Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 848 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Κατηγορίας μεταβολή, Πλάνη, Αγροτική φθορά.




Περίληψη:
Αδίκημα. Αγροτική φθορά. Λόγοι αναίρεσης: α) Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου, β) Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, γ) Απόλυτη ακυρότητα διαδικασίας στο ακροατήριο, δ) Παραβίαση δεδικασμένου, ε) Έλλειψη αιτιολογίας παρεμπίπτουσας απόφασης. Ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Επάρκεια αιτιολογίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως και του απορριπτικού αυτοτελούς ισχυρισμού του αναιρεσείοντος, περί υπάρξεως πραγματικής συγγνωστής πλάνης στο πρόσωπο του. Επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από φθορά ξένης ιδιοκτησίας σε αγροτική φθορά, αφού τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία ασκήθηκε η δίωξη και εισήχθη σε δίκη ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος συνάδουν με την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της αγροτικής φθοράς. Οι άδικες πράξεις της διακεκριμένης φθοράς και της απλής φθοράς ξένης ιδιοκτησίας συρρέουν αληθώς και δεν υπάρχει ταυτότητα πράξεως μεταξύ τους ώστε από την αμετάκλητη αθώωση για την πρώτη να πηγάζει δεδικασμένο για την καταδίκη για την δεύτερη.




ΑΡΙΘΜΟΣ 848/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη, Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Απριλίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Κολιοκώστα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέα Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Γ. Κ. του Σ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Πέππα, περί αναιρέσεως της 1291/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης.

Το Τριμελές Εφετείο Κρήτης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Νοεμβρίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1359/12.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 381 παρ. 1 του Π.Κ., όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Για τη στοιχειοθέτηση του υπαλλακτικώς μικτού πιο πάνω εγκλήματος της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας απαιτείται αντικειμενικώς μεν αλλοτριότητα του πράγματος, η οποία κρίνεται κατά της περί κυριότητας διατάξεις του Α.Κ., υποκειμενικώς δε γνώση και θέληση (ή αποδοχή) της καταστροφής ή βλάβης κ.λ.π. του πράγματος αυτού. Εξάλλου, κατά το άρθρο 99 του ΝΔ 3030/1954 περί αγροφυλακής", "όστις, εξαιρουμένων των εν των άρθρω 382 στοιχ. γ` ΠΚ περιπτώσεων, καταστρέφει ή βλάπτει κατά τους όρους του άρθρου 381 ΠΚ παντός είδους ξένον (εν όλω ή εν μέρει) ή κοινόχρηστον ακίνητον ή κινητόν αγροτικόν κτήμα, ή άλλως πως καθιστά ανέφικτον την χρήσιν αυτού κλπ τιμωρείται δια κρατήσεως μέχρι τριών μηνών ή δια προστίμου εάν η εκ της καταστροφής κλπ προξενηθείσα ζημία δεν υπερβαίνει τας 500 δραχμάς". Το ποσό αυτό των 500 δρχ. αυξήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 41 παρ. β' αριθ. 2 του ν. 1832/89 σε δραχμές 20.000. Έτσι, εάν η ζημία από την καταστροφή κλπ. υπερβαίνει τις 20.000 δρχ. ο υπαίτιος δικάζεται και τιμωρείται κατά τις διατάξεις περί φθοράς ξένης ιδιοκτησίας του ΠΚ, δηλαδή για την παράβαση του παραπάνω άρθρου 381 αυτού, σε συνδυασμό με τα άρθρα 3 παρ. 2, 97 παρ. 1, και 99 παρ. 1 του ν.δ. 3030/ 1954, με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Εξάλλου, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, υπάρχει όταν προκειμένου περί καταδικαστικής απόφασης, δεν αναφέρονται σ` αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα στο σύνολό τους και όχι μόνο ορισμένα από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες έγγραφα κ.λ.π.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας, του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπ' όψη τα άλλα. Στη προκειμένη υπόθεση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Κρήτης που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την προσβαλλόμενη απόφαση του, με συνδυασμό του σκεπτικού και διατακτικού που παραδεκτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία της, δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων ότι :από την αποδεικτική διαδικασία που έγινε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, την απολογία του κατηγορουμένου και γενικά όλη τη συζήτηση της υποθέσεως αποδείχθηκαν κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : "Στην περιοχή "...", νοτιοδυτικά του οικισμού ... του Δήμου Μουσούρων και κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του έτους 2005 έως το Δεκέμβριο του ιδίου έτους, ο κατηγορούμενος με πρόθεση κατέστρεψε ξένα ολικά αγροτικά κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 3α ΝΔ 3030/1954 "περί αγροφυλακής " πράγματα . Ειδικότερα, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, προκειμένου να προβεί σε βιολογική -οικολογική καλλιέργεια (σταμναγκάθι- ραδίκι) και να πιστοποιηθεί αυτή, λόγω της ύπαρξης της οποίας οι καλλιεργούμενες εκτάσεις του απαγορεύονταν να δέχονται ύδατα, τα οποία θα διέρχονταν από άλλες καλλιέργειες που λιπαίνονταν και ψεκάζονταν, ανέτρεψε με ενέργειες του τη φυσιολογική ροή των υδάτων αγροτικού δρόμου παρακείμενου της ιδιοκτησίας του . Ειδικότερα, ενώ ο Δήμος Μουσούρων διάνοιξε στο δρόμο και στις παρακείμενες ιδιοκτησίες ορισμένες ελαφριές εγκάρσιες τομές (κοψιές) κάθε 20-50 μέτρα, ώστε να μη γίνεται συσσωρευτική κίνηση των υδάτων της βροχής, προκειμένου αυτά (ύδατα), να διοχετεύονται ο κατηγορούμενος έκλεισε τις τομές που υπήρχαν στην ιδιοκτησία του, έδωσε κλίση στις βαθμίδες που είχε δημιουργήσει σ' αυτήν (ιδιοκτησία )και δημιούργησε ανάχωμα στο χωράφι και στο όριο του δρόμου και του χαντακιού απορροής των ομβρίων υδάτων, ούτως ώστε τα ύδατα της βροχής να μην εισέρχονται στο δικό του αγρό. Όμως, έτσι και λόγω των συνεχών βροχοπτώσεων, τα ύδατα συσσωρεύονταν και μη βρίσκοντας άλλη διέξοδο λόγω και των παραπάνω ενεργειών του κατηγορουμένου, κατευθύνονταν ορμητικά μέσα από το δρόμο στον αγρό ιδιοκτησίας του Ε. Π. που ήταν χαμηλότερος υψομετρικά, και στη συνέχεια κατέληγαν στο χαντάκι απορροής. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω, λόγω και της υπάρχουσας μεγάλης ποσότητας υδάτων από τις βροχοπτώσεις και της μεγάλης ορμητικότητας τους προκλήθηκαν μεγάλες καταπτώσεις εδάφους στον αγρό του Ε. Π. και καταστράφηκαν οπωροφόρα δένδρα. Ειδικότερα, οκτώ αχλαδιές ξεριζώθηκαν τελείως και κατέπεσαν στην αμέσως κατώτερη αναβαθμίδα, ένδεκα αχλαδιές καλύφθηκαν κατά 50% οι ανθοφόροι και βλαστοφόροι οφθαλμοί τους και σε δέκα έξι αχλαδιές διαβρώθηκε το έδαφος στήριξης γύρω τους κατά 50% με αποτέλεσμα να διολισθήσουν στην παρακάτω αναβαθμίδα. Η ζημία που προξενήθηκε στον Ε. Π. από όλα αυτά, ανήλθε στο ποσό των 1342,25 Ευρώ. Επίσης καταπλακώθηκε σε πολλά σημεία το ήδη υπάρχον εγκατεστημένο αρδευτικό δίκτυο και προξενήθηκε ζημία 113 Ευρώ. Η συνολική ζημία επομένως που υπέστη ο Ε. Π. από την ενέργεια του κατηγορουμένου ανήλθε στο ποσό των 1445,25 Ευρώ. ... "Στη συνέχεια το Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα- κατηγορούμενο για την αξιόποινη πράξη της αγροτικής φθοράς με τις ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α' και β' ΠΚ και του επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε μηνών την οποία ανέστειλε επί τριετία .Με τις παραδοχές της αυτές, η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε την επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ' αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ανωτέρω αδικήματος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στις οικείες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις(άρθρ. 14, 26 παρ. 1α, 27παρ. 1,άρθρ. 97 παρ. 1 και 99του Ν. Δ/τος 3030/1954 σε συνδ. με το άρθρ. 381 παρ. 1 Π.Κ.),τις οποίες σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές παραδοχές. Ειδικότερα, το Δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αιτιολογεί την καταδικαστική του κρίση, με τις παραδοχές: α) ότι ο αναιρεσείων- κατηγορούμενος, κατέστρεψε - αναφέροντας και τον τρόπο με τον οποίο από τις παράνομες ενέργειες του επήλθε η καταστροφή αυτή- τα αναφερόμενα σ' αυτή (απόφαση) οπωροφόρα δένδρα (αχλαδιές) οι οποίες εξυπακούεται ότι έπαυσαν με τη καταστροφή τους να αναδίδουν την κατά τον προορισμό τους ωφέλεια, και το υπάρχον εγκατεστημένο αρδευτικό δίκτυο, το οποίο καταστράφηκε από την καταπλάκωση του σε πολλά σημεία του από την κατάπτωση του εδάφους β)το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε που ανέρχεται συνολικά στο ποσό των 1445,25 Ευρώ γ) την αλλοτριότητα των καταστραφέντων οπωροφόρων δένδρων και του αρδευτικού δικτύου, εκ των οποίων τα δένδρα ήταν φυτευμένα και το αρδευτικό σύστημα ήταν εγκατεστημένο στον αγρό ιδιοκτησίας του Ε. Π. (παθόντος- μηνυτή) δ) τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ των παρανόμων ενεργειών του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου, τις οποίες εκθέτει αναλυτικά και της επελθούσας καταστροφής .Οι ειδικότερες αιτιάσεις κατά το κεφάλαιο αυτό του αναιρεσείοντος -κατηγορουμένου: α)ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν αναφέρει τα αποδεικτικά μέσα και τους νομικούς συλλογισμούς βάσει των οποίων οδηγήθηκε στην καταδικαστική γι' αυτόν κρίση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ'ουσία, διότι τα αποδεικτικά αυτά μέσα έχουν παρατεθεί στην προσβαλλόμενη απόφαση κατ' είδος, ως αναφέρθηκαν και στην παρούσα απόφαση, η δε ειδικότερη αναφορά του τί προκύπτει από το καθένα από αυτά δεν είναι αναγκαία, διότι αυτά συνεκτιμώνται και έχουν επίσης αναφερθεί και οι νομικοί συλλογισμοί βάσει των οποίων έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν, β)ότι δεν αιτιολογήθηκε ειδικά από το Δικαστήριο της ουσίας το γεγονός, ότι ενώ αθωώθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για τη αξιόποινη πράξη της διακεκριμένης φθοράς, τα πραγματικά περιστατικά της οποίας αποτελούσαν προϋπόθεση για την αξιόποινη πράξη για την οποία τελικώς καταδικάσθηκε, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι υπό την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, προσβάλλεται η κρίση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου που είναι ανεπίτρεπτη. γ)ότι δεν αιτιολογήθηκε ειδικά ο δόλος του, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, διότι για το αδίκημα για το οποίο καταδικάσθηκε, δεν απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία του δόλου, αφού ο νόμος δεν αξιώνει για την ύπαρξή του επιπρόσθετα στοιχεία καθόσον ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών, που συγκρoτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από την πραγμάτωση των περιστατικών τούτων .Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ', και κατ' εκτίμηση Ε' του ΚΠΔ προβαλλόμενοι τέταρτος και έκτος λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Επειδή, μεταβολή της κατηγορίας που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, κατά το άρθρον 510παρ.1 στοιχ.β', σε συνδυασμώ με το άρθρο 171 παρ.1 εδ. β' του ΚΠΔ, για απόλυτη ακυρότητα, κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων που καθορίζουν την κίνηση της ποινικής διώξεως, υπάρχει, όταν η πράξη για την οποία επήλθε η καταδίκη του κατηγορουμένου, είναι ουσιωδώς διαφορετική από εκείνη για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη, κατά χρόνο, τόπο και λοιπές περιστάσεις, ώστε να αποτελεί αντικειμενικά διαφορετικό έγκλημα. Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση των στοιχείων της δικογραφίας για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι τα πραγματικά περιστατικά, για τα οποία κινήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου για την αξιόποινη πράξη της απλής φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και της αγροτικής φθοράς του Ν. 3030/1954, "περί αγροφυλακής", για την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ουδεμία φέρουν μεταξύ τους διαφορά κατά την αντικειμενική τους υπόσταση .Σημειωτέον ότι αμφότερα τα αδικήματα αυτά προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό, η αγροτική φθορά στοιχειοθετεί ειδικότερη μορφή φθοράς, και το άρθρο 99 του ν. 3030/1954 ως προς τον τρόπο τελέσεως του αδικήματος αυτού παραπέμπει στο άρθρ. 381 παρ.1 του ΠΚ. Το γεγονός ότι η αξιόποινη πράξη της απλής φθοράς ξένης ιδιοκτησίας διώκεται κατ' έγκληση σε αντίθεση με την αγροτική φθορά που διώκεται αυτεπαγγέλτως, δε μπορεί να οδηγήσει σε κρίση ανεπίτρεπτης μεταβολής του ενός αδικήματος στο άλλο, καθόσον κριτήριο μεταβολής αυτής είναι αν όντως τα πραγματικά περιστατικά όπως καταγγέλθηκαν από την αρχή μπορούσαν να κινήσουν την ποινική δίωξη για το αδίκημα της αγροτικής φθοράς. Στην προκειμένη περίπτωση το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, απέρριψε την προβληθείσα ενώπιον του από τον αναιρεσείοντα-κατηγορούμενο, ένσταση περί απαραδέκτου της ποινικής δίωξης, λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως της έγκλησης του μηνυτή, για την αξιόποινη πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, για την οποία κινήθηκε η ποινική δίωξη και για την οποία εισήχθη σε δίκη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και τον καταδίκασε για την αξιόποινη πράξη της αγροτικής φθοράς με την αιτιολογία ότι:" Στην προκειμένη περίπτωση σε βάρος του κατηγορουμένου ασκήθηκε ποινική δίωξη για τις πράξεις της διακεκριμένης φθοράς και της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χανίων με την υπ' αρ. 1280/2012 απόφαση του κήρυξε αθώο τον κατηγορούμενο για την πράξη της διακεκριμένης φθοράς έκρινε δε ένοχο αυτόν για την πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, αλλά μετά από ακριβέστερο προσδιορισμό και διευκρίνιση των πραγματικών περιστατικών της πράξης κατά την ακροαματική διαδικασία, στοιχεία άλλωστε τα οποία αναφέρονταν και στο κατηγορητήριο και προέκυπταν από αυτό, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, τον έκρινε ένοχο για την πράξη της αγροτικής φθοράς. Για την ως άνω πράξη για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος δεν απαιτείται η υποβολή εγκλήσεως εκ μέρους του παθόντος, αφού η ποινική δίωξη κινείται εξ επαγγέλματος και συνεπώς ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι δεν υποβλήθηκε έγκληση εντός τριών μηνών, αφότου ο δικαιούχος έλαβε γνώση της πράξης και του υπαιτίου, χρόνος μετά την πάροδο του οποίου η ασκηθείσα ποινική δίωξη παύει λόγω της επελθούσας αποσβέσεως του αξιοποίνου, είναι απορριπτέος στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος για την πράξη της αγροτικής φθοράς." Με την απορριπτική του αυτή κρίση, δεν επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο διέλαβε δε ειδική και πλήρη αιτιολογία στην παρεμπίπτουσα αυτή απόφαση του. Μετά ταύτα οι προβαλλόμενοι α)από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ. α' στοιχ. β'ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο και β) από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ.δ' ιδίου κώδικα με τον οποίο πλήττεται για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της σε σχέση με την απορριπτική του κρίση όσο αφορά την ανωτέρω προβληθείσα ένσταση του( πρώτος και δεύτερος λόγος αναιρέσεως) πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Επειδή, κατ` άρθρο 57 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, "αν κάποιος έχει καταδικασθεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει πάψει ποινική δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόμη και αν δοθεί σ` αυτή διάφορος χαρακτηρισμός" και παρ. 3 "Αν παρά την πιο πάνω απαγόρευση ασκηθεί ποινική δίωξη, κηρύσσεται απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου". Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την ύπαρξη δεδικασμένου, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. ΣΤ' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να συντρέχουν: α) αμετάκλητη απόφαση (ή βούλευμα) που αποφαίνεται για τη βασιμότητα ή μη της κατηγορίας ή παύει οριστικά την ποινική δίωξη για μια αξιόποινη πράξη β) ταυτότητα προσώπου ήτοι του κατηγορουμένου, που δικάσθηκε με την απόφαση που στηρίζει το δεδικασμένο και γ) ταυτότητα πράξεως, ως ιστορικού γεγονότος, στο σύνολο του, που περιλαμβάνει όχι μόνο την ενέργεια ή παράλειψη του δράστη, αλλά και το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκλήθηκε από αυτή. Η "πράξη" κατά το άρθρο 57 νοείται υπό την έννοια της υλικής ή φυσικής πράξεως του καθημερινού βίου, με οποιονδήποτε νομικό χαρακτηρισμό και αν κρίθηκε κατ` ουσία, έστω και αν αυτός επιτρεπτά μεταβλήθηκε. Και τούτο διότι και υπό διαφορετικό νομικό χαρακτηρισμό πρόκειται για την ίδια πράξη, αφού απαιτείται το αυτό γεγονός και όχι το αυτό έγκλημα. Για την ταυτότητα πράξεως απαιτείται ταυτότητα τόπου και χρόνου, ενώ ο χρόνος δεν επηρεάζει την ταυτότητα της πράξεως μόνον όταν είναι αποδεδειγμένο ότι αυτή άπαξ τελέσθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, προβάλλει την πλημμέλεια ότι, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων ) Κρήτης παραβίασε το δεδικασμένο, που προκύπτει από την απαλλακτική διάταξη της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που τον κήρυξε αθώο για την αξιόποινη πράξη της διακεκριμένης φθοράς και κατά την αθωωτική του αυτή διάταξη κατέστη αμετάκλητη, κηρύσσοντας τον ένοχο για την πράξη της αγροτικής φθοράς που είναι ακριβώς ταυτόσημη κατά τόπο, χρόνο και περιστάσεις. Όπως όμως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ο κατηγορούμενος καταδικάσθηκε για το αδίκημα της αγροτικής φθοράς που συνίσταται στο ότι : "Στην περιοχή "... "νοτιοδυτικά του οικισμού ... του Δήμου Μουσούρων και κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του έτους 2005 έως τον Δεκέμβριο του 2005, με πρόθεση κατέστρεψε ξένα ολικά αγροτικά κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 3α ΝΔ 3030/1954 "περί Αγροφυλακής"πράγματα. Ειδικότερα κατά τον ως άνω τόπο και χρονικό διάστημα ενώ ο Δήμος Μουσούρων διάνοιξε σε αγροτικό δρόμο και στις παρακείμενες αυτού ιδιοκτησίες ορισμένες εγκάρσιες τομές (κοψιές) κάθε 20 -30 μέτρα, ώστε να μη γίνεται συσσωρευτική κίνηση των υδάτων της βροχής, ο κατηγορούμενος έκλεισε τις τομές που υπήρχαν στην ιδιοκτησία του, έδωσε κλίση στις βαθμίδες που είχε δημιουργήσει σ' αυτήν (ιδιοκτησία)και δημιούργησε ανάχωμα στο χωράφι του και στο όριο με το δρόμο, με τις ενέργειες του δε αυτές ανέτρεψε την ροή των υδάτων του αγροτικού δρόμου και του χαντακιού απορροής των ομβρίων υδάτων, ούτως ώστε αυτά (ύδατα) να συσσωρεύονται και να κατευθύνονται στην περιουσία του μηνυτή Ε. Π. με αποτέλεσμα να προκληθούν μεγάλες καταπτώσεις εδάφους λόγω της διαβρώσεως από τα τρεχούμενα νερά τα οποία έβρισκαν διαφυγή μόνο μέσα από το αγροτεμάχιο του μηνυτή με συνέπεια οκτώ αχλαδιές να ξεριζωθούν τελείως και να καταπέσουν στην αμέσως κατώτερη αναβαθμίδα, ένδεκα αχλαδιές να καλυφθούν κατά 50%με χώμα και πέτρες και να καταστραφούν έτι κατά 50% οι ανθοφόροι και βλαστοφόροι οφθαλμοί τους και σε δέκα έξι αχλαδιές να διαβρωθεί το έδαφος στήριξης γύρω τους κατά 50% και να διολισθήσει στην παρακάτω αναβάθμιση, προξενώντας ζημία 1342,25 Ε. και να καταπλακωθεί σε πολλά σημεία το ήδη υπάρχον αρδευτικό δίκτυο του μηνυτή, προξενώντας ζημία 113 Ε. συνολική δηλ. ζημία 1445,25 Ε. Όπως προκύπτει δε από την υπ' αρ. 1280/2012 απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου(Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων) ο αναιρεσείων κατηγορούμενος, αθωώθηκε για το αδίκημα της διακεκριμένης φθοράς. Ειδικότερα του ότι: "Στην περιοχή "..." νοτιοδυτικά του οικισμού ... του Δήμου Μουσούρων, κατά το χρονικό διάστημα από 7ο /2005 έως 12ο/ 2005, με πρόθεση κατάστρεψε πράγμα που χρησιμεύει για κοινό όφελος και ειδικότερα μετά από επέμβαση του είχε γίνει αλλαγή της κλίσης του αγροτικού του αγροτικού δρόμου και είχε ανατραπεί η κλίση από δυτικά προς ανατολικά και με χρήση εσκαπτικού εργαλείου κατέστρεψε το χαντάκι που είχε ανοίξει ο Δήμος Μουσούρων για την απορροή των ομβρίων υδάτων, με αποτέλεσμα τα νερά της βροχής να συσσωρεύονται και να κατευθύνονται στην περιοχή του μηνυτή Ε. Π.." Από την αντιπαραβολή των διατακτικών των δύο αυτών αποφάσεων σε συνδυασμό με το σκεπτικό τους, δεν υπάρχει ταυτότητα πράξεως στις δύο περιπτώσεις, διότι α)στην αθωωτική για τον κατηγορούμενο απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου η πράξη για την οποία αθωώθηκε στοιχειοθετεί την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της διακεκριμένης φθοράς του άρθρου 382 παρ. 2 στοιχ. α' ΠΚ, ενώ β) στην καταδικαστική απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, η πράξη για την οποία καταδικάσθηκε, στοιχειοθετεί την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της αγροτικής φθοράς καθόσον διαλαμβάνονται σ' αυτήν η καταστροφή των οπωροφόρων δένδρων, του αρδευτικού δικτύου του αλλοτρίου κτήματος, το σύνολο της χρηματικής ζημίας που υπέστη ο μηνυτής και αναφέρεται διηγηματικά ο τρόπος με τον οποίο επήλθε η φθορά της ιδιοκτησίας του μηνυτή από τις παράνομες ενέργειες αυτού, μεταξύ των οποίων ήταν και η κλίση που έδωσε στις βαθμίδες που είχε δημιουργήσει στην ιδιοκτησία του και το ανάχωμα που δημιούργησε στο όριο αυτής με τον δρόμο. Επομένως δεν υπάρχει ταυτότητα πράξεως μεταξύ του αδικήματος για το οποίο αθωώθηκε ο κατηγορούμενος αμετακλήτως και εκείνου για το οποίο καταδικάσθηκε, τα οποία συρρέουν αληθώς μεταξύ τους. Επομένως ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. γ' τρίτος λόγος αναιρέσεως με τον οποίο προσβάλλεται η απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου για παραβίαση του δεδικασμένου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των αποφάσεων πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης εφόσον, όμως αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Διαφορετικά το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Τέτοιος ισχυρισμός είναι και αυτός περί συγγνωστής νομικής πλάνης, αφού η παραδοχή του οδηγεί στον μη καταλογισμό της πράξεως στο δράστη και κατά συνέπεια στην απαλλαγή του .Από τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 2 ΠΚ που ορίζει ότι "η πράξη δεν καταλογίζεται στο δράστη αν αυτός πίστεψε λόγω πλάνης ότι είχε δικαίωμα να τελέσει την πράξη και η πλάνη αυτή είναι συγγνωστή" προκύπτει ότι πλάνη υπάρχει όταν ο δράστης γνωρίζει μεν τι πράττει, αλλά είτε αγνοεί ότι η πράξη του είναι κατ` αρχήν άδικη, είτε πιστεύει πεπλανημένως ότι δικαιούται να προβεί σ` αυτήν και η πλάνη συνίσταται σε εσφαλμένη αντίληψη κανόνα δικαίου και υπό τα ειδικώς αναφερόμενα περιστατικά συντρέχει περίπτωση που αποκλείει το αξιόποινο. Επιβάλλεται, όμως, να είναι συγγνωστή η πλάνη για το καταλογισμό του αξιοποίνου, με την έννοια ότι οποιαδήποτε επιμέλεια και αν κατέβαλε ο αυτουργός δεν μπορούσε να διαγνώσει το άδικο της πράξεως. Το αρμόδιο δικαστήριο συνεκτιμά τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως που αναφέρονται στην ατομικότητα του δράστη. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλομένης αποφάσεως, ο συνήγορος του αναιρεσείοντος όταν του δόθηκε ο λόγος, μετά την πρόταση του Εισαγγελέως που πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου, πρόβαλε προφορικά τον αυτοτελή ισχυρισμό περί συγγνωστής νομικής πλάνης του κατηγορουμένου τον οποίο ανέπτυξε ως ακολούθως: "ο κατηγορούμενος ενεργούσε σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου όταν προέβη στην κατασκευή του αναχώματος" Ο ισχυρισμός αυτός όμως, όπως προβλήθηκε, ήταν αόριστος καθόσον δεν επικαλέσθηκε κανένα απολύτως πραγματικό περιστατικό που να ήταν επαρκές κατά το νόμο για να θεμελιώσει αυτόν και ως εκ τούτου το δικάσαν δικαστήριο δεν ήταν υποχρεωμένο να απαντήσει. Παρά ταύτα αυτό απέρριψε, ως εκ περισσού, τον ως άνω ισχυρισμό με πλήρη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που έχει ως εξής: "όσο αφορά τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου για συγγνωστή νομική πλάνη όσο αφορά το παράνομο αυτής σε καμία πλάνη περί το άδικο του παρανόμου της συμπεριφοράς του δεν βρισκόταν, ούτε άλλωστε επικαλείται συγκεκριμένα κάποια πραγματικά περιστατικά. Μάλιστα ούτε ο κατηγορούμενος επικαλείται συγκεκριμένα κάποια πραγματικά περιστατικά που του δημιούργησαν την εσφαλμένη εντύπωση ότι αυτός ενεργούσε σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου όταν προέβη στην κατασκευή του αναχώματος . Αντίθετα αποδείχθηκε ότι αυτός πλήρως γνώριζε το παράνομο της συμπεριφοράς του, αφού προέβη σε σειρά από παράνομες ενέργειες (π.χ. μεταβολή ροής υδάτων με διάνοιξη δρόμου με δημιουργία αναχώματος και παροχέτευση υδάτων δια μέσου της ιδιοκτησίας του παθόντος κ.λ.π.". Συνεπώς ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. δ' ΚΠΔ πέμπτος λόγος αναιρέσεως, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, σε σχέση με την απόρριψη του ανωτέρω αυτοτελούς ισχυρισμού, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Μετά από αυτά, και εφόσον δεν υπάρχει προς έρευνα, άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠΔ)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ.
Απορρίπτει την υπ' αρ. 8/30-11-2012 αίτηση του Γ. Κ. του Σ., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αρ. 1291/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Κρήτης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που τα ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 29 Μαΐου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή