Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Ψευδορκία μάρτυρα, Απόφαση αθωωτική.
Περίληψη:
Ψευδορκία μάρτυρα - ψευδής ανώμοτη κατάθεση. Αναίρεση αθωωτικής αποφάσεως με αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και την επίκληση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ανεπάρκεια αιτιολογίας και ασάφεια των παραδοχών της απόφασης. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1147/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Μαρτίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου περί αναιρέσεως της 503/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λασιθίου. Με κατηγορουμένους τους: 1) Χ1 , 2) Χ2 και 3) Χ3, που δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ1, που δεν παραστάθηκε.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λασιθίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 52/18.10.2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1736/2007.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το αρ. 505 παρ. 2 του ΚΠΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε αποφάσεως, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, δηλαδή μέσα σε τριάντα ημέρες από την καταχώριση της αποφάσεως καθαρογραμμένης στο ειδικό βιβλίο του αρ. 473 παρ. 3 του Κ.Π.Δ. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά πάσης αποφάσεως, αθωωτικής ή καταδικαστικής, οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους του αρθ. 510 παρ. 1 Κ.Π.Δ, μεταξύ των οποίων και η έλλειψή της, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντ. και 139 του Κ.Π.Δ, απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ειδικά, προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου αθωότητας, που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 τη ΕΣΔΑ (ν.δ 53/74), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει τον από τον άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ, λόγο αναιρέσεως, συντρέχει, όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά, είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα γιατί δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται στα πρακτικά. Δεν απαιτείται όμως, για την πληρότητα της αιτιολογίας της αθωωτικής απόφασης, να εκθέτει το δικαστήριο σ' αυτή τα περιστατικά, από τα οποία πείστηκε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι αντικείμενο απόδειξης στην ποινική δίκη είναι η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 503/2007 απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λασιθίου, που την εξέδωσε, κήρυξε με αυτή αθώους τους κατηγορούμενους, Χ2 και Χ1, της πράξεως της ψευδορκίας μάρτυρα και τον κατηγορούμενο Χ3, της πράξεως της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, με την εξής κατά λέξη αιτιολογία "Από όλη τη σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, τις καταθέσεις στο ακροατήριο των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάστηκαν, σε συνδυασμό και με την απολογία των κατηγορουμένων και απ' όλη την υπόλοιπη συζήτηση της υπόθεσης, αποδείχθηκε και το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν τις πράξεις που τους αποδίδεται με το κατηγορητήριο, και για το λόγο αυτό πρέπει να κηρυχθούν αθώοι. Ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι στον ..... Κρήτης, κατά τους παρακάτω χρόνους, διέπραξαν τις εξής αξιόποινες πράξεις: Ο δεύτερος Χ2, την 10-6-2003, ενώ εξετάσθηκε ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον Αρχής αρμοδίας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αγίου Νικολάου, Πελαγίας Πλεξουσάκη, εξετάσθηκε ενόρκως και συντάχθηκε η υπ' αριθμ. .... και ..... ένορκης" κατάθεσης, που χρησιμοποιήθηκε προς ανταπόδειξη της υπ' αριθμ. ... αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της Ψ1, κατέθεσε, εν γνώσει της αναληθείας τους, τα εξής ψευδή: ότι δεν έχει καμία σχέση με το επίδικο ακίνητο, ότι κάποιος .... τον διαβεβαίωσε ότι το επίδικο ανήκε αρχικά σε κάποια ....., πωλήθηκε σε Έλληνα και αυτός στη συνέχεια το πώλησε σε εταιρία, ότι συνάντησε τη μηνύτρια και, αφού της είπε ότι το ακίνητο δεν είναι δικό της, της συνέστησε να το εγκαταλείψει για να μην πληρώσει ενοίκιο και ότι όλα όσα κατέθεσε η κόρη της μηνύτριας στο Ειρηνοδικείο Αγ. Νικολάου, στις 6-6-2003, είναι ψευδή. Κατέθεσε δε ψευδώς όλα τα παραπάνω, ενώ πολύ καλά γνώριζε ότι είναι συμμισάτορας της αντιδίκου ΑΕ στα ακίνητα της, στη θέση "......." ....., ότι ποτέ δεν συνέστησε στη μηνύτρια να εγκαταλείψει το επίδικο, αντίθετα τον ειδοποίησε για την αντιδικία που θα προκαλούσε η εταιρία ΜΑΗΟ ΑΕ. Ο τρίτος κατηγορούμενος Χ1, ενώ εξετάστηκε ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον Αρχής αρμοδίας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέμματα και συγκεκριμένα, την 6-6-2003, εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας της ΜΑΗΟ Α.Ε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αγίου Νικολάου, κατέθεσε ψευδώς τα εξής: ότι το αγροτεμάχιο στο ..... χωριό ανήκει στη ΜΑΗΟ Α.Ε και είναι 66 στρέμματα συνεχόμενα, ότι, το 1999, που πήγε στο επίδικο για να το φωτογραφήσει, προκειμένου να συντάξει μελέτη, δεν είδε την καντίνα της μηνύτριας και δεν θα μπορούσε να την έχει δει έτσι κι' αλλιώς γιατί η περιοχή είναι δασική, όχι αρχαιολογική και με μη καθορισμένη αιγιαλίτιδα ζώνη. Κατέθεσε ψευδώς επίσης ότι το ερειπωμένο οίκημα, δεξιά και αριστερά, είναι 2000 τ.μ., ότι ο δρόμος εκεί είναι ο μοναδικός που καταλήγει στην παραλία στο συγκεκριμένο σημείο, ότι οι δρόμοι εκεί ανοίχθηκαν κατόπιν, και ότι συμμισάτορας της ΜΑΗΟ Α.Ε ήταν κάποιος ..... και όχι ο δεύτερος κατηγορούμενος. Τέλος κατέθεσε ψευδώς ότι το επίδικο έχει να καλλιεργηθεί πάνω από έξι (6) χρόνια. Κατέθεσε δε τα παραπάνω ψευδώς, ενώ πολύ καλά γνώριζε ότι το επίδικο δεν ανήκει στη ΜΑΗΟ Α.Ε, δεν είναι σε δασική περιοχή αλλά σε αρχαιολογικό χώρο, με δρόμους που προϋπήρχαν και δεύτερο παραλιακό δρόμο που φθάνει στην καντίνα της μηνύτριας. Επίσης ότι το ακίνητο καλλιεργείται με καθορισμένη αιγιαλίτιδα ζώνη και ότι συμμισάτορας της ΜΑΗΟ ήταν ο δεύτερος κατηγορούμενος. Ο τέταρτος κατηγορούμενος, Χ3 την 6-6-2003, στον ...., εξετάστηκε χωρίς όρκο ως διάδικος από Αρχή αρμόδια να ενεργεί τέτοια εξέταση και εν γνώσει του κατέθεσε ψευδή πιο συγκεκριμένα ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αγίου Νικολάου, κατά την συζήτηση της υπ' αριθμ....... αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της μηνύτριας, με την ιδιότητα του εκπροσώπου της καθ' ού εταιρίας ΜΑΗΟ Α.Ε, κατέθεσε εν γνώσει του τα παρακάτω ψευδή: ότι περιμένουν από τους αρμοδίους άδειες για τρείς (3) καντίνες, ότι τα της καντίνας της μηνύτριας έχουν τοποθετηθεί στον αιγιαλό, ότι μόλις το 1997 πήγε η μηνύτρια την καντίνα της στο σημείο που βρίσκεται τώρα και ότι η καντίνα αυτή βρίσκεται από το 1997 σε ακίνητο του Χ3, ενώ πριν την είχε αλλού σε δικό της ακίνητο η μηνύτρια. Κατέθεσε δε τα παραπάνω, ενώ πολύ καλά γνώριζε ότι: άδειες δεν μπορούν να εκδοθούν, τα τραπεζοκαθίσματα της μηνύτριας δεν είναι στον αιγιαλό και ότι η καντίνα βρίσκεται από το 1992 σε ακίνητο της μηνύτριας. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι όσα ως ανωτέρω κατέθεσαν οι κατηγορούμενοι σχετικά με τη θέση της καντίνας της μηνύτριας, τις συνθήκες της λειτουργίας της και την ιδιοκτησία της εταιρίας ΜΑΗΟ Α.Ε, ήταν αληθινά, ή τουλάχιστον αυτή την αντίληψη είχαν αποκτήσει εκείνοι για τη γενικότερη κατάσταση της περιοχής, όπως ο καθένας γνώριζε ή είχε διαμορφώσει από τις δικές του πηγές ενημέρωσης. Δεν προέκυψε ότι τα κατατεθέντα από αυτούς περιστατικά ήταν ψευδή και εν γνώσει της αναληθείας τους τα κατέθεσαν οι κατηγορούμενοι, με σκοπό να βλάψουν τη μηνύτρια - πολιτικώς ενάγουσα. Επομένως, πρέπει ν' απαλλαχθούν των κατηγοριών που τους αποδίδονται".
Η αιτιολογία, όμως, αυτή, που παραθέτει το Δικαστήριο, για την οποία θα πρέπει να σημειωθεί, ότι αποτελεί πιστή κατά λέξη αντιγραφή του διατακτικού της απόφασης, και με βάση την οποία οδηγήθηκε στην αθωωτική για τους κατηγορούμενους απόφαση, δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, με την έννοια που ανωτέρω αναπτύχθηκε, και ειδικότερα, ούτε πλήρης είναι, ούτε σαφής και με αντιφάσεις. Ειδικότερα, δεν είναι πλήρης, γιατί δεν εκθέτει τα ουσιώδη περιστατικά, που αποδείχθηκαν, για να καταδειχθεί, ότι δεν στοιχειοθετείται η υπόσταση των εγκλημάτων της ψευδορκίας μάρτυρα και της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, αφού, μόνη η παραπομπή στο διατακτικό της απόφασης, δεν αρκεί για την ύπαρξη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ενώ δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι λήφθηκε υπόψη και η κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας. Επίσης, από την παρατιθέμενη ελλιπή αιτιολογία, προκύπτει ασάφεια και αντίφαση στις παραδοχές της, καθόσον περιέχει αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές. Πρώτον, γιατί, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση, δέχεται ότι, "τα όσα, ως ανωτέρω, κατέθεσαν οι κατηγορούμενοι ήταν αληθινά", παράλληλα δέχεται ότι " ή τουλάχιστον αυτή την αντίληψη είχαν αποκτήσει οι κατηγορούμενοι, (ότι δηλαδή είναι αληθινά), για την γενικότερη κατάσταση της περιοχής, όπως ο καθένας γνώριζε ή είχε διαμορφώσει από τις δικές του πηγές ενημέρωσης", ώστε πλέον να δημιουργείται ασάφεια και αντίφαση ως προς το κρίσιμο αυτό γεγονός, εάν δηλαδή όσα κατέθεσαν οι κατηγορούμενοι ήσαν αληθινά ή όχι, αφού, και στις δύο περιπτώσεις, δεν περιέχει η απόφαση οποιαδήποτε αιτιολογία. Δεύτερον, ενώ οι δεύτερος και τρίτος κατηγορούμενοι διώκονταν για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα και ο τελευταίος για ψευδή ανώμοτη κατάθεση, για τις οποίες κηρύχθηκαν αθώοι, υπάρχει παραδοχή στην προσβαλλόμενη απόφαση, περί του ότι " τα κατατεθέντα από αυτούς περιστατικά ήταν ψευδή και εν γνώσει της αναληθείας τους τα κατέθεσαν με σκοπό να βλάψουν την μηνύτρια", χωρίς όμως, να υπάρχει και αντίστοιχη κατηγορία για απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση. Επομένως, ο μοναδικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, λόγος της κρινόμενης, από 18-10-2007, αιτήσεως αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, είναι βάσιμος. Μετά από αυτά, πρέπει, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, δεδομένου ότι είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές (519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμό 503//2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λασιθίου. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 27 Μαρτίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 23 Απριλίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ