Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αναιρέσεως παραδοχή, Εμπρησμός με πρόθεση.
Περίληψη:
Βάσιμοι οι από το άρθρο 510§1 Δ' και Ε' ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης για ασάφειες και αντιφάσεις αιτιολογικού και διατακτικού. Αναιρεί και παραπέμπει.
ΑΡΙΘΜΟΣ 825/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Φράγκο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, (κωλυομένου του Τακτικού Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Νικολάου Ζαΐρη),- Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη, Χρυσούλα Παρασκευά (κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Γεωργίου Αδαμόπουλου) και Μαρία Γαλάνη Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Μαΐου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Σταύρου Μαντακιοζίδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Π. Λ. του Β., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Αλεξόπουλο, περί αναιρέσεως της 5432/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντες: 1. Α. Δ. του Β., κάτοικο ... και 2. Χ. Δ., κάτοικο ... που δεν παρέστησαν.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα -κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Οκτωβρίου 2012 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1136/2012.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 264 του ΠΚ, "Όποιος με πρόθεση προξενεί πυρκαγιά τιμωρείται: α) με φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών, αν από τη πράξη μπορεί να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, β) με κάθειρξη, αν από τη πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, γ) με κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών, αν στην περίπτωση του στοιχ. β' επήλθε θάνατος". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος του εμπρησμού από πρόθεση απαιτείται : α) πρόκληση πυρκαγιάς με οποιονδήποτε τρόπο η οποία θεωρείται ότι υπάρχει όταν εκραγεί πυρ οπωσδήποτε σημαντικό και όχι συνηθισμένης εκτάσεως με τάση εξαπλώσεως και χωρίς να μπορεί εύκολα να κατασβεσθεί και β) δυνατότητα να προκύψει κίνδυνος σε ευρύτερο και απροσδιόριστο κύκλο εννόμων αγαθών ή σε άνθρωπο. Κίνδυνος δε ανθρώπου υπάρχει, όταν δημιουργείται πιθανότητα προσβολής της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, έστω και ενός μη κατά πρόσωπον προσδιορισμένου ανθρώπου. Η ύπαρξη ή όχι του κινδύνου κρίνεται βάσει των δεδομένων τα οποία υφίστανται κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως δηλαδή της προκλήσεως της πυρκαγιάς και όχι αυτών που προέκυψαν μετά την τέλεση αυτής. Υποκειμενικώς απαιτείται δόλος, συνιστάμενος στη θέληση να προξενηθεί πυρκαγιά και στη γνώση ότι απ' αυτή μπορεί να προκληθεί κίνδυνος σε ξένα πράγματα ή σε άνθρωπο, αρκούντος και του ενδεχομένου. 2. Από τη διάταξη του άρθρου 381 παρ.1 του ΠΚ, που ορίζει ότι "Όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών", σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 27 παρ. 1 του ΠΚ, που προσδιορίζει την έννοια του δόλου, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του πλημμελήματος της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας απαιτείται αντικειμενικά μεν η καταστροφή ή η βλάβη ή η με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αχρήστευση ξένου, ολικά ή μερικά πράγματος, η αλλοτριότητα του οποίου κρίνεται κατά τις περί κυριότητας διατάξεις του ΑΚ, υποκειμενικά δε γνώση και θέληση (ή αποδοχή) της καταστροφής ή βλάβης κ.λπ. του πράγματος αυτού. Καταστροφή του πράγματος υπάρχει όταν τούτο καθίσταται εντελώς διαρκώς άχρηστο για τον προορισμό του, αρκεί δε αυτή να είναι και μερική μόνο, η δε βλάβη συνίσταται είτε στη βλάβη της ουσίας του πράγματος είτε στη μείωση της χρησιμότητάς του σύμφωνα με τον προορισμό του. Το ανέφικτο δε της με οποιοδήποτε άλλο τρόπο χρήσεως του πράγματος καλύπτει τις περιπτώσεις που το πράγμα, εκτός από την καταστροφή ή τη βλάβη του, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον από τον κύριο ή τον κάτοχό του, κατά τη συνήθη πορεία και αντίληψη. Το έγκλημα αυτό της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας που αποβλέπει στην προστασία της ιδιοκτησίας, είναι υπαλλακτικώς μικτό και μπορεί να τελεσθεί με ένα από τους ως άνω τρόπους.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 99 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ'αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία υπάρχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε στη διάταξη που εφήρμοσε αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ'αριθ.5432/2012 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη κηρύχθηκε ένοχος, κατά μεταβολή της κατηγορίας, από εμπρησμό εκ προθέσεως από τον οποίο μπορούσε να προκύψει κίνδυνος σε ξένα πράγματα, για φθορά ξένης ιδιοκτησίας, με ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 α' του ΠΚ, και της επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως δέκα μηνών, με τριετή αναστολή. Στην αιτιολογία της αποφάσεως αυτής δέχθηκε το άνω Εφετείο, ότι από τα μνημονευόμενα, κατ'είδος, αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή: " Στου ... στις 27-7-2009 η κατ/νη από πρόθεση να θέσει πυρκαγιά αφού περιέλουσε με εύφλεκτο υγρό την εξωτερική ξύλινη επιφάνεια της πόρτας εισόδου του διαμερίσματος ιδιοκτησίας Β. Δ. επί της οδού ... έθεσε φωτιά σε αυτή με αποτέλεσμα να προκληθεί πυρκαγιά από την οποία καταστράφηκε μικρό τμήμα αυτής, ενώ από τους καπνούς ρυπάνθηκε κοινόχρηστος χώρος του ορόφου. Από την πυρκαγιά δε, που έθεσε η κατ/νη, μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, πλην όμως αυτή κατασβέστηκε έγκαιρα από την Πυροσβεστική υπηρεσία. Συγκεκριμένα, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας κατηγορίας Δ. Α., πολιτικώς ενάγων, επί μακρό διάστημα (4-5 χρόνια) κάποιος έβαζε μικροφωτιές στην πόρτα του παραπάνω διαμερίσματος που ανήκει στους γονείς του, μάλιστα σε χρονικά διαστήματα που έλειπαν οι γονείς του σε διακοπές. Η κατηγορουμένη, η οποία έχει γειτονικό διαμέρισμα στον ίδιο όροφο, στο οποίο διαμένει με το σύζυγό της, και διατηρούσε πολύ στενές φιλικές σχέσεις με τους παραπάνω πάντοτε ειδοποιούσε αυτούς για τη φωτιά την οποία ταυτόχρονα έσβηνε πριν επεκταθεί. Μετά από τη συχνότητα των περιστατικών (μία φορά περίπου κάθε χρόνο επί 4-5 χρόνια) αποφάσισαν με την προτροπή της αστυνομίας, να τοποθετήσουν κάμερα, για την οποία δεν ενημερώθηκε η κατ/νη. Από την επισκόπηση των φωτογραφιών που λήφθηκαν από την κάμερα κατά τον επίμαχο χρόνο που εμφανίστηκαν από τη Διεύθυνση εγκληματολογικών ερευνών και βρίσκονται στη δικογραφία αναγνωρίστηκε από τους παθόντες η κατ/νη ως το πρόσωπο που έθεσε την πυρκαγιά κατά τον παραπάνω χρόνο, στην πόρτα εισόδου του διαμερίσματός τους. Εξάλλου κατά τον κρίσιμο χρόνο πρόκλησης της επίμαχης πυρκαγιάς δεν καταγράφηκε άλλο πρόσωπο, πλην της κατ/νης να πλησιάζει στο σημείο εκείνο. Επομένως η κατ/νη πρέπει να κηρυχθεί ένοχη της αξιόποινης πράξης του εμπρησμού από πρόθεση από τον οποίο μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος, απορριπτομένων και των αυτοτελών ισχυρισμών της κατ/νης- άρνηση κατηγορίας ότι δεν πληρούται από τα παραπάνω στοιχεία η αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω εγκλήματος άλλως πρόκειται για απόπειρα άλλως περί μεταβολής της κατηγορίας σε φθορά ξένης ιδιοκτησίας.
Στην κατηγορουμένη όμως πρέπει ν' αναγνωρισθεί ότι μέχρι το χρόνο τέλεσης της πράξης αυτής έζησε έντιμο, οικογενειακό, ατομικό και κοινωνικό βίο, γεγονός που επιβεβαιώνεται άλλωστε από το λευκό ποινικό της μητρώο." Στη συνέχεια το ίδιο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ενώ στο διατακτικό της αποφάσεως σημειώνει ότι απορρίπτει τους προβληθέντες αυτοτελείς ισχυρισμούς της κατηγορουμένης, κήρυξε ένοχη την κατηγορουμένη, κατά μεταβολή της κατηγορίας, φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και δη του ότι: "Στον ... στις 27-7-2009, Με πρόθεση προξένησε πυρκαγιά, από την οποία μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα. Συγκεκριμένα, στις μεν 27-7-2009 αφού περιέλουσε με εύφλεκτο υγρό την εξωτερική ξύλινη επιφάνεια της πόρτας εισόδου του διαμερίσματος πρώτου ορόφου ιδιοκτησίας Β. Δ. που βρίσκεται στην επί της οδού ... πολυκατοικία, με τη χρήση γυμνής φλόγας έθεσε φωτιά σε αυτή, με αποτέλεσμα να προκληθεί πυρκαγιά, από την οποία καταστράφηκε μικρό τμήμα στο κάτω μέρος αυτής, ενώ από τους καπνούς ρυπάνθηκε ο κοινόχρηστος χώρος του ορόφου. Από την πράξη της δε αυτή μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, πλην όμως δεν προέκυψε γιατί η φωτιά κατασβέστηκε έγκαιρα από την Πυροσβεστική Υπηρεσία." Από την αντιπαραβολή του παραπάνω αιτιολογικού και του διατακτικού της προσβαλλόμενης αποφάσεως, προκύπτει ασάφεια, λογικό κενό, όσον και αντίφαση, ως προς την πράξη, για την οποία τελικά κηρύχθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα κατηγορουμένη. Ειδικότερα, ενώ στο αιτιολογικό δέχεται συνδρομή της υποστάσεως της αξιόποινης πράξης του εμπρησμού διαμερίσματος με πρόθεση και ότι πρέπει να απορριφθούν οι προβληθέντες αυτοτελείς ισχυρισμοί της κατηγορουμένης, (του ότι δεν πληρούται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος του εμπρησμού, άλλως να μεταβληθεί η κατηγορία σε φθορά ξένης ιδιοκτησίας), στο διατακτικό αναφέρει ότι απορρίπτει μεν τους αυτοτελείς ισχυρισμούς της κατηγορουμένης, αλλά τελικά κηρύσσει ένοχη την κατηγορουμένη, αναφέρουσα μάλιστα, κατά μεταβολή της κατηγορίας, σε φθορά ξένης ιδιοκτησίας, εμπρησμού με πρόθεση, προξενήσασα πυρκαϊά από την οποία μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα. Έτσι όμως το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με την ασάφεια και αντίφαση αυτή ως προς ποία πράξη τελικά καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, υπέπεσε στην πλημμέλεια της εκ πλαγίου παράβασης της διάταξης του άρθρου 264 του ΠΚ και έλλειψης νόμιμης βάσης, καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου και είναι βάσιμοι οι προβαλλόμενοι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' και Ε' του ΚΠΔ συναφείς δύο λόγοι αναιρέσεως με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου.
Μετά από αυτά, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη με αρ. 5432/31-5-2012 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου(Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και.
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση στο ίδιο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 28 Μαΐου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 28 Μαΐου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ