέλλον να θεμελιώνεται σε πραγματικά περιστατικά. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Στην προκειμένη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας, που δίκασε, μεταξύ άλλων και την έφεση της αναιρεσείουσας κατηγορουμένης, ύστερα από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 381/2008 απόφασής του, ότι αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι στην πρωτοβάθμια δίκη ήτοι οι: 1) ο Χ4, 2) Χ3 3) Χ5, 4) Χ1 (ήδη αναιρεσείουσα) και 5) Χ2, "οι οποίοι είναι συγγενείς μεταξύ τους, στις 17-12-2002 και περί ώρα 17.00, ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπής και για τον σκοπό αυτό οι 1ος, 3η, 4η (δηλαδή η αναιρεσείουσα) και 5η εισήλθαν στο κατάστημα πώλησης ετοίμων ενδυμάτων με τον διακριτικό τίτλο ..., ιδιοκτησίας Ι1, που βρίσκεται στο... επί της οδού ... και ενεργούντες από κοινού με τη μέθοδο της απασχόλησης του ιδιοκτήτη αφαίρεσαν με τον σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα, τα ενδύματα που αναφέρονται στο διατακτικό της απόφασης αυτής, συνολικής αξίας 800 € και στη συνέχεια, αφού δημιούργησαν τεχνική ένταση μεταξύ αυτών και του ιδιοκτήτη αποχώρησαν τρέχοντας και επιβιβάστηκαν στο με αριθμό ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, στο πορτ μπαγκάζ του οποίου τοποθέτησαν τα κλοπιμαία με το οποίο και απομακρύνθηκαν. Την ίδια ανωτέρω ώρα που διαδραματίζονταν τα προαναφερθέντα, ο δεύτερος κατηγορούμενους παρέμεινε εκτός του ανωτέρω καταστήματος και πλησίον αυτού, προς τον σκοπό να κατοπτεύει τον χώρο και να ειδοποιήσει τους συγκατηγορουμένους του αν ήθελε προκύψει κίνδυνος από την παράνομη δραστηριότητά τους μ' αυτούς, επιβιβάστηκε δε και αυτός μαζί με τους άλλους, όταν εξήλθαν του καταστήματος με τα κλοπιμαία, στο ίδιο ανωτέρω αυτοκίνητο, το οποίο οδηγούσε ο πρώτος κατηγορούμενος,... . Ο παθών καταστηματάρχης, ειδοποίησε αμέσως τις αστυνομικές αρχές, όργανα της οποίας εντόπισαν το ανωτέρω αυτοκίνητο και αφού το ακινητοποίησαν και ερεύνησαν το πορτ μπαγκάζ βρήκαν τα κλοπιμαία ενδύματα χύδην εντός αυτού τα οποία κατασχέθηκαν, οι δε κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν το Α.Τ. όπου όπως κατέθεσε ο πρώτος μάρτυρας κατηγορίας αστυνομικός, αναγνωρίστηκαν από τον παθόντα καταστηματάρχη... . Στη συνέχεια οι αστυνομικοί ... ερεύνησαν αν οι κατηγορούμενοι είχαν διαπράξει και άλλες κλοπές που είχαν καταγγελθεί σε προγενέστερους χρόνους χωρίς να έχουν μέχρι τότε εντοπισθεί οι δράστες. Από την έρευνα αυτή και την όλη ανωτέρω αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενες Χ1 και Χ2 αφού ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπών μαζί με άλλες, άγνωστες στην ανάκριση αθίγγανες, εισήλθαν με το σκοπό αυτό στις 24/10/2002 και περί ώρα 18.30' στο κατάστημα πώλησης γυναικείων ενδυμάτων στο ... επί της οδού ..., ιδιοκτησίας Ι2 και με την μέθοδο της απασχόλησης της επιχειρηματία, αφαίρεσαν ενδύματα, αξίας 200€ τα οποία έκρυψαν κάτω από τα δικά τους ενδύματα και τα ιδιοποιήθηκαν παράνομα. Η ιδιοκτήτρια Ι2 αναγνώρισε τις δύο ανωτέρω κατηγορούμενες ως τα δύο πρόσωπα από κείνες που διέπραξαν την σε βάρος της κλοπή. Οι ίδιες κατηγορούμενες στην ίδια πόλη στις 13/12/2002 και περί ώρα 11.45' με πρόθεση ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπών και με το σκοπό αυτό εισήλθαν στο επί της οδού ... κατάστημα πωλήσεως ζωοτροφών, ιδιοκτησίας Ι3, απ' όπου την ώρα που ήταν απασχολημένος με άλλο πελάτη, του αφαίρεσαν 600€ το οποίο και ιδιοποιήθηκαν παράνομα, αναγνώρισε δε ο εν λόγω παθών στο Α.Τ. όπου οδηγήθηκε τις κατηγορούμενες ως τις δράστιδες της σε βάρος του κλοπής. Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι 1ος και 3η (δηλαδή η αναιρεσείουσα) διακεκριμένης κλοπής, και οι 4η (δηλαδή η αναιρεσείουσα) και 5η ένοχοι διακεκριμένης κλοπής κατ' εξακολούθηση και τέλος ο 2ος κατηγορουμένη ένοχος απλής συνέργειας στην πράξη της διακεκριμένης κλοπής της 17/12/2002, απορριπτομένων των αυτοτελών ισχυρισμών των κατηγορουμένων σχετικά με την ενοχή τους. Καθ' όσον αφορά τις κατηγορούμενες Χ5 και Χ2 πρέπει να γίνει δεκτό ότι συντρέχει στο πρόσωπό τους, η ελαφρυντική περίπτωση του άρθρ. 84 § 2α' Π.Κ. καθ' όσο όπως προέκυψε έζησαν ως τον χρόνο της τέλεσης των ανωτέρω πράξεων έντιμη ατομική, οικογενειακή και γενικά κοινωνική ζωή, ενώ τούτο δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει για τους λοιπούς κατηγορουμένους και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί το σχετικό αίτημά τους. Επίσης πρέπει να απορριφθεί το αίτημα για αναγνώριση στον πρώτο, την τρίτη, τέταρτη και πέμπτη των κατηγορουμένων του ελαφρυντικού του άρθρ. 2α' και 2ε' καθ' όσο δεν αποδείχθηκε ότι συμπεριφέρθηκαν καλά για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα από τις ανωτέρω πράξεις τους". Κατ' ακολουθία του αιτιολογικού αυτού το Πενταμελές Εφετείο κήρυξε, μεταξύ άλλων, ένοχη και την κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα κλοπής κατ' εξακολούθηση που τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, και από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. (13 στ, 98, 72 παρ.1, 374 δ και ε, 1 ΠΚ). Ειδικότερα κήρυξε αυτήν ένοχη (όπως και την συγκατηγορούμενή της Χ2) του ότι "με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, τέλεσαν από πρόθεση το παρακάτω έγκλημα... . Α) Κατά τον παρακάτω αναφερόμενο τόπο και χρόνο, ενεργώντας από κοινού με τους Χ4 και Χ5 εν γνώσει τους ενώθηκαν, με σκοπό τη διάπραξη κλοπής και με πρόθεση αφαίρεσαν από την κατοχή άλλου ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα και συγκεκριμένα στο ... του Νομού ..., στις 17.12.2002 και περί ώρα 17.00, από κοινού, εν γνώσει τους ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπής και με πρόθεση αφαίρεσαν από την κατοχή άλλου ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα και συγκεκριμένα εισήλθαν στο επί της οδού ... κατάστημα πώλησης ετοίμων ενδυμάτων με την επωνυμία..., ιδιοκτησίας Ι1 και ενεργούντες από κοινού, με τη μέθοδο της απασχόλησης, αφαίρεσαν τα κάτωθι έτοιμα ενδύματα ήτοι: οκτώ (8) γυναικείες μπλούζες της εταιρίας ... χρώματος μαύρου και ένα (1) ζεύγος γυναικεία παπούτσια της εταιρίας ... χρώματος ασημί με πέτρες SVAROFSKI συνολικής αξίας 800 € και στη συνέχεια επιβιβάστηκαν στο υπ'αριθμ. ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας ... . Β) α. στο ... του Νομού ... στις 13.12.2002 και περί ώρα 11.45 από κοινού εν γνώσει τους ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπής και με πρόθεση αφαίρεσαν από την κατοχή άλλου ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα και συγκεκριμένα κατά τον παραπάνω τόπο και χρόνο εισήλθαν στο επί της οδού ... κατάστημα πώλησης ζωοτροφών ιδιοκτησίας Ι3 και με τη μέθοδο της απασχόλησης αφαίρεσαν το χρηματικό ποσό των 600 € και β. στο ..., στις 24.10.2002 και περί ώρα 18.30, από κοινού με άγνωστα πρόσωπα, αθίγγανης καταγωγής, εν γνώσει τους ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κλοπής και με πρόθεση αφαίρεσαν από την κατοχή άλλου ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθούν παράνομα και συγκεκριμένα εισήλθαν στο επί της οδού ... κατάστημα πώλησης γυναικείων ενδυμάτων, ιδιοκτησίας Ι2 μαζί με τα παραπάνω άτομα και με τη μέθοδο της απασχόλησης, αφού συνάμα η ιδιοκτήτρια απασχολούνταν από άλλες αθιγγανίδες αφαίρεσαν τα κάτωθι εμπορεύματα συνολικής αξίας 200 € ήτοι δέκα (10) γυναικείες μπλούζες διαφόρων χρωμάτων. Από την επανειλημμένη τέλεση της ως άνω πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του προς τη διάπραξη του παραπάνω εγκλήματος". Για τις πράξεις της δε αυτές το Πενταμελές Εφετείο επέβαλε στην αναιρεσείουσα ποινή καθείρξεως πέντε ετών.
ΙΙ. Με τις παραδοχές του αυτές το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά την ανωτέρω έννοια ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, καθόσον αφορά τη συνδρομή στο πρόσωπο της κατηγορουμένης - αναιρεσείουσας Χ1, της επιβαρυντικής περιπτώσεως του άρθρου 374 στοιχ. δ' του ΠΚ, ήτοι ότι οι ως άνω πράξεις της κλοπής τελέστηκαν από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, αφού εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, σχετικά με την τέλεσή της κλοπής από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές και την εκ μέρους της αναιρεσείουσας τέλεση της πράξεως αυτής από κοινού και κατ' εξακολούθηση, οι αποδείξεις που θεμελιώνουν τα περιστατικά αυτά καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή τους στις ως άνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που συγκροτούν την προαναφερόμενη διακεκριμένη περίπτωση κλοπής. Ως προς την επιβαρυντική, όμως, περίπτωση της κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης της εν λόγω πράξεως, η αιτιολογία της απόφασης δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, καθόσον στον μεν σκεπτικό ουδεμία αναφορά γίνεται ότι η αναιρεσείουσα τέλεσε τις πιο πάνω πράξεις της κλοπής κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια (ούτε καν αναφέρονται τα στοιχεία του νόμου), ενώ στο διατακτικό γίνεται μόνο μερική μνεία των στοιχείων του νόμου, με την αναφορά ότι "από την επανειλημμένη τέλεση της ως άνω πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του προς τη διάπραξη του παραπάνω εγκλήματος", χωρίς να προκύπτει αν τούτο αφορά την κατηγορουμένη ή την συγκατηγορούμενή της Χ2 ή και τις δύο. Τα μόνα δε περιστατικά, τα οποία εκτίθενται σχετικώς στην απόφαση, είναι εκείνα της επανειλημμένης τέλεσης των πράξεων της κλοπής, χωρίς όμως να αναφέρεται ότι σκοπός της κατηγορουμένης ήταν να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη αυτή τέλεση, ώστε να δύναται να στοιχειοθετηθεί η επιβαρυντική περίπτωση της κατ' επάγγελμα τελέσεως των πράξεων αυτών, ενώ ουδεμία αναφορά γίνεται περί διαμορφώσεως υποδομής, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 13 στ του ΠΚ. Αλλά και ως προς την επιβαρυντική περίπτωση, της κατά συνήθεια τελέσεως των ίδιων πράξεων, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, καθόσον δεν παραθέτει πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και υποδηλώνουν ότι η αναιρεσείουσα, από την επανειλημμένη τέλεση παρόμοιων αξιοποίνων πράξεων, απέκτησε σταθερή ροπή προς διάπραξη αυτών ως στοιχείο της προσωπικότητάς της, χωρίς η γενόμενη αορίστως στο διατακτικό πιο πάνω σχετική αναφορά να δύναται να θεμελιώσει, την συνδρομή της επιβαρυντικής αυτής περιπτώσεως. Αντιθέτως, όπως ήδη αναφέρθηκε, ως προς επιβαρυντική περίπτωση της τέλεσης της κλοπής από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές η αιτιολογία, όπως εκτίθεται παραπάνω, είναι πλήρης (ούτε άλλωστε προσβάλλεται η απόφαση με αναιρετικό λόγο, ως προς την παραδοχή της αυτή). Ετσι, όμως, με τις πιο πάνω αιτιολογημένες παραδοχές του Πενταμελούς Εφετείου, περί τελέσεως του εγκλήματος της κλοπής με την επιβαρυντική περιστάση του άρθρου 374 στοιχ. δ' του ΚΠΔ, στηρίζεται πλήρως ο κακουργηματικός χαρακτήρας της πράξεως αυτής, και η περί ενοχής της κατηγορουμένης καταδικαστική απόφαση, για την οποία προβλέπεται ποινή καθείρξεως μέχρι δέκα ετών (δηλαδή 5-10 έτη). Με βάση αυτά και δεδομένου ότι, αφενός, η συνδρομή των πιο πάνω επιβαρυντικών αυτών περιπτώσεων ασκεί επιρροή μόνο ως προς τον κακουργηματικό χαρακτήρα των πράξεων της κλοπής και εντεύθεν ως προς το ύψος της ποινής και, αφετέρου, η επιβληθείσα στην αναιρεσείουσα για το έγκλημα αυτό ποινή της κάθειρξης πέντε ετών είναι η ελάχιστη που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 374 ΠΚ, η περαιτέρω αναιτιολόγητη παραδοχή του Δικαστηρίου περί τελέσεως του ίδιου εγκλήματος με τη συνδρομή- επιπλέον- και της επιβαρυντικής περίστασης του κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια , δε ασκεί επίδραση στην ποινική μεταχείρισή της αναιρεσείουσας, αφού η άνω ποινή δεν μπορούσε να μειωθεί περαιτέρω. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. δ' πρώτος λόγος της αιτήσεως με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αιτίαση ότι, καθόσον αφορά την καταδίκη για το αδίκημα της διακεκριμένης κλοπής, δεν διέλαβε, ως προς την παραδοχή της συνδρομής στο πρόσωπο της αναιρεσείουσας των επιβαρυντικών περιστάσεων του άρθρου 374 στοιχ. ε' του ΠΚ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, είναι απορριπτέος, ως αλυσιτελής, ενόψει και της αβασιμότητας των περί ελαφρυντικών αιτημάτων της, κατά τα εν συνεχεία εκτιθέμενα.
ΙΙΙ. Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να εκτείνεται και στον περί συνδρομής ορισμένης ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 παρ.2 του ΠΚ, αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου, αφού η παραδοχή του οδηγεί στην επιβολή μειωμένης ποινής, κατά το μέτρο του άρθρου 83 του ίδιου Κώδικα. 'Οταν δε συντρέχουν περισσότερες ελαφρυντικές περιστάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 85 ΠΚ, ναι μεν η μείωση της ποινής γίνεται μόνο μια φορά, το δικαστήριο όμως, προκειμένου να προβεί στην επιμέτρηση της ποινής, θα λάβει υπόψη του, μέσα στα όρια της ελαττωμένης ποινής, και το εν λόγω γεγονός της συνδρομής των περισσοτέρων ελαφρυντικών περιστάσεων. Ως ελαφρυντικές περιστάσεις, κατά το άρθρο 84 παρ.2 ΠΚ θεωρούνται, μεταξύ άλλων, το ότι ο υπαίτιος έζησε έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή (περ.α) και ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (περ.ε). Εξάλλου, το ουσιαστικό δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει και δη να παραθέσει την, κατά προαναφερθέντα, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία προς απόκρουση αυτοτελών ισχυρισμών, όπως είναι και τα πιο πάνω αιτήματα για την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ.2 ΠΚ, που προτείνονται κατ' άρθρο 170 παρ.2 και 333 παρ.2 ΚΠΔ, αν οι ισχυρισμοί αυτοί δεν είναι σαφείς και ορισμένοι και μάλιστα με την επίκληση των θεμελιούντων αυτούς πραγματικών περιστατικών. Ειδικότερα, για τη στοιχειοθέτηση της ελαφρυντικής περίστασης του πρότερου έντιμου βίου, πρέπει να εκτίθενται συγκεκριμένα (θετικά) περιστατικά έντιμης ζωής και μάλιστα σε όλους του τομείς συμπεριφοράς που ορίζονται στην περίπτωση α της § 2 του άρθρου 84 ΠΚ., ενώ για τη στοιχειοθέτηση του ελαφρυντικού της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, πρέπει να αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά της καλής συμπεριφοράς επί μακρόν χρόνο μετά την τέλεση της πράξης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, ο συνήγορος της αναιρεσείουσας, ζήτησε ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου να αναγνωρισθούν στην κατηγορούμενη (όπως και στις συγκατηγορούμενές της Χ5, και Χ2) τα πιο πάνω ελαφρυντικά του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α' και ε' ΠΚ, διότι, όπως κατά λέξη ανέφερε, προέκυψε από την αποδεικτική διαδικασία, ότι οι κατηγορούμενες 1) "έζησαν πράγματι ως το χρόνο τέλεσης των αποδιδόμενων πράξεων έντιμη, ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή... . Στην προκειμένη περίπτωση... μέχρι το χρόνο τέλεσης του αδικήματος που τους αποδίδεται, ήταν φιλήσυχες και νομοταγείς πολίτες. Και ο τρεις είναι μητέρες ανήλικων παιδιών, ουδέποτε απασχόλησαν για οποιονδήποτε λόγο τις διωκτικές αρχές και έχουν λευκό ποινικό μητρώο. 2) Επίσης... Στην προκειμένη περίπτωση οι κατηγορούμενες Χ5, Χ1 και Χ2, εάν και παρήλθε μεγάλο χρονικό διάστημα από τον χρόνο που φέρεται ότι τέλεσαν τις πράξεις για τις οποίες κατηγορούνται (χρόνος τέλεσης 2002) και παρά το γεγονός ότι για όλο αυτό το χρονικό διάστημα που φθάνει στα έξι έτη βρίσκονταν εκτός φυλακής, δεν υπέπεσαν σε άλλη αξιόποινη πράξη και δεν επέδειξαν οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά". Με αυτό το περιεχόμενο οι προταθέντες ισχυρισμοί για τη χορήγηση ελαφρυντικών είναι αόριστοι, αφού δεν εκτίθενται επαρκή περιστατικά που να τους θεμελιώνουν. Ειδικότερα, ως προς τον ισχυρισμό για την αναγνώριση των ελαφρυντικών του άρ. 84 παρ.2 περ. α του ΠΚ, η επίκληση μόνο του ότι η αναιρεσείουσα ήταν φιλήσυχη, νομοταγής, μητέρα ανήλικων παιδιών, δεν απασχόλησε για οποιονδήποτε λόγο τις διωκτικές αρχές και έχει λευκό ποινικό μητρώο, δεν δικαιολογούν τη στοιχειοθέτηση της εν λόγω ελαφρυντικής περίστασης του πρότερου έντιμου βίου, χωρίς την επίκληση και άλλων συγκεκριμένων (θετικών) περιστατικών έντιμης ζωής και μάλιστα σε όλους του τομείς συμπεριφοράς που ορίζονται στην περίπτωση α της § 2 του άρθρου 84 ΠΚ. Επίσης η επίκληση μόνο ότι η αναιρεσείουσα "δεν υπέπεσε σε άλλη αξιόποινη πράξη και δεν επέδειξε οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά", δε αρκεί για να θεμελιώσει τον ισχυρισμό ότι η αναιρεσείουσα μετά την τέλεση των πιο πάνω πράξεων επέδειξε καλή συμπεριφορά για μεγάλο χρονικό διάστημα (έξι έτη).
Εν προκειμένω, απαιτείται όχι μόνο η αρνητική αναφορά ότι δεν τέλεσε η αναιρεσείουσα άλλες αξιόποινες πράξεις, αλλά, κυρίως, και η θετική αναφορά συγκεκριμένων περιστατικών από τα οποία να προκύπτει η καλή αυτής συμπεριφορά. Επομένως, εφόσον το Πενταμελές Εφετείο δεν ήταν υποχρεωμένο να απαντήσει, λόγω της αοριστίας του ισχυρισμού, και ως εκ περισσού απάντησε, απορρίπτοντας αυτόν με την πιο πάνω αιτιολογία, ο εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως, για έλλειψη αιτιολογίας στην απορριπτική κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως, περί συνδρομής των πιο πάνω ελαφρυντικών περιστάσεων πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος. Μετά από αυτά και την απόρριψη και των δύο πιο πάνω λόγων αναιρέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί, και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του Κ.Π.Δ.)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την 40/14-11-2008 αίτηση αναιρέσεως της Χ1 κατοίκου ... κατά της 381/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 20 Μαρτίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ