Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 110 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Ψευδής υπεύθυνη δήλωση.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για ψευδή υπεύθυνη δήλωση (παράβαση άρθρ. 8 & 22 ν. 1599/86). Απόρριψη λόγων αιτήσεως αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας της υποκειμενικής υποστάσεως του άνω αδικήματος και των εγγράφων.




ΑΡΙΘΜΟΣ 110/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη και Μαρία Βασιλάκη - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεώργιο Μπόμπολη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Γ. Μ. του Ι., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Παναγιώτα Ιωαννίδη, περί αναιρέσεως της με αριθμό 8580/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29 Φεβρουαρίου 2012 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 357/12.
Αφού άκουσε
Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 8 §1 του Ν. 1599/1986 "Γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας, ή τα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6, μπορεί να αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα, με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερόμενου που συντάσσεται σε απλό χαρτί (άρθρο 2 §2 της Π.Ν.Π. της 21-12-2001). Κατά δε το άρθρο 22 §6 εδ. α' του ίδιου νόμου, "όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα, ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά, με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών κ.λ.π.". Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για μεν τη θεμελίωση της αντικειμενικής υποστάσεως του από την τελευταία διάταξη προβλεπόμενου εγκλήματος απαιτείται: 1) δήλωση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή άρνηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, τα οποία δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριο, (όχι δε μόνο γεγονότων που αφορούν προσωπικά στοιχεία του δηλούντος) και 2) η ψευδής αυτή δήλωση να απευθύνεται, δηλαδή να υποβάλλεται, σε αρχή ή υπηρεσία του δημόσιου τομέα, για δε την υποκειμενική θεμελίωσή του, γνώση με την έννοια της βεβαιότητας των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Ως αρχή νοείται το όργανο του Κράτους, το οποίο ασκεί, κατ' ιδίαν αυτού ελεύθερη κρίση, σε ορισμένο κύκλο κρατική εξουσία, προβλεπόμενη από τους οργανικούς αυτού νόμους. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που τα θεμελίωσαν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Έλλειψη αιτιολογίας δεν υπάρχει ακόμη και στην περίπτωση που η αιτιολογία εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, όταν αυτό περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού. Όσον αφορά το δόλο, που απαιτείται κατά το άρθρο 26 παρ. 1 του Π.Κ. για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος και συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξεως, η ύπαρξή του δεν είναι κατ' αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαίτερα, γιατί ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του. Όταν όμως, για το αξιόποινο της πράξεως, απαιτούνται, όπως και στο έγκλημα της ψευδούς υπευθύνου δηλώσεως εκτός από τα περιστατικά που απαρτίζουν κατά νόμο την αντικειμενική υπόσταση αυτής, και ορισμένα πρόσθετα στοιχεία, όπως η τέλεση της πράξεως εν γνώσει ορισμένων περιστατικών, άμεσος δηλαδή δόλος από μέρους του υπαιτίου ή σκοπός επελεύσεως ορισμένου προσθέτου αποτελέσματος, η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στη γνώση αυτή, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν την διαληφθείσα γνώση ως και τον σκοπό.
Συνεπώς επί του ανωτέρω εγκλήματος, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεώς του, απαιτείται, για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας, να εκτίθενται στην καταδικαστική απόφαση τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει η γνώση του κατηγορουμένου περί του ψευδούς περιεχομένου της δηλώσεως του άρθρου 8 παρ.1 του Ν 1599/1986.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών που δίκασε κατ' έφεση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθ. 8580/2011 αποφάσεώς του, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας που εξετάσθηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώσθηκαν, καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, την απολογία του κατηγορουμένου και την όλη αποδεικτική διαδικασία με επιτρεπτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο κατηγορούμενος στην Αγία Παρασκευή στις 19 Ιουνίου 2006 εν γνώσει του δήλωσε ψευδή γεγονότα με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/86 και συγκεκριμένα με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/86, την οποία υπέβαλε στην Επιτροπή Αυθαιρέτων της Πολεοδομίας Αγ. Παρασκευής Αττικής, δήλωσε εν γνώσει του ψευδώς, ότι το εμπρόσθιο διαμέρισμα Υ-1 αποθήκη, που ανήκει κατά ψιλή κυριότητα στην Μ. - Ε. Μ. σύμφωνα με τις υπ' αριθμ. .../85 και .../98 συστάσεις οριζοντίου ιδιοκτησίας, μετετράπη σε διαμέρισμα - κατοικία αμέσως μετά τις 20-5-1998, ενώ η αλήθεια είναι ότι η φερόμενη Υ-1 Αποθήκη του υπογείου της επί της οδού ... στα ... πολυώροφης οικοδομής μετετράπη σε διαμέρισμα το έτος 1989 από τον Ι. Μ. και μέχρι το έτος 1992 εκμισθωνόταν στον Φ. Π., έκτοτε δε κατοικούσε σε αυτό η Γ. Λ.. Η κρίση αυτή στηρίζεται ιδίως στις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας Μ. - Έ. Μ. (αδελφής του κατηγορουμένου) και Γ. Λ. (μητέρας του κατηγορουμένου), οι οποίες καταθέτουν ότι "έγινε διαμέρισμα η αποθήκη από τον πατέρα του Ι. Μ., που ήταν ιδιοκτήτης το εκμίσθωνε στον Π. αρχές 1989, ζήτησε ρεύμα κλπ μετά έμενε η μητέρα μου Γ. Λ., εξακολουθεί να μένει από το 1992" (βλ. σελ. 2 πρακτικών) και "Έγινε διαμέρισμα η αποθήκη το 1989. Έκανε τη δήλωση γιατί το παρουσίαζε σαν αποθήκη. Για να δικαιολογήσει το υψόμετρο. Γιατί έβαλαν πρόστιμο στην Ε. γι' αυτό είναι κατηγορούμενος ... Το 1989 έκανε αίτηση για το ρεύμα ο Ι. Μ.. Πήρε τρία χρόνια ενοίκια από τον Φ. Π.. Από το 1992 έμενα (βλ. σελ. 4-5 πρακτικών), αντιστοίχως, μη αναιρούμενες από τις καταθέσεις των Φ. Π. και Ε. Κ., καθώς και από την απολογία του κατηγορουμένου, ο οποίος ισχυρίζεται ότι "Δεν ήξερα την γνώση από το παρελθόν" (σελ. 8 πρακτικών). Κατόπιν αυτών πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος της αποδιδομένης εις βάρος του αξιοποίνου πράξεως της παραβάσεως των άρθρων 8, 22 παρ. 6α' του Ν. 1599/1986, περιγραφόμενης ειδικότερα στο διατακτικό. Ακολούθως το Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα της παραβάσεως της διατάξεως των άρθρων 8, 22 παρ. 6 του Ν. 1599/1986 και επέβαλε σ' αυτόν ποινή φυλακίσεως τριών (7) μηνών, ανασταλείσα. Ειδικότερα τον κήρυξε ένοχο για το ότι : Στην Αγία Παρασκευή στις 19 Ιουνίου 2006, εν γνώσει του δήλωσε ψευδή γεγονότα με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρ. 8 του Ν 1599/1986 και συγκεκριμένα με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/1986, την οποία υπέβαλε στην Επιτροπή Αυθαίρετων της Αγ. Παρασκευής Αττικής, δήλωσε εν γνώση του ψευδώς ότι το εμπρόσθιο διαμέρισμα Υ-1 Αποθήκη, που ανήκει κατά ψιλή κυριότητα στην Μ. - Έ. Μ. σύμφωνα με τις υπ' αριθμ. .../85 και .../98 συστάσεις οριζοντίου ιδιοκτησίας, μετετράπει σε διαμέρισμα - κατοικία αμέσως μετά τις 20-5-1998, ενώ η αλήθεια είναι ότι η φερόμενη ΥΙ-Αποθήκη του υπογείου της επί της οδού ... στα ... πολυόροφης οικοδομής μετετράπη σε διαμέρισμα το έτος 1989 από τον Ι. Μ. και μέχρι έτος 1992 εκμισθωνόταν στον Φ. Π., έκτοτε δε κατοικούσε σε αυτό η Γ. Λ.. Με αυτά, τα οποία δέχθηκε το Εφετείο, όπως προκύπτει από το συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού, δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με αναφορά συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών που δικαιολογούν και ακολούθως θεμελιώνουν την, από τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, γνώση της αναληθείας των δηλωθέντων, αν και η γνώση αυτή δεν είναι καθόλου αυτονόητη από όσα στο σκεπτικό και το διατακτικό εκτίθενται. Ειδικότερα, ως προς το στοιχείο του αμέσου δόλου, δηλαδή της γνώσεως, η προσβαλλομένη απόφαση περιορίζεται να παραθέσει, τόσο στο σκεπτικό, όσο και στο διατακτικό την περιεχόμενη στο νόμο φράση "εν γνώσει του ψεύδους", χωρίς όμως να εκθέσει συστηματικά και να αιτιολογήσει από ποια συγκεκριμένα περιστατικά συνάγεται η γνώση του αυτή, σε σχέση με την αναλήθεια των περιστατικών, τα οποία ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων φερόταν ότι δήλωσε ψευδώς, γνώση, η οποία, άλλωστε, δεν προκύπτει από τις παραδοχές και την κυρία αιτιολογία της περί ενοχής κρίσεως του Εφετείου. Ειδικότερα, η σειρά των αιτιολογιών που παρατίθενται στο σκεπτικό προς επιστήριξη της καταδικαστικής κρίσεως του Δικαστηρίου, αναφέρεται στην στοιχειοθέτηση, αντικειμενικώς, της πράξεως του αναιρεσείοντος και δεν παρατίθενται πραγματικά περιστατικά, που να αιτιολογούν την παραδοχή ότι αυτός τελούσε σε γνώση του ψευδούς περιεχομένου της δηλώσεώς του. Την αιτιολογία αυτή ήταν υποχρεωμένο να παραθέσει το Δικαστήριο, τόσο περισσότερο καθόσον, δεν προκύπτει ούτε από το διατακτικό της προσβαλλόμενης η παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν την διαληφθείσα γνώση.
Συνεπώς, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως με τον οποίο ο αναιρεσείων επικαλείται έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας όσον αφορά την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος τυγχάνει βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για εκ νέου συζήτηση στο αυτό Δικαστήριο, το οποίο είναι δυνατόν να συντεθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 8580/2011 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για εκ νέου συζήτηση, στο αυτό δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν, προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του 18 Ιανουαρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή